Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

Ἕνα παιδί μετροῦσε τ΄ ἄστρα

πηγή : http://filonoi.gr/m-ena-paidi-metrouse-ta-astra/

Ἕνα παιδί μετροῦσε τ΄ ἄστρα

Πολύ ὡραῖο! Διαβᾶστε το ….. Δέν θά ΄χασετε.
Θά ἤθελα τό τέλος τοῦ παιδιοῦ νά ἦταν διαφορετικό. Θά ἤθελα, ἀλλά……….συμφωνῶ!
………………
Αυτή η χώρα είναι ένα παιδί. Οι νόμιμοι εκλεγμένοι κηδεμόνες αυτού του παιδιού το κλείνουν σε ντουλάπα για να το τρομοκρατήσουν, σβήνουν πάνω του αναμμένα τσιγάρα για να γλεντήσουν και το πασάρουν για τις όποιες ορέξεις σε φίλους και γνωστούς με πολύ φθηνό αντίτιμο. Ίσα για να βγει ο μήνας σε ποτά και γλέντια.
Συχνά πυκνά το «παρκάρουν» όχι σε όποιον βρουν, αλλά στους ψηφοφόρους κουμπάρους τους, που πάντα καλύπτουν τον βασανισμό γιατί παίρνουν κι αυτοί τοεξτραδάκι βγάζοντας και την ανάλογη αρρώστια τους για όσο κρατάει η φύλαξη. 
Αυτό το παιδί έχει αποδείξει ότι είναι μοναδικό και ότι η αντοχή του είναι εξωπραγματική. Οι εκτός παιχνιδιού αυτού του εξευτελισμού και βιασμού είναι οι γείτονες που ξέρουν τι γίνεται, βλέπουν τι διαπράττεται, ακούν τα ουρλιαχτά αλλά αποφεύγουν να εμπλακούν. 
Ο πρώτος λόγος είναι ο φόβος των αντιποίνων που θα δεχθούν από την πλειοψηφική συμμορία αν η αλήθεια μαθευτεί. Ο δεύτερος, και χειρότερος λόγος, είναι ότι έχουν συνηθίσει τόσο αυτό που συμβαίνει, που αν λείψει θα είναι σαν να έφυγε ένας τοίχος του σπιτιού τους. Και αμέτοχοι και συμμέτοχοι στο έγκλημα. 
Οι πατούσες αυτού του παιδιού μοιάζουν με τα ξεραμένα χωράφια των κάμπων που κανένας δεν κάνει πια τον κόπο να γυρίσει τα χώματα για να έχουν οξυγόνο οι ρίζες του να απλωθούν. Τα πόδια του ίδιοι οι κίονες των Ναών που μόνο κομμένα και δοσμένα στα ενεχυροδανειστήρια του κόσμου θα έχουν πια αξία αφού σώμα, όταν θα λείψουν, δεν θα έχουν να κρατήσουν . Το μελανιασμένο κορμί του ένα Αιγαίο γεμάτο χαρακιές από τον σχεδιασμό νέων συνόρων. Διαβήτες και μύτες μολυβιών πάνω σε έναν ανθρώπινο χάρτη περιφέρονται για το πόσο θα πάρει ο γείτονας με το αζημίωτο υπέρ των κηδεμόνων και του συρφετού υποστήριξής τους.
 Τα χέρια του, οι οροσειρές που το προστάτευαν από χτυπήματα και θύελλες εισβολέων, έχουν αρχίσει να φλέγονται και δίνονται αντιπαροχή στους οικείους των νόμιμων κηδεμόνων που μία βίλα θέλουν με θέα και ας ανήκει το οικόπεδο αλλού.
Τα δάκτυλα του, οι νέοι, που θα το έσωναν γδέρνοντας ακόμη και με τα νύχια τους τους βιαστές, έχουν γίνει χειρότεροι από τους θύτες. Αυτό που έμαθαν να κάνουν είναι να διπλώνουν κομματικά ψηφοδέλτια σε εκλογές του παραδόξου την ώρα που διαπράττεται ένας ομαδικός βιασμός, μόνο και μόνο για να σώσουν το τομάρι τους, ξεχνώντας ότι ένα δάκτυλο από μόνο του είναι άχρηστο για όλους. Οι νέοι είναι φτιαγμένοι να αλλάζουν τον κόσμο, αλλά σε αυτή την χώρα-παιδί μεταλλάχτηκαν υπέρ της βόλεψης. Ακόμα και η ελπίδα σε αυτό τον τόπο είναι τελικά πουλημένη.
Όσο για το κεφάλι του παιδιού, έχει γίνει μια μάζα από τα απανωτά γρονθοκοπήματα για να βγάλουν μέσα από το κρανίο του τους αγνώστους νεκρούς που τα δώσαν όλα υπερασπίζοντάς το και αυτό από πείσμα δεν λέει να τους λησμονήσει. Την γλώσσα την έχουν κόψει από καιρό για να μην μιλά γιατί όσο μιλούσε την ώρα του βασανισμού του καταλάβαιναν, αν και κτήνη, ότι είναι ένα τίποτα μπροστά σε έναν Λόγο που αρθρώνεται χωρίς να βαρβαρίζει.
Τα μάτια του τα έχουν βγάλει για να μην τους κοιτά, γιατί όσο τους κοιτούσε έβλεπαν την ομορφιά που καθρέφτιζε την δική τους ασχήμια. Μόνο τα αφτιά του έχουν αφήσει όχι από λύπηση αλλά για μαρτύριο. Να ακούει να περνούν οι γείτονες γελώντας απ’ έξω πηγαίνοντας στις δουλειές τους, και να ξέρει ότι ούτε αυτή την φορά δε θα είναι τυχερό.
Αυτή η χώρα παιδί που δεν το μεγαλώσαμε εμείς αλλά αυτό εμάς, δεν έχει συνηθίσει τον πόνο και κάθε λεπτό ζει με την ίδια ένταση τον βασανισμό. Έχει πάψει να ελπίζει ότι κάποιος θα δώσει το θνητό τομάρι του για μία αθάνατη ιδέα. Ξέρει ότι αργά ή γρήγορα τα ζωντανά μα ακρωτηριασμένα μέλη του θα είναι σε γυάλινες προθήκες ως τρόπαιο καλοπληρωτών πελατών. 
Το μόνο που κάνει, την ώρα που περνάνε οι στρατιές των νηστικών χορτάτων από πάνω του και όλοι εμείς οι αθώοι-ένοχοι έξω από το μανταλωμένο παράθυρό του, είναι να ακούει μέσα στις βρισιές και τα χάχανα έναν Ύμνο που κάποτε, κάποιοι τού είχαν τραγουδήσει σηκώνοντάς το ψηλά. Πολύ ψηλά. Μέχρι τ’ άστρα.
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

