Η κρητική Πρωτοχρονιά ήταν πάντα ημέρα καλωσορίσματος της νέας χρονιάς, ημέρα φόβου αλλά και αισιοδοξίας, την οποία φρόντιζαν να ενισχύσουν με την πιστή τήρηση εθιμικών ενεργειών που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ευνοϊκό κλίμα, καθοριστικό για τη συνέχεια μιας μακράς περιόδου.
Σήμερα το καλωσόρισμα του νέου χρόνου γίνεται με μεγάλες συγκεντρώσεις στις πλατείες των μεγάλων αστικών κέντρων, με το στολισμένο πανύψηλο χριστουγεννιάτικο δέντρο, με τα χιλιάδες χρωματιστά λαμπιόνια, με ορχήστρες σε εξέδρες να διασκεδάζουν το πλήθος και το δήμαρχο της πόλης να καλωσορίζει με ευχές το νέο έτος, δίδοντας το σύνθημα για ξέφρενη διασκέδαση, μέσα σε μια ομοβροντία πολύχρωμων και φανταχτερών βεγγαλικών που για λίγα λεπτά διασπούν την ηρεμία και τη γαλήνη των πρώτων λεπτών του νέου χρόνου.
Η μουσική που ακούγεται παντού δεν έχει καμία σχέση με τα παραδοσιακά ακούσματα, αφού κυριαρχούν τα γνωστά επείσακτα εορταστικά τραγούδια και σύγχρονη ξένη μουσική. Το αστικό μοντέλο μεταφέρθηκε μέσω συλλόγων στα χωριά, οι οποίοι φροντίζουν μέσω χορηγιών και εράνων να πληρώσουν σημαντικά ποσά που απαιτούνται για την αγορά πυροτεχνημάτων και φωτιστικών για να στολίσουν κάθε κεντρικό σημείο του χωριού ώστε να δώσουν τον πανηγυρικό χαρακτήρα.
Ο νέος αιώνας πρόσθεσε μια καινούργια απρόσμενη αλλαγή στην ανταλλαγή των ευχών. Ο σύγχρονος τρόπος επικοινωνίας με την κυριαρχία της κινητής τηλεφωνίας και του ίντερνετ αναπτύχθηκε, και επικράτησε ένας νέος τρόπος ανταλλαγής ευχών με ηλεκτρονικά μηνύματα. Πάντως η έκφραση των Κρητικών με μαντινιάδες δεν έπαψε να υπάρχει, μιας και η νέα τεχνολογία ευνόησε τη διάδοση της ευχετήριας μαντινιάδας ανάμεσα σε συγγενείς και φίλους σε όλα τα μέρη του κόσμου.
Μετά τη δεκαετία του '60 το τοπίο της αγροτικής Κρήτης έχει διαφοροποιηθεί λόγω των σαρωτικών αλλαγών που διαμόρφωσαν οι νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Η παγκοσμιοποίηση άλλαξε το τοπίο, άλλαξε τις συνήθειες, άλλαξε τα δεδομένα. Η αστικοποίηση ανέδειξε έθιμα που έχουν οικονομικό ενδιαφέρον (π.χ. κάλαντα) ή παρουσιάζουν κάποιο βαθμό εμπορευματοποίησης (π.χ. οι υπαίθριοι πωλητές ασκελετούρας, που τυλίγουν τις ρίζες τους σε αλουμινόχαρτο). Παράλληλα ήρθαν στην επιφάνεια και αναδείχθηκαν νεοφανή ή παλιότερα έθιμα του αστικού χώρου, όπως το πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν και τα αγιοβασιλιάτικα δώρα, με την πλήρη κυριαρχία του παχουλού και καλοθρεμμένου γέροντα βορειοδυτικού τύπου με ένα σακί γεμάτο πλούσια δώρα που τον ονομάζουν Άγιο Βασίλη.
