Τρίτη 13 Αυγούστου 2013

Σαν σήμερα, 13 Αυγούστου 1968 Ο Αλέκος Παναγούλης

Φωτογραφία: Σαν σήμερα, 13 Αυγούστου 1968 

Ο Αλέκος Παναγούλης αποπειράται να δολοφονήσει τον δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο στη παραλιακή λεωφόρο Βάρκιζας - Λαγονήσι. Ακολούθησε η σύλληψή του και της ομάδας του.

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης συμμετείχε ενεργά στον αγώνα για την επαναφορά της δημοκρατίας και εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος του Γ. Παπαδόπουλου (1967-1974). Λιποτάκτησε από το στράτευμα και ίδρυσε την οργάνωση Εθνική Αντίσταση. Αυτοεξορίστηκε στην Κύπρο για να καταστρώσει σχέδιο δράσης. Εκεί έρχεται σε επαφή με τους πολιτικούς άνδρες του τόπου, όπως ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, με σκοπό να τους ζητήσει να συνδράμουν στην αντίσταση. Επανέρχεται στην Ελλάδα και μαζί με στενούς του συνεργάτες σχεδιάζει την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου την 13η Αυγούστου 1968 κοντά στη Βάρκιζα. Αποτυγχάνει και συλλαμβάνεται. Όπως σημειώνει η Οριάνα Φαλάτσι στην συνέντευξη της με τον Αλέξανδρο Παναγούλη μετά την απελευθέρωση του, η πράξη του ήταν μια πολιτική πράξη εναντίον της δικτατορίας. Η Φαλάτσι αναφέρει τον Α. Παναγούλη ως εξής: Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο.

Μετά από μερόνυχτα συνεχούς βασανισμού, οδηγείται ημιθανής στο νοσοκομείο και κατόπιν δικάζεται από το Στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968[2] και καταδικάζεται δις εις θάνατον, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, στις 17 Νοεμβρίου 1968. Μεταφέρεται στην Αίγινα για την εκτέλεση η οποία όμως ματαιώθηκε χάρη στις πιέσεις της διεθνούς κοινότητας και αφού προσπάθησαν να πείσουν τον Παναγούλη να υπογράψει για να του δοθεί χάρη. Στις 25 Νοεμβρίου 1968 ο Παναγούλης μεταφέρθηκε από την Αίγινα στις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου (Σ.Φ.Μ.), όπου και του επιβλήθηκε η "ποινή του εντοιχισμού" όπως λέει ο ίδιος. Από εκεί δραπετεύει στις 5 Ιουνίου 1969, συλλαμβάνεται όμως εκ νέου και οδηγείται προσωρινά στο στρατόπεδο στου Γουδή για να μεταφερθεί μετά από ένα μήνα και πάλι στις φυλακές Μπογιατίου. Εκεί τον περιμένει η απομόνωση σε κελί που το έφτιαξαν ειδικά για τον Παναγούλη και ήταν σαν αντίγραφο τάφου. Επιχειρεί να δραπετεύσει αρκετές φορές ανεπιτυχώς. Γράφει ποιήματα ως διέξοδο. Συνεχίζει να γράφει ακόμα και όταν του κατάσχουν κάθε γραφική ύλη χρησιμοποιώντας για μελάνι το αίμα του και για χαρτί τους τοίχους του κελιού-τάφου του.

Ο Α. Παναγούλης σύμφωνα με ορισμένους αρνείται την πρόταση απονομής χάριτος που του προσέφερε η χούντα. Τον Αύγουστο του 1973 – μετά από τεσσεράμισι σχεδόν χρόνια φυλάκισης – απελευθερώθηκε βάση της γενικής αμνηστίας που απένειμε το καθεστώς των συνταγματαρχών στους πολιτικούς κρατούμενους, κατόπιν της αποτυχημένης προσπάθειας του Γ. Παπαδόπουλου να φιλελευθεροποιήσει το καθεστώς του. Αυτοεξορίζεται εκ νέου, αυτή τη φορά στην Φλωρεντία της Ιταλίας, για να επαναδραστηριοποιηθεί στην αντίσταση, ουσιαστικά όμως συνεχίζει την αντίσταση στην Ελλάδα ερχόμενος κρυφά όπου και οργανώνει ομάδες αντίστασης.
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!!!


