Το 1815 η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και την Αγγλία, όπου
έζησαν συνολικά για πέντε χρόνια. Στο διάστημα αυτό, ο Πόε φοίτησε σε
δύο αγγλικά σχολεία κοντά στην πόλη του Λονδίνου. Μετά την επιστροφή του
στο Ρίτσμοντ, εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το 1826, όπου
παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο. Ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριό του,
εξαιτίας οικονομικών χρεών που ανέπτυξε μέσω της χαρτοπαιξίας, κατά την
περίοδο των σπουδών του. Τελικά ο Πόε εγκατέλειψε το σπίτι των Άλλαν και
κατατάχθηκε το 1827 στον αμερικανικό στρατό, πιθανότατα για λόγους
οικονομικής επιβίωσης. Στην αίτηση κατάταξής του δήλωσε το όνομα Έντγκαρ
Α. Πέρι, αναφέροντας επίσης ως ηλικία τα 22 χρόνια ενώ ήταν δεκαοκτώ
ετών. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, μία ποιητική
συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος και άλλα ποιήματα.
Το 1829 εκδόθηκε το δεύτερο ποιητικό βιβλίο του, το Al Aaraaf, ενώ
παράλληλα έκανε αίτηση εγγραφής στην στρατιωτική ακαδημία του Γουέστ
Πόιντ, με την υποστήριξη του πατριού του. Εκεί θεωρείται πως ήρθε για
πρώτη φορά σε επαφή με το έργο άλλων ρομαντικώνποιητών, ενώ σύντομα
ανέπτυξε εκ νέου οικονομικά χρέη. Υπήρξε σκόπιμα αμελής ως προς τα
καθήκοντά του[3] γεγονός που οδήγησε τελικά στην απόλυσή του. Αμέσως
μετά, ο Πόε μετακόμισε στη Βαλτιμόρη, όπου έζησε με τη θεία του Μαρία
Κλεμ και την πρώτη του εξαδέλφη Βιρτζίνια Ελίζα Κλεμ. Προκειμένου να
συντηρείται οικονομικά, ξεκίνησε να γράφει πεζά κείμενα υποβάλλοντας
συμμετοχή σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Το 1833, βραβεύθηκε για το
διήγημά του Μήνυμα στο μπουκάλι, γεγονός που του εξασφάλισε μία πρώτη
αναγνώριση σε ένα περιορισμένο τοπικό λογοτεχνικό κύκλο.
Τον Δεκέμβριο του 1835 άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα
Southern Literary Messenger («Λογοτεχνικός Αγγελιοφόρος του Νότου»), στο
Ρίτσμοντ. Την ίδια περίοδο νυμφεύθηκε τη δεκατριάχρονη εξαδέλφη του, η
οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους αναφερόταν ψευδώς πως ήταν είκοσι
ενός ετών.
Το 1838 εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ (The Narrative of
Arthur Gordon Pym) ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου, ο Πόε
μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός
συντάκτη στο περιοδικό Burton's Gentleman's Magazine. Δημοσίευσε αρκετά
άρθρα, διηγήματα και κριτικές απολαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερη φήμη.
Το ίδιο διάστημα, εκδόθηκε η δίτομη συλλογή έργων του Tales of the
Grotesque and Arabesque (Ιστορίες του Γκροτέσκου και του
Αραβουργήματος), η οποία αν και δεν αποτέλεσε σημαντική εμπορική
επιτυχία, επαινέθηκε από την κριτική και θεωρείται σήμερα ορόσημο στην
ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Πόε εγκατέλειψε τη θέση του μετά
από περίπου ένα χρόνο και ανέλαβε χρέη βοηθού συντάκτη στο περιοδικό
Graham's Magazine.
Στις 20 Ιανουαρίου 1842, η σύζυγός του έδειξε για πρώτη φορά δείγματα
πως έπασχε από φυματίωση και, υπό το βάρος της ασθένειάς της, ο Πόε
κατέφυγε στο ποτό. Εγκατέλειψε εκ νέου την θέση του στο Graham's
Magazine και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε για ένα σύντομο
χρονικό διάστημα στην εφημερίδα Evening Mirror και ως συντάκτης στην
έκδοση του Broadway Journal. Στις 29 Ιανουαρίου 1845 εκδόθηκε το ποίημά
του Το Κοράκι (The Raven), ένα από τα πιο γνωστά έργα του, το οποίο του
προσέφερε μεγάλη αναγνώριση, γεγονός που τον βοήθησε επίσης να αυξήσει
το ισχνό του εισόδημα δίνοντας διαλέξεις. Ανατυπώθηκε σε αρκετές
εφημερίδες και περιοδικά, ωστόσο ο ίδιος ο Πόε δεν αποκόμισε οικονομικά
οφέλη από το ίδιο το έργο εξαιτίας της έλλειψης νόμων περί πνευματικών
δικαιωμάτων.
