Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

Το εφικτό του ανέφικτου και η ηρωική ιστορία του ανθρώπου

Το παρακάτω άρθρο με συγκινεί ιδιαιτέρως. Αν και είναι ένα συνοπτικό κείμενο, εμπεριέχει τεράστια θετική δυναμική, που  μπορούμε πιστεύω όλοι οι Έλληνες,        να αντλήσουμε,να αξιοποιήσουμε και να αναπαράγουμε σήμερα, ώστε να δημιουργήσουμε θετικές προοπτικές για το μέλλον  μας . 

http://www.antifono.gr/portal/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B5%CF%82/%CE%9A%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B1-%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AF%CE%B1/%CE%86%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%B1/3509-%CE%A4%CE%BF-%CE%B5%CF%86%CE%B9%CE%BA%CF%84%CF%8C-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CE%BD%CE%AD%CF%86%CE%B9%CE%BA%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B7%CF%81%CF%89%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%BF%CF%85.html

Το εφικτό του ανέφικτου και η ηρωική ιστορία του ανθρώπου

Κατερίνα Δ. Χατζοπούλου

Αν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να αγωνιστούμε σήμερα, αυτό είναι η εξυγίανση της νοοτροπίας μας και η καλλιέργεια της ελπίδας για την βελτίωση των πραγμάτων. Από την ελπίδα θα προκύψει και η προσωπική μας προσπάθεια στο μέτρο που ο καθένας θέλει και μπορεί. Βελτίωση των πραγμάτων εννοούμε τον περιορισμό αυτού που απλοϊκά μπορούμε να ονομάσουμε «κακό» (έγκλημα, οικονομική δυσχέρεια, ανεργία, πείνα, πόλεμος, αρρώστια). Όσον αφορά την εθνική μας συγκυρία, έχουμε συνήθως την τάση να προσωποποιούμε ή να συγκεκριμενοποιούμε την αιτία του κακού, να το βλέπουμε σε ανθρώπους και σε ιδεολογίες, στον πολιτικό χώρο, σε ομοεθνείς και αλλοεθνείς. Όμως το κακό, με την έννοια του ανεπιθύμητου, είναι φαινόμενο και είναι πολυπαραγοντικό.  Δεν εξαντλείται ούτε σε πρόσωπα, ούτε σε χώρους, ούτε στους 
δικούς μας, ούτε στους ξένους.

Η χώρα μας είναι μια νεαρή δημοκρατία που βγήκε μέσα από πολλές δυσχέρειες με κόπο και με θυσία. Είναι μια νεαρή δημοκρατία με απότερο πρόγονο, που όλο τον επικαλούμαστε και στην ουσία του μόνο τον αγνοούμε. Και είμαστε και σίγουροι ότι το πράγμα δεν μπορεί να αλλάξει. Οι λόγοι μπορεί να είναι πολλοί. Η Τουρκοκρατία αφενός μας έκανε άσχημο ξεδιάλεγμα. Καμιά φορά φαίνεται πως οι καλοί πεθάναν. Αφετέρου οι εξωτερικοί και εσωτερικοί πόλεμοι που ακολούθησαν, η πείνα, τα ανελεύθερα καθεστώτα και οι ποικίλες προπαγάνδες εξωελληνικής προέλευσης, ο οποίες, έστω και με καλή προαίρεση να πούμε (η προαίρεση είναι κάτι για το οποίο σπάνια έχουμε απτές αποδείξεις) μας άφησαν επίσης δυσάρεστα κατάλοιπα. Ας μην είμαστε λοιπόν αυστηροί με τη χώρα μας ή με το λαό μας ή με μας τους ίδιους ή ακόμη και μ’αυτούς τους πολιτικούς μας για την παρούσα κατάσταση μιας χώρας με τόσο ταραγμένο πρόσφατο παρελθόν. Άλλωστε συμβαίνουν αυτά στις υπαρκτές δημοκρατίες.

Μέσα απ’αυτό το παρελθόν φαίνεται πως φτάσαμε στο να μας διακρίνει αυτός ο διάχυτος πεσιμισμός, η βεβαιότητα για το αδιέξοδο σε ποικίλους βαθμούς, άλλοτε ο θυμός, η βία και η ασέβεια προς το ανθρώπινο πρόσωπο, είτε το δημόσιο, είτε αυτό του απλού πολίτη. Είμαστε πεπεισμένοι για την ανικανότητα των αρχών και την ανεπάρκεια των θεσμών. Μας ευαρεστεί η κατασυκοφάντηση της παιδείας. Η ηθική και πολύπλευρη υποτίμηση του άλλου. Η απαξίωση της νέας γενιάς. Η απαξίωση της προηγούμενης γενιάς. Η απαξίωση της παρούσας γενιάς. Η απαξίωση των παραδοσιακών αξιών. Η δυσπιστία μπροστά σε κάθε αλλαγή και η βεβαιότητα πως τίποτε δεν μπορεί να γίνει. Αυτό όλο συνιστά απαξίωση του ανθρώπινου προσώπου, γιατί μέσα σε όλα απαξιώσαμε και εμάς τους ίδιους και την ίδια την ικανότητα του ανθρώπου να συμβάλλει στη βελτίωση των πραγμάτων.

