Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή


 
Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή (Μετάφραση, Φώτης Κόντογλου που εμφανίζεται στη φωτογραφία)


Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος ερως της αμαρτίας.

Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.

Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.

Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σήν δούλην παρίδης,
Ο αμέτρητον έχων το έλεος.

Μετάφραση

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.

Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.

Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου•
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.

Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος

Μετάφραση Φώτη Κόντογλου

Πουτίγκα με σιμιγδάλι

Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +- 

Από ένθετο του ΖΑΠΙΝΓΚ
Πολίτικα νηστίσιμα
από την Μίμα Καρβούνη
 
 

Σήμερα... 30/4



Διήγημα : Φεγγαρόσκονη του Πάνου Ζώη (Ian Wicker) *


http://www.ideostato.gr/2013/04/blog-post_28.html

Διήγημα : Φεγγαρόσκονη


του Πάνου Ζώη (Ian Wicker) *

Στη σπηλιά δεν υπήρχε μάγισσα, ούτε μαγική σφαίρα. Όσο κι αν ψάξαμε, παρέα με το φόβο μας, δεν τα βρήκαμε. Φεγγαρόσκονη υπήρχε και ήταν χυμένη κάτω, ενώ αρκετή ήταν απλωμένη πάνω σε δυο βράχους και τους έκανε να δείχνουν παραμυθένιοι. Άλλωστε, κι εμείς σε παραμύθι νομίζαμε πως παίζαμε. Όχι μόνο τότε, εκείνη τη νύχτα στη σπηλιά, αλλά κι αργότερα.

Θελήσαμε να μαζέψουμε τη σκόνη του φεγγαριού. Ανακατεμένη, όμως, όπως ήταν με χώματα θα έχανε τη δύναμή της. Θέλαμε να μαζέψουμε μόνο αυτή, καθαρή φεγγαρόσκονη να είναι.

Η Δανάη άρχισε να τη μαζεύει με τα χέρια. Μέχρι που έβγαλε κραυγή και την πέταξε. Μαζί με τα χώματα. Τα χέρια της έγιναν κατακόκκινα.

Τρομάξαμε. Φύγαμε. Γυρίσαμε σπίτι. Δεν είπαμε τίποτα στη μάνα. Δεν τολμήσαμε. Ούτε πού πήγαμε, ούτε τι είδαμε, ούτε ποια αλήθεια βρήκαμε. Έστω την αλήθεια ενός παραμυθιού στο οποίο οικειοθελώς συμμετείχαμε. Για να μην αποδεχτούμε την πραγματικότητα.

