Τρίτη 15 Μαΐου 2012

Η Ευταξούλα κι ο Θανασούλης του Δημήτρη Ντανόπουλου

http://www.onestory.gr/post/23000942588

_Η ΕΥΤΑΞΟΥΛΑ ΚΙ Ο ΘΑΝΑΣΟΥΛΗΣ

του Δημήτρη Ντανόπουλου *
.
Αδρές, τεράστιες οι μορφές, κάθε πρωί, στο μυαλό της Ευταξίας. Κάθε πρωί που ξεκινάει στις πέντε. Τα χέρια της αρνούνται να ανοίξουν επαρκώς, πρησμένα νομίζει. Τα μάτια της καρφιτσωμένα και μ’ ένα τρόπο κόκκινα, μιαν έκφραση που πάντα αρνείται να μας δώσει την ημέρα. Την ώρα όμως που ξυπνά δεν την ορίζει, όποιος κι αν είναι ο θεατής της. Ο άντρας της πάντως, ο Σούλης, ποτέ. Εκείνος κοιμάται ως τις εφτά, ξυπνά με τα πουλιά και ψάχνει στο κρεβάτι την Ευταξούλα του για να την αγκαλιάσει…
Ήταν, μόλις, δεκαπέντε κι είναι τώρα σαρανταδυό. Μάνα δεν αξιώθηκε να γίνει η καημένη η Ταξούλα, όπως λένε στο χωριό της, όπου φτάνουν τα νέα με τον καιρό. Δεκαπέντε χρονώ την έδιωξε η μάνα της από το σπίτι: «Θα πας στην πόλη την καλή, θα ζήσεις καλύτερα από βασίλισσα εκεί». 
Την πάντρεψε με το Θανάση το μικροπωλητή, που τώρα χωλαίνει απ’ το δεξί. Σε ένα ταξίδι το ’77 του ‘φυγε πάνω στα βουνά το τιμόνι πιο δεξιά. Βγήκε, νύχτα, στο γκρεμό. Έμεινε με το ποδάρι πλακωμένο όλο το βράδυ, μέχρι που μαζεύτηκαν γύρω μαύρα τα πουλιά, είχε πάει η ώρα -πια- εφτά. Κοίταξε κάτω στο γκρεμό ένα νέο τσοπανόπουλο, βλέπει ένα άσπρο αμάξι ανάποδα κι όλο πουλιά. Πολλά πουλιά. Ξεκινάει κουτσό με το δεξί να πάρει φόρα, τρέχει στου παππού το μαντρί. Σώθηκε ο Θανάσης, αλλά του κόψαν το ποδάρι το πλακωμένο και του βάλαν ένα ξύλινο. Από τότε, για συμπόνια, τον φωνάζουνε και Σούλη -σαν να θέλουν να του υπενθυμίζουν συνεχώς πως δεν είναι ο ίδιος, ακέριος, ο Θανάσης πριν από το γκρεμό.
Η Ταξούλα στα πέντε πρώτα χρόνια του γάμου ζούσε με καημό. Μάζευε τα μαλλιά της πίσω δυνατά, μπας και πονέσουν τα μυαλά της. Έλεγε την ίδια φταίχτρα που δεν κάνουνε παιδιά. Φόραγε εμπριμέ φουστάνια, για να δείχνει χαρωπή, μη χαλάσει του Θανάση την ημέρα και μόλις εκείνου η σκόνη χάνονταν στη γωνιά, γυρνούσε στο δωμάτιο, έλυνε τα μαλλιά της, φορούσε μαύρο φόρεμα κι άρχιζε να κλαίει και να λέει στα πουλιά:
«Πουλιά μου, μαύρα χελιδόνια, τι το ‘χετε το κόκκινο εκεί σας στο λαιμό; Είν’ το αίμα μου και σας έβαψε, τόσο πια πονώ. Κάθε μέρα που περνά και πιότερο λυπάμαι. Τι να την κάνω τη ζωή, αφού τον μαραζώνω; Μου λέει λόγια τρυφερά σαν να ‘μαι παιδί που κλαίει. Καταλαβαίνει πως φταίω εγώ, δε θέλει να με πληγώσει. Κάθε φορά που φεύγει με φιλά και είν’ το φιλί του γράμμα σαν να μου λέει: «Όταν γυρίσω θα σε βρω, άραγε, γκαστρωμένη;» Κι η μάνα μου που μ’ έστειλε εδώ στην καλή την πόλη, τούτα δεν μου τα ‘πε τα κακά, πώς να τα βγάλω πέρα; Τι μάτια να ‘χω για να βγω, να πάω στο μπακάλη; που όλες με ρωτούν «ακόμη, καλέ Ταξούλα;» και «για να δω την κοιλιά σου;», «τι κάνει ο Θανάσαρος ακόμα;» Εγώ είμαι που φταίω, μαύρα μου πουλιά, μαύρα μου χελιδόνια. Πείτε το σ’ όλη τη γειτονιά, να μην κοιτούν τον άντρα μου και λένε λόγια…»
