Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Η Ελλάδα του Ελύτη


Αποτέλεσμα εικόνας για Η Ελλάδα του Ελύτη


Η Ελλάδα του Ελύτη

«Ας μου επιτραπεί, παρακαλώ, να μιλήσω στο όνομα της φωτεινότητας και της διαφάνειας. Επειδή οι ιδιότητες αυτές είναι που καθορίσανε τον χώρο μέσα στον οποίο μου ετάχθη να μεγαλώσω και να ζήσω… Πολύ περισσότερο όταν οι καιροί είναι σκοτεινοί και αυτό που του υπαγορεύουν είναι μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορατότητα..."

"Μια ζωήν ολόκληρη αγωνίστηκα γι' αυτό που λέμε "ελληνικότητα".
Και δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας τρόπος να βλέπεις και να αισθάνεσαι τα πράγματα...
είτε στην κλίμακα τη μεγάλη, είτε στην ταπεινή,
θέλω να πω, είτε σ' έναν Παρθενώνα είτε σ' ένα λυχνάρι.
Το παν είναι η ευγένεια, η ποιότητα
σε αντίθεση με το μέγεθος και την ποσότητα, που χαρακτηρίζουν τη δύση.
Γιατί εκεί βρίσκεται η διαφορά.


Η συγνώμη είναι η πιο σκληρή λέξη


Η συγγνώμη είναι η πιο σκληρή λέξη

Η συγνώμη είναι η πιο σκληρή λέξη

Μια ζωή στη σκιά του πολιτικού, έκανε τα πάντα για να διατηρεί λαμπερή την εικόνα της οικογένειάς της. Και θα τα είχε καταφέρει μια χαρά, αν δεν έκανε το στραβοπάτημα ο Ρίτσαρντ που τώρα πια με το προσωπείο του μεταμελημένου συζύγου και πατέρα ζητά τη συγχώρεσή της. Και οι κόρες, πώς θα αντιδράσουν; Η καθεμία μπροστά στον δικό της κυκεώνα καλείται να λύσει τους δικούς της γρίφους... Πώς θα μπορέσει η Ντιάνα να μιλήσει για ηθική όταν διατηρεί παράλληλη σχέση μ’ έναν νεότερό της άντρα; Και η Λίζι; Πώς να μιλήσει για λάθη, αυτή, μια πρώην τοξικομανής που πάντα υπήρξε το μαύρο πρόβατο της οικογένειάς της; Τρεις γυναίκες στο επίκεντρο της δημοσιότητας, στο μεταίχμιο μιας νέας ζωής... Τι θα επιλέξουν; Τα γνώριμα μονοπάτια ή την περιπέτεια της ζωής;

 

http://www.bigbook.gr/index.php?lang_id=1&mode=singleBook&book_id=209781#.T-q1oJGv_p0


SHORT DEATH STORY του FreeRider

http://www.onestory.gr/post/26169195897/short-death-story

_SHORT DEATH STORY

του FreeRider *
.
Ανοίγει τα μάτια λίγο πριν φρενάρει το λεωφορείο. Είναι η στάση του. Σηκώνεται γρήγορα παίρνοντας μαζί του και την κούραση της μέρας. Κατεβαίνει τις σκάλες και η άσφαλτος δέχεται το βάρος του απρόθυμα. Λίγα μέτρα ακόμη. Φτάνει αργά στον τρίτο όροφο της γκρίζας πολυκατοικίας λίγο πριν το σούρουπο. 
Κάπου εδώ είναι το κλειδί. Βάζοντάς το εκεί που πρέπει σπρώχνει απρόθυμα με όλο του το βάρος την πόρτα για ν’ ανοίξει. 
Το βλέμμα του μένει για μια στιγμή ακίνητο. Μπρος του ανοίγεται μια τεράστια πράσινη έκταση, ένα αχανές λιβάδι χωρίς ορίζοντα, κάτι που σε τίποτε δε μοιάζει με το μικρό του άθλιο δωμάτιο. Χωρίς να το θέλει ακολουθεί τα πόδια του, που πατούν με γρήγορο ρυθμό το γρασίδι. Σχεδόν τρέχει προς το κάπου ξεχνώντας κάθε έννοια κούρασης. Περνούν αρκετά λεπτά μέχρι να φτάσει μπροστά σε μια λίμνη. Ήσυχα γαλαζοπράσινα νερά. Κάτι του θυμίζει. Ίσως ένα πάρκο στο Παρίσι, χωρίς το πλήθος των τουριστών. Βρέθηκε σίγουρα εδώ κάποτε. 
Η σιωπή ραγίζει από τις φωνές δύο αγοριών που τρέχουν λίγα μέτρα μακριά του. Το ένα λίγο μεγαλύτερο κυνηγά το μικρό. Δε μπορεί να ξεχωρίσει πρόσωπα. Γνώριμες οι φωνές, σα να ξυπνούν παλιές αναμνήσεις. Λίγο πιο πέρα τα μικρά συναντούν κι άλλους ανθρώπους. Είναι καθισμένοι στο χορτάρι, άντρες και γυναίκες. Πλησιάζει. Τους μιλά αλλά δεν δείχνουν να τον βλέπουν ή να τον ακουν. Είναι σα να μην υπάρχει γι’ αυτούς, σα να ζει σε όνειρο. Δεν μπορεί να διακρίνει τα πρόσωπά τους. 
Προχωρά προς την όχθη αλλά δεν προσέχει την ύπαρξη ενός νεαρού που τρέχει στην αντίθετη κατεύθυνση. Έχει ακουστικά στ’ αυτιά και μουσική μέσα του. Λίγο πριν τον δει νιώθει το κορμί του να συγκρούεται και να πονά. Νιώθει πραγματικό πόνο. Ζητά συγνώμη και παίρνει ένα χαμόγελο. Ο νεαρός συνεχίζει γρήγορα το δρόμο του.
Γυρίζει πίσω να δει τα δυο παιδιά. Πουθενά. Κανένας δεν υπάρχει, εκεί που πριν διασκέδαζε. Χωρίς να μπορεί να ελέγξει τον τρόμο του συνεχίζει παράλληλα με τη λίμνη που λίγα μέτρα μετά κόβεται από μια ξύλινη γέφυρα. Τη διασχίζει και φτάνει μπρος σε έναν παλιό υπαίθριο κινηματογράφο. Μια γυναίκα με καστανοκόκκινα μαλλιά βρίσκεται στην είσοδο και κοιτάζοντάς τον με την άκρη του ματιού της μπαίνει γρήγορα μέσα. Την ακολουθεί αμέσως. Βρίσκεται σε μια καρέκλα. Κάθεται δίπλα της. Η ταινία έχει αρχίσει και η νύχτα του ουρανού κάνει τα πάντα ακόμη πιο μαύρα. 
Η κοπέλα κοιτάζει μπροστά. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Είναι η γυναίκα του. Την κοιτάζει επίμονα αλλά εκείνη δεν γυρίζει. Αφήνει το όνομά της να βγει απ’ τα χείλια του. Γυρίζει και τον φιλά χωρίς να πει τίποτε. Αγκαλιάζονται για αρκετά λεπτά και η ταινία δείχνει να φτάνει προς το τέλος της, αφού η μουσική έχει ένα περίεργο κρεσέντο. 
Πλησιάζει στο αυτί του:
- Πάμε γρήγορα, κάτι κακό θα συμβεί, του λέει με φωνή που τρέμει.
Σηκώνεται, τον πιάνει απ’ το χέρι και φεύγουν τρέχοντας προς τη λίμνη. Αρχίζει να βρέχει δυνατά. Οι χοντρές σταγόνες κι οι ήχοι μιας απότομης καταιγίδας αρχίζουν να χορεύουν στην επιφάνεια της λίμνης. Τρέχουν, με το νερό να μπαίνει μέσα τους και τα χέρια τους να σφίγγονται όλο και πιο πολύ. Σταματούν λίγο πιο πέρα, στη σκιά ενός δέντρου, κουρασμένοι από τον έρωτα και το κακό που περιμένουν να συμβεί. 
Στο βάθος βλέπουν μέσα στη λίμνη τα δύο αγόρια μέσα σε μια μικρή ξύλινη βάρκα. Το μεγαλύτερο κάνει κουπί και το άλλο παίζει με μια μπάλα που την πετάει ψηλά και την ξαναπιάνει. Εκείνος τα φωνάζει μα δεν ακούν. Εκείνη αφήνει το χέρι του και πλησιάζει στην όχθη. Η βροχή δε σταματά. Κάνει νοήματα. Τα παιδιά δεν κοιτάζουν προς το μέρος τους. Βουτά στο νερό. Κολυμπάει γρήγορα. Η δυνατή βροχή εμποδίζει το μάτι να διακρίνει καθαρά. Εκείνος την ακολουθεί και φτάνουν στη βάρκα σχεδόν μαζί. Σηκώνουν το κεφάλι από το νερό. Ανεβαίνουν μα δεν υπάρχει κανείς πάνω. Κάθονται οι δυό τους αντικρυστά και κείνος προσπαθεί να της μιλήσει, φωνάζοντας σχεδόν για να σκεπάσει τη φωνή της βροχής.
 - Τα γνωρίζεις;
 - Δε θυμάσαι; Είναι δικά μας, του απαντά εκείνη, με την ίδια ένταση.
Μόλις τελειώνει τη φράση της γυρίζει το κεφάλι στην όχθη και βλέπει τα αγόρια. Το ένα που δεν είχε τη μπάλα τους χαιρετά με δύναμη. Τους βλέπουν.
Ξαφνικά νιώθει τη βάρκα να γεμίζει νερό και να τους τραβά μέσα στη λίμνη. Σε λίγο τα παιδιά έχουν χαθεί από το βλέμμα τους. Βρίσκονται μέσα στο νερό αλλά καταλαβαίνει ότι δεν έχει πρόβλημα με το οξυγόνο. Κοιτάζει τη γυναίκα. Κι εκείνη αναπνέει σα να είναι κάτι τελείως φυσικό. Κολυμπάνε με δυσκολία προς το βάθος της λίμνης, που γίνεται όλο και πιο απόμακρο. Σχεδόν στον πάτο βρίσκουν μία στρογγυλή σιδερένια πόρτα, σαν είσοδο ενός σκάφους από αραχνιασμένο παλιό ναυάγιο.
Ανοίγει πρώτος την πόρτα βάζοντας όλη του τη δύναμη. Ταυτόχρονα γυρίζει να την κοιτάξει. Δεν υπάρχει πουθενά. Είναι μόνος. Μπαίνει μέσα. Δεν έχει σημασία πια αν είναι τα μάτια του κλειστά. Απόλυτο σκοτάδι. Νιώθει την αναπνοή του να σταματά. 
.
O FreeRider ζει στη Βέροια… τους τελευταίους δύο αιώνες γεμίζει τις δεξαμενές του με μουσική και βουτά στο φωτογραφικό ασπρόμαυρο φιλμ… …δεν έχει προσδοκίες… έχει όνειρα...
[ facebook ]

