Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν

Οδυσσέας Ελύτης: Παλεύουμε για ένα τίποτε, που ωστόσο είναι το παν...

Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν
thessalonikiartsandculture.gr|Από Thessaloniki Arts and Culture

Καλλιτέχνης: Σπύρος Βασιλείου
Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν

Και μία τελευταία ερώτηση: Τι σας απασχολεί, τι σας ανησυχεί περισσότερο, όταν αναλογίζεστε το μέλλον;

«Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα.
Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό.
Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.»


Από τη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1979, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία με αφορμή την αναγγελία για τη βράβευση του έλληνα ποιητή με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.



Thessaloniki Arts and Culture  http://www.thessalonikiartsandculture.gr

Παρασκευή 14 Απριλίου 2017

Τα άγια και φρικτά πάθη

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε το βίντεο του χρήστη Ιησούς Χριστός Νικά - Ic Xc Nika.


Ιησούς Χριστός Νικά - Ic Xc Nika
Τα άγια και φρικτά πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
Εσταυρωμένε Χριστέ μας,
το τσουχτερό κρύο που ένιωθες πάνω στο Σταυρό
δεν ήταν από τον αγέρα.

Αυτό Εσύ, ήξερες να το αντέχεις.
Ήταν από τις παγωμένες μας καρδιές.

Δεν ήταν τα ραπίσματα, ούτε οι μαστιγώσεις
που πονούσαν το λυγισμένο σου κορμί.
Αλλά το μίσος το ανθρώπινο Σου έσκιζε την καρδιά.
Το μίσος, που μετέτρεψε τα βάγια σε καρφιά.

Το δάκρυ που κύλησε από τα πάναγνα μάγουλά σου
Δεν ήταν από τις κακουχίες του σώματός Σου.
Ήταν από τη θέρμη της παράκλησής Σου να συγχωρεθούμε.

Γιατί, Εσύ, όση δύναμη είχες, την είχες κάνει βέλος προς τον Ουρανό
σ’ εκείνο το «άφες αυτοίς ...;»

Νερό μας ζήτησες, όχι επειδή διψούσες τόσο.
Αλλά για να μας δώσεις μιαν ευκαιρία, δροσίζοντάς Σε,
να συνέλθουμε, να έρθουμε σε συναίσθηση
και να Σε νιώσουμε- έστω- σαν έναν άνθρωπο που διψά.

Ούτε αυτό δεν καταφέραμε! Να Σε δούμε σαν έναν ασήμαντο συνάνθρωπό μας!..
Από το μυθιστόρημα
«Κάποιος να με νοιάζεται!»
(Σ. Κουβανίδου-Εκδ. Αρμός)

Δευτέρα 10 Απριλίου 2017

Ἡ ψυχικὴ αὐγή

ΣΑΡΛ ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ (9 Απριλίου 1821 - 31 Αυγούστου 1867)
ΠΙΝΑΚΑΣ - G. Courbet, Μπωντλαίρ

Ἡ ψυχικὴ αὐγή
Ὅταν τὸ φῶς της ρίχνει ἡ αὐγὴ τὸ λευκορροδισμένο
στοὺς γλεντοκήπους καὶ γροικοῦν σὰν τύψη τὸ Ἰδεῶδες,
κάτι τὸ ἐκδικητικὸ καὶ τὸ μυστηριῶδες,
ἕν᾿ ἄγγελο στὸ κτῆνος τους, ξυπνᾷ, τὸ ναρκωμένο.

Τῶν ψυχικῶν τότε οὐρανῶν τ᾿ ἄφθαστο γαλανό,
γιὰ κεῖνον ποὺ ρεμβάζει ὠχρὸς καὶ ποὺ ὑποφέρει ἀκόμα,
ἀνοίγεται καὶ τὸν τραβᾷ καθὼς βαράθρου στόμα.
Ἔτσι, γλυκιὰ Θεά μου, ἁγνὸ Πλάσμα καὶ φωτεινό,

στὰ καπνισμένα ἐρείπια τῶν ἠλιθίων γλεντιῶν,
πιὸ φωτεινή, πιὸ ρόδινη, πιὸ ὡραία ἡ θυμησή σου,
ἀδιάκοπα στὰ ἐκστατικὰ μάτια μου φτερουγίζει.

Ὁ ἥλιος ἐσκοτείνιασε τὴ φλόγα τῶν κεριῶν·
ἔτσι νικήτρα πάντοτε, μοιάζει ἡ σκιὰ ἡ δική σου
μὲ τὸν ἀθάνατο ἥλιον, ὦ ψυχή, ποὺ φῶς σκορπίζει!


ΠΗΓΗ -http://users.uoa.gr/…/a…/poetry/charles_baudelaire_poems.htm

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

Κική Δημουλά: «Υπέμεινα πράγματα ...