ΜΟΝΑ ΛΙΖΑ

πηγή : http://www.facebook.com/photo.php?fbid=372654569474268&set=a.136809996392061.29371.135792846493776&type=1&theater

ΝΤΑ ΒΙΝΤΣΙ - ΜΟΝΑ ΛΙΖΑ (ΤΖΙΟΚΟΝΤΑ) 
21/Αυγούστου /1911: Ένας ιταλός σερβιτόρος αφαιρεί από το μουσείο του Λούβρου τον διάσημο πίνακα Μόνα Λίζα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Θα βρεθεί δύο χρόνια αργότερα.

Η Μόνα Λίζα (γνωστή και ως Τζιοκόντα, ή Πορτραίτο της Λίζα Γκεραρντίνι, συζύγου του Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο είναι μια προσωπογραφία που ζωγράφισε ο Ιταλός καλλιτέχνης Λεονάρντο ντα Βίντσι. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο λεύκης, που ολοκληρώθηκε μέσα στη χρονική περίοδο 1503-1519. Αποτελεί ιδιοκτησία του Γαλλικού Κράτους, και εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. Ο πίνακας απεικονίζει μία καθιστή γυναίκα, τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, η έκφραση του προσώπου της οποίας χαρακτηρίζεται συχνά ως αινιγματική.Η Μόνα Λίζα θεωρείται ως το πιο διάσημο έργο ζωγραφικής

Ο Λεονάρντο ξεκίνησε να ζωγραφίζει τη Μόνα Λίζα το έτος 1503 ή το 1504 στη Φλωρεντία της Ιταλίας. Σύμφωνα με τον σύγχρονο του Λεονάρντο, Τζιόρτζιο Βασσάρι, "...αφότου ασχολήθηκε επί τέσσερα χρόνια με το έργο, το άφησε ημιτελές..."Είναι γνωστό πως αυτή ήταν μια συνήθης συμπεριφορά του Λεονάρντο ο οποίος, αργότερα, μετάνιωσε που "δεν ολοκλήρωσε ποτέ ούτε ένα έργο".Θεωρείται πως συνέχισε να ασχολείται με τη Μόνα Λίζα για τρία χρόνια αφότου εγκαταστάθηκε στη Γαλλία και πως την τελείωσε λίγο πριν πεθάνει το 1519. Ο καλλιτέχνης μετέφερε τον πίνακα από την Ιταλία στη Γαλλία το 1516 όταν ο βασιλιάς Φραγκίσκος Α΄ τον προσκάλεσε να εργαστεί στο Clos Lucé κοντά στο βασιλικό κάστρο στην Αμπουάζ. Πιθανότατα μέσω των κληρονόμων του βοηθού του Λεονάρντο, Σαλάι,ο βασιλιάς αγόρασε τον πίνακα για 4.000 écu και τον τοποθέτησε στο παλάτι της Fontainebleau, όπου παρέμεινε έως ότου δόθηκε στον Λουδοβίκο ΙΔ΄. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ μετέφερε το έργο στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, μεταφέρθηκε στο Μουσείο του Λούβρου. Ο Ναπολέοντας τοποθέτησε το έργο στο δωμάτιό του, στο Παλάτι του Κεραμεικού. Αργότερα ο πίνακας επεστράφη στο Μουσείο του Λούβρου. Κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού Πολέμου (1870-1871) μεταφέρθηκε από το Λούβρο στο Brest Arsenal

Ο πίνακας πήρε το όνομά του από τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, που ήταν μέλος της οικογένειας Γκεραρντίνι από τη Φλωρεντία και την Τοσκάνη και σύζυγος του εύπορου έμπορου μεταξιού Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο. Ο πίνακας ήταν παραγγελία για το καινούριο τους σπίτι και για να γιορτάσουν τη γέννηση του δεύτερου γιου τους, Αντρέα. Η ταυτότητα της εικονιζόμενης γυναίκας αναγνωρίστηκε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης το 2005 από έναν ειδικό που ανακάλυψε ένα σημείωμα του 1503 το οποίο είχε γράψει ο Αγκοστίνο Βεσπούτσι.

Διάφορες εναλλακτικές απόψεις έχουν εκφραστεί σχετικά με το θέμα. Κάποιοι μελετητές θεωρούν πως η Λίζα ντελ Τζιοκόντο ήταν το αντικείμενο μιας άλλης προσωπογραφίας, και εντοπίζουν τουλάχιστον άλλους τέσσερις πίνακες στους οποίους αναφέρεται ο Βασσάρι αποκαλώντας τους Μόνα Λίζα. O Σίγκμουντ Φρόυντ πίστευε πως το περιώνυμο μειδίαμα της Μόνα Λίζα ήταν αποτέλεσμα ανάκλησης ανάμνησης της μητέρας του Λεονάρντο. Άλλες προτάσεις για την ταυτότητα της εικονιζόμενης γυναίκας είναι: η Isabella από τη Νάπολη, η Cecilia Gallerani, η Costanza d'Avalos, Δούκισσα της Francavilla, η Isabella d'Este, η Pacifica Brandano or Brandino, η Isabela Gualanda, η Caterina Sforza, και ο ίδιος ο Λεονάρντο.Σήμερα η οι απόψεις των ιστορικών της τέχνης συγκλίνουν στην ιδέα πως ο πίνακας απεικονίζει τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, που πάντα ήταν η παραδοσιακή άποψη.