Ας δούμε όμως πόσο αυτό αδικεί την ιστορία μας, όχι απλά ως λαός, αλλά ως ανθρώπινο είδος. Από την ανακάλυψη του τροχού, που χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα, μέχρι την αποκωδικοποίηση του DNA ο άνθρωπος επιδιώκει και συμβάλλει μόνιμα στην βελτίωση της καθημερινότητάς του. Επινόησε την γλώσσα. Έμαθε να μεταχειρίζεται την φωτιά. Οργανώθηκε σε κοινωνίες. Διαμόρφωσε γραπτό και άγραφο νόμο. Κατασκεύασε μοναδικά μνημεία πολιτισμού, που ακομη απορούμε πως έγιναν. Προστάτευσε και μερίμνησε για τα νεότερα μέλη των ομάδων του με αυτοθυσία. Έμαθε να συνυπάρχει και να υποχωρεί, αλλά και να αντιστέκεται. Μελέτησε τους νόμους της φύσης. Παρατήρησε και αποκάλυψε τη λογική πίσω από το ανεξήγητο. Προβληματίστηκε για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Πρότεινε και υιοθέτησε τρόπους ζωής που προωθούν την κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη. Ανακάλυψε τις αιτίες πλήθους ασθενειών και βρήκε τρόπους για την αντιμετώπισή τους. Ο άνθρωπος κατάφερε τη μεταμόσχευση μυελού των οστών και τις μη παρεμβατικές χειρουργικές μεθόδους. Βρήκε εμβόλια για τις παιδικές ασθένειες. Κατάφερε να πετάει με ασφάλεια (μετά από πολλές πολλές αποτυχίες). Πέτυχε την ηλεκτροδότηση και κατέστησε εφικτή την άμεση παγκόσμια επικοινωνία. Ο άνθρωπος μπορεί σήμερα να προβλέψει τον καιρό και να καταπολεμήσει τον καρκίνο, κάποιες φορές με επιτυχία. Καταγράφει και μελετά την βιοποικιλότητα. Ο άνθρωπος πέτυχε το οκτάωρο με κόπο και με θυσία, που είναι θεσμοθετημένο σε πλήθος χωρών. Κατοχύρωσε τα δικαιώματα του παιδιού. Ταξίδεψε στο σύμπαν. Επιβεβαίωσε την περιστροφή της Γης και την περιφορά της. Και πολλά ακόμη που σήμερα μας φαίνονται δεδομένα και ανεπαρκή και πολύ προβληματικά ακόμη.

Τίποτε από αυτά δεν ήταν εύκολο, ούτε ήταν χωρίς κόστος. Και τίποτε από αυτά δεν το πετύχαμε εμείς προσωπικά. Ήταν άλλοι, σαν εμάς, με προβλήματα και με περιορισμένες δυνάμεις. Εμείς τα παραλάβαμε. Όπως παραλάβαμε και την ίδια την χώρα μας, την ελευθερία του λόγου, τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματά μας. Τουλάχιστον οι νεότερες γενιές. Ο άνθρωπος έκανε και κάνει και άλλα πράγματα, είτε ηθελημένα είτε άθελα. Εκείνα που δεν τα αξιολογούμε ως καλά. Εκείνα για τα οποία δεν είμαστε περήφανοι. Όμως αυτά τα ξέρουμε, γιατί βρίσκονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στις συζητήσεις μας όλη την ώρα. Είναι πάντα στο επίκεντρο της προσοχής μας. Ίσως γιατί είναι ξένα προς τη φύση μας, γι αυτό και μας ενοχλούν. Αυτό που συνήθως δεν προσέχουμε είναι το αξιοθαύμαστο και ηρωικό παρελθόν και του τόπου μας και του ανθρώπινου είδους, και το απώτερο και το πρόσφατο, που αποδεικνύει το εφικτό του ανέφικτου και την αξιοθαύμαστη ανθρώπινη φύση.

Η ιστορική παρατήρηση αποδεικνύει ότι ο άνθρωπος μπορεί. Άρα ως Έλληνες και ως άνθρωποι μπορεί και να μπορούμε. Μπορεί να μην ξέρουμε πως, αλλά και μόνη η ελπίδα στο εφικτό της βελτίωσης μας ανοίγει τον δρόμο προς την προσπάθεια. Ο πολιτισμός χτίζεται σταδιακά. Όλοι μπορούν να βοηθήσουν. Ο καθένας από τη θέση που βρίσκεται. Έστω και με την ευγένεια στην καθημερινότητά μας. Έστω και με σκέψεις και συζητήσεις παραγωγικές και όχι μη παραγωγικές. Η γκρίνια δεν θα βελτιώσει τα πράγματα. Αυτό το δοκιμάσαμε. Όπως λένε «γίνε η αλλαγή που θέλεις στον κόσμο». Εμείς έχουμε ευθύνη για το τί θα αφήσουμε. Το τί παραλάβαμε είναι δώρο. Κανείς δεν μας το χρωστούσε, με την έννοια της ανταπόδοσης. 

