Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

Μπορείς να διαλέξεις!

πηγή: http://www.facebook.com/photo.php?fbid=511244062222932&set=a.197669460247062.59663.193914440622564&type=1&theater

                                       


Μπορείς να διαλέξεις!

Αν διαβάζεις ένα βιβλίο που δε σου αρέσει, τότε μπορείς να το αφήσεις στην άκρη.
Αν πας σε ένα κινηματογραφικό έργο που δε σου αρέσει, τότε μπορείς να σηκωθείς και να φύγεις.
Αν είσαι σε ένα πάρτι και δε διασκεδάζεις, τότε μπορείς να φύγεις νωρίς.
Αν ζεις έναν τρόπο ζωής που δε σε κάνει ευτυχισμένο, τότε μπορείς να κάνεις το ίδιο: να τον αλλάξεις. Το πρόβλημα είναι ότι δεν το πιστεύεις πως μπορείς. Νομίζεις ότι η μοίρα σου είναι αυτή που σε οδηγεί. Και ακόμα χειρότερα, μπορεί να πιστεύεις ότι είναι πολύ αργά για να αλλάξεις.

Η αλήθεια είναι ότι μπορείς να αλλάξεις τον τρόπο της ζωής σου οποιαδήποτε στιγμή το θελήσεις. Αυτό είναι το ίδιο εύκολο να γίνει και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που σταμάτησες να διαβάζεις το βιβλίο, όπως βγήκες έξω από τον κινηματογράφο ή όπως έφυγες νωρίς από το πάρτι. Συνειδητοποιείς ότι ο τρόπος που ζεις δε σου δίνει τη χαρά που πίστευες και που θα ήθελες να έχεις και τότε δίνεις στον εαυτό σου την άδεια να τον αλλάξει.

Ο πιο εύκολος τρόπος για να το κάνεις αυτό είναι μέσα από μια διαδικασία που ονομάζεται δημιουργικός οραματισμός.
Δημιουργικός Οραματισμός! Μια τέχνη που θα την απολαύσεις.
Δημιουργικός οραματισμός είναι η τέχνη με την οποία χρησιμοποιείς τη φαντασία σου για να δημιουργήσεις αυτό που θέλεις στη ζωή σου.

Μπορείς να χρησιμοποιήσεις το δημιουργικό οραματισμό για να κάνεις αυτό που επιθυμείς να συμβεί στην πραγματικότητα, όπως να πάρεις προαγωγή, να κλείσεις μια συμφωνία,να βελτιώσεις την εμφάνισή σου ή να φτιάξεις επιτέλους τη σχέση της ζωής σου. Αλλά μπορείς επίσης να χρησιμοποιήσεις το δημιουργικό οραματισμό και για να διώξεις πράγματα από τη ζωή σου, όπως το πολύ στρες, την άσχημη υγεία, μια δουλειά που δε σου ταιριάζει πια ή ανθρώπους που σε κάνουν δυστυχισμένο.

Όλα αυτά ίσως ακούγονται πολύ ωραία για να είναι αληθινά και όμως o δημιουργικός οραματισμός δουλεύει.

Οι αθλητές πετυχαίνουν τη μέγιστή τους απόδοση με το να οραματίζονται τον εαυτό τους να κερδίζει.

Οι παίκτες του γκολφ και του τένις πτωχαίνουν καταπληκτικά αποτελέσματα όταν οραματίζονται τους εαυτούς τους να έχουν μια τέλεια επαφή με την μπάλα.

Οι γυναίκες πετυχαίνουν να κρατούν τα σώματά τους σφιχτά και λεπτά με την "πνευματική δίαιτα" του οραματισμού.

Οι ασθενείς με καρκίνο κάνουν ανέλπιστα βήματα στην υγεία τους με το να οραματίζονται ότι ο όγκος που έχουν εξαφανίζεται.

