Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

Η Παναγία του Παλαμά και του Ελύτη

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Κ. ΠΑΛΑΜΑ
 

ΜΥΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ
«Δέσποινα,
κανένα φόρεμα τη γύμνια μου
δε φτάνει να σκεπάσει

……………………….
Πρόστρεξε, Μυροφόρα,
μονάχα εσένα πίστεψα
και λάτρεψα μονάχα εσένα,
κι ως τώρα μέσ’ στα αιματοστάλαχτα
μιας οργισμένης δύσης
Δέσποινα, στήριξέ με εσύ
και μη μ’ αφήσεις…..

«….Α! δείξου στο μικρό και στον ανήμπορο

και δείξου καθώς δείχνεσαι στους ταπεινούς
και φτάσε καθώς φτάνεις στους αμαρτωλούς
και δείξου καθώς δείχνεσαι στους σκλάβους
η Αγία Ελεούσα……»

ΒΡΑΔΙΝΗ ΦΩΤΙΑ


«…Και τα γόνατά της ν’ αγκαλιάσω

και τα χέρια της να γλυκοσκεπαστώ
και να της ξομολογηθώ και να της ξεσκεπάσω
ο,τι μέσα μου κρύβεται κλειστό
ο,τι ντρέπομαι να πω κι ο,τι φοβάμαι,
κάποιες άκαρπες, άθλιες αμαρτίες,
ο,τι σκληρό με τυραννά κι ο,τι θέλω να’ μαι
τις άγριες κυνηγήτρες μου Ερινύες…»


«Η σκέπη και του ανθρώπου εσύ, τ’ αγγέλου εσύ και η δόξα,

με τη χαρά σου χαίρεται, χαριτωμένη η κτίση!
Μητέρα των ανέλπιδων κι όλου του κόσμου σκέπη,
κάτω από σε και οι ανέλπιδοι κι όλος ο κόσμος ίσοι!
Μπρος στην εικόνα σου γυρτός ο κόσμος με το στόμα
τρεμουλιαστό, κρεμάμενο μόνο απ’ τόνομά σου
κι από τη σκέψη σου, Κυρά, κι από τ’ανάβλεμμά σου,
μ’ ένα τροπάρι μυστικό, με μια πνιχτή μουρμούρα
δυό απέραντα μονόλογα: Χαίρε Χαριτωμένη!…»

Η ΦΛΟΓΕΡΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ


«Μοναχική, ξαρμάτωτη κι απάνω εδώ αραγμένη

μακριάθε, ανέγγιχτη, άχαρη και σαν πνιγμένη μέσα
σ’ ένα φακιόλι κόκκινο, σ’ ένα μαντό γεράνιο
χωρίς κοντάρι και σκουτάρι, ουδέ γοργόνειο σκιάχτρο
μ’ ένα παιδί στην αγκαλιά, το χέρι στην καρδιά της,
μια σιταράτη, μια γλυκειά, μια ταπεινή σα χήρα
σαν κουρασμένη, σα φτωχιά, σαν έρμη, σαν κλαϋμένη,
μηδέ κοντή, μηδέ ψηλή, μα σα να βρίσκεται όλο
σε ψήλωμα που ξετυλιέται, αγάλια, αγάλια, θάμα.
Μόνο άπλωνε τα χέρια της κι όσοι μπροστά της πέφταν
και κάτω από το χέρι της γονατιστοί λυγίζαν,
μόνο η ματιά της κοίταζε κάτω απ’ τη ματιά της
μάρμαρα ανθρώπων και θεοί ραγίζανε και λιώναν…»



«Λίγο για μια στιγμή να παίξεις πάνω στην κιθάρα σου
Ε, ε, Χρυσομαλλούσα/ ε, ε, Χρυσοσκαλίτισσα
Να ξεπετιέται πάλι το βουνό με τ’ άσπρο σπίτι στην πλαγιά
τ’ άλογο με τα δύο φτερά/ και η άγρια φράουλα της θάλασσας
Λάμπουσα και Κανάλα μου και Παραπόρτιανή μου
θα δεις την πράσινη ψαρόβαρκα σκαμπανεβάζοντας να χάνεται
μέσα στ’ αραποσίτια
τον Μήτσο με τις τρίχες και με τ’ αλυσιδάκι στο λαιμό
Ε, Παναγ
ιά Τα Μάγκανα/ ε, Παναγιά Τόσο Νερό
Να βλαστημάει και ν’ ανεβάζει ανίδεος μες στα δίχτυα του
τέσσερα – πέντε αρχαία ελληνικά
το τέλλεσθε και το νηυσί, το μέλεα και το κρίναι σα
Καρυστιανή κι Ακλειδιανή/ Δαφνιώτισσα κι Αργιώτισσα
Που μια στιγμή τα παίζεις πάνω στην κιθάρα σου
κι απ’ τ’ αναμμένο πέλαγο αντικρύ σου ακούς
Έι, Κρουσταλλένια, έι Δροσιανή/ έι Παναγιά του Νίκους
Να σχίζεται στα δύο τ’ ουρανού το καταπέτασμα
κι ένας παμπάλαιος έφηβος απαράλλαχτος εσύ
να κατεβαίνει- κοίτα:
Στα κύματα μ’ ένα καμάκι ορθός και στους αφρούς να πλέει
Σπηλιώτισσα και Μερσινιά και Θαλασσίστρα μου έι!»