Είναι απόρροια της μεταφυσικής αγάπης. Της αγάπης που δίνει χωρίς να παίρνει υλική απολαβή. Αυτών που έδωσαν και δεν πήραν πίσω τίποτε. Τίποτε υλικό. Συνήθως υπάρχει τουλάχιστον ένας απ’αυτούς μέσα σε κάθε ελληνικό σπίτι. Και στρατιές ολόκληρες στα εδάφη που κατοικούμε.
πηγή: Aντίφωνο

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Το βρεγμένο βιβλίο του Παναγιώτη Φάμελλου *

http://www.onestory.gr/post/19199214875

_ΤΟ ΒΡΕΓΜΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ

του Παναγιώτη Φάμελλου *
.
Μπήκε στο υπόγειο διαμέρισμά του βιαστικά. Είχε προλάβει να φτάσει σπίτι πριν πιάσει βροχή. Έτσι έδειχνε τουλάχιστον όλη μέρα. Ότι θα έβρεχε, παρ’ όλη τη ζέστη. Σύννεφα βαριά και μαύρα απ’ το πρωί, που δεν κινούνταν γιατί δεν φυσούσε καθόλου. Έκλεισε την πόρτα και την απειλή της βροχής πίσω του και αισθάνθηκε λίγο τυχερός. 
Ακούμπησε την τσάντα με τα λερωμένα ρούχα της δουλειάς σε μια καρέκλα έξω απ’ το μπάνιο. Δεν απομακρύνθηκε όμως απ’ την καρέκλα. Δε μπήκε στο μπάνιο ή στην κουζίνα ή στο υπνοδωμάτιο. Κάθισε πάνω από την τσάντα, την κοίταξε για λίγο και μετά την άνοιξε. 
Είχε καθυστερήσει στο δρόμο. Στο περίπτερο που έπαιρνε τα τσιγάρα του. Μαζί μ’ αυτά, μια σοκολάτα και τσίχλες. Η συνηθισμένη του αγορά κάθε απόγευμα που επέστρεφε σπίτι. Σήμερα όμως το μάτι του έπεσε και σε κάποια βιβλία στον αριστερό πάγκο του περίπτερου. Απ’ αυτά τα μικρά, με το φτηνό χαρτί και τις ερωτικές ή αστυνομικές υποθέσεις. Δεν τα είχε προσέξει ποτέ, δεν είχε ασχοληθεί ποτέ μαζί τους. Ήξερε μόνο πως υπήρχαν, όπως υπάρχουν κι ένα σωρό άλλα πράγματα σ’ ένα περίπτερο, που δεν τον απασχολούσαν, όπως τα γλειφιτζούρια, οι σφυρίχτρες ή τα μπρελόκ. 
Σήμερα όμως σταμάτησε για πολλή ώρα κοιτάζοντας ένα απ’ αυτά τα βιβλία. Τον τράβηξε το εξώφυλλο. Έδειχνε μια ακτή. Δεν φαινόταν πραγματική, ήταν μάλλον σαν πίνακας που υπήρχε μόνο στη φαντασία του ζωγράφου. Με σκούρα χρώματα απεικόνιζε μια ήρεμη, ακύμαντη θάλασσα και έξω, στην παραλία κάποια σπίτια παράξενα, σαν μεσαιωνικά κτίσματα, σκοτεινά, σκιώδη, από εκείνα που στα θρίλερ της τηλεόρασης είναι κατοικημένα μόνο από φαντάσματα. Δέντρα με πυκνά φυλλώματα έκρυβαν ένα μέρος των οικημάτων, υπονοώντας ακόμα μεγαλύτερα μυστήρια. 
Του άρεσε το τοπίο της εικόνας. Του φάνηκε μαγικό, ονειρικό. Τον τραβούσε, ήταν ένα μέρος που θα ήθελε να το γνωρίσει, να το δει από κοντά. Κάθισε κάμποση ώρα και χάζευε αυτό το εξώφυλλο, μέχρι που ο περιπτεράς αναγκάστηκε να του φωνάξει για να τον κάνει να πάρει τα ρέστα του και να απομακρυνθεί. Είχε έρθει κι άλλος πελάτης που περίμενε πίσω του ανυπόμονα. 
Δεν πήρε τα ρέστα. Έδωσε ό,τι παραπάνω χρειαζόταν στον περιπτερά και του είπε να βάλει το βιβλίο που κοιτούσε, στη σακούλα με τα τσιγάρα, τις τσίχλες και τη σοκολάτα που είχε αγοράσει. Μετά έβαλε τη σακούλα μέσα στην τσάντα που κουβαλούσε στον ώμο του.  
