Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΣΤΡΟ και ΚΑΝΤΙΑ η ΚΑΝΤΙΓΕ...

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε σύνδεσμο από Κρήτη Πόλεις και χωριά . 11 Νοεμβρίου ΚΡΗΤΗ ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ: ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΑΣΤΡΟ...

 
Εκεί που είναι το σημερινό μικρό λιμάνι, τπ βενετσιάνικο, υπήρχε τη μινωική εποχή ένα από τα λιμάνια της Κνωσού, όταν η πολιτεία εκείνη ευημερούσε, με το ίδιο όνομα Ηράκλειον.
Ο συνοικισμός εκείνος εξακολούθησε να υπάρχη και κατά την ρωμαϊκή περίοδο με το ίδιο όνομα. Ενας από τους 10 μάρτυρες που εμαρτύρησαν στη Γόρτυνα στα μέσα του 3ου αιώνα, ο Ευάρεστος καταγόταν από το Ηράκλειο εκείνο. Αλλά και στην πρώτη Βυζαντινή περίοδο το Ηράκλειο εξακολουθούσε να υπάρχη και μάλιστα με την ονομασία Κάστρο.



1


Οταν οι Σαρακηνοί Άραβες κατάλαβαν την Κρήτη το 826 ήλθαν στο χώρο αυτό και κτίσαν το κέντρο και τη βάση των πειρατικών τους εξορμήσεων, που το ασφάλισαν με τείχη και τάφρο για την ασφάλειά τους. Η τάφρος αυτή λέγεται στα Αραβικά Χάντακ κι από το όνομα αυτό ωνόμασαν και την πολιτεία τους Χάντακ, που οι Βυζαντινοί έκαμαν Χάνδαξ και αργότερα οι βενετσάνοι Χάντια, όνομα που έφερε χίλια ολόκληρα χρόνια, από το 826 που χτίστηκε ως το 1825, οπότε μετωνομάστηκε πάλι Ηράκλειον.


2

3

Χτίσματα της περιόδου εκείνης βέβαια δεν υπάρχουν σήμερα αλλά και αν σώζωνται βρίσκονται σε βάθος 5-6 μ. Όταν έβγαζαν τα θεμέλια του ξενοδοχείου “ΑΣΤΗΡ” βρέθηκαν τέτοια χτίσματα σʼαυτό το βάθος και αραβικά νομίσματα των Εμίρηδων της Κρήτης.

Το 961 ο Νικηφόρος Φωκάς κατέλαβε το Χάντακα και θέλησε να τον ξεπατώσει εντελώς από τη θέση του. Φυσικά δεν το κατόρθωσε, γιατί ο κόσμος προτίμησε τη θέση αυτή σαν κέντρο των εμπορικών και ναυτικών επιδιώξεων. Οι άποικοι που έφερε μαζί του κατοίκησαν στο Χάντακα, ξανακτίσαν τα τείχη του και σιγά σιγά άρχισε να ευημερεί και να συγκεντρώνει νέους κατοίκους.


5



Η παλιά πολιτεία δεν τους χωρούσε κι αναγκαζόταν να κτίσουν τις κατοικίες τους έξω από την περιτειχισμένη πολιτεία και να σχηματίζουν προάστια, που τα λεγαν τότε Βούργους, που έφεραν διάφορα ονόματα από τις εκκλησίες που έχτιζαν ή από το όνομα της καταγωγής των (Τενέδια). Το χτίσιμο των σπιτιών των νέων προαστείων γινόταν φυσικά δίχως κανένα σχέδιο, αλλά όπως βολευόταν ο καθένας, αφίνοντας και κάποιο χώρο για δρόμο στενό δεν χρειαζόνταν άλλωστε και φαρδύς την εποχή εκείνη, και αρκετά μεγαλύτερο χώρο για κήπο.


Το σημείον που επικοινωνούσε η παλιά αραβική πόλη με τους Βούργους ήταν η πόρτα, που βρισκόταν στο κέντρο του αραβικού τείχους, και συγκεκριμένα απέναντι στη κρήνη Μοροζίνη, στο χώρο μεταξύ του κέντρου “Κνωσός” και του απέναντι οικοδ. τετραγώνου. Για το λόγο αυτό όλοι οι δρόμοι ξεκινούσαν από το ίδιο σημείο ακτινωτά προς τα διάφορα προάστεια και στην ύπαιθρο Κρήτη, και σώζονται οι ίδιοι με ελάχιστες παραλαγές, μέχρι σήμερα.



Η πολεοδομική κατάσταση του Χάντακα δεν άλλαξε ύστερα από την κατάκτηση των Βενετών. Το μόνο που άλλαξε ήταν η αύξηση των οικοδομών δίπλα στις παλιές, όπως τύχαινε κι όπως εξυπηρετούσε κατά το δυνατόν τους κατοίκους. Γενικό χαρακτηριστικό όμως είναι οι ευρύχωροι ακάλυπτου χώροι μέσα από τα σπίτια, που χρησιμοποιούνταν για λαχανόκηποι. Ετσι οι περικλεισμένοι αυτοί χώροι δεν μπορούσαν να καλυφθούν από νέες οικοδομές και έμεναν ακάλυπτοι σʼόλη τη διάρκεια της βενετοκρατίας και της τουρκοκρατίας και μόνο στις ημέρες μας άρχισαν να καλύπτονται και καλύφτηκαν σχεδόν όλοι στο διάστημα των τελευταίων 50 χρόνων, χειροτερεύοντας έτσι την πολεοδομική κατάσταση του Χάντακα, όπως ήταν παλαιότερα, σε άμορφους και ακαλαίσθητους οικοδομικούς όγκους.


6



Οταν άρχισε η κατασκευή των νέων τειχών οι μηχανικοί των στρατιωτικών αυτών έργων περιέλαβαν αναγκαστικά και τα προάστεια, τους βούργους, στον περίβολο των νέων τειχνών.
Ετσι στο πέρασμα τόσων αιώνων, δημιουργήθηκε το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Κρήτης, μέσα σʼένα τρίγωνο, που την υποτείνουσά του αποτελεί η επαφή του με τη θάλασσα.

