Τρίτη 6 Αυγούστου 2013

ΤΑ «ΙΟΥΛΙΑΝΑ» ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ

Δευτέρα, 5 Αυγούστου 2013
Οι 35 νεκροί Τούρκοι στρατιώτες στην πολιορκία της ομάδας του καπετάν Μητρούση, στο καμπαναριό της εκκλησίας στα Καμενίκια Σερρών, το πρωί της 14ης Ιουλίου 1907, ήταν από μόνο του ένα πολύ σοβαρό γεγονός για να προκαλέσει τη μήνιν της Υψηλής Πύλης.

Όμως τους Τούρκους αξιωματούχους δεν τους εξόργισε τόσο ούτε και η συμπλοκή της τουρκικής στρατο-χωροφυλακής με το 11μελές αντάρτικο σώμα του 25χρονου Στενημαχιώτη καπετάν Μακούλη, την ίδια ημέρα στη Δοβίστα Σερρών,...
που είχε ως αποτέλεσμα την εξολόθρευση, πλην ενός, των Μακεδονομάχων. Η Υψηλή Πύλη έπνεε τα μένεα, γιατί κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις διαπιστώθηκε ότι πολλοί κάτοικοι των Δαρνακοχωρίων και της πόλης των Σερρών εμπλέκονταν στον Μακεδονικό Αγώνα.

Μόνον από τη Δοβίστα συνελήφθησαν περισσότερα από 150 άτομα και άλλα 100 από τα γύρω χωριά, με την κατηγορία της συμμετοχής ή της υπόθαλψης αντάρτικων ομάδων. Ηταν η πρώτη φορά που οι τουρκικές αρχές είχαν απτές αποδείξεις για την εμπλοκή σε τόσο μεγάλη κλίμακα του ελληνικού πληθυσμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 6ου Γραφείου της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, στην περιοχή των Σερρών και της Στρώμνιτσας στο ελληνικό δίκτυο άμυνας ήταν 143 οπλίτες και 270 άτομα επιμελητείας.

Οι επιπτώσεις υπήρξαν ραγδαίες σε όλα τα επίπεδα. Ενημερώθηκαν οι πρεσβευτές των «Μεγάλων Δυνάμεων» στην Κωνσταντινούπολη και ζητήθηκε από τον Τούρκο πρέσβη στην Αθήνα να προβεί σε αυστηρό διάβημα για την καταστολή της δράσης των Μακεδονικών σωμάτων. Η κατάσταση μύριζε κυριολεκτικά μπαρούτι. Ο Ελληνας πρόξενος στη Θεσσαλονίκη, Λάμπρος Κορομηλάς, μόλις πληροφορήθηκε για τις συμπλοκές στις Σέρρες και τη Δοβίστα, μπήκε στη διπλωματική άμαξα και έφυγε για το Βόλο, ενώ ο πρόξενος των Σερρών, Αντώνιος Σακτούρης, έψαχνε τρόπους διαφυγής.
«Βιέννη, Τρίτη πρωία – Τηλεγραφήματα εκ Κωνσταντινουπόλεως αναγγέλουσιν ότι τη απαιτήσει των Μεγάλων Δυνάμεων η Τουρκία απηύθυνε προς τον εν Αθήναις πρεσβευτήν αυτής μακρόν τηλεγράφημα προσκαλούσα αυτόν να προβή εις αυστηρά διαβήματα παρά τη Ελληνική κυβερνήσει προς καταστολήν των Μακεδονικών σωμάτων.


»Το τηλεγράφημα τούτο ανακοινωθέν και εις τας Ευρωπαϊκάς Κυβερνήσεις δημοσιεύεται παρ' όλων των εφημερίδων και εμποιεί ζωηροτάτην εντύπωσιν δια τον κατηγορηματικόν τόνον.
»Λέγεται ότι ο πρεσβευτής της Τουρκίας πλην των άλλων αξιώσεων των διατυπουμένων εις το τηλεγράφημα εζήτησεν όπως εντός 24 ωρών ανακληθή ο εν Θεσσαλονίκη Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος κ. Κορομηλάς».

Ο Λάμπρος Κορομηλάς υπήρξε ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη και ψυχή του
Μακεδονικού Αγώνα έως και τον Ιούλιο του 1907, που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Προξενείο μετά τα γεγονότα στις Σέρρες και τη Δοβίστα

Η μη ανάκληση
Μπορεί σήμερα οι ενέργειες της τότε ελληνικής κυβέρνησης να δείχνουν διπλωματικό επαρχιωτισμό, αλλά έπρεπε με κάθε θυσία να μην ικανοποιηθεί η τουρκική απαίτηση για ανάκληση του Κορομηλά, αλλά και ο Ελληνας πρόξενος να μην ξαναπατήσει το πόδι του στη Θεσσαλονίκη!

Η ελληνική κυβέρνηση, λοιπόν, αντέκρουσε τους ισχυρισμούς της Υψηλής Πύλης ότι ο Ελληνας πρόξενος της Θεσσαλονίκης οργάνωνε τη δράση των ελληνικών σωμάτων στη Μακεδονία και δεν έδωσε απάντηση στο αίτημα για ανάκλησή του από το Γενικό Προξενείο Θεσσαλονίκης. Ο Κορομηλάς βρισκόταν από τετραημέρου στην Αθήνα και «είτε οσφρανθέντος την απειλήν της Τουρκίας, είτε τυχαίως επανελθόντος λύει ευκόλως το ζήτημα, αφού πρόκειται περί εκτελέσεως γεγονότος τετελεσμένου ήδη». Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε!

Οι τουρκικές αντιδράσεις άρχισαν να παίρνουν τη μορφή τελεσιγράφου με την έμμεση απειλή πολέμου που διατυπώθηκε:
«Εν αντιθέσει προς τας υφισταμένας συνθήκας και προς τας διαβεβαιώσεις τας δοθείσας υπό του υπουργού των Εξωτερικών και του προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου της Ελλάδος ο αριθμός των ενόπλων ελληνικών ομάδων εν Μακεδονία αυξάνει από ημέρας εις ημέραν… Οι Ελληνες υπουργοί είνε αρκούντως συνετοί δια να μη αγνοώσι πού θα φέρη η κατάστασις αύτη εν τέλει από της απόψεως των δύο χωρών».

Το δράμα του Σακτούρη
Η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε απλώς ότι έληξε η θητεία του Λάμπρου Κορομηλά και συνεπώς δεν επρόκειτο να επανέλθει στη Θεσσαλονίκη. Και ναι μεν ο Κορομηλάς τη γλίτωσε, ο Σακτούρης όμως πέρασε εφιαλτικές στιγμές, καθώς μέχρι το Νοέμβριο που έγινε στη Θεσσαλονίκη η μεγάλη δίκη των συλληφθέντων –παραπέμφθηκαν τελικά περίπου 150 άτομα– οι ανακριτικές αρχές διέρρεαν σταγόνα σταγόνα τα στοιχεία της προανάκρισης. Ολοι γνώριζαν ότι ο Σακτούρης ήταν ο ιθύνων νους του «όλου πράγματος» στην ανατολική Μακεδονία.

