Δημόκριτος ο Αβδηρίτης (460 - 370 π.κ.χ.)
Ο Δημόκριτος γεννήθηκε στα Άβδηρα γύρω στο 460 π.κ.χ. Φέρεται ως
συγγραφέας πολλών έργων που κάλυπταν ποικίλες θεματικές περιοχές: μαθηματικά, φυσική, αστρονομία, ψυχολογία, ηθική, μουσική, ιατρική.
Παρ' όλο που οι αρχαίες μαρτυρίες αναφέρουν ως εισηγητή της ατομικής
θεωρίας τον Λεύκιππο, καμία ειδική αναφορά στο περιεχόμενο της
διδασκαλίας του δεν σώζεται. Το αντίθετο συμβαίνει με τον φερόμενο ως
μαθητή του Δημόκριτο στον οποίο παραπέμπουν όλες οι πηγές που έχουν
σημασία για την ανασυγκρότηση της ατομικής φιλοσοφίας.
Ο Δημόκριτος, βρίσκεται όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και πνευματικά στο
αντίθετο άκρο από το Σικελό Εμπεδοκλή. Όσο η σκέψη του τελευταίου
χαρακτηρίζονταν από μιαν ισχυρή θρησκευτική τάση και ήταν ριζωμένη στην
πυρετώδη κοινωνικοπολιτική ατμόσφαιρα της Σικελίας, τόσο η φυσιογνωμία
του Δημόκριτου έχει όλα τα χαρακτηριστικά του ψυχρού και εγκρατούς
επιστήμονα, του ουσιαστικά, αδιάφορου τόσο για τα θρησκευτικά προβλήματα
όσο και για τις κοινωνικές συγκρούσεις και τα πολιτικά οράματα.
Άτομα και κενό
Η ατομική θεωρία συμμερίζεται την ελεατική απόρριψη της γένεσης και
φθοράς των όντων και αποπειράται να εξηγήσει τις αλλαγές που παρατηρούμε
στον κόσμο ως αναδιατάξεων των συστατικών και αναλλοίωτων στοιχείων των
πραγμάτων. Οι Ατομικοί αποδέχονται μεν την ταύτιση του μηδενός και
κενού, πειθαρχούν ωστόσο στα δεδομένα της αίσθησης και θεωρούν την
πραγματικότητα της κίνησης και της μεταβολής βέβαιη και αδιαμφισβήτητη.
Έτσι, πρώτοι αυτοί θα απορρίψουν την έννοια της απόλυτα συμπαγούς
πραγματικότητας και θα αποδεχθούν την ύπαρξη του κενού ως προϋπόθεση για
την κίνηση των θεμελιωδών δομικών στοιχείων: των ατόμων.
Ενώ λοιπόν οι Ατομικοί υιοθετούν για τα όντα τις ιδιότητες που τους
απέδιδαν οι Ελεάτες, δεν διστάζουν να αποδεχτούν την ύπαρξη του μηδενός,
ταυτίζοντάς το με το κενό. Δημιουργούν ουσιαστικά ένα δυϊστικό σύστημα,
επιμένοντας ότι «στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο άτομα και κενό» και
ερμηνεύοντας τον κόσμο και τις μεταβολές του ως αποτέλεσμα της
αλληλεπίδρασης αυτών των δύο αρχών. Η ύλη για τους Ατομικούς δεν είναι
συνεχής και επ' άπειρον διαιρετή, αλλά αποτελείται από σταθερά και
αναλλοίωτα στοιχειώδη σωματίδια «τόσο μικρά που διαφεύγουν από τις αισθήσεις μας» τα οποία είναι προσιτά μόνο στη νόηση. Γι' αυτά τα μικρά σωματίδια υιοθετήθηκε η ονομασία άτομα προκειμένου να δηλωθεί η αδυναμία της επ' άπειρον τομής τους και η σύσταση της ύλης από έσχατα σταθερά και αδιαίρετα στοιχεία.