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Το Σημείωμα της strintzo™

http://www.onestory.gr/post/26455147470

_ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

της strintzo™

Τη μέρα που πρωτομπήκα στο διαμέρισμά της δεν συγκράτησα λεπτομέρειες, ένα περίγραμμα μόνο. Κυρίως χρώματα και μυρωδιές. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το τεράστιο μπάνιο. Θα ήταν δέκα δώδεκα τετραγωνικά σε πράσινη βεραμάν απόχρωση με είδη υγιεινής του εβδομήντα, αυτές τις τεράστιες χρωματιστές βασιλικές πορσελάνες. Το έχω καθαρά στο μυαλό μου γιατί κρύφτηκα εκεί μέσα να ηρεμήσω.
Μου πρόσφερε κάτι χθεσινά σακατεμένα μύδια, ήπιαμε ένα κρασί κι όταν απόφαγε ακούμπησε τους αγκώνες στο τραπέζι και, στην κεκαλυμμένη περιέργεια μου, ανταπέδωσε προκλητικότητα και απροκάλυπτη εξονυχιστική έρευνα. Αφού κατάφερε να με αποσυντονίσει σηκώθηκε κι είπε όλο νάζι «βάζω κάτι στο cd payer κι έρχομαι».
Επέστρεψε κι έκατσε άκρη άκρη στην καρέκλα της με ίσια κορδωτή πλάτη και τα βυζιά της να πετάγονται κατευθείαν μέσα στο μάτι μου. Εκείνη την στιγμή ζήτησα συγνώμη και κρύφτηκα στο μπάνιο. Για να ηρεμήσω άρχισα να ψαχουλεύω. Άνοιξα την πόρτα της αριστερής ντουλάπας κι ένα σημείωμα μεσαίου μεγέθους αποτυπώθηκε στο μυαλό μου. Σε κατάσταση σοκ γύρισα το φύλλο της πόρτας στη θέση του. Έκανα μεγάλη προσπάθεια να σκεφτώ γιατί είχα μουδιάσει και τίποτα δεν μου φαινόταν πραγματικό ή απίστευτο. Το κυριότερο! δεν υπήρχε τρόπος να φύγω χωρίς να διασχίσω το σπίτι.
Τακτοποίησα τα ρούχα μου και βγήκα. Τα μάτια της με περίμεναν. Αδυνατούσα να διακρίνω το παραμικρό σε αυτό το ανέμελο παιχνιδιάρικο βλέμμα κι επέστρεφα στη καρέκλα μου ελπίζοντας πως η αίσθηση του slow motion υπήρχε μόνο στο κεφάλι μου. Την ώρα που περνούσα από μπροστά της ψάχνοντας τη συμπαθητική πρόφαση που θα με οδηγούσε ομαλά στην εξώπορτα κατάλαβα πως κρατάει την ανάσα της. Με μια συμπαγή σιγουριά σήκωσα το δεξί χέρι και τη χαστούκισα με δύναμη. Δεν έχω ξαναχτυπήσει γυναίκα, κι όμως, μετά την πρώτη κίνηση όλα έγιναν σαν από μόνα τους, σα να είχαν ξαναγίνει. Της έδωσα όσο ξύλο χωρούσαν τα καινούργια μου όρια κι όταν έφυγα το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πότε θα την ξαναδώ.
.
Η strintzo™ είναι φορτωμένη πανοπλίες, εσύ;

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Ο κύριος Σίμος Καταλάθος της Ιωάννας Φωτιάδου