Ο πατέρας ήταν ψαράς. Πιο πολύ του άρεσε να ξανοίγεται με τη βάρκα παρά να ψαρεύει. Ξανοιγόταν κάθε μέρα. Ψάρευε λίγες μέρες. Στο σπίτι έφερνε ψάρια μόνο όταν τελείωνε το αλεύρι και η μάνα δε είχε άλλο για να ζυμώσει. Τότε ψάρευε και μας έλεγε από την προηγούμενη μέρα τι ψάρι θα φέρει. Έλεγε σαργούς; Σαργούς έφερνε. Έλεγε γόπες; Έφερνε γόπες. Σε σημείο που, όταν έλεγε χταπόδι, έφερνε καμιά δεκαριά. Αυτά ειδικά μας κρατούσαν καιρό μακριά απ' την πείνα. Η μάνα τα έβαζε σε αλατόνερο και κρατούσαν. Όταν τα έψηνε, άναβε φωτιά στον κήπο. Τι κήπος δηλαδή; Μην φανταστείς με λουλούδια. Τίποτα σκόρδα και κρεμμύδια. Αλλά εμείς τα λέγαμε λουλούδια. Μια φορά ο πατέρας πήρε χρώματα και έβαψε τις πόρτες απ' το σπίτι. Την εξώπορτα και τις δυο εσωτερικές. Την εξώπορτα την έβαψε μπλε. Τη μια εσωτερική πόρτα την έβαψε πορτοκαλί και την άλλη πράσινη. Η μάνα ούρλιαξε. Τη μέρα που τις έβαψε ο πατέρας, εκείνη έλειπε στο διπλανό χωριό. Όταν γύρισε, κόντεψε να λιποθυμήσει. «Καρνάβαλο μου το' κανες το σπίτι», του' πε. Αλλά, το χρώμα είχε στεγνώσει. Οι πόρτες είχαν βαφτεί. Θυμάμαι που πήραμε κρυφά τα κουτάκια με το χρώμα που είχε περισσέψει και βάψαμε τα σκόρδα και τα κρεμμύδια. Από τότε τα λέγαμε λουλούδια. Από εκείνη τη μέρα ο πατέρας δεν ασχολήθηκε ξανά με το σπίτι. Νόμιζε πως θα ευχαριστούσε τη μάνα. Νόμιζε πως θα έσπαγε ένα χαμόγελο στα χείλη της βλέποντας τις βαμμένες πόρτες. Απέτυχε. Θύμωσε, έβρισε, δάκρυσε και περιορίστηκε στις δηλώσεις του για το ψάρεμα: θα φέρω σαργούς, γόπες, χταπόδια. Κι έφερνε σαργούς, γόπες και χταπόδια. Τώρα, το πώς τα έπιανε όλα αυτά, μας ήταν άγνωστο. Γιατί στη βάρκα δεν είχε ούτε δίχτυα, ούτε αγκίστρι. Τα κουπιά είχε μόνο. Και ένα μικρό σακί. Τα ψάρια τα έβαζε σ' αυτό το σακί. Όταν είχε φεγγάρι, έλειπε αρκετά. Απ' όταν άρχιζε αυτό να γεμίζει μέχρι που άρχιζε να χάνει. Έφευγε λίγες μέρες πριν την πανσέληνο, γυρνούσε λίγες μέρες μετά. Τότε, όταν έφευγε, σφιχταγκάλιαζε τη μάνα, σα να' ταν η τελευταία φορά που θα την έβλεπε. Αυτό το έκανε πάντα. Και πριν και μετά που έβαψε τις πόρτες. Εμάς καθόλου. Δεν μας αγκάλιαζε, δεν μας ακουμπούσε καν. Μας χαιρετούσε μόνο με το υψωμένο χέρι του. Από μακριά. Η μάνα δεν λυπόταν. Τουναντίον, μόλις ο πατέρας ξανοιγόταν με τη βάρκα, μας έφτιαχνε τηγανίτες. Σαν να γιόρταζε. Εμείς χορταίναμε τηγανίτες.

Τις νύχτες που ο πατέρας έλειπε, σκεφτόμασταν πως βρισκόταν πολύ βαθειά στη θάλασσα. Εκεί, η βάρκα βυθιζόταν κι εκείνος ακολουθούσε ένα δρόμο του βυθού. Ο πατέρας, με κάποιον μαγικό τρόπο, δεν πνιγόταν. Περπατούσε πάνω στο βυθό, πάνω σε τεράστια όστρακα, ίσως και κάποιο σελάχι να τον έπαιρνε στην ράχη του, για να ξεκουραστεί.. Μας έφερνε και αστακούς καμιά φορά. Σελάχι δεν είχε φέρει ποτέ. Πήγαινε κάτω, στο βυθό. Για ώρα πολλή, ίσως και για μέρες. Αυτά τα έλεγε κυρίως η Δανάη. Αυτή ήταν μεγαλύτερη από μένα κι εγώ την άκουγα με προσοχή. Με προσοχή και δέος. Η μόνη μου παρεμβολή στα λεγόμενά της ήταν όταν της έλεγα πως τον πατέρα θα τον κλέψει μια όμορφη γοργόνα. Η Δανάη εκνευριζόταν και μου απαντούσε «ποτέ». Τότε σταματούσε να μιλάει και πήγαινε στο πίσω μέρος του σπιτιού και έκλαιγε. Η Δανάη έκλαιγε περίεργα. Το κλάμα της θύμιζε ήχους δελφινιού. Είχε κάτι το χαρούμενο το κλάμα της. Δεν τη λυπόμουν που έκλαιγε, ούτε την παρηγορούσα. Περίμενα απλά να τελειώσει το κλάμα της.

