Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

Σήμερα ... 18/3

 
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

Ήτανε μια Φορά κι ένας Καιρός


http://static.pblogs.gr/f/454858-to-our-time-together-sm.jpg
Ήτανε μια Φορά κι ένας Καιρός που ψάχνανε απελπισμένα να βρουν παραμύθια.

Τα παραμύθια είχαν πολύ καιρό χαθεί, πικραμένα γιατί κανείς δεν τα πίστευε πια. Έβλεπαν τις καρδιές των παιδιών να σκληραίνουν αλλά και των μεγάλων … και έτσι αποφάσισαν να φτιάξουν το δικό τους παραμύθι, για γλυκάνουν ξανά τις καρδιές των παιδιών.
-Να πάρουμε το μπλε του ουρανού, είπε η Φορά ενθουσιασμένη, που είχε σκεφτεί κάτι σπουδαίο.. Έτσι πάντα λειτουργούσε παρορμητικά και συχνά έσπαγε τα μούτρα της.
Ο Καιρός, που -αν μη τι άλλο- γνώριζε πολύ καλά πως είχε γυρίσματα, δεν συμμερίστηκε την ξαφνική της απόφαση.
-Για ποιόν ουρανό μιλάς, δεν βλέπεις που πλέον η γη γέμισε ψηλά τεράστια κτήρια που φτάνουν μέχρι κει πάνω;.. Όταν οι άνθρωποι σηκώνουν το κεφάλι δεν βλέπουν παρά μόνο τοίχους, επιγραφές και διαφημίσεις για προιόντα και νομίζουν πως αν τα αποκτήσουν θα είναι ευτυχισμένοι.
Η Φορά όμως παρά-ήταν ενθουσιώδης… Όταν της καρφωνόταν κάτι στο μυαλό, θα το έκανε. Το κουβέντιαζε βέβαια με τον Καιρό, πού ήταν έμπειρος και άρα σοφός, αλλά ποτέ δεν τον άκουγε ούτε έδινε σημασία στα σημάδια του.
-Θα πάρουμε και χρυσό από τα αστέρια, συνέχισε χωρίς να παίρνει ανάσα και τα μάγουλα της κοκκίνιζαν και τα μάτια λαμπύριζαν.
-Ξεχνάς είπε ο Καιρός ατάραχος.. ξεχνάς τ’ αστέρια είναι στον ουρανό και για να τα δεις θα πρέπει να σβήσουν όλα τα φώτα της γης. Και οι άνθρωποι έχουν καλύψει με τα κτήρια τους τον ουρανό και ανάβουν τόσα πολλά φώτα τις νύχτες που τα αστέρια δεν φαίνονται.
Πεισματωμένη η Φορά ζάρωσε τα χείλη της και χτύπησε το πόδι κάτω …
-Να πάρουμε μαγεία από τις νεράιδες και τα ξωτικά του δάσους και τα φύλλα των δέντρων και…
Βλέποντας πως ο Καιρός ετοιμάσθηκε πάλι να την αντικρούσει, η Φορά πρόλαβε..
-..και ξέρω τι θες να πεις, ότι τα δάση τα κάψανε οι άνθρωποι , ότι δεν υπάρχουν νεράιδες και ξωτικά, όμως δεν μπορούμε να αφήσουμε τα παιδιά πικραμένα, πρέπει να τα βοηθήσουμε να ξαναβρούν ….
-Ξεχνάς, την διέκοψε ο Καιρός, ξεχνάς πως όλα αυτά που λες τα παραμύθια των παιδιών τα είχαν και δεν τους είναι πλέον αρκετά για να τα κάνουν χαρούμενα.
Ίσως για πρώτη φορά αυτή σώπασε… Άκουσε τα σημάδια του Καιρού και αναγνώρισε πώς είχε δίκιο. Σώπασε μα δεν ήταν για πολύ.
-Και θα αφήσουμε τα παιδιά έτσι λοιπόν; Δεν θα παλέψουμε;
Ο Καιρός στάθηκε να την ακούσει και αυτός. Συμφωνούσε…
Βρίσκοντας λοιπόν ένα πρώτο σημείο συμφωνίας αποφάσισαν να δράσουν. Και σαν πρώτη κίνηση πλησίασαν τα παιδιά και άρχισαν να ρωτούν, με τι υλικό έπρεπε να φτιαχτεί ένα παραμύθι για να τα κάνουν χαρούμενα…
Μα τότε τα παιδιά απάντησαν πως δεν πιστεύουν στα παραμύθια και πως θα προτιμούσαν μια χαρούμενη αλήθεια…
«Η αλήθεια δεν είναι χαρούμενη πια…είναι σκληρή και είσαστε παιδιά… πρέπει να είσαστε χαρούμενα και να έχετε όνειρα» επέμειναν σχεδόν βλακωδώς η Φορά και ο Καιρός… και τα παιδιά απάντησαν «Μας τα έκλεψαν τα όνειρα…»
…………………………………………………….
Τότε η Φορά ξέσπασε σε λυγμούς απελπισμένη. Και ο Καιρός παρά τα τόσα του γυρίσματα και την τόση εμπειρία του, δεν άντεξε μια τέτοια αλήθεια.
Και δάκρυσε….
Συνεχίζεται….