Η φήμη του πίνακα αυξήθηκε όταν η Μόνα Λίζα κλάπηκε στις 21 Αυγούστου του 1911. Την επόμενη μέρα, ο Louis Béroud, ένας ζωγράφος, περπατώντας στο Λούβρο, πήγε στο Salon Carré όπου εκτίθονταν η Μόνα λίζα επί πέντε χρόνια. Ωστόσο στο σημείο όπου έπρεπε να βρίσκεται ο πίνακας, υπήρχαν τέσσερις σιδερένιοι πάσσαλοι. Ο Béroud ενημέρωσε τον υπεύθυνο της ασφάλειας εκείνου του τομέα, οι οποίος νόμιζε πως ο πίνακας φωτογραφίζονταν για εμπορικούς λογους. Λίγες ώρες αργότερα, ο Béroud μαζί με τον επικεφαλής της ασφάλειας του τομέα επικοινώνησαν με τον επικεφαλής του τομέα, και επιβεβαιώθηκε πως η Μόνα Λίζα δε βρισκόταν με τους φωτογράφους. Το Λούβρο έκλεισε για μια εβδομάδα για να διευκολυνθεί η έρευνα για την κλοπή.

Ο Γάλλος ποιητής Γκιγιώμ Απολλιναίρ, θεωρήθηκε ύποπτος, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Ο Απολλιναίρ προσπάθησε να εμπλέξει στην υπόθεση τον φίλο του, Πάμπλο Πικάσο, ο οποίος επίσης ανακρίθηκε, αλλά αργότερα και οι δύο απαλλάχθηκαν των κατηγοριών. Εκείνη τη χρονική περίοδο επικράτησε η εντύπωση πως ο πίνακας είχε χαθεί οριστικά, ωστόσο δύο χρόνια αργότερα ανακαλύφθηκε ο πραγματικός δράστης . Η Μόνα Λίζα είχε κλαπεί από τον Vincenzo Peruggia, υπάλληλο του Λούβρου, ο οποίος μπήκε στο μουσείο κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ημέρας, κρύφτηκε σε μία ντουλάπα και βγήκε από το μουσείο αφού αυτό είχε κλείσει, κρύβοντας τον πίνακα κάτω από το παλτό του. Ο Peruggia ήταν ένας Ιταλός πατριώτης που πίστευε πως ο πίνακας του Λεονάρντο έπρεπε να επιστραφεί στην Ιταλία και να εκτίθεται σε Ιταλικό μουσείο. Ένα από τα κίνητρα του Peruggia πιθανόν να ήταν και το γεγονός ότι ένας φίλος του πουλούσε αντίγραφα του πίνακα, η αξία των οποίων θα αυξανόταν ραγδαία μετά την κλοπή του αυθεντικού. Αφού κράτησε τον πίνακα στο διαμέρισμά του για δύο χρόνια, τελικά συνελήφθη όταν προσπάθησε να τον πουλήσει στους διοικητές της Γκαλερί Uffizi στη Φλωρεντία. Ο πίνακας εκτέθηκε σε διάφορα μέρη σε όλη την Ιταλία και επεστράφη στο Μουσείο του Λούβρου το 1913. Ο Peruggia επικροτήθηκε στην Ιταλία για τον πατριωτισμό του και εξέτισε ποινή φυλάκισης έξι μηνών για το έγκλημα που διέπραξε . ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Μπορείς να διαλέξεις!

πηγή: http://www.facebook.com/photo.php?fbid=511244062222932&set=a.197669460247062.59663.193914440622564&type=1&theater

                                       


Μπορείς να διαλέξεις!

Αν διαβάζεις ένα βιβλίο που δε σου αρέσει, τότε μπορείς να το αφήσεις στην άκρη.
Αν πας σε ένα κινηματογραφικό έργο που δε σου αρέσει, τότε μπορείς να σηκωθείς και να φύγεις.
Αν είσαι σε ένα πάρτι και δε διασκεδάζεις, τότε μπορείς να φύγεις νωρίς.
Αν ζεις έναν τρόπο ζωής που δε σε κάνει ευτυχισμένο, τότε μπορείς να κάνεις το ίδιο: να τον αλλάξεις. Το πρόβλημα είναι ότι δεν το πιστεύεις πως μπορείς. Νομίζεις ότι η μοίρα σου είναι αυτή που σε οδηγεί. Και ακόμα χειρότερα, μπορεί να πιστεύεις ότι είναι πολύ αργά για να αλλάξεις.

Η αλήθεια είναι ότι μπορείς να αλλάξεις τον τρόπο της ζωής σου οποιαδήποτε στιγμή το θελήσεις. Αυτό είναι το ίδιο εύκολο να γίνει και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που σταμάτησες να διαβάζεις το βιβλίο, όπως βγήκες έξω από τον κινηματογράφο ή όπως έφυγες νωρίς από το πάρτι. Συνειδητοποιείς ότι ο τρόπος που ζεις δε σου δίνει τη χαρά που πίστευες και που θα ήθελες να έχεις και τότε δίνεις στον εαυτό σου την άδεια να τον αλλάξει.

Ο πιο εύκολος τρόπος για να το κάνεις αυτό είναι μέσα από μια διαδικασία που ονομάζεται δημιουργικός οραματισμός.
Δημιουργικός Οραματισμός! Μια τέχνη που θα την απολαύσεις.
Δημιουργικός οραματισμός είναι η τέχνη με την οποία χρησιμοποιείς τη φαντασία σου για να δημιουργήσεις αυτό που θέλεις στη ζωή σου.