Και οι επιχειρηματίες διαπραγματεύονται με ευκολία και χωρίς λάθη πολύπλοκα συμβόλαια μέσω του δημιουργικού οραματισμού.
— με Σοφια Ανδρεου
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Χοχλιοί μπουμπουριστοί

Χοχλιοί μπουμπουριστοί

xoxloiΤο σαλιγκάρι είναι ένα γαστερόποδο πνευμονοφόρο μαλάκιο που το σώμα του προφυλάσσεται από ένα περιελιγμένο όστρακο. Χαρακτηριστικότερο είδος είναι ο Κοχλίας ο πωματίας (Helix pomatia) κοινώς σαλιγκάρι, σάλιαγκας, χοχλιός, η  καραούλος στην κυπριακή διάλεκτο. Έχει μακρόστενο σώμα που προεξέχει εν μέρει από το κέλυφος και κεφάλι οποίο φέρει δύο ζευγάρια κεραιών που συστέλλονται.

Τρέφεται με φυτικές ύλες (χορτάρι, βλαστάρι) τις οποίες αποσπά από το υπόστρωμα χρησιμοποιώντας την γλώσσα του (που φέρει κερατώδεις σχηματισμούς σαν δόντια) ενώ κινείται αργά αφήνοντας ίχνη βλέννας και εμφανίζεται κυρίως τις βροχερές μέρες.

Τα σαλιγκάρια δραστηριοποιούνται όταν επικρατεί υγρασία (π.χ μετά την βροχή, κατά την διάρκεια της νύχτας) ενώ όταν οι συνθήκες είναι υπερβολικά ξηρές υποχωρούν στο εσωτερικό του κελύφους και σφραγίζουν την είσοδο με ένα είδος προσωρινού καλύμματος από αποξηραμένη βλέννα, το επίφραγμα. Σε αυτή την κατάσταση τα σαλιγκάρια βρίσκονται σε μια κατάσταση «νάρκης» και μπορούν να επιβιώσουν χωρίς νερό για μήνες.
Στην Ευρώπη έχουν καταγραφεί 400 είδη σαλιγκαριών και σε όλο τον κόσμο 4000 είδη. Στην Ελλάδα τρία κυρίως είδη θεωρούνται εδώδιμα, τα Helix lucorum, Helix pomatia και Helix aspersa.

Για πολλούς είναι ο καλύτερος, ο πιο νόστιμος τρόπος για να γευτεί κανείς τους χοχλιούς. Η λέξη «μπουμπουριστοί» προέρχεται από μια άλλη λέξη του κρητικού λεξιλόγιου το «αμπούμπουρα» που σημαίνει με τη μούρη προς τα κάτω.
«Θέτει αμπούμπουρα» λέμε για όποιον κοιμάται μπρούμυτα, και υπάρχει και η έκφραση «πήγαινε μωρέ να πα θέσεις αμπούμπουρα» δηλαδή πήγαινε να κρυφτείς.
Ο κλασικός τρόπος για να φτιάξει κανείς μπουμπουριστούς χοχλιούς, είναι αφού τους πλύνει καλά καλά να τους βάλει αμπούμπουρα σε τηγάνι που ο πάτος του είναι πασπαλισμένος με μπόλικο αλάτι ζωντανούς (έτσι η θερμοκρασία τους ανάγκαζε να τραβηχτούν μέσα στο κέλυφος τραβώντας και το αλάτι), και αφού στεγνώσουν τα υγρά τους να βάλει λάδι, να τους τηγανίσει για λίγο και να τους σβήσει με ξίδι. 
Υλικά:
•35-40 χοντροί χοχλιοί
•Αλάτι
•½  κούπας ελαιόλαδο
•150 ml (1 κρασοπότηρο) ξύδι από κρασί
•2-3 κλωναράκια αρισμαρί

περισσότερα  στον σύνδεσμο
http://www.cretefunatic.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=329%3A2012-08-20-12-11-12&catid=98%3A2012-06-24-11-10-27&Itemid=247&lang=el

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

H Παναγία των αρχαίων Ελλήνων...!!

πηγή : http://www.eleysis-ellinwn.gr/2012/08/h.html?utm_source=twitterfeed&utm_medium=facebook

H Παναγία των αρχαίων Ελλήνων...!!


