Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
Παράλληλα με τον εξοπλισμό των χωριών της Θεσπρωτίας, αρχίζει να συγκροτείται το λεγόμενο τάγμα Nuri Dino,
το οποίο καλείται να δράσει κυρίως στην περιοχή του Αργυροκάστρου.
Γίνονται οι αναγκαίες συνεννοήσεις με τον αρμόδιο γερμανό στρατηγό,
υπεύθυνο για την Αλβανία, ο οποίος στις 29.3.44 δίνει τη σχετική άδεια:
«Ο κ. Nuri Dino έχει την άδεια να συγκροτήσει ένα εθνικό αλβανικό
στρατιωτικά οργανωμένο τάγμα επιστράτων εθελοντών στην περιοχή
Αργυροκάστρου με σκοπό να πολεμήσει εναντίον των κομμουνιστών ανταρτών
της περιοχής. Η επαφή με τους εγγύς ευρισκόμενους διοικητές των
γερμανικών δυνάμεων είναι απαραίτητη, ειδικά πριν από την πραγματοποίηση
σημαντικών επιχειρήσεων».
Ήδη νωρίτερα, και συγκεκριμένα στις 21.1.44, είχαν ζητηθεί τέσσερις Αλβανοί αξιωματικοί για τη στελέχωση του τάγματος: «Για το υπό συγκρότηση τάγμα “Nuri Dino” παρακαλούμε για την απόσπαση τεσσάρων αλβανών αξιωματικών (αν είναι δυνατόν ένας από αυτούς με γνώσεις στη Γερμανική ή τη Γαλλική). Προώθηση στο Αργυρόκαστρο».
Ήδη νωρίτερα, και συγκεκριμένα στις 21.1.44, είχαν ζητηθεί τέσσερις Αλβανοί αξιωματικοί για τη στελέχωση του τάγματος: «Για το υπό συγκρότηση τάγμα “Nuri Dino” παρακαλούμε για την απόσπαση τεσσάρων αλβανών αξιωματικών (αν είναι δυνατόν ένας από αυτούς με γνώσεις στη Γερμανική ή τη Γαλλική). Προώθηση στο Αργυρόκαστρο».
Όπως μαθαίνουμε από σχετικό έγγραφο για τη δομή του τάγματος, το τάγμα
«Νουρί Ντίνο» παρουσιάζει στις 18.3.1944 την εξής εικόνα σε ό,τι αφορά
τη σύνθεση, τον ρουχισμό και τον οπλισμό:
«Δύναμη του τάγματος προς το παρόν: 691 άνδρες. 300 άνδρες από την
περιοχή Ηγουμενίτσα-Φιλιάτες-Παραμυθιά και 391 άνδρες από την περιοχή
Αργυροκάστρου. Το τάγμα υπάγεται από επιχειρησιακής πλευράς στη Μεραρχία
Steyrer και οικονομικώς στο Ι/724. Το Ι/724 έχει την ευθύνη της
παραλαβής και της διανομής του συσσιτίου.
Ο εφοδιασμός με ρουχισμό, οπλισμό και πυρομαχικά ρυθμίζεται κεντρικά από το [22. ορεινό] Σώμα Στρατού στα Ιωάννινα.
Με βάση τη διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του ΧΧΙΙ Ορεινού Σώματος
Στρατού/Ic Nr. 3504/43 αναλογούν στο τάγμα: 1000 στολές, 1000 όπλα, 16
όλμοι, 16 ελαφρά οπλοπολυβόλα, 100.000 σφαίρες για ατομικό όπλο, 32.000
πυρομαχικά για ελαφρύ οπλοπολυβόλο. Μέχρι τώρα έχουν παραληφθεί: 800
στολές, 300 όπλα, 4 ελαφρά οπλοπολυβόλα, 71.200 σφαίρες, 23.400
πυρομαχικά για ελαφρύ οπλοπολυβόλο».
Όμως τα πράγματα δεν εξελίσσονται τόσο ομαλά για τον Nuri Dino. Στο
Αργυρόκαστρο υπηρετεί εκείνη την εποχή ως νομάρχης ένας ομοϊδεάτης, ο
Vehip Runa, ο οποίος φαίνεται ότι δεν είναι διατεθειμένος να ανεχθεί να
παρακάμπτεται από τον Nuri σε πολιτικο-στρατιωτικό επίπεδο.