Υ.Γ.
Η συνέχεια θα εξαρτηθεί από την ψυχική διάθεση και το μέτρο ή άμετρο της απαισιοδοξίας της γράφουσας.
Αθηνά Κοτσόβολου

Την φωτογραφία δανειστήκαμε από http://anastasia.pblogs.gr/


Όταν σε σκέφτομαι, απελπίζομαι!
Δεν χρησιμοποιείς παρά 400 λέξεις τηλεοπτικής φύσεως, δεν έχεις αίσθημα δικαίου και δεν έμαθες ποτέ να ακούς. Παρεξηγείσαι εύκολα, καταλαβαίνεις δύσκολα, ποτέ δεν ορθώνεις ανάστημα.
Βρίζεις, φωνάζεις, μουντζώνεις κι έπειτα βλέπεις τηλεόραση. Κοιμάσαι, ξυπνάς, περιμένεις στην ουρά, χάνεις τη δουλειά σου, πληρώνεις φόρους, χάνεις το επίδομά σου, ξαναπληρώνεις φόρους.
Δέχεσαι να σε διαφεντεύουν τιποτένιοι γιατί τόσο καταλαβαίνεις. Τόσο υπομένεις. Τόσο ξέρεις να μετράς. Με τα ρούχα, με το αυτοκίνητο, με το “όνομα”. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με το μυαλό, γιατί σου λείπει. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με την ψυχή, γιατί σου λείπει. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με τη λογική, γιατί σου λείπει.
Όταν σου μιλάω, απελπίζομαι! Έχεις τη φύση του όχλου μέσα σου, της αδύναμης γυναικούλας, του κατατρεγμένου από τη μοίρα Ξανθόπουλου. Σε παραμυθιάζουν τα Μέσα. Σε καθησυχάζει το μέσο. Σε κατατρύχουν τα ιστορικά σύνδρομα. Σε εμπαίζουν οι δημαγωγοί. Δεν ήθελες ποτέ να γράφεις, ήθελες μόνο να αντιγράφεις. Δεν ήθελες ποτέ να διαβάσεις, ήθελες να κάνεις σκονάκι. Δεν ήθελες ποτέ να μάθεις, ήθελες μόνο να σε μάθουν.
Όταν σε σκέφτομαι, εξοργίζομαι! Δεν είσαι παρά ένα κατάλοιπο του παρελθόντος. Ποτέ ένα τόσο ένδοξο παρελθόν, δεν κατάντησε τόσο όνειδος. Ποτέ τέτοια πολιτισμική υπεροχή, δεν κατάντησε τόση λύπηση. Ποτέ τέτοια φιλντισένια κληρονομιά δεν κατάντησε τόσο κάλπικη!
Κάθε φορά που σε κοροϊδεύουν και χειροκροτάς, σε λυπάμαι!
Κάθε φορά που περιμένεις σε μία ουρά και κρατάς το κεφάλι σου κατεβασμένο, σε λυπάμαι!
Κάθε φορά που φιλάς κατουρημένες ποδιές για τα αυτονόητα, σε λυπάμαι!
Ήσουν ξακουστός στα πέρατα της γης και κατάντησες περίγελος. Σε γυροφέρνουν ψεύτες, οργανωμένοι καιροσκόποι και κοινοί λιμοκοντόροι! Αλλά, δεν βλέπεις τίποτα, παρά μόνο μάγισσες και φαντάσματα.

Δεν βλέπεις, δεν ακούς, δεν καταλαβαίνεις! Μόνο επαναλαμβάνεις και μιμείσαι ό,τι σου δείχνουν. Σου δείχνουν ένα αποκομμένο χωρίο από το κομμουνιστικό μανιφέστο και ηδονίζεσαι.
Σου δείχνουν ένα αποκομμένο χωρίο από το αναρχικό μανιφέστο και εκρήγνυσαι.
Σου δείχνουν ένα απομονωμένο χωρίο από εκκλησιαστικό μανιφέστο και προσκυνάς.

Σήκω που να σε πάρει ο διάολος. Σήκω και δες μόνος σου. Ψάξε, αναζήτησε, αμφισβήτησε.
Κλείσε τα μάτια και τέντωσε τα αυτιά σου. Άκου την ξύλινη γλώσσα πως αντηχεί κούφια στο μυαλό σου.

Άκου πρώτα και μετά δες...δες την αλήθεια σου στο δικό μου ψέμα.

http://pinelopi--pinelopi.blogspot.gr/2013/03/blog-post_15.html

Το τραγούδι της Ελένης


Αποτέλεσμα εικόνας για Sir Edward Poynter: " Η Ελένη της Τροίας"

Το τραγούδι της Ελένης

Η Ελένη σώπαινε χαρούμενη
μεσ’ στη νυχτιά γρικώντας
το παραμύθι της να κλώθεται
στης φαντασιάς τ’ άδραχτι
κι άλαργα ο νους σε τόπους μακρινούς
ήταν συνεπαρμένος

Ήμουν εγώ που εγέλουν κι έκλαιγα
στ’ ακρογιαλιά της Κρής
γιατί ήταν ο άδειος ίσκιος μου
στου ανδρός μου το κλινάρι
γυρεύω μ’ άρπαγες πανώριους νιούς
και παλικαροσύνες
Λάμπαν τα φρύδια της καμαρωτά
σα δυο μερών φεγγάρι
τον άνδρα της θυμήθη αχνά
και τον πανώριο Πάρι
κι όλα τα παλληκάρια που σκοτώθηκαν
για χάρη της στα ξένα

Η ανάσα της Ελένης μύρισε
σα θάλασσα δροσάτη
θεά δεν είμαι εγώ κι οχτρεύομαι
τους ουρανούς τους άδειους
δε με χωράει το σπίτι ετούτο πια
και πλάτυν’ η ψυχή μου

Νίκος Καζαντζάκης

Sir Edward Poynter: " Η Ελένη της Τροίας"

Δημοφιλείς αναρτήσεις