Μπορείς να χρησιμοποιήσεις το δημιουργικό οραματισμό για να κάνεις αυτό που επιθυμείς να συμβεί στην πραγματικότητα, όπως να πάρεις προαγωγή, να κλείσεις μια συμφωνία,να βελτιώσεις την εμφάνισή σου ή να φτιάξεις επιτέλους τη σχέση της ζωής σου. Αλλά μπορείς επίσης να χρησιμοποιήσεις το δημιουργικό οραματισμό και για να διώξεις πράγματα από τη ζωή σου, όπως το πολύ στρες, την άσχημη υγεία, μια δουλειά που δε σου ταιριάζει πια ή ανθρώπους που σε κάνουν δυστυχισμένο.

Όλα αυτά ίσως ακούγονται πολύ ωραία για να είναι αληθινά και όμως o δημιουργικός οραματισμός δουλεύει.

Οι αθλητές πετυχαίνουν τη μέγιστή τους απόδοση με το να οραματίζονται τον εαυτό τους να κερδίζει.

Οι παίκτες του γκολφ και του τένις πτωχαίνουν καταπληκτικά αποτελέσματα όταν οραματίζονται τους εαυτούς τους να έχουν μια τέλεια επαφή με την μπάλα.

Οι γυναίκες πετυχαίνουν να κρατούν τα σώματά τους σφιχτά και λεπτά με την "πνευματική δίαιτα" του οραματισμού.

Οι ασθενείς με καρκίνο κάνουν ανέλπιστα βήματα στην υγεία τους με το να οραματίζονται ότι ο όγκος που έχουν εξαφανίζεται.

Και οι επιχειρηματίες διαπραγματεύονται με ευκολία και χωρίς λάθη πολύπλοκα συμβόλαια μέσω του δημιουργικού οραματισμού.
— με Σοφια Ανδρεου
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Χοχλιοί μπουμπουριστοί

Χοχλιοί μπουμπουριστοί

xoxloiΤο σαλιγκάρι είναι ένα γαστερόποδο πνευμονοφόρο μαλάκιο που το σώμα του προφυλάσσεται από ένα περιελιγμένο όστρακο. Χαρακτηριστικότερο είδος είναι ο Κοχλίας ο πωματίας (Helix pomatia) κοινώς σαλιγκάρι, σάλιαγκας, χοχλιός, η  καραούλος στην κυπριακή διάλεκτο. Έχει μακρόστενο σώμα που προεξέχει εν μέρει από το κέλυφος και κεφάλι οποίο φέρει δύο ζευγάρια κεραιών που συστέλλονται.

Τρέφεται με φυτικές ύλες (χορτάρι, βλαστάρι) τις οποίες αποσπά από το υπόστρωμα χρησιμοποιώντας την γλώσσα του (που φέρει κερατώδεις σχηματισμούς σαν δόντια) ενώ κινείται αργά αφήνοντας ίχνη βλέννας και εμφανίζεται κυρίως τις βροχερές μέρες.

Τα σαλιγκάρια δραστηριοποιούνται όταν επικρατεί υγρασία (π.χ μετά την βροχή, κατά την διάρκεια της νύχτας) ενώ όταν οι συνθήκες είναι υπερβολικά ξηρές υποχωρούν στο εσωτερικό του κελύφους και σφραγίζουν την είσοδο με ένα είδος προσωρινού καλύμματος από αποξηραμένη βλέννα, το επίφραγμα. Σε αυτή την κατάσταση τα σαλιγκάρια βρίσκονται σε μια κατάσταση «νάρκης» και μπορούν να επιβιώσουν χωρίς νερό για μήνες.
Στην Ευρώπη έχουν καταγραφεί 400 είδη σαλιγκαριών και σε όλο τον κόσμο 4000 είδη. Στην Ελλάδα τρία κυρίως είδη θεωρούνται εδώδιμα, τα Helix lucorum, Helix pomatia και Helix aspersa.

Για πολλούς είναι ο καλύτερος, ο πιο νόστιμος τρόπος για να γευτεί κανείς τους χοχλιούς. Η λέξη «μπουμπουριστοί» προέρχεται από μια άλλη λέξη του κρητικού λεξιλόγιου το «αμπούμπουρα» που σημαίνει με τη μούρη προς τα κάτω.
«Θέτει αμπούμπουρα» λέμε για όποιον κοιμάται μπρούμυτα, και υπάρχει και η έκφραση «πήγαινε μωρέ να πα θέσεις αμπούμπουρα» δηλαδή πήγαινε να κρυφτείς.
Ο κλασικός τρόπος για να φτιάξει κανείς μπουμπουριστούς χοχλιούς, είναι αφού τους πλύνει καλά καλά να τους βάλει αμπούμπουρα σε τηγάνι που ο πάτος του είναι πασπαλισμένος με μπόλικο αλάτι ζωντανούς (έτσι η θερμοκρασία τους ανάγκαζε να τραβηχτούν μέσα στο κέλυφος τραβώντας και το αλάτι), και αφού στεγνώσουν τα υγρά τους να βάλει λάδι, να τους τηγανίσει για λίγο και να τους σβήσει με ξίδι. 
Υλικά:
•35-40 χοντροί χοχλιοί
•Αλάτι
•½  κούπας ελαιόλαδο
•150 ml (1 κρασοπότηρο) ξύδι από κρασί
•2-3 κλωναράκια αρισμαρί

περισσότερα  στον σύνδεσμο
http://www.cretefunatic.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=329%3A2012-08-20-12-11-12&catid=98%3A2012-06-24-11-10-27&Itemid=247&lang=el

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

H Παναγία των αρχαίων Ελλήνων...!!

πηγή : http://www.eleysis-ellinwn.gr/2012/08/h.html?utm_source=twitterfeed&utm_medium=facebook

H Παναγία των αρχαίων Ελλήνων...!!