Όταν μάθαμε το νέο, η Δανάη δεν έκλαψε. Από τότε, τα βράδια, έβγαζε εκείνον το μουντό ήχο των κοχυλιών, όταν τα βάζεις στο αυτί σου κι ας είχε το στόμα της κλειστό. Απ' τα σωθικά της έβγαινε ο ήχος. Αυτό μετά το μαντάτο. Μας το' πε η μάνα. Ότι ο πατέρας δεν θα ξαναγυρίσει. Ήταν μετά από πανσέληνο και τον περιμέναμε. Η μάνα είχε ψήσει ψωμί από το πρωί, αλλά ο πατέρας πουθενά. Πέρασαν δέκα μέρες. Η μάνα έψηνε καινούριο ψωμί κάθε μέρα. Αυτό δεν το αγγίζαμε. Το αφήναμε για εκείνον. Εμείς τρώγαμε της προηγούμενης μέρας. Αλλά ο πατέρας δεν φάνηκε ποτέ. Η Δανάη άργησε πολύ να ξαναβγάλει κλάμα. Μόνο τον ήχο του κοχυλιού έκανε στον ύπνο της. Εγώ δεν λυπήθηκα πολύ. Ήμουν σίγουρος πως ο πατέρας ζει στο παλάτι της γοργόνας που τον έκλεψε και πως είναι καλά. Αυτό δεν το είπα τότε στη Δανάη. Της το είπα πολλά χρόνια μετά. Μ' αυτόν τον καημό πέθανε η μάνα. Εγώ λέω πως πέθανε από τις τύψεις της που δε χάρηκε, όταν ο πατέρας έβαψε τις πόρτες του σπιτιού. Το πιστεύω ακόμα. Η Δανάη όχι.

Όταν πέρασαν μέρες μετά την πανσέληνο και ο πατέρας ήταν άφαντος, η μάνα άρχιζε να βλαστημά και να καταριέται. Να καταριέται μια Μάγισσα. Ότι αυτή τον πήρε. Ότι τον έχει φυλακισμένο στη σπηλιά.

Τη φεγγαρόσκονη ο πατέρας τη μάζευε εκεί γύρω, τις μέρες που πλησίαζε η πανσέληνος. Η φεγγαρόσκονη πέφτει απ' το φεγγάρι, όταν αυτό αρχίζει και γεμίζει και την πρώτη μέρα που αρχίζει και χάνει. Ο πατέρας ήξερε πού να τη βρει. Και μπορούσε να τη μαζέψει με τα χέρια του χωρίς να καεί. Δεν ξέρω πώς. Το έκανε όμως. Έτσι μας είπε η μάνα.

Μετά την πήγαινε στη Μάγισσα. Στη σπηλιά. Κι εκείνη του έβαζε ψάρια στη βάρκα. Αυτή ήταν η συμφωνία. Εκείνος τη φεγγαρόσκονη, εκείνη τα ψάρια.

Εγώ πιστεύω πως η μάγισσα ήταν γοργόνα. Πιστεύω πως ο πατέρας την αγάπησε. Πιστεύω πως της έβαψε το παλάτι με τα ομορφότερα χρώματα. Τους τοίχους, τις πόρτες, ακόμα και για τα ρούχα της θα έφτιαξε μοναδικά χρώματα
από φυτά των θαλάσσιων κήπων. Ο πατέρας πίστευε πως υπάρχουν θαλάσσιοι κήποι, ομορφότεροι απ' αυτούς που έχουν οι άνθρωποι πάνω στο χώμα. Το χώμα είναι για τους πεθαμένους, έλεγε. Πιστεύω πως και η γοργόνα τον αγάπησε πολύ.

Το είπα κι αυτό στη Δανάη. Πριν από λίγο καιρό. Και η Δανάη άρχισε να κλαίει πάλι και το κλάμα της είχε κάτι από τους ήχους του δελφινιού. Σήκωσε το χέρι της και με την παλάμη της σκούπισε τα δάκρυα. Στο μικρό της δάκτυλο φάνηκε εκείνο το μικρό σημάδι απ' το κάψιμο της φεγγαρόσκονης, που είχε γίνει τότε, όταν την έπιασε μαζί με χώμα. Τότε, τότε που ήδη ξέραμε.


* Ο Πάνος Ζώης (Ian Wicker) γεννήθηκε στα Γιάννενα στις 4 Νοεμβρίου του 1969. Σπούδασε κτηνίατρος στη Θεσσαλονίκη. Το 1997 επέστρεψε στην πόλη του, όπου ασκεί το επάγγελμα του κτηνιάτρου.  Στην ζωή του τον συντροφεύει η Τιτίκα  και το μεγάλο του πάθος: η συγγραφή. Έχει μια λατρεμένη κόρη, τη Σαββίνα, 6,5 ετών, που σκέφτεται πολύ και μιλά λίγο, ενώ η καθημερινότητά του διανθίζεται από τη θεατρικότητα της εξάχρονης, πολυαγαπημένης του Μυτρώς.

