Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
Ὁ
Περικλῆς Γιαννόπουλος γεννήθηκε στὴν Πάτρα τὸ 1871 καὶ υπῆρξε
ἑλληνολάτρης διανοητής, λογοτέχνης, μεταφραστὴς και δοκιμιογράφος,
αἰσθητικὸς καὶ φυσιολάτρης, ρομαντικὸς ὁραματιστής, μαχητικός καὶ ...
xartografos.wordpress.com
Ὁ Περικλῆς Γιαννόπουλος γεννήθηκε στὴν Πάτρα τὸ 1871 καὶ υπῆρξε
ἑλληνολάτρης διανοητής, λογοτέχνης, μεταφραστὴς και δοκιμιογράφος,
αἰσθητικὸς καὶ φυσιολάτρης, ρομαντικὸς ὁραματιστής, μαχητικός καὶ
διαπρήσιος κήρυκας τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέσῳ τῆς ἀναζητήσεως
καὶ ἀναδείξεως τῆς γνήσιας ἑλληνικότητος, ὅπως αὐτὴ πηγάζει ἀπὸ τὴν
Ἑλληνική Φύση καὶ ἐκφράζεται διαχρονικῶς στὴν λαϊκὴ παράδοση καὶ
Ἱστορία. Δριμὺς κατήγορος τῆς ξενομανίας καὶ τοῦ συμπλέγματος μειονεξίας
ἔναντι τῆς Δύσεως, τῆς δουλοπρέπειας καὶ τῆς διαφθορᾶς, ὅπου αὐτὲς
ἐκδηλώνονται, ἀπὸ τὶς τέχνες ἔως τὴν πολιτική. Πατέρας καὶ κορυφαία
μορφὴ τοῦ πνευματικοῦ κινήματος τοῦ ἑλληνοκεντρισμοῦ στὸν 20ὸ αἰώνα,
στὶς τέχνες, τὴν αισθητική, τὴν φιλοσοφία, τὴν πολιτική.
Πανέμορφος σαν αρχαίος Έλληνας θεός, με οικονομική άνεση,
παρασυρόμενος από την ζωηρή του φύση, αφήνει τις σπουδές και ζει έντονα
την νυχτερινή ζωή του Παρισιού. Γράφεται στη Νομική Σχολή, όπου όμως δεν
φοίτησε ποτέ. Μελετά Ντίκενς, Μπωντλαίρ, Πόε, μα ένα γράμμα από τον
λόγιο φίλο του Α. Γεννάδιο τον παρακινεί να αφοσιωθεί στους Έλληνες
κλασσικούς. Από εκείνο το δευτερόλεπτο της ιστορίας, ο Γιαννόπουλος
γίνεται η επιτομή του Ελληνικού Κυττάρου. Τα κείμενά του γίνονται ανάρπαστα, προκαλούν συζητήσεις, φωτίζουν και διεγείρουν.
Δύσκολα θα βρείτε ελληνικότερο κείμενο αυθεντικής αγάπης από την Ελληνική Γραμμή και το Ελληνικό Χρώμα, κι όσοι έχετε λίγο χρόνο απολαύστε το με ηρεμία. Ο Γιαννόπουλος είναι τρομακτικά επίκαιρος σήμερα, στην καταρρέουσα ελληνική κοινωνία και την καταβαράθρωση των αξιών. Η λύση που πρότεινε , παραμένει και σήμερα φωταγωγημένη: Η αυτογνωσία, ο καθένας μας να αναλάβει ως ατομικό έργο ευθύνης τη σωτηρία του κοινού καλού : «Υπάρχει ἕνα καθῆκον εἰς τὸν τόπον αὐτόν. Καὶ τὸ καθῆκον αὐτὸ εἶναι νὰ μελετήσωμεν ἡμεῖς αὐτοὶ τὸν ἑαυτόν μας, τὸ παρελθόν μας, τὸ παρόν μας, διὰ νὰ γνωρίζωμεν τί εἴμεθα καὶ τί δυνάμεθα νὰ κάμωμεν καὶ πρὸς ποίας ὁδοὺς νὰ βαδίσωμεν καὶ πρὸς τί αὔριον, πρὸς ποῖον προσεχὲς καὶ ποῖον ἀπώτερον μέλλον…»
Ήδη το 1902 ο Γιαννόπουλος είναι διαχρονικά σύγχρονος: «Ὁ θέλων νὰ ὁμιλήση περὶ ἑνὸς ζητήματος ἑλληνικοῦ, ἀδιάφορον ποίου, εὑρίσκεται ἐνώπιον ἀπείρου καὶ ἀνυπερβλήτου δυσχερείας. Ὁ λόγος εἶναι ἡ σύγχρονος πνευματικὴ κατάστασις τοῦ τόπου μας, δηλαδὴ ἡ κατάπτωσις καὶ ἡ ἀπερίγραπτος σύγχυσις τῶν ἰδεῶν ὅλων. Δὲν ἐτέθη τὸ γεγονὸς καὶ δὲν κατέστη ἀναμφισβήτητον ὅτι πολὺ πρὶν τῆς οἰκονομικῆς μας χρεωκοπίας προηγήθη ἡ πνευματικὴ χρεωκοπία; ἡ ἄγνοια τοῦ συγχρόνου Ἕλληνος ἀπίστευτος … Οὕτω τὰ ἁπλούστερα ἑλληνικὰ πράγματα κατήντησαν συζητήσιμα καὶ ἀμφισβητήσιμα, σκοτεινότερα τῶν μεσαιωνικῶν θρύλων…»
Ὁ Γιαννόπουλος ἀποροῦσε, πῶς γίνεται καὶ “ἀναμένουν ἀπὸ τὰς Κυβερνήσεις τὴν διόρθωσιν τῶν πραγμάτων… Αὐτὸ εἶναι ἡ ἐσχάτη βλακεία. Καὶ δυστυχῶς εἶναι βαθύτατα ριζωμένη εἰς ὅλα τὰ τωρινὰ κεφάλια. Καὶ εἶναι ἀκατανόητον, πῶς ἄνθρωποι μὲ κοινὸν νοῦν, κυττάζοντες ἕναν ἕναν τοὺς ἀνθρώπους τῆς πολιτικῆς, εἶναι δυνατὸν νὰ περιμένουν τὸ παραμικρότερον πρᾶγμα ἀπὸ αὐτούς. Καιρὸς νὰ κοπῆ πρόρριζα ἡ ἐλπὶς αὐτή. Τίποτα δὲν θὰ κάμουν ποτέ των οἱ πολιτικοί· καὶ οἱ πολιτικοὶ θὰ εἶναι οἱ τελευταῖοι ποὺ θὰ ἀνθρωπισθοῦν…”
Διέξοδος, λοιπόν, ἂν πρόκειται νὰ βρεθεῖ, θὰ βρεθεῖ “ἐκτὸς τῆς πολιτικῆς…» “Μακρὰν τῆς πολιτικῆς. Σὰν ἄνθρωποι αὐτόβουλοι, ἐλεύθεροι, ζωντανοί. Διὰ τῆς ἰδιωτικῆς, διὰ τῆς ἀτομικῆς πρωτοβουλίας. … Εἶναι ἡλίθιον νὰ περιμένετε ἀπὸ τὰ μαρμαρένια σπίτια, τοὺς νεκροὺς ἀνθρώπους, τὰ Πολυτεχνεῖα καὶ κάθε τοιαῦτα Ἄσυλα τῶν Πνευματικῶς Ἀνιάτων. Σὰν ἐλεύθεροι ἄνδρες δημιουργήσατε ἐλευθέρους, ἀνεξαρτήτους πυρῆνας…”