Στρατηγός, προστάτις και παρθένος. Είναι η θεά Αθηνά ή η Παναγία; Προστάτις των γυναικών, των παιδιών και του τοκετού. Είναι η Άρτεμις Παιδοτρόφος και Λοχεία ή μήπως η Παναγία; Συνετή, κόσμια, καλόβουλη, μειλίχια και πολυεύσπλαχνη, που δοκίμασε αβάσταχτο πόνο και γνώρισε πολλά βάσανα. Είναι η θεά Ίσις ή πρόκειται για την Παναγία, μητέρα του Χριστού;

Εκεί, στο γύρισμα του ελληνικού κόσμου από τον πολυθεϊσμό στον χριστιανισμό, όταν ο δεύτερος άρχισε σιγά-σιγά να επικρατεί στη θρησκευτική συνείδηση και στη λατρευτική πρακτική, η μείξη στοιχείων του ειδωλολατρικού παρελθόντος με τη νέα θρησκεία όχι μόνο δεν θα τη μείωνε, αλλά θα συντελούσε σε μεγάλο βαθμό στην εδραίωσή της.

Πρότυπα αιώνων, εξάλλου, ήταν δύσκολο να καταργηθούν. Αντιθέτως, η αφομοίωσή τους από τον χριστιανισμό υπήρξε ο συνδετικός κρίκος που χρειάζονταν οι άνθρωποι για να τον δεχθούν ευκολότερα. Αποτέλεσμα, πολλές από τις αρχαίες θεότητες και τελετουργίες να παραμείνουν στο χριστιανικό εορτολόγιο και να προσαρμοστούν στο τυπικό και στις παραδόσεις της νέας θρησκείας.

Είναι σύμπτωση ότι η μεγάλη γιορτή της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο συμπίπτει με τα γενέθλια της θεάς Αθηνάς στις 28 του αρχαίου μήνα Εκατομβαιώνα (μέσα Ιουλίου - μέσα Αυγούστου), όταν τελούνταν τα Παναθήναια, η μεγαλύτερη γιορτή της αρχαίας Αθήνας; Ή μήπως είναι τυχαίο ότι ο ναός της παρθένου Αθηνάς στην Ακρόπολη μετατράπηκε σε ναό της Παναγίας Παρθένου; Άλλωστε δεν ήταν μόνον ο Παρθενώνας που έγινε χριστιανική εκκλησία, αφού σύμφωνα με το διάταγμα του Ιουστινιανού όλα τα αρχαία ιερά έπρεπε να μετατραπούν σε ναούς προκειμένου να εξαγνιστούν. Σε πολλά δε από αυτά, όπου λατρεύονταν γυναικείες, παγανιστικές θεότητες, χτίστηκαν ναοί αφιερωμένοι στην Παναγία, η οποία πολύ συχνά προσλάμβανε και τις ιδιότητες των αρχαίων θεοτήτων.

Οι ιδιότητες

Οι επαναλαμβανόμενοι εποχικοί κύκλοι του θανάτου και της αναγέννησης και τα λατρευτικά έθιμα που σχετίζονται με τη γη, τη βλάστηση και την καλή σοδειά συνδέθηκαν και με την Παναγία, όπως έχει γράψει ο μεγάλος λαογράφος Γεώργιος Μέγας. Τα Εισόδια της Θεοτόκου συνδέονται με τη σπορά και η Παναγία λαμβάνει τα χαρακτηριστικά της θεάς Δήμητρας αποκτώντας άλλοτε το προσωνύμιο Αποσπορίτισσα και άλλοτε Μεσοσπορίτισσα. Παραμένει μάλιστα και το αρχαίο έθιμο της πανσπερμίας, τα πολυσπόρια, όπως το λέμε σήμερα.