7

Ο κόσμος τότε δεν αγαπούσε τη θάλασσα, όπως σήμερα. Αντίθετα μάλιστα ήταν μεγάλος εχθρός του, γιατί ερχόταν απʼ εκεί οι κουρσάροι και τον ρήμαζαν. Πολλά παράλια χωριά της Κρήτης ερημώθηκαν τότε, γιατί οι κάτοικοί τους καταφεύγαν σε οχυρότερες μεσόγειες θέσεις. Αυτός ήταν ένας λόγος για τον οποίο ο Χάντακας είχε γυρισμένη την πλάτη του προς τη θάλασσα. Ηταν όμως κι άλλος οι βόρειοι και βορειοδυτικοί άνεμοι που φυσούν ψυχροί τον χειμώνα και ανεμοδέρνουν τα βόρεια παράλια της Κρήτης. Αυτός είναι ο λόγος που δεν υπάρχουν δρόμοι να οδηγούν προς τη θάλασσα εκτός εκείνον που επικοινωνούσε με το λιμάνι, που είναι ο ίδιος με τη σημερινή οδό 25 Αυγούστου

Η Υδρευση της πολιτείας γινόταν κυρίως από πηγάδια, πολλά απʼαυτά υπάρχουν και σήμερα και από δεξαμενές. Κάθε σπίτι είχε τη στέρνα του όπου συγκέντρωνε τα νερά των στεγών του αλλά καμμιά φορά και του δρόμου. Αναφέρονται τα χρόνια εκείνα νερουλάδες που φέρναν νερό από ένα πηγάδι του Κατσαμπά και το πουλούσαν στη πόλη.
Το πρόβλημα του νερού το έλυσε ριζικά για την εποχή του ο Μοροζίνη με το σπουδαίο υδραγωγείο του, μεταφέροντας τα νερά του Γιούχτα μέσα σʼένα χρόνο. Θαυμάσιο μνημείο του σπουδαίου εκείνου έργου είναι η σωζωμενη κρήνη Μοροζίνη 

n552702728_435635_1505


Από άποψη καθαριότητας η κατάσταση του Χάντακα δεν ήταν καθόλου καλή. Οι ακαθαρσίες χυνόταν στους δρόμους και σχημάτιζαν βορβόρους, όπου κυλιόνταν κοπάδια χοίροι, που γύριζαν ελεύθεροι και αναπτύσσονταν σμήνη ατέλειωτα κουνουπιών, όπως αναφέρουν οι περιηγητές και άλλα έγγραφα. Αποχέτευση φυσικά δεν υπήρχε πουθενά. Ο πρώτος αποχετευτικός οχετός που έγινε στο Χάντακα ήταν από τη σημερινή Πηγάιδα μέχρι στον όρμο του Δερματά, το μετέπειτα Κουμ Καπί. Στην περιοχή αυτή υπήρχε μια φυσική ρεματιά στην οποία χυνόταν φυσιολογικά τα ακάθαρτα νερά των τριγύρω σπιτιών, όπως συμβαίνει στις ημέρες μας στη Χρυσοπηγή μέχρι προχθές, στον Πόρο κλπ. οι Βενετσάνοι διαμόρφωσαν τη φυσική εκείνη ρεματιά και έτσι έγινε η πρώτη αποχέτευση, που την έλεγαν SCOLATOIO.


 Άγιος Τίτος.
Στην ίδια θέση του σημερινού ναού του Αγ. Τίτου είχε κτισθή τη Βʼ Βυζαντινή περίοδο ο πρώτος ναός του Αγ. Τίτου, ύστερα από την καταστροφή από τους Σαρακηνούς το 826 του πρωταρχικού ναού Αγ. Τίτου της Γόρτυνας, έδρα του Μητροπολίτη Κρήτης. Σʼ αυτόν συγκεντρώθηκαν και τα άγια λείψανα (κάρα του Αγ. Τίτου κλπ) που διασώθηκαν από τη Γόρτυνα.
Όταν κατάλαβαν την Κρήτη οι Βενετοί το 1210 ο λατίνος αρχιεπίσκοπος Κρήτης κατέλαβε την εκκλησία του Αγ. Τίτου και εγκαταστάθηκε εκεί. Απέναντι στο ιερό της εκκλησίας, εκεί που είναι σήμερα το Μέγαρο της Ενώσεως Γεωργικών Συν/σμών, ήταν το μέγαρο της Αρχιεπισκοπής, που η γλυπτή θύρα της εισόδου του σωζόταν μέχρι τελευταία.


26

Μετά την παράδοση του Χάντακα στους Τούρκους το 1669 όλα τα ιερά κειμήλια μεταφέρθηκαν στην Ιταλία και ο ναός μετατράπηκε από τον πορθητή του Χάντακα Κιπρουλού (σ.σ.: Κιοπρουλή, όπως τον αναφέρει αλλού) σε μουσουλμανικό τέμενος, γνωστό στην περίοδο εκείνη με το όνομα Βεζίρ τζαμί.

Το παλιό κτίριο καταστράφηκε με το σεισμό του 1856 και ξανακτίσθηκε στα παλιά θεμέλια με σχέδιο του πρακτικού μηχανικού Αθαν. Μούση, του αρχιτέκτονα του ναού του Μεγάλου Αγ. Μηνά. Το κτίριο τελείωσε το 1872. “Το χαρίεν αυτό αρχιτεκτονικόν καλλιτέχνημα, που δεν υπήρχε παρόμοιό του εν Κρήτη”, όπως λέει ο Ξανθουδίδης, με τα πολλά παράθυρά του, με τα καμπυλωτά και τοξωτά περιγράμματά των, παρουσιάζει σήμερα αραβική όψη και σαν τέτοιο αποτελεί ένα μνημείο.

Ύστερα από την ανταλλαγή των πληθυσμών με τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923 η Εκκλησία Κρήτης κατάλαβε το τζαμί και διασκεύασε και το προσάρμοσε στη χριστιανική λατρεία και το 1925 καθιερώθηκε και πάλι, ύστερα από 716 χρόνια, στον Απόστολο Κρήτης Τίτο στο ορθόδοξο δόγμα.

Στη θέση που υψώνεται σήμερα το άκομψο και ακαλαίσθητο κωδωνοστάσιο ήταν ένας υψηλότατος μιναρές με δυό σεριφέδες που κατεδαφίστηκε.