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

Κική Δημουλά: «Υπέμεινα πράγματα τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω, με το αιτιολογικό μιας ευγένειας»
newsone.gr

«Δεν μου ήταν ποτέ εύκολο να συνεννοηθώ με άνθρωπο. Ούτε μπορούσα να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι ήταν τόσο διαφορετικοί από εμένα.
Αυτό βέβαια ήταν πολύ αφελές από τη μεριά μου, αλλά και πολύ χρήσιμο. Γιατί με είχε σε μια μόνιμη ταραχή, σε μια διαρκή διαμαρτυρία και σ’ ένα πολύ γόνιμο παράπονο…
Από την άλλη, είχα μια ευγένεια η οποία με κατέστρεψε απολύτως! Εμπόδισε δηλαδή τη ζωή μου να πάρει το δρόμο της. Υπέμεινα πράγματα τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω, με το αιτιολογικό μιας ευγένειας ότι θα πίκραινα, ότι θα πείραζα, ότι θ’ αναστάτωνα των άλλων τη ζωή.
Αυτό ήταν μία ήττα. Καθαρή ήττα…».
Τα λόγια ανήκουν στην Κική Δημουλά. Την πιο καταξιωμένη και την πιο δημοφιλή ελληνίδα ποιήτρια της εποχής μας, από το «παράπονο» και την «ήττα» της οποίας αναβλύζουν στίχοι με τη δύναμη που έχουν οι χρησμοί. 

Κική Δημουλά: «Υπέμεινα πράγματα τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω, με το αιτιολογικό μιας ευγένειας»
 