Εγραψε ο Σακτούρης στα απομνημονεύματά του:
«Οι Τούρκοι προέβησαν εις αθρόας συλλήψεις των ομογενών κατοίκων των παρά τας Σέρρας Ελληνικωτάτων χωρίων, Νταρνακοχωρίων. Η δίωξις ήτο αγριοτάτη. Εις πλέον των 150 ανήλθον οι συλληφθέντες. Και μεταξύ αυτών ήσαν οι πρόκριτοι, οι οποίοι υπεβλήθησαν εις φρικώδη βασανιστήρια δια να μαρτυρήσουν… Ολόκληρος η περιφέρεια υπεβλήθη εις μαρτύρια και ενομίσαμεν ότι ολόκληρος η εκεί οργάνωσις της αμύνης εξηφανίσθη».

Ο Σακτούρης αναγκάστηκε να μεταβεί στη Θεσσαλονίκη για να παραπονεθεί στον «περιφερειάρχη», στον ευφυέστατο Χιλμή πασά, ο οποίος του είπε το μνημειώδες: «Κύριε Σακτούρη, τα μεγάλα ζητήματα, απαιτούν μεγάλας θυσίας. Πώς θέλετε να πάρετε την Μακεδονίαν, χωρίς θυσίας;».

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
Ιστορικού - ερευνητή

ΠΗΓΕΣ:www.agelioforos.gr
krasodad.blogspot.gr

Ναζίμ Χικμέτ Το κοριτσάκι της Χιροσίμα





Ναζίμ Χικμέτ Το κοριτσάκι της Χιροσίμα

Εγώ είμαι, εγώ είμαι που χτυπάω την πόρτα σας
Εδώ ή αλλού, χτυπάω όλες τις πόρτες
Ω, μην τρομάζετε καθόλου πούμαι αθώρητη
Κανένας μια μικρή νεκρή δε μπορεί νάιδει.

Εδώ και δέκα χρόνια εδώ καθόμουνα
Στη Χιροσίμα ο θάνατος με βρήκε
Κ’ είμαι παιδί, τα εφτά δεν τα καλόκλεισα,
Μα τα νεκρά παιδιά δε μεγαλώνουν.

Πήραν πρώτα φωτιά οι μακριές πλεξούδες μου
Μου καήκανε τα χέρια και τα μάτια
Ολη- όλη μια φουχτίτσα στάχτη απόμεινα
Την πήρε ο άνεμος κι αυτή σ’ ένα ουρανό συγνεφιασμένο.

Ω, μη θαρρείτε πως ζητάω για μένα τίποτα,
Κανείς εμένα δε μπορεί να με γλυκάνει
Τι το παιδί που σαν εφημερίδα κάηκε
Δε μπορεί πια τις καραμέλες σας να φάει.

Εγώ είμαι που χτυπάω την πόρτα σας, ακούστε με,
Φιλέψτε με μονάχα την υπογραφή σας
Ετσι που τα παιδάκια πια να μη σκοτώνονται
Και να μπορούν να τρώνε καραμέλες.

Μετάφραση του Γιάννη Ρίτσου

Νίκος Τσιφόρος (Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 27 Αυγούστου 1909-Αθήνα 6 Αυγούστου 1970)



Νίκος Τσιφόρος.jpgO Νίκος Τσιφόρος (Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 27 Αυγούστου 1909 - Αθήνα 6 Αυγούστου 1970) υπήρξε ένας από τους πιο εξαίρετους δημοσιογράφους, θεατρικούς συγγραφείς, σεναριογράφους αλλά και σκηνοθέτες.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1909. Δυο χρόνια αργότερα η οικογένεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Από τα έντεκά του χρόνια ο Νίκος Τσιφόρος άρχισε να ασχολείται μανιωδώς με το γράψιμο, ενώ την πρώτη του επιθεώρηση την έγραψε το 1928 για ένα θερινό θέατρο στη Φρεαττύδα. Η πρώτη του αυτή προσπάθεια απέτυχε αλλά ο Νίκος δεν απογοητεύτηκε. Αφού πήρε το πτυχίο της Νομικής, εργάστηκε για δυο χρόνια στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στη συνέχεια παραιτήθηκε για να μπαρκάρει στα καράβια. Ως το 1939 άλλαζε συνέχεια επάγγελμα, αλλά συνέχιζε να γράφει δημοσιεύοντας κείμενά του σε διάφορα έντυπα. Η πρώτη μεγάλη του επιτυχία ήρθε το 1944 όταν ο θίασος του Δημήτρη Χορν και της Μαίρης Αρώνη αποφάσισε να ανεβάσει στο θέατρο Ακροπόλ το θεατρικό έργο του Τσιφόρου «Η πινακοθήκη των ηλιθίων». Τέσσερα χρόνια αργότερα, την περίοδο 1948-49 έκανε και την πρώτη του ταινία, η οποία προβλήθηκε με τον τίτλο «Τελευταία αποστολή», σε σενάριο και σκηνοθεσία δική του.

Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε με διάφορες εφημερίδες (Φιλελεύθερος, Βήμα, Ελεύθερος Κόσμος) και περιοδικά (Τραστ, Ρομάντσο, Ταχυδρόμος, Πάνθεον), ενώ έγραψε πάνω από 40 θεατρικά έργα και περισσότερα από 80 σενάρια. Κάποια αυτά τα έγραψε μόνος του και άλλα σε συνεργασία, κυρίως με τον Πολύβιο Βασιλειάδη, με τον οποίο δημιούργησαν ένα από τα πιο σημαντικά δίδυμα θεατρικών συγγραφέων.

Ο Τσιφόρος πέθανε στις 6 Αυγούστου 1970.
Έργο
Συγγραφικό Έργο

Άνθρωποι και ανθρωπάκια
Βιβλικά χαμόγελα
Διηγήματα
Ελληνική κρουαζιέρα
Ελληνική μυθολογία
Εμείς και οι Φράγκοι
Εορταστικά
Η Αθήνα σήμερα - Κρουαζιέρες μέσα στην ιστορία
Η γυναίκα κουρσάρος
Η Ιστορία της Αθήνας
Η πινακοθήκη των ηλιθίων
Θεότρελα ρεπορτάζ
Ιστορία της Αγγλίας
Ιστορία της Γαλλίας
Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών
Μίλων Φιρίκης
Ο Γκιούλιβερ στη χώρα των Γιγάντων - Ο Γκιούλιβερ στη χώρα των νάνων
Ο κόσμος κι ο κοσμάκης
Ο πρώτος Τσιφόρος
Ο σατανάς ινκόγνιτο
Οι μυστικές εταιρίες
Όμορφη Θεσσαλονίκη
Παραμύθια πίσω από τα κάγκελα
Σταυροφορίες
Στηβ το χαρούμενο κάθαρμα
Τα παιδιά της πιάτσας
Τα παλιόπαιδα τ' ατίθασα
Τα ρεμάλια ήρωες (ή Οι Κονκισταδόροι)
Τζιμ κακής ποιότητος
Το τυχερό μου αστέρι
Χρονογραφήματα

Κινηματογράφος
Σκηνοθεσία

Ο Κλέαρχος η Μαρίνα και ο κοντός (1960)
Τρεις κούκλες κι εγώ (1960)
Ο θησαυρός του μακαρίτη (1959)
Ο λεφτάς (1958)
Ο γυναικάς (1957)
Τρεις ντεντέκτιβς (1957)
Τσιγγάνικο αίμα (1956)
Γλέντι, λεφτά και αγάπη (1955)
Η ωραία των Αθηνών (1954)
Ο άνεμος του μίσους (1954)
Το ποντικάκι (1954)
Ο πύργος των ιπποτών (1952)
Το παιδί μου πρέπει να ζήσει (1951)
Έλα στο θείο (1950)
Τελευταία αποστολή (1949)
Χαμένοι άγγελοι (1948)
http://el.wikipedia.org/wiki/Νίκος_Τσιφόρος