http://www.onestory.gr/post/26375533599

_Ο ΚΥΡΙΟΣ ΣΙΜΟΣ ΚΑΤΑΛΑΘΟΣ

της Ιωάννας Φωτιάδου *
.
Η ζωή του Σίμου ήταν μια ζωή κατά λάθος…
Γεννήθηκε κατά λάθος, εξηγούσε η μάνα του, όταν την πάντρεψαν κατά λάθος με τον συγκεκριμένο άντρα, ενώ άλλον της είχε φέρει η προξενήτρα που της άρεσε και με χαρά περίμενε να προχωρήσει το πράμα, ο πατέρας της εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή θυμήθηκε, πως είχε δώσει το λόγο του στον νεαρό συμπολεμιστή που του είχε σώσει τη ζωή σε μάχη το 1897 και δεν μπορούσε να τον πάρει πίσω.
Έτσι δυο ξένοι άνθρωποι έγιναν γονείς κατά λάθος.
Συνεχίζοντας την παράδοση ο Σίμος, γεννήθηκε αγόρι κατά λάθος, αφού η μάνα του μέχρι και την τελευταία στιγμή που η μαμή τραβούσε το κεφάλι του μωρού, παρακαλούσε το θεό να είναι κορίτσι. Λες και για να μην της χαλάσει το χατίρι, το δέρμα του Σίμου ήταν ροδαλό και παχουλό και άτριχο, τόσο που τα κορίτσια ζήλευαν που αυτές έπρεπε να ξυρίζουν τα πόδια τους.
Από μικρός επίσης έδειξε μια κλίση προς τα γυναικεία και η ιδιοσυγκρασία του κάθε άλλο παρά αρσενική έμοιαζε, αλλά κανείς δεν ήταν σε θέση να μιλήσει με βεβαιότητα περί σεξουαλικών προτιμήσεων.
Το μόνο σίγουρο είναι πως πήγαινε γάντι στις γυναικείες συντροφιές που οι κουβέντες τους ταίριαζαν με τα ενδιαφέροντά του.
Γυναίκα ποτέ δεν τον είχε πλησιάσει με άλλο σκοπό, μέχρι και η Πολυξένη, η Φρύνη της γειτονιάς, έλεγε πως το μόνο που της προκαλούσε ο Σίμος, ήταν μια ανατριχίλα αποστροφής.
Ο ίδιος με τους άντρες ήταν σα να είχε προηγούμενα, δύσκολα συνταυτίζονταν μαζί τους, ειδικά με τους άντρες που μύριζαν γυναίκα.
Η ζωή του ήταν γεμάτη λάθη που και αυτά είχαν γίνει κατά λάθος, γιατί ο ίδιος έλεγε, δεν είχε πρόθεση να κάνει λάθη, στην πραγματικότητα δεν είχε πρόθεση να κάνει τίποτε. ‘Όλα γίνονταν τυχαία.
Η ζωή του Σίμου ήταν ήρεμη σαν το νερό της στέρνας, μα κανείς δεν έπαιρνε όρκο πως το νερό ήταν καθαρό και ακούγονταν ψίθυροι πως είχε πάρει κανα-δυό ανθρωπάκια στο λαιμό του. Ο ίδιος ορκίζονταν πως δεν ήταν δικό του το φταίξιμο, όλα είχαν γίνει κατά λάθος.
Μία άλλη αλήθεια είναι πως είχε μία και μόνη αδυναμία. Του άρεσε να χώνει τη μύτη του στα οικογενειακά των άλλων και να τα σχολιάζει δώθε-κείθε, δήθεν από ενδιαφέρον.
Όπως τότε που δήθεν από ενδιαφέρον, ανέφερε στο γείτονα τρεις αυλές πιο κάτω, πως όσο έλειπε εκείνος για το μεροκάματο, φρόντιζε την κυρά Φρόσω τη γυναίκα του, ο νεαρός που τον είχε στο ψαροκάικο ο κυρ Αντώνης.
Ο Σίμος του την είχε καιρό στημένη του γείτονα, και τον πέτυχε ένα Σαββατόβραδο που γύρισε νωρίς για να βγάλει το Φροσάκι του έξω να ξεσκάσει.
Βρε γείτονα, του λέει τρίβοντας τα χέρια του, τι καλό παιδί αυτός ο ανεψιός σου, του αδελφού ή της αδελφής σου είναι;
Τι λες βρε Σίμο, όνειρα βλέπεις, εγώ δεν έχω ανεψιό, αποσβολώθηκε ο γείτονας.
Αμάν ζημιά έκανα, εξανέστη ο αθεόφοβος, τον βλέπω που έρχεται κάθε πρωί που λείπεις εσύ και νόμιζα…
Το βράδυ αργά, ακούστηκαν φωνές στη γειτονιά, κόσμος μαζεύτηκε στο σπίτι τρεις αυλές πιο κάτω, βγήκε και ο Σίμος να δει, την κυρά Φρόσω την πυροβόλησε ο άντρας της και αυτοκτόνησε κι εκείνος. 
Μπα συμφορά στη γειτονιά μας, σταυροκοπήθηκε ο Σίμος και πήγε για ύπνο.
Κατά λάθος επίσης άφησε τον αδελφό της μάνας του να πεθάνει στο Γηροκομείο, γιατί πήγε και ψευδομαρτύρησε πως χρωστούσε λεφτά στον κουνιάδο που του πήρε μέχρι και τα χωράφια που είχε κληρονομιά από τον πατέρα του.
Κατά λάθος έφαγε και ο Χρήστος ο φίλος του πέντε χρόνια φυλακή, γιατί ο Σίμος κατά λάθος τάχα, τον κάρφωσε στον εξάδελφο, τον χαφιέ της Ασφάλειας, πως ο Χρήστος κάποια βράδια μετά τη δουλειά, μάζευε δυο-τρεις φίλους στο σπίτι του, έπιναν ένα κρασάκι, έκαναν και κανένα τσιγαριλίκι, έτσι για να πάνε κάτω τα φαρμάκια, χρυσή ψυχούλα ο Χρηστάκος, ταλαιπωρημένος από την κοιλιά της μάνας του
Ο Σίμος και στην παρέα κατά λάθος είχε έρθει.
Τον έφερε αυτή τη φορά, ο Χρήστος κατά λάθος, όταν συναντήθηκαν μετά από χρόνια και είδε που είχε μείνει χωρίς φίλους, χωρίς λεφτά, χωρίς τίποτα, μόνος κι έρημος, τον λυπήθηκε και τον πήρε μαζί του ένα βράδυ. Έτσι έγινε κι εκείνος κολλητός μας.
Κατά λάθος σας είπα κι εγώ την ιστορία του Σίμου.
Μου ήρθε στο νου σήμερα που τον ξεπροβοδίσαμε όλη η παρέα για το μεγάλο του ταξίδι.
Άντε, στο καλό και πού ξέρεις, λένε πως ο θανών δεδικαίωται…
.
Η Ιωάννα Φωτιάδου γεννήθηκε στη Λάρισα, όπου ζει, δουλεύει, μεγαλώνει παιδιά, μαγειρεύει και τα λοιπά… δημιουργικά οικιακά!! Πότε-πότε γράφει για παιδιά και μεγάλους, ανεβάζει θεατρικές παραστάσεις και διοργανώνει ή συμμετέχει σε εκδηλώσεις πολιτιστικού χαρακτήρα. Όταν και αν με το καλό την αφήσουν ήσυχη, ονειρεύεται, τις θερινές νύχτες, να μετακομίσει σε νησί και να γίνει μια συγγραφέας της προκοπής
[ ιστολόγιο ] [ e-mail ]

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

«Οι 10 στρατηγικές χειραγώγησης των μαζών»

http://www.apocalypsejohn.com/2012/07/10.html

«Οι 10 στρατηγικές χειραγώγησης των μαζών» - Μάθετε πως σας δουλεύουν, διαδώστε το

Το κείμενο «οι 10 στρατηγικές χειραγώγησης των μαζών» κυκλοφορεί μαζικά στο Διαδίκτυο σε διάφορες γλώσσες και αποδίδεται στον αμερικανό φιλόσοφο Noam Chomsky. Στις αρχές του 2010, μεταφράζεται και στα ελληνικά, δημοσιεύεται σε πολλά μπλόγκς και οι αναρτήσεις και τα likes δίνουν και παίρνουν. Το συγκεκριμένο κείμενο σε χρόνο ρεκόρ ανακηρύσσεται σ’ ένα από τα πιο δημοφιλή κείμενα της παγκόσμιας μπλογκόσφαιρας.

1. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ

Το θεμελιώδες στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου είναι η στρατηγική της απόσπασης της προσοχής που έγκειται στην εκτροπή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και τις αποφασισμένες από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ αλλαγές μέσω της τεχνικής του κατακλυσμού συνεχόμενων αντιπερισπασμών και ασήμαντων πληροφοριών.

«Διατηρήστε την προσοχή του κοινού αποσπασμένη, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμάλωτη θεμάτων που δεν έχουν καμία σημασία. Διατηρήστε το κοινό απασχολημένο, τόσο πολύ ώστε να μην έχει καθόλου χρόνο για να σκεφτεί – πίσω στο αγρόκτημα, όπως τα υπόλοιπα ζώα» (απόσπασμα από το κείμενο: Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).

2. ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΛΥΣΕΩΝ

Αυτή η μέθοδος καλείται επίσης «πρόβλημα-αντίδραση-λύση». Δημιουργείται ένα πρόβλημα, μια προβλεφθείσα «κατάσταση» για να υπάρξει μια κάποια αντίδραση από τον κόσμο, με σκοπό αυτός ο ίδιος να ορίσει τα μέτρα που η εξουσία θέλει να τον κάνει να δεχτεί. Για παράδειγμα: Αφήνεται να ξεδιπλωθεί και να ενταθεί η αστική βία ή οργανώνονται αιματηρές επιθέσεις που αποσκοπούν στο να απαιτήσει ο κόσμος νόμους ασφαλείας και πολιτικές εις βάρος της ελευθερίας. Ή ακόμα: Δημιουργούν μία οικονομική κρίση ώστε να γίνει αποδεκτή ως αναγκαίο κακό η υποχώρηση των κοινωνικών δικαιωμάτων και η διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών.

3. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Για να γίνουν αποδεκτά τα διάφορα απαράδεκτα μέτρα, αρκεί η σταδιακή εφαρμογή τους, λίγο λίγο, επί συναπτά έτη. Κατά αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν τις δεκαετίες του ΄80 και ΄90 οι δραστικά νέες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός): ανύπαρκτο κράτος, ιδιωτικοποιήσεις, ανασφάλεια, ελαστικότητα, μαζική ανεργία, μισθοί που δεν εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, τόσες αλλαγές που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση αν είχαν εφαρμοστεί μονομιάς.


4. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΒΟΛΗΣ

Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσουν ως «επώδυνη και αναγκαία», εξασφαλίζοντας τη συγκατάβαση του λαού τη δεδομένη χρονική στιγμή και εφαρμόζοντάς τη στο μέλλον. Είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή μια μελλοντική θυσία απ’ ό,τι μία άμεση. Κατά πρώτον επειδή η προσπάθεια δεν καταβάλλεται άμεσα και κατά δεύτερον επειδή το κοινό, η μάζα, πάντα έχει την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «τα πράγματα θα φτιάξουν στο μέλλον» και ότι οι απαιτούμενες θυσίες θα αποφευχθούν. Αυτό δίνει περισσότερο χρόνο στο κοινό να συνηθίσει στην ιδέα των αλλαγών και να τις αποδεχτεί με παραίτηση όταν φτάσει το πλήρωμα του χρόνου.

5. ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ ΣΑΝ ΑΥΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν λόγο, επιχειρήματα, προσωπικότητες και τόνο της φωνής, όλα ιδιαίτερα παιδικά, πολλές φορές στα όρια της αδυναμίας, σαν ο θεατής να ήταν μικρό παιδάκι ή διανοητικά υστερημένος.Όσο περισσότερο θέλουν να εξαπατήσουν το θεατή τόσο πιο πολύ υιοθετούν έναν παιδικό τόνο. Γιατί; «Αν κάποιος απευθύνεται σε ένα άτομο σαν αυτό να ήταν 12 χρονών ή και μικρότερο, αυτό λόγω της υποβολής είναι πολύ πιθανό να τείνει σε μια απάντηση ή αντίδραση απογυμνωμένη από κάθε κριτική σκέψη, όπως αυτή ενός μικρού παιδιού» (βλ. Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).

6. ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ

Η χρήση του συναισθήματος είναι μια κλασική τεχνική προκειμένου να επιτευχθεί βραχυκύκλωμα στη λογική ανάλυση και στην κριτική σκέψη των ατόμων. Από την άλλη, η χρήση των συναισθημάτων ανοίγει την πόρτα για την πρόσβαση στο ασυνείδητο και την εμφύτευση ιδεών, επιθυμιών, φόβων, καταναγκασμών ή την προτροπή για ορισμένες συμπεριφορές.
7. Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ

Κάντε το κοινό να είναι ανήμπορο να κατανοήσει τις μεθόδους και τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο και τη σκλαβιά του… «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που δίνεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι η φτωχότερη και μετριότερη δυνατή, έτσι ώστε το χάσμα της άγνοιας μεταξύ των κατώτερων και των ανώτερων κοινωνικών τάξεων να είναι και να παραμένει αδύνατον να γεφυρωθεί» (βλ. Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).

8. ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ

Προωθήστε στο κοινό την ιδέα ότι είναι της μόδας να είσαι ηλίθιος, χυδαίος και αμόρφωτος…

9. ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΕΝΟΧΗΣ

Κάντε τα άτομα να πιστέψουν ότι αυτά και μόνον αυτά είναι ένοχα για την κακοτυχία τους, εξαιτίας της ανεπάρκειας της νοημοσύνης τους, των ικανοτήτων ή των προσπαθειών τους.Έτσι, τα άτομα αντί να εξεγείρονται ενάντια στο οικονομικό σύστημα, υποτιμούν τους εαυτούς τους και νιώθουν ενοχές, κάτι που δημιουργεί μια γενικευμένη κατάσταση κατάθλιψης, της οποίας απόρροια είναι η αναστολή της δράσης… Και χωρίς δράση, δεν υπάρχει επανάσταση.

10. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΠ’ Ο,ΤΙ ΑΥΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ

Κατά τα τελευταία 50 χρόνια, η ταχεία πρόοδος της επιστήμης έχει δημιουργήσει ένα αυξανόμενο κενό μεταξύ των γνώσεων του κοινού και εκείνων που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι κυρίαρχες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, στη νευροβιολογία και στην εφαρμοσμένη ψυχολογία, το σύστημα έχει επιτύχει μια εξελιγμένη κατανόηση των ανθρώπων, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Το σύστημα έχει καταφέρει να γνωρίζει καλύτερα τον «μέσο άνθρωπο» απ’ ό,τι αυτός γνωρίζει τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις το σύστημα ασκεί μεγαλύτερο έλεγχο και μεγάλη εξουσία πάνω στα άτομα, μεγαλύτερη από αυτήν που τα ίδια ασκούν στους εαυτούς τους.

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Ήθος και Πολιτική στον Ηράκλειτο

http://gerasimos-politis.blogspot.com/2011/10/blog-post_21.html#.T_S5gJEoHCM

Ήθος και Πολιτική στον Ηράκλειτο

Γεράσιμος Πολίτης 2011-10-21T09:40:00+03:00

Προς τη σχέση Ήθους και Πολιτικής

Ήθος και Πολιτική στον Ηράκλειτο,ήθος, αυτογνωσία, ηθική, Ηράκλειτος, λόγος, πολιτική, Φιλοσοφία
Ήθος και Πολιτική στον Ηράκλειτο
του Δημήτρη Τζωρτζόπουλο, Δρ. φιλοσοφίας-συγγραφέας. Η παρούσα διερεύνηση επιχειρεί να μελετήσει την έννοια του ήθους στον Ηράκλειτο σε ενδοσυνάφεια με τις αντιλήψεις του για την πολιτική. Η αξιοπιστία μιας τέτοιας διερεύνησης εξαρτάται κατά πολύ απο το πως κατανοεί δύο τινά, που είναι γενικώς γνωστά, αλλά όχι πάντοτε εγνωσμένα: α) ως προς το ήθος, τη ρήση του Ηράκλειτου ήθος άνθρώπωι δαίμων β) ως προς την πολιτική, τη διεσπαρμένη ανάμεσα σε μελετητές του αντίληψη ότι η πολιτική του σκέψη ελαύνει προς ένα πολιτικό όραμα άκρως αριστοκρατικό: καλλιεργεί την εχθρότητα απέναντι στο δήμο και υπερασπίζεται «την υπόθεση των αριστοκρατών, οι οποίοι προσπαθούσαν μάταια να αναχαιτίσουν το ανερχό-μενο κύμα των νέων επαναστατικών δυνάμεων». Πρόκειται, ως φαίνεται, για ένα όραμα «συντηρητικής και αντιδημοκρατικής οπτικής».

Ως προς το ήθος, η ερμηνεία που δέχεται συνήθως η συγκεκριμένη λέξη στο πιο πάνω απόσπασμα δεν είναι διόλου μονοσήμαντη και ποτέ σχεδόν η ίδια. Ένα κοινό στοιχείο ωστόσο στις τρέχουσες ερμηνείες των σχολιαστών φαίνεται να είναι τούτο: η λέξη συνδέθηκε με ένα νόημα κατ' εξοχήν ηθικό και με αντίστοιχες ηθικές υπαγορεύσεις που επιτρέπουν στον άνθρωπο να συμβιώνει αρμονικά με τον συνάνθρωπό του και να αποβαίνει χρήσιμος στην ανθρώπινη κοινότητα. Αναμφισβήτητα, ο Ηράκλειτος διεκδικούσε μια ηθική συνεννόηση των ανθρώπων, ώστε ο δήμος, η ανθρώπινη κοινότητα, να γαληνεύει υπό την ισχύ του δικαίου και να μην κατασπαράσσεται από εσωτερικές έριδες. Παρ' όλα αυτά, η ουσία του ήθους δεν συνυφαίνεται με οιασδήποτε επινόησης ηθικοδιδασκαλίες. Ο Ηράκλειτος δεν είναι ηθικολόγος ή ηθικοδιδάσκαλος, «μήτε διδάσκει κάποια διδασκαλία». Δεν επιδιώκει για τον εαυτό του έναν τέτοιο ρόλο, γι' αυτό και δεν ενδιαφέρεται να διαμεσολαβήσει κανόνες ηθικής συμπεριφοράς σε ένα πλήθος, απόλυτα εξαρτημένο, ως προς την ψυχικοπνευματική του υπόσταση, από ένα απαρχαιωμένο και αναχρονιστικό σύστημα μυθολογικών δοξασιών. Από τον τρόπο αποκρυπτογράφησης των πολιτικών του αντιλήψεων μπορεί να φανεί αρκετά καθαρά ότι η ουσία του ήθους δεν συμβαδίζει απλώς με τη μια ή την άλλη ανθρώπινη συμπεριφορά ούτε ταυτίζεται με τη συμβατικότητα γενικώς της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αλλά παραπέμπει στο θεμελιώδες χαρακτηριστικό του να είναι ή να μην είναι ο άνθρωπος. Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, «ήθος σημαίνει οίκηση, διαμονή. Λέμε: το οικείν του ανθρώπου, η διαμονή του ανάμεσα στα όντα εν συνόλω. [...]. ήθος είναι η στάση μέσα σε κάθε συμπεριφορά αυτής της διαμονής ανάμεσα στα όντα. Η "ηθική" δεν αφορά τον άνθρωπο ως ένα ξεχωριστό αντικείμενο ανάμεσα στα αντικείμενα, αλλά τον εξετάζει α-ναφορικώς προς τη σχέση των όντων εν συνόλω προς τον άνθρωπο και του ανθρώπου προς τα όντα εν συνόλω».