Αειπάρθενος, όπως οι αρχαίες θεές Αθηνά και Άρτεμη, ονομάστηκε η Παναγία από τον 6ο αιώνα. Ταυτόχρονα όμως είναι η προστάτις των εγκύων γυναικών που για να έχουν καλό τοκετό κρατούν ένα φυλαχτό-φυτό, «της Παναγίας το χορτάρι», όπως λέγεται. Αρχαίες μητρικές θεότητες ήταν και άλλες: η Αστάρτη, η Λητώ, η Γαία, η Ίσις, με ρίζες που χάνονται στο βάθος της Νεολιθικής εποχής. Αρχέτυπο όλων όμως θεωρείται η Μεγάλη Μητέρα ή Μητέρα Γη ή Μεγάλη Μητέρα Θεά, που κατά τον Γιουνγκ πρόκειται για ένα μητριαρχικό μοντέλο που ενυπάρχει στον άνθρωπο πριν και από την κύηση.

Η Μεγάλη Μητέρα ήταν άλλωστε η κύρια θεότητα στη Μινωική Κρήτη, από κάποια εποχή μάλιστα παράλληλα με τον «νεαρό θεό» (είτε ως «θείο βρέφος» είτε ως σύζυγό της). Σύμφωνα με τον κύκλο της φύσης για τον θάνατο και την αναγέννηση η Μεγάλη Μητέρα παντρεύεται διαρκώς τον νεαρό θεό που γεννιέται και πεθαίνει κάθε χρόνο.

Προστάτις

Στρατηγός των στρατηγών, η Παναγία προστατεύει τους πιστούς της - όπως και η θεά Αθηνά τους Αθηναίους - σε κάθε δύσκολη στιγμή. Το 626, στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από Άβαρους και Πέρσες, οι πιστοί που έχουν συγκεντρωθεί στη Μεγάλη Εκκλησία θα δουν ξαφνικά μπροστά τους την Παναγία να έχει απλώσει προστατευτικά το πέπλο της πάνω από την πόλη (θυμηθείτε τον πέπλο της Αθηνάς στα Παναθήναια). Και η μεγαλύτερη απόδειξη: «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» ψάλλουν οι πολιορκημένοι χριστιανοί στην τελευταία λειτουργία της Αγίας Σοφίας, το 1453.

Ο Ακάθιστος Υμνος ωστόσο μοιάζει κάπως με τις «ισιακές αρεταλογίες», τους ύμνους δηλαδή προς τη θεά Ισιδα, όπως λέει ο καθηγητής Αρχαιολογίας κ. Μιχάλης Τιβέριος. Πολλά από τα χαρακτηριστικά της αιγύπτιας θεάς, που είχε εξελληνιστεί, πέρασαν και στην Παναγία. «Όπως η Παναγία, έτσι και η θεά αυτή απέκτησε μύριες προσωνυμίες, ήταν δηλαδή μυριώνυμη, όπως "παντοκράτειρα" και "βασίλισσα του ουρανού, της γης και του κάτω κόσμου"» σημειώνει ο κ. Τιβέριος.

Η βασιλική του Παρθενώνα

Είναι άγνωστο πότε ακριβώς μετατράπηκε ο Παρθενώνας σε χριστιανικό ναό, το βέβαιο όμως είναι ότι επί Ιουστινιανού (482-565) καθαγιάστηκε και ορίστηκε ως η «καθολική εκκλησία των Αθηνών». Η λατρεία της ειδωλολατρικής παρθένου έδωσε έτσι τη θέση της στη χριστιανή Παρθένο και ο ναός πήρε το όνομα Παναγία Αθηνιώτισσα. Για τον σκοπό αυτόν μάλιστα και προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της νέας λατρείας ο Παρθενώνας υπέστη πολλές επεμβάσεις και μετατράπηκε σε τρίκλιτη βασιλική.