Αρχαίος ναός, ενδιαφέρον μνημείον. Στη βορεινή πλευρά του Αγ. Τίτου, κάτω από αρκετό βάθος, κάτω από το εργοστάσιο Μιστίλογλου βρέθηκε όταν έσκαβαν τα θεμέλια του παγοποιείου ένα παλαιότατο οικοδόμημα με πολλούς κίονες, ωραία κιονόκρανα και θόλους. Πιθανότατα ήταν αρχαίος ναός, που όταν σκεπάστηκε από τις επιχωματώσεις του χώρου μετασκευάστηκε σε παλιά επίσης εποχή και χρησιμοποιήθηκε σαν δεξαμενή.


Λότζα και σημερινό Δημαρχείο. 
Στην αρχή της σημερινής οδού 25 Αυγούστου είχαν οικοδομήσει οι Βενετοί γύρω στα 1626 το λαμπρότερο και ωραιότερο οικοδόμημα της Βενετοκρατούμενης Κρήτης, τη γνωστή Λότζα, ή Λέσχη. Το οικοδόμημα αυτό ήταν ένα κέντρο για συγκεντρώσεις και την αναψυχή των ευγενών, όπου έπαιζαν και τυχερά παιχνίδια. Από τους εξώστες της ανακοίνωναν οι κήρυκες τα διατάγματα της πολιτείας και απʼ εκεί ο Δούκας μιλούσε στο λαό. Αλλά και πολιτικά γεγονότα σπουδαία για την Κρήτη ξεκίνησαν μέσα από το κτίριο αυτό. Μέσα σʼ αυτή τη Λότζα κυοφορήθηκε κι από εκεί ξεπήδησε η επανάσταση του 1363, ενάντια στη μητρόπολη, που ανακήρυξε την Κρήτη σε ανεξάρτητη Δημοκρατία, τη λεγόμενη Δημοκρατία του Αγ. Τίτου.


%25CE%2597+%25CE%259B%25CF%258C%25CF%2584%25CE%25B6%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CF%2584%25CE%25B7%25CE%25BD+%25CF%2580%25CE%25B5%25CF%2581%25CE%25AF%25CE%25BF%25CE%25B4%25CE%25BF+%25CF%2584%25CE%25B7%25CF%2582+%25CE%25BF%25CE%25B8%25CF%2589%25CE%25BC%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25B9%25CE%25BA%25CE%25AE%25CF%2582+%25CE%25BA%25CF%2585%25CF%2581%25CE%25B9%25CE%25B1%25CF%2581%25CF%2587%25CE%25AF%25CE%25B1%25CF%2582

Αρχιτέκτονας του οικοδομήματος ήταν πιθανώτατα ο Φραγκ. Μπασιλικάτα (σ.σ.: το κτίριο έκτισε ο Γενικός Προβλεπτής Φραντζέσκο Μοροζίνι, ο ίδιος που κατασκεύασε τα Λιοντάρια), ο οποίος αντίγραψε το αρχιτεκτονικό σχέδιο από τη Βασιλική της Βικεντίας, το αριστούργημα του Παλλάδιο και άριστο υπόδειγμα του παλλαδιανού ρυθμού, που μόλις είχε τότε τελειώσει, το πιο αντιπροσωπευτικό οικοδόμημα της Βενετικής αναγέννησης. Η Βενετία είχε δώσει τόση σημασία στην αρχιτεκτονική αξία της Λότζας του Ηρακλείου ώστε στην έκθεση της Ρώμης του 1911 το βενετσάνικο περίπτερο ήταν πιστή αντιγραφή της Λότζας του Ηρακλείου.

%25CE%2597+%25CE%259B%25CF%258C%25CF%2584%25CE%25B6%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CE%25BC%25CE%25B9%25CF%2583%25CE%25BF%25CE%25BA%25CE%25B1%25CF%2584%25CE%25B5%25CF%2583%25CF%2584%25CF%2581%25CE%25B1%25CE%25BC%25CE%25BC%25CE%25AD%25CE%25BD%25CE%25B7
ΛΟΤΖΙΑ
Κατά την Τουρκοκρατία χρησιμοποιήθηκε σαν έδρα του Λεφτερωτάρη και σʼ αυτή στεγάστηκε και ο Γραμματικός της Πόρτας δηλαδή ο αντιπρόσωπος των ραγιάδων.
Ύστερα από την απελευθέρωση της Κρήτης η νεαρή Κρητική Πολιτεία θέλησε να στεγάση στη Λότζα τα πολύτιμα αρχαιολογικά ευρήματα και το 1900 προκήρυξε δημοπρασία για τη μετατροπή του κτιρίου σε μουσείο. Ο Δ. Σαλίβερος έκαμε τα σχέδια για τη μετατροπή αυτή και άρχισαν οι εργασίες, αλλά αποδείχτηκε, ότι το κτίριο δεν είχε την απαιτούμενη στερεότητα και η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε. Αλλά το μνημείο ακρωτηριάσθηκε και κατερειπώθηκε. Στην κατάσταση αυτή ήταν ολόκληρες δεκαετίες.



Το 1904 το Δημοτ. Συμβούλιο ζήτησε από τη Κρητική Κυβέρνηση και του παραχωρήθηκε η Λότζα και το συνεχόμενο επίσης βενετσάνικο κτίριο της αρμερία (οπλαποθήκη), για να οικοδομήσει Δημοτικό κατάστημα. Το 1911 η Κρητική Πολιτεία ήλθε σε συνεννόηση με την Ιταλική Κυβέρνηση και το 1914 ήλθε ο Εφορος των μνημείων της Βενετίας αρχιτέκτονας Χαξ Ογκαρο και ανάλαβε την τεχνική, καλλιτεχνική και διοικητική διεύθυνση των εργασιών 

δια την ανοικοδόμηση της Λότζας και της αρμερία, με βάση τα σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Φεντερίκο Μπέρκετ.

%25CE%2591%25CE%25A1%25CE%259C%25CE%2595%25CE%25A1%25CE%2599%25CE%2591+-+2
ΑΡΜΕΡΙΑ

Η αρμερία τελείωσε και το 1934 εγκαταστάθηκε στο νέο κτίριο το Δημαρχείο. Αλλά η Λότζα δεν έγινε δυνατόν να αναστηλωθεί, παρʼ όλο που τα 82 ανάγλυφα του διαζώματος είχαν γίνει καινούργια από ικανούς ιταλούς γλύπτες.