Τι παραπάνω, άραγε, θα είχε να εξομολογηθεί για την τέχνη της, τον έρωτα, τον φόβο του θανάτου, απ’ όσα διοχετεύει στο έργο της εξήντα χρόνια κοντά;
 «Οταν κάποιος με απορρίπτει, δεν ρίχνω το φταίξιμο σ’ αυτόν. Λέω πως είμαι προς απόρριψιν. Αυτό λέγεται ηττοπάθεια. Είναι πραγματικό; Ή είναι κάτι που το επιτρέπω να συμβαίνει γιατί μου δίνει αφορμές να ξεσηκώνομαι, να ψάχνομαι, ν’ αναστατώνομαι; Σαν όλη η ανθρωπότης να περιμένει να της δώσω τα συμπεράσματά μου περί του τι είμαι! Αλλά δεν περιμένει καμιά ανθρωπότης να της δώσω τα συμπεράσματά μου (…) Επομένως, είναι ένα νοσηρό σύμπτωμα που το πολύ, πολύ, στο κουτρουβάλιασμά του μέσα, να φέρει στην επιφάνεια το μισοπτώμα κάποιου στίχου που εγώ τραβάω έξω από την αμμουδιά και του δίνω το φιλί της ζωής (…)»
«Βλέπω ότι συνεχώς μετακινώ μια πέτρα… Ενώ έχω τόσο πολύ αίσθημα και τόσο πολύ σπαραγμό μέσα μου, δεν ξέρω γιατί το μεταφορικόν τους μέσον προς τα έξω είναι ένας μηδενισμός. Δεν έχω κανένα λόγο να είμαι απελπισμένη. Δεν είμαι απελπισμένη. Εχω όμως ένα συνεχώς δυσάρεστο προαίσθημα για την πορεία των πραγμάτων. Κι αυτό με κάνει να είμαι τόσο πικρόχολη και σαρκαστική -προ πάντων απέναντί μου».
«Ισως να μην ήταν πολύ ελεύθερη η ζωή μου ώστε να τη δω κάτω από ποικίλο φωτισμό. Επειτα, υπάρχει και μία κληρονομικότης που μπορεί να έχει βαρύνει πάνω στα ποιήματα. Στο πατρικό μου σπίτι δεν υπήρξε ποτέ μα ποτέ μία χαρούμενη ατμόσφαιρα. Χωρίς κανείς να διανοηθεί να την ανατρέψει. Είχα μία μητέρα η οποία θρηνούσε για τον τρόπο της ζωής της, δεν τον διατάραξε όμως ποτέ παρά μόνον με τη διαμαρτυρία της. Δεν διέφερα πολύ… Από την άλλη πλευρά όμως, πρέπει να πω ότι πάρα πολλά από αυτά που έζησα, ή μάλλον αισθάνθηκα, τα αισθάνθηκα για να τα χρησιμοποιήσω για την ποίηση. Συμβαίνει στους ποιητές που δεν έχουν φλέβα ποιητική, είναι οι λεγόμενοι βιωματικοί».
*Για τον έρωτα
«Οφείλει κανείς να ζει ένα πράγμα με την ένταση που του προκαλεί, κι ας βλάπτει το δεσμό αυτή η μονομερής ένταση. Κατά τη γνώμη μου, βλάπτεται ο δεσμός από το ότι το ένα μέρος παραπροσφέρει, παραπροσφέρεται, παρά είναι παράφορο. Αλλά είναι και τόσο απίθανο να συμπέσουν οι βαθμοί του αισθήματος ανάμεσα σε δυο ανθρώπους, παρά ενδεχομένως για μία μόνο στιγμή. Από εκεί και πέρα έχουμε χάσματα κι αυτό βοηθάει στο να μεγαλώνει το αίσθημα του ενός, να μικραίνει του άλλου, και να γίνεται αυτό το συναρπαστικό είτε παιχνίδι, είτε κυνηγητό, είτε μαρτύριο, αλλά οπωσδήποτε συναρπαστικό!
Τώρα, αν με ρωτήσετε από πού έχω βγάλει αυτά τα συμπεράσματα, και από πόσα όρη και βουνά ερώτων πέρασα κι ανεβοκατέβηκα, θα σας πω ελάχιστα… Αλλά έχω μια εμμονή με το θέμα και την αξία του, και το γεγονός ότι δεν το εξήντλησα, δεν το έζησα όσο έπρεπε, όσο το ήθελα κι όσο ήμουν προορισμένη ίσως να το ζήσω, μ’ έχει κάνει να αισθάνομαι ολίγον μελετήτρια του πράγματος σαν να έχω μία πείρα (…) Το απεσταγμένο κέρδος αυτής της ιστορίας, είναι του ενός ο βασανισμός. Εκεί έχω καταλήξει κι έχω ευφρανθεί κάμποσο από ένα τέτοιο βάσανο…»
*Ιδανικές στιγμές
«Μ’ άρεσε τότε που ζούσε ο Αθως (σ.σ.: ο επί τριάντα χρόνια σύντροφός της, ποιητής Α. Δημουλάς) και πηγαίναμε διάφορες εκδρομές με το αυτοκίνητο. Ηταν από τις ιδανικές στιγμές. Το ότι υπάρχει ένας άλλος δίπλα σου, ότι ερήμην του σκέφτεσαι και δημιουργείς, είναι πάρα πολύ σπουδαίο. Είχα πολλές φορές σκεφτεί ότι κλέβοντας από την προσοχή του άλλου, κλέβοντας από την άγνοιά του, δημιουργείς. Το ένιωθα με τον Αθω. Τον ευχαριστούσε να το κάνω, βέβαια. Δεν τον ενημέρωνα αλλά δεν με διέκοψε και ποτέ μαντεύοντας! Ναι, μου είναι αλησμόνητη η σιωπή μέσα στο αυτοκίνητο, ο καθρέφτης δεξιά απ’ όπου περνούσαν αποκεφαλισμένα τα τοπία, έχω πολλές εικόνες ακόμα. Αλλά δεν είμαι πια, εδώ και πολλά χρόνια, τρυφερή. Και φοβάμαι ότι αυτό, μάλλον το έκανε ο θάνατος του Αθου. Πολύ το φοβάμαι…»
*Η άλυτη απορία του θανάτου
«Το τίποτα είναι ένα όνειρο. Αμα τελειώνουμε, να τελειώνουμε. Τελεία και παύλα, όχι αποσιωπητικά. Φαντάσου να είναι ένα τίποτα που σε σημαδεύει κιόλας! Να έχει συνείδηση αυτό το τίποτα! Εκτός κι αν δεν υφίσταται ποτέ ψυχή κι έχουμε ένα σώμα που προσποιείται ότι έχει ψυχή. Εγώ θεωρώ παρά πολύ πονηρό το σώμα, και περιεκτικότατο και εφευρετικότατο. (…) Η ιδέα της ταφής και της εκταφής με τρελαίνει (…) Δεν πιστεύω καθόλου ότι πρέπει να επιστρέψουμε στο χώμα, διότι δεν μου απέδειξε κανείς μέχρι τώρα ότι είναι ένα χώμα. Πρέπει να μου το αποδείξει. Και τότε θα υποταγώ, θα το δεχτώ (…) Δεν λέω ότι δεν είναι ωραία η ζωή. Λέω ότι είναι πάρα πολύ ωραία επειδή πρόκειται να τη χάσουμε. Μόνο γι’ αυτό. Κι ο έρωτας γι’ αυτό είναι ωραίος, επειδή τελειώνει. Ομως η ποίηση δεν τελειώνει ποτέ. Κάποτε σταματάει ο ποιητής, αλλά έχει διάδοχο. Κι η ιστορία συνεχίζεται…»

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2017

Γεώργιος Σουρής 1853 – 1919

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

Έλληνας σατιρικός ποιητής, δημοσιογράφος και εκδότης, πολύ δημοφιλής στο κοινό της εποχής του, κυρίως χάρη στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Ο Ρωμηός»...
sansimera.gr