Το κύρος του ναού ήταν μεγάλο, αφού ακόμη και ο Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος γιόρτασε τη νίκη του κατά των Βουλγάρων στην Παναγία Αθηνιώτισσα. Επρόκειτο άλλωστε για περίλαμπρο ναό, με τη χρυσή εικόνα της Παναγίας και θαυμάσια ψηφιδωτά. Μόνο 188 ψηφίδες διασώθηκαν από αυτά και μεταφέρθηκαν το 1848 στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ σήμερα διακρίνονται ελάχιστα ίχνη των αρχικών παραστάσεων. Εκείνο όμως που διασώζεται είναι τα εκατοντάδες χαράγματα με ονόματα στρατηγών, επισκόπων κ.λπ., αλλά και απλές αναγραφές ονομάτων, θανάτων, τίτλοι και επαγγέλματα, προσευχές και συμβολικές παραστάσεις που αναγράφηκαν μέσα στους αιώνες στους κίονες του ναού. Κατά την Άλωση των Αθηνών από τους Λατίνους όμως η εκκλησία συλήθηκε και μετατράπηκε σε καθολική με την ονομασία «Σάντα Μαρία ντι Ατένε», ενώ αργότερα έγινε τζαμί.

Στην υποτιθέμενη ομοιότητα της παράστασης μιας μαρμάρινης μετόπης του Παρθενώνα με τη σκηνή του Ευαγγελισμού οφείλεται εξάλλου η διάσωσή της κατά τον Μεσαίωνα από φανατικούς της νέας θρησκείας που κατέστρεψαν τον αρχαίο διάκοσμο του ναού. Η μετόπη βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Ακρόπολης.

[Της Μαρίας Θερμού από Το Βήμα]

Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Η Θάλασσα του Καρυωτάκη - Ο Κρητικός του Σολωμού

πηγή : http://www.facebook.com/RANTISMENA

Κ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ "ΘΑΛΑΣΣΑ"

Τα σύννεφα τα γιγάντικα φαντάζουν κι ασημένια
στο μολυβένιο ουρανό
σαν τα χτυπά του ήλιου το φως' σαν τα χτυπά ο αγέρας

φεύγουνε πίσω απ' το βουνό.

Κι είναι θερίο η θάλασσα. Το παρδαλό της χρώμα

δίνει της - μπλάβο εκεί μακρυά,
πιο δώθε ανοιχτοπράσινο κι ακόμα δώθε γκρίζο-
κάποια παράξενη θωριά.

Τα κύματα τα πράσινα, τα γκρίζα και τα μπλάβα,

πέρα, απ' του πελάου τα φαρδιά,
τα φέρνει ρήγας ο βοριάς, μπατσίζουνε τα βράχια,
μπατσίζουνε την αμμουδιά.

Τις βάρκες τις ψαρόβαρκες ο φόβος κυβερνήτης

μες στο λιμάνι τις κρατεί'
μα η σκέψη μου όλο σέρνεται στα γαλανά τα πλάτια
μ' ένα χρυσόνειρο δετή.

Σα γλάρος μαυροφτέρουγος πετά η ψυχή μου, σμίγει

με την ψυχούλα του νερού
και τήνε πάει ο άνεμος και τήνε πάει το κύμα
κι είναι παιχνίδι του καιρού.

Κι ενώ πονώ τον πόνο σου και πάω προς το βυθό σου

και χάνομαι με τον αφρό,
ύστερα, στο γαλήνεμα, την ηλιακή χαρά σου,
θάλασσα, δεν θαν τη χαρώ

                                 --------------------------------- 
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ "Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ"

Eκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι·
«αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!».
Tρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπίσω στ’ άλλο,

πολύ κοντά στην κορασιά, με βρόντημα μεγάλο·
τα πέλαγα στην αστραπή κι ο ουρανός αντήχαν,
οι ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές κι αν είχαν.

