Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Ημέρα Μνήμης για την Γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού. 14/9

Μυθικη Αναζητηση.
Φωτογραφία: Ημέρα Μνήμης για την Γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
"Αν από τα 3.400.000 Έλληνες που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1914 αφαιρέσουμε το 1.200.000 που ήρθαν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες, τις 300.000 κατοίκους της Κωνσταντινούπολης-Ίμβρου-Τενέδου που δεν συμμετείχαν στην ανταλλαγή και τις 400.000 που υπολογίζεται ότι κατέφυγαν στη Σοβ.Ένωση και αλλού, μένει ένα υπόλοιπο 1.500.000 ατόμων, που πρέπει να υπήρξαν θύματα της τουρκικής θηριωδίας...http://mythiki-anazitisi.blogspot.gr/2013/09/blog-post_7997.html
Ημέρα Μνήμης για την Γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
"Αν από τα 3.400.000 Έλληνες που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1914 αφαιρέσουμε το 1.200.000 που ήρθαν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες, τις 300.000 κατοίκους της Κωνσταντινούπολης-Ίμβρου-Τενέδου που δεν συμμετείχαν στην ανταλλαγή και τις 400.000 που υπολογίζεται ότι κατέφυγαν στη Σοβ.Ένωση και αλλού, μένει ένα υπόλοιπο 1.500.000 ατόμων, που πρέπει να υπήρξαν θύματα της τουρκικής θηριωδίας...http://mythiki-anazitisi.blogspot.gr/2013/09/blog-post_7997.html

Μ. Καραγάτσης (23 Ιουνίου 1908- 14 Σεπτεμβρίου 1960)


Προτομή του Μ. Καραγάτση στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου στην Ραψάνη.jpgΟ Μ. Καραγάτσης (23 Ιουνίου 1908- 14 Σεπτεμβρίου 1960) ήταν Ἐλληνας πεζογράφος, ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της "Γενιάς του '30". Το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτριος Ροδόπουλος. Το ψευδώνυμο Καραγάτσης προήλθε από το δέντρο πτελέα ή καραγάτσι στο εξοχικό της οικογένειάς του στη Ραψάνη της Θεσσαλίας, όπου περνούσε τα περισσότερα εφηβικά καλοκαίρια του. Εκεί συνήθιζε να διαβάζει καθισμένος κάτω από ένα καραγάτσι που βρισκόταν στον περίβολο της εκκλησίας του χωριού. Το "Μ." του ψευδωνύμου του προήλθε πιθανότατα από το ρώσικο όνομα "Μίτια" (ρωσική εκδοχή του Δημήτρης), με το οποίο τον αποκαλούσαν φίλοι και συμφοιτητές του, λόγω της μεγάλης του αγάπης για τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και ιδιαίτερα για το έργο "Αδερφοί Καραμαζώφ". Το γεγονός ότι υπέγραφε τα έργα του ως "Μ. Καραγάτσης" προκάλεσε σύγχυση σε αρκετούς φιλολόγους, που συχνά ερμήνευαν το "Μ" ως Μιχάλης, λόγω των ηρώων του, Μιχάλη Καραμάνου (στον Γιούγκερμαν) και Μιχάλη Ρούση (στον Μεγάλο ύπνο), που θεωρούνται περσόνες του συγγραφέα.[1]

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1908. Ο πατέρας του, Γεώργιος Ροδόπουλος, ήταν δικηγόρος και πολιτικός, με καταγωγή από την Πάτρα, αλλά εγκατεστημένος στη Λάρισα. Η μητέρα του, Ανθή, καταγόταν από τον Τύρναβο. Ο συγγραφέας ήταν το πέμπτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας, με μεγάλη διαφορά ηλικίας από τα αδέλφια του (18 χρόνια από το πρώτο και 12 από το τέταρτο).

Πέρασε την παιδική του ηλικία σε διάφορες πόλεις εξ αιτίας των μετακινήσεων της οικογένειάς του: το Δημοτικό το παρακολούθησε στη Λάρισα και το Γυμνάσιο το τελείωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου τον έστειλε ο πατέρας του ως τιμωρία, επειδή είχε πλαστογραφήσει την υπογραφή του σε σχολικό έλεγχο. Μετά την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γκρενόμπλ, στη Γαλλία. Για οικονομικούς λόγους επέστρεψε στην Αθήνα, ένα χρόνο μετά, και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου αποφοίτησε το 1930. Εκεί μάλιστα είχε συμφοιτητές και άλλους λογοτέχνες, όπως τους Οδ. Ελύτη, Αγγ. Τερζάκη, Γ. Θεοτοκά.

Στην εφηβική του ηλικία έγραφε ποιήματα, σύντομα όμως εγκατέλειψε την ενασχόληση με την ποίηση και στραφήκε στην πεζογραφία. Ως πεζογράφος πρωτοεμφανίστηκε το 1927 με το διήγημα "Η κυρία Νίτσα", το οποίο υποβλήθηκε στο διαγωνισμό της Νέας Εστίας και πήρε τον 3ο έπαινο. Ήταν αυτοβιογραφικό διήγημα εμπνευσμένο από τον παιδικό του έρωτα για μια εικοσάχρονη δασκάλα του στο δημοτικό σχολείο στη Λάρισα. Το πρώτο του μυθιστόρημα ήταν Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν, το 1933. Προηγουμένως είχε δημοσιεύσει πολλά διηγήματα, ενώ παράλληλα εργαζόταν ως νομικός σύμβουλος σε μια Ανώνυμη Εταιρεία Ασφαλειών. Από το 1946 ανέλαβε τη θεατρική στήλη της εφημερίδας Βραδυνή και το 1952 άρχισε να εργάζεται στη διαφημιστική εταιρεία ΑΔΕΛ. Το 1956 και το 1958 ήταν υποψήφιος βουλευτής με το κόμμα των Προοδευτικών του Σπ. Μαρκεζίνη. Δεν είχε κάνει καμία προεκλογική προετοιμασία και όπως ήταν φυσικό, απέτυχε και τις δύο φορές. Όταν κάποιος τον ρώτησε γιατί είχε θέσει υποψηφιότητα, απάντησε ότι το έκανε για να πάρει ψήφους από τον αδερφό του Κωνσταντίνο Ροδόπουλο, υποψήφιο με την ΕΡΕ.