Σαν σήμερα, 13 Αυγούστου 1968

Ο Αλέκος Παναγούλης αποπειράται να δολοφονήσει τον δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο στη παραλιακή λεωφόρο Βάρκιζας - Λαγονήσι. Ακολούθησε η σύλληψή του και της ομάδας του.

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης συμμετείχε ενεργά στον αγώνα για την επαναφορά της δημοκρατίας και εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος του Γ. Παπαδόπουλου (1967-1974). Λιποτάκτησε από το στράτευμα και ίδρυσε την οργάνωση Εθνική Αντίσταση. Αυτοεξορίστηκε στην Κύπρο για να καταστρώσει σχέδιο δράσης. Εκεί έρχεται σε επαφή με τους πολιτικούς άνδρες του τόπου, όπως ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, με σκοπό να τους ζητήσει να συνδράμουν στην αντίσταση. Επανέρχεται στην Ελλάδα και μαζί με στενούς του συνεργάτες σχεδιάζει την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου την 13η Αυγούστου 1968 κοντά στη Βάρκιζα. Αποτυγχάνει και συλλαμβάνεται. Όπως σημειώνει η Οριάνα Φαλάτσι στην συνέντευξη της με τον Αλέξανδρο Παναγούλη μετά την απελευθέρωση του, η πράξη του ήταν μια πολιτική πράξη εναντίον της δικτατορίας. Η Φαλάτσι αναφέρει τον Α. Παναγούλη ως εξής: Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο.

Μετά από μερόνυχτα συνεχούς βασανισμού, οδηγείται ημιθανής στο νοσοκομείο και κατόπιν δικάζεται από το Στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968[2] και καταδικάζεται δις εις θάνατον, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, στις 17 Νοεμβρίου 1968. Μεταφέρεται στην Αίγινα για την εκτέλεση η οποία όμως ματαιώθηκε χάρη στις πιέσεις της διεθνούς κοινότητας και αφού προσπάθησαν να πείσουν τον Παναγούλη να υπογράψει για να του δοθεί χάρη. Στις 25 Νοεμβρίου 1968 ο Παναγούλης μεταφέρθηκε από την Αίγινα στις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου (Σ.Φ.Μ.), όπου και του επιβλήθηκε η "ποινή του εντοιχισμού" όπως λέει ο ίδιος. Από εκεί δραπετεύει στις 5 Ιουνίου 1969, συλλαμβάνεται όμως εκ νέου και οδηγείται προσωρινά στο στρατόπεδο στου Γουδή για να μεταφερθεί μετά από ένα μήνα και πάλι στις φυλακές Μπογιατίου. Εκεί τον περιμένει η απομόνωση σε κελί που το έφτιαξαν ειδικά για τον Παναγούλη και ήταν σαν αντίγραφο τάφου. Επιχειρεί να δραπετεύσει αρκετές φορές ανεπιτυχώς. Γράφει ποιήματα ως διέξοδο. Συνεχίζει να γράφει ακόμα και όταν του κατάσχουν κάθε γραφική ύλη χρησιμοποιώντας για μελάνι το αίμα του και για χαρτί τους τοίχους του κελιού-τάφου του.