Άντι Γουόρχολ (Andy Warhol [Andrew Warhola], 6 Αυγούστου 1928 — 22 Φεβρουαρίου 1987)



Andy Warhol by Jack Mitchell.jpgO Άντι Γουόρχολ (Andy Warhol [Andrew Warhola], 6 Αυγούστου 1928 — 22 Φεβρουαρίου 1987) ήταν Αμερικανός πολυσχιδής καλλιτέχνης, ζωγράφος, γλύπτης, κινηματογραφιστής, συγγραφέας και συλλέκτης, πρωτοπόρος του κινήματος της Ποπ Αρτ
Γόνος μεταναστών από τη Σλοβακία που εγκαταστάθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια. Την περίοδο 1945-9 σπούδασε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Κάρνεγκι και κατόπιν εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε αρχικά σαν σχεδιαστής παπουτσιών όπου και τον πρόσεξε ο πασίγνωστος τότε γκαλλερίστας Αλέξανδρός Ιόλας και τον προώθησε στο περιοδικό Glamour σαν εικονογράφο. Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και αρχικά ήταν επηρεασμένη από θέματα διαφημίσεων, καθημερινά αντικείμενα και την εικονογραφία των κόμικς, δίνοντας τα πρώτα δείγματα γραφής της Ποπ Αρτ. Με πίνακες που απεικόνιζαν κουτιά σούπας της εταιρείας Κάμπελ ή μπουκάλια Κόκα Κόλα, απέκτησε μεγαλύτερη φήμη και μέχρι το 1963 παρήγαγε μαζικά τέτοιου τύπου επιτηδευμένα κοινότοπες αναπαραστάσεις καταναλωτικών προϊόντων, καθώς και προσωπογραφίες διασημοτήτων - μεταξύ αυτών και αρκετά πρόσωπα που αποτελούσαν σύμβολα της αμερικανικής ποπ κουλτούρας - σε φανταχτερά χρώματα και συχνά ως μεταξοτυπίες.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο Γουόρχολ αφοσιώθηκε στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας ταινίες που χαρακτηρίζονταν από τη διάθεση πειραματισμού και πρόκλησης, το ερωτικό στοιχείο και ενίοτε την ασυνήθιστη διάρκειά τους. Στα πιο γνωστά έργα του ανήκουν τα The Chelsea Girls (1966), Eat (1963), My Hustler (1965) και Blue Movie (1969). Στην ταινία Empire (1964), διάρκειας οκτώ ωρών με πλάνα αποκλειστικά του Empire State Building σε πραγματικό χρόνο, ο Γουόρχολ παρουσίασε στην πιο ακραία μορφή της, τη δική του αισθητική τού βαρετού. Από το 1962 μέχρι το 1968, εργαστήριο του αποτέλεσε ένας χώρος που στο παρελθόν στέγαζε εργοστάσιο, και για αυτό ονομάστηκε Factory. Σύντομα εξελίχθηκε σε τόπο συγκέντρωσης διασημοτήτων, καλλιτεχνών, μελών της αβάν γκαρντ και αντεργκράουντ κουλτούρας, τοξικομανών, ομοφυλόφιλων, μουσικών και φιλότεχνων. Μετά από απόπειρα δολοφονίας του στο Factory από τη Βαλερί Σολάνας, στις 3 Ιουνίου του 1968, ο Γουόρχολ κράτησε αποστάσεις από τον αντισυμβατικό περίγυρό του, συναναστρεφόμενος περισσότερο με πλούσια μέλη της υψηλής κοινωνίας. Από το έργο του στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, ξεχωρίζουν οι κατά παραγγελία προσωπογραφίες που τύπωνε ως μεγεθύνσεις φωτογραφιών Polaroid, πολλές από τις οποίες αφορούσαν πολιτικές φυσιογνωμίες και διασημότητες του Χόλυγουντ. Στη δεκαετία του 1980, συνεργάστηκε με τον Φραντσέσκο Κλεμέντε και τον νεοεξπρεσιονιστή ζωγράφο Ζαν Μισέλ Μπασκιά. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε εκ νέου με τη ζωγραφική, δίνοντας μια σειρά πινάκων βασισμένων σε θρησκευτικά θέματα της αναγέννησης, όπως ο Μυστικός Δείπνος (1986).

Πέθανε το Φεβρουάριου του 1987, στην πόλη της Νέα Υόρκης, μετά από επιπλοκές κατά τη διάρκεια επέμβασης αφαίρεσης της χολής του. Ο Γουόρχολ υπήρξε συστηματικός συλλέκτης έργων, κυρίως κοσμημάτων, διακοσμητικής και λαϊκής τέχνης, τα οποία δημοπρατήθηκαν μετά το θάνατό του. Το Μουσείο Άντι Γουόρχολ, με πλούσια συλλογή έργων του, εγκαινιάστηκε το 1994 στο Πίτσμπουργκ.
Συγγραφικό έργο

Andy Warhol’s Index (New York, 1967)
A: A Novel (New York, 1968)
The Philosophy of Andy Warhol (From A to B and Back Again) (1975)
Andy Warhol’s Exposures (1979)
POPism: The Warhol ’60s (1983)
America (1985)
The Andy Warhol Diaries (1989)
http://el.wikipedia.org/wiki/Άντι_Γουόρχολ

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Το Ψοφίμι Χρονογράφημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, δημοσιευμένο στην εφημερίδα Νέον Άστυ στις 5 Αυγούστου 1906....



Χρονογράφημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, δημοσιευμένο στην εφημερίδα Νέον Άστυ στις 5 Αυγούστου 1906....

Ένα σπαρταριστό στιγμιότυπο της «νεοελληνικής παθολογίας» από την πέννα του μεγάλου συγγραφέα.


