Αναδημοσίευση άρθρου από την Νέα Ακρόπολη
Το φαινόμενο του θερμοκηπίου
Η
συσσώρευση αερίων στην ατμόσφαιρα, τα οποία, σύμφωνα με τις περισσότερες
μελέτες, θα είναι η αιτία της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά
τον επόμενο αιώνα. Αυτό το φαινόμενο ονομάστηκε ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ και είναι από τα κυριότερα στοιχεία περιβαλλοντολογικής ανησυχίας τα τελευταία χρόνια.
Το φαινόμενο
αυτό ονομάστηκε έτσι δείχνοντας την ομοιότητα της διαδικασίας θέρμανσης
με αυτήν του κλασσικού θερμοκηπίου των φυτών.
Το
φαινόμενο του θερμοκηπίου έχει γίνει πλέον ευρύτατα γνωστό στο πλατύ
κοινό. Τα Μ.Μ.Ε έπαιξαν βέβαια σημαντικό ρόλο προσπαθώντας να εξηγήσουν
τον τρόπο με τον οποίο μερικά αέρια τα οποία αποβάλλονται στην
ατμόσφαιρα και είναι αποτέλεσμα ανθρωπογενών δραστηριοτήτων θερμαίνουν
την επιφάνεια της Γης. Η αύξηση της συγκέντρωσης των αερίων στο
περιβάλλον εκτιμάται ότι ξεκίνησε από την εποχή της βιομηχανικής
επανάστασης και συνεχίζεται ακόμα με διαρκώς ταχύτερους ρυθμούς, μέχρι
τις μέρες μας. Οι προβλέψεις των ειδικών αναφέρουν
(Περισκόπιο
της επιστήμης Νο 140 Μάιος 1991) αν συνεχιστεί αυτός ο ρυθμός αποβολής
αερίων του θερμοκηπίου η θερμοκρασία της επιφάνειας του πλανήτη μας θα
αυξηθεί κατά 4-5 βαθμούς Κελσίου.
Η εκτίμηση των επιπτώσεων της
συγκέντρωσης των αερίων (θερμοκηπίου) στην οικολογική ισορροπία εν
γένει, αλλά και σε επί μέρους τομείς ειδικότερα, όπως για παράδειγμα
στον υδρολογικό κύκλο, αποτελεί θέμα ύψιστης σημασίας αλλά και πεδίο
έντονης επιστημονικής αντιπαράθεσης. Το πρόβλημα, δηλαδή, επικεντρώνεται
πλέον όχι στο άμεσο αποτέλεσμα της συσσώρευσης αερίων ανθρωπογενούς
προέλευσης στην ατμόσφαιρα, που συνεπάγεται θέρμανση της επιφάνειας του
πλανήτη, αλλά στην πρόβλεψη και εκτίμηση των επιπτώσεων που θα επιφέρει.
Ποιά θα είναι για παράδειγμα η
απόκριση του φυτικού και ζωικού βασιλείου σ'αυτήν την αλλαγή; Ποιές οι
πιθανότητες μεταβολής του κλίματος; Αυτά είναι δύο από τα βασικότερα
ερωτήματα στα οποία καλούνται οι ειδικοί να δώσουν απάντηση.
Ενα
στοιχείο που δυσκολεύει περισσότερο την εξεύρεση ικανοποιητικών
απαντήσεων στα ερωτήματα αυτά είναι οι πολλές και διαφορετικές
παράμετροι που αλληλεπιδρούν. Δεν είναι δυνατόν να γίνει πρόβλεψη για το
κλίμα κάποιας περιοχής χωρίς να συνεκτιμηθούν τα ιδιαίτερα
γεωμορφολογικά της στοιχεία. Είναι τεράστια η διαφορά μεταξύ της
πρόβλεψης της ανόδου του μέσου όρου της θερμοκρασίας και της πρόβλεψης
των επί μέρους κλιματικών αλλαγών.