Γεώργιος Σουρής
1853 – 1919

Έλληνας σατιρικός ποιητής, δημοσιογράφος και εκδότης, πολύ δημοφιλής στο κοινό της εποχής του, κυρίως χάρη στην εβδομαδιαία εφημερίδα Ο Ρωμηός, την οποία εξέδιδε από το 1883 έως το 1918.
Ο Γεώργιος Σουρής γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου στις 2 Φεβρουαρίου 1853. Ο πατέρας του με καταγωγή από τα Κύθηρα ήταν έμπορος (η μητέρα του καταγόταν από τη Χίο) και τον προόριζε για κληρικό, αλλά για οικονομικούς λόγους αναγκάστηκε να τον στείλει υπάλληλο στο κατάστημα ενός Έλληνα σιτεμπόρου στο Ταϊγάνιο (Ταγκανρόγκ) της Ρωσίας. Ήταν πάντα αφηρημένος γιατί δεν του άρεσε το εμπόριο και γέμιζε τα κατάστιχα με στίχους που έγραφε κρυφά.
Γύρισε στην Ελλάδα το 1879 και γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Για τα προς το ζην εργαζόταν ως γραφέας σ’ ένα συμβολαιογραφείο και παράλληλα έγραφε ποιήματα και συνεργαζόταν με σατιρικές εφημερίδες της εποχής: Ασμοδαίος του Εμμανουήλ Ροΐδη, Μη χάνεσαι! του Βλάσση Γαβριηλίδη και Ραμπαγάς του Κλεάνθη Τριανταφύλλου. Το 1881 νυμφεύτηκε τη χιώτισσα Μαρή Κωνσταντινίδου, με την οποία απέκτησε τέσσερεις κόρες κι ένα γιο, τον Κρίτωνα Σουρή, ανώτερο τραπεζικό υπάλληλο και ποιητή.
Στις 2 Απριλίου 1883 εξέδωσε τον Ρωμηό, μια εβδομαδιαία έμμετρη τετρασέλιδη σατιρική εφημερίδα, την οποία έγραφε εξ’ ολοκλήρου. «Νονός» του τίτλου ήταν ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης. Ο Σουρής διέκοψε την έκδοση της εφημερίδας τον Αύγουστο, για να δώσει τις εξετάσεις του στο πανεπιστήμιο. Απορρίφθηκε, όμως, στη μετρική «μετά πολλών επαίνων», όπως έλεγε ο ίδιος, από τον καθηγητή Σεμιτέλο, τον οποίο έκανε αργότερα πασίγνωστο στο Πανελλήνιο με τους σατιρικούς του στίχους.
Τον Ιούνιο του 1884 ξανάβγαλε τον Ρωμηό και τον συνέχισε χωρίς διακοπή έως το 1918. Ο ίδιος ανήγγειλε την αποτυχία του και την επανέκδοση του Ρωμηού ως εξής:
Μετά μεγάλης μου χαράς, στους φίλους αναγγέλλω,
πως εξετάσθην, των θυρών ερμητικώς κλεισμένων,
στον πολυγένη Φιντικλή και τον σπανό Σεμτέλο
και απερρίφθην μυστικά, μετά πολλών επαίνων!
Λοιπόν και πάλιν, Έλληνες, αρχίζομε σαν πρώτα,
πάλι «Ρωμηός» και ξάπλωμα, πάλι ζωή και κόττα!..

Ο Ρωμηός αγαπήθηκε πολύ από τον λαό και διαβαζόταν άπληστα από τον ελεύθερο και υπόδουλο ελληνισμό. Για 36 χρόνια και οκτώ μήνες κυκλοφορούσε τακτικά κάθε Σάββατο και έκανε δημοφιλή τον Σουρή. Ο Φασουλής και ο Περικλέτος («ο καθένας νέτος σκέτος»), οι δύο λαϊκοί τύποι που δημιούργησε, σχολίαζαν με εύθυμη διάθεση και πνευματώδη δηκτικότητα τα σπουδαιότερα γεγονότα της εβδομάδας. Οι δυο ήρωές του εκπροσωπούσαν την κοινή γνώμη και το αναγνωστικό κοινό του Ρωμηού χαιρόταν το κέφι, την εξυπνάδα και τον πατριωτισμό τους. Τα θέματα της σάτιρας του Σουρή ήταν κοινωνικά και πολιτικά.
Εκτός από το Ρωμηό, ο Σουρής έγραψε κι άλλα ποιήματα, έμμετρες κωμωδίες και ημερολόγια. Μετέφρασε τις Νεφέλες του Αριστοφάνη, που παίχτηκαν με μεγάλη επιτυχία στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών το 1900. Έγραψε τόσους στίχους, που απορούσε και ο ίδιος για την ποιητική του γονιμότητα:
Τους στίχους που τους έγραψα, φτου να μην τους βασκάνω
και τώρα τους ξαναμετρώ μέσα στην τόση ζέστη,
αν ημπορούσα δίλεπτα μονάχα να τους κάνω
θάχα κι αμπέλια στην Βλαχιά, σπίτια στο Βουκουρέστι.

Είχε εξαιρετική ευκολία στη στιχουργία, ιδιοφυΐα στην εύρεση του κωμικού, αδιάπτωτο κέφι και καλοπροαίρετη σατιρική διάθεση. Χτυπώντας τη φαυλότητα όπου την έβρισκε και στο λαό και στους άρχοντες νουθετούσε και δίδασκε, χωρίς να υβρίζει και να δημιουργεί εχθρούς.
Να πώς σατιρίζει το ρωμηό σ' ένα ποίημά του:

Στον καφενέ απέξω σα μπέης, ξαπλωμένος
Του ήλιου τις ακτίνες αχόρταγα ρουφώ
Και στων εφημερίδων τα νέα βυθισμένος
Κανένα δεν κοιτάζω, κανένα δεν ψηφώ.

Σε μια καρέκλα τόνα ποδάρι μου τεντώνω,
Το άλλο σε μιάν άλλη, κι ολίγο παρεκεί,
Αφήνω το καπέλο και αρχινώ με πόνο
Τους υπουργούς να βρίζω και την πολιτική!

Ψυχή μου! Τι λιακάδα! Τι Ουρανός! Τι φύσις!
Αχνίζει εμπροστά μου ο καϊμακλής καφές
Κι εγώ κατεμπνευσμένος για όλα φέρνω κρίσεις
Και μόνος μου τις βρίσκω μεγάλες και σοφές.

Η καλόκαρδη σάτιρα του Σουρή στρέφεται συχνά και στον ίδιο τον εαυτό του. Να μερικά τετράστιχα από το ποίημα Η ζωγραφιά μου:
Mπόι δυο πήχες,
κόψη κακή,
γένια με τρίχες
εδώ κι εκεί.

Kούτελο θείο,
λίγο πλατύ,
τρανό σημείο
του ποιητή.

Δυο μάτια μαύρα
χωρίς κακία
γεμάτα λαύρα
μα και βλακεία.

Mακρύ ρουθούνι
πολύ σχιστό,
κι ένα πηγούνι
σαν το Xριστό.

Πηγάδι στόμα,
μαλλιά χυτά
γεμίζεις στρώμα
μόνο μ' αυτά.

Mούρη αγρία
και ζαρωμένη,
χλωμή και κρύα
σαν πεθαμένη.

Kανένα χρώμα
δεν της ταιριάζει
και τώρ' ακόμα
βαφές αλλάζει.

Δόντια φαφούτη
όλο σχισμάδες,
ύφος τσιφούτη
για μαστραπάδες.

Ο θαυμασμός των συγχρόνων του προς τον Σουρή υπήρξε πολύ μεγάλος. Ο Κωστής Παλαμάς τον αποκαλούσε «γόητα ποιητήν». Θεωρήθηκε ως ο «Νέος Αριστοφάνης», εθνικός ποιητής, προτάθηκε μάλιστα το 1906 για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ως άνθρωπος, ο ποιητής που έκανε επί δύο γενεές του Έλληνες να ευθυμούν, «ήταν ολιγόλογος, σοβαρός και μελαγχολικός την όψιν, άκακος ως αρνίον και πρότυπον καλού χριστιανού και οικογενειάρχου». Η γυναίκα του επέμενε πως είχε έξι παιδιά, συμπεριλαμβάνοντας και τον σύζυγό της, που καθώς «ήταν αδέξιος και ανέμελος» είχε πραγματική ανάγκη μητρικής στοργής και φροντίδας. Ονομαστό ήταν το φιλολογικό του σαλόνι, στο οποίο σύχναζαν όλοι οι ποιητές και συγγραφείς της εποχής του.
Ο Γεώργιος Σουρής πέθανε στο εξοχικό του στο Νέο Φάληρο στις 26 Αυγούστου 1919, σε ηλικία 66 ετών. Το πένθος για τον χαμό του ήταν πανελλήνιο και η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη με τιμές στρατηγού. Μεταθανάτια του απονεμήθηκε το παράσημο του Ανώτατου Ταξιάρχη του Σωτήρος για τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα. Το 1932 στήθηκε η προτομή του στον κήπο του Ζαππείου.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες

 
Εκδόσεις Μεταίχμιο - Ekdoseis Metaixmio
Τώρα μου μένει στου έρωτα την άγρια καταιγίδα
Να ιδώ να μετρηθούν για με θάνατος και ζωή.
#inthemoodforlove
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες: Τα ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη | http://www.metaixmio.gr/products/1899--.aspx

Λίγα λόγια για το βιβλίο


Τώρα μου μένει στου έρωτα την άγρια καταιγίδα
Να ιδώ να μετρηθούν για με θάνατος και ζωή.

Η Μαρία Πολυδούρη (1902-1930), εμβληματική ρομαντική μορφή της σύγχρονης ελληνικής ποίησης, ύμνησε με αμεσότητα και γνήσιο λυρισμό τον παθιασμένο, χωρίς ανταλλάγματα έρωτα, τον έρωτα-αντάρτη που πάει κόντρα σε κοινωνικές συμβάσεις και κατεστημένες αξίες. Ανυπότακτη και ασυμβίβαστη, πέρασε στην ιστορία για τη θυελλώδη σχέση της με τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη καθώς και για το τραγικό της τέλος, στα είκοσι οχτώ της μόλις χρόνια.

Στις σελίδες αυτού του βιβλίου περιλαμβάνονται οι δύο ποιητικές συλλογές που εξέδωσε (Οι τρίλλιες που σβήνουν, Ηχώ στο χάος) και τα ανέκδοτα ποιήματά της, ενώ ο αναγνώστης επίσης θα βρει μια κατατοπιστική εισαγωγή του επιμελητή του τόμου Γιάννη Η. Παππά και εργοβιογραφία της ποιήτριας.

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

Η προσευχή του ταπεινού (παρωδία)

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστη ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).
Η προσευχή του ταπεινού (παρωδία)
Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά και μάτι δεν μας βλέπει
βρέχε σωρό διορισμούς στην ταπεινή μου τσέπη.
Την προσευχή μου, Κύριε, σου λέω με προθυμία
καμιά ψυχή δεν έβλαψα, μονάχα τα Ταμεία.

Εκείνοι που με πλήγωσαν ήσαν αγαπημένοι.
Που να μην την εβούτηξα θέση καμιά δε μένει.
Ήσυχα εγώ κι αθόρυβα τα έργα μου έχω πράξει
κι από Γραικύλους και Γραικούς το σύμπαν έχω αρπάξει

Στην πόρτα μου άλλος δεν χτυπά κανείς απ’ τον αέρα
κι όλες εγώ τις χτύπησα (δουλειά μου κάθε μέρα).
Ήμουνα των μικρών παιδιών και των σκυλιών ο φίλος
κι όλων εγώ των αρχηγών πιστός χαδιάρης σκύλος.

Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.
Αφού το κράτος πλήρωνε, ζήτω η γλυκειά Πατρίδα!
Σ’ ευχαριστώ που μου’ δωκες χωρίς να μου ανήκει
τη θέση της Εκδοτικής και την Πινακοθήκη.

Για την καπατσοσύνη μου οι εχθροί θα με μισήσουν.
Ευδόκησε ν’ αφανιστούν χωρίς να ξαναζήσουν.
Με τρόπο της Ποιήσεως δώσε μου, Κύριε, τώρα
τα πενήντα χιλιάρικα, τ’ αληθινά «θεία δώρα».

Βάρναλης

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

Πρωτοχρονιάτικα Κάλαντα Ιεράπετρας

Καλή Χρονιά!!


Πρωτοχρονιάτικα Κάλαντα Ιεράπετρας (0k0k897) Χορωδία Πνευματικού Κέντρου Ιεράπετρας. Διεύθυνση: Suzanne Xαλικιά Έρευνα – καταγραφή: Βαγγέλης Βαρδάκης Μουσική επιμέλεια – ενορχήστρωση: Μ…
anatolh.com|Από anatolh.com

 Πρωτοχρονιάτικα Κάλαντα Ιεράπετρας (0k0k897)
Χορωδία Πνευματικού Κέντρου Ιεράπετρας.
Διεύθυνση: Suzanne Xαλικιά
Έρευνα – καταγραφή: Βαγγέλης Βαρδάκης
Μουσική επιμέλεια – ενορχήστρωση: Μάνος Γρυσμπολάκης

Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα Κρήτης


Απόσπασμα από τα
 Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα Κρήτης
Ερμηνεύουν:
 Παιδική ομάδα Λαογραφικού Ομίλου Κουρήτες

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

ΣΙΜΟΝ ΜΠΟΛΙΒΑΡ ( 24 Ιουλίου 1783 - 17 Δεκεμβρίου 1830 )


ΣΙΜΟΝ ΜΠΟΛΙΒΑΡ ( 24 Ιουλίου 1783 - 17 Δεκεμβρίου 1830 )
Ν. ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ «ΜΠΟΛΙΒΑΡ»
Μ π ο λ ι β ά ρ! Ονομα από μέταλλο και ξύλο, ήσουνα ένα λουλούδι μες στους
μπαχτσέδες της Νότιας Αμερικής.
Είχες όλη την ευγένεια των λουλουδιών μες στην καρδιά σου, μες στα μαλλιά σου, μέσα
στo βλέμμα σου.
Η χέρα σου ήτανε μεγάλη σαν την καρδιά σου, και σκορπούσε το καλό και το κακό.
Ροβόλαγες τα βουνά κι ετρέμαν τ' άστρα, κατέβαινες στους κάμπους, με τα χρυσά, τις
επωμίδες, όλα τα διακριτικά του βαθμού σου,
Με το ντουφέκι στον ώμο αναρτημένο, με τα στήθια ξέσκεπα, με τις λαβωματιές γιομάτο
το κορμί σου,
Κι εκαθόσουν ολόγυμνος σε πέτρα χαμηλή, στ' ακροθαλάσσι,
Κι έρχονταν και σ' έβαφαν με τις συνήθειες των πολεμιστών Ινδιάνων,
Μ' ασβέστη, μισόνε άσπρο, μισό γαλάζιο, γιά να φαντάζεις σα ρημοκλήσι σε περιγιάλι
της Αττικής,
Σαν εκκλησιά στις γειτονιές των Ταταούλων, ωσάν ανάχτορο σε πόλη της Μακεδονίας
ερημική. [...]
Μ π ο λ ι β ά ρ! Κράζω τ' όνομά σου ξαπλωμένος στην κορφή του βουνού Ερε,
Την πιό ψηλή κορφή της νήσου Υδρας.
Από δω η θέα εκτείνεται μαγευτική μέχρι των νήσων του Σαρωνικού, τη Θήβα,
Μέχρι κεί κάτω, πέρα απ' τη Μονεβασιά, το τρανό Μισίρι,
Αλλά και μέχρι του Παναμά, της Γκουατεμάλα, της Νικαράγκουα, του Οvτoυράς, της
Αϊτής, του Σαν Ντομίγκο, της Βολιβίας, της Κολομβίας, του Περού, της Βενε¬
ζουέλας, της Χιλής, της Αργεντινής, της Βραζιλίας, Ουρουγουάη, Παραγουάη,
του Ισημερινού,
Ακόμη και του Μεξικού.
Μ' ένα σκληρό λιθάρι χαράζω τ' όνομά σου πάνω στην πέτρα, να 'ρχουνται αργότερα οι
ανθρώποι να προσκυνούν.
Τινάζονται σπίθες καθώς χαράζω -έτσι ήτανε, λεν, ο Μπολιβάρ- και παρακολουθώ
Το χέρι μου καθώς γράφει, λαμπρό μέσα στον ήλιο.
Είδες γιά πρώτη φορά το φως στο Καρακάς. Το φώς το δικό σου,
Μ πο λ ι β ά ρ, γιατί ως να 'ρθεις η Νότια Αμερική ολόκληρη ήτανε βυθισμένη στα πικρά σκοτάδια.
Τ' όνομά σου τώρα είναι δαυλός αναμμένος, που φωτίζει την Αμερική, και τη Βόρεια και τη Νότια, και την οικουμένη!
Οι ποταμοι Αμαζόνιος και Ορινόκος πηγάζουν από τα μάτια σου.
Τα ψηλά βουνά έχουν τις ρίζες στο στέρνο σου,
Η οροσειρά των Ανδεων είναι η ραχοκοκαλιά σου.
Στην κορυφή της κεφαλής σου, παλικαρά, τρέχουν τ' ανήμερα άτια και τ' άγρια βόδια,
Ο πλούτος της Αργεντινής.
Πάνω στην κοιλιά σου εκτείνονται οι απέραντες φυτείες του καφέ.
Σαν μιλάς, φοβεροί σεισμοί ρημάζουνε το παν,
Από τις επιβλητικές ερημιές της Παταγονίας μέχρι τα πολύχρωμα νησιά,
Ηφαίστεια ξεπετιούνται στο Περού και ξερνάνε στα ουράνια την οργή τους,
Σειούνται τα χώματα παντού και τρίζουν τα εικονίσματα στην Καστοριά,
Τη σιωπηλή πόλη κοντά στη λίμνη.
Μ π ο λ ι β ά ρ, είσαι ωραίας σαν Ελληνας.