― Παρακαλώ, κύριε αστυφύλακα· εδώ απάνω, στο φράχτη, κοντὰ στον δρόμο, έχουν ρίψει ένα ψοφίμι, ένα μεγάλο σκυλί… Με τέτοια ζέστη, Ιούλιον μήνα… Θα μας κολλήσῃ πανούκλα όλους εδώ… Ίσα-ίσα στο ψήλωμα, εδώ, που είν᾿ ἐξοχικὸ μέρος… όπου έρχονται οι άνθρωποι να πάρουν λίγον αέρα καθαρόν!...
Ο ομιλών ―ο κύριος Α.― ήτο παχύμισθος υπάλληλος της Κυβερνήσεως. Το δημόσιον του έδιδε, δια τας εκδουλεύσεις του, υπὲρ τας τριακοσίας δραχμὰς τον μῆνα. Αλλὰ τας δραχμὰς αυτὰς τας εθεώρει ως ιερὰς και δεν απεφάσιζε ν᾿ αποκόψῃ λεπτὰ δι᾿ ένα πτωχὸν λούστρον, όπως σκάψῃ λάκκον και θάψῃ το ψοφίμι. Τοιαύτη θυσία θα του εφαίνετο ίσως μάλλον ιεροσυλία. Η δε οικία του έκειτο πλησιέστατα εκεί, και ήτο ο πρώτος ενδιαφερόμενος.
Όθεν απηυθύνθη εις τον υπ᾿ αριθ. 3 χιλιάδας τόσα αστυφύλακα. Ο αστυφύλαξ εφόρει λευκά, κι εσύχναζεν εις το εγγὺς καφενεδάκι. Απήντησε δε λίαν προθύμως και φιλοφρόνως:
― Μάλιστα· τώρα, να πούμε εις ένα αστυφύλακα ―μπορώ να πάω κι εγω― να πάρῃ κι ένα σκουπιδιάρη, να παν’ να το πετάξουν αποκεί.
Κι εκάθισε στο καφενεδάκι, δια να διαβάσῃ τα νέα της ημέρας.
Εν τω μεταξὺ ο κύριος Α. απηυθύνθη, εν απουσία του καφετζή, προς τον υπάλληλον του καφενείου, και του είπε:
― Δεν σας ήρθε σας η βρώμα;… Ειπὲ του κυρ Τάσου (το όνομα του καφετζή) να λάβῃ τα μέτρα του… δια να μην αρρωστήσῃ όλος αυτὸς ο κόσμος που έρχεται να πάρῃ τον αέρα του εδώ επάνω.
Ο μικρὸς υπάλληλος έσεισε την κεφαλήν, ως να ήθελε να είπῃ: «Δεν βαρυέσθε: Καὶ ποιός θα φροντίσῃ; Ό,τι εφροντίσατε σεις, ο πρώτος που ανεκαλύψατε αυτὸ το σπάνιον φαινόμενον».

Ο αστυφύλαξ, ως να εκεντρίσθηκε από την δευτέραν αυτὴν αναψηλάφησιν του ζητήματος, εσηκώθη, εκοίταξε τριγύρω, και ευτυχώς εξάνοιξε μακρὰν ένα συνάδελφόν του, βαίνοντα εις πλάγιόν τινα δρόμον. Τον έκραξε, κι εκεῖνος ήλθε.
― Να σου πω, του λέγει: πας στο Τμήμα, να πης του σκοπού, να πη του σταθμάρχη, να στείλη ένα αστυφύλακα, να βρη ένα σκουπιδιάρη, να παν’ εδῶ παραπάνω, που λέει ο κύριος εδώ… είν᾿ ένα σκυλὶ ψόφιο… να το πάρουν απ᾿ εκεί, να το πετάξουν πουθενά;
― Καλά…
Και ο δεύτερος αστυφύλαξ εκινήθη βραδύς, κατερχόμενος τον δρόμον.

Την νύκτα, όταν ο κ. Α. απεσύρετο δια να απέλθῃ οίκαδε, εις το φως της
σελήνης, έστρεψε τα όμματα και την ρίνα προς το μέρος όπου είχεν ιδεί το δυσάρεστον πράγμα το πρωί. Τὸ ψοφίμι ήτο ακόμη εκεί, αναδίδον λοιμώδη οσμήν.
Ο άνθρωπος, εν μεγάλῃ αδημονία, έκλεισε τα παράθυρά του, κι εκοιμήθη. Την άλλην πρωίαν, εις τὸ μικρὸν καφενεῖον ηύρε πάλιν τον αστυφύλακα.
― Δεν εκάματε τίποτε για το ψοφίμι που σας είπα;
― Μάλιστα· έστειλα είδηση στον σκοπό… ν᾿ αναφέρῃ στο σταθμάρχη… να στείλη ένα αστυφύλακα ―μπορούσα να πάω κι εγώ― να πάρη ένα σκουπιδιάρη, να παν να λάβουν μέτρα… Και δεν το πέταξαν;
― Πεταμένο είναι από προχθές· μάλλον έπρεπε να το θάψουν.
― Ας είναι, θα φροντίσω· τώρα πάω στο Τμήμα.
Την εσπέραν, όταν ο κυβερνητικὸς υπάλληλος επανήρχετο εις την οικίαν του, το ψοφίμι ήτο πάντοτε εκεί, δηλητηριάζον τον αέρα με την δυσωδίαν του.
Το πρωί, ο κ. Α. προς τον πρώτον αστυφύλακα:
― Μα δεν έγινε τίποτε για το ψοφίμι… Ζήτημα, βλέπω, κατήντησε κι αυτό… Καλὰ που δεν συνεδριάζει πλέον ἡ Βουλή, δια να γίνῃ επερώτησις…
― Τί; Δεν το σήκωσαν αποκεί; Περίεργο! Εγω έλαβα μέτρα. Ας είναι, ησυχάσατε. Σήμερα, χωρὶς άλλο. Πάω επίτηδες να τους βιάσω, να στείλουν ένα αστυφύλακα ―μπορώ να πάω και μόνος μου― με ένα σκουπιδιάρη…

Την επομένην νύκτα, ακόμη το ψοφίμι ήτο εκεί. Ευτυχώς είχε συννεφιάσει, και ήστραπτε ραγδαίως προς τον μαίστρον, εις τὰ ΒΔ του ορίζοντος. Ο κ. Α. μόλις επρόλαβε να φθάσῃ εις την οικίαν, να κλείσῃ τα παράθυρα, κι ενέσκηψε σφοδροτάτη θύελλα, άνεμος και βροχή, δροσιστικὴ και παρήγορος.

Το πρωί, ανάμεσα εις το ηλλοιωμένον υγρὸν έδαφος, μόλις εφαίνοντο πλέον τα ἴχνη τοῦ θνησιμαίου σκύλου, ολίγα μόνον γυμνὰ κόκκαλα του σκελετού· η ραγδαία βροχὴ είχε παρασύρει τας σαπρὰς σάρκας, και είχε διαλύσει την δυσοσμίαν.

Κι έτσι δεν έγινεν επερώτησις εις την Βουλήν. Μόνον έγινε χρονογράφημα εις εφημερίδα.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/anthology/82#ixzz2b4qUYRM2

Νιλς Χένρικ Άμπελ (Niels Henrik Abel, 5 Αυγούστου 1802–6 Απριλίου 1829)




Niels Henrik Abel.jpg
Ο Νιλς Χένρικ Άμπελ (Niels Henrik Abel, 5 Αυγούστου 1802–6 Απριλίου 1829) ήταν σημαντικός Νορβηγός μαθηματικός.

Ο Άμπελ γεννήθηκε στο Νέντστραντ (Nedstrand), κοντά στο Φίνεϊ (Finnøy). Ο πατέρας του, Σέρεν Γκέοργκ Άμπελ (Søren Georg Abel), ήταν θεολόγος και φιλόσοφος, ενώ ο παππούς του ήταν Προτεστάντης πάστορας στο Γκιέρσταντ (Gjerstad), κοντά στο Ρίζερ (Risør). Μετά τον θάνατο του παππού, ο πατέρας του διορίσθηκε πάστορας στο Γκιέρσταντ. Η μακρά οικονομική κρίση στη Νορβηγία επηρέασε την οικογένεια όταν ο Νιλς Χένρικ ήταν δεκατριών ετών. Το 1815 εισάχθηκε στο θρησκευτικό σχολείο (katedralskole) της Χριστιανίας. Αρχικώς δεν έδειχνε ενδιαφέρον γιατί αισθανόταν απογοήτευση από το σχολείο, αλλά όλα άλλαξαν όταν, το 1817, ένας νέος καθηγητής των Μαθηματικών, ο Μπερντ Μίχαελ Χόλμποε (Bernt Michael Holmboe), διέκρινε το ταλέντο του Άμπελ στα Μαθηματικά και τον ενθάρρυνε να τα σπουδάσει σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Το 1820 όμως πέθανε ο πατέρας του Νιλς και η οικογένειά του έμεινε άπορη. Ο Χόλμποε τον υποστήριξε με υποτροφία για να μη διακόψει το σχολείο, αλλά και έπεισε τους φίλους του να δώσουν χρήματα για να μπορέσει ο Νιλς να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο. Πράγματι, ο Αμπελ μπήκε στο «Βασιλικό Φρειδερίκειο Πανεπιστήμιο» — το σημερινό Πανεπιστήμιο του Όσλο — το 1821 και πήρε πτυχίο το 1822.
Το έργο του