Στρατηγός, προστάτις και παρθένος. Είναι η θεά Αθηνά ή η Παναγία; Προστάτις των γυναικών, των παιδιών και του τοκετού. Είναι η Άρτεμις Παιδοτρόφος και Λοχεία ή μήπως η Παναγία; Συνετή, κόσμια, καλόβουλη, μειλίχια και πολυεύσπλαχνη, που δοκίμασε αβάσταχτο πόνο και γνώρισε πολλά βάσανα. Είναι η θεά Ίσις ή πρόκειται για την Παναγία, μητέρα του Χριστού;

Εκεί, στο γύρισμα του ελληνικού κόσμου από τον πολυθεϊσμό στον χριστιανισμό, όταν ο δεύτερος άρχισε σιγά-σιγά να επικρατεί στη θρησκευτική συνείδηση και στη λατρευτική πρακτική, η μείξη στοιχείων του ειδωλολατρικού παρελθόντος με τη νέα θρησκεία όχι μόνο δεν θα τη μείωνε, αλλά θα συντελούσε σε μεγάλο βαθμό στην εδραίωσή της.

Πρότυπα αιώνων, εξάλλου, ήταν δύσκολο να καταργηθούν. Αντιθέτως, η αφομοίωσή τους από τον χριστιανισμό υπήρξε ο συνδετικός κρίκος που χρειάζονταν οι άνθρωποι για να τον δεχθούν ευκολότερα. Αποτέλεσμα, πολλές από τις αρχαίες θεότητες και τελετουργίες να παραμείνουν στο χριστιανικό εορτολόγιο και να προσαρμοστούν στο τυπικό και στις παραδόσεις της νέας θρησκείας.

Είναι σύμπτωση ότι η μεγάλη γιορτή της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο συμπίπτει με τα γενέθλια της θεάς Αθηνάς στις 28 του αρχαίου μήνα Εκατομβαιώνα (μέσα Ιουλίου - μέσα Αυγούστου), όταν τελούνταν τα Παναθήναια, η μεγαλύτερη γιορτή της αρχαίας Αθήνας; Ή μήπως είναι τυχαίο ότι ο ναός της παρθένου Αθηνάς στην Ακρόπολη μετατράπηκε σε ναό της Παναγίας Παρθένου; Άλλωστε δεν ήταν μόνον ο Παρθενώνας που έγινε χριστιανική εκκλησία, αφού σύμφωνα με το διάταγμα του Ιουστινιανού όλα τα αρχαία ιερά έπρεπε να μετατραπούν σε ναούς προκειμένου να εξαγνιστούν. Σε πολλά δε από αυτά, όπου λατρεύονταν γυναικείες, παγανιστικές θεότητες, χτίστηκαν ναοί αφιερωμένοι στην Παναγία, η οποία πολύ συχνά προσλάμβανε και τις ιδιότητες των αρχαίων θεοτήτων.

Οι ιδιότητες

Οι επαναλαμβανόμενοι εποχικοί κύκλοι του θανάτου και της αναγέννησης και τα λατρευτικά έθιμα που σχετίζονται με τη γη, τη βλάστηση και την καλή σοδειά συνδέθηκαν και με την Παναγία, όπως έχει γράψει ο μεγάλος λαογράφος Γεώργιος Μέγας. Τα Εισόδια της Θεοτόκου συνδέονται με τη σπορά και η Παναγία λαμβάνει τα χαρακτηριστικά της θεάς Δήμητρας αποκτώντας άλλοτε το προσωνύμιο Αποσπορίτισσα και άλλοτε Μεσοσπορίτισσα. Παραμένει μάλιστα και το αρχαίο έθιμο της πανσπερμίας, τα πολυσπόρια, όπως το λέμε σήμερα.

Αειπάρθενος, όπως οι αρχαίες θεές Αθηνά και Άρτεμη, ονομάστηκε η Παναγία από τον 6ο αιώνα. Ταυτόχρονα όμως είναι η προστάτις των εγκύων γυναικών που για να έχουν καλό τοκετό κρατούν ένα φυλαχτό-φυτό, «της Παναγίας το χορτάρι», όπως λέγεται. Αρχαίες μητρικές θεότητες ήταν και άλλες: η Αστάρτη, η Λητώ, η Γαία, η Ίσις, με ρίζες που χάνονται στο βάθος της Νεολιθικής εποχής. Αρχέτυπο όλων όμως θεωρείται η Μεγάλη Μητέρα ή Μητέρα Γη ή Μεγάλη Μητέρα Θεά, που κατά τον Γιουνγκ πρόκειται για ένα μητριαρχικό μοντέλο που ενυπάρχει στον άνθρωπο πριν και από την κύηση.

Η Μεγάλη Μητέρα ήταν άλλωστε η κύρια θεότητα στη Μινωική Κρήτη, από κάποια εποχή μάλιστα παράλληλα με τον «νεαρό θεό» (είτε ως «θείο βρέφος» είτε ως σύζυγό της). Σύμφωνα με τον κύκλο της φύσης για τον θάνατο και την αναγέννηση η Μεγάλη Μητέρα παντρεύεται διαρκώς τον νεαρό θεό που γεννιέται και πεθαίνει κάθε χρόνο.

Προστάτις

Στρατηγός των στρατηγών, η Παναγία προστατεύει τους πιστούς της - όπως και η θεά Αθηνά τους Αθηναίους - σε κάθε δύσκολη στιγμή. Το 626, στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από Άβαρους και Πέρσες, οι πιστοί που έχουν συγκεντρωθεί στη Μεγάλη Εκκλησία θα δουν ξαφνικά μπροστά τους την Παναγία να έχει απλώσει προστατευτικά το πέπλο της πάνω από την πόλη (θυμηθείτε τον πέπλο της Αθηνάς στα Παναθήναια). Και η μεγαλύτερη απόδειξη: «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» ψάλλουν οι πολιορκημένοι χριστιανοί στην τελευταία λειτουργία της Αγίας Σοφίας, το 1453.