Το 1958 έπαθε ένα σοβαρό έμφραγμα, που οδήγησε στη σταδιακή αποξένωσή του από τους φιλικούς κύκλους. Συνέχισε όμως να εργάζεται και να γράφει: είχε ξεκινήσει το έργο Το 10, που θα ήταν το πρώτο μέρος μιας τετραλογίας. Δεν πρόλαβε όμως να το ολοκληρώσει: στις 13 Σεπτεμβρίου 1960 έπαθε έμφραγμα και λίγες ώρες μετά, στις 04:15 τα ξημερώματα της 14ης Σεπτεμβρίου, πέθανε.
Έργο

Τα πρώτα έργα του Καραγάτση, από το 1925 ως το 1933, ήταν διηγήματα. Από αυτά, όσα γράφτηκαν πριν από το 1927, δεν τα εξέδωσε ο ίδιος. Το 1933, με το μυθιστόρημα Συνταγματάρχης Λιάπκιν, εγκαινιάστηκε η ώριμη περίοδος της πεζογραφίας του. Τα τρία πρώτα μυθιστορήματά του, Συνταγματάρχης Λιάπκιν, Χίμαιρα, Γιούγκερμαν, αποτελούν μια τριλογία με τίτλο Εγκλιματισμός κάτω από τον Φοίβο. Κοινό τους θέμα είναι η αποτυχημένη προσπάθεια τριών ξένων που βρέθηκαν στην Ελλάδα να προσαρμοστούν: ο συνταγματάρχης Λιάπκιν ήταν υπαρκτό πρόσωπο, ο Ρώσος στρατιωτικός Βασίλι Βασίλιεβιτς Νταβίντωφ, ο οποίος μετά τη Ρωσική Επανάσταση βρέθηκε στη Λάρισα, όπου εργαζόταν στη Γεωργική Σχολή. Ο κεντρικός ήρωας του Γιούγκερμαν ήταν επίσης Ρώσος στρατιωτικός, ο οποίος εξελίχθηκε σε μεγάλο οικονομικό παράγοντα της Αθήνας. Η ηρωίδα της Χίμαιρας, Μαρίνα, ήταν Γαλλίδα, παντρεμένη με Έλληνα ναυτικό, που ζούσε στη Σύρο. Και οι τρεις ήρωες απέτυχαν να "εγκλιματιστούν" και τελικά οδηγήθηκαν στην καταστροφή.

Επόμενος σημαντικός σταθμός στην πεζογραφία του ήταν το Χαμένο νησί, έργο που ξεχωρίζει από την υπόλοιπη πεζογραφία του εξ αιτίας της απόστασής του από το ρεαλισμό και τη σύγχρονη πραγματικότητα. (Ο ίδιος το χαρακτήρισε "φανταστική νουβέλα"). Κεντρικός ήρωας του έργου είναι ο Γερόλυμος Αβαράτος, δεύτερος πλοίαρχος και μοναδικός επιζών από το πλήρωμα ενός πλοίου που ναυάγησε στην Τήλο. Ο ήρωας αναγκάστηκε να μείνει στο νησί για καιρό εξαιτίας άσχημων καιρικών συνθηκών. Σταδιακά οι κάτοικοι του νησιού παρατήρησαν περίεργα κλιματολογικά φαινόμενα, διαπίστωσαν ότι οι πυξίδες έδιναν λανθασμένες συντεταγμένες και τέλος αποκαλύφθηκε ότι το νησί είχε αποκοπεί από την υφαλοκρηπίδα και έπειτα από ταξίδι στη θάλασσα σταθεροποιήθηκε στον Ειρηνικό Ωκεανό με το όνομα Ταϊλί.

Στη συνέχεια ο συγγραφέας επιχείρησε να γράψει μια ευρεία, ιστορικού περιεχομένου σύνθεση, με γενικό τίτλο Ο κόσμος που πεθαίνει. Η σειρά θα περιελάμβανε 10 βιβλία που θα αναφέρονταν στην ιστορία μιας οικογένειας από το 1821 ως τη σύγχρονη εποχή. Από αυτά έγραψε τελικά μόνο τρία: Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου, Αίμα χαμένο και κερδισμένο, Τα στερνά του Μίχαλου. Ο ήρωας του Κοτζάμπαση του Καστρόπυργου, Μίχαλος Ρούσης, ήταν έλληνας προεστός που αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και αλλαξοπίστησε, για να σώσει τη ζωή του. Η ιστορία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα από τη ζωή ενός προγόνου του, του Μήτρου Ροδηθάνα ή Ροδόπουλου.

Παρ' όλο που ο συγγραφέας δεν ολοκλήρωσε αυτή τη σύνθεση, συνέχισε να ενδιαφέρεται για ιστορικά θέματα και να εμπνέεται από αυτά: έκανε την απόπειρα να γράψει ένα καθαρά ιστορικό έργο, την Ιστορία των Ελλήνων, από το οποίο έγραψε τελικά μόνο τον πρώτο τόμο για την αρχαία Ελλάδα και έγραψε τη μυθιστορηματική βιογραφία Βασίλης Λάσκος, για τον πλοίαρχο του υποβρυχίου "Κατσώνης". Το τελευταίο έργο του σχετικό με την ιστορία έχει τελείως διαφορετικό χαρακτήρα: το Σέργιος και Βάκχος, με πρωταγωνιστές τους Αγίους Σέργιο και Βάκχο, είναι σατιρική και καυστική κριτική και απομυθοποίηση της Ιστορίας.

Προς το τέλος της ζωής του σχεδίαζε άλλη μια ενότητα τεσσάρων έργων, από την οποία πρόλαβε να ξεκινήσει μόνο Το 10. Το έργο διαδραματίζεται σε μια λαϊκή πολυκατοικία του Πειραιά. Μάλιστα ο συγγραφέας επισκεπτόταν κάθε πρωί το λιμάνι και παρατηρούσε την κίνηση και τη ζωή εκεί για να αντλήσει υλικό. Το τμήμα που πρόλαβε να γράψει μας αφήνει να υποθέσουμε ότι, αν ολοκληρωνόταν, το έργο θα ήταν σίγουρα ένα από τα καλύτερά του.

Ο χαρακτηρισμός που απέδωσαν οι περισσότεροι κριτικοί της λογοτεχνίας στον Καραγάτση ήταν «γεννημένος πεζογράφος». Όλοι αναγνώριζαν την αφηγηματική του ευχέρεια και τη δημιουργική φαντασία του. Ειδικά η φαντασία του είναι αυτό που τον ξεχωρίζει από τους περισσότερους πεζογράφους και όχι μόνο αυτούς της γενιάς του ‘30. Πολλοί τον κατηγόρησαν ως προχειρογράφο, που δεν ενδιαφερόταν για την επιμέλεια της μορφής των έργων του. Η αλήθεια είναι ότι τα χειρόγραφά του δείχνουν ότι σπάνια έκανε αλλαγές στα έργα του, αλλά αυτό αποδεικνύει ακριβώς την αφηγηματική ευχέρεια που έλειπε από πολλούς συγγραφείς της γενιάς του.
Κατάλογος έργων
Μυθιστορήματα

Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν, 1933
Χίμαιρα, 1936. Αναθεωρημένο ως Η Μεγάλη Χίμαιρα, 1953
Γιούγκερμαν, 1938
Τα στερνά του Γιούγκερμαν, 1941 (προηγούμενη μορφή του έργου ήταν οι δύο νουβέλες Το βουνό των λύκων και Ο γυρισμός του Γιούγκερμαν)
Λειτουργία σε λα ύφεσις, 1943
Νυχτερινή ιστορία, 1943
To χαμένο νησί , 1943
Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου, 1944
Ο μεγάλος ύπνος, 1946
Ένας χαμένος κόσμος, 1946
Αίμα χαμένο και κερδισμένο, 1947
Τα στερνά του Μίχαλου, 1949
Άμρι α Μούγκου (Στο χέρι του Θεού), 1954
Ο θάνατος κι ο Θόδωρος, 1954
Ο κίτρινος φάκελος (Α΄και Β΄), 1956
Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων, μαζί με τους Ηλ.Βενέζη, Αγγ. Τερζάκη, Στ. Μυριβήλη, 1958
Σέργιος και Βάκχος (Α΄και Β΄), 1959
Το 10 (ημιτελές), 1964
Η θαυμαστή ιστορία των αγίων Σέργιου και Βάκχου, 1973

Συλλογές διηγημάτων

Το συναξάρι των αμαρτωλών, 1935
Η λιτανεία των ασεβών, 1940
Νυχτερινή ιστορία, 1943
Το μπουρίνι, 1943
Πυρετός 1945
Το νερό της βροχής, 1950
Το μεγάλο συναξάρι, 1951
Η μεγάλη λιτανεία, 1956
Νεανικά διηγήματα, 1993
Ιστορίες αμαρτίας και αγιοσύνης, 2000
’’Η κυρία Νίτσα’’,1927

Κριτική

Μ. Καραγάτση, Κριτική Θεάτρου, 1946-1960. Πρόλογος Κώστας Γεωργουσόπουλος. Εισαγωγή-Επιμέλεια: Ιωσήφ Βιβιλάκης, έκδοση Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1999.

Άλλα έργα

Βασίλης Λάσκος, 1948, μυθιστορηματική βιογραφία
Η Ιστορία των Ελλήνων, 1952
σενάριο της κινηματογραφικής ταινίας "Καταδρομή", που σκηνοθέτησε ο ίδιος
Το μπαρ Ελδοράδο, θεατρικό, 1946
Κάρμεν, θεατρικό, 1948
Περιπλάνηση στον κόσμο, 2002, ταξιδιωτικό

http://el.wikipedia.org/wiki/Μ._Καραγάτσης

Τ' άκουσες Πατέρα;

Μυθικη Αναζητηση.
Φωτογραφία: Τ' άκουσες Πατέρα; Σε λένε ψεύτη.. 
<.."Δεν παίρνω το παιδί μου (εσένα 6 χρονών)και να πάω μια βόλτα μέχρι  την παραλία,έτσι όπως είμαι, χωρίς ούτε μία ζακέτα..."..
Και επήγατε,αλλά εκεί συνωστιστήκατε μαζί με  κάτι άλλους, χιλλιάδες άλλους,και πάνω στον συνωστισμό,μπήκατε σε ένα καράβι και είπε η γιαγιά...:
"Ωραίος καιρός για βαρκάδα μέχρι τον Πειραιά..."και φεύγοντας η γιαγιά και εσύ από το αρχοντικό σας είπατε....
"Τι να το κάνουμε τέτοιο αρχοντικό τώρα που θα συνωστισθούμε;...δεν του βάζουμε μια φωτιά να δούμε αν βγάζει ωραίες φλόγες;"
Και το κάψατε.....http://mythiki-anazitisi.blogspot.gr/2013/09/blog-post_14.html#
Τ' άκουσες Πατέρα; Σε λένε ψεύτη..
<.."Δεν παίρνω το παιδί μου (εσένα 6 χρονών)και να πάω μια βόλτα μέχρι την παραλία,έτσι όπως είμαι, χωρίς ούτε μία ζακέτα..."..
Και επήγατε,αλλά εκεί συνωστιστήκατε μαζί με κάτι άλλους, χιλλιάδες άλλους,και πάνω στον συνωστισμό,μπήκατε σε ένα καράβι και είπε η γιαγιά...:
"Ωραίος καιρός για βαρκάδα μέχρι τον Πειραιά..."και φεύγοντας η γιαγιά και εσύ από το αρχοντικό σας είπατε....
"Τι να το κάνουμε τέτοιο αρχοντικό τώρα που θα συνωστισθούμε;...δεν του βάζουμε μια φωτιά να δούμε αν βγάζει ωραίες φλόγες;"
Και το κάψατε.....http://mythiki-anazitisi.blogspot.gr/2013/09/blog-post_14.html#

Σαν σήμερα, 14 Σεπτεμβρίου 2001

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!!!
Φωτογραφία: Σαν σήμερα, 14 Σεπτεμβρίου 2001 

Πέθανε ο Έλληνας τραγουδιστής Στέλιος Καζαντζίδης. Συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους τραγουδιστές του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού.

Ο πρώτος άνθρωπος που εκτίμησε τη φωνή του ήταν κάποιο αφεντικό του, που καθώς τον άκουσε την ώρα της δουλειάς, του χάρισε μια κιθάρα. Δάσκαλος του Καζαντζίδη υπήρξε ο Στέλιος Χρυσίνης, ένας τυφλός συνθέτης.
Σαν σήμερα, 14 Σεπτεμβρίου 2001

Πέθανε ο Έλληνας τραγουδιστής Στέλιος Καζαντζίδης. Συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους τραγουδιστές του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού.

Ο πρώτος άνθρωπος που εκτίμησε τη φωνή του ήταν κάποιο αφεντικό του, που καθώς τον άκουσε την ώρα της δουλειάς, του χάρισε μια κιθάρα. Δάσκαλος του Καζαντζίδη υπήρξε ο Στέλιος Χρυσίνης, ένας τυφλός συνθέτης.

14 Σεπτεμβρίου ... Ημέρα Εθνικής Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος

Bigbook.gr.

14 Σεπτεμβρίου ...
Ημέρα Εθνικής Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος

Η Ημέρα Εθνικής Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος καθιερώθηκε με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων στις 24 Σεπτεμβρίου 1998 και τιμάται κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου. Την πρωτοβουλία είχαν τρεις βουλευτές του ΠΑΣΟΚ με μικρασιατική καταγωγή, ο Γιάννης Καψής, ο Γιάννης Διαμαντίδης και ο Γιάννης Χαραλάμπους, οι οποίοι κατέθεσαν τη σχετική πρόταση νόμου στις 12 Μαΐου 1997. Στην εισηγητική έκθεση ανέφεραν, μεταξύ άλλων, ότι:


Η κατάρρευση των ελληνικών δυνάμεων το 1922 στη Μικρά Ασία, οι σφαγές, λεηλασίες και η προσφυγιά που ακολούθησαν, αποτελούν το αποκορύφωμα μιας συστηματικής προσπάθειας εξόντωσης του ελληνικού στοιχείου από τα χώματα της Μικρά Ασίας, που έβαλε τέρμα στην τρισχιλιετή παρουσία του στην πέραν του Αιγαίου Ελλάδα, μια περιοχή όπου αναπτύχθηκε η ωριμότερη φάση του ελληνικού πολιτισμού […] την τερατώδη αυτή γερμανική σύλληψη πρώτοι οι Νεότουρκοι ανέλαβαν να κάνουν πράξη. Και κοντά στις βάρβαρες ασιατικές μεθόδους του βίαιου εξισλαμισμού, του γενιτσαρισμού και των κατά τακτά διαστήματα φυλετικών εκκαθαρίσεων ήρθε να προστεθεί η τευτονική ψυχρή μεθοδικότητα με τη λειτουργία των περίφημων ταγμάτων εργασίας.


Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/worldays/306#ixzz2eqOZzQnk

ο Μεγάλος Ύπνος του Μ.Καραγάτση

http://www.cretalive.gr/history/view/14-septembriou-1960-o-megalos-upnos-tou-m.karagatsh/105868

14 Σεπτεμβρίου 1960, ο Μεγάλος Ύπνος του Μ.Καραγάτση

Ήταν ο καλύτερος με διαφορά στη γενιά του. Ο χαρακτηρισμός που απέδωσαν οι περισσότεροι κριτικοί της λογοτεχνίας στον Καραγάτση ήταν «γεννημένος πεζογράφος».
Ήταν ο καλύτερος με διαφορά στη γενιά του. Ο χαρακτηρισμός που απέδωσαν οι περισσότεροι κριτικοί της λογοτεχνίας στον Καραγάτση ήταν «γεννημένος πεζογράφος». Όλοι αναγνώριζαν την αφηγηματική του ευχέρεια και τη δημιουργική φαντασία του. Ειδικά η φαντασία του είναι αυτό που τον ξεχωρίζει από τους περισσότερους πεζογράφους και όχι μόνο αυτούς της γενιάς του ‘30. Πολλοί τον κατηγόρησαν ως προχειρογράφο, που δεν ενδιαφερόταν για την επιμέλεια της μορφής των έργων του. Η αλήθεια είναι ότι τα χειρόγραφά του δείχνουν ότι σπάνια έκανε αλλαγές στα έργα του, αλλά αυτό αποδεικνύει ακριβώς την αφηγηματική ευχέρεια που έλειπε από πολλούς συγγραφείς της γενιάς του.
Ο Καραγάτσης δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο του. Γράφοντας το 10 έφυγε από τη ζωή, στις 14 Σεπτεμβρίου 1960.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1908. Ο πατέρας του, Γεώργιος Ροδόπουλος, ήταν δικηγόρος και πολιτικός, με καταγωγή από την Πάτρα, αλλά εγκατεστημένος στη Λάρισα.  
Πέρασε την παιδική του ηλικία σε διάφορες πόλεις εξ αιτίας των μετακινήσεων της οικογένειάς του: το Δημοτικό το παρακολούθησε στη Λάρισα και το Γυμνάσιο το τελείωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου τον έστειλε ο πατέρας του ως τιμωρία, επειδή είχε πλαστογραφήσει την υπογραφή του σε σχολικό έλεγχο. Μετά την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γκρενόμπλ, στη Γαλλία. Για οικονομικούς λόγους επέστρεψε στην Αθήνα, ένα χρόνο μετά, και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου αποφοίτησε το 1930. Εκεί μάλιστα είχε συμφοιτητές και άλλους λογοτέχνες, όπως τους Οδ. Ελύτη, Αγγ. Τερζάκη, Γ. Θεοτοκά.
               το έργο
Στην εφηβική του ηλικία έγραφε ποιήματα, σύντομα όμως εγκατέλειψε την ενασχόληση με την ποίηση και στραφήκε στην πεζογραφία. Ως πεζογράφος πρωτοεμφανίστηκε το 1927 με το διήγημα "Η κυρία Νίτσα", το οποίο υποβλήθηκε στο διαγωνισμό της Νέας Εστίας και πήρε τον 3ο έπαινο. Ήταν αυτοβιογραφικό διήγημα εμπνευσμένο από τον παιδικό του έρωτα για μια εικοσάχρονη δασκάλα του στο δημοτικό σχολείο στη Λάρισα. α τρία πρώτα μυθιστορήματά του, Συνταγματάρχης Λιάπκιν, Χίμαιρα, Γιούγκερμαν, αποτελούν μια τριλογία με τίτλο Εγκλιματισμός κάτω από τον Φοίβο. Κοινό τους θέμα είναι η αποτυχημένη προσπάθεια τριών ξένων που βρέθηκαν στην Ελλάδα να προσαρμοστούν: ο συνταγματάρχης Λιάπκιν ήταν υπαρκτό πρόσωπο, ο Ρώσος στρατιωτικός Βασίλι Βασίλιεβιτς Νταβίντωφ, ο οποίος μετά τη Ρωσική Επανάσταση βρέθηκε στη Λάρισα, όπου εργαζόταν στη Γεωργική Σχολή. Ο κεντρικός ήρωας του Γιούγκερμαν ήταν επίσης Ρώσος στρατιωτικός, ο οποίος εξελίχθηκε σε μεγάλο οικονομικό παράγοντα της Αθήνας. Η ηρωίδα της Χίμαιρας, Μαρίνα, ήταν Γαλλίδα, παντρεμένη με Έλληνα ναυτικό, που ζούσε στη Σύρο. Και οι τρεις ήρωες απέτυχαν να "εγκλιματιστούν" και τελικά οδηγήθηκαν στην καταστροφή.
Επόμενος σημαντικός σταθμός στην πεζογραφία του ήταν το Χαμένο νησί, έργο που ξεχωρίζει από την υπόλοιπη πεζογραφία του εξ αιτίας της απόστασής του από το ρεαλισμό και τη σύγχρονη πραγματικότητα. (Ο ίδιος το χαρακτήρισε "φανταστική νουβέλα"). Κεντρικός ήρωας του έργου είναι ο Γερόλυμος Αβαράτος, δεύτερος πλοίαρχος και μοναδικός επιζών από το πλήρωμα ενός πλοίου που ναυάγησε στην Τήλο. Ο ήρωας αναγκάστηκε να μείνει στο νησί για καιρό εξαιτίας άσχημων καιρικών συνθηκών. Σταδιακά οι κάτοικοι του νησιού παρατήρησαν περίεργα κλιματολογικά φαινόμενα, διαπίστωσαν ότι οι πυξίδες έδιναν λανθασμένες συντεταγμένες και τέλος αποκαλύφθηκε ότι το νησί είχε αποκοπεί από την υφαλοκρηπίδα και έπειτα από ταξίδι στη θάλασσα σταθεροποιήθηκε στον Ειρηνικό Ωκεανό με το όνομα Ταϊλί.
Στη συνέχεια ο συγγραφέας επιχείρησε να γράψει μια ευρεία, ιστορικού περιεχομένου σύνθεση, με γενικό τίτλο Ο κόσμος που πεθαίνει. Η σειρά θα περιελάμβανε 10 βιβλία που θα αναφέρονταν στην ιστορία μιας οικογένειας από το 1821 ως τη σύγχρονη εποχή. Από αυτά έγραψε τελικά μόνο τρία: Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου, Αίμα χαμένο και κερδισμένο, Τα στερνά του Μίχαλου. Ο ήρωας του Κοτζάμπαση του Καστρόπυργου, Μίχαλος Ρούσης, ήταν έλληνας προεστός που αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και αλλαξοπίστησε, για να σώσει τη ζωή του. Η ιστορία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα από τη ζωή ενός προγόνου του, του Μήτρου Ροδηθάνα ή Ροδόπουλου.
Το 1956 και το 1958 ήταν υποψήφιος βουλευτής με το κόμμα των Προοδευτικών του Σπ. Μαρκεζίνη. Δεν είχε κάνει καμία προεκλογική προετοιμασία και όπως ήταν φυσικό, απέτυχε και τις δύο φορές. Όταν κάποιος τον ρώτησε γιατί είχε θέσει υποψηφιότητα, απάντησε ότι το έκανε για να πάρει ψήφους από τον αδερφό του Κωνσταντίνο Ροδόπουλο, υποψήφιο με την ΕΡΕ.!