Η Λότζα ήταν στην ερειπωμένη αυτή κατάσταση μέχρι το 1939 που αποφασίστηκε να ανοικοδομηθεί με το παλιό σχέδιο του Μπερκέτ Ογκαρο. Και κατεδαφίστηκε για να αρχίσει η ανοικοδόμησή της.

Ο πόλεμος σταμάτησε φυσικά κάθε εργασία. Και όχι μόνο αυτό αλλά και τα γλυπτά χάθηκαν και καταστράφηκαν. Ο χώρος είχε μεταβληθή σε... πάρκο. Ευτυχώς τελευταία άρχισε η αναστήλωση του μνημείου και τώρα βρίσκεται στο τέλος των οικοδομικών εργασιών. Τα γλυπτά έγιναν χυτά και τοποθετήθηκαν στις άκρες θέσεις τους. Έτσι το Ηράκλειον θα αποκτήσει σύντομα ένα ωραιότατο μνημείο της μεσαιωνικής περιόδου.

Στη βόρεια πλευρά της αρμερίας είναι τώρα εντοιχισμένο ένα ανάγλυφο άγαλμα από πωρόλιθο, που βρέθηκε στο τέλος του περασμένου αιώνα σʼ ένα μαγαζί κοντά στη Λότζα. Παριστάνει γυναίκα με ασπίδα και ρόπαλο και πιστεύεται πως είναι η Κρήτη. Πάνω από το κεφάλι έχει μια λατινική επιγραφή που λέει: Το νερό αυτό τρέχει με τη φροντίδα του δούκα Σαγκρέντο. Ο Ιωαν. Σαγκρέντο ήταν δούκας το 1602. Το νερό μετέφερε από την Πηγάϊδα σε κάποια κρήνη που κοσμούσε το ανάγλυφο, σʼ αυτή την περιοχή.

συνέχεια

https://www.kritipoliskaihoria.gr/2012/01/blog-post_02.html?spref=fb

Μωσαϊκό: Ακρόπολις Μυκηνών - ''Περσεία Κρήνη''

Μωσαϊκό: Ακρόπολις Μυκηνών - ''Περσεία Κρήνη'': Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Ancient Greek Civilization - Αρχαία Ελλάς . 11 Νοεμβρίου Ακρόπολις Μ...


Πώς να μάθεις μια γλώσσα μόνος σου;

ΣΤΗ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ


youtube.com

Ανέκδοτα


youtube.com

ΠΑΜΕ ΣΙΦΝΟ



 Μεταβείτε στο κανάλι για να ταξιδέψετε στην Ελλάδα... ότι και να πώ είναι λίγο

«Φοίνικες: ιστορία και πολιτισμός. Μια εισαγωγή»


https://scontent.fath5-1.fna.fbcdn.net/v/t1.0-0/p640x640/83471252_2786819934721249_2033956602825932800_o.jpg?_nc_cat=111&ccb=3&_nc_sid=8024bb&_nc_ohc=qF1BrzRbb_4AX-iJ67t&_nc_oc=AQmaicJrjd8LliHVqkvum0RE4FZudDk43pZxuF5aeZCiBhD9O0ylLdaBGzr8L1yaRRk&_nc_ht=scontent.fath5-1.fna&tp=6&oh=5022606c981acec212d4db21015c0fae&oe=6053B05B
 «Φοίνικες: ιστορία και πολιτισμός. Μια εισαγωγή» στη σειρά: Ιστορία.
«Ο Μαρκ Γούλμερ παρουσιάζει μια νέα αποτίμηση του συναρπαστικού αλλά μυστηριώδους σημιτικού λαού των Φοινίκων. Εξετάζοντας την ιστορία, τον υλικό πολιτισμό, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τη διακυβέρνηση, το εμπόριο και την επέκταση από την περιοχή του Λιβάνου στη Δυτική Μεσόγειο, διερευνά τη Φοινίκη σε όλη την παράδοξη περιπλοκότητά της. Ο συγγραφέας καταδεικνύει όχι μόνο τον δυναμισμό και τον πλούτο της κουλτούρας των Φοινίκων αλλά και τον ιδιαίτερα ισχυρό αντίκτυπό τους στην ευρύτερη ιστορία της Μεσογείου».

Ελληνική γλώσσα

 
Πληροφορίες για αυτόν τον ιστότοπο

odysseiatv.blogspot.com

Η Αγγλική γλώσσα έχει 490.000 λέξεις από τις οποίες 41.615 λέξεις είναι από την Ελληνική γλώσσα... (βιβλίο Γκίνες) 
Η Ελληνική με την μαθηματική δομή της είναι η γλώσσα της πληροφορικής και της νέας γενιάς των εξελιγμένων υπολογιστών, διότι μόνο σ’ αυτήν δεν υπάρχουν όρια. (Μπίλ Γκέϊτς, Microsoft) 

Η Ελληνική και η Κινέζικη, είναι οι μόνες γλώσσες με συνεχή ζώσα παρουσία από τους ίδιους λαούς και…..στον ίδιο χώρο εδώ και 4.000 έτη. Όλες οι γλώσσες θεωρούνται κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από τη μητέρα των γλωσσών, την Ελληνική. (Francisco Adrados, γλωσσολόγος). 

 Η Ελληνική γλώσσα έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει τη ζωή από το βίο, την αγάπη από τον έρωτα. 
Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον. 

 Το εκπληκτικό είναι ότι η ίδια η Ελληνική γλώσσα μας διδάσκει συνεχώς πώς να γράφουμε σωστά. Μέσω της ετυμολογίας, μπορούμε να καταλάβουμε ποιός είναι ο σωστός τρόπος γραφής ακόμα και λέξεων που ποτέ δεν έχουμε δει ή γράψει. 

 Το «πειρούνι» για παράδειγμα, για κάποιον που έχει βασικές γνώσεις Αρχαίων Ελληνικών, είναι προφανές ότι γράφεται με «ει» και όχι με «ι» όπως πολύ άστοχα το γράφουμε σήμερα. 