                        --------------------------------------------

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ο.ΕΛΥΤΗ
ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ

Με το καίκι και με τα πανιά της Παναγίας
Έφυγαν με το κατευόδιο των ανέμων.......
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν απ' την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη, ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας.

ΝΑΥΤΑΚΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΟΛΙΟΥ


Η αυγή σφυρίζει στην κοχύλα της

Μια πλώρη έρχεται αφρίζοντας
Άγγελοι! Σία τα κουπιά
Ν' αράξει εδώ η Ευαγγελίστρια!
..........................
Νονά των άσπρων μου πουλιών
Γοργόνα Ευαγγελίστρα μου!
.......................................
Γρήγορα Παναγιά μου γρήγορα
Κιόλας ακούω τραχειά φωνή ψηλά πάνω απ' τις ντάπιες
Χτυπάει χτυπάει στις χάλκινες αμπάρες
Χτυπάει χτυπάει κι αντριεύεται
....................................
Κι η Παναγία χαίρεται η Παναγία χαμογελά
Το πέλαγο έτσι που κυλάει βαθιά πόσο της μοιάζει!


ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ


Άξιον εστί εορτάζοντας τη μνήμη

Των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίτης
Ένα θαύμα να καίει στους ουρανούς τα' αλώνια
Ιερείς και πουλιά να τραγουδούν το χαίρε :

Χαίρε η καιομένη και χαίρε η Χλωρή

Χαίρε η Αμεταμέλητη με το πρωραίο σπαθί

Χαίρε η που πατείς και τα σημάδια σβήνονται

Χαίρε η που ξυπνάς και τα θαύματα γίνονται

Χαίρε του παραδείσου των βυθών η Αγρία

Χαίρε της ερημίας των νησιών η Αγία

Χαίρε η Ονειροτόκος, χαίρε η Πελαγινή

Χαίρε η Αγκυροφόρος και η Πενταστέρινη

Χαίρε με τα λυτά μαλλιά η χρυσίζοντας τον άνεμο

Χαίρε με την ωραία λαλιά η δαμάζοντας τον δαίμονα

Χαίρε που καταρτίζεις τα Μηναία των Κήπων

Χαίρε που αρμόζεις τη ζώνη του Οφιούχου

Χαίρε η ακριβοσπάθιστη και σεμνή

Χαίρε η προφητικιά και δαιδαλική.

ΑΝΕΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ


Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη

Πριν απ' την αρχική φωλιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη, ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!

«Λίγο για μια στιγμή να παίξεις πάνω στην κιθάρα σου
Ε, ε, Χρυσομαλλούσα/ ε, ε, Χρυσοσκαλίτισσα
Να ξεπετιέται πάλι το βουνό με τ’ άσπρο σπίτι στην πλαγιά
τ’ άλογο με τα δύο φτερά/ και η άγρια φράουλα της θάλασσας
Λάμπουσα και Κανάλα μου και Παραπόρτιανή μου
θα δεις την πράσινη ψαρόβαρκα σκαμπανεβάζοντας να χάνεται
μέσα στ’ αραποσίτια
τον Μήτσο με τιε τρίχες και με τ’ αλυσιδάκι στο λαιμό
Ε, Παναγ
ιά Τα Μάγκανα/ ε, Παναγιά Τόσο Νερό
Να βλαστημάει και ν’ ανεβάζει ανίδεος μες στα δίχτυα του
τέσσερα – πέντε αρχαία ελληνικά
το τέλλεσθε και το νηυσί, το μέλεα και το κρίναι σα
Καρυστιανή κι Ακλειδιανή/ Δαφνιώτισσα κι Αργιώτισσα
Που μια στιγμή τα παίζεις πάνω στην κιθάρα σου
κι απ’ τ’ αναμμένο πέλαγο αντικρύ σου ακούς
Έι, Κρουσταλλένια, έι Δροσιανή/ έι Παναγιά του Νίκους
Να σχίζεται στα δύο τ’ ουρανού το καταπέτασμα
κι ένας παμπάλαιος έφηβος απαράλλαχτος εσύ
να κατεβαίνει- κοίτα:
Στα κύματα μ’ ένα καμάκι ορθός και στους αφρούς να πλέει
Σπηλιώτισσα και Μερσινιά και Θαλασσίστρα μου έι!»