Έχω δει τον ουρανό - Γιώργος Σαραντάρης Ἀπὸ τὴ συλλογὴ «Σὰν Πνοὴ τοῦ Ἀέρα»

ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).
Φωτογραφία: Έχω δει τον ουρανό

Ἔχω δεῖ τὸν οὐρανὸ μὲ τὰ μάτια μου
Μὲ τὰ μάτια μου ἄνοιξα τὰ μάτια του
Μὲ τὴ γλῶσσα μου μίλησε
Γίναμε ἀδελφοὶ καὶ κουβεντιάσαμε
Στρώσαμε τραπέζι καὶ δειπνήσαμε
Σὰν νὰ ἦταν ὁ καιρὸς ὅλος μπροστά μας

Καὶ θυμᾶμαι τὸν ἥλιο ποὺ γελοῦσε 

Πού γελοῦσε καὶ δάκρυζε θυμᾶμαι 

Γιώργος Σαραντάρης
Ἀπὸ τὴ συλλογὴ «Σὰν Πνοὴ τοῦ Ἀέρα».
Έχω δει τον ουρανό

Ἔχω δεῖ τὸν οὐρανὸ μὲ τὰ μάτια μου
Μὲ τὰ μάτια μου ἄνοιξα τὰ μάτια του
Μὲ τὴ γλῶσσα μου μίλησε
Γίναμε ἀδελφοὶ καὶ κουβεντιάσαμε
Στρώσαμε τραπέζι καὶ δειπνήσαμε
Σὰν νὰ ἦταν ὁ καιρὸς ὅλος μπροστά μας

Καὶ θυμᾶμαι τὸν ἥλιο ποὺ γελοῦσε

Πού γελοῦσε καὶ δάκρυζε θυμᾶμαι

Γιώργος Σαραντάρης
Ἀπὸ τὴ συλλογὴ «Σὰν Πνοὴ τοῦ Ἀέρα».

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

Μ.ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ ((23 Ιουνίου 1908- 14 Σεπτεμβρίου 1960) Η Μεγάλη Χίμαιρα -Απόσπασμα

ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).
Φωτογραφία: Μ.ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ ((23 Ιουνίου 1908- 14 Σεπτεμβρίου 1960)

Η Μεγάλη Χίμαιρα -Απόσπασμα 

Οι μέρες του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου είναι θερμές, καφτερές, γεμάτες τυφλωτικό ήλιο, φως αδυσώπητο. Ο μπάτης δεν κατορθώνει ούτε να ρυτιδώσει τη θάλασσα. Τα μελτέμια δεν έχουν δύναμη ν’ απλώσουν τα φτερά τους. Τη νύχτα αναδίνονται απ’ το πέλαγο οσμές αρμυρές, ανασαιμιές ασάλευτου νερού, που θυμίζουν ιδρώτες οργασμού. Τα βράχια του νησιού αναβρύζουν την πύρη της μέρας, τυραννώντας τα πλεμόνια και τα νεύρα. Κάτω στην πολιτεία, το γλέντι ξεσπάει με τραγούδι, χορό, μεράκι, καημό κι έρωτα. Τρέχει το κρασί γεννώντας παθιασμένη δυσθυμία κι όχι ανάλαφρο κέφι. Τα κορμιά σμίγουν σε παράταιρα αγκαλιάσματα. Βράζουν οι ψυχές. Η ζωή, στο διάβα της, παρασέρνει το άβουλο ανθρώπινο κοπάδι, το εξουθενωμένο απ’ την οργή, τη ζήλεια και το πάθος. Και το φεγγάρι φωτίζει τη νεκρή θάλασσα, τον πυρωμένο βράχο και την ηδονόφιλη πολιτεία με τις ψυχρές αχτίδες του, σαν μια πελώρια ειρωνία του γλαυκού ουρανού προς τη χρυσογάλανη γη.

Είναι το καλοκαίρι…

ΠΗΓΗ http://www.artic.gr/logotenia-more/arthra-logotexnia/742-h-megali-ximaira-tou-m-karagatsi
Μ.ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ ((23 Ιουνίου 1908- 14 Σεπτεμβρίου 1960)

Η Μεγάλη Χίμαιρα -Απόσπασμα


Οι μέρες του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου είναι θερμές, καφτερές, γεμάτες τυφλωτικό ήλιο, φως αδυσώπητο. Ο μπάτης δεν κατορθώνει ούτε να ρυτιδώσει τη θάλασσα. Τα μελτέμια δεν έχουν δύναμη ν’ απλώσουν τα φτερά τους. Τη νύχτα αναδίνονται απ’ το πέλαγο οσμές αρμυρές, ανασαιμιές ασάλευτου νερού, που θυμίζουν ιδρώτες οργασμού. Τα βράχια του νησιού αναβρύζουν την πύρη της μέρας, τυραννώντας τα πλεμόνια και τα νεύρα. Κάτω στην πολιτεία, το γλέντι ξεσπάει με τραγούδι, χορό, μεράκι, καημό κι έρωτα. Τρέχει το κρασί γεννώντας παθιασμένη δυσθυμία κι όχι ανάλαφρο κέφι. Τα κορμιά σμίγουν σε παράταιρα αγκαλιάσματα. Βράζουν οι ψυχές. Η ζωή, στο διάβα της, παρασέρνει το άβουλο ανθρώπινο κοπάδι, το εξουθενωμένο απ’ την οργή, τη ζήλεια και το πάθος. Και το φεγγάρι φωτίζει τη νεκρή θάλασσα, τον πυρωμένο βράχο και την ηδονόφιλη πολιτεία με τις ψυχρές αχτίδες του, σαν μια πελώρια ειρωνία του γλαυκού ουρανού προς τη χρυσογάλανη γη.