Ας εξετάσουμε μερικές από τις
σημαντικότερες έμμεσες επιπτώσεις της συσσώρευσης αερίων θερμοκηπίου σε
φυσικούς παράγοντες. Μια πρώτη πολύ σημαντική πρόβλεψη είναι η άνοδος
του επιπέδου του νερού της θάλασσας. Εκτιμάται ότι η τήξη των αρκτικών
πάγων θα επιφέρει αύξηση του ύψους των θαλασσών κατά 60-70 μέτρα.
Μπορούμε να φανταστούμε βέβαια τις επιπτώσεις στις παράκτιες περιοχές.
Οι
θεαματικότερες μεταβολές της θαλάσσιας στάθμης, σε παγκόσμια κλίμακα,
είναι εκείνες που συνδέονται με τις περιόδους ψύξης της γης (εποχές
παγετώνων) και με τα ελαφρά θερμότερα διαστήματα που ακολουθούν, τις
μεσοπαγετωνικές περιόδους, γιατί οι μεταβολές αυτές είναι ταχύτατες -στη
γεωλογική κλίμακα του χρόνου- και αφορούν τεράστιες ποσότητες νερού. Η
θαλάσσια στάθμη ανέρχεται τα τελευταία 10.000 χρόνια από τη λήξη της
τελευταίας εποχής των παγετώνων. Πρόσφατοι υπολογισμοί εκτίμησαν το
ρυθμό ανόδου σε 1,5 mm το χρόνο περίπου, με δεδομένα της περιόδου
1880-1920 και σε 2,4 mm το χρόνο με δεδομένα της περιόδου 1920-1980. Τα
αποτελέσματα αυτά δείχνουν μια σαφέστατη ενίσχυση της έντασης τοπυ
φαινόμενου. Για την ώρα ηξ άνοδος αυτή οφείλεται στη θερμική διαστολή
του νερού των ωκεανών και όχι σε μεταβολές όγκου των πάγων στους
παγετωνικούς τάπητες.
Η συγκέντρωση του CO στην ατμόσφαιρα, από
260 ppm στο τέλος του 18ου αιώνα, έφτασε τα 315 ppm το 1958 και τα 345
ppm στα 1984. Η τεράστια αυτή αύξηση οφείλεται στην εντεινόμενη χρήση
των ορυκτών καυσίμων και στην εκτεταμένη καταστροφή των δασών. Σαν
συνέπεια της αύξησης της συγκέντρωσης CO και των άλλων βιομηχανικών
καυσαερίων στην ατμόσφαιρα, το εντεινόμενο φαινόμενο ττου θερμοκηπίου
απειλεί να αυξήσει τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη κατά 2-5 βαθμούς C,
τον επόμενο αιώνα. Τα κλιματικά μοντέλα διαφέρουν όσον αφορά τους
ρυθμούς θέρμανσης, συμφωνούν όμως ότι κάθε άνοδος της θερμοκρασίας θα
είναι μεγαλύτερη στα μεγάλα γεωγραφικά πλάτη.
Η μεγάλη
πλειοψηφία των ειδικών πιστεύει ότι η πλούσια σε CO ατμόσφαιρα του
πλανήτη στο μέλλον, θα έχει άμεσες και δραματικές επιπτώσεις στη σύνθεση
και ανάπτυξη των οικοσυστημάτων. Είναι λοιπόν αναγκαίο, εκτός από τις
προσπάθειες μείωσης των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, να
συνεχιστούν και να ενταθούν οι έρευνες ώστε να είμαστε σε θέση να
προβλέψουμε με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια την πιθανή απόκριση των
οικοσυστημάτων σε τέτοιες αλλαγές.
Οι
παγετωνολόγοι και οι κλιματολόγοι αντιμετωπίζουν κρίσιμα ερωτήματα: Πώς
θα μεταβληθεί η θαλάσσια στάθμη σε ένα θερμότερο κλίμα; Πώς θα
ανταποκριθούν οι παγετωνικοί τάπητες στην παγκόσμια θέρμανση; Πόσο
γρήγορα θα πραγματοποιηθούν οι μεταβολές;
Η πιθανότητα
ανόδου της θερμοκρασίας της γης τον επόμενο αιώνα έχει οδηγήσει, όπως
ήδη έχουμε αναφέρει, τους ειδικούς στην εξεύρεση μεθόδων πρόβλεψης των
συνθηκών που θα επικρατήσουν σε μια τέτοια περίπτωση.