Ο λόγος είναι πολύ απλός, το «πειρούνι» προέρχεται από το ρήμα «πείρω» που σημαίνει τρυπώ-διαπερνώ, ακριβώς επειδή τρυπάμε με αυτό το φαγητό για να το πιάσουμε. 

 Επίσης η λέξη «συγκεκριμένος» φυσικά και δεν μπορεί να γραφτεί «συγκεκρυμμένος», καθώς προέρχεται από το «κριμένος» (αυτός που έχει δηλαδή κριθεί) και όχι βέβαια από το «κρυμμένος» (αυτός που έχει κρυφτεί). 

Άρα το να υπάρχουν πολλά γράμματα για τον ίδιο ήχο (π.χ. η, ι, υ, ει, οι κτλ) όχι μόνο δεν θα έπρεπε να μας δυσκολεύει, αλλά αντιθέτως να μας βοηθάει στο να γράφουμε πιο σωστά, εφόσον βέβαια έχουμε μια βασική κατανόηση της γλώσσας μας. 

 Επιπλέον η ορθογραφία με την σειρά της μας βοηθάει αντίστροφα στην ετυμολογία αλλά και στην ανίχνευση της ιστορική πορείας της κάθε μίας λέξης. 
Και αυτό που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την καθημερινή μας νεοελληνική γλώσσα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η γνώση των Αρχαίων Ελληνικών. Είναι πραγματικά συγκλονιστικό συναίσθημα να μιλάς και ταυτόχρονα να συνειδητοποιείς τι ακριβώς λές, ενώ μιλάς και εκστομίζεις την κάθε λέξη ταυτόχρονα να σκέφτεσαι την σημασία της. 

 Είναι πραγματικά μεγάλο κρίμα να διδάσκονται τα Αρχαία με τέτοιο ΦΡΙΚΤΟ τρόπο στο σχολείο, ώστε να σε κάνουν να αντιπαθείς κάτι το τόσο όμορφο και συναρπαστικό. 
 Η ΣΟΦΙΑ 
 Στη γλώσσα έχουμε το σημαίνον (την λέξη) και το σημαινόμενο (την έννοια). 

Στην Ελληνική γλώσσα αυτά τα δύο έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς αντίθετα με τις άλλες γλώσσες το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα. 

Σε μια συνηθισμένη γλώσσα όπως τα Αγγλικά μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, και από την στιγμή που το συμφωνήσουμε να ισχύει. 
Στα Ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. 

Γι’ αυτό το λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα Ελληνικά σαν «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες. 

 Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάϊζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πει «Η θητεία μου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. 

Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο». 
 Όπως μας έλεγε και ο Αντισθένης, «Αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις». 
Για παράδειγμα ο «άρχων» είναι αυτός που έχει δική του γη (άρα=γή + έχων). Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γη / δικό του σπίτι. 

 Ο «βοηθός» σημαίνει αυτός που στο κάλεσμα τρέχει. Βοή=φωνή + θέω=τρέχω. Ο Αστήρ είναι το αστέρι, αλλά η ίδια η λέξη μας λέει ότι κινείται, δεν μένει ακίνητο στον ουρανό (α + στήρ από το ίστημι που σημαίνει στέκομαι). 

Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, είναι ότι πολλές φορές η λέξη περιγράφει ιδιότητες της έννοιας την οποίαν εκφράζει, αλλά με τέτοιο τρόπο που εντυπωσιάζει και δίνει τροφή για τη σκέψη. 

 Για παράδειγμα ο «φθόνος» ετυμολογείται από το ρήμα «φθίνω» που σημαίνει μειώνομαι. Και πραγματικά ο φθόνος σαν συναίσθημα, σιγά-σιγά μας φθίνει και μας καταστρέφει. Μας «φθίνει» – ελαττώνει ως ανθρώπους – και μας φθίνει μέχρι και την υγεία μας. Και, βέβαια, όταν αναφερόμαστε σε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να μην τελειώνει, πως το λέμε; 

Μα, φυσικά, «άφθονο». 
 Έ
χουμε τη λέξη «ωραίος» που προέρχεται από την «ώρα». 
Διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έλθει και στην ώρα του. 
Ωραίο δεν είναι το φρούτο όταν είναι άγουρο ή σαπισμένο και ωραία γυναίκα δεν είναι κάποια ούτε στα 70 της άλλα ούτε φυσικά και στα 10 της. 

Ούτε το καλύτερο φαγητό είναι ωραίο όταν είμαστε χορτάτοι, επειδή, σε αυτή την περίπτωση, δεν μπορούμε να το απολαύσουμε. Ακόμα έχουμε την λέξη «ελευθερία» για την οποία το «Ετυμολογικόν Μέγα» διατείνεται «παρά το ελεύθειν όπου ερά» = το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά ... 

Άρα βάσει της ίδιας της λέξης, ελεύθερος είσαι όταν έχεις τη δυνατότητα να πάς όπου αγαπάς. Πόσο ενδιαφέρουσα ερμηνεία!!! 
 Το άγαλμα ετυμολογείται από το αγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) επειδή όταν βλέπουμε (σε αρχική φάση οι Θεοί) ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας ευχαριστείται, αγάλλεται.
 Και από το θέαμα αυτό επέρχεται η αγαλλίαση. 

Αν κάνουμε όμως την ανάλυση της λέξης αυτής θα δούμε ότι είναι σύνθετη από αγάλλομαι + ίαση(=γιατρειά). Άρα, για να συνοψίσουμε, όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και γιατρευόμαστε. 

Και πραγματικά, γνωρίζουμε όλοι ότι η ψυχική μας κατάσταση συνδέεται άμεσα με τη σωματική μας υγεία. Παρένθεση: και μια και το έφερε η «κουβέντα», η Ελληνική γλώσσα μας λέει και τι είναι άσχημο. Από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι. 

Για σκεφτείτε το λίγο. 
 Σε αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην αντίστοιχη Λατινική λέξη για το άγαλμα (που μόνο Λατινική δεν είναι). 
Οι Λατίνοι ονόμασαν το άγαλμα, statua από το Ελληνικό «ίστημι» που ήδη αναφέραμε, και το ονόμασαν έτσι επειδή στέκει ακίνητο. 