Αυτό το Ήθος ως οίκηση, διαμονή του ανθρώπου εν μέσω των όντων είναι αδιαχώριστο από την πολιτική του σκέψη καί πράξη, κατά τον Ηράκλειτο.

Ως προς την πολίτική, ξεκινάμε από αυτή την παραδοχή της διαμονής του ανθρώπου εν μέσω των όντων. Ο Ηράκλειτος δεν σκέπτεται τούτη τη διαμονή από τη σκοπιά ενός επαγγελματία πολιτικού του σήμερα, του οποίου ολόκληρο το Είναι κυριαρχείται πέρα ως πέρα από ιδιοτέλεια και ωφελιμισμό, άρα εχθρεύεται το βέλτιστο ή το άριστο και επιζητεί να το υποτάξει στο υποδεέστερο, ούτε από τη σκοπιά ενός επιστημολόγου νεωτερικής, ήτοι μετανεωτερικής εκδοχής, για τον οποίο επιστήμη και κόσμος της ζωής μπορούν να χωρίζονται, αλλά υπό την οπτική του διανοητή, που η σκέψη του εκχειλίζει από την αλήθεια της κρυφής αρμονίας. Τι εννοούσε ο φιλόσοφος με τη φράση «κρυφή αρμονία»; Σε κάθε περίπτωση δεν είχε στο νου του κάποια ιδέα του επέκεινα ή μία μη-γνώσιμη θεϊκή δύναμη ούτε ένα πανθεϊστικό όλο, σταθερό και ακίνητο, αλλά την Ενότητα, το Είναι που φέρει μέσα του το γίγνεσθαι: την κρυφή αντιθετική κίνηση που λαμβάνει χώρα μέσα στα ίδια τα πράγματα με τις ποιοτικές τους αλλαγές, με τις έριδες και τις δυσαρμονίες τους· την κίνηση που είναι αρχέγονα ενοποιητική και συνέχει το νόημα του Είναι ως την αφανή συναρμογή που «χαρίζει σε κάθε εμφανιζόμενο ον το φαίνε-σθαι». Η περιοχή του Είναι και του Φαίνεσθαι απασχολεί ουσιωδώς τον Ηράκλειτο: δεν συνιστά έναν διηρημένο κόσμο, αλλά το αυτοκινούμενο Εν-Παν. Απλώς συμβαίνει τα ανθρώπινα όντα να βιώνουν τη ζωή τους ως δράμα, ως δυστυχία και τελικά να χάνονται μέσα στη δυστυχία τους: τη βιώνουν ως δράμα, γιατί δεν έχουν επίγνωση της ως άνω ενότητας και λόγω ψευδούς συνείδησης αγνοούν πλήρως την πραγματικότητα, έτσι ώστε να διαιωνίζουν την εν λόγω διαίρεση και «αυτά που συναντούν καθημερινά να τους φαίνονται ξένα», ενώ στην πραγματικότητα είναι κοινά και οικεία μέσα στην εσωτερική αλληλουχία του γίγνεσθαι. Η ψευδής τούτη συνείδηση τα αποστασιοποιεί από την αποκαλυπτική και γι' αυτό μεταπλαστική δύναμη του Λόγου και τα διαμεσολαβεί με ένα τέτοιο ήθος, ώστε να «ενεργούν και να ομιλούν όπως οι καθεύδοντες». Ως καθεύδοντες μόνο μία δυνατότητα διαθέτουν: να δυστυχούν μέσα στις σκοταδιστικές γνώμες, να ακινητοποιούνται μέσα στις λαθεμένες εντυπώσεις των αισθήσεων και κατ' επέκταση να καταβαραθρώνονται μέσα σε αυτή τη δυστυχία τους.



Λόγος και Ήθος

Ηράκλειτος: Λόγος και Ηθος
Από εδώ φαίνεται πως η ανθρώπινη συνθήκη δεν α-ποτελεί λεωφόρο στρωμένη με ρόδα παρά μία κοιλάδα των δακρύων, για την οποία είναι υπεύθυνος ο ίδιος ο άνθρωπος. Είναι υπεύθυνος γιατί χειραγωγείται εύκολα από τις πιο νεκρές και εξίσου καταστροφικές μορφές ιδιωτικής φρόνησης: δεισιδαιμονίες, προκαταλήψεις, εξωλογικές επινοήσεις, μυστηριακές φαντασιώσεις, αυθαίρετα πολιτικά ή θρησκευτικά δόγματα κ.λπ. Η χειραγώγηση τούτη τον αποξενώνει από τη δημιουργική πνοή του «ποιεϊν και λέγειν», εγκαθιστά στο κέντρο της ζωής του την ανεξέλεγκτη διαφθορά των ηθών και μεταποιεί την παρ-ουσία του σε μια ανεξέλικτη ύπαρξη που «βρίσκει ευχαρίστηση στο βόρβορο». Η επικράτηση της ιδιωτικής φρόνησης υποβιβάζει τα ανθρώπινα όντα σε ασύνετη μάζα, με συνέπεια η κοινότητα, οι πολλοί να στερούνται την εμπειρία της δέουσας αυτονομίας σκέψης και πράξης και να απομακρύνονται από τον καθολικό Λόγο: «ενώ ο Λόγος είναι καθολικός, οι πολλοί ζουν σαν να έχουν ιδιωτική σκέψη»«Ζουν σαν να έχουν ιδιωτική σκέψη» σημαίνει ότι η ανθρώπινη συνθήκη υποβιβάζεται σε ένα ανοίκειο για τη σκέψη φαινόμενο. Στο μέτρο που οι πολλοί δεν οικειώνονται με το έργο της σκέψης, μοιάζουν με τους κοιμισμένους που εκβράζονται ως ναυάγια στις ακτές της Ιθάκης. Οι πολλοί χαρακτηρίζονται από τον Ηράκλειτο ως κοιμισμένοι, γιατί δεν είναι εναρμονισμένοι με τον Λόγο και επομένως δεν είναι σε θέση να αναζητούν σε αυτόν τους οδοδείκτες μιας ορθής και αληθινής πορείας.

Ο Λόγος συνιστά την κατ' εξοχήν δραστηριότητα του ανθρώπου: λαμβάνει χώρα μόνο στην περιοχή της ανθρώπινης πραγματικότητας, του κοινωνικού Είναι του ανθρώπου, όχι στο βασίλειο των ζώων ή σε ένα σωρό από λίθους ή ανάμεσα σε πετρώματα. Ως τέτοιος προορίζεται να λέγει την αλήθεια, να αποφαίνεται για ό,τι παραμένει ανείπωτο, για ό,τι δεν μπορεί πλέον να ειπωθεί. Ο Λόγος, για παράδειγμα, του Ηράκλειτου λέγει ό,τι δεν μπορεί πλέον να ειπωθεί από τους «πολλούς», γιατί αυτοί εδώ είναι διασκορπισμένοι μέσα στον καθημερινό, ιδιωτικό τους λόγο και απ' αυτή τη σκοπιά συμπεριφέρονται όπως «ο βλάξ άνθρωπος [που] συνηθίζει να πτοείται ή να ταράσσεται μπροστά σε κάθε λόγο». Οι «πολλοί» συμπεριφέρονται αποβλακωτικά, όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κόσμο της σκέψης, και απέχουν πόρρω από την κατανόηση της αλήθειας· και τούτο όχι επειδή συμβαίνει να ανήκουν στην κατηγορία των πολλών, ας πούμε των δημοκρατών, αλλά επειδή δεν μετέχουν στον καθολικό Λόγο: είναι απόντες αν και παρόντες, είναι προσκολλημένοι στον κόσμο των αισθητών, άρα μεταπίπτουν ασυλλόγιστα από τη μια κατάσταση στην άλλη και χρησιμοποιούν την εκ της φύσης τους διαθέσιμη ενέργεια για την εκτέλεση έργου δουλικά και όχι απελευθερωτικά. Ό,τι δεν μπορούν πλέον να πουν οι «πολλοί», μπορούν να το πουν οι «ολίγοι». Γιατί οι «ολίγοι»; Επειδή αυτοί σκέπτονται και ενεργούν σύμφωνα με τον ξυνόν Λόγο, πράγμα που σημαίνει ότι θεώνται τον Λόγο της φύσεως, τον Λόγο των εναντίων και συναφώς διακρίνουν την αντιθετική κίνηση που διέπει τα όντα και το Είναι. Για να επιτύχουν δε τη θέαση και τη διάκριση τούτη δαπανούν με επίγνωση και αυτοσυνειδησία την εκ φύσεως διαθέσιμη για την εκτέλεση έργου ενέργεια.