Μπακαλιάρος σκορδαλιά


Μπακαλιάρος σκορδαλιά (με τέλειο κουρκούτι)


25η Μαρτίου αύριο και όπως «επιβάλλει» η παράδοση στο τραπέζι εκείνης της ημέρας κλέβει την παράσταση ο μπακαλιάρος με τη σκορδαλιά! Μάθετε παρακάτω τα μυστικά του καλύτερου κουρκουτιού για τον τηγανητό μπακαλιάρο σας καθώς και πώς θα κάνετε μια πεντανόστιμη σκορδαλιά!

Υλικά:

Για τον μπακαλιάρο
  • 1 κιλό μπακαλιάρο παστό, ξαλμυρισμένο
  • 1 ποτήρι μπίρα
  • 1 αυγό κι 1 ασπράδι
  • 1 ποτήρι (περίπου) αλεύρι, κοσκινισμένο
  • λίγο αλάτι (προσοχή, γιατί ο μπακαλιάρος είναι αλμυρός)
  • πιπέρι
  • αρκετό ελαιόλαδο για το τηγάνισμα

Για τη σκορδαλιά
  • 6 πατάτες
  • 6 σκελίδες σκόρδο
  • Χυμός 1/2 λεμονιού
  • 3 κουταλιές της σουπας ξύδι
  • 1 1/2 φλυτζάνι ελαιόλαδο
  • Αλάτι

Εκτέλεση :

Ξαλμύρισμα μπακαλιάρου: Αγοράστε χοντρά φιλέτα μπακαλιάρου (τα χοντρά φιλέτα, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, ξαλμυρίζουν πιο εύκολα εφόσον συνήθως είναι πιο αφράτα). Αφαιρέστε από την προηγούμενη μέρα την πέτσα και κόψτε το ψάρι σε τετράγωνα κομμάτια. Βάλτε τον μπακαλιάρο σε ένα μπολ με αρκετό νερό, το οποίο θα αλλάζετε κάθε 3-4 ώρες περίπου. Ο μπακαλιάρος χρειάζεται από 12-24 ώρες ξαλμύρισμα. Όσο πιο συχνά αλλάζετε το νερό τόσο πιο γρήγορα θα ξαλμυριστεί. Αφού ξαλμυριστεί (δοκιμάστε ένα πολύ μικρό κομματάκι για να βεβαιωθείτε), αφήστε τα κομμάτια σε χαρτί κουζίνας ώστε να στραγγίσουν πολύ καλά από τα νερά πριν τηγανίσετε. Κοιτάξτε καλά κι αφαιρέστε τυχόν κόκαλα που μπορεί να έχουν μείνει πάνω στα φιλέτα σας.

Για το κουρκούτι: Χτυπήστε τα ασπράδια των αυγών σε μαρέγκα. Χτυπήστε τον κρόκο του αυγού μαζί με τη μπύρα (αν δεν έχετε μπύρα μπορείτε να χρησιμοποιήσετε κι ανθρακούχο νερό). Ανακατέψτε το μίγμα της μπύρας σιγά σιγά με το αλεύρι (το οποίο ρίχνετε λίγο λίγο μέχρι να έχετε ένα μέτριο χυλό, ούτε σφιχτό ούτε αραιό). Ρίχνετε λίγο αλάτι και αρκετό πιπεράκι και προσθέτετε τέλος την μαρέγκα, την οποία ανακατεύετε απαλά μέχρι να ενσωματωθεί με το μίγμα σας. Αφήνετε το χυλό στο ψυγείο για τουλάχιστον 30 λεπτά πριν το χρησιμοποιήσετε. Πριν τον χρησιμοποιήσετε ανακατεύετε και πάλι και βουτάτε μέσα ένα-ένα τα κομμάτια του μπακαλιάρου. Αφήνετε να στραγγίσει το πολύ κουρκούτι και τα ρίχνετε μέσα σε βαθύ τηγάνι (ή κατσαρόλα) που έχετε ζεστάνει πολύ το ελαιόλαδο. Αφήνετε για λίγα λεπτά μέχρι να ροδίσουν γύρω-γύρω. Τα βγάζετε και τα αφήνετε σε απορροφητικό χαρτί κουζίνας ώστε να φύγει το πολύ λάδι.