Όταν άνοιξε την τσάντα στο σπίτι του, έβγαλε από μέσα τη σακούλα του περίπτερου και πήρε το βιβλίο και το πακέτο με τα τσιγάρα. Μην αφήνοντας απ’ τα μάτια του το εξώφυλλο άναψε ένα απ’ αυτά και κατευθύνθηκε προς το σαλονάκι. Έβαλε το αναμμένο τσιγάρο σ’ ένα τασάκι, άφησε το βιβλίο στο τραπέζι και τράβηξε το πόμολο απ’ τα τζάμια για να ανοίξει το παράθυρο. Το διαμέρισμα μύριζε κλεισούρα και ο ίδιος μύριζε απ’ τον ιδρώτα και τη σκόνη. Η πρώτη του ενέργεια γυρίζοντας σπίτι, συνήθως ήταν το να μπει για μπάνιο. Σήμερα το μπάνιο ήταν μια ενοχλητική σκέψη η οποία αφορούσε μια χρονοβόρα διαδικασία, που θα αναβαλλόταν γι’ αργότερα. 
Ανοίγοντας τα παντζούρια, μπήκε μέσα αέρας που μύριζε βροχή. Τόση ώρα έξω είχε εξοικειωθεί με τη νοτερή αίσθηση και δεν την ξεχώριζε. Τώρα που εισέβαλε απ’ το παράθυρο, διαλύοντας την ξινίλα που βασίλευε στο κλειστό υπόγειο, δεν άφησε καμιά αμφιβολία για τη μπόρα που ήταν έτοιμη να ξεσπάσει.
Η μυρωδάτη υγρασία ανακατεύτηκε στο μυαλό του με την εικόνα της σκοτεινής παραλίας του εξώφυλλου του βιβλίου που τον περίμενε. Φαντάστηκε ότι η βροχή ήταν έτοιμη να πέσει και σε κείνη την παραλία, πάνω σε κείνες τις μυστηριώδεις κατοικίες. Πήγε πάνω απ’ το τραπέζι και κοιτώντας ξανά το βιβλίο είδε σύννεφα πυκνά και μαύρα να είναι μαζεμένα στον ουρανό της ζωγραφιάς. Παράξενο, δεν θυμόταν αυτά τα σύννεφα πριν. Και η θάλασσα είχε κύματα που έσκαγαν στην παραλία, παρασυρμένα προφανώς απ’ τον ίδιο άνεμο που είχε φέρει και τα σύννεφα. Ήταν σίγουρος πως αυτή η θάλασσα πριν από λίγο ήταν γαλήνια και χωρίς κύματα. 
Ανυπόμονα πήρε στα χέρια του το βιβλίο και κάθισε στην καρέκλα που βρισκόταν κάτω απ’ το ανοιχτό παράθυρο. Το ξανάφησε όμως σχεδόν αμέσως και σηκώθηκε, όταν είδε τη στήλη του καπνού που ανέβαινε στο χαμηλό ταβάνι του. Το τσιγάρο του εξακολουθούσε να καίγεται στο τασάκι που το είχε αφήσει, και για λίγο η λαχτάρα του καπνιστή υπερνίκησε την όψιμη λαχτάρα του αναγνώστη. Αποφάσισε να αφιερώσει στο πρώτο τσιγάρο του φρεσκοαγορασμένου πακέτου το χρόνο που του άρμοζε. Ήδη το είχε παραμελήσει πολύ. Άφησε το βιβλίο να περιμένει λίγο ακόμα και παραξενεύτηκε με τη λαχτάρα του να το διαβάσει, που όσο το καθυστερούσε, τόσο μεγάλωνε. 
Στάθηκε όρθιος μπροστά στο παράθυρό του, έβαλε το ένα χέρι στην τσέπη και με το άλλο κάπνισε μακάρια και ευδαιμονικά για λίγη ώρα, κοιτώντας έξω, διαμέσου της σιδερένιας σχάρας που κάλυπτε για προστασία το άνοιγμα. Τα πόδια των περαστικών είναι η συνηθισμένη θέα του όταν ρεμβάζει κοιτώντας προς τα πάνω, στο ύψος  των πέτρινων πλακών του πεζοδρομίου. Μερικές φορές διασκεδάζει με το θέαμα, προσπαθεί να μαντέψει σε τι είδους ανθρώπους ανήκουν τα παπούτσια, οι κάλτσες, τα παντελόνια και οι φούστες που παρελαύνουν από πάνω του, την ώρα που εκείνοι περνούν βιαστικά, χωρίς να ασχοληθούν με το να κοιτάξουν τόσο χαμηλά, στην τρύπα του παραθύρου, εκεί που ο τοίχος συναντάει το πεζοδρόμιο. Όταν βαρεθεί και το βλέμμα του μετακινηθεί λίγο μακρύτερα, η ματιά του σταματάει οριστικά πάνω στη