Είναι το καλοκαίρι…

ΠΗΓΗ http://www.artic.gr/logotenia-more/arthra-logotexnia/742-h-megali-ximaira-tou-m-karagatsi

Εργασία και Χρήμα

http://www.antifono.gr

Εργασία και Χρήμα

E-mailΕκτύπωσηPDF

Γιώργης Παπανικολάου
Τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που συνιστούν τον συντελεστή κόστους εργασία, στη παγκόσμια παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών της πραγματικής οικονομίας, αποτελούν ταυτόχρονα και τον κύριο όγκο των ανθρώπων που συνιστούν τον παράγοντα κατανάλωση, για χάρη του οποίου συντελείται η παραγωγή.
Αυτή η απόλυτα λογική σχέση, που φαντάζει τόσο απλή και αναγκαία, για την επιβίωση και τη καλυτέρευση της ζωής του ανθρώπου, αποτέλεσε κι εξακολουθεί ν’ αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία στήθηκαν και στήνονται όλες οι θεωρίες και οι πρακτικές εφαρμογές τους, που αφορούν τη διαχείριση αυτής της σχέσης.
Το χρήμα προέκυψε ως αναγκαία συνθήκη, για να καλύψει την μονάδα αποτίμησης της ανταλλακτικής αξίας κάθε αγαθού και υπηρεσίας, και κατά συνέπεια και της ίδιας της εργασίας.
Η εγκυρότητα της αξίας του χρήματος διασφαλιζόταν πάντοτε από την εγγύηση της κρατικής οντότητας που ήταν αποκλειστικά υπεύθυνη για την κοπή και την κυκλοφορία του νομίσματος.
Η εγγύηση αυτή είχε άμεση ανταπόκριση με το κρατικό θησαυροφυλάκιο, το οποίο, μεταξύ των άλλων περιείχε το πολύτιμο μέταλλο του χρυσού, που, σχεδόν απ’ την αρχή της ιστορίας του ανθρώπου, είχε αναγνωρισθεί ως μια αναμφισβήτητη μονάδα μέτρησης του πλούτου μιας χώρας.
Όμως το γέμισμα των θησαυροφυλακίων με χρυσό, πολύτιμα μέταλλα και πετράδια, δεν έγινε πάντα με την ελεύθερη βούληση της ανθρώπινης εργασίας, αλλά, σχεδόν κατά κανόνα, με την άσκηση βίας και την ισχύ των όπλων.
Ανέκαθεν, άρχοντες και κράτη εφάρμοσαν μια σκληρή και πολλές φορές απάνθρωπη αποικιοκρατική πολιτική, εναντίον κοινωνιών, κρατών και λαών, προκειμένου να απομυζήσουν και να οικειοποιηθούν τον πλούτο τους (ορυκτό, ενεργειακό, πρώτες ύλες και φθηνό ανθρώπινο δυναμικό).
Η μεταφορά του κλεμμένου πλούτου στις μητροπόλεις των αποικιοκρατών, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ανάδειξη μιας πολύ πλούσιας άρχουσας τάξης και ισχυρών κρατικών οντοτήτων.
Το χρήμα, από αναγκαίο μέσο διευκόλυνσης των ανταλλαγών αγαθών και υπηρεσιών, μετατράπηκε σε παγκόσμιο μέσο αναγνώρισης δύναμης, εξουσίας και επιβολής.
Η σχέση «Εργασία – Παραγωγή – Κατανάλωση» άρχισε να ανταποκρίνεται πλέον σε μια και μόνο έννοια, που δεν ήταν άλλη από την έννοια του κέρδους.
Το κέρδος, όχι σαν τη προκύπτουσα διαφορά από την προστιθέμενη αξία του ανθρώπινου μόχθου στη προσπάθεια δημιουργίας και παραγωγής προϊόντων, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων και αναγκών διαχείρισης της καθημερινότητας, αλλά μόνο σαν αυτοσκοπός συσσώρευσης πλούτου.
Το δόγμα: «το δυνατόν καλύτερο αποτέλεσμα με τη δυνατόν μικρότερη προσπάθεια», μετατράπηκε σε: «το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος με το δυνατόν μικρότερο κόστος».
Απ’ την αρχή έγινε φανερό πως η μείωση του κόστους του συντελεστή «εργασία», θα είχε ευνοϊκή επίπτωση και στη μείωση του κόστους των άλλων συντελεστών, διότι η «εργασία» ήταν αναγκαίο στοιχείο κόστους και για τη προμήθεια ενέργειας και πρώτων υλών.
Έτσι, σε πάρα πολλές περιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής ιστορίας, η «παραγωγή» επιτεύχθηκε με σχεδόν μηδαμινή αποτίμηση κόστους του συντελεστή «εργασία».
Αυτό έγινε με τη καθιέρωση και διατήρηση καταστάσεων σκλαβιάς, δουλείας, παιδικής εργασίας και της ελάχιστης αμοιβής της εργασίας στις διατηρούμενες υπανάπτυκτες χώρες.
Όμως το κέρδος δεν αρκούσε να ήταν μόνο από τη μείωση του κόστους της «εργασίας» και των άλλων συντελεστών της παραγωγής, αλλά και από την «κατανάλωση» που αποτελούσε τον κύριο σκοπό της παραγωγής.
Έτσι, ταυτόχρονα με την αύξηση των δυνατοτήτων για μαζική παραγωγή προϊόντων, αυξήθηκε και η αμοιβή της «εργασίας», προκειμένου να δημιουργηθεί το απαραίτητο «εισόδημα» που θα επέτρεπε την αύξηση της «ζήτησης», και θα δρούσε «πολλαπλασιαστικά» στην αύξηση του εισοδήματος και των κερδών μέσω της «ροπής για κατανάλωση».
Εδώ λοιπόν αρχίζουν να υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες της οικονομικής επιστήμης, όπως: Αποταμίευση, αποθεματοποίηση, επένδυση, πρόσοδος, δανεισμός, τόκος, επιτόκιο, πληθωρισμός, ανάπτυξη.
Κι όλα αυτά φαντάζουν απόλυτα λογικά σε καθεστώς ανταγωνιστικής «ελεύθερης οικονομίας», που κυριαρχεί ο βασικός νόμος της Προσφοράς και της Ζήτησης που συντελεί στη διαμόρφωση των Τιμών των αγαθών και υπηρεσιών.
Όμως, όλ’ αυτά συντελούν στο να μετατραπεί το χρήμα σε απόλυτο σκοπό της όποιας παραγωγικής διαδικασίας.
Τα πάντα πλέον κινούνται γύρω απ’ την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Η εργασία και η παραγωγή δεν αφορούν μόνο τη δημιουργία προϊόντων για τη κάλυψη πρώτων και άμεσων αναγκών, αλλά περισσότερο έχουν να κάνουν με προϊόντα που αφορούν συνεχείς επικαλύψεις προηγούμενων αναγκών, και συντηρούν το πνεύμα ενός ορισμένου κοινωνικού καταναλωτικού status.
Μ’ αυτούς τους τρόπους, η αμοιβή της εργασίας επιστρέφει σχεδόν στο ακέραιο σε όσους κατέχουν και διαχειρίζονται σε μεγάλη κλίμακα τα Κεφάλαια και τα Μέσα Παραγωγής.
Εδώ όμως δημιουργείται το μεγάλο πρόβλημα, γιατί ταυτόχρονα με την προτεραιότητα συσσώρευσης κερδών, υπάρχει η πρωταρχική ανάγκη διατήρησης της αξίας του χρήματος, ως το πρώτο σε ανεπάρκεια «αγαθό».
Εξ’ άλλου, στο δόγμα αυτό στηρίζεται όλο το οικοδόμημα του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος.
Μάλιστα, από την δεκαετία του 1930, που η αξία των «σκληρών» νομισμάτων έπαψε να έχει άμεση ανταπόκριση με τα αποθέματα χρυσού, η ανάγκη διατήρησης ή και αύξησης αυτής της αξίας έγινε περισσότερο επιτακτική.