Η ΚΑΛΗ ΧΕΡΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑΠαραδοκάκκουλο αντί πορτοφολιού
Δηλαδή χρήματα αντί για δώρα. Παλιότερα μάλιστα, που έκαναν καλή χέρα στα παιδιά όχι μόνο οι στενοί συγγενείς, αλλά όλοι οι μεγάλοι, τα παιδιά φρόντιζαν, πολλές μέρες πριν από την Πρωτοχρονιά, να τους ράψει η μάνα τους το παραδοκάκκουλο - πορτοφόλια δεν υπήρχαν τότε - για να βάλουν τις... εισπράξεις από την καλή χέρα. Εκείνες τις μέρες, που τα παιδιά είχαν χαρτζιλίκι, δεν έλειπε και ο τσούκος, παιδικό παιχνίδι που παιζόταν με λεφτά, συνήθως δεκάρες και κοσάρες.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΑΝΑΟ αγιασμός των κουδουνιών
Στα Καπετανιανά την Αρχιχρονιά δένουν τα κουδούνια του κοπαδιού σε καθαρά μαντίλια και τα πάνε στην εκκλησία. Τα αφήνουν εκεί και τα παίρνουν μετά τον αγιασμό για να τα κρεμάσουν στα ζώα.
ΠΑΝΩ ΧΩΡΙΟ ΙΕΡΑΠΕΤΡΑΣΒότσαλο ή πέτρα
Η προμήθεια από την προηγούμενη ημέρα ενός μεγάλου βότσαλου (χοχλάκα) από τη θάλασσα, μιας πέτρας ή ενός κομματιού σίδερου ήταν το πρωτοχρονιάτικο ποδαρικό. Η Λίτσα Μιχελάρου από το Επάνω Χωριό Ιεράπετρας θυμάται: «Πρωί-πρωί της Πρωτοχρονιάς η μητέρα μου πήγαινε και έφερνε μια πέτρα την οποία τοποθετούσε στην είσοδο του σπιτιού».
ΕΧΥΝΑΝ ΝΕΡΟ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙΠρωτοχρονιά χωρίς ρόδι δε γινόταν
Το σπάσιμο του ροδιού, που συμβολίζει την επάρκεια των αγαθών, τον πλούτο, την ενότητα των ανθρώπων, εξακολουθεί μέχρι και σήμερα ως έθιμο. Την παραμονή έξω από το σπίτι άφηναν μια κανάτα ή ένα ποτήρι γεμάτο νερό με ένα ρόδι σόγεμο. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς το έβαζαν μέσα στο σπίτι, έχυναν στο δάπεδο το νερό λέγοντας «ως τρέχει η βρύση το νερό, ετσά να τρέξουν τα καλά στο σπίτι μας», σπάζοντας και το ρόδι.
Η ΑΣΚΕΛΕΤΟΥΡΑΈξω απ' την πόρτα
Η ασκελετούρα την Πρωτοχρονιά διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο. Στην Κρήτη πιστεύουν ότι το φυτό αυτό είναι αθάνατο και μπορεί να βλαστήσει και έξω από το χώμα για αυτό είναι και αναπόσπαστο κομμάτι των πρωτοχρονιάτικων εθίμων. Σε πολλές περιοχές του νησιού τις ξεριζώνουν και την κρεμούν στην κεντρική είσοδο του σπιτιού ή την άφηναν έξω από την πόρτα.
ΣΕ ΠΟΛΛΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣΠοδαρικό των εικονισμάτων
Τον εσπερινό της Πρωτοχρονιάς ή ακόμα από το σπερνό των Χριστουγέννων οι γυναίκες πηγαίνουν στην εκκλησία ένα εικόνισμα από το εικονοστάσι του σπιτιού. Το παραδίδουν στον παπά για να το τοποθετήσει στο ιερό της Εκκλησίας. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας παραλαμβάνουν μαζί με το αντίδωρο την εικόνα και τη μεταφέρουν στο σπιτικό τους. Όταν μπαίνουν μέσα στο σπίτι με την εικόνα κάνουν το σταυρό τους, βάνουν πρώτα το δεξί πόδι, περιφέρουν την εικόνα σ' όλα τα δωμάτια, τη θυμιάζουν με λιβάνι και την κρεμούν πάλι στο εικονοστάσι. Το έθιμο αυτό συναντάται σε όλη την Κρήτη, αλλά όχι σε όλους τους οικισμούς.