Έχοντας ερωτευθεί και κατοικήσει αιώνες μες στη θάλασσα έμαθα γραφή και ανάγνωση

Ώστε τώρα να μπορώ σε μεγάλο βάθος πίσω τις γενιές απανωτές όπως αρχίζει ένα βουνό προτού τελειώσει το άλλο


Να κοιτάζω Και μπροστά πάλι το ίδιο


Το βαθύ σκούρο μπουκάλι και η νέα στο μπράτσο Ελένη με το πλάϊ επάνω στον ασβέστη


Να γεμίζει κρασί της Παναγίας το μισό σώμα της φευγάτο κιόλας στην Ασία την αντικρινή


Και το κέντημα όλο μετατοπισμένο μες στον ουρανό με τα διχαλωτά πουλιά τα κιτρινάκια και τους ήλιους. Ο.ΕΛΥΤΗΣ

                                    --------------------------------------------------

Α ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

"Το τραγούδι του γύφτου"

Με το βαρειό, με το βαρειό

ξυπνά ο γύφτος το χωριό.
Το χωριό, το χωριό,
Τραλαλά, λαρό, λαρό...

Για το σφυρί,για το σφυρί,
τρελαίνεται κι η λυγερή.
Λυγερή, λυγερή,
Τραλαλά, λαρή, λαρή...

Μες στη φωτιά, μες στη φωτιά,

παίζει ο γύφτος τη ματιά.
Τη ματιά, τη ματιά,
Τραλαλά, λατά, λατά... 1884
                           ------------------------------------------
ΝΤ. ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ "Τὸ Δάσος"

Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,

βλασταίνουν φύλλα καὶ κλαδιὰ
κι ἔρχονται τὰ πουλιὰ τοῦ ἔρωτα καὶ κελαηδοῦνε.

Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,
οἱ σπόροι τους φυτρώνουν δάσος σκοτεινό,
στὶς λόχμες του ὁ φόβος ἐνεδρεύει.

Ζῷα μικρὰ καὶ ζῷα ἄγρια τὸ κατοικοῦν,

ὄχεντρες ἕρπουν καὶ ρημάζουν τὶς φωλιές μας,
λιοντάρια ἑτοιμάζονται νὰ μᾶς ξεσκίσουν.

Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,

ἔγιναν δάσος σκοτεινὸ καὶ μᾶς πλακώνουν.
                                    ---------------------------------------------------------------

Πὼς ἤσουνα ἐχθρός μου, δὲν τὸ ἤξερες
οἱ λέξεις σου τὸ εἶπαν.
Σ᾿ ἐκεῖνες πούλησε ὁ ἔρωτας τὸ σεισμό του
κι ἦρθε στὴ ἐπιφάνεια ὅτι δὲ μ᾿ ἀγαποῦσες...Κικὴ Δημουλά

                       ---------------------------------------------

ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΗ

Έχτισε μια γέφυρα αναστεναγμών

Πάνω στην ακατοίκητη θάλασσα
Έβγαλε τα ρούχα της από χώμα
Έβαλε τα ρούχα της από άμμο
Μιλά μια γλώσσα φελλού
Εξαντλεί τον χρόνο σε μια εποχή
Χορεύει για παρτέρια από βότσαλα
Κάτω από πολυελαίους δακρύων
Μια μέρα επέστρεψε από ένα παράξενο ταξίδι
Όλες οι αποσκευές της ήταν καλυμμένες με πορτοκαλί
ετικέτες
Οι αχθοφόροι της λιποθυμούσαν ο ένας μετά τον άλλον
Καταβεβλημένοι από την χαραυγή που είχε τυλιχθεί μες στα
στροβιλιζόμενα εσώρουχά της
Επέστρεψε για να ψυχαγωγήσει την φρεσκάδα της φλογερής
ανίας της
Για να μην είναι πλέον μόνη για να καταριέται την φωτιά

Ιδιόρρυθμη


André Breton, René Char, Paul Éluard ~


μτφρ: Σωτήρης Λιόντος 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις