Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών

πηγή  περιοδικό  "ε ί ν α ι"  Οκτώβριος  1999  
από το άρθρο της ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΣΙΓΑΝΟΥ
. . .
To ιστορικό της ίδρυσης του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών...
                                                             
 
                                                                           
 Την ... πρωτιά στην ίδρυση Χρηματιστηρίου Αξιών στη χώρα μας κατέχει το επίνειο της πρωτεύουσας, ο Πειραιάς με άλλα λόγια, όπου το 1875 ιδρύθηκε χρηματιστήριο, το οποίο ωστόσο ουδέποτε λειτούργησε. Στην Αθήνα, το έδαφος για το χρηματιστήριο είχαν καλλιεργήσει από 1870 , οι θαμώνες της Λέσχης των Εμπόρων με τις συγκεντρώσεις και συζητήσεις τους στο καφενείο  " Η Ωραία Ελλάς " που βρισκόταν στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Αιόλου. Η αρχή αυτής της δεκαετίας ήταν μια γόνιμη περίοδος για συναλλαγές και κερδοσκοπίες, που οδήγησε τελικά στη μετονομασία του εμπορικού συλλόγου σε χρηματιστήριο και στην έγκριση της σύστασής του με βασιλικό διάταγμα επί κυβερνήσεως Κουμουνδούρου . ΄Εμποροι, πλοίαρχοι, μεσίτες και κολλυβιστές (απασχολούμενοι με την ανταλλαγή νομισμάτων) μπορούσαν πλέον να κάνουν τις συναλλαγές  των ελάχιστων χρεογράφων που κυκλοφορούσαν. Το χρηματιστήριο στεγάστηκε αρχικά στο Μέγαρο Μελά, στην πλατεία Κοτζιά, μετά στην οικία Νοταρά όπου είναι σήμερα το κεντρικό κατάστημα της Εμπορικής, ενώ μια μακρά περίοδο, στο μεταίχμιο των δύο αιώνων του 19ου και 20ου ήταν στην οδό ΠεσμαζόγλουΑπό το 1934 ωστόσο έχει καταλύσει στο νούμερο 10 της οδού  Σοφοκλέους, προσδιορίζοντας πλέον την περιοχή αλλά και την οδό. Μόνο το μπρούτζινο άγαλμα του Ερμή, στολίδι από τη Λέσχη των Εμπόρων, έχει απομείνει πλέον ως ενθύμιον εκείνων των καιρών, να κοσμεί σήμερα τον τρίτο όροφο του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών. Όσο για τα "χαρτιά" της εποχής ; Μετρημένα στα δάχτυλα... Η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, της Ναυτικής Τράπεζας "Ο Αρχάγγελος", της Γενικής Πιστωτικής Τράπεζας, της Τράπεζας Βιομηχανικής Πίστεως , των μεταλλευτικών εταιρειών "Ο Λαυρεωτικός Όλυμπος" και "Η Κάρυστος" , της  "Μεταλλουργίας Λαυρίου" , της ασφαλιστικής εταιρείας "Ο Φοίνιξ" και της Εθνικής Ατμοπλοϊας Ελλάδας...




Γεώργιος Αβέρωφ



                                          Γεώργιος Αβέρωφ
Averof George by P. Prosalentis.jpg
Ο Γεώργιος Αβέρωφ (Μέτσοβο 15-8-1818 - Αλεξάνδρεια 15-7-1899) ήταν Έλληνας επιχειρηματίας και ένας από τους μεγαλύτερους εθνικούς ευεργέτες.

Γιος του Μιχαήλ Αυγέρου Αποστολάκα και της Ευδοκίας Φάφαλη, γεννήθηκε στο Μέτσοβο στις 15 Αυγούστου του 1818. Ήταν ο υστερότοκος γιος ανάμεσα στα επτά αδέλφια του - τρία κορίτσια και τέσσερα αγόρια. Στην αρχή ήταν βοσκόπουλο και παράλληλα μαθητής του Ελληνοσχολείου του Μετσόβου όπου και έλαβε τα στοιχειώδη γράμματα. Όπως τότε οι περισσότεροι νέοι πολυμελών οικογενειών έφευγαν για "να κάνουν την τύχη τους" έτσι και ο Γεώργιος πήρε το δρόμο της ξενιτιάς. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Αναστάσιος δούλευε ήδη σε εμπορική επιχείρηση του θείου του Ν. Στουρνάρα στο Κάιρο στην Αίγυπτο. Έτσι το 1837, σε ηλικία μόλις 19 ετών, έφυγε από το Μέτσοβο όπου γεννήθηκε και εγκαταστάθηκε αρχικά κοντά στον αδελφό του. Διευθύνει το κατάστημα υφασμάτων και εμπορεύεται το βαμβάκι 

Μετά το θάνατο του αδελφού του συνεχίζει τις επιχειρηματικές δραστηρίοτητές του. Αργότερα, το 1866 εγκαθίσταται στην Αλεξάνδρεια όπου και ασχολήθηκε με δική του πλέον εμπορική επιχείρηση εισαγωγών - εξαγωγών. Στο εμπόριο αυτό κατάφερε να εξάγει στη Ρωσία τεράστιες ποσότητες, για την εποχή εκείνη χουρμάδων, και ακολουθώντας το τότε εμπόριο ανταλλαγής ειδών ζήτησε και εισήγαγε μεγάλη ποσότητα χρυσονημάτων (μπρισίμ). Αυτή ήταν η πρώτη του εμπορική πράξη που του επέφερε τεράστια κέρδη και τον καθιέρωσε γενικότερα. Έτυχε τότε να παντρεύεται ένας Αιγύπτιος Πασάς και σύμφωνα με τα έθιμα οι παριστάμενοι στο γάμο έπρεπε να φορούν χρυσοκέντητες στολές. Έτσι τα εισαγόμενα αυτά "χρυσονήματα του Αβέρωφ" όπως ονομάστηκαν κυριολεκτικά έγιναν ανάρπαστα σε πολλαπλάσια τιμή, τόσο από τη Βασιλική Αυλή όσο και από τους αξιωματούχους της Χώρας. Μ΄ εκείνο το κεφάλαιο που απέκτησε ο Αβέρωφ ξεκίνησε με συνεχή άλματα να δημιουργεί στη σειρά ευρύτατες επιχειρήσεις με εκπληκτικές επιτυχίες. Έτσι για αρκετά χρόνια θα ασκεί το αποκλειστικό εμπόριο υφασμάτων στο Σουδάν. Αγοράζει μεγάλο μέρος του βαμβακιού της Αιγύπτου καταφέρνοντας να το μεταποιήσει την κατάλληλη στιγμή όταν η ζήτηση στην Αγγλία ήταν αυξημένη, σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, αφού το αμερικάνικο βαμβάκι δεν μπόρεσε να φθάσει στις ευρωπαϊκές αγορές.[1] 

Όταν η χολέρα εξαπλώθηκε στην Αίγυπτο ο Αβέρωφ δεν δέχθηκε να εγκαταλείψει την Αλεξάνδρεια κι έτσι πολλαπλασίασε τον κύκλο εργασιών του. Το 1870 αναγνωρίσθηκε ως ο μεγαλύτερος έμπορος της Αιγύπτου. Από τότε άρχισε και το μεγάλο έργο της προσφοράς του.

Τον Ιούλιο του 1882 θα φύγει για τη Βιέννη-και μετά από έντονη πίεση της τότε Ελληνικής κυβέρνησης- επειδή ο αγγλικός στόλος βομβάρδισε την Αλεξάνδρεια με σκοπό να καταστείλει την εξέγερση του Αραμπί Πασά. Απέκτησε τεράστια περιουσία και βοήθησε την ελληνική κοινότητα της Αλεξάνδρειας ιδρύοντας σχολεία και νοσοκομεία. Επειδή όμως η περιουσία του συνέχιζε να αυξάνεται με γεωμετρικό ρυθμό, προέβη σε πολλές φιλανθρωπικές και κοινωφελείς πράξεις και στην Ελλάδα. Θα αναδειχθεί πρόεδρος της Ελληνικής κοινότητας της Αλεξάνδρειας αφού έθεσε ως όρο την αποπληρωμή των χρεών της κοινότητας τα οποία ανέρχονταν στο ύψος των 20000 αγγλικών λιρών, και που ο ίδιος κάλυψε κατά το ήμιση.[2]

Μεταξύ άλλων, χορήγησε λεφτά για την επέκταση του Πολυτεχνείου, την αναμόρφωση του Παναθηναϊκού σταδίου και τον ανδριάντα του Ρήγα και του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στον Αβέρωφ επίσης οφείλονται η ανέγερση των φυλακών Αβέρωφ (κατεδαφίστηκαν το 1971), η σχολή Ευελπίδων, η γεωργική σχολή της Λάρισας, το Ωδείο των Αθηνών, της Ελληνικής Φιλαρμονικής της Αλεξάνδρειας κ.α. Το μεγαλύτερο ευεργέτημα του πάντως θεωρείται η δωρεά 2.500.000 χρυσών φράγκων στο Πολεμικό Ναυτικό, χρήματα με τα οποία ναυπηγήθηκε το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ».

Προς το τέλος της ζωής του διετέλεσε και πρόεδρος της Ελληνικής κοινότητας της Αλεξάνδρειας (1895-1896). Επί των ημερών του η κοινότητα γνώρισε μεγάλη ακμή, η οποία όμως οφειλόταν κατά κύριο λόγο στις μεγάλες δωρεές που έκανε ο ίδιος ο Αβέρωφ.

Ο Γεώργιος Αβέρωφ πέθανε στην Αλεξάνδρεια στις 15 Ιουλίου του 1899 και κηδεύτηκε σε πάνδημο πένθος του Ελληνισμού. Η Ελληνική Κυβέρνηση (του Γ. Θεοτόκη) στις 22 Απριλίου του 1908 έστειλε το εύδρομο "ΜΙΑΟΥΛΗΣ" και μετέφερε τη σορό του στην Ελλάδα όπου με ιδιαίτερες τελετές αναπαύθηκε στο χώμα της πατρίδας του που τόσα πολλά είχε προσφέρει.

Η Διαθήκη του Μεγάλου Ευεργέτη, Γεωργίου Αβέρωφ συντάχθηκε ιδιόχειρα από τον ίδιον στις 18/30 Μαρτίου 1898 (στην οικία του που βρίσκονταν στο ακίνητο των Αδελφών Βολανάκη) και επικυρώθηκε από το "εν Αλεξανδρεία" Ελληνικό Προξενικό Δικαστήριο κατά τη συνεδρίασή του στις 16/28 Ιουλίου του 1899, την επομένη του θανάτου του. Ακολούθησε τηλεγράφημα του Έλληνα γενικού Πρόξενου Ι. Γρυπάρη προς ενημέρωση του Βασιλέα των Ελλήνων και αργότερα στις 9 Αυγούστου 1899, στάλθηκε ακριβές αντίγραφο της διαθήκης, που βεβαίωνε ο ίδιος ο πρόξενος και που παραδόθηκε στην Ελληνική Κυβέρνηση. Η Διαθήκη τυπώθηκε και δημοσιεύτηκε στον ελληνόγλωσσο αλεξανδρινό τύπο "Ταχυδρόμου" του Γ. Τηνίου (σε σχήμα 8, σελίδες 17).

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%B5%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%91%CE%B2%CE%AD%CF%81%CF%89%CF%86



ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ της Νιόβης *

πηγή :  http://www.onestory.gr/post/27152765494

ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ

της Νιόβης *
.
Ήταν όμορφη. Πολύ όμορφη για την ακρίβεια. Δεν μπορούσε κανείς να την ξεχωρίσει εύκολα από τη χρυσή ανατολή και από το μωβ δειλινό. Είχε μακριά μαλλιά, πολύ μακριά που τα ζήλευαν όλοι. Το χρώμα τους ήτανε μαύρο αλλά όχι το κορακί μα ούτε και το ξεβαμμένο. Είχε ένα χρώμα που κανείς δεν είχε, που δύσκολα μπορούσες να το βρεις πάνω σε κοπέλα. Γιατί αυτό ήταν, μια κοπέλα. Νέα, όμορφη και ξεχωριστή. Φευγαλέα σαν τον άνεμο, πιο πολύ σαν τα πουλιά. Άπιαστη. Άφταστη. 
Τόσο ψηλά που φοβόσουν να την φτάσεις, να την προσπεράσεις αλλά ακόμη και να είσαι μαζί της. Σε μαγνήτιζε με έναν τρόπο αλλιώτικο, μοναδικό. Ρεαλίστρια την χαρακτήριζαν πολλοί και είχαν δίκιο γιατί έλεγε πάντα την αλήθεια. Δεν πίστευε στα παραμύθια αν και αυτό ήταν ειρωνεία γιατί η ίδια ζούσε σε ένα παραμύθι. Σε ένα δικό της παραμύθι, σε έναν κόσμο διαφορετικό, σαν κι εκείνη.
 Φορούσε πάντα τα καινούρια της παπούτσια. Κόκκινα στο χρώμα της φωτιάς. Αυτά μπορούσες εύκολα να τα ξεχωρίσεις όπου κι αν πήγαινε. Ανάμεσα στον πιο εξωτικό κόσμο, στα πιο σημαντικά πρόσωπα εκείνη θα ξεχώριζες, μόνο και μόνο από τα παπούτσια που κοσμούσαν τα πόδια της. Δεν ήθελε να κεντρίσει, όχι. Δεν αποζητούσε την προσοχή, απλά της άρεσαν αυτά τα συγκεκριμένα παπούτσια. Της θύμιζαν παλιές ιστορίες της γιαγιάς της. Το παρελθόν. Στο οποίο ζούσε και συνεχίζει να ζει μέχρι και τώρα. 
 Κάθε φορά που φορούσε αυτά τα παπούτσια άλλαζε. Γινόταν ένας άλλος εαυτός. Ξέφευγε από την πραγματικότητα του εαυτού της και του κόσμου γύρω της και έπαιρνε μορφές. Αέναες μορφές χαρακτήρων μυθικών, ανύπαρκτων και όμως συνάμα υπαρκτών χάρη στη δική της φαντασία. Στο δικό της μυαλό που οι στροφές του θύμιζαν σβούρα που δεν σταμάταγε ποτέ. 
Οι μορφές που έπαιρνε λοιπόν κατείχαν ένα ξεχωριστό στοιχείο. Μια συνήθεια, καλή ή κακή, ένα ελάττωμα, μια ιδιαιτερότητα που τους έδινε μια ταυτότητα για να αρχίσει η ιστορία. Φορώντας τα παπούτσια αυτά μεταμορφωμένη σε έναν ολότελα καινούριο χαρακτήρα τη κάθε φορά, περπατούσε τους έρημους ή γεμάτους δρόμους της πόλης ψάχνοντας για ‘τροφή’. Και όταν λέμε τροφή εννοούμε τα επιλεγόμενα θύματα της γοητείας της ή ακόμα πολλές φορές και τα πρόσωπα τα οποία της έβγαζαν θυμό με αποτέλεσμα να τσαλακώσει τον καινούριο της χαρακτήρα και να ξεσπάσει. 
 Γιατί εκείνη δεν είχε φίλους. Θα ήθελε να έχει μα ο σκοπός της ύπαρξης της δεν της το επέτρεπε. Είχε κάθε φορά έναν στόχο, μια ιστορία να πει, έναν δρόμο να διασχίσει. Δεν μπορούσε να παρεκκλίνει, δεν είχε το δικαίωμα αυτό. Όμως δεν ήτανε δυστυχισμένη. Κάθε άλλο, χαιρόταν τη ζωή της. Το χαμόγελο της, στόλιζε πάντα το ατημέλητο πρόσωπο της, γεμάτο άτσαλες κόκκινες φακίδες.
Ποτέ μου δε κατάφερα να της μιλήσω. Άπιαστο όνειρο, σαν κι εκείνη. Δεν το επέτρεπε η διαγωγή μου, ο τρόπος ζωής μου και ο πατέρας μου. Δεν ζούσαμε στον ίδιο κόσμο μα πολλές φορές τη συναντούσα μπροστά μου λες και η μοίρα ήθελε να μας φέρει κοντά. Κάθε φορά ολοένα και πιο κοντά όπως τότε στο ποτάμι. Όμως τελικά ποτέ μου δε βρήκα το κουράγιο να της μιλήσω, να της πιάσω το χέρι, να την κάνω να χαμογελάσει, να δω το πρόσωπο της στον ήλιο. Μετάνιωνα και μετανιώνω. Δύσκολο πράγμα να θες κάτι και να μην μπορείς να το έχεις μου έλεγαν παλιά και δεν έδινα σημασία. 
Τα μεγάλα σαλόνια, γεμάτα φαγητά, εξαίσιους καθρέφτες που αιχμαλώτιζαν τη θωριά σου και το ψεύτικο κοστούμι σου δεν έφταναν για να τη βγάλω από το μυαλό μου. Η σκέψη μου, στους δρόμους, όπου διέμενε εκείνη. Πάντα ελεύθερη. Πετούμενο μυαλό, άπιαστος αιθέρας.. 
.
Η Νιόβη γεννήθηκε το 1995 στην Αθήνα. Έχει παρακολουθήσει σεμινάριο δημοσιογραφίας και έχει κερδίσει σε νεανικό διαγωνισμό δημιουργικής γραφής. Ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας και δημοσιογράφος. Ο ιστότοπος της είναι http://tigerlily95.blogspot.gr/

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Πρόσκληση σε γεύμα - Ψάρι μαγιονέζα

η συνταγή είναι από ένα παλιό περιοδικό  " ε ί ν α ι "  Οκτώβριος  1999
από τη διαφήμιση του Palmolive

Ψάρι μαγιονέζα

Υλικά

1 κιλό συναγρίδα ή άλλο ψάρι κατάλληλο για βραστό
1 1/2 δόση σάλτσα μαγιονέζα
2 αβγά βρασμένα σφιχτά
λίγα αγγουράκια τουρσί
3 - 4 παντζάρια
φούντες μαϊντανού
μερικά καρότα 
λίγη ρίζα σέλινου
1 κρεμμύδι
1 φύλλο δάφνης
μερικά σπυριά πιπέρι
αλάτι
                                                                  Η φωτογραφία είναι ενδεικτική                                                                    η διακόσμιση είναι κατ επιλογή
Εκτέλεση 

Βράζουμε την συναγρίδα με το κρεμμύδι, το σέλινο, το φύλλο δάφνης, το πιπέρι και τα καρότα όταν βράσουν τα αποσύρουμε από τη φωτιά και τα αφήνουμε να μισοκρυώσουν. Τοποθετούμε το ψάρι σε μια πιατέλα και τ΄αφήνουμε να κρυώσει τελείως. Αφαιρούμε το κεφάλι και το τοποθετούμε στην άκρη μιας μακρουλής πιατέλας στην άλλη άκρη τοποθετούμε την ουρά του ψαριού. Αφαιρούμε τις πέτσες και τα κόκαλα από το ψάρι παίρνουμε ένα μέρος από το ψαχνό και το τοποθετούμε στην πιατέλα ανάμεσα στο κεφάλι και την ουρά προσπαθώντας να του δώσουμε το αρχικό σχήμα του μισού ψαριού.
Χύνουμε επάνω 

Ιστορία του Βυζαντίου

πηγή εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 18-2-2007
Της  ΜΑΙΡΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ
Byzantinus αντί Constantinopolitanus

Οι κάτοικοι του Βυζαντίου ουδόλως γνώριζαν ότι ζούσαν στη  "βυζαντινή περίοδο"

Cyril Mango (επιμ.)
Ιστορία του Βυζαντίου
Μετάφραση Όλγα Καραγιώργου                              
Επιμέλεια ελληνικής έκδοσης Γιασμίνα Μωυσείδου
Εκδόσεις Νεφέλη 2006
σελ. 448

Για τον Έλληνα που γαλουχήθηκε με γενναίες δόσεις αρχαιογνωσίας , η βρετανική ματιά των δώδεκα πανεπιστημιακών αυτού του βιβλίου είναι εξαγνιστική, καθ'ότι για πρώτη φορά παιγνιώδης. Αλλά και για τους ιστορικούς ανά τον κόσμο, που προσπαθούν εδώ και καιρό να ανατρέψουν τη διάσημη ρήση του ποιητή Yeats " Μεγαλιώδες Βυζάντιο [...] όπου τίποτα δεν αλλάζει", ο Mango επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις.
Ιδού πώς γίνεται αυτό : κατ΄αρχάς η Κωνσταντινούπολη παρέμεινε ως η "Βασιλεύουσα Πόλη" όχι για τους επόμενους 11, αλλά 16 αιώνες, αν συνυπολογίσουμε και τους πέντε αιώνες υπό του οθωμανούς σουλτάνους Ήδη σημειώσαμε μαζί με τον Mango μια επιμήκυνση των ορίων  της υπό εξέτασιν περιόδου. Έπειτα οι διάδοχοι του Κων/νου συνέχισαν να θεωρούν τους εαυτούς τους ως τους νόμιμους αυτοκράτορες της Ρώμης, ακριβώς όπως και οι υπήκοοί τους συνέχισαν να αυτοαποκαλούνται "Ρωμαίοι", ακόμη και όταν είχαν προ πολλού πάψει να χρησιμοποιούν τη λατινική γλώσσα... Και αυτό διήρκεσε περισσότερο απ' όσο φανταζόμαστε. Ακόμη και ο Μιχαήλ Ψελλός, τον 11ο αιώνα, έγραψε στο δικό του εγχειρίδιο Ιστορίας ότι " ο Αύγουστος , περισσότερο και από τον Κωνσταντίνο, ήταν το πρόσωπο-κλειδί, καθώς η βασιλεία του συνέπεσε με την ενσάρκωση του Χριστού, το κεντρικό συμβάν της παγκόσμιας ιστορίας" . Θεωρούσε δηλ. τον εαυτό του απόγονο των Ρωμαίων. Παρ' όλα αυτά, γνωρίζουμε ότι η παιδεία του Ρωμαίου Μιχαήλ Ψελλού ήταν ελληνική. Ο Mango από την πλευρά του θα το θέσει αλλιώς: " Η διεκδίκηση της Ρωμαϊκότητας άρχισε να φθίνει μόνο κατά την εποχή των Σταυροφοριών, όταν η Ανατολική Εκκλησία και η Δύση αναγκάστηκαν να έρθουν σε σταδιακά αυξανόμενη, αν και άμοιρη αισθημάτων, επαφή, Για τους Δυτικούς το Βασίλειο της Κωνσταντινούπολης ήταν όχι μόνο ξεκάθαρα ελληνικό αλλά και σχισματικό. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι έλληνες διανοούμενοι ανέδρασαν οικειοποιούμενοι τη δόξα της Αρχαίας Ελλάδας.
"Το βασίλειο της Κωνσταντινουπόλεως το οποίο είχε πάψει να υφίσταται από το 1453, χρειαζόταν ένα ιδιαίτερο όνομα και έτσι προέκυψε το επίθετο byzantinus
Ήταν λιγότερο βαρύγδουπο από το Constantinopolitanus και είχε έναν ευχάριστο 'κλασικό'  τόνο" .  Ήταν επί οθωμανικής κατάκτησης, που άρχισε να γίνεται λόγος για scriptores byzantini, historia byzantina, αν και η πιο πρώιμη εκτεταμένη βυζαντινή ιστορία με συγγραφέα κάποιον ονόματι Louis Cousin (1672-4) έφερε τον τίτλο Historie de Constantinople. Το πρώτο αγγλικό βιβλίο που έφερε στον τίτλο του τη λέξη Byzantine  ήταν, σύμφωνα με την έρευνα του Mango, το 1853 , στα χρόνια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους!
Κατόπιν τούτων, οι συγγραφείς του έργου ξεπερνούν εν τάχει τεράστιες συγκρούσεις. Τα κεφάλαια καλύπτουν χρονολογικές περιόδους, από την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ως τον Ελληνοφραγκικό πολιτισμό, αλλά εξετάζουν περισσότερο τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, των γραμμάτων και της τέχνης. Και στέκονται σε συγκεκριμέενα παραδείγματα προσώπων για να εξηγήσουν πώς ένα συνοθύλευμα εθνοτήτων αυτοπροσδιοριζόταν μέσω μιας αυτοκρατορίας σε διάφορες στιγμές της καθημερινότητας : "Στην περίπτωση του Κεκαυμένου, για παράδειγμα, έχουμε ένα συνταξιούχο στρατιωτικό αρμενογεωργιανής καταγωγής μ' ένα φαινομενικά καθ' όλα ελληνικό όνομα ("ο Καμένος")...".
Όσον αφορά το Ισλάμ, φαινόταν ότι μπορούσε να επιτύχει το ίδιο, αλλά δεν τα κατάφερε. Όπως σημειώνει ο Robert Hoyland στο τέταρτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου : " Η ένταξη στους κόλπους του Ισλάμ μιάς τεράστιας ποικιλίας λαών, από τόσο διαφορετικές φυλές και με τόσο διαφορετικές θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις, προσέδωσε εξαιρετική ποικιλομορφία και ζωντάνια στον αναδυόμενο μουσουλμανικό κόσμο και έφερε το Βυζάντιο αντιμέτωπο με έναν νέο και σφριγηλό πολιτισμό που έπερνε σάρκα και οστά στις ίδιες τις πρώην επαρχίες του " . Όμως το Βυζάντιο παραμένει το μόνο οργανωμένο κράτος δυτικά της Κίνας που διέθετε αδιάλειπτη ιστορική παρουσία από την αρχαιότητα μέχρι την αυγή της σύγχρονης εποχής και δεν κατακερματίστηκε όπως η αυτοκρατορία των Αββασιδών. Ίσως τελικά ο όρος byzantinous να κρύβει πολλά μυστικά ακόμη.                    

                    

Δημοφιλείς αναρτήσεις