βάση του τοίχου της απέναντι πολυκατοικίας, αλλά το θέαμα διακόπτεται συχνά από τα αυτοκίνητα που παρεμβάλλονται καθώς περνούν τρέχοντας στην άσφαλτο και γεμίζοντας το σαλόνι του καυσαέριο. Κάποιες άλλες φορές διασκεδάζει με το να μετράει αυτά τα αυτοκίνητα, βάζοντας στοίχημα με τον εαυτό του για το αν θα περάσουν λιγότερα ή περισσότερα από δέκα ή δεκαπέντε μέσα σ’ ένα λεπτό, ή μέσα σε δύο λεπτά. Σκοτώνει πολλές άσκοπες ώρες έτσι, με πλήθη αυτοκινήτων και χρονικές διάρκειες.
Σήμερα τα περαστικά αυτοκίνητα ήταν λίγα και μέσα από τις στήλες του καπνού που έβγαιναν απ’ το τσιγάρο και το στόμα του, χάζευε τον απέναντι τοίχο. Στο μισοσκόταδο του μουντού απογεύματος έβλεπε τις αποχρώσεις της ξεφτισμένης μπογιάς ν’ ανακατεύονται και να χορεύουν, παίρνοντας το σχήμα κλαδιών και φυλλωμάτων που πίσω τους κρύβουν σπίτια σκυθρωπά και παράθυρα κλειστά. Σπίτια παράξενα, σαν μεσαιωνικά κτίσματα, σπίτια οικεία, που τα είχε ξαναδεί. Δεν άργησε να καταλάβει ότι το τοπίο του εξώφυλλου του βιβλίου που τον περίμενε, άρχισε να αποτυπώνεται στον τοίχο που κοιτούσε αφηρημένα. Μόλις το συνειδητοποίησε ξαφνιάστηκε. 
‘‘Αυτό το βιβλίο ανυπομονεί να διαβαστεί’’, σκέφτηκε. Έσβησε το τσιγάρο στο τασάκι και ξανακοίταξε τον τοίχο του απέναντι πεζοδρομίου.  Τίποτα δεν απεικονιζόταν τώρα, η μονοτονία είχε επιστρέψει. Πήρε θέση ξανά στην καρέκλα κάτω απ’ το παράθυρο, με το βιβλίο στα χέρια. 
Κοίταξε το εξώφυλλο για πολλή ώρα πριν το ανοίξει. Το τοπίο σκοτεινό κι ακίνητο. Στην αρχή. Γιατί όσο το κοιτούσε αποκτούσε ζωή. Και κίνηση. Τα κλαδιά κουνιούνταν και τα φύλλα ανέμιζαν σ’ έναν άνεμο που όλο και δυνάμωνε και ανατάραζε τα κύματα και τα συγκέντρωνε στην ακτή και ανακάτευε και πύκνωνε τα σύννεφα. Το τοπίο διευρύνθηκε, τον κύκλωσε και τον τύλιξε. Ήταν πια μέσα του, μέρος του, έγινε κομμάτι του. Τα κλαδιά αιωρούνταν πάνω απ’ το κεφάλι του ο άνεμος ανακάτευε τα μαλλιά του μαζί με τα φυλλώματα, το κύμα τον πιτσίλιζε και οι θαμποί τοίχοι των κτισμάτων εμπόδιζαν το οπτικό του πεδίο. Κοίταξε ψηλά, προς τα σκοτεινά παράθυρα. Τώρα πια δεν ήταν όλα κλειστά. Κάποια ήταν μισοανοιγμένα και κάποια έχασκαν ορθάνοιχτα, αποκαλύπτοντας μόνο πηχτό και μαύρο σκοτάδι στο εσωτερικό των δωματίων. 
Τότε, μέσα σ’ αυτό το τοπίο της ερημιάς, των ακατοίκητων σπιτιών της ανεμοδαρμένης ακτής, μια μορφή έκανε την εμφάνισή της σ’ ένα απ’ τα πιο σκοτεινά παράθυρα του πιο ψηλού κτιρίου. Ένα πρόσωπο οστεώδες και χλωμό τον κοιτούσε, αμίλητο και σοβαρό, με μάτια που έβλεπαν μέσα του, πίσω και πέρα απ’ αυτόν. Έκανε ένα νεύμα σαν να τον καλούσε και αμέσως υποχώρησε στο εσωτερικό του δωματίου. 
Την επόμενη στιγμή, υπακούοντας στην πρόσκληση, βρέθηκε κι εκείνος μέσα στο δωμάτιο. Ήταν ένας ακαθόριστος χώρος, οι τοίχοι και το ταβάνι θολοί και συγκεχυμένοι και το μόνο ευδιάκριτο ήταν η φιγούρα που πριν λίγο κοιτούσε εκείνον και τώρα καθόταν πάνω από ένα γραφείο, κοιτάζοντας ένα κλειστό βιβλίο μπροστά της. 