Προσέξτε την τεράστια διαφορά σε φιλοσοφία μεταξύ των δύο γλωσσών, αυτό που σημαίνει στα Ελληνικά κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα. 
 Είναι προφανής η σχέση που έχει η γλώσσα με τη σκέψη του ανθρώπου. Όπως λέει και ο George Orwell στο αθάνατο έργο του «1984», απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. 

Εκεί το καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει την γλώσσα για να περιορίσει την σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις. 
 «Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση», έγραφε ο Μιχάι Εμινέσκου, εθνικός ποιητής των Ρουμάνων. 
 Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. 
Το να μπορείς να μιλάς σωστά σημαίνει ότι ήδη είσαι σε θέση να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις. 

 Η ΜΟΥΣΙΚΟΤΗΤΑ Η Ελληνική φωνή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν «αυδή». 

Η λέξη αυτή δεν είναι τυχαία αφού προέρχεται από το ρήμα «άδω» που σημαίνει τραγουδώ. Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος: «Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. 

Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. 

Μιλάνε Μεταξύ τους με μουσική». Ο γνωστός Γάλλος συγγραφεύς Ζακ Λακαρριέρ επίσης μας περιγράφει την κάτωθι εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα: «Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική. 

Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα – μητέρα των εννοιών μας – μου απεκάλυπτε ένα άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. 
Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πει ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει». 

 Ο διάσημος Έλληνας και διεθνούς φήμης μουσικός Ιάνης Ξενάκης, είχε πολλές φορές τονίσει ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής. 
 Αλλά και ο Γίββων μίλησε για μουσικότατη και γονιμότατη γλώσσα, που δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων. 

Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου. «Οι τόνοι της Ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάττουν από την παραφωνία μια γλώσσα κατ’ εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία, ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες», όπως σημειώνει η φιλόλογος και συγγραφεύς Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου. 

 Είναι γνωστό εξ άλλου πως όταν οι Ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στην Ρώμη Έλληνες ρήτορες, συνέρρεαν να θαυμάσουν, ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ώς αηδόνες». 
 Δυστυχώς κάπου στην πορεία της Ελληνικής φυλής, η μουσικότητα αυτή (την οποία οι Ιταλοί κατάφεραν και κράτησαν) χάθηκε, προφανώς στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας.  
Να τονίσουμε εδώ ότι οι άνθρωποι της επαρχίας, του οποίους συχνά κοροϊδεύουμε για την προφορά τους, είναι πιο κοντά στην Αρχαιοελληνική προφορά από ό,τι εμείς οι άνθρωποι της πόλεως. 

 Η Ελληνική γλώσσα επιβλήθηκε αβίαστα (στους Λατίνους) και χάρη στην μουσικότητά της. 
 Όπως γράφει και ο Ρωμαίος Οράτιος «Η Ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη με μία γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα». 

 Δεκέμβριος 29, 2019 

 ΠΗΓΕΣ: 'planetnews.gr' 
&
'ινφογνώμων'

http://koukfamily.blogspot.com/2020/01/blog-post_407.html

η βέλτιστη σχέση γονέα-παιδιού

Κάθε γονιός θέλει δύο βασικά πράγματα: Να είναι το παιδί του ευτυχισμένο και να μην τα θαλασσώσει με την ανατροφή του. Πώς επιτυγχάνονται όμως αυτά;
 Σε αυτό το έξυπνο και με χιούμορ βιβλίο, η αναγνωρισμένη ψυχοθεραπεύτρια Philippa Perry εξηγεί πώς χτίζονται ισχυροί δεσμοί αγάπης με τα παιδιά μας και πώς αυτοί οι δεσμοί προάγουν την πνευματική και ψυχική υγεία τους τόσο στην παιδική όσο και στη μετέπειτα ζωή τους.
Αντί να καταστρώσει το «τέλειο» πλάνο ανατροφής, μας προσφέρει μια πλήρη εικόνα των στοιχείων που οδηγούν στη βέλτιστη σχέση γονέα-παιδιού και μας βοηθάει:
• Να καταλάβουμε πώς ο τρόπος που έχουμε μεγαλώσει και το ψυχολογικό μας υπόβαθρο επηρεάζουν την ανατροφή των παιδιών μας
• Να αποδεχτούμε τα λάθη μας και να μάθουμε τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτά
• Να σπάσουμε τα αρνητικά, επαναλαμβανόμενα μοτίβα ανατροφής
• Να διαχειριστούμε τόσο τα δικά μας συναισθήματα όσο και του παιδιού μας
• Να αντιληφθούμε τι μηνύματα περνούν οι διαφορετικές συμπεριφορές.
📕 Mε εύστοχες και σοφές συμβουλές, είναι το βιβλίο που κάθε γονιός θα θέλει να διαβάσει και κάθε παιδί θα εύχεται να είχαν διαβάσει οι γονείς του! https://www.dioptra.gr/.../to-vivlio-pou-tha-itheles-na.../

Όρραον


Από τον αρχαίο ελληνικό κόσμο διασώζονται, σε σπάνιες περιπτώσεις μοιάζοντας κιόλας άθικτα από τον χρόνο, κτίρια και αρχιτεκτονήματα διαφόρων ειδών- ναοί, αμφιθέατρα, στάδια, μαντεία, αγορές, νεκροπόλεις. Όχι όμως και ιδιωτικές οικίες, παρά μόνο τα θεμέλιά τους και αυτό όταν η αρχαιολογική σκαπάνη σταθεί τυχερή.

Στον ελλαδικό χώρο, τα καλύτερα διατηρημένα σπίτια των αρχαίων Ελλήνων, διατρέχοντας όλη την χρονική περίοδο από τα κλασικά έως και τα ελληνιστικά χρόνια, δε βρίσκονται στις υπώρειες της Ακρόπολης των Αθηνών, ούτε σε κάποιον φημισμένο αρχαιολογικό χώρο- αλλά σε έναν γυμνό, πετρώδη λόφο της Ηπείρου, ακριβώς στα σύνορα των νομών Άρτας και Πρέβεζας.