Ο Θανάσης όλο αυτό τον καιρό ψέματα δεν ήξερε να φερθεί. Την αγαπούσε τη μικρή, που πήρε για γυναίκα. Ηρέμησε και πόνεσε ακόμα και τον εχθρό του. Φρέσκος και καθαρός, σφύριζε στο δρόμο. Πιο δυνατά ακούγονταν τα λόγια τα δικά του και τραγουδούσε πιο καλά κι από τον Καζαντζίδη, που βράχνιαζε η φωνή του καμιά φορά σαν έπιανε βροχή και τρύπωνε μες στα χωνιά που είχε πα στ’ αμάξι. Κοίταζε μόνο τη δουλειά, μάζευε λεφταδάκια. «Με μάζεψε, έλεγε, η κυρά». Μόνο για κείνη είχε μάτια. Κι ας λένε πως τη βραδιά που έπεσε στο χαντάκι πως τα ‘χε πιει σ’ ένα καφενέ που τον είχε μια νέα χήρα. Λένε πως όλο το άσπρο της ποδάρι κοιτούσε που ‘βγαινε από τη μαύρη φούστα κι όλο έλεγε στο διπλανό του που πίνανε παρέα τσίπουρο: «Είναι τόσο γαλατερό το πόδι της ή το κάνει η μαύρη φούστα;»
Η ζωή μετά το ξύλινο ποδάρι άλλαξε πολύ. Η Ευταξούλα έγινε σκληρή -Ευταξία την ξέρουν όλοι τώρα- δεν έδειχνε τον πόνο. Έγινε ξύλο άσκαφτο, κρατούσε μόνη της το σπίτι. Ξυπνούσε νωρίς για τις δουλειές που έκανε πριν όλη τη μέρα -δυο ώρες τις έφταναν τώρα. Στις εφτά πάντα επέστρεφε δίπλα στο Θανάση, για να τη βρει, να την αγγίξει μες στα νυχτικά, να τη μυρίσει. Παίζανε παρέα τον πρωινό διάλογο του ευτυχισμένου ζευγαριού που βλέπει μ’ ελπίδα τη νέα μέρα. Σαν να μην άλλαξε ποτέ τη ζωή τους ο γκρεμός και το ξύλινο ποδάρι: Φεύγει η Ευταξία για τα χωριά, μικροπωλήτρια με καινούριο αμάξι που ανήκει σ’ εταιρεία. Κι απομένει ο Σούλης να τη χαιρετά, χτυπά το ξύλινο ποδάρι.
Κι όλο αυτό να γίνεται, συνέχεια κάθε μέρα. Τα χελιδόνια που πετούν δίπλα στο αυτοκίνητό της μοιάζουν δελφίνια της στεριάς που της κάνουνε παρέα κι είναι σαν να της λένε παραπονεμένα: «Πού ‘ναι τα μαλλιά σου, που τα ξέπλεγες, τα ‘ριχνες να μοιρολογήσεις; Τώρα γιατί δεν κλαις, πού πήγε ο καημό σου; Δεν καταριέσαι πια τη μάνα σου, δεν κακίζεις το ριζικό σου;» Μα η Ευταξία προχωρεί, κλείνει τα τζάμια να μη μπει σκόνη και κρύος αέρας. Είναι πρωί κι έχει δροσιά, δεν είναι άλλος ο λόγος.
Κι ο Σούλης χάνει μαλλιά κει πίσω στο σπιτάκι. Κάνει ήχους στο πάτωμα με το ξύλινο ποδάρι. Τώρα πια δεν τραγουδάει Καζαντζίδη. Βραχνιάζει με στιχάκια που μαθαίνει απ’ την τηλεόραση. Κάθε βδομάδα κι άλλο κολλάει και τραγουδάει. Άλλο που είναι σήμα εκπομπής, άλλο που διαφημίζει γάλα παιδικό…
Και ζουν αυτοί επαναληπτικά μια μέρα που τη μάθαν. Τη βγάζουνε πιο γρήγορα, τελειώνει και περισσεύει. Βιάζονται να τη συνεχίσουν το πρωί λες και θέλουν από τότε να την τελειώσουν.
.
[Πώς θα ‘θελα να ‘ταν παραμύθι πραγματικό και να το τέλειωνα ωραία, πως «ζήσανε αυτοί καλά…»! Πώς να την αλλάξω τη ζωή της Ευταξίας και του Σούλη; Να τη γυρίσω στην αρχή να γίνουν Ευταξούλα και Θανάσης; Αυτό θα ήταν η χαρά ή μια άλλη μισή ευτυχία;] CE_
.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΔΑ (Καρδίτσα, 1999), ως κυριακάτικο αφήγημα της ενότητας Η Πόλη Τού Πέφτει Μικρή.
.
Ο Δημήτρης Ντανόπουλος ασχολείται με το δημοσιογραφικό λόγο και τα media ως συντάκτης και ερευνητής. Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες ΠΑΤΡΙΔΑ (Καρδίτσας), εμπρός (Ναυπάκτου) καθώς και με το περιοδικό SOUL. Τις σκέψεις του τις δημοσιοποιεί και στο προσωπικό του ιστολόγιο ce-2.blogspot.com
[ facebook ] [ twitter ] [ e-mail ]