Του φάνηκε τότε πως εκείνος ο μυστηριώδης άνθρωπος, κλεισμένος σ’ αυτόν τον απόκοσμο τόπο ήταν ο κάτοχος όλων των μυστικών και όλων των απαντήσεων. Και πως εκείνο το βιβλίο ήταν γραμμένο για τον ίδιο, τον επισκέπτη και τον περίμενε να το ανοίξει για να διαβάσει τις απαντήσεις σ’ όλες τις ερωτήσεις του. 
Προχώρησε κι έφτασε πάνω απ’ τον ώμο του οικοδεσπότη. Καθώς έσκυβε, μία αστραπή φώτισε εκείνη την ξεχασμένη χώρα και είδε πως το εξώφυλλο του βιβλίου ήταν ένας καθρέφτης και μέσα του είδε το πρόσωπό του. 
Ο οικοδεσπότης, αμίλητος, του πρόσφερε το βιβλίο κι εκείνος το πήρε και πλησίασε στο παράθυρο. Το άνοιξε κάτω απ’ το φως των συνεχιζόμενων αστραπών. Ήταν πυκνογραμμένο, αλλά οι πρώτες σταγόνες της καταιγίδας που ξεσπούσε, έπεσαν πάνω στα ανοιγμένα φύλλα και τον εμπόδισαν να διαβάσει. Σ’ όποια γραμμή και να έριχνε τη ματιά του το νερό διέλυε το μελάνι και διάβρωνε τις σελίδες και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να το σταματήσει. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα από την ανίσχυρη οργή που τον πλημμύρισε. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να πάρει καμία απάντηση; 
Έστρεψε το κεφάλι του κι έψαξε να αντικρύσει τα ανεξιχνίαστα μάτια του κατόχου του βιβλίου ζητώντας βοήθεια. Το μόνο όμως που είδε ήταν το εσωτερικό του δικού του σπιτιού, βυθισμένο, σχεδόν, στο σκοτάδι. Η βροχή έμπαινε απ’ το ανοιχτό παράθυρο και μούσκευε το πάτωμα, την καρέκλα που καθόταν, τα ρούχα του και το βιβλίο που είχε αγοράσει απ’ το περίπτερο και κρατούσε στα χέρια του. Δεν μπορούσε όμως να κουνηθεί. Σαν υπνωτισμένος καθόταν μέσα στα σκοτεινά και παρακολουθούσε την καταστροφή του βιβλίου, μέχρι που δεν έμεινε παρά μια άμορφη μάζα χαρτοπολτού. 
Τίναξε τον πολτό από τα χέρια του. Ένα κομμάτι χαρτιού δεν είχε λιώσει. Σηκώθηκε, άναψε το φως και το περιεργάστηκε. Ήταν μια εικόνα. Σε πρώτο πλάνο η πλάτη ενός ψηλόλιγνου ανθρώπου μπροστά από έναν καθρέφτη που διαγραφόταν στο βάθος. Ένας καθρέφτης μεγάλος που δεν αντανακλούσε τίποτα μέσα του. Από κάτω μια λεζάντα που το νερό την είχε σχεδόν καταστρέψει. Δεν μπορούσε να διακρίνει παρά μόνο σκόρπια γράμματα που δεν έβγαζαν νόημα. 
Κοίταξε για λίγο γύρω του αναποφάσιστος. Μετά έκλεισε το παράθυρο, πήρε ένα μπουφάν και μια ομπρέλα και βγήκε έξω στη βροχή. 
Έπρεπε να βρει απαντήσεις. Υπήρχε ένα βιβλιοπωλείο στη γειτονιά του και έλπιζε να το προλάβει πριν κλείσει. Ίσως εκεί μπορούσαν να τον βοηθήσουν..
.
Ο Παναγιώτης Φάμελλος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και απασχολήθηκε σε διάφορες εργασίες, όπως dj, υπάλληλος σε βιβλιοπωλεία, σε ιδιωτικές εταιρείες και σε τράπεζα. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά (Συμπαντικές Διαδρομές τ.15), σε συλλογές διηγημάτων (‘‘10 ιστορίες του φανταστικού’’ – Αρχέτυπο 2010), στο διαδίκτυο (eyelands.gr), έχουν διακριθεί σε διαγωνισμούς και έχουν παρουσιαστεί σε λογοτεχνικά εργαστήρια.
[ email ]