Κυρίως πυρῆνες ἐσωτερικούς, “ἡ πρώτη ἀρχὴ εἶναι νὰ ἀρχίσετε ἀλλάζοντες τὸν ἑαυτόν σας”, γιὰ τὸ ὁποῖο πάντα ὑπάρχει ὁ κατάλληλος καιρός, γιατὶ “ὁ θέλων καὶ εἰς τὰ τριάντα καὶ τὰ σαράντα καὶ τὰ πενῆντα, ἀρκεῖ νὰ θέλη, ἀναπλάττει ἀπὸ τὸ ἄλφα τὸν ἑαυτόν του.” Ἂν ἡ Ἑλλάδα παρουσιάζεται ἔθνος κουφὸ καὶ μουγγό, παντελῶς ἀνίκανο, “τὸ ὁποῖον δικαιότατα! κατήντησε τὸ αἶσχος τῆς οἰκουμένης,” αὐτὸ δὲν συμβαίνει ἐπειδὴ ἀπουσιάζει κάθε ποιότητα, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸ κοινὸν τῶν Ἑλλήνων ἔχει κακῶς ἐντοπισθεῖ:
“Μήν βλέπετε ὅτι ἡ Ἑλλὰς δὲν θέλει τίποτε καὶ δὲν λέγει τίποτε καὶ δὲν ἐπιβάλλει τίποτε τώρα, διότι ἡ Ἑλλὰς ἐκφράζεται καὶ ἐνεργεῖ διὰ τῶν ἀντιπροσωπευόντων αὐτὴν ἀνθρώπων, καὶ οἱ κυβερνῶντες αὐτὴν μὲ τὴν κουνελικὴν διανοητικὴν ἀνάπτυξιν ποὺ ἔχουν, δὲν εἶναι δυνατὸν οὔτε νὰ διανοηθοῦν τίποτε. … Εἶναι Πανολέθριον νὰ μή ὁμολογεῖται, ὅτι ἡ Ἐλλὰς εἶναι χώρα Παράφρων, ἀπ’ αὐτῆς ἀκόμη τῆς μακρινῆς ἡμέρας, καθ’ ἣν οἱ δύο Μαυρομιχάλαι, ἐμαχαίρωσαν καὶ ἐπιστόλισαν τὸν Καποδίστριαν.” Ἀπ’ ὅπου φθάσαμε στὸ σημεῖο “οἱ βαθύτερον, χυδαιότερον καὶ ἐγκληματικώτερον ἀγνοήσαντες καὶ ἀγνοοῦντες τὴν Τωρινὴν Πραγματικὴν Ἑλλάδα, νὰ εἶναι: οἱ Κυβερνήσαντες καὶ Κυβερνῶντες αὐτὴν ἐπὶ ἕνα Αἰῶνα. … Μπουλοῦκι ἀγραμμάτων—ΝΑΙ ΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ—ἀνηθίκων καὶ ἀπελεκίτων Κουτσούρων”, τῶν κτηνῶν τῶν τετράποδων, ὅπως τοὺς ἀποκαλοῦσε ὁ Καστοριάδης, “ἡ μία αὐτὴ Βουλή: Τσουλικὸ Λιμέρι πρὸς διαρπαγὴν Γῆς, Ζωῆς, Τιμῆς καὶ Περιουσίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ…”
Ήθελε να πεθάνει νέος και υγιής, σπάραζε όταν τα μηνύματα ελληνικότητας που έστελνε δεν έβρισκαν αποδέκτες. Την 10-4-1910 ντυμένος στα ολόλευκα καβαλάει ένα άσπρο άλογο προς την ακτή του Σκαραμαγκά, αλείφεται με αρώματα και μύρα, φοράει στεφάνι από λουλούδια της Αττικής γης που τόσο αγάπησε, προχωράει στα βαθειά, γυρίζει με το ένα του χέρι το άλογο προς την στεριά και με το άλλο πυροβολεί τον κρόταφό του και χάνεται στα κύματα. Δώδεκα μέρες μετά η σορός του εκβράσθηκε στην ακτή, το ρολόϊ του έδειχνε 11 και 3 λεπτά, ενώ στην τσέπη της φανέλας του βρέθηκε ο οβολός που θα έδινε στον Χάροντα για να τον περάσει από την Αχερουσία στα Ηλύσια.