Μέχρι
σήμερα έχουν κατασκευαστεί αρκετά μοντέλα για το σκοπό αυτό. Η
μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζεται είναι η ενσωμάτωση στα μοντέλα
παραμέτρων, για τις οποίες δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα. Ο ρόλος των
γεωμορφολογικών μετασχηματισμών στη διαμόρφωση του κλίματος είναι πολύ
σημαντικός, καθώς και η παρουσία ή όχι των πάγων στη Γροιλανδία, για να
αναφέρουμε δύο μόνο από αυτές τις παραμέτρους. Το ύψος για παράδειγμα
των οροσειρών ή η ποσότητα των πάγων είναι δύσκολο να προβλεφθούν και να
εισαχθούν στα μοντέλα.
Τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει μια
προσπάθεια μελέτης των συνθηκών που επικρατούσαν στη γη κατά την περίοδο
του Πλειόκαινου. Ο σκοπός της μελέτης είναι η σύγκριση κλιματολογικών
δεδομένων αυτής της γεωλογικής περιόδου της γης με τις προβλέψεις των
μοντέλων, για τη δοκιμή της αξιοπιστίας των τελευταίων. Γιατί όμως
επελέγη το Πλειόκαινο σαν εποχή σύγκρισης με τις κλιματολογικές συνθήκες
που θα επικρατούν μετά από 50 χρόνια; Ενας αρχικός λόγος είναι ότι η
θερμοκρασία που επικρατούσε εκείνη την εποχή, και η οποία ήταν κατά 3-4
βαθμούς Κελσίου υψηλότερη από τη σημερινή, αναμένεται να επικρατήσει στο
μέλλον, αν η αποβολή αερίων συνεχιστεί. Το Πλειόκαινο δεν είναι η μόνη
περίοδος κατά την οποία η γη ήταν θερμότερη. Παρουσιάζει όμως μερικά
σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις άλλες:
1. Βρίσκεται πλησιέστερα στην εποχή μας.
2.
Πολλά ζώα και φυτά δεν έχουν εξελιχθεί ιδιαίτερα έκτοτε και τα
απολιθώματά τους μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο σύγκρισης με τη
σημερινή πανίδα.
3. Η θέση των ηπείρων -η οποία επηρεάζει τα
θαλάσσια και τα αέρια ρεύματα και άρα το κλίμα- είναι η πλησιέστερη προς
τη σημερινή, χωρίς να υποτιμώνται βέβαια οι σημαντικές αλλαγές στη
μορφολογία του εδάφους μεταξύ του Πλειόκαινου και της σημερινής εποχής,
οι οποίες διαφοροποιούν τις αντίστοιχες κλιματολογικές συνθήκες.
Οι
ερευνητές μελέτησαν σε έκταση τις συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή
εκείνη και τα αποτελέσματα, των ερευνών αυτών, αναδεικνύουν πολλές
ομοιότητες του κλίματος του Πλειόκαινου με το κλίμα το οποίο προβλέπεται
για τα επόμενα 50 χρόνια. Για παράδειγμα, κατά την περίοδο του
Πλειόκαινου επικρατούσαν υψηλότερες θερμοκρασίες από τις σημερινές σε
μεγάλα γεωγραφικά πλάτη και ότι υπήρχε πολύ μικρότερη κάλυψη απο πάγους
στους πόλους.
Αλλο σημαντικό στοιχείο είναι ότι ο άνθρωπος έχει
τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει πολύ μεγάλες μεταβολές του περιβάλλοντος.
Ο ανθρώπινος οργανισμός θα είναι σε θέση να προσαρμοστεί άνετα στις
αυξανόμενες θερμοκρασίες του πλανήτη εξαιτίας του φαινόμενου του
θερμοκηπίου.