Για τη σκορδαλιά: Καθαρίστε τις πατάτες και βράστε τις σε λίγο νερό. Καθαρίστε τις σκελίδες (αν θέλετε να έχει λιγότερη ένταση η σκορδαλιά αφαιρέστε τις φύτρες) και βάλτε τις σε ένα πολυμίξερ μαζί με τις πατάτες ώστε να πολτοποιηθούν. Στη συνέχεια ρίχνετε αλάτι, το χυμό λεμονιού και το ξύδι. Το ελαιόλαδο το ρίχνετε λίγο λίγο και συνεχόμενα καθώς χτυπάτε το μείγμα. Μόλις η σκορδαλιά αποκτήσει μια ομοιόμορφη υφή είναι έτοιμη.

 
Από τη συντακτική ομάδα του dietup.gr

Ύσπληγα


http://arxaia-ellinika.blogspot.gr/2013/04/ysplhga.html

Ύσπληγα

Ύσπληγα
Μηχανισμός που χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Ελλάδα κατά τους Ολυμπιακούς και άλλους αθλητικούς αγώνες, για να αποφεύγεται η πρόωρη εκκίνηση των αθλητών.
Αποτελούνταν συνήθως από δύο κατακόρυφους πασσάλους, που έφεραν δύο οριζόντια σχοινιά (το ένα στο ύψος των γονάτων και το άλλο στο ύψος της κοιλιάς των αθλητών).
Όταν ο αφέτης τραβούσε το σχοινί απομανδάλωσης των πασσάλων, αυτοί έπεφταν απότομα στο έδαφος λόγω της δύναμης της «νευράς» (στριμμένων νεύρων ζώων ή μαλλιών γυναικών) που υπήρχε στη βάση τους και επέτρεπαν την εκκίνηση των αθλητών.
Επιλέχθηκε ο σχεδιασμός και η ανακατασκευή ενός ελαφρού τύπου φορητού μηχανισμού που μπορεί να λειτουργήσει με δύο τρόπους:
α) με τη χρήση του κρίκου σκανδαλισμού σύμφωνα με τα πρότυπα της ύσπληγας της Νεμέας.
Σε αυτή την περίπτωση ο αφέτης τινάσσει απότομα επάνω το σχοινί χειρισμού για να απελευθερωθούν οι κρίκοι και να πέσουν απότομα οι πάσσαλοι
β) με τη χρήση ράβδων μανδάλωσης - απομανδάλωσης εφαρμόζοντας γνωστές τεχνικές από την πολεμική μηχανική της εποχής.
Σε αυτή την περίπτωση ο αφέτης τραβά απαλά το σχοινί χειρισμού για να απομανδαλωθούν και να πέσουν απότομα οι πάσσαλοι.

Πασχαλινά κουλουράκια από... σπίτι!

http://www.mye-shop.gr/agores-protaseis/164-2013-04-25-13-13-25

Πασχαλινά κουλουράκια από... σπίτι!


Ετοιμάζεστε να φτιάξετε τα πασχαλινά κουλουράκια σας;
Το mye-shop.gr σάς προτείνει μία απλή, εύκολη και κάπως πιο υγιεινή συνταγή για φέτος. Δοκιμάστε τη και περιμένουμε τις εντυπώσεις, μετά το πρώτο φούρνισμα και τη δοκιμή.
Υλικά που θα χρειαστείτε:
• 1/ 2 κιλό ζάχαρη
• 1/ 2 κιλό βούτυρο Κερκύρας
• 4 αυγά


• 1/ 2 ποτήρι από χυμό πορτοκάλι (αν έχετε τη δυνατότητα, προτιμήστε βιολογικά πορτοκάλια)
• 1/ 2 ποτήρι ξύσμα από τα πορτοκάλια
• 1 κουταλάκι του γλυκού σόδα
• 1, 5 κουταλάκι του γλυκού μπέικιν πάουντερ
• 2 βανίλιες
• 1/ 2 κουταλάκι του γλυκού αλάτι
• 1 κιλό σκληρό αλεύρι
Αν θέλετε, μπορείτε επίσης να προσθέσετε διάφορα μυρωδικά όπως είναι η μαστίχα ή το μαχλέπι (που συνήθως χρησιμοποιούμε στο τσουρέκι).