Αφού επέστρεψε από μία επίσκεψη στον Φέρντιναντ Ντέγκεν και άλλους μαθηματικούς στην Κοπεγχάγη, ο Άμπελ έκανε αίτηση για οικονομική υποστήριξη ώστε να μπορέσει να επισκεφθεί κορυφαίους μαθηματικούς στη Γερμανία και στη Γαλλία. Αντί γι' αυτό, του δόθηκαν πόροι για να μείνει στην πρωτεύουσα της Νορβηγίας για δύο χρόνια, στα οποία έμαθε τη γερμανική και τη γαλλική γλώσσα, ενώ ταυτόχρονα συνέγραψε και δημοσίευσε (1824) το πρώτο του αξιόλογο έργο, με τίτλο Mémoire sur les équations algébriques ou on démontre l'impossibilité de la résolution de l'équation générale du cinquième degré («Υπόμνημα επί των αλγεβρικών εξισώσεων, όπου αποδεικνύεται το αδύνατο της επιλύσεως της γενικής εξισώσεως του πέμπτου βαθμού»). Ενώ οι άλλοι ρωτούσαν «ποια είναι η λύση», ο Άμπελ ρώτησε «υπάρχει λύση;» και απέδειξε την αρνητική απάντηση το 1823 (Θεώρημα Abel–Ruffini). Το έργο ήταν δυσνόητο και δυσανάγνωστο, επειδή και ο αριθμός των σελίδων του περιορίσθηκε πολύ προκειμένου να πέσει το κόστος εκτύπωσης. Μια πιο λεπτομερής απόδειξη δημοσιεύθηκε το 1826 στον πρώτο τόμο του «Περιοδικού του Κρέλε» (Crelle's Journal).

Το 1825 δόθηκε στον Άμπελ μια κρατική υποτροφία που του επέτρεψε να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Τότε πήγε πρώτα στη Γερμανία, όπου επισκέφθηκε τον αστρονόμο Χάινριχ Κρίστιαν Σουμάχερ στην Αλτόνα, σήμερα προάστιο του Αμβούργου. Παρέμεινε επίσης έξι μήνες στο Βερολίνο, όπου γνωρίσθηκε καλά με τον Άουγκουστ Λέοπολντ Κρέλε, που τότε ετοιμαζόταν να ξεκινήσει να εκδίδει το ομώνυμο μαθηματικό περιοδικό του. Ο Άμπελ ενθάρρυνε πολύ το εγχείρημα και συνεισέφερε σημαντικά στην επιτυχία του. Από το Βερολίνο πήγε κατόπιν στο Φράιμπουργκ, όπου πραγματοποίησε τις μεγαλοφυείς του έρευνες στη θεωρία των συναρτήσεων: ελλειπτικές συναρτήσεις, υπερελλειπτικές συναρτήσεις και μία νέα τάξη, γνωστή σήμερα ως αβελιανές συναρτήσεις μελετήθηκαν ιδιαίτερα.
Ο Νιλς Χένρικ Άμπελ και η υπογραφή του

Το 1826 ο Άμπελ πήγε στο Παρίσι, όπου έμεινε δέκα μήνες και συνάντησε κορυφαίους Γάλλους μαθηματικούς. Αλλά ο ίδιος δεν εκτιμήθηκε όσο του άξιζε, καθώς το έργο του ήταν ελάχιστα γνωστό και η μετριοφροσύνη του τον εμπόδιζε να διατυμπανίζει τις έρευνές του. Οι οικονομικές δυσκολίες, που δεν τον εγκατέλειψαν ποτέ στη ζωή του, τον υποχρέωσαν τελικώς να διακόψει τη διαμονή του στο εξωτερικό και να επιστρέψει στη Νορβηγία, όπου δίδαξε για λίγο στο Βασιλικό Φρειδερίκειο Πανεπιστήμιο.
Το τέλος του και η κληρονομιά του

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Παρίσι, ο Άμπελ είχε κολλήσει φυματίωση. Για τα Χριστούγεννα του 1828, ταξίδεψε με έλκηθρο για να επισκεφθεί τη μνηστή του στο Φρόλαντ. Η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε σοβαρά στο ταξίδι αυτό, και παρά μία βελτίωση που τους επέτρεψε να χαρούν τα Χριστούγεννα, σύντομα αρρώστησε πολύ βαριά. Ο Κρέλε στο μεταξύ αναζητούσε μια θέση εργασίας για τον Αμπελ στο Βερολίνο. Κατάφερε να βρει μια θέση καθηγητή πανεπιστημίου και έγραψε ένα γράμμα στον Άμπελ στις 8 Απριλίου 1829 για να του πει τα καλά νέα. Αλλά ήταν πολύ αργά: ο Άμπελ είχε πεθάνει στο Φρόλαντ δύο ημέρες νωρίτερα.

Ο πρόωρος θάνατος αυτού του ταλαντούχου μαθηματικού, για τον οποίο ο Λεζάντρ είχε πει «τι κεφάλι έχει αυτός ο νεαρός Νορβηγός!» (quelle tête celle du jeune Norvégien!), διέκοψε μια πολλά υποσχόμενη σταδιοδρομία. Με τον Άμπελ τα κυρίαρχα σκοτεινά σημεία στην Ανάλυση άρχισαν να ξεκαθαρίζουν και νέα πεδία άνοιξαν στη μαθηματική έρευνα. Τα έργα του, τα περισσότερα από τα οποία πρωτοεμφανίσθηκαν στο περιοδικό του Κρέλε, τα επιμελήθηκε ο Χόλμποε και τα εξέδωσε το 1839 η νορβηγική κυβέρνηση. Μια πληρέστερη έκδοση από τους Λούντβιχ Σίλοου (Ludwig Sylow) και Σόφους Λι έγινε το 1881. Το επίθετο "abelian", που προέρχεται από το όνομά του, καθιερώθηκε τόσο στη μαθηματική καθομιλουμένη, ώστε όχι μόνο εξελληνίσθηκε σε αβελιανός - αβελιανή - αβελιανό, αλλά και γράφεται διεθνώς με μικρό αρχικό «α».