Ο αείμνηστος εκπαιδευτικός Γεώργιος Δημητριανάκης καταγράφοντας το έθιμο στο Μύρτο Ιεράπετρας αναφέρει: «Μόλις περάσουν τα μεσάνυχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς όλες οι γυναίκες του χωριού σηκώνονται και πηγαίνουν στην Εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, για να πάρουν ένα εικόνισμα και να το φέρουν στο σπίτι. Όταν μπαίνουν μέσα στο σπίτι με το εικόνισμα, κάνουν το σταυρό τους, βάνουν πρώτο το δεξί πόδι, περιφέρουν το εικόνισμα, το θυμιάζουν με λιβάνι και ύστερα το επιστρέφουν στην εκκλησία για να το πάρει κι άλλος, επειδή τα εικονίσματα είναι λίγα».
Στις Ασίτες το εικόνισμα το πάνε σαράντα μέρες πριν την Πρωτοχρονιά. Στα χωριά των Χανίων συνήθιζαν να πλάθουν μικρούς σταυρούς με ζυμάρι και να τους βάζουν στις πόρτες των σπιτιών, στις αποθήκες, ακόμη και στους στάβλους και στα πιθάρια.
ΑΓΡΟΤΙΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Κεράσματα της βρύσης
Η βρύση ή το πηγάδι από το οποίο υδρεύονταν οι αγροτοκτηνοτροφικοί οικισμοί της κρητικής υπαίθρου αποτελούσαν χώρους σεβαστούς και τόπους συναντήσεων εξυπηρετώντας την ανάγκη των κοινωνικών συναναστροφών με κάποια σχετική ελευθερία, που ξέφευγε από τα αυστηρά ήθη των παραδοσιακών κοινωνιών. Το κέρασμα της βρύσης το πρωί της Πρωτοχρονιάς έχει παρατηρηθεί σε πολλούς αγροτικούς οικισμούς, διάσπαρτους στην Κρήτη.
Στην Ανατολή Ιεράπετρας «οι κοπελιές κερνούσαν τη βρύση κάθε πρωί Πρωτοχρονιάς με κουλουράκια». Κάθε γυναίκα που πήγαινε το πρωί στη βρύση του χωριού για να γεμίσει τη στάμνα της κρατούσε κι από ένα πιάτο με ξεροτήγανα, κουλουράκια, ανεβατά λουκούμια και άλλα. Τα άφηνε πάνω σε μια πέτρα για να τα βρει η επόμενη που θα πήγαινε για να γεμίσει το σταμνί της. Εκείνη τα έπαιρνε και άφηνε τα δικά της για την επόμενη. Έτσι λειτουργούσε όλη την ημέρα ένα σύστημα ανταλλαγής δώρων. Δεν είναι δυνατόν να διερευνηθεί σήμερα η έκταση του εθίμου πριν τον 20ο αιώνα. Πιθανότατα το έθιμο αυτό να ήταν διαδεδομένο σε όλο ή, έστω, σε ένα πολύ μεγάλο τμήμα του νησιού και επιβίωσε μόνο σε μερικές μικρές εστίες.
ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟΤο αμίλητο νερό
Ο Βαϊνιώτης Γιάννης Νικ. Ζουγλάκης στο βιβλίο του «Βαϊνιά νοσταλγική διαδρομή στο χρόνο» αναφέρει:
«Το αμίλητο νερό ήταν έθιμο που με την πάροδο του χρόνου υποχωρούσε. Σύμφωνα με το έθιμο αυτό, συνήθως ένα κορίτσι της οικογένειας πήγαινε αποδιαφώτιστα (το χάραμα) με ένα δοχείο (λαήνι) στο υδραγωγείο και το γέμιζε νερό. Στη διαδρομή δεν αντάλλασσε κουβέντα με κανέναν ούτε χαιρετισμό, μέχρι να φέρει το νερό στο σπίτι. Εάν την έπαιρναν χαμπάρι, άρχιζαν τα πειράγματα και μερικές φορές το εγχείρημα αποτύγχανε. Προφανώς και το έθιμο αυτό είχε τη σημασία του ποδαρικού και η προσπάθεια να παραμείνει αμίλητο ίσως είχε το συμβολισμό ότι ήθελαν να μπει στο σπίτι με την πηγαία καθαρότητά του, την αγνότητα και την προστασία του από κάθε επίδραση άλλων παραγόντων για το καλό του χρόνου».
ΚΟΙΤΑΖΑΝ ΑΝΑΤΟΛΗΤο παρατήρημα της πρώτης μέρας
Το παρατήρημα ήταν ένα στοιχείο των ανθρώπων. Αλίμονό σου αν στο ξεκίνημα της ημέρας συναντούσες και έπρεπε να καλημερίσεις ένα γρουσούζη. Η πρώτη μέρα του χρόνου σαν αρχή μιας μακράς περιόδου ήταν καθοριστική και μια πράξη που μπορεί να γίνει εκείνη την ημέρα μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες επανάληψης. Η στεναχώρια της πρώτης μέρας του χρόνου μπορούσε να διατηρηθεί επαναλαμβανόμενη για όλο το υπόλοιπο διάστημα. Για αυτό και παρατηρούσαν ποιον θα έβλεπαν οι άνθρωποι το ξημέρωμα. Μόλις ξυπνούσαν την Πρωτοχρονιά φρόντιζαν να κοιτάξουν στην ανατολή, στο βουνό και όχι τη θάλασσα.
ΗΡΑΚΛΕΙΟ Το έθιμο της μπουγάτσας
Από την περίοδο της τουρκοκρατίας η μπουγάτσα στο Ηράκλειο είχε την τιμητική της κατά το Μπαϊράμι. Για τους χριστιανούς συνδεόταν με την αλλαγή του χρόνου, την Αρχιχρονιά και τα Θεοφάνεια. Οι Ηρακλειώτες καταναλώνουν ανήμερα της Πρωτοχρονιάς μεγάλες ποσότητες μπουγάτσας, θέλοντας να είναι γλυκιά η πρώτη τους γεύση. Μάλιστα σε όλους τους δρόμους του Ηρακλείου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έχουν στηθεί υπαίθριοι πάγκοι για τη διανομή μπουγάτσας.
Ε, Γενάρη καλαντάρη...Τα όνειρα που βγαίνουν...
Η Αγγελική Κουδουμογιαννάκη από το Καβούσι Ιεράπετρας, ογδόντα ετών σήμερα, θυμάται:
«Την παραμονή της Αρχιχρονιάς οι κοπελιές προσπαθούσαν να δουν στον ύπνο τους τον άνδρα που θα παντρευτούν, οι έγκυες το φύλο των παιδιών που πρόκειται να γεννηθούν και γενικότερα το πώς θα είναι η καινούργια χρονιά. Θυμιάζοντας το σπίτι όταν έπαιζε η καμπάνα του εσπερινού, λέγανε:
Ε, Γενάρη καλαντάρη
και χρυσέ και διαμαντάρη,
απ' την έρημο περνάς
και τσι μοίρες χαιρετάς.
Εκειά 'ν' κι εμένα η Μοίρα μου,
λούζεται, χτενίζεται
και χρυσοβαγγελίζεται.
Πες της να 'ρθει να τηνε δω
απού την επιθυμώ.
Ή καλή 'ναι ή κακή 'ναι
στ' όνειρό μου να τη δω».