Ο Α. Παναγούλης σύμφωνα με ορισμένους αρνείται την πρόταση απονομής χάριτος που του προσέφερε η χούντα. Τον Αύγουστο του 1973 – μετά από τεσσεράμισι σχεδόν χρόνια φυλάκισης – απελευθερώθηκε βάση της γενικής αμνηστίας που απένειμε το καθεστώς των συνταγματαρχών στους πολιτικούς κρατούμενους, κατόπιν της αποτυχημένης προσπάθειας του Γ. Παπαδόπουλου να φιλελευθεροποιήσει το καθεστώς του. Αυτοεξορίζεται εκ νέου, αυτή τη φορά στην Φλωρεντία της Ιταλίας, για να επαναδραστηριοποιηθεί στην αντίσταση, ουσιαστικά όμως συνεχίζει την αντίσταση στην Ελλάδα ερχόμενος κρυφά όπου και οργανώνει ομάδες αντίστασης.

Ολυμπιακοί Αγώνες 2004, Αθήνα ...

Ολυμπιακοί Αγώνες 2004, Αθήνα ... 


Οι Αγώνες της 28ης Ολυμπιάδας, κοινώς γνωστοί ως Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 2004 διοργανώθηκαν στην Αθήνα (Ελλάδα) από τις 13 Αυγούστου έως τις 29 Αυγούστου 2004. Συμμετείχαν περίπου 10.500 αθλητές μαζί με 5.500 προπονητές και συνοδούς από 202 χώρες. Υπήρξαν συνολικά 301 τελετές απονομής μεταλλίων από 28 διαφορετικά αθλήματα.

Για πρώτη φορά από το 1996, όλα τα μέλη της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής θα πάρουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Στο Ολυμπιακό Αθλητικό Κέντρο Αθηνών έλαβε χώρα ένας μεγάλος αριθμός αθλημάτων, ενώ τα υπόλοιπα διεξήχθησαν στα προάστια της πόλης αλλά και στην Αττική. Το ολυμπιακό τουρνουά ποδοσφαίρου έγινε στις πόλεις: Θεσσαλονίκη, Βόλο, Πάτρα και Ηράκλειο.

http://el.wikipedia.org/wiki/Θερινοί_Ολυμπιακοί_Αγώνες_2004 

Άλφρεντ Χίτσκοκ

Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1899 στο Ιστ Εντ του Λονδίνου και πέθανε στις 29 Απριλίου 1980 στο Λος Άντζελες. Φοίτησε αρχικά σε μία τεχνική σχολή, την School of Engineering and Navigation διδασκόμενος μηχανική, ηλεκτρολογία, ακουστική και ναυπηγική. Προκειμένου να καλύψει τις βιοτικές ανάγκες του εργάσθηκε σε μία τηλεγραφική εταιρεία, ενώ παρακολουθούσε και μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.[1] Ο Χίτσκοκ έπιασε σε δουλειά σε κινηματογραφικό στούντιο του Λονδίνου το 1920. Επρόκειτο για παράρτημα στην Αγγλική πρωτεύουσα της αμερικανικής Famous Players-Lasky της Paramount Pictures Η δουλειά του ήταν να σχεδιάζει τους τίτλους αρχής για όλες τις ταινίες του στούντιο.[2] Μετά από δύο χρόνια του δόθηκε η ευκαιρία να καθήσει στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Ο σκηνοθέτης της ταινίας Always Tell Your Wife αρρώστησε και ζητήθηκε από τον Χίτσκοκ να τον αντικαταστήσει για να ολοκληρωθεί η ταινία. Οι παραγωγοί εντυπωσιάστηκαν από το αποτέλεσμα και του αναθέσαν να γυρίσει την πρώτη του, ουσιαστικά, ταινία, που ήταν ο Αριθμός 13. Μετά από λίγο καιρό όμως το στούντιο έκλεισε. Ο Χίτσκοκ σττη συνέχεια προσλήφθηκε στην Gainsborough Pictures ως σεναριογράφος και σχεδιαστής τίτλων. Το 1925 κατάφερε να σκηνοθετήσει το Pleasure Garden κι αυτό σηματοδοτεί ουσιαστικά την αρχή της καριέρας του ως σκηνοθέτη.