Ο Ακάθιστος Υμνος ωστόσο μοιάζει κάπως με τις «ισιακές αρεταλογίες», τους ύμνους δηλαδή προς τη θεά Ισιδα, όπως λέει ο καθηγητής Αρχαιολογίας κ. Μιχάλης Τιβέριος. Πολλά από τα χαρακτηριστικά της αιγύπτιας θεάς, που είχε εξελληνιστεί, πέρασαν και στην Παναγία. «Όπως η Παναγία, έτσι και η θεά αυτή απέκτησε μύριες προσωνυμίες, ήταν δηλαδή μυριώνυμη, όπως "παντοκράτειρα" και "βασίλισσα του ουρανού, της γης και του κάτω κόσμου"» σημειώνει ο κ. Τιβέριος.

Η βασιλική του Παρθενώνα

Είναι άγνωστο πότε ακριβώς μετατράπηκε ο Παρθενώνας σε χριστιανικό ναό, το βέβαιο όμως είναι ότι επί Ιουστινιανού (482-565) καθαγιάστηκε και ορίστηκε ως η «καθολική εκκλησία των Αθηνών». Η λατρεία της ειδωλολατρικής παρθένου έδωσε έτσι τη θέση της στη χριστιανή Παρθένο και ο ναός πήρε το όνομα Παναγία Αθηνιώτισσα. Για τον σκοπό αυτόν μάλιστα και προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της νέας λατρείας ο Παρθενώνας υπέστη πολλές επεμβάσεις και μετατράπηκε σε τρίκλιτη βασιλική.

Το κύρος του ναού ήταν μεγάλο, αφού ακόμη και ο Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος γιόρτασε τη νίκη του κατά των Βουλγάρων στην Παναγία Αθηνιώτισσα. Επρόκειτο άλλωστε για περίλαμπρο ναό, με τη χρυσή εικόνα της Παναγίας και θαυμάσια ψηφιδωτά. Μόνο 188 ψηφίδες διασώθηκαν από αυτά και μεταφέρθηκαν το 1848 στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ σήμερα διακρίνονται ελάχιστα ίχνη των αρχικών παραστάσεων. Εκείνο όμως που διασώζεται είναι τα εκατοντάδες χαράγματα με ονόματα στρατηγών, επισκόπων κ.λπ., αλλά και απλές αναγραφές ονομάτων, θανάτων, τίτλοι και επαγγέλματα, προσευχές και συμβολικές παραστάσεις που αναγράφηκαν μέσα στους αιώνες στους κίονες του ναού. Κατά την Άλωση των Αθηνών από τους Λατίνους όμως η εκκλησία συλήθηκε και μετατράπηκε σε καθολική με την ονομασία «Σάντα Μαρία ντι Ατένε», ενώ αργότερα έγινε τζαμί.

Στην υποτιθέμενη ομοιότητα της παράστασης μιας μαρμάρινης μετόπης του Παρθενώνα με τη σκηνή του Ευαγγελισμού οφείλεται εξάλλου η διάσωσή της κατά τον Μεσαίωνα από φανατικούς της νέας θρησκείας που κατέστρεψαν τον αρχαίο διάκοσμο του ναού. Η μετόπη βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Ακρόπολης.

[Της Μαρίας Θερμού από Το Βήμα]

Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Η Θάλασσα του Καρυωτάκη - Ο Κρητικός του Σολωμού

πηγή : http://www.facebook.com/RANTISMENA

Κ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ "ΘΑΛΑΣΣΑ"

Τα σύννεφα τα γιγάντικα φαντάζουν κι ασημένια
στο μολυβένιο ουρανό
σαν τα χτυπά του ήλιου το φως' σαν τα χτυπά ο αγέρας

φεύγουνε πίσω απ' το βουνό.

Κι είναι θερίο η θάλασσα. Το παρδαλό της χρώμα

δίνει της - μπλάβο εκεί μακρυά,
πιο δώθε ανοιχτοπράσινο κι ακόμα δώθε γκρίζο-
κάποια παράξενη θωριά.

Τα κύματα τα πράσινα, τα γκρίζα και τα μπλάβα,

πέρα, απ' του πελάου τα φαρδιά,
τα φέρνει ρήγας ο βοριάς, μπατσίζουνε τα βράχια,
μπατσίζουνε την αμμουδιά.

Τις βάρκες τις ψαρόβαρκες ο φόβος κυβερνήτης

μες στο λιμάνι τις κρατεί'
μα η σκέψη μου όλο σέρνεται στα γαλανά τα πλάτια
μ' ένα χρυσόνειρο δετή.

Σα γλάρος μαυροφτέρουγος πετά η ψυχή μου, σμίγει

με την ψυχούλα του νερού
και τήνε πάει ο άνεμος και τήνε πάει το κύμα
κι είναι παιχνίδι του καιρού.

Κι ενώ πονώ τον πόνο σου και πάω προς το βυθό σου

και χάνομαι με τον αφρό,
ύστερα, στο γαλήνεμα, την ηλιακή χαρά σου,
θάλασσα, δεν θαν τη χαρώ

                                 --------------------------------- 
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ "Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ"

Eκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι·
«αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!».
Tρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπίσω στ’ άλλο,

πολύ κοντά στην κορασιά, με βρόντημα μεγάλο·
τα πέλαγα στην αστραπή κι ο ουρανός αντήχαν,
οι ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές κι αν είχαν.

II
Πιστέψετε π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια,
μά τες πολλές λαβωματιές που μόφαγαν τα στήθια,
μά τους συντρόφους πόπεσαν στην Kρήτη πολεμώντας,
μά την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας.
(Λάλησε, Σάλπιγγα, κι εγώ το σάβανο τινάζω,
και σχίζω δρόμο και τσ’ αχνούς αναστημένους κράζω:
«Mην είδετε την ομορφιά που την Kοιλάδα αγιάζει;
Πέστε, να ιδείτε το καλό εσείς κι ό,τι σας μοιάζει.
Kαπνός δε μένει από τη γη· νιος ουρανός εγίνη.
Σαν πρώτα εγώ την αγαπώ και θα κριθώ μ’ αυτήνη».
«Ψηλά την είδαμε πρωί· της τρέμαν τα λουλούδια,
στη θύρα τής Παράδεισος που εβγήκε με τραγούδια·
έψαλλε την Aνάσταση χαροποιά η φωνή της,
κι έδειχνεν ανυπομονιά για νά ’μπει στο κορμί της·
ο Oυρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος,
το κάψιμο αργοπόρουνε ο κόσμος ο αναμμένος·
και τώρα ομπρός την είδαμε· ογλήγορα σαλεύει·
όμως κοιτάζει εδώ κι εκεί και κάποιονε γυρεύει»).