Στις 6 Απριλίου 1929, τέσσερα νορβηγικά γραμματόσημα εκδόθηκαν για τα εκατό χρόνια από τον θάνατό του. Η προσωπογραφία του εμφανίζεται στο τραπεζογραμμάτιο (χαρτονόμισμα) των 500 κρόνερ (version V) που εκδόθηκε στα έτη 1978–1985. Στις 5 Ιουνίου 2002, άλλα τέσσερα νορβηγικά γραμματόσημα εκδόθηκαν για τα διακόσια χρόνια από τη γέννησή του. Υπάρχει ένα άγαλμα του Άμπελ στο Όσλο και ένα ομώνυμο βραβείο θεσμοθετήθηκε το 2002 προς τιμή του.
Πήραν το όνομά του

αβελιανή συνάρτηση
αβελιανή ομάδα
Θεώρημα του Άμπελ
αβελιανή κατηγορία
αβελιανή πολλαπλότητα
αβελιανός μετασχηματισμός
Ταυτότητα του Άμπελ
Ανισότητα του Άμπελ
Εξίσωση Άμπελ
Ο μεγάλος κρατήρας Άμπελ στο νότιο ημισφαίριο της Σελήνης
Το Βραβείο Άμπελ
http://el.wikipedia.org/wiki/Νιλς_Χένρικ_Άμπελ

Πως να συντηρήσουμε τα βότανά μας

http://www.back-to-nature.gr/2013/01/blog-post_8884.html

Πως να συντηρήσουμε τα βότανά μας




Για να μπορούμε να απολαμβάνουμε φρέσκα βότανα από τον κήπο μας για αρκετούς μήνες η παραδοσιακή μέθοδος είναι να τα αποξηράνουμε ή και να τα καταψύξουμε! Η αποξήρανση είναι εύκολη και αποδοτική μέθοδος συντήρησης των βοτάνων, αλλά τα βότανα με μεγαλύτερο ποσοστό υγρασίας ενδέχεται να μουχλιάσουν πριν ξεραθούν. Για αυτά τα βότανα, όπως ο βασιλικός, ο μαϊντανός, το πράσο, το σπανάκι η καλύτερη λύση είναι να τα αποθηκεύσετε φρέσκα στην κατάψυξη. Τα φύλα θα γίνουν σκληρά, αλλά η γεύση τους θα μείνει ανέπαφη για πολλούς μήνες! Αντίθετα με τα αποξηραμένα βότανα, των οποίων η γεύση γίνεται πιο «συμπυκνωμένη» όσο αποξηραίνονται, τα κατεψυγμένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις ίδιες αναλογίες με τα φρέσκα.









Συντήρηση με κατάψυξη: Μπορείτε να καταψύξετε τα βότανά σας ακολουθώντας τις παρακάτω δύο μεθόδους:




Ξηρή κατάψυξη


  1. Κόψτε τα πιο φρέσκα, υγιή φύλλα
  2. Πλύνετε τα, αν χρειάζεται, και στεγνώστε τα με χαρτί κουζίνας
  3. Απλώστε τα φύλλα σε ένα πιάτο ή σε λαδόκολλα. Έτσι δε θα κολλήσουν μεταξύ τους όταν τα καταψύξουμε.
  4. Καλύψετε το πιάτο και βάλτε το στην κατάψυξη.
  5. Όταν ψυχθούν καλά, τοποθετήστε τα φύλλα σε αεροστεγή σακούλα και βάλτε τα πίσω στην κατάψυξη. Τα παγωμένα φύλλα δε θα κολλήσουν μεταξύ τους. 


Κατάψυξη σε παγάκι


  1. Τα δύο πρώτα βήματα είναι τα ίδια με παραπάνω.
  2. Στριμώξτε δύο – τρία φύλλα ή μια κουταλιά ψιλοκομμένο βότανο μέσα στις θήκες μιας παγοθήκης. Φροντίστε ώστε τα φύλλα να είναι όσο το δυνατόν βυθισμένα μέσα στο νερό. Θα έχουν την τάση να επιπλέουν, αλλά μην ανησυχείτε, αυτό θα το φροντίσουμε στο επόμενο βήμα. Μισογεμίστε τις θήκες με νερό και τοποθετήστε την παγοθήκη στην κατάψυξη.
  3. Όταν τα βοτανο-παγάκια μας έχουν σχεδόν πήξει, συμπληρώστε τις θήκες με νερό. Τα φύλλα δε θα επιπλέουν πια! Βάλτε την παγοθήκη ξανά στην κατάψυξη.
  4. Όταν έχουν «γίνει» τα παγάκια, αφαιρέστε τα και τοποθετήστε τα μέσα σε αεροστεγής σακούλες κατά προτίμηση.
  5. Για να χρησιμοποιήσετε τα βότανα, ρίξτε ολόκληρο το παγάκι μέσα στο φαγητό! 





Συντήρηση με αποξήρανση


Η αποξήρανση είναι μέθοδος κατάλληλη για βότανα, τα οποία δεν περιέχουν πολύ μεγάλο ποσοστό υγρασίας, όπως το δεντρολίβανο, ο άνηθος, η ρίγανη, το φασκόμηλο και άλλα. 




Αποξήρανση των βοτάνων


  1. Κόβουμε τα υγιή κλαράκια από το φυτό
  2. Απομακρύνουμε τα ξηρά ή άρρωστα φύλλα
  3. Τα τινάζουμε μαλακά για να διώξουμε τυχόν ανεπιθύμητους επισκέπτες, όπως έντομα ή ζουζούνια!
  4. Αν το θεωρούμε απαραίτητο, τα ξεπλένουμε με νερό και τα στεγνώνουμε με χαρτί κουζίνας (για τη ρίγανη αυτή η πρακτική δεν ενδείκνυται!).
  5. Απομακρύνουμε τα φύλλα που βρίσκονται στο κάτω μέρος του κλαριού, σε απόσταση μέχρι και3 εκατοστάπερίπου.
  6. Κάνουμε ματσάκια των 4-5 κλαριών. Χρησιμοποιούμε σπάγκο ή λαστιχάκι για να τα πιάσουμε μεταξύ τους. Καθώς αποξηραίνονται, το ματσάκι θα «μαζεύει» και ο σπάγκος θα χαλαρώνει. Οπότε θυμηθείτε να τσεκάρετε περιοδικά τα ματσάκια σας σε αυτή τη φάση. Αν θέλετε να αποξηράνετε βότανα με σχετικά μεγάλο ποσοστό υγρασίας, φτιάξτε μικρά ματσάκια.
  7. Πάρτε μια χάρτινη σακούλα, όπως αυτές που βρίσκετε στα μανάβικα, και ανοίξτε της αρκετές τρύπες. Γράψτε πάνω στη σακούλα το όνομα του βοτάνου που αποξηραίνετε.
  8. Τοποθετήστε το ματσάκι ανάποδα μέσα στη σακούλα.
  9. Πιάστε το άνοιγμα της σακούλας μαζί με το άκρο του ματσακίου και δέστε τα μαζί. Φροντίστε τα βότανα που έχετε τοποθετήσει μέσα στη σακούλα να μη στριμώχνονται!
  10. Δέστε τη σακούλα, ώστε να κρέμεται με το άνοιγμά της προς τα πάνω, σε ένα ζεστό δωμάτιο που αερίζεται.
  11. Τσεκάρετε σε μία εβδομάδα για να δείτε πως προχωράει η αποξήρανση των βοτάνων σας. Συνεχίστε να τσεκάρετε ανά εβδομάδα, μέχρι τα βότανα να αποξηραθούν τελείως. 