Είναι το αρχαίο Όρραον, μια κωμόπολη των Μολοσσών της Ηπείρου- εκεί στέκουν ακόμη όρθια 4 κτίρια της ύστερης κλασικής περιόδου, τρεις ιδιωτικές κατοικίες και (μάλλον) ένα δημόσιο κτίριο. Και μόνο η ύπαρξη των κτιρίων αυτών, με τους τοίχους τους να στέκουν όρθιοι μέχρι το ύψος της στέγης του δευτέρου ορόφου τους, μεταμορφώνει τον άσημο λοφίσκο των 345 μέτρων ύψος, σε ένα εντυπωσιακό αρχαιολογικό τοπόσημο.

Το Όρραον ιδρύθηκε (πιθανότατα) στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ., από τους Μολοσσούς σε θέση με στρατηγική σημασία, καθώς φρουρούσε την κυριότερη διάβαση από τον Αμβρακικό προς την ενδοχώρα τους- ήταν ένας σχετικά μικρός οικισμός, με περίπου 100 σπίτια, όλα τους κτισμένα από ντόπιο ασβεστόλιθο, όπως και το ισχυρό, διπλό πέτρινο τείχος που προστάτευε την αρχαία πολίχνη. Ο πολεοδομικός της σχεδιασμός είχε σαν πρότυπο αυτόν της γειτονικής Αμβρακίας (σημερινή Άρτα)- δώδεκα στενοί, παράλληλοι δρόμοι, διασταυρώνονται με δύο κάθετους, σχηματίζοντας ορθογώνια οικοδομικά «τετράγωνα».

Ο οικισμός υδρευόταν από μια πηγή που βρισκόταν εκτός των τειχών του- ένα μονοπάτι που ξεκινούσε από την ανατολική πύλη οδηγούσε εκεί. Εκτός της φυσικής πηγής, οι κάτοικοι του οικισμού διασφάλισαν την ύπαρξη πόσιμου νερού και με την κατασκευή μιας μεγάλης δεξαμενής όπου συγκεντρωνόταν το βρόχινο νερό. Η δεξαμενή ήταν έργο δημόσιο- ακόμα και με τα σημερινά δεδομένα είναι μια κατασκευή άρτια τεχνικά. Μια πέτρινη κλίμακα από 19 σκαλοπάτια οδηγεί και τον σημερινό επισκέπτη στον πυθμένα της, που ήταν φτιαγμένος από πήλινα όστρακα. Περπατώντας τον αρχαίο οικισμό, παρατηρώ το άψογο λάξευμα των μεγάλων πέτρινων όγκων, τα απολύτως ευθετισμένα και (ακόμη) άρρηκτα μεταξύ τους «δεσίματα» και αναλογίζομαι την τεχνογνωσία των μηχανικών, μαστόρων και τεχνιτών που εργάστηκαν χιλιάδες χρόνια πριν στον ίδιο τόπο- το περφεξιονιστικό μεράκι και τον κόπο τους. Τα παράθυρα των σπιτιών υπάρχουν ακόμα- μέσα από αυτά διαγράφεται ο ίδιος ορίζοντας με τα χρόνια που στα σημερινά πέτρινα κουφάρια έδιναν ζωή πολυμελείς οικογένειες. Τα ίδια τα σπίτια ήταν διώροφα- στους τοίχους τους χάσκουν ακόμα οι τρύπες (δοκοθήκες) που «κούμπωναν» τα δοκάρια του πάνω πατώματος.,

Η κ. Ανθή Αγγέλη, είναι προϊσταμένη της Εφορίας Αρχαιοτήτων Πρέβεζας, αρχαιολόγος που έχει συμμετάσχει στις ανασκαφές του Όρραον.«Το Όρραον έχει την εξής ιδιαιτερότητα: γενικά τα αρχαία σπίτια κτίζονταν ως ένα επίπεδο 70- 80 εκατοστών με λίθινα θεμέλια αλλά από εκεί και πάνω η δόμηση συνεχιζόταν με πλίνθινα τούβλα, για αυτό και σώζονται μέχρι ένα μικρό ύψος. Επειδή, όμως, στη γύρω περιοχή του Όρραον αφθονεί, όπως και σήμερα, ο ασβεστόλιθος και η εξόρυξη του είναι σχετικά εύκολη, οι κάτοικοι εδώ έχτισαν τα σπίτια τους εξολοκλήρου από πέτρα, μέχρι και το ύψος της στέγης. Στον ελλαδικό χώρο δεν υπάρχουν άλλα τέτοια διατηρημένα σπίτια και αυτά στο Όρραον μας δίνουν μια πολύ καλή εικόνα για την αρχιτεκτονική των ιδιωτικών κατοικιών εκείνης της περιόδου. Υπήρχε ένας προθάλαμος και μια εσωτερική αυλή που γύρω της διατάσσονταν αρκετά δωμάτια. Ένα τμήμα του σπιτιού μπορεί να ήταν μονώροφο για να εξασφαλίζει καλύτερο φωτισμό αλλά τα σπίτια του Όρραον ήταν δύο ορόφων. Στην «Οικία Α» διασώζεται και η βάση της πέτρινης κλίμακας που οδηγούσε πάνω».

Ερείπια τοίχος, στο βάθος η Ιονία Οδός

Ρωτάω την κυρία Αγγέλη για το κίνητρο των Μολοσσών- ενός ελληνικού φύλου που από την βορειοδυτική Μακεδονία μετακινήθηκε στο οροπέδιο των Ιωαννίνων περίπου το 1.200 π.Χ.- να κτίσουν αυτή την πέτρινη πολίχνη. «Το Όρραον φύλασσε το πέρασμα από τον Αμβρακικό κόλπο προς το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων. Γνωρίζουμε από αρχαίες πηγές ότι οι Μολοσσοί είχαν πρόσβαση στον Αμβρακικό, μάλιστα κατείχαν μια μικρή έκταση περίπου 80 σταδίων στις ακτές του. Κανείς δεν μπορούσε να περάσει από τον Αμβρακικό και την πεδιάδα της Άρτας χωρίς να γίνει αντιληπτός από το Όρραον. Επίσης, φύλασσε το πέρασμα από την κοιλάδα του Αράχθου, που ήταν το όριο της επικράτειας των Μολοσσών».