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω.

Ο Χαλεπάς και η Κοιμωμένη του

 http://nikos-arts.blogspot.com/2009/12/blog-post_29.html

Γλυπτό του Χαλεπά από το ψυχιατρείο
Μόλις δύο χρόνια πριν, η περίπτωση του κορυφαίου Ελληνα γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά (1851-1938) αντιμετωπιζόταν ακόμα με αμηχανία. Αν και η αξία του έργου του είχε αναγνωριστεί αρκετές δεκαετίες πριν, από ειδήμονες και μη, δεν είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε την τέχνη του σε όλη την έκτασή της σε μια μεγάλη έκθεση.

Από την επίσκεψη του Χαλεπά στο γλυπτό της Κοιμωμένης στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών
Τελικά τον Ιανουάριο του 2007 είδαμε από κοντά σχεδόν το σύνολο της καλλιτεχνικής δημιουργίας του Τηνιακού γλύπτη στην Εθνική Γλυπτοθήκη: περισσότερα από 95 γλυπτά και 125 σχέδια παρουσιάστηκαν 156 χρόνια από τη γέννησή του. Εργα του Γιαννούλη Χαλεπά, σχέδια και γλυπτά, συμπεριλήφθηκαν και το καλοκαίρι που μας πέρασε στη 2η Μπιενάλε της Αθήνας. Στην έκθεση της διοργάνωσης «Hotel Paradies», σε επιμέλεια της Νάντιας Αργυροπούλου, το έργο του Χαλεπά συνυπήρξε με εκείνο των Ν. Πεντζίκη, Κ. Ανγκερ, Π. Νομπλ κ.ά.
Η τέχνη του Τήνιου δημιουργού, έστω κι ένα μικρό μέρος της, εκτίθεται από τις 14 Ιανουαρίου και στην Γκαλερί Kalfayan (Χάρητος 11) στο Κολωνάκι. Πρόκειται για έκθεση με έξι γλυπτά και περίπου 120 σχέδια προερχόμενα από ιδιωτικές συλλογές: «Η μοντέρνα κυρία», φιλοτεχνημένη πριν από το 1924, η «Βοσκοπούλα» με τη μορφή της θέας Αθηνάς, που είναι το μοναδικό αγαλματίδιο που σώθηκε από τα χρόνια του γλύπτη στο ψυχιατρείο, η «Κόρη με το τριαντάφυλλο» από το 1937, «Η Αθηνά με καθρέφτη», «Νηρηίδες» κ.ά.
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς υπήρξε παιδί οικογένειας φημισμένων Τηνίων μαρμαρογλυπτών. Ο πατέρας του Ιωάννης και ο θείος του είχαν μεγάλη οικογενειακή επιχείρηση μαρμαρογλυπτικής με παραρτήματα στη Σμύρνη, στο Βουκουρέστι και στον Πειραιά. Ο Γιαννούλης, ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέλφια της οικογένειας, είχε δείξει από μικρός το ενδιαφέρον του για τη μαρμαρογλυπτική. Παρά την κλίση του οι γονείς του τον προόριζαν για έμπορο. Ο ίδιος όμως επέμεινε και σπούδασε γλυπτική, αρχικά στο Σχολείον των Τεχνών της Αθήνας, στο πλευρό του Ελληνοβαυαρού γλύπτη Λεωνίδα Δρόση, από τον οποίο δέχτηκε και την επιρροή του κλίματος του νεοκλασικισμού, ενώ άρχισε να εξοικειώνεται με τα αγαπημένα του μυθολογικά θέματα. Αργότερα βρέθηκε με υποτροφία στο Μόναχο, όπου γοητεύτηκε από το ρεαλιστικό κίνημα της εποχής και τον δυναμικό ρεαλισμό του γλύπτη Ρίτσελ.
Ο τραγικός μύθος του καλλιτέχνη υφάνθηκε από τις σκληρές δοκιμασίες της ζωής του, την καθήλωσή του στην ψυχοπάθεια και τον εγκλεισμό από το 1888 και για δεκατρία χρόνια στο Δημόσιο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Το 1901 επέστρεψε στην Τήνο, αλλά δεν δούλεψε παρά μόνο μετά τον θάνατο της καταπιεστικής μητέρας του, το 1916. Από αυτή την περίοδο έχει διασωθεί μεγάλος αριθμός σχεδίων και προπλασμάτων σε πηλό, από τα οποία όμως κανένα δεν έγινε σε μάρμαρο.
Διασημότερο έργο του παραμένει η περίφημη «Κοιμωμένη», γλυπτό του 1878, που θαυμάζουμε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, στον τάφο της φυματικής νέας Σοφίας Αφεντάκη. Εργο που από μόνο του θα μπορούσε να χαρίσει στον Χαλεπά την αθανασία. 