Εναλλακτικά: Η συνταγή μπορεί να γίνει, εκτός από πορτοκάλι, με λεμόνι ή μανταρίνι.

Η συνέχεια στην πηγή

Ωραία λουλουδάκια

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΗΡΩΑ !!! Κωνσταντίνος Κουκίδης

Αποτέλεσμα εικόνας για Κωνσταντίνος Κουκίδης

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΗΡΩΑ !!! Κωνσταντίνος Κουκίδης. Ο ήρωας που αρνήθηκε να παραδώσει τη σημαία στους Γερμανούς.

Όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα, 27 Απριλίου 1941, η πρώτη τους δουλειά ήταν να στείλουν ένα απόσπασμα υπό τον λοχαγό Γιάκομπι και τον υπολοχαγό Έλσνιτς για να κατεβάσει τη Γαλανόλευκη από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και να υψώσει τη σβάστικα. Oι Γερμανοί αντικρίζουν στο ακραίο σημείο τού βράχου της Ακρόπολης πού δεσπόζει τής πόλης, την γαλανόλευκη σημαία πού θ' αντικατασταθεί από τον αγκυλωτό σταυρό.
Εκεί στην θέση Καλλιθέα, στο ανατολικό σημείο του Ιερού Βράχου ο επικεφαλής του αποσπάσματος ζήτησε από τον εύζωνο που φρουρούσε τη σημαία μας να την κατεβάσει και να την παραδώσει. Ο απλός αυτός φαντάρος, όταν στις 8:45 το πρωί έφθασαν μπροστά του οι κατακτητές της χώρας μας και με το δάκτυλο στην σκανδάλη των πολυβόλων τους, τον διέταξαν να κατεβάσει το Εθνικό μας σύμβολο, δεν έδειξε κανένα συναίσθημα.
Ψυχρός, άτεγκτος και αποφασισμένος... απλά αρνήθηκε! Οι ώρες της περισυλλογής, που μόνος του είχε περάσει δίπλα στην σημαία, τον είχαν οδηγήσει στη μεγάλη απόφαση..."ΟΧΙ"! Αυτό μονάχα πρόφερε και τίποτε άλλο. Μια απλή λέξη, με πόση όμως τεράστια σημασία και αξία. Η Ελληνική μεγαλοσύνη. Ο εύζωνας τυλίχτηκε με τη σημαία, έτρεξε ως την άκρη του Ιερού Βράχου και μπρος στα μάτια των εμβρόντητων Γερμανών ρίχτηκε μ' ένα σάλτο στον γκρεμό, βάφοντας το εθνικό μας σύμβολο με το τίμιο αίμα.
Η γερμανική στρατιωτική διοίκηση Αθηνών υποχρέωσε την προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου να δημοσιεύσει στον Τύπο ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία ο φρουρός της σημαίας μας, υπέστη έμφραγμα από την συγκίνηση όταν του ζητήθηκε να την παραδώσει.
Όμως οι στρατιώτες κι οι επικεφαλής του γερμανικού αποσπάσματος είχαν συγκλονιστεί απ' αυτό που είδαν και δεν κράτησαν το στόμα τους κλειστό. Στις 9 Ιουνίου η είδηση δημοσιεύθηκε στην DAILY MAIL με τίτλο: "A Greek carries his flag to the death" (Ένας Έλληνας φέρει την σημαία του έως τον θάνατο).
Η θυσία του Έλληνα στρατιώτη έγινε αιτία να εκδοθεί διαταγή από τον Γερμανό φρούραρχο να υψώνεται και η ελληνική σημαία δίπλα στη γερμανική. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, εκεί στα Αναφιώτικα κάτω από τον Ιερό Βράχο, ζούσαν ακόμα αυτόπτες μάρτυρες, που είδαν το παλληκάρι να γκρεμοτσακίζεται μπροστά στα μάτια τους τυλιγμένο με την Γαλανόλευκη. Και κάθε χρόνο, στο μνημόσυνό του στις 27 Απριλίου, άφηναν τα δάκρυά τους να κυλήσουν στη μνήμη του.

Δημοφιλείς αναρτήσεις