Αποθήκευση των αποξηραμένων βοτάνων μας


  1. Χρησιμοποιήστε αεροστεγή δοχεία. Τα βαζάκια από διάφορες έτοιμες σάλτσες ή άλλα προϊόντα που αγοράζουμε περιοδικά είναι ιδανικά! Κάνουμε και επαναχρησιμοποίηση…
  2. Βάλτε ταμπελάκι σε κάθε δοχείο με το όνομα του βοτάνου και την ημερομηνία αποθήκευσης.
  3. Τα βότανά σας θα διατηρήσουν καλύτερα το άρωμά τους αν τα τοποθετήσετε ως έχουν μέσα στο δοχείο (πχ ολόκληρα φύλλα) και τα τρίψετε κατά τη χρήση.
  4. Αν κάποια φύλλα μοιάζουν σάπια κατά το ελάχιστο, απομακρύνετέ τα. Δε θέλουμε να ρισκάρουμε να μας καταστρέψουν όλη μας τη δουλειά!
  5. Τοποθετήστε τα δοχεία σε ένα δροσερό, ξηρό μέρος, μακριά από το φως του ήλιου.
  6. Τα αποξηραμένα βότανα έχουν μέγιστη διάρκεια ένα έτος. Καθώς χάνουν το χρώμα τους χάνουν παράλληλα και το άρωμά τους.
  7. Όσον αφορά στη δοσολογία: χρησιμοποιούμε ένα κουτάλι τριμμένο αποξηραμένο βότανο για κάθε ένα κουτάλι φρέσκου.


Πηγή: www.homefarming.gr

Μελένικο 5.8.1913 – 5.8.2013 Της Ρίτσας Μασούρα


 
Με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τον μεγάλο ξεριζωμό – Μελένικο 5.8.1913 – 5.8.2013
Της Ρίτσας Μασούρα

Διαβάστε το άρθρο : http://ritsmas.wordpress.com/2013/08/04/με-αφορμή-τη-συμπλήρωση-εκατό-χρόνων-α/

λίγα λόγια για το βιβλίο:
Ένα ταξίδι στο θρυλικό Μελένικο, στον "Μυστρά του Βορρά", γίνεται αφορμή για να ζωντανέψει το παρελθόν της βυζαντινής αυτής πόλης, κέντρου του Ελληνισμού, όπως το έζησαν γνωστές οικογένειες που βίωσαν την ακμή και την πτώση του. Έρχονται έτσι στο φως σημαντικοί σταθμοί στην πολυτάραχη πορεία του από τον καιρό του Ρήγα και της Φιλικής Εταιρείας ως τους Βαλκανικούς πολέμους και την καταστροφή του τον Αύγουστο του 1913, όταν οι χιλιάδες κάτοικοί του πήραν το δρόμο της προσφυγιάς. Πρόσωπα πραγματικά και φανταστικά, μέσα από την ατομική τους ζωή φανερώνουν πτυχές της νεοελληνικής ιστορίας που μένουν συχνά στη σκιά ή στο περιθώριο. Παράλληλα, μια νεαρή κοπέλα κι ένας φοιτητής θα γνωρίσουν την τωρινή μορφή της πόλης, που "χτίστηκε μέσα στα βουνά", κατά τον ελύτειο στίχο, θα προβληματιστούν με την παράξενη συμπεριφορά ενός γέροντα "μάντη" και θα ξεδιαλύνουν τα προσωπικά τους αισθήματα. Το ταξίδι αυτό θα σημάνει την αρχή ενός νέου έρωτα.

http://www.bigbook.gr/index.php?lang_id=1&mode=singleBook&book_id=172094

Σαν σήμερα 5 Αυγούστου 1824


Ναυμαχία της Σάμου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πήδηση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Ναυμαχία της Σάμου
Ελληνική Επανάσταση του 1821
Zografos-Makriyannis 03.jpg
«Ναυμαχίαι γενικαί των Ελλήνων».
Πίνακας του Παναγιώτη Ζωγράφου
Χρονολογία 5 Αυγούστου 1824
Τόπος Σάμος
Έκβαση οπισθοχώρηση των Οθωμανών
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Χοσρέφ Πασάς
Δυνάμεις
1η μοίρα: 35 καράβια,
2η μοίρα:
300 διαφόρων μεγεθών
Η Ναυμαχία της Σάμου ήταν μια ιστορική ναυμαχία που έλαβε χώρα στη θαλάσσια περιοχή της Σάμου εξ ου και η ονομασία της, μεταξύ των δύο συνασπισμένων στόλων των ελληνικών νήσων Ύδρας και Σπετσών, κατά του Οθωμανικού στόλου στις 5 Αυγούστου του 1824, κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, με περιφανή νίκη του τότε Ελληνικού Ναυτικού.

Η εξέλιξη των γεγονότων

Μετά την καταστροφή των Ψαρών ο οθωμανικός στόλος υπό τον Χοσρέφ Πασά είχε αποσυρθεί στην Μυτιλήνη και διέμεινε περίπου ένα μήνα. Τότε ο Χοσρεφ Πασάς ειδοποίησε τους Σαμίους με κάποιον Άγγλο υπήκοο πλοίαρχο του στόλου του να δηλώσουν υποταγή και δεν θα έχουν να φοβηθούν τίποτα. Οι Σάμιοι στη συνέλευσή τους απέκρουσαν την πρόταση του Χοσρέφ έτσι ο φόβος των Ελλήνων ήταν μεγάλος, ότι μετά από αυτό και η Σάμος θα κινδύνευε. Την ίδια εκείνη εποχή οι Σάμιοι άρχισαν να αποκρούουν με επιτυχία διάφορες αποβατικές επιχειρήσεις των Τούρκων στη περιοχή του Καρλοβασίου και στο ακρωτήριο Κότσικα κοντά στο Βαθύ. Ακολούθως ο Ελληνικός στόλος παίρνοντας δάνειο περί τις 90 χιλιάδες δίστηλα[1] ετοιμάστηκε η μεν πρώτη μοίρα υπό τον Γ. Σαχτούρη με είκοσι επτά Υδραίικα και οκτώ Πετζώτικα πλοία, υπό τον Γ. Ανδρούτζο, η δε δεύτερη μοίρα υπό τον Α. Μιαούλη.