xartografos, ευχαριστώ το θαυμαστό ellopos.org
Δύσκολα θα βρείτε ελληνικότερο κείμενο αυθεντικής αγάπης από την Ελληνική Γραμμή και το Ελληνικό Χρώμα, κι όσοι έχετε λίγο χρόνο απολαύστε το με ηρεμία. Ο Γιαννόπουλος είναι τρομακτικά επίκαιρος σήμερα, στην καταρρέουσα ελληνική κοινωνία και την καταβαράθρωση των αξιών. Η λύση που πρότεινε , παραμένει και σήμερα φωταγωγημένη: Η αυτογνωσία, ο καθένας μας να αναλάβει ως ατομικό έργο ευθύνης τη σωτηρία του κοινού καλού : «Υπάρχει ἕνα καθῆκον εἰς τὸν τόπον αὐτόν. Καὶ τὸ καθῆκον αὐτὸ εἶναι νὰ μελετήσωμεν ἡμεῖς αὐτοὶ τὸν ἑαυτόν μας, τὸ παρελθόν μας, τὸ παρόν μας, διὰ νὰ γνωρίζωμεν τί εἴμεθα καὶ τί δυνάμεθα νὰ κάμωμεν καὶ πρὸς ποίας ὁδοὺς νὰ βαδίσωμεν καὶ πρὸς τί αὔριον, πρὸς ποῖον προσεχὲς καὶ ποῖον ἀπώτερον μέλλον…»
Ήδη το 1902 ο Γιαννόπουλος είναι διαχρονικά σύγχρονος: «Ὁ θέλων νὰ ὁμιλήση περὶ ἑνὸς ζητήματος ἑλληνικοῦ, ἀδιάφορον ποίου, εὑρίσκεται ἐνώπιον ἀπείρου καὶ ἀνυπερβλήτου δυσχερείας. Ὁ λόγος εἶναι ἡ σύγχρονος πνευματικὴ κατάστασις τοῦ τόπου μας, δηλαδὴ ἡ κατάπτωσις καὶ ἡ ἀπερίγραπτος σύγχυσις τῶν ἰδεῶν ὅλων. Δὲν ἐτέθη τὸ γεγονὸς καὶ δὲν κατέστη ἀναμφισβήτητον ὅτι πολὺ πρὶν τῆς οἰκονομικῆς μας χρεωκοπίας προηγήθη ἡ πνευματικὴ χρεωκοπία; ἡ ἄγνοια τοῦ συγχρόνου Ἕλληνος ἀπίστευτος … Οὕτω τὰ ἁπλούστερα ἑλληνικὰ πράγματα κατήντησαν συζητήσιμα καὶ ἀμφισβητήσιμα, σκοτεινότερα τῶν μεσαιωνικῶν θρύλων…»
Ὁ Γιαννόπουλος ἀποροῦσε, πῶς γίνεται καὶ “ἀναμένουν ἀπὸ τὰς Κυβερνήσεις τὴν διόρθωσιν τῶν πραγμάτων… Αὐτὸ εἶναι ἡ ἐσχάτη βλακεία. Καὶ δυστυχῶς εἶναι βαθύτατα ριζωμένη εἰς ὅλα τὰ τωρινὰ κεφάλια. Καὶ εἶναι ἀκατανόητον, πῶς ἄνθρωποι μὲ κοινὸν νοῦν, κυττάζοντες ἕναν ἕναν τοὺς ἀνθρώπους τῆς πολιτικῆς, εἶναι δυνατὸν νὰ περιμένουν τὸ παραμικρότερον πρᾶγμα ἀπὸ αὐτούς. Καιρὸς νὰ κοπῆ πρόρριζα ἡ ἐλπὶς αὐτή. Τίποτα δὲν θὰ κάμουν ποτέ των οἱ πολιτικοί· καὶ οἱ πολιτικοὶ θὰ εἶναι οἱ τελευταῖοι ποὺ θὰ ἀνθρωπισθοῦν…”
Διέξοδος, λοιπόν, ἂν πρόκειται νὰ βρεθεῖ, θὰ βρεθεῖ “ἐκτὸς τῆς πολιτικῆς…» “Μακρὰν τῆς πολιτικῆς. Σὰν ἄνθρωποι αὐτόβουλοι, ἐλεύθεροι, ζωντανοί. Διὰ τῆς ἰδιωτικῆς, διὰ τῆς ἀτομικῆς πρωτοβουλίας. … Εἶναι ἡλίθιον νὰ περιμένετε ἀπὸ τὰ μαρμαρένια σπίτια, τοὺς νεκροὺς ἀνθρώπους, τὰ Πολυτεχνεῖα καὶ κάθε τοιαῦτα Ἄσυλα τῶν Πνευματικῶς Ἀνιάτων. Σὰν ἐλεύθεροι ἄνδρες δημιουργήσατε ἐλευθέρους, ἀνεξαρτήτους πυρῆνας…”