Ήταν λοιπόν το Όρραον ένα οχυρό- παρατηρητήριο; «Ο φρουριακός του χαρακτήρας είναι σαφής. Διακρίνεται από την ισχυρή οχύρωση, τους στενούς δρόμους, ώστε ακόμα και αν οι εχθροί εισέβαλαν από τα τείχη να εγκλωβίζονταν, όπως επίσης από τα κτερίσματα που βρέθηκαν στις ταφές. Σχεδόν σε όλες βρέθηκαν όπλα, σε αντίθεση με την Αμβρακία, όπου μόνο σε ελάχιστους από τους χιλιάδες τάφους που ανασκάφηκαν, βρέθηκαν όπλα».

Τι γνωρίζουμε σήμερα για την αρχαία ζωή στον μικρό οικισμό; Πόσοι άνθρωποι ζούσαν εκεί, πως κατάφερναν να βιοπορίζονται; «Ο πληθυσμός του Όρραον εκτιμάται, βάση των περίπου 100 σπιτιών που περικλείονται από τα τείχη (εκτός βρισκόταν μόνο η νεκρόπολη), σε δύο χιλιάδες κατοίκους. Σε κάποιους χώρους των σπιτιών υπάρχουν ενδείξεις ότι σταβλίζονταν ζώα- σίγουρα λοιπόν ήταν ποιμένες και κτηνοτρόφοι, ενώ και ένας μικρός κάμπος στον γειτονικό Αμμότοπο, μάλλον καλλιεργούνταν από αυτούς τους ανθρώπους. Και σίγουρα κατοικούσαν εδώ αρκετοί στρατιώτες. Οι σχέσεις τους με την κοντινή Αμβρακία, που ήταν το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Ηπείρου αλλά αποτελούσε αποικία των Κορινθίων και όχι τμήμα της «χώρας» των Μολοσσών, πιθανότατα ήταν φιλικές. Και εμπορικά αναπτυγμένες. Προϊόντα της Αμβρακίας, όπως αγγεία, αλλά και νομίσματα έχουν βρεθεί σε τάφους στο Όρραον. Η Αμβρακία ήταν μια τυπική πόλη- κράτος, που γύρω από το άστυ είχε μια αγροτική περιοχή που ήλεγχε για να εξασφαλίζει την επάρκεια της σε αγαθά. Το Όρραον δεν ανήκε στην επικράτεια της Αμβρακίας, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι κάτοικοι του είχαν εμπορικές σχέσεις με την πόλη- θα διακινούσαν εκεί τα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα τους, αγοράζοντας μετά ότι τους έλειπε».

Αντικείμενα από το Όρραον

Η ταύτιση του αρχαίου οικισμού- που είχε εντοπίσει τη δεκαετία του ’30 ο Βρετανός αρχαιολόγος Νίκολας Χάμοντ- με το Όρραον που αναφερόταν στις αρχαίες πηγές, επιτεύχθηκε βάσει ανασκαφικών ευρημάτων στη σημερινή Άρτα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σε ανασκαφές στον Ναό του Απόλλωνα, βρέθηκαν τμήματα ενεπίγραφης στήλης που καθόριζε τα όρια της χώρας της Αμβρακίας. Εκεί αναφερόταν και το Όρραον και σύμφωνα με τα τοπογραφικά στοιχεία που προέκυπταν- απόσταση από Αμβρακία, προς ποια κατεύθυνση- έγινε η ταύτιση του οικισμού με το Όρραον των αρχαίων πηγών.

Η μικρή αυτή αγροτική πολίχνη κρύβει και μια ηρωική ιστορία, που σχεδόν συμπίπτει με την παρακμή και το τέλος της. Το Όρραον υπήρξε μια από τις 4 μόνο πόλεις της Ηπείρου (του «Κοινού των Ηπειρωτών») που αντιστάθηκαν στους Ρωμαίους, το 168 π.Χ., έτος της ρωμαϊκής εισβολής. «Για αυτό οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν ολοσχερώς τα τείχη της πόλης. Όχι όμως και τα σπίτια της- ήταν μια πόλη που πολιορκήθηκε και κατακτήθηκε, υπήρξαν σίγουρα καταστροφές αλλά δεν ήταν ολοσχερείς. Οι Ρωμαίοι της επέτρεψαν να συνεχίσει να υπάρχει, ατείχιστη όμως, σαν ένδειξη της δικής τους, πλέον, εξουσίας στην περιοχή. Η πόλη τελούσε υπό την ρωμαϊκή κυριαρχία, δεν μπορούσε να έχει δική της άμυνα», σχολιάζει η κα Αγγέλη.

Στα τέλη του 1ου αι. π.Χ., τα χρόνια που ακολούθησαν τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.), οι εναπομείναντες κάτοικοι του Όρραον μεταφέρθηκαν αναγκαστικά από τους Ρωμαίους του Οκταβιανού Αύγουστου στη νεοϊδρυθείσα Νικόπολη. Η ανθρώπινη παρουσία στο Όρραον έγινε παρελθόν.

Έμειναν, μέχρι και σήμερα, οι σωροί από τις πέτρες του τείχους που γκρέμισαν οι λεγεωνάριοι, τα κουφάρια των σπιτιών αυτών των περήφανων ανθρώπων με το «αγύριστο, ηπειρώτικο κεφάλι» τους, η δεξαμενή που φύλασσε το νερό τους, η νεκρόπολη των προγόνων τους. Στο σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο της Άρτας, μια προθήκη είναι αφιερωμένη στο Όρραον- αγγεία, κοσμήματα, μικροπράγματα καθημερινής χρήσης, αγροτικά εργαλεία.

Σήμερα, από το παράθυρο της οικίας Α. διακρίνεται ένα αποπερατωμένο τμήμα της Ιόνιας Οδού και αν προχωρήσεις προς το άκρο του οικισμού, παράλληλα με τα πεσμένα τείχη, ο κάμπος της Άρτας και στο βάθος ο Αμβρακικός.

Φεύγοντας από τον οικισμό, στη δύση ενός ηλίου, καλοκαίρι του 2016, τους σκεφτόμουνα σεβαστικά- εκείνους τους Ηπειρώτες προπάτορες, να συσκέπτονται με τα βόρεια δωρικά τους για την στάση που θα κρατούσαν, βλέποντας από τα ίδια σπίτια τις ρωμαϊκές λεγεώνες να έρχονται.


Δημοφιλείς αναρτήσεις