Η ενέργεια τούτη λοιπόν καθίσταται η βέλτιστη στάση ζωής για εκείνους τους ανθρώπους που δεν παραγνωρίζουν τον Λόγο, αλλά τον ακούν, τον ακολουθούν και αποκτούν βαθμιαία την εμπειρία πως είναι η «ομιλητική τους συμπεριφορά». Ως τέτοια συμπεριφορά, ο Λόγος δεν έρχεται έξωθεν στον άνθρωπο, αλλά προσιδιάζει στη φύση του και κατευθύνει εκείνη την ιδιαίτερη στάση ή συμπεριφορά του, που είναι καθοριστική για τη συνοχή του συνόλου των συμπεριφορών του. Υπ' αυτή την έννοια είναι το αποφαίνεσθαι που υψώνει δυνάμει ή ενεργεία ο ίδιος ο άνθρωπος απέναντι στο μη-πλέον-ειπωμένο. Συναφώς είναι κοινός σε όλους, «πολλούς» και «ολίγους», γι' αυτό και το μη-πλέον-ειπωμένο υπάρχει μόνο στο μέτρο που θεωρείται από τη σκοπιά της σχέσης του προς το αποφαίνεσθαι του κοινού-καθολικού Λόγου. Τούτο το αποφαίνεσθαι, έτσι όπως αναδύεται ως ομιλητική συμπεριφορά, κατονομάζει την αληθινή ουσία του ανθρώπου· μας λέγει δηλαδή ότι μπορεί να προάγει τον εαυτό του ως ελεύθερη ύπαρξη, πέραν των κατηγοριοποιήσεων σε «πολλούς» ή «ολίγους», μόνο στο βαθμό που το Είναι του προσδιορίζεται από το ήθος και εξευγενίζεται με βάση αυτό· αλλά ποιο ήθος; Το ήθος του Λόγου. Εδώ έγκειται εν πολλοίς και ο ριζοσπαστικός χαρακτήρας της σκέψης του Ηράκλειτου, ανεξάρτητα από επί μέρους διαφοροποιήσεις ως προς την ερμηνεία και την βαθύτερη κατανόησή της. Το ήθος του Λόγου εμπεριέχει συγχρόνως και το νόημα του λόγου του Ήθους: Λόγος και Ήθος αποτελούν το Εν και το Παν υπό τη μορφή της μιας νοητής γραμμής που συνέχει τον αποσπασματικό χαρακτήρα του όλου έργου του Ηράκλειτου.

Πιο συγκεκριμένα, ο φιλόσοφος μας διαμεσολαβεί μια τέτοια ενδοσυνάφεια Λόγου και ήθους στην αποφθεγματική του ρήση: ήθος ανθρώπωι δαίμων (απ. 119). Η περικοπή τούτη, όπως σημειώσαμε στην αρχή της παρούσας εργασίας, έχει ερμηνευθεί πολλαπλώς από τους μελετητές του Ηράκλειτου. Οι πολλές και διαφορετικές ορισμένες φορές ερμηνείες διασώζουν τόσο μικρής εμβέλειας σήματα έμφρονης ζωής όσο και μεγάλης εμβέλειας σήματα ενός έλλογου γίγνεσθαι του ήθους. Μέσα στη χορεία αυτών των σημάτων ήθος και δαίμων, ανάλογα με το συνδυαστικό νόημα που εκάστοτε τους αποδίδεται, συγκροτούν ένα ευρύ πεδίο σημασιακών συνόλων, πάνω στο οποίο εκτυλίσσεται ο καθοδηγητικός χαρακτήρας του Λόγου και συναφώς αναδεικνύεται η συναλληλία ήθους και Λόγου. Κατ' αρχήν, το ήθος χαρακτηρίζει τη συγκροτημένη, ενσυνείδητη, μετά λόγου στάση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο των αντίθετων δυνάμεων και ως τέτοιο συνιστά τον προστάτη θεό του, τον φύλακά του. Η ουσία όμως του πράγματος δεν εξαντλείται εδώ. Απεναντίας, η ερμηνεία αυτή μας οδηγεί κατ' ανάγκη στο ερώτημα: ποιο είναι το θεμέλιο του ήθους, η πηγή του και ο φορέας του; Πηγή, φορέας και κατευθυντήρια δύναμη του ήθους είναι ο «δαίμων» της ψυχής ως ενέργειας και ο «δαίμων» του Λόγου ως Λογικής ή διαλεκτικής εκδίπλωσης αυτής της ενέργειας. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για την οντολογική κατάσταση του συμπαντικού και του ανθρώπινου κόσμου, κατά την οποία ο «δαίμων» συνέχει, φέρει σε ενότητα, ανασυγκροτεί σε ενιαίο όλο την αέναη κίνηση των αντιθετικών δυνάμεων του κόσμου. Στη δεύτερη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τη γνωσι-οντο-λογική δυνατότητα του ανθρώπου, κατά την οποία ο «δαίμων» του Λόγου είναι εκείνη η εσωτερική σκεπτική δύναμη, το πνεύμα με τα χαρακτηριστικά του νου, του λογισμού, του άει έόντος Λόγου που διατρέχει τα πάντα μαζί και τον άνθρωπο ως προσωπικότητα. Τον καθιστά ικανό, εφόσον αξιοποιείται από τον ίδιο, να διαλέγεται μαζί του, να ομολογεί, να «λέγει» και να «ποιεί» «κατά φύσιν έπαΐοντας», δηλαδή να εξελίσσεται σε ένα διαλεκτικά σκεπτόμενο ον.



Λόγος και πολιτική

Ηράκλειτος και Πολιτική
Ο άνθρωπος λοιπόν φέρει εντός του δυνάμει τον «δαίμονά» του, τον «θεό» του-Λόγο και εξαρτάται από τον ίδιο να τον ενεργοποιήσει, να τον καταστήσει πηγή και φωτεινό μονοπάτι της πολύπλοκης πορείας της ζωής: να τον ακούσει και να διαμορφώσει το αντίστοιχο εκλογικευ-μένο ήθος που θα υπαγορεύει, θα φωτίζει και θα κατευθύνει τη συνολική του πράξη. Τι σημαίνει αυτό; Πως ο άνθρωπος είναι ο ουσιαστικός κύριος του Λόγου και δυνάμει των λειτουργιών του τελευταίου μπορεί να απεγκλωβιστεί από τη δολιότητα της υπολογιστικής σκέψης του καθημερινού βίου και να στραφεί προς το δικό του μοναδικό πνευματικό ήθος. Κατ' αυτό τον τρόπο αναγνωρίζει στον εαυτό του το δικαίωμα, αλλά και τη δυνατότητα να καθορίζει εν πολλοίς το πεπρωμένο του. Πώς θα μπορούσε να ισχύει το αντίθετο, όταν μέσα από τη διαρκή ομο-λογία του προς τον Λόγο μαθαίνει ότι το πεπρωμένο του, από κάποια στιγμή και πέρα, αποδεικνύεται πως είναι η ίδια του η φύση με το μοναδικό πνευματικό της ήθος. Από ποια στιγμή; Από τη στιγμή που ο ίδιος αναλαμβάνει το έργο της σκέψης με τη μορφή του «έδιζησάμην έμεωυτόν»: «Ερεύνησα τον εαυτό μου», τουτέστι ζήτησα να βρω τον Λόγο του Είναι μου, να κατανοήσω τον Λόγο που αντιστοιχεί στην ουσία μου ως πνευματική φύση και ο οποίος με στρέφει προς το καθόλου, ορισμένως δε μου επιτρέπει να διαγιγνώσκω, να μαθαίνω «πως τα πάντα είναι ένα». Τα πάντα είναι ένα, διότι ο ίδιος ο Λόγος είναι η αναλογική σχέση ανάμεσα στα πολλά, η σταθερή -μέσα στη ροή του χρόνου και μέσα στην αιωνιότητα- αναλογία των όντων.