Κάθε περίοδος ανάπτυξης, που, εκτός των άλλων, σημαίνει αύξηση της καταναλωτικής ευχέρειας, μέσω αύξησης της αμοιβής της εργασίας, και κατά συνέπεια αύξηση της κερδοφορίας μέσω της αύξησης των Τιμών, σημαίνει ταυτόχρονα και την αύξηση της κυκλοφορίας του χρήματος και τη δημιουργία πληθωριστικών πιέσεων, που θέτουν σε άμεση αμφισβήτηση τη δυσκολία απόκτησης και την «αξία» αυτού του «ύψιστου αγαθού».
Έτσι λοιπόν, προκειμένου να επανέλθουν τα πράγματα στη «σωστή» τους θέση, κι αφού εν τω μεταξύ έχει επιτευχθεί η υπερκερδοφορία για τους λίγους, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για το «μάζεμα» της κατανάλωσης με την επαναφορά της δυσκολίας ή της μεγάλης δυσκολίας απόκτησης του χρήματος για τους πολλούς.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου εφαρμόζονται πολιτικές που έχουν σαν άμεσο αντίκτυπο την υποβάθμιση της αξίας του παράγοντα «εργασία».
Δηλαδή, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, η αναβάθμιση της αξίας του χρήματος εξαρτάται κι απ’ την υποβάθμιση της αξίας της εργασίας.
Κι αυτή η υποβάθμιση πραγματοποιείται με τη δημιουργία συνθηκών οικονομικής κρίσης, που ξεκινάει με το έλλειμμα που παρουσιάζεται στη ζητούμενη ποσότητα για τη κάλυψη της κεκτημένης ταχύτητας κυκλοφορίας του χρήματος.
Η οικονομική ασφυξία που δημιουργείται από την ελλειμματική χρηματοδότηση των αναγκών κίνησης της αγοράς, λειτουργώντας αλυσιδωτά, καταλήγει στη μείωση της  απασχόλησης του εργατικού δυναμικού, με συνέπεια την απαξίωση της εργασίας λόγω υπερβολικής αύξησης της προσφοράς της.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, το δυσεύρετο χρήμα για τους πολλούς, αποκτάει μεγαλύτερη αξία και προσθέτει μεγαλύτερη δύναμη στους λίγους που το κατέχουν, γιατί η επανακίνηση της οικονομίας και η επιθυμητή «ανάπτυξη» θα εξαρτηθούν από τη διάθεση του συσσωρευμένου χρήματος για επενδύσεις.
Έτσι, γίνεται φανερό πλέον ότι το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου στην εργασία, για επιβίωση και καλυτέρευση της ζωής του, βρίσκεται υπό την αίρεση και τον άμεσο έλεγχο των μεγάλων κατόχων του χρήματος, στου οποίου το όνομα και για τη διαφύλαξη της αξίας και της ισχύος του, μπορούν να διαπράττονται κάθε είδους πόλεμοι με θύματα αυτούς που βρίσκονται στην ασθενέστερη θέση.
Μια ανάλυση των σχετικών ιστορικών γεγονότων, μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα της επανάληψης ενός κύκλου Ανάπτυξης – Ύφεσης – Ανάπτυξης, που προσδιορίζεται από βίαιες ανατροπές κοινωνικών δεδομένων με πολέμους και οικονομικές κρίσεις, που δημιουργούν τις βάσεις και τις  «ευκαιρίες» για ένα νέο ξεκίνημα προς την «Ανάπτυξη».
Οι καταστροφές που επέρχονται από τα βίαια αυτά γεγονότα έχουν να κάνουν αποκλειστικά και μόνο με τη ζωή των πολλών, οι οποίοι τα υφίστανται χωρίς να έχουν τρόπο ουσιαστικής αντίδρασης.
Παρ’ όλα αυτά, τα δισεκατομμύρια των καταναλωτών, που συνιστούν τον συντελεστή κόστους «εργασία» στην όλη παραγωγική διαδικασία, διαθέτουν «εν δυνάμει» πολύ σημαντικούς τρόπους αντίδρασης απέναντι στα οργανωμένα συμφέροντα της διεθνούς κερδοσκοπίας. Μόνο που, επί της ουσίας, αυτές οι δυνατότητες παραμένουν σε αδράνεια, γιατί δεν βρήκαν τρόπο έκφρασης μέσα από το συνδικαλιστικό κίνημα, το οποίο αρκείται συνήθως σε κλαδικές διαπραγματεύσεις για την αμοιβή και τις συνθήκες εργασίας.
Αλλά, στις περιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, αυτός ο συνδικαλισμός υποβαθμίζεται σχεδόν μέχρι ανυπαρξίας, ακολουθώντας την υποβάθμιση του παράγοντα «εργασία», και οι όποιες αντιδράσεις φαντάζουν μάταιες, σα να εναντιώνονται απέναντι σ’ ένα φυσικό φαινόμενο.
Όμως, αν σκεφτούμε ότι ταυτόχρονα με τις συνδικαλιστικές διεκδικήσεις μπορούσε να υπάρχει κι ένα καλά οργανωμένο καταναλωτικό κίνημα, τα πράγματα μπορεί να μην ήταν όπως είναι σήμερα στη παγκόσμια οικονομική σκακιέρα.
Κι αυτό, γιατί ένα κίνημα υπεράσπισης των συμφερόντων των δισεκατομμυρίων καταναλωτών, δεν θα είχε να κάνει αποσπασματικά με την υπεράσπιση των εργατικών δικαιωμάτων, αλλά θα μπορούσε να αποτελέσει το αντίπαλο δέος απέναντι στις μονομερείς ενέργειες και «ρυθμίσεις» των τεκταινομένων από τα οικονομικά κέντρα.
Ένα πραγματικό, σοβαρό και ακηδεμόνευτο Κίνημα των καταναλωτών, ακόμα και σε συνθήκες μιας καπιταλιστικής «ελεύθερης οικονομίας», θα μπορούσε να παρεμβαίνει αποτελεσματικά στο όλο οικονομικό γίγνεσθαι, διαμορφώνοντας συνθήκες επηρεασμού ακόμα και της καθαρά κερδοσκοπικής πλασματικής οικονομίας.
Δυστυχώς όμως, μέχρι σήμερα δεν έχει εκδηλωθεί η βούληση για τη σοβαρή οργάνωση και δράση ενός τέτοιου κινήματος, κι όπου υπάρχουν κάποιες οργανώσεις καταναλωτών η δράση τους είναι περιορισμένη και δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν σθεναρά απέναντι στα οργανωμένα κέντρα κερδοσκοπίας.
Ένας από τους βασικούς λόγους αυτής της αδυναμίας είναι ότι η πλειοψηφία των καταναλωτών δεν έχει πεισθεί για τη μεγάλη αναγκαιότητα αυτοοργάνωσής τους, διότι η εντύπωση που επικρατεί είναι ότι ο καθένας είναι από μόνος του σε θέση να αξιολογεί την ποιότητα, την αξία και την αναγκαιότητα προμήθειας των προσφερομένων αγαθών και υπηρεσιών.
Η άποψη αυτή αποτελεί μια προέκταση του βασικού μύθου του συστήματος, που λέει ότι ο καθένας είναι ελεύθερος κι έχει τη δυνατότητα να δρα έτσι που να μπορεί να γίνει «αφέντης στη θέση του αφέντη».
Έτσι λοιπόν το σύστημα, αξιοποιώντας στο έπακρο αυτή την εντύπωση και προβάλλοντας με πολλούς τρόπους αυτόν τον μύθο ως πραγματικότητα, μπορεί να δρα σχεδόν ανενόχλητα και να διαμορφώνει μονομερώς την οικονομική πραγματικότητα προς το συμφέρον του.
Ταυτόχρονα, είναι φανερό ότι η δύναμη που κρύβεται στον κόσμο της κατανάλωσης είναι τεράστια, και μπορεί όταν εκδηλωθεί οργανωμένα να επηρεάσει ή και να ματαιώσει τα σχέδια της διεθνούς κερδοσκοπίας απέναντι στον κόσμο της εργασίας.
Προς το παρόν όμως η δύναμη αυτή βρίσκεται σε αδράνεια.
πηγή: Aντίφωνο, Αύγουστος 2013 - Μαρούσι