Βοηθάνθρωποι του Βαγγέλη Ευαγγελίου

 http://www.onestory.gr/post/23061186235

 _ΒΟΗΘΑΝΘΡΩΠΟΙ

του Βαγγέλη Ευαγγελίου *
.
“Αφήστε το μήνυμά σας μετά τον χαρακτηριστικό ήχο”
ΒΟΗΘΕΙΑ! ΒΟΗΘΕΙΑ! Φωνάζω σ’ ένα άψυχο μικρό παραλληλόγραμμο τηλέφωνο, που με βοηθάει να θυμάμαι την αίσθηση της αφής. Μήπως και κάποιος με ακούσει και καλέσει Bοηθανθρώπους να με πάρουν από τη Γη και να με πάμε ξανά στη μόνιμη κατοικία μου. Το μικρό εκείνο πλανήτη με το θηλυκό όνομα “Γαλήνη”. Μπρούμυτα, φωνάζω ΒΟΗΘΕΙΑ! ΒΟΗΘΕΙΑ! Μα κανείς δεν ακούει σε έναν ολόκληρο κόσμο; (αναρωτήθηκα). Ακούω φωνές έξω από τη μεγάλη ξύλινη πόρτα του μικρού ξύλινου σπιτιού μου. Ανησυχούν νιώθω, για όποιον είναι μέσα και χρειάζεται βοήθεια. Εγώ είμαι μέσα. Εγώ χρειάζομαι Βοήθεια! Και όταν γίνω καλά, θα κάνω καλά αυτούς που είναι έξω τώρα.
Ένα κλειδί κρυμμένο τους βοηθά να μη σπάσουν την πόρτα. Εγώ ακόμα μπρούμυτα. Σα να θέλει ο Θεός να μπουσουλήσω! Μωρό ανυπεράσπιστο άλλωστε ήμουν εκείνη τη στιγμή και χρειαζόμουν μανάδες που στέλνουν τα παιδιά τους στον πόλεμο και τα περιμένουν να γυρίσουν. Σε πόλεμο ήμουν. Γυρισμένος κιόλας. Μπρούμπυτα. Στην πρώτη τους επαφή με μένα ένιωσα πως υπάρχουν ακόμα Βοηθάνθρωποι που σε αγγίζουν χωρίς γάντια και σου ακουμπούν τα κόκκαλα σα να είναι σάρκα! Πάλι σε αναπηρικό καροτσάκι και έξω η θέα να έχει δακρύσει που με βλέπει βάλτο! “Βάλ’ το παιδί ήρεμα μέσα στο ασθενοφόρο, γιατί είναι μωρό στην πλάτη”, λέει κάποιος. Ανοίγω κάποια στιγμή τα μάτια και το ασθενοφόρο είχε εκείνο το λευκό χρώμα που έχουν οι νεκροί. Αρκετά μετά την αρπαγή της ζωής τους. Εγώ ήξερα ότι ήμουν ζωντανός γιατί είχα ακόμα γνώση πως μου αρέσουν οι καραμέλες. Δε ζήτησα.
Σε λίγα λεπτά, βρισκόμουν σ’ ένα φορείο με μπόλικους γιατρούς και νοσοκόμους από πάνω μου. Όλοι τους είχαν ευγενικές φωνές. Φυσιογνωμίες ακόμα δεν ήξερα, αφού είχα τα μάτια κλειστά. Άκουγα! Μόνο άκουγα και περισσότερο εμένα που παραμιλούσα αλήθειες. Κάποιοι τις κρυφάκουγαν. Πόσο όμορφο να κρυφακούς αλήθειες από το να φανερακούς ψέματα.. Βρέθηκα εντός λεπτών, στα επείγοντα περιστασιακά! Ευκαιριακή κατάσταση. Να την άφηνα; Που βρίσκεται η ευκαιρία μέσα σ’ ένα νοσοκομείο; Θα μου πεις. Σωστά. Οι ευκαιρίες είναι έξω και έχεις την ευκαιρία να τις δεις