Αφότου ο άνθρωπος έχει αποφασίσει να μάθει τον Λόγο του Είναι του -και τούτη η διαδικασία γνώσης και αυτογνωσίας δεν είναι στιγμιαία, αλλά διηνεκής-, τότε αυτός είναι ό,τι γνωρίζει σχετικά με τον Λόγο του εαυτού του· είναι, με άλλα λόγια, το γνωρίζειν ως προς τον Λόγο του εαυτού του. Ενόσω κατορθώνει και εγγράφει τον εαυτό του μέσα σε τούτη τη διαλεκτική Γνωρίζειν και Είναι, οδηγείται σε ορθολογική γνώση του εαυτού και του κόσμου. Γι' αυτό και ο Ηράκλειτος επιχειρεί, δυνάμει αυτής της διαλεκτικής, μια αληθινή κατανόηση του ρόλου των αισθήσεων στον κόσμο και παράλληλα μια αξιακή αποτίμηση των ανθρώπων, ανεξάρτητα από την καταγωγή, τα πλούτη, την κοινωνική και την πολιτική επιφάνεια. Ως προς το βασίλειο των αισθήσεων ο φιλόσοφος εκκινεί από το δεδομένο ότι αυτό είναι περιορισμένης γνωστικής και ενορατικής εμβέλειας. Σύμφωνα με το απ. 107, τα μάτια και τα αυτιά είναι κακοί μάρτυρες για τους ανθρώπους, αλλά δεν είναι απροϋπόθε-τα κακοί μάρτυρες παρά εάν οι άνθρωποι έχουν βάρβαρες ψυχές, δηλαδή εάν δεν μετέχουν στον κοινό Λόγο, εάν δεν συνδυάζουν αίσθηση και Λόγο. Ο συνδυασμός αυτός συνι-στά οντο-λογική ομο-λογία του ανθρώπου εν γένει να έχει «πύρινη» σκέψη, αναλογικά να ανακαλύπτει τον εαυτό του και τον κόσμο και διαρκώς να επι-στρέφει προς τη ριζική αλλαγή του: να ξαναγεννιέται όχι πλέον και όχι μόνο βιολογικά, αλλά νοητικά και πνευματικά ως ο «κεραυνός» που μέσα στο κοινωνικό, πολιτικό, θεωρητικό γίγνεσθαι «οίακίζει τα πάντα». Τότε πράγματι επι- στρέφει προς τον πιο ριζοσπαστικό εαυτό του: στρέφει όλο του το Είναι επί το «αυτό» πράγμα, προς την πηγή του Λόγου που μας περιμένει πάντα εκεί και μας εφοδιάζει με την περι-ουσία της φρόνησης και της γνώσης, προκειμένου να οικοδομούμε έναν αληθινά ελεύθερο κόσμο.

Επειδή όμως ο άνθρωπος δεν είναι ένα αφηρημένο ον, αλλά πολύ συγκεκριμένο, δηλαδή είναι το ήθος του ως η διαλεκτικά σκεπτόμενη φύση του, όπως προσδιορίστηκε πιο πάνω, γι' αυτό φέρνει ο ίδιος, ως συγκεκριμένο άτομο αλλά και ως κοινότητα ατόμων, την ευθύνη της απόφασης: να παίρνει πάνω του το φορτίο της γνώσης και να διεκδικεί την ανύψωσή του στην περιοχή του αυτεξούσιου Λόγου, έτσι ώστε να ανακαλύπτει ίχνη αυτού του Λόγου μέσα στον κόσμο των αισθητών και αναλόγως να μεταστοιχειώνει την ύπαρξή του, συγχρόνως δε και αυτό τον κόσμο. Απ' αυτή την άποψη, ο φιλόσοφος θεωρεί μοναδική την εμπειρία του ατόμου, γιατί ετούτη προσανατολίζει τον βηματισμό του τελευταίου μέσα στη ρέουσα ενέργεια του κοινού Λόγου, αντιστοίχως δε του επιτρέπει να συναντάται εδώ μέσα με τους άλλους βηματισμούς και από κοινού, ως κοινή δύναμη πλέον (στοχαστική, κοινωνική, πολιτική), όλα τα άτομα να μετέχουν σε τούτη την ενέργεια, να την μετασχηματίζουν σε ενέργεια του κοινωνικού Είναι του ανθρώπου και σε έκφραση της πολιτικής του κοινότητας. Ο Ηράκλειτος ωστόσο δεν είναι ο διανοητής ενός αφηρημένου Δέοντος που ακινητοποιείται στις σκιαμαχίες αιτίας και αι-τιατού, αλλά περνά μέσα από αυτά τα απατηλά πεδία για να εντατικοποιήσει τη σκέψη προς ένα «ποιεϊν και λέγειν» που κυοφορεί τη ριζική αλλαγή και την αλλαγή αυτής της αλλαγής.

Με γνώμονα ακριβώς το πρόταγμά του αυτό ομιλεί για δυο (φιλοσοφικές) κατηγορίες ανθρώπων μέσα στην κοινωνική, πολιτική και συμπαντική τους πραγματικότητα:
α) τους πολλούς, τους περισσότερους δηλαδή ανθρώπους, που διάγουν τον ύπνο του δικαίου τότε και τώρα μέσα στις δικές τους στενές αντιλήψεις και ακριβώς γι' αυτό καθιστούν εαυτούς ενόχους ή συνενόχους στην πολιτική παρακμή της κοινότητας. Είναι αυτοί που εύκολα παρασύρονται από τους διάφορους δημαγωγούς, πολιτικούς καθοδηγητές, εθελόδουλους-οργανικούς «διανοούμενους» και αυτόχρημα μετατρέπουν το κοινωνικό τους Είναι σε δουλική, μιμητική εστία ξένων, καταστροφικών για τους ίδιους γνωμών, ιδεολογιών, πολιτικών πρακτικών. Οντολογικά έτσι εκφυλίζονται σε όχλο και «αρκούνται να χορταίνουν σαν τα ζώα». 


β) τους
ολίγους που διανοίγονται στην αυθεντική παρουσία του Λόγου και γίνονται πλέον ικανοί να διεκδικούν μια ζωή πλήρη νοήματος. Αυτοί διαθέτουν μια ορθή, αποδεδειγμένα αληθινή αντίληψη της γλώσσας του αισθητού κόσμου και μπορούν να καταπολεμούν τις ψευδαισθήσεις που καθιστούν την πολιτεία ακυβέρνητο πλεούμενο μέσα στη δίνη των κυμάτων. Οι ολίγοι του Ηράκλειτου προσβλέπουν συνειδητά στο φως που δεν δύει ποτέ και ως εκ τούτου στην καθίδρυση, μέσα στον κόσμο αλλά και στη συνείδηση του ανθρώπου, εκείνου του πνευματικού ήθους που απομακρύνει τη δυστυχία από την ανθρώπινη ύπαρξη.

Όταν επιχειρεί κανίς να αναζητήσει αξιοστόχαστες τομές, σύμφωνα με το ως άνω πνεύμα, σε ορισμένες γραμμικές διηγήσεις του σήμερα που από τη μια χαρακτηρίζουν τον Ηράκλειτο ως ολίγαρχίκό κατά τα περιεχόμενα της πολιτικής του σκέψης και από την άλλη ως διαλεκτικό ως προς τον τρόπο αυτής της σκέψης, διαπιστώνει ότι οι διηγήσεις αυτές, ως μορφές γνώσης, είναι μονοδιάστατες και αποκομμένες από τη συνολική σκέψη του Ηράκλειτου. Ούτε ως απλές επαναλήψεις ξένων περιγραφών δεν τεκμηριώνουν φιλοσοφικό διάλογο ή έστω αντίλογο αφηγήσεις σαν και τούτες: «ο Ηράκλειτος ήταν ένας αριστοκράτης ...και καθώς έβλεπε την άνοδο των δημοκρατών στην κοινωνική και πολιτική σκηνή, ήταν φυσικό να κατέχεται από αισθήματα δυσαρέσκειας για την πορεία των κοινωνικών και πολιτικών πραγμάτων» ή ακόμη: «Καθώς ήταν δυσαρεστημένος με τους δημοκρατικούς που εξόρισαν τον αριστοκρατικό φίλο του Ερμόδωρο, έτεινε να υποστηρίζει αριστοκρατικές και μοναρχικές μάλλον πολιτικές ιδέες παρά δημοκρατικές». Τι παρατηρούμε εδώ; Πως αυτές και άλλες παρόμοιες απόψεις κρίνουν τον Ηράκλειτο επί του Πολιτικού όχι με βάση την εσωτερική λογική της συνολικής σκέψης του, αλλά απαριθμώντας σκόρπια γεγονότα, τα οποία από μόνα τους δεν μας λένε τίποτα. Δεν υπάρχει, για παράδειγμα, καμιά μαρτυρία ότι ο Ηράκλειτος διαχώριζε σε επίπεδο πολιτικής πρακτικής τους πολίτες σε «αριστοκράτες» και «δημοκράτες»· αντίθετα ομιλούσε για τους αρίστους, για τους φίλους της σοφίας και για τους πολλούς από τη σκοπιά της σκέψης, της Λογικής κατανόησης των πραγμάτων και πάντοτε σε συνάφεια με την προσωπική ευθύνη του ανθρώπινου ατόμου για το αν θα επιλέξει να μείνει πληβείος στη σκέψη ή άριστος. Σε όλους τους ανθρώπους αναγνώριζε τη δυνατότητα να ορθοφρονούν και σε όλους τους ανθρώπους αναφερόταν, όταν έλεγει: ήθος ανθρώπωι δαίμων. Ακόμη και στο απ. 121 ομιλεί για όλους τους ενήλικους Εφέσιους και όχι για τους «δημοκρατικούς» που πρέπει να κρεμαστούν.