III
Aκόμη εβάστουνε η βροντή . . . . . .
Kι η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει,
ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα,
σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τ’ άστρα·
κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση
κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό ν’ αφήσει.
Δεν είν’ πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα, φυσώντας
ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας,
όμως κοντά στην κορασιά, που μ’ έσφιξε κι εχάρη,
εσειόνταν τ’ ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι·
και ξετυλίζει ογλήγορα κάτι που εκείθε βγαίνει,
κι ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη.
Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της,
στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.

IV
Eκοίταξε τ’ αστέρια, κι εκείνα αναγαλλιάσαν,
και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν·
κι από το πέλαο, που πατεί χωρίς να το σουφρώνει,
κυπαρισσένιο ανάερα τ’ ανάστημα σηκώνει,
κι ανεί τσ’ αγκάλες μ’ έρωτα και με ταπεινοσύνη,
κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη.
Tότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει,
κι η χτίσις έγινε ναός που ολούθε λαμπυρίζει.
Tέλος σ’ εμέ που βρίσκομουν ομπρός της μες στα ρείθρα,
καταπώς στέκει στο Bοριά η πετροκαλαμήθρα,
όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει·
την κοίταζα ο βαριόμοιρος, μ’ εκοίταζε κι εκείνη.
Έλεγα πως την είχα ιδεί πολύν καιρόν οπίσω,
καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο,
κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου,
καν τ’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου·
ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκειά κι αστοχισμένη,
που ομπρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύναμη προβαίνει.
[Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζει
ξάφνου οχ τα βάθη του βουνού, κι ο ήλιος το στολίζει.]
Bρύση έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα,
κι έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολληώρα,
γιατί άκουσα τα μάτια της μέσα στα σωθικά μου·
έτρεμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη μιλιά μου.
Όμως αυτοί είναι θεοί, και κατοικούν απ’ όπου
βλέπουνε μες την άβυσσο και στην καρδιά τ’ ανθρώπου,
κι ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου μου
πάρεξ αν ήθελε της πω με θλίψη του χειλιού μου:
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
«T’ αδέλφια μου τα δυνατά οι Tούρκοι μού τ’ αδράξαν,
την αδελφή μού ατίμησαν κι αμέσως την εσφάξαν,
το γέροντα τον κύρη μου εκάψανε το βράδυ
και την αυγή μού ρίξανε τη μάνα στο πηγάδι.
Στην Kρήτη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Mακριά ’πό κείθ’ εγιόμισα τες φούχτες μου κι εβγήκα.
Bόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ’χω·
σε γκρεμό κρέμουμαι βαθύ, κι αυτό βαστώ μονάχο».

V
Eχαμογέλασε γλυκά στον πόνο της ψυχής μου,
κι εδάκρυσαν τα μάτια της κι εμοιάζαν της καλής μου.
Eχάθη, αλί μου, αλλ’ άκουσα του δάκρυου της ραντίδα
στο χέρι, που ’χα σηκωτό μόλις εγώ την είδα.―
Eγώ από κείνη την στιγμή δεν έχω πλια το χέρι,
π’ αγνάντευεν Aγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι·
χαρά δεν του ’ναι ο πόλεμος· τ’ απλώνω του διαβάτη
ψωμοζητώντας, κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι·
κι όταν χορτάτα δυστυχιά τα μάτια μου ζαλεύουν,
αργά, κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν,
και μέσα στ’ άγριο πέλαγο τ’ αστροπελέκι σκάει,
κι η θάλασσα να καταπιεί την κόρη αναζητάει,
ξυπνώ φρενίτης, κάθομαι, κι ο νους μου κινδυνεύει,
και βάνω την παλάμη μου, κι αμέσως γαληνεύει.―
Kαι τα νερά ’σχιζα μ’ αυτό, τα μυριομυρωδάτα,
με δύναμη που δέν ειχα μήτε στα πρώτα νιάτα,
μήτε όταν εκροτούσαμε, πετώντας τα θηκάρια,
μάχη στενή με τους πολλούς ολίγα παλληκάρια,
μήτε όταν τον μπομπο-Iσούφ και τσ’ άλλους δύο βαρούσα
σύρριζα στη Λαβύρινθο π’ αλαίμαργα πατούσα.
Στο πλέξιμο το δυνατό ο χτύπος της καρδιάς μου
(κι αυτό μου τ’ αύξαιν’,) έκρουζε στην πλεύρα της κυράς μου.

Aλλά το πλέξιμ’ άργουνε, και μου τ’ αποκοιμούσε,
ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε.
Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν,
και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν,
και τον κρυφό της έρωτα της βρύσης τραγουδάει,
του δέντρου και του λουλουδιού που ανοίγει και λυγάει.
Δεν είν’ αηδόνι κρητικό που σέρνει τη λαλιά του
σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του,
κι αντιβουΐζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα
η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα,
ώστε που πρόβαλε η Aυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια,
κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια.
Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό οπού τ’ αγρίκαα μόνος
στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος,
κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει
και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι·
κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθεριάς ελπίδα
κι εφώναζα: «ω θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα»
κι άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια με καμάρι·
καλή ’ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι.
Λαλούμενο, πουλί, φωνή, δεν είναι να ταιριάζει,
ίσως δε σώζεται στη γη ήχος που να του μοιάζει·
δεν είναι λόγια· ήχος λεπτός . . . . . . .
δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του.
Aν είν’ δεν ήξερα κοντά, αν έρχονται από πέρα·
σαν του Mαϊού τες ευωδιές γιομίζαν τον αέρα,
γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι . . . . . . .
μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Xάρος.
M’ άδραχνεν όλη την ψυχή, και νά ’μπει δεν ημπόρει
ο ουρανός κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη·
με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω
τη σάρκα μου να χωριστώ για να τον ακλουθήσω.
Έπαψε τέλος κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου,
που εστέναξε κι εγιόμισεν οχ την καλή μου·
και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη,
την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη. 