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2016

Νίκος Καββαδίας: Αντινομία - Ξέμπαρκοι

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
 
 
Αντινομία - Νίκος Καββαδίας Τραγουδάνε οι Ξέμπαρκοι Σύνθεση - ερμηνεία: Ηλίας Αριώτης - Νότης Χασάπης. S/S Ιόνιον 1934 Ο έρωτάς σου μια πληγή και τρεις…
youtube.com

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

«Τη Τρίχας το γεφύριν»

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε το βίντεο του χρήστη Ποντος / Pontos.
 
 
Η κυπριακή χορωδία ερμηνεύει με μοναδικό τρόπο το παραδοσιακό ποντιακό τραγούδι «Τη Τρίχας το γεφύριν»
Παραδοσιακό τραγούδι της ευρύτερης περιοχής Τραπεζούντας. Οι στίχοι του έχουν ομοιότητες με το «Γιοφύρι της Άρτας».
Είναι το θρυλικό γεφύρι του Πόντου που σύμφωνα με το τραγούδι χτίστηκε με ανθρωποθυσία. Βρίσκεται στο δρόμο Τραπεζούντας- Ερζερούμ σε απόσταση 18 χιλιομέτρων από την Τραπεζούντα. Ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού Πυξίτη. Σήμερα δεν χρησιμοποιείται. Διατηρείται σαν μνημείο, που υπενθυμίζει τον τραγικό θρύλο που ο πρωτομάστορας για να στεριώσει το γιοφύρι, θυσίασε στα θεμέλιά του τη γυναίκα του.

Το κεντρικό νόημα του τραγουδιού είναι πως τίποτε δε γίνεται χωρίς αγώνα. Κάθε μεγάλο έργο για να γίνει, απαιτεί θυσίες. Πρέπει να δώσουμε κάτι από τον εαυτό μας για να πετύχουμε κάτι, για να φτάσουμε κάπου. Και της Τρίχας το γεφύρι θα στεριώσει μόνο με τη θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα. Έτσι θέλει το πεπρωμένο. Ο πρωτομάστορας θυσιάζει την προσωπική του ευτυχία για το κοινωνικό σύνολο.Τα μεγάλα έργα θέλουν μεγάλες θυσίες.
(Ακεί πέραν σό Δρακολίμν’, σή Τρίχας το γεφύριν,
χίλιοι μαστόρ’ εδούλευαν και μύριοι μαθητάδες.
Όλεν την μέραν έχτιζαν, τη νύχτα εχαλάουντον.
Οι μάστοροι εχαίρουσαν, θε να πλεθύν’ η ρόγα,
οι μαθητάδες έκλαιγαν, τσι κουβαλεί λιθάρια.
Κι ατός ο πρωτομάστορας νουνίζ’ νύχταν κι ημέραν.)