Μετά από μια επιτυχημένη δεκαετία του '30, με ταινίες όπως τα 39 σκαλοπάτια, Ο άνθρωπος που ήξερε πολλά, Σαμποτάζ, με το ξεκίνημα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου αποφάσισε να μετακομίσει μόνιμα στις ΗΠΑ. Όταν επισκέφθηκε το Χόλυγουντ το 1940, όλοι οι παραγωγοί των μεγάλων στούντιο του έκλεισαν την πόρτα γιατί πίστευαν ότι δε θα μπορούσε να κάνει καριέρα στο χώρο. Τελικά, ο μεγαλο-παραγωγός Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ του πρόσφερε ένα επταετές συμβόλαιο. Του ανέθεσε αρχικά μια ταινία για τον Τιτανικό, αλλά το σχέδιο τελικά απορρίφθηκε και του ανέθεσε τη Ρεβέκκα. Η ταινία κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας του 1940, αλλά φυσικά το Όσκαρ πήγε στον παραγωγό και όχι στον Χίτσκοκ. Για τα επόμενα 20 χρόνια, μέχρι το Ψυχώ, γύριζε τη μια ταινία πίσω από την άλλη. Το 1955 συμφώνησε να προλογίζει μια τηλεοπτική σειρά με τίτλο Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει, η οποία διήρκεσε δέκα χρόνια.

Μετά την καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία του Ψυχώ άρχισε να σκηνοθετεί ταινίες όλο και πιο αραιά. Από το 1977 μέχρι και το θάνατό του, δούλευε πάνω στη δημιουργία ενός φιλμ με τίτλο The Short Night. Μετά το θάνατό του, ο σεναριογράφος Ντέιβιντ Φρίμαν εξέδωσε την τελική εκδοχή του σεναρίου.

Προτάθηκε πέντε φορές για Όσκαρ σκηνοθεσίας, το 1941 (Ρεβέκκα), το 1945 (Στον ίσκιο του θανάτου/Ναυαγοί) το 1946 (Νύχτα Αγωνίας), το 1955 (Σιωπηλός Μάρτυς) και το 1961 (Ψυχώ), αλλά δεν το κέρδισε ποτέ.
Διάφορα Στοιχεία

Προτιμούσε πάντα τις ξανθές πρωταγωνίστριες. Οι πιο διάσημες ηθοποιοί που σκηνοθέτησε ήταν η Τζόαν Φοντέιν, η Ίνγκριντ Μπέργκμαν, η Μάρλεν Ντίτριχ, η Γκρέις Κέλι, η Κιμ Νόβακ, η Τζάνετ Λι, η Ντόρις Ντέι, η Εύα Μαρί Σεντ, η Βέρα Μάιλς και η Τίπι Χέντρεν. Στις περισσότερες ταινίες του πάντως έχουν συμμετάσχει και οι διασημότεροι άρρενες ηθοποιοί της εποχής: Τσαρλς Λότον, Λόρενς Ολίβιε, Τζέιμς Στιούαρτ, Κάρι Γκραντ, Κλοντ Ρέινς, Γκρέγκορι Πεκ, Χένρι Φόντα, Σον Κόνερι, Μοντγκόμερι Κλιφτ και Πολ Νιούμαν.

Όταν ο Χίτσκοκ δεν πρόλαβε να αγοράσει τα δικαιώματα του βιβλίου Οι Διαβολογυναίκες, που μετέφερε στον κινηματογράφο ο Ανρί-Ζωρζ Κλουζό το 1955, ζήτησε από τους συγγραφείς, τον Πιερ Μπουαλό και τον Τομά Ναρσεζεράκ, να του γράψουν ένα διήγημα αποκλειστικά για αυτόν. Το αποτέλεσμα ήταν το βιβλίο From Among the Dead, το οποίο γυρίστηκε με τον τίτλο Vertigo (Δεσμώτης του Ιλίγγου).