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Εικονοθεραπεία 1

Εσείς μικροί είχατε λεύκωμα;  Εγώ δεν είχα.  Έχω όμως τώρα! 
Είναι κάπως ιδιαίτερο διότι το απαρτίζουν εικόνες από περιοδικά κι εφημερίδες 
ανεξαρτήτως θέματος ύφους είδους κ.λ.π.
Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +-





Βασιλικόδρομος

πηγή : http://www.nea-acropoli-ioannina.gr/istorias/basilikodromos.html

Αναδημοσίευση άρθρου από την Νέα Ακρόπολη

Βασιλικόδρομος

Αποτελεί την αρχαιότερη και σημαντικότερη οδική αρτηρία του Ζαγορίου. Ήταν ένας πλατύς, λιθόστρωτος στο μεγαλύτερο μέρος του, ημιονικός δρόμος, που οδηγούσε από τη Θεσσαλία ή τη δυτική Μακεδονία στη Μονή Βοτσάς, μέσα από τα ορεινά περάσματα του Μετσόβου. Εκεί διακλαδιζόταν, και ένα τμήμα του οδηγούσε προς τα Ιωάννινα, ενώ το άλλο περνούσε μέσα από το κεντρικό Ζαγόρι και οδηγούσε προς το Δυτικό, την κοιλάδα του Καλαμά και το Ιόνιο.

Ο βασιλικόδρομος συνέδεε, δηλαδή, την Ήπειρο με την Αλβανία, την Ιταλία, τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δ’ Πωγωνάτος, επιστρέφοντας από την Ιταλία στην Κωνσταντινούπολη, πέρασε απ’ αυτόν το δρόμο και στάθμευσε στο Ανατολικό Ζαγόρι, στο σημείο όπου έκτισε τη Μονή Βοτσάς. Υπολείμματα αυτού του δρόμου σώζονται σήμερα στο Κεντρικό και κυρίως Ανατολικό Ζαγόρι.
Joomla SEF URLs by Artio

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω  

Τα κύματα του παρελθόντος

πηγή : http://www.minoas.gr/book-3393.minoas

Λογοτεχνία - Σύγχρονη Ξένη Λογοτεχνία - Κοινωνικό

Τα κύματα του παρελθόντος

Συγγραφέας: ΝΤΕΛΑΧΑΝΤ ΜΕΓΚΑΝ
Mεταφραστής: ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΓΩΓΩ
Κατηγορία: Λογοτεχνία - Σύγχρονη Ξένη Λογοτεχνία - Κοινωνικό
Σειρά:
Ημ/νία πρώτης έκδοσης: 03/2012
Σελίδες: 304
ISBN: 978-960-481-707-8
Κωδικός: 35188
Διαστάσεις: 14,2 x 20,4 εκ.
Αξιολόγηση:  -
Τιμή: €15,00
Ξεφυλλίστε τις πρώτες σελίδες!



Σύντομη περιγραφή
Στα ίχνη ενός πατέρα που δεν γνώρισε ποτέ, η Λένα, μια Αυστραλέζα καθηγήτρια χορού, ξεκινά, με παρέα τον μικρό γιο της, ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο για να αντιμετωπίσει την αλήθεια της ζωής της. Θέλει να γνωρίσει τον Έλληνα πατέρα της και να κατανοήσει τα αίτια της απουσίας του.

Στην Ελλάδα, ο Αντρέας έχει καταδικάσει τον εαυτό του στην απομόνωση ενός νησιού προκειμένου να αποκοπεί από τα επώδυνα βιώματα και τα λάθη του παρελθόντος, που φτάνουν πίσω στη δεκαετία του ’60. Πληγωμένος και γεμάτος τύψεις, παλεύει να κρατήσει το παρελθόν μακριά.

Όταν το παρόν και το παρελθόν σμίγουν, οικογενειακά και προσωπικά μυστικά βγαίνουν στην επιφάνεια. Καθώς τα κύματα του κρυφού παρελθόντος κατακλύζουν τη Λένα και τον Αντρέα, εκείνοι τολμούν να κοιτάξουν τις σκιές της ζωής τους αναζητώντας κάπου μια ακτίνα φωτός. 
 
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Η Ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων (8)

Από παλιό περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση"
Έχω μαζέψει τα περισσότερα τμήματα από ένα αξιόλογο υλικό
Είναι ένα θέμα μεγάλης σημασίας για τους Έλληνες
Πρόκειται για την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων
Στα τρυπημένα σημεία λέει "του" "κλείσιμο" 
Για μεγέθυνση πατάτε με ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό + -


Μάγος είναι ο πιτσιρίκος;

 Από παλιό περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση" (Σεπτέμβριος 2004)
Στα τρυπημένα σημεία λέει "ενδιαφέρον" "ξεχωρίζουν" "χαρά μου"
Για μεγέθυνση πατάτε το ροδάκι ανοίγει νέα καρτέλα με φακό + -

Το αδιέξοδο

Από παλιό περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση" ένα άρθρο ψυχολογίας. 
Στα τρυπημένα σημεία λέει "σύμφωνα με" "συνήθως" "εξωτερικού" 
Για να μεγενθύνετε πατάτε  το ροδάκι  και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό + - 
 

Δημοφιλείς αναρτήσεις