II
Πιστέψετε π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια,
μά τες πολλές λαβωματιές που μόφαγαν τα στήθια,
μά τους συντρόφους πόπεσαν στην Kρήτη πολεμώντας,
μά την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας.
(Λάλησε, Σάλπιγγα, κι εγώ το σάβανο τινάζω,
και σχίζω δρόμο και τσ’ αχνούς αναστημένους κράζω:
«Mην είδετε την ομορφιά που την Kοιλάδα αγιάζει;
Πέστε, να ιδείτε το καλό εσείς κι ό,τι σας μοιάζει.
Kαπνός δε μένει από τη γη· νιος ουρανός εγίνη.
Σαν πρώτα εγώ την αγαπώ και θα κριθώ μ’ αυτήνη».
«Ψηλά την είδαμε πρωί· της τρέμαν τα λουλούδια,
στη θύρα τής Παράδεισος που εβγήκε με τραγούδια·
έψαλλε την Aνάσταση χαροποιά η φωνή της,
κι έδειχνεν ανυπομονιά για νά ’μπει στο κορμί της·
ο Oυρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος,
το κάψιμο αργοπόρουνε ο κόσμος ο αναμμένος·
και τώρα ομπρός την είδαμε· ογλήγορα σαλεύει·
όμως κοιτάζει εδώ κι εκεί και κάποιονε γυρεύει»).

III
Aκόμη εβάστουνε η βροντή . . . . . .
Kι η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει,
ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα,
σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τ’ άστρα·
κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση
κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό ν’ αφήσει.
Δεν είν’ πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα, φυσώντας
ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας,
όμως κοντά στην κορασιά, που μ’ έσφιξε κι εχάρη,
εσειόνταν τ’ ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι·
και ξετυλίζει ογλήγορα κάτι που εκείθε βγαίνει,
κι ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη.
Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της,
στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.

IV
Eκοίταξε τ’ αστέρια, κι εκείνα αναγαλλιάσαν,
και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν·
κι από το πέλαο, που πατεί χωρίς να το σουφρώνει,
κυπαρισσένιο ανάερα τ’ ανάστημα σηκώνει,
κι ανεί τσ’ αγκάλες μ’ έρωτα και με ταπεινοσύνη,
κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη.
Tότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει,
κι η χτίσις έγινε ναός που ολούθε λαμπυρίζει.
Tέλος σ’ εμέ που βρίσκομουν ομπρός της μες στα ρείθρα,
καταπώς στέκει στο Bοριά η πετροκαλαμήθρα,
όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει·
την κοίταζα ο βαριόμοιρος, μ’ εκοίταζε κι εκείνη.
Έλεγα πως την είχα ιδεί πολύν καιρόν οπίσω,
καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο,
κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου,
καν τ’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου·
ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκειά κι αστοχισμένη,
που ομπρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύναμη προβαίνει.
[Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζει
ξάφνου οχ τα βάθη του βουνού, κι ο ήλιος το στολίζει.]
Bρύση έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα,
κι έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολληώρα,
γιατί άκουσα τα μάτια της μέσα στα σωθικά μου·
έτρεμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη μιλιά μου.
Όμως αυτοί είναι θεοί, και κατοικούν απ’ όπου
βλέπουνε μες την άβυσσο και στην καρδιά τ’ ανθρώπου,
κι ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου μου
πάρεξ αν ήθελε της πω με θλίψη του χειλιού μου:
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
«T’ αδέλφια μου τα δυνατά οι Tούρκοι μού τ’ αδράξαν,
την αδελφή μού ατίμησαν κι αμέσως την εσφάξαν,
το γέροντα τον κύρη μου εκάψανε το βράδυ
και την αυγή μού ρίξανε τη μάνα στο πηγάδι.
Στην Kρήτη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Mακριά ’πό κείθ’ εγιόμισα τες φούχτες μου κι εβγήκα.
Bόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ’χω·
σε γκρεμό κρέμουμαι βαθύ, κι αυτό βαστώ μονάχο».

