Το μέλι περιέχει κατά 77-78% σάκχαρα (κυρίως φρουκτόζη και γλυκόζη)
και λόγω της σχετικά χαμηλής του υγρασίας, δεν ευνοεί την ανάπτυξη
μικροοργανισμών.
Είναι όξινης αντίδρασης, ρευστό στην αρχική μορφή του, αλλά
μεταβάλλεται σε κρυσταλλικό όταν μείνει πολύ καιρό. Αποτελείται κυρίως
από δύο απλά σάκχαρα, την δεξτρόζη και την λεβουλόζη, με παρουσία κατά
περιπτώσεις πιο σύνθετων υδατανθράκων, με επικρατέστερη συνήθως την
λεβουλόζη και περιέχει πάντοτε μεταλλικές ουσίες, φυτικά χρωστικά υλικά,
μερικά ένζυμα και κόκκους γύρεως.
Στην κατανάλωση μελιού αποδίδεται η μακροβιότητα διάσημων
μελισσοκόμων, που κυμαίνεται μεταξύ 80 και 90 ετών. Τα μέλια με σκούρο
χρώμα έχουν τις περισσότερες τονωτικές ιδιότητες, όπως λ.χ. το
πευκόμελο, που είναι πλούσιο σε μεταλλικά ιχνοστοιχεία.
Το μέλι σαν τροφή του ανθρώπου είναι ένα από τα πολυτιμότερα,
θρεπτικότερα και υγιεινότερα τρόφιμα. Δίνει ενέργεια στους μυς, διαύγεια
στο μυαλό, απολυμαίνει και ρυθμίζει το πεπτικό σύστημα. Η τακτική χρήση
του δίνει σφρίγος στον οργανισμό και συντελεί στην παράταση της ζωής. Ο
Ιπποκράτης και όλοι οι γιατροί της αρχαιότητας το συνιστούσαν σαν
φάρμακο σε πολλές περιπτώσεις. Και σήμερα αναγνωρίζεται η θεραπευτική
του αξία στην καθ' έξιν δυσκοιλιότητα, στις καρδιοπάθειες, αναιμία,
αδενοπάθεια και στις περιπτώσεις κατάπτωσης και αδυναμίας του
οργανισμού.
Η άποψη αυτή είναι διαδεδομένη σε ολόκληρο τον κόσμο και το
σπουδαιότερο είναι τεκμηριωμένη και από επιστήμονες. Έτσι σε μια
προσπάθεια να προσδιοριστεί η δράση του μελιού ως τροφή και φάρμακο σε
διάφορες κλινικές περιπτώσεις ο Duisberg (1967) διέκρινε τις παρακάτω
περιπτώσεις.
Το μέλι δρα κατά της κοπώσεως και αυτό πετυχαίνεται με αποθήκευση της
φρουκτόζης που περιέχει στο συκώτι ως γλυκογόνο. Εκεί μετατρέπεται σε
γλυκόζη, αυξάνοντας έτσι την περιεκτικότητα της στο αίμα. Ευκολύνει την
αφομοίωση του ασβεστίου, δραστηριοποιεί την οστεοποίηση.
Γιατρεύει ή ανακουφίζει τις εσωτερικές διαταραχές, τα έλκη του
στομάχου, την αϋπνία, τους πονόλαιμους, μερικές καρδιακές παθήσεις και
γενικά έχει ευεργετική επίδραση και στην καρδιά, αυξάνει τις
αιμογλοβίνες του αίματος και τη μυϊκή δύναμη, κ.α.
Σε εξωτερική χρήση θεραπεύει τα εγκαύματα, τις πληγές και τις
ρινοφαρυγγικές παθήσεις χάρη στην ινχιδίνη (inhidine) που του προσδίδει
βακτηριοστατικές ιδιότητες. Το μέλι, λοιπόν, είναι το βασικό προϊόν στην
μελισσοκομία αλλά και ένας πολύτιμος σύμμαχος του ανθρώπινου
οργανισμού.
Το μέλι έχει την τάση να κρυσταλλώνει. Στην αρχή σχηματίζονται
κρύσταλλοι στον πυθμένα και τα τοιχώματα του δοχείου. Διαρκώς
προστίθενται νέοι κρύσταλλοι οι οποίοι δίνουν γενικά μια όχι ευχάριστη
εικόνα στο μέλι. Η κρυστάλλωση επίσης το κάνει δύσχρηστο. Το
κρυσταλλωμένο μέλι δεν χάνει τις ιδιότητές του. Με την κρυστάλλωση όμως
δημιουργείται μια άνιση κατανομή της υγρασίας με αποτέλεσμα το μη
κρυσταλλωμένο μέλι να έχει περισσότερη υγρασία (πάνω από 20-21%) και να
οδηγεί σε έναρξη των ζυμώσεων.
Σε περίπτωση που το μέλι σας κρυσταλλώσει/ζαχαρώσει, μπορείτε να το
επαναφέρετε στην αρχική του κατάσταση βάζοντας το σε μπεν-μαρί.
Τοποθετήστε το μέλι σας σε ένα κατσαρολάκι που βράζει και σε λίγα
δευτερόλεπτα το μέλι σας θα είναι όπως όταν το αγοράσατε. Εναλλακτικά
μπορείτε να το τοποθετήσετε πάνω σε καλοριφέρ (περισσότερος χρόνος) και
θα επανέλθει στην αρχική του ρευστότητα.
Έχουν γίνει διάφορες προσπάθειες για την πρόβλεψη του χρόνου έναρξης
της κρυστάλλωσης. Πιο ικανοποιητική θεωρείται ο λόγος γλυκόζης/νερού.
Συνήθως τα ανθόμελα κρυσταλλώνουν σε μερικές εβδομάδες, το πευκόμελο σε
μερικούς μήνες ενώ υπάρχουν και αρκετά είδη, όπως το μέλι της ακακίας,
που χρειάζεται χρόνια για να κρυσταλλώσει. Στην Ελλάδα ο καταναλωτής
προτιμά το ρευστό μέλι.