Ση γέφυραν, ση γέφυραν,έλα Δάφνεμ ποταμέ
ση Τρίχας το γεφύριν,ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Σίλιοι μαστόρ’ εδούλευαν,έλα Δάφνεμ ποταμέ
και μύριοι μαθητάδες,ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Όλεν τ’ ημέραν έχτιζαν,έλα Δάφνεμ ποταμέ,
τη νύχταν εχαλάουτον,ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Ντο δεις με πρωτομάστορα,έλα Δάφνεμ ποταμέ
και στένω το γεφύρι σ’; ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Αν δίγω σε τον κύρη μου,έλα Δάφνεμ ποταμέ
άλλο κύρην πα κι έχω! ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Ντο δεις με πρωτομάστορα, έλα Δάφνεμ ποταμέ
και στένω το γεφύρι σ’;ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Αν δίγω σε τη μάνα μου,έλα Δάφνεμ ποταμέ
άλλο μάναν πα κι έχω!ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Ντο δεις με πρωτομάστορα,έλα Δάφνεμ ποταμέ
και στέκει το γεφύρι σ’; ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Αν δίγω σε τ’ αδέλφια μου,έλα Δάφνεμ ποταμέ
άλλ’ αδέλφια πα κι έχω!ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Ντο δεις με πρωτομάστορα,έλα Δάφνεμ ποταμέ
και στερένω το γεφύρι σ’;ε, Δάφνεμ και μυριγμένε

Αν δίγω σε την κάλη μου,κόρ’ ανάμνον κόρ’ ανάμνον
καλύτερον ευρήκω! Κόρ’ έπαρ’ ύπνον κι ας πάμε.

(Μενεί και λέει την κάλην ατ’, αγλήγορα να έρται.
’Κόμαν τον Γιάννεν ’κ’ έλουσεν και σο κουνίν ’κ’ εθέκεν,
’κόμαν τα χτήνια ’κ’ έλμεξεν, τα μουσκάρια ’κ’ εδέκεν.

Διπλομενεί την έρημον με τ’ άοικον πουλόπον:
Σάββαν να πάει σο λουτρόν, την Κερεκήν σον γάμον
και την Δευτέραν το πουρνόν, αδά να ευρισκάται.

Σάββαν επήγεν σο λουτρόν, την Κερακήν σον γάμον
και την Δευτέραν το πουρνόν σο Δρακολίμν’ ευρέθεν.

Καλή μ’, ακεί σο Δρακολίμν’, ερούξεν το σκεπάρι μ’,
ήν ποίος μπαίν’ και παίρ’ ατό, θα εν τ’ εμόν η κάλη.

Πέντε οργέας κατηβαίν’ και με την τραγωδίαν,
και άλλα πέντε κατηβαίν’ με τη μοιρολογίαν.

Κι άρ ’κι πονώ τα κάλλια μου, κι άρ ’κι πονώ τη νέτε μ’,
πονώ και κλαίγω το πουλί μ’ ντ’ εφέκα κοιμισμένον.

Πώς τρομάζνε τα γόνατα μ’, να τρομάζ’ το γεφύρι σ’.
Κι άμον ντο σείουν τα μαλιά μ’, να σείουν οι διαβάτοι.

Κι άμον ντο τρέχνε τα δάκρυα μ’, να τρέχ’ και το ποτάμιν!
Ευχέθ’ καλή μ’. Ευχέθ’ καλή μ’. Ευχέθ’, μην καταράσαι,
Αδέλφια έεις σην ξενειτιάν, έρχουνταν και διαβαίνε.

Κι άμον ντο στέκνε τα γόνατα μ’, να στέκει το γεφύρι σ’.
Κι άμον ντο στέκνε τα μαλιά μ’, να στέκνε οι διαβάτοι.
Κι άμον ντο στέκνε τα δάκρυα μ’, να στ’εκει το ποτάμι!)

Τρι’ αδέλφια έμνες εμείς και οι τρεις καταραμένοι,
είνας έχτσεν την `δεσαν κι άλλε το Δεβασίριν
κι εγώ η τρισκατάρατος της Τρίχας το γεφύριν.

Amalgamation Choir are: Andria Avgousti. Rafaella Antoniou, Demetra Hadjiyiannis, Natalie Kalli, Marianna Moumdji, Evgenia-Evangelia Chatzaki, Evri Demetriou, Argyro Christodoulou, Anastasia Taki, Gaia Zaccagni, Margarita Gritzela, Constantina Agathocleous, Elena Artemiou, Maria Vassiliou
Special Guest: Giorgos Kalogirou
Conductor: Vasiliki Anastasiou

Directed by Michalis Kalopedis (Zedem Media). Recorded, mixed and mastered by Andreas Trachonitis and Mikaela Tsangari (Studio eleven63). Camera operators: Michalis Kalopedis, Antonis Mikallos, Constantinos Christou and Andreas Christophides. Edited by Michalis Kalopedis and Andreas Trachonitis. Makeup artist: Mari Mannaridou. Assistant engineer: Paris Christophi. Catering by Crepaland Cyprus.
Special thanks to Nopi Nikolaou, Andreas Panteli and Giorgos Kalogirou
Info/Bookings: http://www.louvana.com.cy

Δημοφιλείς αναρτήσεις