Ιδιότητες των ατόμων
Τα άτομα είναι συμπαγείς, πλήρεις και αδιαπέραστες μονάδες ύλης που
δεν περιέχουν μέσα τους μέρη του κενού ή μη όντος, ούτε διακρίνονται σε
μέρη. Στο συμπαγή χαρακτήρα τους φαίνεται να στηρίζεται και το
αδιαίρετό τους, αφού η διαιρετότητα προϋποθέτει την ύπαρξη κενού στο
εσωτερικό τους. Είναι αγέννητα, άφθαρτα, άπειρα στον αριθμό και απαθή
αφού δεν επηρεάζονται από το περιβάλλον και δεν μεταλλάσσονται. Είναι
«χωρίς ποιότητα» (άποια) και δεν διαφέρουν όσον αφορά την υλική τους
υπόσταση, αλλά μόνο ως προς το σχήμα (Α__Ν), την τάξιν (κατεύθυνση
Ζ___Ν) και την θέσιν (κατάσταση ΑΝ___ΝΑ). Σημαντικότερες είναι οι
διαφορές που αναφέρονται στο σχήμα με δύο λόγια θα μπορούσαμε να
ισχυριστούμε ότι τα άπειρα σε ποσότητα άτομα εμφανίζουν μια άπειρη
ποικιλία σχημάτων και μορφών. Κάποιες μαρτυρίες αναφέρουν και διαφορές
μεγέθους μεταξύ των ατόμων. Ο Δημόκριτος μάλιστα φέρεται να υποστήριξε
την ύπαρξη «πολύ μεγάλων» ατόμων, ωστόσο δεν είναι βέβαιο αν αποδέχονταν
και διαφορές στο βάρος τους.
Η κίνηση των ατόμων
Σε αντίθεση με τους προγενέστερους Προσωκρατικούς, η ατομική θεωρία προσεγγίζει την κίνηση ως ιδιότητα σύμφυτη στην ύλη,
που δεν χρειάζεται να δικαιολογηθεί ειδικά, ούτε να εξηγηθεί η
προέλευσή της. Τα άτομα κινούνται διαρκώς στο κενό, όπου δεν συναντούν
καμιά αντίσταση. Καθώς συγκρούονται μεταξύ τους, τα όμοια συνδέονται και
παραμένουν μαζί, ενώ τα ανόμοια παίρνουν διαφορετικές κατευθύνσεις.
Τα σώματα που μας περιβάλλουν είναι σύνολα ατόμων που έχουν ενωθεί σε
ένα σύμπλεγμα περισσότερο ή λιγότερο σταθερό. Στα συμπλέγματα αυτά, τα
άτομα διατηρούν την ιδιαιτερότητα τους και μια σχετική αυτονομία. Η
ένωσή τους είναι βέβαιο ότι κάποτε θα λυθεί και το σώμα θα πάψει να
υπάρχει ως ενότητα. Δεν είναι σαφές ποιοι ακριβώς «κανόνες» διέπουν τις
ενώσεις των ατόμων και τη δημιουργία σωμάτων. Οι διαφορές στο βάρος των
σωμάτων, μοιάζει να οφείλονται στις «ποσότητες» κενού που υπάρχει μέσα
τους, ανάμεσα στα άτομάτους.
Η διαρκής κίνηση των ατόμων, οι συγκρούσεις και οι ενώσεις τους, δεν
δημιουργούν μόνο επιμέρους σώματα, αλλά, σε μακροσκοπικό επίπεδο, και
ολόκληρους κόσμους. Καθώς το πλήθος των ατόμων κινείται μέσα στο
άπειρο κενό, τυχαίνει σε κάποια περιοχή να συγκεντρώνεται ένας μεγάλος
αριθμός ατόμων και δημιουργείται μια δίνη, η οποία οδηγεί σε διαχωρισμό
των ατόμων, σε επιμέρους συσσωματώσεις και στη δημιουργία ενός κόσμου.
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται όχι ένας αλλά άπειροι κόσμοι.
Πράγματι, καθώς το κενό όσο και τα άτομα είναι άπειρα, ασταμάτητα
δημιουργούνται (και διαλύονται) νέοι κόσμοι, οι οποίοι διαφέρουν κατά το
μέγεθος, το σχήμα, την ύπαρξη και κίνηση των άστρων τους και τις έμβιες
μορφές τους.