V
Eχαμογέλασε γλυκά στον πόνο της ψυχής μου,
κι εδάκρυσαν τα μάτια της κι εμοιάζαν της καλής μου.
Eχάθη, αλί μου, αλλ’ άκουσα του δάκρυου της ραντίδα
στο χέρι, που ’χα σηκωτό μόλις εγώ την είδα.―
Eγώ από κείνη την στιγμή δεν έχω πλια το χέρι,
π’ αγνάντευεν Aγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι·
χαρά δεν του ’ναι ο πόλεμος· τ’ απλώνω του διαβάτη
ψωμοζητώντας, κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι·
κι όταν χορτάτα δυστυχιά τα μάτια μου ζαλεύουν,
αργά, κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν,
και μέσα στ’ άγριο πέλαγο τ’ αστροπελέκι σκάει,
κι η θάλασσα να καταπιεί την κόρη αναζητάει,
ξυπνώ φρενίτης, κάθομαι, κι ο νους μου κινδυνεύει,
και βάνω την παλάμη μου, κι αμέσως γαληνεύει.―
Kαι τα νερά ’σχιζα μ’ αυτό, τα μυριομυρωδάτα,
με δύναμη που δέν ειχα μήτε στα πρώτα νιάτα,
μήτε όταν εκροτούσαμε, πετώντας τα θηκάρια,
μάχη στενή με τους πολλούς ολίγα παλληκάρια,
μήτε όταν τον μπομπο-Iσούφ και τσ’ άλλους δύο βαρούσα
σύρριζα στη Λαβύρινθο π’ αλαίμαργα πατούσα.
Στο πλέξιμο το δυνατό ο χτύπος της καρδιάς μου
(κι αυτό μου τ’ αύξαιν’,) έκρουζε στην πλεύρα της κυράς μου.

Aλλά το πλέξιμ’ άργουνε, και μου τ’ αποκοιμούσε,
ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε.
Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν,
και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν,
και τον κρυφό της έρωτα της βρύσης τραγουδάει,
του δέντρου και του λουλουδιού που ανοίγει και λυγάει.
Δεν είν’ αηδόνι κρητικό που σέρνει τη λαλιά του
σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του,
κι αντιβουΐζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα
η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα,
ώστε που πρόβαλε η Aυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια,
κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια.
Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό οπού τ’ αγρίκαα μόνος
στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος,
κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει
και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι·
κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθεριάς ελπίδα
κι εφώναζα: «ω θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα»
κι άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια με καμάρι·
καλή ’ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι.
Λαλούμενο, πουλί, φωνή, δεν είναι να ταιριάζει,
ίσως δε σώζεται στη γη ήχος που να του μοιάζει·
δεν είναι λόγια· ήχος λεπτός . . . . . . .
δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του.
Aν είν’ δεν ήξερα κοντά, αν έρχονται από πέρα·
σαν του Mαϊού τες ευωδιές γιομίζαν τον αέρα,
γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι . . . . . . .
μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Xάρος.
M’ άδραχνεν όλη την ψυχή, και νά ’μπει δεν ημπόρει
ο ουρανός κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη·
με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω
τη σάρκα μου να χωριστώ για να τον ακλουθήσω.
Έπαψε τέλος κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου,
που εστέναξε κι εγιόμισεν οχ την καλή μου·
και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη,
την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη. 

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Εικονοθεραπεία 1

Εσείς μικροί είχατε λεύκωμα;  Εγώ δεν είχα.  Έχω όμως τώρα! 
Είναι κάπως ιδιαίτερο διότι το απαρτίζουν εικόνες από περιοδικά κι εφημερίδες 
ανεξαρτήτως θέματος ύφους είδους κ.λ.π.
Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +-





Βασιλικόδρομος

πηγή : http://www.nea-acropoli-ioannina.gr/istorias/basilikodromos.html

Αναδημοσίευση άρθρου από την Νέα Ακρόπολη

Βασιλικόδρομος

Αποτελεί την αρχαιότερη και σημαντικότερη οδική αρτηρία του Ζαγορίου. Ήταν ένας πλατύς, λιθόστρωτος στο μεγαλύτερο μέρος του, ημιονικός δρόμος, που οδηγούσε από τη Θεσσαλία ή τη δυτική Μακεδονία στη Μονή Βοτσάς, μέσα από τα ορεινά περάσματα του Μετσόβου. Εκεί διακλαδιζόταν, και ένα τμήμα του οδηγούσε προς τα Ιωάννινα, ενώ το άλλο περνούσε μέσα από το κεντρικό Ζαγόρι και οδηγούσε προς το Δυτικό, την κοιλάδα του Καλαμά και το Ιόνιο.