από απόσταση. Ακόμα και να τις πιάσεις. Όπως πιάνανε το χέρι μου για να γνωριστεί με φιλικές βελόνες. Κάποτε τις φοβόμουνα, μα μεγαλώνοντας κατάλαβα το πόσο σημαντικό είναι να βρίσκουν φλέβα.. Κοιτάσματα ένα σωρό ρέουν μέσα μου, τα οποία προσφέρονται προς εκμετάλλευση. Στην προκειμένη, στους γιατρούς και νοσοκόμες. Μετά το εξιτήριο, σε περισσότερους.
Είχα καιρό να διανυκτερεύσω σε δωμάτιο νοσοκομείου. Σκεφτόμουν πως είναι ξενοδοχείου για να νιώσω καλύτερα. Μα οι αναστεναγμοί άλλων ασθενών, δε βοηθούσαν σε αυτή την φαντασίωση. Εκτός κι αν έμπαινα σε άλλη φαντασίωση, λόγω αναστεναγμών, πως οι γείτονες είναι ζωηρούληδες. Μα δεν τα κατάφερνα, αφού έβλεπα τον ορό να μου κλείνει το μάτι κάθε φορά που μία σταγόνα ξέφευγε από μέσα του, για να γνωριστεί με το αίμα μου. Με το δικό μου μέσα! Η πόρτα είχε το νούμερο 209. Κάποτε σε νοσοκομείο της Αθήνας ήμουν 7 μήνες σε δωμάτιο με τίτλο 151. Ανέβηκα 58 νούμερα. Δεν το θεώρησα προαγωγή βέβαια. Άσε που αναζητούσα την απόλυση γρήγορα. Για να με προσλάβουν έξω, κάποιες από τις ευκαιρίες που λέγαμε παραπάνω. Πάντως ένιωθα οικεία στο νοσοκομείο για πολλούς λόγους. Γιατί χτυπούσε το τηλέφωνο από ανθρώπους που ήθελαν να μάθουν πως είμαι. Γιατί υπήρχαν φίλοι που με φρόντιζαν κατά τη διάρκεια της νύχτας. Γιατί κάποιοι υπάλληλοι του νοσοκομείου μου έλεγαν “Άντε γίνε γρήγορα καλά να σε ακούσουμε Δευτέρα στο Ραδιόφωνο”. Ένιωθα δηλαδή, να είμαι σ’ ένα περιβάλλον με συγγενείς.
Και έτσι οι λευκοί τοίχοι, άρχισαν να αποκτούν χρώμα και τύχη! Για να πιστέψω πως δεν είναι στη φαντασία μου, έπιασα τον τοίχο πάνω από το κρεβάτι μου και λερώθηκα με ένα κατακόκκινο! Το κόκκινο του πάθους για ζωή. Πάντα λερωμένοι μας εύχομαι..
.
Ο Βαγγέλης Ευαγγελίου είναι Ποιητής - Συγγραφέας. Γεννήθηκε στις 25 Μαΐου 1978, στην Αθήνα. Όμορφο μωρό λένε γνωστοί και άγνωστοι. Αργότερα άρχισε να μπαίνει η ομορφιά εντός του και να χάνεται από εκτός του. Σιχαίνεται τους χάρτες. Δημιουργεί τους προορισμούς του. Μονήρης και Αυτοεπιβεβαιούμενος. Η συναρμολόγηση σκέψεων, εικόνων, παρατηρήσεων, αποτελεί καθημερινή ασχολία του. Κοπάδια λέξεις περνούν καθημερινά από μπροστά του.. Ποιές να πρωτοπιάσει; 
Περισσότερα, στις προσωπικές του ιστοσελίδες: www.vaeva.gr / www.1978.gr