Ο Χίτσκοκ συχνά δήλωνε ότι η αγαπημένη του ταινία ήταν Το Χέρι που Σκοτώνει (Shadow of a Doubt) και ότι ο Λουίς Μπουνιουέλ ήταν ο καλύτερος σκηνοθέτης όλων των εποχών. Επίσης, ο ίδιος θεωρούσε ότι η πρώτη του ταινία αληθινά ήταν ο Ένοικος.

Ο διάσημος ζωγράφος Σαλβαδόρ Νταλί συμμετείχε στους σχεδιασμούς της σεκάνς του ονείρου που βλέπει ο Γκρέγκορι Πεκ στην ταινία Νύχτα Αγωνίας.

Η πρώτη έγχρωμη ταινία του ήταν Ο Βρόχος (Rope) το 1948, η οποία επίσης θεωρείται πειραματική και πρωτοποριακή επειδή είναι γυρισμένη εξ ολοκλήρου με μία κάμερα και χωρίς κανένα μοντάζ.
Φιλμογραφία

Είναι χαρακτηριστικό σε όλες σχεδόν τις ταινίες του Χίτσκοκ, η εμφάνιση που κάνει ο ίδιος ο Χίτσκοκ σε ρόλους κομπάρσου. Ο όρος στα αγγλικά είναι cameo appearence (=σύντομο πέρασμα). Παρακάτω, παρουσιάζεται η φιλμογραφία του Χίτσκοκ, η cameo εμφάνισή του, όπου υπάρχει, και το χρονικό σημείο αυτής.

Αγγλική περίοδος:

Αριθμός 13 (Number 13, 1922)[3]
O κήπος των ηδονών(The Pleasure Garden) (1925)
Ο αετός του βουνού (The Mountain Eagle) (1926)
Ο Ενοικιαστής (The Lodger )(1927), σε γραφείο εφημερίδας (3') και στον όχλο σε μια σύλληψη (92')
Το Ρίνγκ (The Ring) (1927)
Κατήφορος (Downhill)(1927)
Η Πριγκίπισσα της Σαμπάνιας (Champagne) (1928)
Εύκολη αρετή (Easy Virtue) (1928), διασχίζοντας ένα γήπεδο τένις (15')
Η γυναίκα του αγρότη (The Farmer's Wife) (1928)
Σκότωσα για την Τιμή μου (Blackmail, 1929), στον υπόγειο (11')
Εξιλέωσις Δικαίου (The Manxman) (1929)
Elstree Calling (1930)
Η Ήρα και το παγόνι (Juno and the Paycock) (1930)
Έγκλημα (Murder!) (1930), στον χώρο του εγκλήματος (60')
Το παιχνίδι της σάρκας ( The Skin Game ) (1931)
Mary (1931)
Περιπέτειες Νεόπλουτων (Rich and Strange) (1931)
Νούμερο δεκαεπτά (Number Seventeen) (1932)
Βιεννέζικα βαλς (Waltzes from Vienna) (1933)
Ο άνθρωπος που ήξερε πολλά (The Man who Knew too Much, 1934)
Τα 39 σκαλοπάτια (The 39 Steps, 1935), έξω από ένα θέατρο (7')
Σαμποτάζ (Sabotage, 1936)
Μυστικός πράκτωρ (Secret Agent) (1936)
Νέος και αθώος (Young and Innocent, 1937), ως φωτογράφος στο δικαστήριο (15')
Η Κυρία Εξαφανίζεται / Η Εξαφάνιση της Κυρίας (The Lady Vanishes, 1938), στην πλατφόρμα του σιδηροδρομικού σταθμού Victoria (90')
Η Ταβέρνα της Τζαμάικα (Jamaica Inn, 1939)

Αμερικάνικη περίοδος:

Ρεβέκκα (Rebeca, 1940), περνώντας δίπλα από έναν τηλεφωνικό θάλαμο (123')
Πριν από τη Θύελλα / Ξένος Ανταποκριτής (Foreign Correspondent, 1940), δίπλα από ένα κουτί εφημερίδων (11')
Δε σε Θέλω πια / Ο κύριος και η κυρία Σμιθ (Mr. and Mrs. Smith, 1941), περνώντας έξω από το κτίριο του κ. Σμιθ (41')
Υποψίες (Suspicion, 1941), στο ταχυδρομικό κουτί του χωριού (45')
Σαμποτέρ (Saboteur, 1942), δίπλα από ένα κουτί εφημερίδων (60')
Το Χέρι που Σκοτώνει / Στη Σκιά της Αμφιβολίας (Shadow Of A Doubt, 1943), στο τραίνο προς Σάντα Ρόζα (17')
Περιπέτεια στη Μαδαγασκάρη (Aventure Malgache) (1944) - μικρού μήκους
Καλό ταξίδι (Bon Voyage) (1944) - μικρού μήκους
Στον ίσκιο του θανάτου/Ναυαγοί (Lifeboat, 1944), στην εφημερίδα ως διαφήμιση (25')
Νύχτα Αγωνίας (Spellbound, 1945), στον ουρανοξύστη Empire State Building (36')
Υπόθεση Νοτόριους (Notorious, 1946), στο πάρτι του Άλεξ Σεμπάστιαν (64')
Υπόθεση Παραντάιν (The Paradine Case, 1947), στον σταθμό του τρένου (36')
Ο Βρόχος / Η Θηλιά (Rope, 1948), διασχίζοντας το δρόμο (1') και η σιλουέτα από νέον-φως (52')
Στον Αστερισμό του Αιγόκερω (Under Capricorn, 1949), στην παρέλαση Σίδνεϊ (3') και στα σκαλιά του κυβερνητικού κτιρίου (14')
Πονεμένο Ρομάντζο / Ο Δολοφόνος Έρχεται Κάθε Βράδυ (Stage Fright, 1950) στο δρόμο (38')
Ο Άγνωστος του Εξπρές (Strangers on a Train, 1951), όταν επιβιβάζεται στο τρένο (10')
Η Εξομολόγηση (I Confess, 1953), στην κορυφή της σκάλας στο Κεμπέκ (1')
Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως (Dial M for Murder, 1954), σε μια αναμνηστική φωτογραφία (13')
Σιωπηλός Μάρτυς (Rear Window, 1954), διορθώνοντας ένα ρολόι (25')
Το Κυνήγι του Κλέφτη (To Catch a Thief, 1955), επιβάτης σε ένα λεωφορείο (10')
Ποιος σκότωσε το Χάρι; (The Trouble with Harry, 1956), περνώντας έξω από μια έκθεση (21')
Ο Άνθρωπος που Γνώριζε Πολλά (The Man Who Knew Too Much, 1956), στην αγορά του Μαρόκο (25')
13 Εγκλήματα Ζητούν Ένοχο / Ο Λάθος Άνθρωπος (The Wrong Man, 1956)
Δεσμώτης του Ιλίγγου (Vertigo, 1958), διασχίζοντας ένα ναυπηγείο (10')
Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων (North by Northwest, 1959), χάνοντας το λεωφορείο (2')
Ψυχώ (Psycho, 1960), περνώντας έξω από το γραφείο της Μάριον Κρέιν (7')
Τα Πουλιά (The Birds, 1963), φεύγοντας από ένα κατάστημα ζώων (2')
Μάρνι (Marnie, 1964), βγαίνοντας από ένα δωμάτιο ξενοδοχείου (5')
Το σχισμένο παραπέτασμα (Torn Curtain, 1966), καθήμενος στο λόμπυ ενός ξενοδοχείου (8')
Τοπάζ (Topaz, 1969), στο αεροδρόμιο Λα Γκουάρντια της Νέας Υόρκης (28')
Φρενίτις (Frenzy, 1972), σε μια πολιτική διαδήλωση (3')
Οικογενειακή συνωμοσία (Family Plot, 1976), εμφάνιση της σιλουέτας του έξω από ένα γραφείο (40')

http://el.wikipedia.org/wiki/Άλφρεντ_Χίτσκοκ

Δημοφιλείς αναρτήσεις