Δημιουργούνται τριβές ανάμεσά τους, οι οποίες υποχρεωτικά πρέπει να
λυθούν σε ανώτερο επίπεδο. Έτσι, στις 22.5.44, ο Ντίνο απευθύνεται στον
Αλβανό υπουργό εσωτερικών Djafer Deva, από τον οποίο ζητά ξεκαθάρισμα
των αρμοδιοτήτων, όπως φαίνεται από χειρόγραφο σημείωμα που συντάσσει
στα γαλλικά και το υπογράφει ο ίδιος. Την ίδια ακριβώς αποσαφήνιση ζητά
και το 22. Ορεινό Σώμα Στρατού από τον ανώτατο στρατιωτικό διοικητή της
Αλβανίας, απευθύνοντάς του μια όμοια στο περιεχόμενο επιστολή με εκείνη
του Nuri:
«Ο Nuri Dino παρακαλεί τον υπουργό εσωτερικών Xhafer Deva για
αποσαφήνιση της θέσης του ως ηγέτη της πολιτοφυλακής σε σχέση με το
Γενικό Στρατηγείο Ιωαννίνων αφ’ ενός και απέναντι στο νομάρχη
Αργυροκάστρου αφ’ ετέρου.
Το Γενικό Στρατηγείο ενδιαφέρεται επίσης για αποσαφήνιση, καθώς ο Nuri
Dino φαίνεται να έχει εξουσιοδοτηθεί από τα Τίρανα να διατηρεί απ’
ευθείας επαφή, ενώ η οδηγία του νομάρχη Αργυροκάστρου είναι να υπάγεται η
αλβανική πολιτοφυλακή της περιοχής σε εκείνον.
Λόγω του τελευταίου γεγονότος έχει γίνει συνεννόηση με τον νομάρχη,
ώστε όλες οι εντολές της Γενικής Διοίκησης προς τον Ντίνο να
διαβιβάζονται μέσω του νομάρχη».
Τελικά, και παρά τις άοκνες προσπάθειές του, ούτε νομάρχης
Αργυροκάστρου θα γίνει, ούτε θα μπορέσει να αυτονομηθεί από τον αντίζηλό
του Vehip Runa.
Nuri Dino: άριστος πληροφοριοδότης, διοικητής ναζιστικού τάγματος, μαυραγορίτης
Οι προστριβές, όμως, με τον Runa φαίνεται πως έχουν και μια πιο υλική
βάση. Στις 13.6.44, ο υπολοχαγός Petersen, ο άνθρωπος του Lanz στο
Αργυρόκαστρο και ταυτόχρονα σύνδεσμός του με την αλβανική πολιτική
διοίκηση της περιοχής, αναφέρει τα εξής:
«Αναφέρω το ακόλουθο συμβάν:
Στους Αγ. Σαράντα βρισκόταν αποθηκευμένοι περίπου 3 τόνοι αραβοσίτου, αλάτι και ένα ποσό 90.000 αλβανικών φράγκων. Οι Άγ. Σαράντα ανήκουν στη νομαρχία του Αργυροκάστρου. Έτσι ο αντινομάρχης των Αγ. Σαράντα είχε υποσχεθεί τα εφόδια αυτά στον νομάρχη [Αργυροκάστρου] Runa και είχε ήδη οργανώσει την αποστολή τους. Πριν όμως προλάβουν να μεταφερθούν τα υλικά αυτά –τα οποία είναι απολύτως αναγκαία εδώ– από τους Αγ. Σαράντα στο Αργυρόκαστρο, κατασχέθηκαν και απομακρύνθηκαν από τον Nuri Dino, παρά τις αντιρρήσεις του αντινομάρχη.
Στους Αγ. Σαράντα βρισκόταν αποθηκευμένοι περίπου 3 τόνοι αραβοσίτου, αλάτι και ένα ποσό 90.000 αλβανικών φράγκων. Οι Άγ. Σαράντα ανήκουν στη νομαρχία του Αργυροκάστρου. Έτσι ο αντινομάρχης των Αγ. Σαράντα είχε υποσχεθεί τα εφόδια αυτά στον νομάρχη [Αργυροκάστρου] Runa και είχε ήδη οργανώσει την αποστολή τους. Πριν όμως προλάβουν να μεταφερθούν τα υλικά αυτά –τα οποία είναι απολύτως αναγκαία εδώ– από τους Αγ. Σαράντα στο Αργυρόκαστρο, κατασχέθηκαν και απομακρύνθηκαν από τον Nuri Dino, παρά τις αντιρρήσεις του αντινομάρχη.