Η σιωπή του θανάτου στην ελληνική γη…

http://www.candianews.gr

Η σιωπή του θανάτου στην ελληνική γη…

Η σιωπή του θανάτου στην ελληνική γη…

Όταν οι Γερμανοί μαυροφόρεσαν την Ελλάδα, σκοτώνοντας και καταστρέφοντας…

Εικόνες σπαραγμού, από τη καταστροφή στην κατοχή, μέσα από ένα αφιέρωμα του μεγάλου αμερικανικού περιοδικού “Life”, το 1944
Παντού ορφανά, χήρες, μανάδες μαυροφορεμένες… Καταστροφή, αποκαΐδια σε κάθε γωνιά του ελληνικού χώρου. Οι Γερμανοί έφευγαν από την Ελλάδα κι άφηναν πίσω τους μόνο την ανατριχιαστική οσμή του θανάτου…
Κάνδανος, Βιάννος, Ανώγεια, Δίστομο… Μερικοί μόνο από τους οικισμούς της ελληνικής που μέσα σε λίγε στιγμές πέρασαν στη σιωπή του θανάτου. Στην άκρα σιωπή…
Οι άνθρωποι χάθηκαν από τη μανία της βαρβαρότητας των Ναζί, που ήθελαν να «εκπολιτίσουν» τον κόσμο… Τον ίδιο «εκπολιτισμό» που επιχειρεί μια άλλη Γερμανία σήμερα, με ίδιο στόχο, αλλά με άλλο όπλο: το χρήμα…
Η Ελλάδα φορούσε μαύρα για πολλά χρόνια μετά την κατοχή…
Οι χήρες έμειναν με το μαύρο στην ψυχή…
Τα παιδιά δεν ξέχασαν ποτέ…
Οι μανάδες και οι πατεράδες έφυγαν με τον καημό…
Η Ελλάδα αντιστάθηκε και το πλήρωσε με το αίμα των νέων και πιο ζωντανών παιδιών της…
Σήμερα, με την αφορμή και του συνεδρίου για τα Ολοκαυτώματα που πραγματοποιείται στη Βιάννο, παρουσιάζουμε σπάνιες εικόνες, μέσα από ένα εντυπωσιακό αφιέρωμα που έκανε το μεγάλο αμερικανικό περιοδικό, “Life”, στις 27 Νοεμβρίου του 1944΄λίγες εβδομάδες, δηλαδή, μετά την απελευθέρωση. Το πολυσέλιδο αφιέρωμα είχε τίτλο «Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα» και μέσα από τις φωτογραφίες αναδεικνύεται πραγματικά όλο το δράμα μιας χώρας και των ανθρώπων της που πλήρωσαν με τον χειρότερο τρόπο τη βαρβαρότητα των «πολιτισμένων»…
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  LIFE 27 Νοεμ. 1944 S22 - Αντίγραφο
Νεκροταφεία, παντού νεκροταφεία, με φρεσκοσκαμμένους τάφους, παντού όπου πέρασαν οι Γερμανοί…

ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  LIFE 27 Νοεμ. 1944  S24 - Αντίγραφο
Ο μυλωνάς Πέτρος Λατινόπουλος. Έχασε 11 μέλη της οικογένειάς του! ΟΙ Γερμανοί έκαψαν το μύλο και το σπίτι του και σκότωσαν όποιους βρήκαν. Γλίτωσε μόνο εκείνος και ο αδελφός του. Όμως ο τελευταίος στην προσπάθειά του να ξεφύγει, πυροβολήθηκε και έπεσε νεκρός…

ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  LIFE 27 Νοεμ. 1944 S22 - Αντίγραφο 1
Τρεις μαυροντυμένες Ελληνίδες, όπως παρουσιάστηκαν στο αφιέρωμα. Από αριστερά, η Κατίνα Πίτσου. Έχασε πέντε μέλη της οικογένειάς της. Η Μαρία Καρούζου, στη μέση, έχασε 6 μέλη της οικογένειάς της. Οι Γερμανοί σκότωσαν, τον πατέρα και τη μητέρα της, τον αδελφό της, την αδελφή της, το γαμπρό της και το μόλις 3 ετών παιδί τους.

Η Ζωή Σεχρεμέλη (δεξιά) κρατούσε στην αγκαλιά της το μωρό της, όταν τη συνάντησαν Γερμανοί. Ένας απ’ αυτούς σήκωσε το όπλο και πυροβόλησε το βρέφος στο κεφάλι, σκοτώνοντάς το. Η σφαίρα πέρασε το κεφάλι του μωρού και διαπέρασε τη μητέρα του…
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  LIFE 27 Νοεμ. 1944 S23
Ρακένδυτα, πεινασμένα, χωρίς να ξέρουν την επόμενη μέρα… Τα δυό αδέλφια έχασαν τους γονείς και όλα τα μέλη της οικογένειάς τους…

ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  LIFE 27 Νοεμ. 1944 S21 - Αντίγραφο
Η εικόνα της νεαρής μαυροφορεμένης γυναίκας από το Δίστομο, που έγινε από τότε σύμβολο. Η Μαρία Παντίσκα έχασε τη μητέρα της την ώρα που οι Γερμανοί τη βασάνιζαν… ΄Αυτό ήταν το εξώφυλλο του αφιερώματος.

Δημοφιλείς αναρτήσεις