Κυρίως πυρῆνες ἐσωτερικούς, “ἡ πρώτη ἀρχὴ εἶναι νὰ ἀρχίσετε ἀλλάζοντες τὸν ἑαυτόν σας”, γιὰ τὸ ὁποῖο πάντα ὑπάρχει ὁ κατάλληλος καιρός, γιατὶ “ὁ θέλων καὶ εἰς τὰ τριάντα καὶ τὰ σαράντα καὶ τὰ πενῆντα, ἀρκεῖ νὰ θέλη, ἀναπλάττει ἀπὸ τὸ ἄλφα τὸν ἑαυτόν του.” Ἂν ἡ Ἑλλάδα παρουσιάζεται ἔθνος κουφὸ καὶ μουγγό, παντελῶς ἀνίκανο, “τὸ ὁποῖον δικαιότατα! κατήντησε τὸ αἶσχος τῆς οἰκουμένης,” αὐτὸ δὲν συμβαίνει ἐπειδὴ ἀπουσιάζει κάθε ποιότητα, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸ κοινὸν τῶν Ἑλλήνων ἔχει κακῶς ἐντοπισθεῖ:
“Μήν βλέπετε ὅτι ἡ Ἑλλὰς δὲν θέλει τίποτε καὶ δὲν λέγει τίποτε καὶ δὲν ἐπιβάλλει τίποτε τώρα, διότι ἡ Ἑλλὰς ἐκφράζεται καὶ ἐνεργεῖ διὰ τῶν ἀντιπροσωπευόντων αὐτὴν ἀνθρώπων, καὶ οἱ κυβερνῶντες αὐτὴν μὲ τὴν κουνελικὴν διανοητικὴν ἀνάπτυξιν ποὺ ἔχουν, δὲν εἶναι δυνατὸν οὔτε νὰ διανοηθοῦν τίποτε. … Εἶναι Πανολέθριον νὰ μή ὁμολογεῖται, ὅτι ἡ Ἐλλὰς εἶναι χώρα Παράφρων, ἀπ’ αὐτῆς ἀκόμη τῆς μακρινῆς ἡμέρας, καθ’ ἣν οἱ δύο Μαυρομιχάλαι, ἐμαχαίρωσαν καὶ ἐπιστόλισαν τὸν Καποδίστριαν.” Ἀπ’ ὅπου φθάσαμε στὸ σημεῖο “οἱ βαθύτερον, χυδαιότερον καὶ ἐγκληματικώτερον ἀγνοήσαντες καὶ ἀγνοοῦντες τὴν Τωρινὴν Πραγματικὴν Ἑλλάδα, νὰ εἶναι: οἱ Κυβερνήσαντες καὶ Κυβερνῶντες αὐτὴν ἐπὶ ἕνα Αἰῶνα. … Μπουλοῦκι ἀγραμμάτων—ΝΑΙ ΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ—ἀνηθίκων καὶ ἀπελεκίτων Κουτσούρων”, τῶν κτηνῶν τῶν τετράποδων, ὅπως τοὺς ἀποκαλοῦσε ὁ Καστοριάδης, “ἡ μία αὐτὴ Βουλή: Τσουλικὸ Λιμέρι πρὸς διαρπαγὴν Γῆς, Ζωῆς, Τιμῆς καὶ Περιουσίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ…”
Ήθελε να πεθάνει νέος και υγιής, σπάραζε όταν τα μηνύματα ελληνικότητας που έστελνε δεν έβρισκαν αποδέκτες. Την 10-4-1910 ντυμένος στα ολόλευκα καβαλάει ένα άσπρο άλογο προς την ακτή του Σκαραμαγκά, αλείφεται με αρώματα και μύρα, φοράει στεφάνι από λουλούδια της Αττικής γης που τόσο αγάπησε, προχωράει στα βαθειά, γυρίζει με το ένα του χέρι το άλογο προς την στεριά και με το άλλο πυροβολεί τον κρόταφό του και χάνεται στα κύματα. Δώδεκα μέρες μετά η σορός του εκβράσθηκε στην ακτή, το ρολόϊ του έδειχνε 11 και 3 λεπτά, ενώ στην τσέπη της φανέλας του βρέθηκε ο οβολός που θα έδινε στον Χάροντα για να τον περάσει από την Αχερουσία στα Ηλύσια.
xartografos, ευχαριστώ το θαυμαστό ellopos.org