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Δίψα της Ειρήνης Φράγκου *

http://www.onestory.gr/post/19856502596 

_ΔΙΨΑ

της Ειρήνης Φράγκου *
.
Δεν είχες αρρωστήσει ποτέ. Δε νοσηλεύτηκες ποτέ σε νοσοκομείο. Δεν σου συνταγογράφησε ποτέ γιατρός φάρμακα. Δεν χρειάστηκες ποτέ σφράγισμα. Δε φόρεσες ποτέ γυαλιά πρεσβυωπίας. Βασικά, δε σε θυμάμαι ποτέ, γιαγιά, να έχεις έστω ταλαιπωρηθεί από ένα απλό συνάχι.
Και θα ζούσες για πολλά πολλά χρόνια αν δεν ξυπνούσες εκείνο το βράδυ και ανάστατη μες στα σκοτάδια δεν σκόνταφτες στον κουβά που έστυβες τη σφουγγαρίστρα και δεν έπεφτες και δεν έσπαζες το κεφάλι σου.
Αλλά ξύπνησες εκείνο το βράδυ. Και έχοντας εμπιστοσύνη στα αετίσια μάτια σου, δεν σκέφτηκες καν να ανάψεις το φως. Και δυστυχώς, δεν ήξερες ότι το απόγευμα το σκυλί της μαμάς είχε κατουρήσει το αγαπημένο σου μωσαϊκό δάπεδο κι αναγκάστηκε να το καθαρίσει κι ότι η νοικοκυροσύνη της έφτανε ως εκεί – σιγά που θα έβαζε πίσω τον κουβά και τη σφουγγαρίστρα στην αποθηκούλα. Και αμάν ρε γιαγιά! Ήταν ανάγκη να είσαι τέτοια νεροφίδα; Τόσο πολύ δίψασες ώστε να διακόψεις τον ήσυχο ονειροπαγιδευμένο σου ύπνο;
Εγώ το είπα από την αρχή. «Η γιαγιά πέθανε λόγω δίψας.» 
Οι υπόλοιποι φοβήθηκαν ότι άκουσες κάποιο θόρυβο και ανησύχησες. Ένιωσαν τύψεις που δεν είχαν αλλάξει τα παλιά κουφώματα με καινούρια ασφαλείας. Αν ένιωθες ασφάλεια δε θα ανησυχούσες και δε θα σηκωνόσουν να ελέγξεις τον θόρυβο. Εγώ τους είπα: «Η γιαγιά δεν ένιωθε ανασφάλεια. Διψούσε.»
Πάντα διψούσες. Κατάπινες νερό, ιδέες, εικόνες. Ήθελες να διψάς! Ήθελες να έχεις ανάγκη κάτι. Κάτι να ζητάς, κάτι να επιθυμείς, κάτι να ελπίζεις. Έστω κι αν ήταν ένα ποτήρι νερό από τη βρύση. Θολό και βρώμικο. Θυμάμαι και κάποια ανύποπτη φιλοσοφία σου. Και μάλλον δεν τη βρήκες πετυχημένη γιατί δε σε άκουσα να την επαναλαμβάνεις. Εγώ όμως τη θυμάμαι.
«Όταν διψάω για όνειρα, πίνω νερό. Θέλουν πότισμα.
Όταν διψάω για έρωτα, πίνω αλκοόλ. Χρειάζεται λίγη ζάλη.
Όταν διψάω για ζωή, πίνω αίμα. Δυστυχώς απαιτούνται άγρια ένστικτα.»
Τι συμβαίνει όμως όταν δεν ξέρεις για τι διψάς;
Νερό υπήρχε. Ήταν βρώμικο και μύριζε ανεπαίσθητα άρωμα λεβάντας απορρυπαντικού και σκυλίσια ούρα. Και αλκοόλ υπήρχε. Ένα μπουκαλάκι με καθαρό οινόπνευμα είχε πέσει από τη θέση του στο κοντινό ραφάκι και έσταξε στη ρόμπα σου. Όσο για αίμα! Έρρεε άφθονο.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Μάλλον τίποτα. Στην περίπτωση σου, απολύτως τίποτα. Πεθαίνεις.
Και να που είναι σκοτεινά και με έχει πιάσει μια δίψα για κάτι απροσδιόριστο. Και ανησυχώ για αυτό που θα συμβεί. 
Αχ, ρε γιαγιά!
.
Η Ειρήνη Φράγκου γεννήθηκε το 1988 και σπουδάζει στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΑΠΘ. Αγαπάει τα μαθηματικά, τα βιβλία, τα ταξίδια και το χορό. Ασχολείται ερασιτεχνικά με το γράψιμο.
[ facebook ] [ email ]

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Παγκόσμια Ολυμπιακή ημέρα 23 Ιουνίου

 http://www.tragiko.com/2012/06/blog-post_761.html

Παγκόσμια Ολυμπιακή ημέρα

 Στις 23 Ιουνίου γιορτάζεται κάθε χρόνο παγκοσμίως η Ολυμπιακή Ημέρα που είναι η ημέρα ίδρυσής της το 1894 και ανάθεσης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα...


Το 1946 η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή, με τη συμπλήρωση 50 ετών από την αναβίωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, άρχισε να εορτάζει την επέτειο της έναρξης των Αγώνων στις 6 Απριλίου, έχοντας μάλιστα κάνει πρόταση στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, όπως η ημερομηνία αυτή αποτελέσει κοινό εορτασμό.


Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή αποφάσισε, όμως, να ορίσει ως Ολυμπιακή Ημέρα την 23 Ιουνίου, ημέρα ίδρυσής της το 1894 και ανάθεσης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα.


Η ΕΟΕ και όλες οι Εθνικές Ολυμπιακές Επιτροπές ανά τον κόσμο, ακολουθώντας την απόφαση της ΔΟΕ, εορτάζουν την Ολυμπιακή Ημέρα στις 23 Ιουνίου κάθε χρόνο.

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

22 Ιουνίου | Παγκόσμια Ημέρα Σκαραβαίου

http://www.my-family.gr/%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%B3%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CE%B9%CE%B1/22-%CE%B9%CE%BF%CF%85%CE%BD%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CF%80%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CF%8C%CF%83%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B7%CE%BC%CE%AD%CF%81%CE%B1-%CF%83%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B2%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CF%85/ 

22 Ιουνίου – Παγκόσμια Ημέρα Σκαραβαίου!