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω.
 

Διεθνής Ημέρα ...

 http://www.neolaia.gr/2012/05/15/15-maiou-diethnis-imera-oikogeneias/#ixzz1ux5JMvKd

Έχει καθιερωθεί από το 1993 από τον ΟΗΕ να γιορτάζεται η 15η Μαΐου ως Διεθνής Ημέρα Οικογένειας.
Η μέρα είναι για να θυμόμαστε τη σημασία του θεσμού της οικογένειας, ως πυρήνα γύρω από τους υπόλοιπους δεσμούς γύρω μας, αλλά και τη ζωή μας γενικότερα. Στο φετινό εορτασμό τονίζεται η σημασία της ισορροπίας μεταξύ εργασίας και οικογένειας, με στόχο την επαγγελματική, αλλά και προσωπική ευτυχία, χωρίς να παραμερίζεται κάποια από τις δυο.
                                       

                                   ------------------------------------


Ζωτικής σημασίας η ισορροπία μεταξύ εργασίας και οικογενειακής ζωής προς όφελος των οικογενειών και της κοινωνίας γενικότερα, τονίζει σε μήνυμά του για τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Οικογένειας, ο ΓΓ του ΟΗΕ.
                                                                
«Ο στόχος είναι να βοηθήσουμε τους εργαζόμενους να συνεισφέρουν τόσο οικονομικά όσο και συναισθηματικά στις οικογένειές τους, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των κοινωνιών τους» αναγέρει στο μήνημά του ο ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών και συνεχίζει «οι σημερινές τάσεις υπογραμμίζουν την αυξανόμενη σημασία των πολιτικών εργασίας-οικογένειας. Αυτές περιλαμβάνουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, την αυξανόμενη αστικοποίηση και την κινητικότητα στην αναζήτηση θέσεων εργασίας. Καθώς οι οικογένειες γίνονται μικρότερες και οι διαφορετικές γενιές ζουν χωριστά, υπάρχουν λιγότερο διαθέσιμοι συγγενείς για να προσφέρουν φροντίδα, ενώ οι γονείς που εργάζονται αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερα εμπόδια».

«Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο στερούνται αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας και κοινωνικής υποστήριξης για την φροντίδα των οικογενειών τους. Η οικονομικά προσιτή και ποιοτική φροντίδα των παιδιών είναι σπανίως διαθέσιμη στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου πολλοί γονείς αναγκάζονται να αφήνουν τα προσχολικής ηλικίας παιδιά τους μόνα στο σπίτι. Πολλά μικρά παιδιά, επίσης, αφήνονται στη φροντίδα των μεγαλύτερων αδελφών τους, που με τη σειρά τους, εγκαταλείπουν το σχολείο. Ορισμένες χώρες διαθέτουν γενναιόδωρες πρόνοιες σχετικά με τις μητρικές και πατρικές άδειες. Πολλές περισσότερες, ωστόσο, προσφέρουν λίγα ευεργετήματα σε σχέση με τα διεθνή πρότυπα. Οι πρόνοιες για την άδεια πατρότητας εξακολουθούν να είναι σπάνιες στην πλειοψηφία των αναπτυσσόμενων χωρών» προσθέτει ο Μπαν Κι Μουν και υπογραμμίζει ότι πρέπει να ανταποκριθούμε στις συνεχώς μεταβαλλόμενες πολυπλοκότητες της εργασιακής και οικογενειακής ζωής.


Τέλος, ο γγ του ΟΗΕ χαιρετίζει τη δημιουργία φιλικών προς την οικογένεια χώρων εργασίας μέσω της παροχής γονικής άδειας, των ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας και της καλύτερης φροντίδας των παιδιών.
ΦΩΤΟ: feelgooder.com
                               -----------------------------------------


              
Η 15η Μαΐου έχει καθιερωθεί από το 1985 ως η Μέρα Αντιρρησιών Συνείδησης.
Αντιρρησίες συνείδησης είναι όσοι αρνούνται να στρατευτούν, επικαλούμενοι θρησκευτικούς, φιλοσοφικούς, ηθικούς λόγους. Στην Ελλάδα, έχουν τις επιλογές να υπηρετήσουν άοπλη στρατιωτική θητεία, ή να πραγματοποιήσουν διπλάσια κοινωνική υπρεσία. Μάλιστα, το δεύτερο δεν αρέσει πολύ στο εξωτερικό, μιας και φαίνεται σαν παραδειγματική εναλλακτική επιλογή της στρατιωτικής θητείας.
Η Διεθνής Αμνηστία με τη σειρά της, είναι απογοητευμένη από τις συνεχείς δίκες των αντιρησσιών συνείδησης και τον προβληματικό νόμο που υπάρχει στη χώρα μας.
                                  
                           --------------------------------------------

Αντιρρησίας συνείδησης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Μνημείο για τους συνειδησιακούς αντιρρησίες της στρατιωτικής υπηρεσίας, οι οποίοι «καθιέρωσαν και υποστηρίζουν το δικαίωμα στην άρνηση του φόνου». Tavistock Square, Λονδίνο.
Αντιρρησίας συνείδησης είναι το άτομο που αρνείται να υπηρετήσει στις ένοπλες δυνάμεις λόγω της συνείδησής του με βάση τις θρησκευτικές, ηθικές ή ιδεολογικές πεποιθήσεις του.
Σε ορισμένες από τις χώρες όπου η στρατιωτική θητεία είναι υποχρεωτική, δίνεται η δυνατότητα στους αντιρρησίες συνείδησης να επιλέξουν να υπηρετήσουν το κοινωνικό σύνολο σύμφωνα με τη συνείδησή τους μέσω εναλλακτικής κοινωνικής υπηρεσίας.
Για το ιστορικό και την τρέχουσα κατάσταση αναφορικά με τους αντιρρησίες συνείδησης στην Ελλάδα βλέπε το άρθρο Αντιρρησίες συνείδησης στην Ελλάδα.
                                                     

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω.

Δημοφιλείς αναρτήσεις