Τον Ιανουάριο του 1847, η σύζυγός του Βιρτζίνια πέθανε και τον επόμενο
χρόνο ο Πόε αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Ο
προγραμματισμένος τους γάμος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα
εξαιτίας των προβλημάτων του Πόε με το ποτό. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή,
η μητέρα της Ουίτμαν είχε σημαντική συμβολή στη διάλυση της σχέσης
τους. Με βάση την αλληλογραφία του Πόε εκείνης της περιόδου, γνωρίζουμε
ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει με υπερβολική δόση λάβδανου. Αργότερα, ο
Πόε επέστρεψε στο Ρίτσμοντ, όπου αρραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόυστερ
και μαζί όρισαν ως ημερομηνία του γάμου τους την 17η Οκτωβρίου 1849.
Σύμφωνα με επιστολή του προς τη Μαρία Κλεμ στις 18 Σεπτεμβρίου 1849, ο
Πόε θα πραγματοποιούσε ένα ταξίδι στη Φιλαδέλφεια, προκειμένου να
συναντήσει την ποιήτρια Λέον Λάουντ, με αφορμή την επιμέλεια της έκδοσης
ενός τόμου με έργα της. Ανακαλύφθηκε σε παραληρηματική κατάσταση στους
δρόμους της Βαλτιμόρης από έναν περαστικό, ο οποίος μετά από σχετική
υπόδειξη του Πόε, έστειλε επιστολή στον δρα. J. E. Snodgrass,
ενημερώνοντάς τον σχετικά. Ο Snodgrass έλαβε την επιστολή στις 3
Οκτωβρίου και την ίδια ημέρα φρόντισε, μαζί με τον θείο του Πόε, Χένρυ
Χέρινγκ, για τη μεταφορά του Πόε στο νοσοκομείο, όπου τελικά πέθανε στις
7 Οκτωβρίου. Καθώς δεν κατάφερε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του να
συνέλθει επαρκώς, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς είχε οδηγηθεί
στην κατάστασή του. Όταν βρέθηκε, φορούσε ρούχα που πιστεύεται ότι δεν
του ανήκαν, ενώ επανειλημμένα πρόφερε το όνομα Ρέυνολντς κατά την
διάρκεια της τέταρτης νύχτας που έμεινε στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με
επιστολή του ιατρού δρα. John J. Moran που εξέτασε τον Πόε στο
νοσοκομείο, προς τη θεία του, οι τελευταίες του λέξεις ήταν "Lord help
my poor soul" («Κύριε βοήθησε τη φτωχή ψυχή μου»).
Η πραγματική αιτία θανάτου του Πόε παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και
δεν υπάρχει μία οριστική θέση, καθώς ουδέποτε υπήρξε ή βρέθηκε ένα
επίσημο πιστοποιητικό θανάτου. Ο Snodgrass, ο οποίος γνώριζε προσωπικά
τον Πόε και βρέθηκε μαζί του στις τελευταίες του ημέρες, βεβαίωνε πως ο
θάνατός του ήταν απόρροια αλκοολισμού . Αντίθετα, ο Δρ. John Moran,
θεωρούσε πως ο θάνατός του δεν σχετιζόταν με χρήση κάποιου είδους
τοξικής ουσίας . Τόσο τα γραπτά του Snodgrass όσο και του Moran, με θέμα
τις τελευταίες ημέρες ζωής του Πόε, περιέχουν σημαντικές αντιφάσεις με
αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται εν γένει με δυσπιστία από τους μελετητές
και βιογράφους του συγγραφέα. Πληθώρα άλλων θεωριών έχουν προταθεί
επίσης, μεταξύ αυτών πιθανή σύφιλη, επιληψία, δηλητηρίαση, δολοφονία ή
λύσσα , θεωρίες όμως που δεν επιβεβαιώνονται μέχρι σήμερα από επίσημα
ιατρικά έγγραφα ή αναφορές.
Η ταφή του έγινε στις 8 ή 9 Οκτωβρίου και ο τάφος του βρίσκεται στη
Βαλτιμόρη, όπου αποτελεί ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της περιοχής. Την ημέρα
της ταφής του Πόε, μία νεκρολογία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα New York
Tribune, υπογεγραμμένη με το ψευδώνυμο Ludwig, το οποίο όπως
αποκαλύφθηκε αργότερα ανήκε στον εκδότη και επιμελητή ανθολογιών,
Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Η νεκρολογία ανέφερε στην εισαγωγή της: «O
Έντγκαρ Άλλαν Πόε είναι νεκρός. Πέθανε στη Βαλτιμόρη προχθές. Η
ανακοίνωση αυτή θα τρομάξει αρκετούς, αλλά λίγοι θα νιώσουν θλίψη για το
γεγονός.» και θεωρείται απόρροια της εχθρότητας που είχε καλλιεργηθεί
μεταξύ του Πόε και του Γκρίσγουολντ.
160 χρόνια μετά τον θάνατό του, στις 12 Οκτωβρίου 2009, έγινε η κηδεία του ομοιώματος του ποιητή, με τιμές, στη Βαλτιμόρη.