Όπως είπε ο Runa, ο Nuri Dino μετέφερε τα πράγματα αυτά στα Ιωάννινα με
σκοπό το εμπόριο – κυρίως με το χρηματικό ποσό που αφαίρεσε. Ο
φρούραρχος των Αγ. Σαράντα έδωσε τη συγκατάθεσή του για την κίνηση αυτή
του Nuri Dino – προφανώς λόγω άγνοιας της κατάστασης.
Ο νομάρχης παρακαλεί τη Γενική Διοίκηση να ενημερώσει τις γερμανικές
υπηρεσίες στο Δέλβινο και τους Αγ. Σαράντα ότι οι περιοχές αυτές ανήκουν
στη νομαρχία Αργυροκάστρου και ότι εντέλει αυτός που δικαιούνται να
δίνει εντολές στον αντινομάρχη των Αγ. Σαράντα Τζεμίλ Λέκα και του
Δελβίνου Κάνι Λέσκου είναι ο νομάρχης Runa. Ο Runa δικαιολογημένα είναι
σφόδρα εξοργισμένος με την εισπήδηση του Nuri Dino στη νομαρχία του,
καθώς λόγω της ακύρωσης αυτής της αποστολής σιτηρών, η επισιτιστική
κατάσταση έχει γίνει τόσο κρίσιμη, ώστε η υπηρεσία εφεδρικών εφοδίων του
γερμανικού στρατού παρακαλείται να αποστείλει επειγόντως στο
Αργυρόκαστρο με το αυριανό δρομολόγιο έξι τόνους αραβοσίτου ή σίτου».
Από πληροφοριοδότης και οργανωτής της πολιτικο-στρατιωτικής
δραστηριότητας των μουσουλμάνων Τσάμηδων στη Θεσπρωτία, ο Nuri Dino
γίνεται διοικητής του ομώνυμου τάγματος στο Αργυρόκαστρο για να εμπλακεί
τελικά σε υποθέσεις μαύρης αγοράς, όπως τον κατηγορεί ο ομοϊδεάτης
ανταγωνιστής του, νομάρχης Αργυροκάστρου. Παρόλα αυτά οι σχέσεις του με
τη γερμανική στρατιωτική διοίκηση της Ηπείρου θα παραμείνουν μέχρι το
τέλος στενές.
Τον Ιούνιο του 1944, η φαντασίωση
της ένωσης της Θεσπρωτίας με τη Μεγάλη Αλβανία, όπως την είχε υποσχεθεί ο
Χίτλερ, βρίσκεται προς το τέλος της. Και ο Nuri Dino το γνωρίζει. Η
αποστολή του τώρα είναι να υπερασπιστεί τη de facto εξουσία των
μουσουλμάνων Τσάμηδων στην περιοχή αυτή κάτω από στρατιωτικά αντίξοες
έως δραματικές για εκείνον συνθήκες. Η εξουσία των Τσάμηδων απειλείται
ευθέως από τον ΕΔΕΣ και τις συμμαχικές δυνάμεις, οι οποίες επιδιώκουν
τον πλήρη έλεγχο των θεσπρωτικών ακτών και τη δημιουργία εκτεταμένου
προγεφυρώματος για εφοδιασμό της ελληνικής αντίστασης, προκειμένου να
οργανωθούν οι δολιοφθορές στις αποχωρούσες γερμανικές δυνάμεις. Αυτό που
καταφέρνει ο ηγέτης της μουσουλμανικής μειονότητας, παρά την πίεση που
δέχονται οι δυνάμεις του, είναι να οργανώσει και να πετύχει το καλοκαίρι
του 1944 την εκκένωση της περιοχής νοτίως του Καλαμά με ελάχιστες
απώλειες. Οι συμμαχικές δυνάμεις και ο Ζέρβας παρέχουν συνειδητά τον
αναγκαίο χρόνο για την επιχείρηση αυτή, η οποία στην πρώτη της φάση δεν
ήταν αναίμακτη, καθώς ήταν αδύνατον να ελεγχθούν από πράξεις αυτοδικίας
και αντεκδίκησης οι μαχητές των στρατιωτικών μονάδων του Ζέρβα στην