σκαραβαιου, παγκοσμια, λιγοι, volkswagenΗ μέρα αυτή, είναι αφιερωμένη στους λάτρεις του μοναδικού αυτού αυτοκινήτου. Το μοντέλο «σκαραβαίος» ή αλλιώς το γνωστό μας «κατσαριδάκι», θεσμοθετήθηκε να έχει την τιμητική του, στις 22 Ιουνίου, εξαιτίας του ότι στις 22 Ιουνίου το 1934 υπογράφηκε το συμβόλαιο μεταξύ της «German Automobilistic Industry National Association» και του Δόκτορα Φερδινάδου Πόρσε.
Σύμφωνα με το συμβόλαιο αυτό, ο Φερδινάδος Πόρσε δεσμευόταν να αναπτύξει το αυτοκίνητο του «λαού» και να υποβάλλει προς έγκριση το πρωτότυπο εντός δέκα μηνών.
Η παραγωγή του σκαραβαίου, ξεκίνησε το 1938 όπου και συνέχισε μέχρι και πολύ πρόσφατα με το μοντέλο “New Beetle”. Ο σκαραβαίος αποτέλεσε αυτό που λέμε «αυτοκίνητο του λαού» εφόσον η τιμή του ήταν ιδιαίτερα προσιτή και έτσι πολλές οικογένειες μπορούσαν να το αποκτήσουν χωρίς απαραίτητα να έχουν μεγάλη οικονομική δυνατότητα.
Αυτό που ίσως δεν γνωρίζουμε, είναι ότι ο σκαραβαίος, δεν θα μπορούσε να προχωρήσει σε μαζική παραγωγή, αν πρώτα δεν είχε συναινέσει σ’ αυτό ο Αδόλφος Χίτλερ. Σε μία συνάντηση που είχε ο δικτάτορας Αδόλφος Χίτλερ με τον Φερδινάδο Πόρσε στο Βερολίνο, το 1933 ο πρώτος ζήτησε να φτιαχτεί μεν ένα τέτοιο αυτοκίνητο αλλά με τις δικές του προδιαγραφές, οι οποίες και ήταν: να είναι μικρό, με αξιόπιστη μηχανή και να μην καίει περισσότερο από ένα γαλόνι βενζίνης κάθε 40 μίλια. Το τελευταίο που τόνισε ο Αδόλφος Χίτλερ, ήταν το αυτοκίνητο να διατίθεται στο κοινό σε ιδιαίτερα χαμηλή τιμή, που δεν θα ξεπερνούσε τα 1.000 μάρκα.

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Παγκόσμια Ημέρα Κυματοδρομίας (Σέρφινγκ) 21 Ιουνίου 2012,

http://www.zougla.gr/kosmos/article/pagosmia-imera-kimatodromias-serfing

Παγκόσμια Ημέρα Κυματοδρομίας (Σέρφινγκ)

Πρώτη καταχώρηση: Πέμπτη, 21 Ιουνίου 2012, 03:01
Μέρα γιορτής για τους κυματοδρόμους (σέρφερ) όλου του κόσμου, αλλά και μέρα οικολογικής προσφοράς. Σε πολλές χώρες οι λάτρεις του αθλήματος συμμετέχουν σε προγράμματα καθαρισμού των ακτών και προστασίας της αειφορίας του θαλασσίου περιβάλλοντος.

Η Ημέρα καθιερώθηκε το 2004 με πρωτοβουλία του περιοδικού Surfing Magazine και της οικολογικής οργάνωσης The Surfrider Foundation. Εορτάζεται κάθε χρόνο ανήμερα του θερινού ηλιοστασίου (20 Ιουνίου και 21 Ιουνίου τα δίσεκτα χρόνια).


Eπιμέλεια: Μίτση Σκέντζου
Τελευταία ενημέρωση: Πέμπτη, 21 Ιουνίου 2012, 03:10
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Παγκόσμια Ημέρα Υδρογραφίας 21-6-2012

http://www.zougla.gr/perivallon/article/pagosmia-imera-idrografias
Παγκόσμια Ημέρα Υδρογραφίας
Πρώτη καταχώρηση: Πέμπτη, 21 Ιουνίου 2012, 02:08 

Η Παγκόσμια Ημέρα Υδρογραφίας γιορτάστηκε για πρώτη φορά στις 21 Ιουνίου 2006, μετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

Το επίκεντρο του εορτασμού σε παγκόσμιο επίπεδο βρέθηκε ο Διεθνής Υδρογραφικός Οργανισμός, στην έδρα του οποίου, στο Μονακό, πραγματοποιήθηκαν διάφορες εκδηλώσεις, με θέμα τα «85 χρόνια συνεισφοράς του Διεθνούς Υδρογραφικού Οργανισμού (International Hydrographic Organization - IHO) στην ασφάλεια της διεθνούς ναυσιπλοΐας».


Το Διεθνές Υδρογραφικό Γραφείο ιδρύθηκε την 21η Ιουνίου 1921, με σκοπό την ασφαλέστερη και ευκολότερη ναυσιπλοΐα. Σήμερα, μετά από 85 χρόνια λειτουργίας, ο Διεθνής Υδρογραφικός Οργανισμός είναι ένας διακυβερνητικός Οργανισμός, που αποτελείται από 76 κράτη και συντονίζει, θέτει τα πρότυπα και προωθεί τη συλλογή, απεικόνιση και διασπορά των ναυτιλιακών πληροφοριών.


Η Ελληνική Υδρογραφική Υπηρεσία, όντας ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Διεθνούς Υδρογραφικού Οργανισμού, έχει διαδραματίσει αυτά τα χρόνια το δικό της ξεχωριστό ρόλο και έχει συνδράμει σημαντικά στην εξέλιξη των διαδικασιών για την προώθηση της ασφαλούς ναυσιπλοΐας.


Eπιμέλεια: Μίτση Σκέντζου
Τελευταία ενημέρωση: Πέμπτη, 21 Ιουνίου 2012, 02:12
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Δημοφιλείς αναρτήσεις