Γνωσιοθεωρία
Όπως νωρίτερα ο Παρμενίδης και ο Ηράκλειτος, έτσι και ο Δημόκριτος
εκφράζει επιφυλάξεις έναντι της αίσθησης και της αξιοπιστίας της.
Συγκεκριμένα για τον Δημόκριτο «υπάρχουν δύο μορφές γνώσης, μια
γνήσια και μια σκοτεινή. Στη σκοτεινή ανήκουν όλα τούτα: όραση, ακοή,
όσφρηση, γεύση, αφή. Η άλλη η γνήσια είναι διαφορετική ...».
Με αφορμή την παρατήρηση ότι ένα και το αυτό αντικείμενο δημιουργεί
διαφορετικές αισθητηριακές εντυπώσεις σε διαφορετικούς ανθρώπους, ο
Δημόκριτος θεωρεί την αίσθηση αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης αντικειμένου και
αισθητηριακού μηχανισμού του κάθε ανθρώπου και άρα συμβατική,
επιφανειακή και ανίκανη να εισχωρήσει στο βάθος και στην ουσία των
πραγμάτων. Το με ποιο τρόπο λειτουργεί αυτή η αλληλεπίδραση στις
επιμέρους αισθήσεις δεν είναι σαφές. Σύμφωνα ωστόσο με κάποιες
ενδείξεις, η αίσθηση παράγεται μέσω της συνάντησης ατόμων που απορρέουν
από τα υλικά σώματα και από τα αισθητήρια όργανα.
Η γνήσια γνώση αντίθετα, κατά τον Δημόκριτο, δεν εξαρτάται από την
αίσθηση, αλλά βασίζεται στη νόηση. Ακόμη και η νόηση, ωστόσο,
περιγράφεται ως κάτι ανάλογο της αίσθησης και ανάγεται σε κινήσεις των
ατόμων της ψυχής (η οποία επίσης αποτελείται από άτομα). Η νόηση έχει
πάντως την ικανότητα να διεισδύει στις πιο «λεπτές» και δυσδιάκριτες
περιοχές της πραγματικότητας, για τις οποίες δεν μπορούμε να έχουμε
κανένα αισθητηριακό δεδομένο: τα άτομα και το κενό.
Ηθική
Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στα νεότερα χρόνια, όπου η ηθική
εκλαμβάνεται συνήθως ως ένα σύνολο κανόνων που μας επιβάλλονται
καθορίζοντας δεσμευτικά τις πράξεις μας και τη στάση μας έναντι των
άλλων ανθρώπων, στη δημοκρίτεια σκέψη η ηθική αποβλέπει κυρίως στην
ευτυχία (ευδαιμονία) του κάθε ανθρώπου. Ο σκοπός αυτός ενυπάρχει στη ζωή
κάθε ανθρώπου και εκφράζεται από τον Δημόκριτο με την έννοια της
ευθυμίας.
«Οι άνθρωποι αποκτούν την ευθυμία με τη μετρημένη ευχαρίστηση και
ζώντας με μέτρο. Η έλλειψη και η υπερβολή αντίθετα τείνουν να
μεταστρέφονται και να προκαλούν στην ψυχή μεγάλες ταραχές. Οι ψυχές που
κινούνται από μεγάλες αντιθέσεις δεν είναι ούτε ευσταθείς ούτε εύθυμες.»(DK 68B191)
Σύμφωνα λοιπόν με το Δημόκριτο η ευτυχία αποκτιέται μέσα σε μια διαβίωση
που βασίζεται στο μέτρο. Πρόκειται στην ουσία για μια ισορροπημένη
κατάσταση μετρημένης διαβίωσης, που παίρνει υπόψη τις ικανότητες του
καθενός. Στην ουσία ο Δημόκριτος εκφράζει φιλοσοφικά το περίφημο αίτημα
διαβίωσης σύμφωνα με το «μέτρον άριστον», προετοιμάζοντας συγχρόνως την
αριστοτελική ηθική της «μεσότητας». συνέχεια http://art-hellas.blogspot.gr/2012/02/460-370.html