Ο βασιλικόδρομος συνέδεε, δηλαδή, την Ήπειρο με την Αλβανία, την Ιταλία, τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δ’ Πωγωνάτος, επιστρέφοντας από την Ιταλία στην Κωνσταντινούπολη, πέρασε απ’ αυτόν το δρόμο και στάθμευσε στο Ανατολικό Ζαγόρι, στο σημείο όπου έκτισε τη Μονή Βοτσάς. Υπολείμματα αυτού του δρόμου σώζονται σήμερα στο Κεντρικό και κυρίως Ανατολικό Ζαγόρι.
Joomla SEF URLs by Artio

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω  

Τα κύματα του παρελθόντος

πηγή : http://www.minoas.gr/book-3393.minoas

Λογοτεχνία - Σύγχρονη Ξένη Λογοτεχνία - Κοινωνικό

Τα κύματα του παρελθόντος

Συγγραφέας: ΝΤΕΛΑΧΑΝΤ ΜΕΓΚΑΝ
Mεταφραστής: ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΓΩΓΩ
Κατηγορία: Λογοτεχνία - Σύγχρονη Ξένη Λογοτεχνία - Κοινωνικό
Σειρά:
Ημ/νία πρώτης έκδοσης: 03/2012
Σελίδες: 304
ISBN: 978-960-481-707-8
Κωδικός: 35188
Διαστάσεις: 14,2 x 20,4 εκ.
Αξιολόγηση:  -
Τιμή: €15,00
Ξεφυλλίστε τις πρώτες σελίδες!



Σύντομη περιγραφή
Στα ίχνη ενός πατέρα που δεν γνώρισε ποτέ, η Λένα, μια Αυστραλέζα καθηγήτρια χορού, ξεκινά, με παρέα τον μικρό γιο της, ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο για να αντιμετωπίσει την αλήθεια της ζωής της. Θέλει να γνωρίσει τον Έλληνα πατέρα της και να κατανοήσει τα αίτια της απουσίας του.

Στην Ελλάδα, ο Αντρέας έχει καταδικάσει τον εαυτό του στην απομόνωση ενός νησιού προκειμένου να αποκοπεί από τα επώδυνα βιώματα και τα λάθη του παρελθόντος, που φτάνουν πίσω στη δεκαετία του ’60. Πληγωμένος και γεμάτος τύψεις, παλεύει να κρατήσει το παρελθόν μακριά.

Όταν το παρόν και το παρελθόν σμίγουν, οικογενειακά και προσωπικά μυστικά βγαίνουν στην επιφάνεια. Καθώς τα κύματα του κρυφού παρελθόντος κατακλύζουν τη Λένα και τον Αντρέα, εκείνοι τολμούν να κοιτάξουν τις σκιές της ζωής τους αναζητώντας κάπου μια ακτίνα φωτός. 
 
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Η Ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων (8)

Από παλιό περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση"
Έχω μαζέψει τα περισσότερα τμήματα από ένα αξιόλογο υλικό
Είναι ένα θέμα μεγάλης σημασίας για τους Έλληνες
Πρόκειται για την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων
Στα τρυπημένα σημεία λέει "του" "κλείσιμο" 
Για μεγέθυνση πατάτε με ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό + -


Μάγος είναι ο πιτσιρίκος;

 Από παλιό περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση" (Σεπτέμβριος 2004)
Στα τρυπημένα σημεία λέει "ενδιαφέρον" "ξεχωρίζουν" "χαρά μου"
Για μεγέθυνση πατάτε το ροδάκι ανοίγει νέα καρτέλα με φακό + -

Το αδιέξοδο

Από παλιό περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση" ένα άρθρο ψυχολογίας. 
Στα τρυπημένα σημεία λέει "σύμφωνα με" "συνήθως" "εξωτερικού" 
Για να μεγενθύνετε πατάτε  το ροδάκι  και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό + - 
 

Δημοφιλείς αναρτήσεις