περιοχή, και ειδικά εκείνοι που η ίδια η ζωή τους είχε σημαδευτεί επί
τέσσερα χρόνια από τη κατοχική βία των ενόπλων Μουσουλμάνων της
Θεσπρωτίας και των οποίων αγαπημένα πρόσωπα είχαν δολοφονηθεί από
αυτούς. Σε σύγκριση πάντως με τα αιματηρά επεισόδια με θύματα (εθνοτικά)
Γερμανούς και άλλους πρόσφυγες που καταγράφηκαν κατά την προέλαση του
κόκκινου στρατού τους τελευταίους μήνες των συγκρούσεων στο ανατολικό
μέτωπο, τα βίαια επεισόδια εναντίον αμάχων Μουσουλμάνων στην Παραμυθιά,
το Καρβουνάρι, την Πάργα και τους Φιλιάτες, το καλοκαίρι και το
Φθινόπωρο του 1944, ήταν εξαιρετικά περιορισμένα, και αυτό επειδή τελικά
ο Ζέρβας μπόρεσε να επιβάλει την αναγκαία πειθαρχία για την
περιφρούρηση του συγκεντρωμένου σε διάφορα ασφαλή σημεία άμαχου
μουσουλμανικού πληθυσμού.
Η εκκένωση του συνόλου σχεδόν του μουσουλμανικού πληθυσμού της
Θεσπρωτίας –με εξαίρεση τους λίγους μουσουλμάνους μαχητές που ήταν
ενταγμένοι στο αντάρτικο του ΕΔΕΣ κυρίως από το χωριό Κόντρα της
Γκρόπας– ήταν, ίσως, μια από τις λίγες ρεαλιστικές αποφάσεις που πήρε ο
Nuri Dino όταν δεν μπορούσε πλέον παρά να παραδεχτεί ότι το σενάριο του
αλυτρωτισμού είχε ακυρωθεί οριστικά. Η τραγωδία, όμως, της υπόθεσης
αυτής δεν βρίσκεται στην αυτοκαταστροφική πορεία της ηγεσίας των
μουσουλμάνων Τσάμηδων της Θεσπρωτίας, αλλά στο ότι η ηγεσία αυτή, χωρίς
να συναντήσει στο εσωτερικό της μειονότητας τους φραγμούς και τις
αντιστάσεις που θα περίμενε κανείς, κατάφερε και παγίδευσε το σύνολο
σχεδόν των ομοεθνών της να συμμετάσχουν στην υλοποίηση της αλβανικής
μεγάλης ιδέας, να υπολογίσουν σε λάθος σύμμαχο για την πραγμάτωση της
ένωσης της Θεσπρωτίας με την Αλβανία και τελικά να οδηγηθούν αναγκαστικά
στον ξεριζωμό, στα πλαίσια μιας εθνοκάθαρσης εξ αντανακλάσεως, παρόμοια
με εκείνες που σημειώθηκαν με γερμανικούς πληθυσμούς σε χώρες της
Ανατολικής Ευρώπης με την προέλαση του σοβιετικού στρατού. Ότι ο
ξεριζωμός ήταν το πιο αναίμακτο σενάριο, αν η συμμαχία με τη Wehrmacht
κατέρρεε, το γνώριζε, όπως αποδεικνύεται από τη μελέτη των γερμανικών
στρατιωτικών αρχείων, η ηγεσία της μειονότητας από πολύ νωρίς. Αποφάσισε
όμως να αναλάβει το ρίσκο και να παίξει με συνέπεια το χαρτί του
αλυτρωτισμού, μιλώντας στα μέλη της μειονότητας μέχρι τα τελευταία για
«νίκη» και για «απελευθέρωση» της Θεσπρωτίας. Η ηγετική ομάδα των μουσουλμάνων Τσάμηδων έπαιξε κυριολεκτικά με τη φωτιά και έχασε.
Απόσπασμα από το κείμενο του
Αθανάσιου Γκότοβου, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, “Τσάμηδες,
ετερότητα και σύγκρουση” που είναι δημοσιευμένο στο Άρδην τ. 99 που κυκλοφορεί