Χαρακτηρισμοί σαν τους παραπάνω δεν λαμβάνουν επαρκώς ή διόλου υπόψη τα ευδιάκριτα κριτήρια που θέτει η ίδια η σκέψη του φιλοσόφου σχετικά με την αξιοπιστία των διαφόρων μορφών γνώσης και των αντίστοιχων αποφάνσεων. Ποια κριτήρια υιοθετεί ο ίδιος ο Ηράκλειτος; Μεταξύ των πολλών επιλέγω, για την οικονομία του πράγματος, ορισμένα βασικά: 1. Συγκεκριμένες έννοιες, που απηχούν διάφορες μορφές γνώσης μέσα στα αποσπάσματά του· 2. ιδιαίτερα κριτήρια, βάσει των οποίων ο φιλόσοφος σε κάθε αποστροφή της σκέψης του εκφέρει αντικειμενική κρίση και αποτιμά τις θέσεις και τις απόψεις των άλλων.

Στην πρώτη περίπτωση, για παράδειγμα, απαντούν έννοιες, όπως Λόγος, Παν και Εν, αείζωον πυρ, φύσις, δίκη, ήθος, νόμος κ.λπ. μαζί με τα συγκείμενά τους. Στη δεύτερη περίπτωση, χρησιμοποιεί ειδικά κριτήρια αξιολόγησης, ανάλογα με τη συγκεκριμένη μορφή σκέψης και γνώσης που συνθέτουν οι πιο πάνω έννοιες. Σε θέματα, ας πούμε, της γνώσης της αλήθειας, το κριτήριο αναζητείται στην ορθή κρίση και στη διερευνητική χρήση του Λόγου όχι μόνο και κύρια από τον ομιλητή, εδώ τον Ηράκλειτο, αλλά και από τον ακροατή, τον αναγνώστη, τους πολλούς. Σε θέματα ήθους, το κριτήριο σχετίζεται με τη συνειδητή ή μη στάση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο της ζωής, ο οποίος δεν είναι αποκομμένος από τον κόσμο του ανθρώπου ως καθορισμένου ατόμου με αξίες, ιδέες, οράματα, πολιτική συνείδηση, πνευματική αυτονομία. Σε συνάφεια με αυτά τα κριτήρια τίθεται 3. και το κριτήριο της σωστής, κυριολεκτικά της αληθινής πολιτικής σκέψης και πράξης. Όταν, για παράδειγμα, γίνεται αναφορά στο νόμο, ο τελευταίος κατανοεί-ται από τον Ηράκλειτο ως η εμπράγματη εκδήλωση του Λόγου στην κοινότητα· ή στον κόσμο και στα στοιχεία της φύσης με την μεταφορική αναγωγή της γλώσσας στον κόσμο του ανθρώπου.

Οι πολιτικοί νόμοι ωστόσο που βίωνε ο Ηράκλειτος ως σκεπτόμενο μέλος μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου με αντίστοιχες πολιτικές εκφράσεις δεν μετέφραζαν στην πράξη την αλήθεια του Λόγου. Απλώς ήταν απλοί κανόνες διακυβέρνησης από μια ομάδα πολιτών με οργανωμένα συμφέροντα· τέτοιας υφής κανόνες που δεν απέτρεπαν τη διαφθορά και τη συντριβή του ήθους, όπως το κατανοούσε ο φιλόσοφος, αλλά την ενίσχυαν με τρόπο που η πολιτεία να περιέρχεται σε ολοσχερή ατροφία. Κάτι παρόμοιο ισχύει και σε όλη την ιστορική πορεία της πολιτικής πράξης του ανθρώπου ως τα σήμερα, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών. Το πρόβλημα της διάκρισης σε «πολλούς» και «ολίγους», υπ' αυτό το πνεύμα, δεν είναι ποσοτικό, αλλά ποιοτικό. Π.χ. στην περίπτωση του Σωκράτη πότε θα ήταν πιο ορθολογική, πιο δίκαιη η λειτουργία και η εφαρμογή του νόμου: εάν αναλάμβαναν να δικάσουν τον φιλόσοφο εκείνοι που ήταν εμποτισμένοι με τον Λόγο, που είχαν σαφή εικόνα της σκέψης και της πράξης του Σωκράτη και δεν έπεφταν θύματα δημαγωγιών -ανεξάρτητα αν θα ήταν πέντε ή πεντακόσιοι ή χίλιοι πεντακόσιοι ή αν θα ήταν «δημοκράτες» ή «αριστοκράτες»- ή εκείνοι οι «πολλοί» που τον καταδίκασαν χωρίς να γνωρίζουν τι κάνουν, κατά τις ιστορικές μαρτυρίες, και πάντοτε υπό την καθοδήγηση ορισμένων ανθρώπων ή εμφορούμενοι από συγκεκριμένες στρεβλές αντιλήψεις; Αβασάνιστοι διαχωρισμοί σε «δημοκράτες» και «αριστοκράτες», σαν τον προαναφερθέντα, συσκοτίζουν την πολιτική κακοδαιμονία μιας πολιτείας, τότε και σήμερα, και αντικειμενικά εμποδίζουν μια φιλοσοφική ανατομία των δομών της εξουσίας, σαν αυτή, ας πούμε, που μας παρουσιάζει ο Ηράκλειτος. Το αποτέλεσμα είναι ολέθριο: οι εκάστοτε «δημοκράτες», αδιάφορο αν είναι ολιγαρχικοί ή δημοκρατικοί στο φρόνημα, φορούν τον «δημοκρατικό» μανδύα για να καταλάβουν την εξουσία· όταν το κα-τρορθώνουν, μετασκευάζονται σε «παραφουσκωμένους βατράχους» (Μαρξ) ή κατά Πλάτωνα σε «ένα είδος γαιοκτημόνων ευτυχισμένων και οργανωτών καλοφαγίας για τα πανηγύρια».

Συμπερασματικά θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει ότι ο Ηράκλειτος έθετε στο κέντρο της πολιτικής του σκέψης τη θέσπιση νόμων, σωστά εναρμονισμένων προς τον Λόγο, ώστε να προάγουν το κοινό καλό. Όσο οι νόμοι εμποτίζονται από την αλήθεια του Λόγου και βασίζονται στην «παλίντροπο αρμονίη», δίνουν έμφαση στην ελευθερία του ατόμου μέχρι το σημείο που το ίδιο να μαθαίνει εξ εμπειρίας να καθοδηγείται όχι «με κεντρίσματα» μικρονόων εξουσιαστών, αλλά με βάση την αυτοεξέτασή του, τον αυτοέλεγχό του, την ανωτερότητα της διαλεκτικής του φύσης [=ήθους], το δικό του αυτεξούσιο. Από εδώ εκπορεύονται σύνολα ατόμων, τα οποία δεν προβάλλουν κάποια εξουσιαστική βούληση, αλλά ως κοινότητα πραγματώνουν τη διαλεκτική ενότητα έλλογου και θετού νόμου. Ετούτη η διαλεκτική ενότητα είναι η κατοικία της πολιτικής σκέψης του Ηράκλειτου, γι' αυτό και η τελευταία δεν είναι ούτε ολιγαρχική ούτε δημοκρατική, αλλά διαλεκτική. Το πολιτικό πρόταγμα αυτής της διαλεκτικής σκέψης δεν παλινωδεί ανάμεσα σε ένα «επέκεινα» της ολιγαρχίας και ένα «ενθάδε» της δημοκρατίας, αλλά στέκεται αποφασιστικά στον κόσμο της ζωής, συνδέεται με βιώματα μεγάλων ιστορικών και κοινωνικο-πολιτικών γεγονότων της εποχής και ενδια-φέρεται για την πιο βαθιά γνωριμία με της «ψυχής τα πέρατα»


Πηγή:
Δημήτρης Τζωρτζόπουλος, Δρ. φιλοσοφίας-συγγραφέας

Αναρτήθηκε από:
Τρέλα είναι απλά μια άλλη μορφή της συνείδησης 

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Δημοφιλείς αναρτήσεις