Τα προϊστορικά στοιχεία που αφορούν την Αυστραλία,
αποτελούν πρότυπο για τους επιστήμονες που ανησυχούν για τη θέρμανση του
πλανήτη μας. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι παρά τις τεράστιες
αυξήσεις τστη θερμοκρασία, ο ανθρώπινος οργανισμός παρέμεινε ο ίδιος. Οι
περιοχές του Νότιου Ειρηνικού υπέστησαν στο παρελθόν τεράστιες αλλαγές
στο κλίμα σε μεγάλη έκταση, ενώ τα ανθρωπολογικά στοιχεία παρέμειναν
σχετικά αμετάβλητα.
Οι
αλλαγές αυτές επηρέασαν τους ανθρώπους σε τοπικό επίπεδο μόνο. Τα
ευρήματα σε προϊστορικούς χώρους, από το Κακαντού στη Β. Αυστραλία μέχρι
την Τασμανία στο νότο, αποδεικνύουν ότι το κλίμα είχε μεταβληθεί
σημαντικά, ενώ οι άνθρωποι συνέχιζαν να ζουν με τον ίδιο τρόπο για
δεκάδες χιλιάδες χρόνια.
Η εγκατάσταση ανθρώπων στην Αυστραλία
χρονολογείται πριν από την τελευταία περίοδο των παγετώνων, μέχρι και
60.000 χρόνια πριν, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες. Το πιο ακραίο κλίμα
που αντιμετώπισαν οι άνθρωποι εκεί, υπήρξε κατά το μέγιστο της
προηγούμενης περιόδου παγετώνων, όταν οι θερμοκρασίες κυμαίνονταν από
8-10 βαθμούς Κελσίου κάτω από τις σημερινές και το επίπεδο των θαλάσσιων
υδάτων ήταν 150 μέτρα χαμηλότερα από το σημερινό.
Οι
αρχαιολογικές μελέτες στην εποχή του Κακαντού έψειξαν με ποιόν ακριβώς
τρόπο η περιοχή αυτή μεταβλήθηκε από μια έκταση ξηράς, κοντά σε έναν
ποταμό, πριν από 17.000 χρόνια, σε μια παράκτια περιοχή, όταν ανέβηκε το
επίπεδο των θαλάσσιων υδάτων πριν από 7.000 χρόνια. Τα ευρήματα έδειξαν
ότι οι κάτοικοί της αντέδρασαν ταχύτατα, καθώς οι κλιματολογικές
συνθήκες μεταβάλλονταν. Ετσι, ενώ ήταν παλιότερα κυνηγοί ζώων, άρχισαν
να συλλέγουν όστρακα και θαλασσινά, που αναπτύσσονταν στις παράκτιες
περιοχές. Το ποσόν της τροφής αυξήθηκε λοιπόν σημαντικά και περισσότεροι
άνθρωποι εγκαταστάθηκαν σταδιακά στην περιοχή. Αυτό που πρέπει να
τονιστεί είναι ότι οι άνθρωποι της μακρινής εκείνης εποχής είχαν την
ευελιξία και την ικανότητα να ανταπεξέλθουν σε έντονες οικολογικές
μεταβολές, παραμένοντας μια
αμετάβλητη κοινωνία σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
Παρά λοιπόν τα απαισιόδοξα συμπεράσματα των ερευνητών που
ασχολούνται με την υγεία, σύμφωνα με τα οποία η θέρμανση του
πλανήτη μας θα έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση των θανάτων από
υψηλή θερμοκρασία, την αύξηση των καρκίνων του δέρματος ή την
εξάπλωση των επιδημιών, φαίνεται ότι ο άνθρωπος έχει τελικά
πάντα την ικανότητα να επιβιώνει.
Βιβλιογραφία:
Περισκόπιο της επιστήμης Νο 140-127-156
David Oliver: A cool solution to global Warming. New scientist,
12-5-90