Ναυμαχία

Στις 28 Ιουλίου του 1824 ξεκινάει ο Χοσρέφ Πασάς με σχεδόν ολόκληρο τον οθωμανικό στόλο αποτελούμενο από 300 πλοία και πλοιάρια κατά της Σάμου. Ο δε ανασυγκροτηθείς ελληνικός στόλος άρχισε να πλέει προς την περιοχή όπου η πρώτη μοίρα εντοπίζοντας σαράντα μικρά πλοία, αναμεταξύ τους και είκοσι σακολέβες με Τουρκική σημαία, πλέοντας προς την Σάμο και φέροντας δύο χιλιάδες στρατιώτες προς απόβαση ξημερώθηκε στις 30 Ιουλίου στην Ικαρία. Η Ελληνική μοίρα κατεδίωξε τα καράβια αυτά, και τα ανάγκασε να φύγουν μακρυά ή να πέσουν στην ξηρά. Φτάνοντας στην Μυκάλη είδαν πλήθος στρατευμάτων έτοιμα προς αποβίβαση σε δύο βρίκια και πλήθος μικρών πλοίων. Τα βρίκια κόψανε τις άγκυρες και έφυγαν. Ο Οθωμανικός στόλος βρίσκονταν ελλιμενισμένος πίσω από το ερημονήσι Μαρίνα. Εκεί ο Ελληνικός στόλος τους ανακάλυψε, και αφού έριξε μια κανονιά άραξε και έκανε την μεταγωγή του οθωμανικού στρατού αδύνατη. Τέσσερις ώρες μετά την ανατολή του ήλιου δεκαοκτώ πλοία της πρώτης γραμμής κατέπλευσαν κατά των Ελληνικών. Ο Σαχτούρης έδωσε τότε διαταγή να ναυμαχήσουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το απόγευμα όρμησαν κατά των εχθρών δύο πυρπολικά του Ρομπότση και του Τζάπελα. Οι Τούρκοι φοβήθηκαν και απομακρύνθηκαν. Το ίδιο συνέβη και την επόμενη μέρα. Στις 4 Αυγούστου κατέπλευσε ο Οθωμανικός στόλος κατά του Ελληνικού. 17 πλοία με τον αντιναύαρχο και τον Κανάρη με το πυρπολικό του όρμησαν πάνω στον εχθρό και ναυμάχησαν επί πέντε ώρες, μέχρι που ανάγκασαν τον εχθρό να απομακρυνθεί. Ο Οθωμανικός στόλος μάταια αποπειράθηκε να κινηθεί και τις επόμενες μέρες. Η αγκυροβολια των Ελλήνων συνεχίστηκε για πέντε εβδομάδων χωρίς αποτέλεσμα, και μετά αποχώρησαν.
=======================================
Σαν σήμερα 5 Αυγούστου 1824

Ο ελληνικός στόλος κατατροπώνει τον οθωμανικό στη ναυμαχία της Σάμου.

Στις 28 Ιουλίου του 1824 ξεκινάει ο Χοσρέφ Πασάς με σχεδόν ολόκληρο τον οθωμανικό στόλο αποτελούμενο από 300 πλοία και πλοιάρια κατά της Σάμου. Ο δε ανασυγκροτηθείς ελληνικός στόλος άρχισε να πλέει προς την περιοχή όπου η πρώτη μοίρα εντοπίζοντας σαράντα μικρά πλοία, αναμεταξύ τους και είκοσι σακολέβες με Τουρκική σημαία, πλέοντας προς την Σάμο και φέροντας δύο χιλιάδες στρατιώτες προς απόβαση ξημερώθηκε στις 30 Ιουλίου στην Ικαρία. Η Ελληνική μοίρα κατεδίωξε τα καράβια αυτά, και τα ανάγκασε να φύγουν μακρυά ή να πέσουν στην ξηρά. Φτάνοντας στην Μυκάλη είδαν πλήθος στρατευμάτων έτοιμα προς αποβίβαση σε δύο βρίκια και πλήθος μικρών πλοίων. Τα βρίκια κόψανε τις άγκυρες και έφυγαν. Ο Οθωμανικός στόλος βρίσκονταν ελλιμενισμένος πίσω από το ερημονήσι Μαρίνα. Εκεί ο Ελληνικός στόλος τους ανακάλυψε, και αφού έριξε μια κανονιά άραξε και έκανε την μεταγωγή του οθωμανικού στρατού αδύνατη. Τέσσερις ώρες μετά την ανατολή του ήλιου δεκαοκτώ πλοία της πρώτης γραμμής κατέπλευσαν κατά των Ελληνικών. Ο Σαχτούρης έδωσε τότε διαταγή να ναυμαχήσουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το απόγευμα όρμησαν κατά των εχθρών δύο πυρπολικά του Ρομπότση και του Τζάπελα. Οι Τούρκοι φοβήθηκαν και απομακρύνθηκαν. Το ίδιο συνέβη και την επόμενη μέρα. Στις 4 Αυγούστου κατέπλευσε ο Οθωμανικός στόλος κατά του Ελληνικού. 17 πλοία με τον αντιναύαρχο και τον Κανάρη με το πυρπολικό του όρμησαν πάνω στον εχθρό και ναυμάχησαν επί πέντε ώρες, μέχρι που ανάγκασαν τον εχθρό να απομακρυνθεί. Ο Οθωμανικός στόλος μάταια αποπειράθηκε να κινηθεί και τις επόμενες μέρες. Η αγκυροβολια των Ελλήνων συνεχίστηκε για πέντε εβδομάδων χωρίς αποτέλεσμα, και μετά αποχώρησαν.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Οι ματωμένες μέρες του Ηρακλείου…

http://www.cretalive.gr/history/view/oi-matwmenes-meres-tou-hrakleiou/97897

Οι ματωμένες μέρες του Ηρακλείου…



Τα μεγάλα συλλαλητήρια στις 4 και 5 Αυγούστου 1935 με τουλάχιστον 7 νεκρούς εργάτες και δεκάδες τραυματίες από τα όπλα στρατού και χωροφυλακής.
του Αλέκου Ανδρικάκη
Ήταν Αύγουστος του 1935, τέτοιες μέρες, όταν η ιστορία κατέγραψε μια από τις πλέον μελανές σελίδες της ιστορίας του Ηρακλείου. Μια από τις μεγαλύτερες απεργίες που έγιναν ποτέ στην πόλη (ξεκίνησε στις 4 Αυγούστου από τους σταφιδεργάτες και γενικεύτηκε με τη συμπαράσταση όλων των κλάδων) η οποία συνοδεύτηκε από συλλαλητήρια χιλιάδων εργατών, που διήρκεσαν επί ημέρες, κατέληξε στην εν ψυχρώ δολοφονία και τον τραυματισμό διαδηλωτών, αλλά και αστυνομικών και στρατιωτών που παρατάχθηκαν απέναντι στους απεργούς. Επισήμως οι νεκροί ήταν 7, παρά το γεγονός ότι οι εφημερίδες εκείνες τις ημέρες ενέγραφαν ότι πιθανότατα ήταν πολύ περισσότεροι, καθώς υπήρχαν και αγνοούμενοι. Τα ονόματα των απεργών που σκοτώθηκαν στις 4 και 5 Αυγούστου ήταν τα εξής: Ελευθέριος Βλαντάκης, Ιωσήφ Αδαμάκης, Νικόλαος Ανδρουλάκης, Αιμίλιος Σταμπολής, Αθανάσιος Αντωνογιαννάκης, Δημήτριος Σταμπολής κι ένα ακόμη άτομο που εξακριβωμένα πέθανε 2ή 3 ημέρες αργότερα, αλλά τα στοιχεία του δεν αναφέρονται, καθώς δεν μπόρεσαν να βρεθούν, τουλάχιστο τα πρώτα εικοσιτετράωρα.

Τα δραματικά γεγονότα πήραν πανελλήνιες διαστάσεις, με την κυβέρνηση των Λαϊκών (Τσαλδάρης  πρωθυπουργός και Κονδύλης αντιπρόεδρος και υπουργός Στρατιωτικών) να εφαρμόζει έκτακτα μέτρα περιορισμού των ελευθεριών του λαού και να απειλεί ακόμη και με βομβαρδισμό της πόλης! Η περίοδος που ακολούθησε άνοιξε, στην ουσία, το δρόμο στον Μεταξά για την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας.
Σήμερα παρουσιάζουμε  φωτογραφίες από τα δραματικά γεγονότα των ημερών εκείνων, οι οποίες είχαν δημοσιευτεί στις εφημερίδες της εποχής.
Στην πρώτη είναι ένα μέρος μια από τις αιματοβαμμένες διαδηλώσεις του Ηρακλείου.


Στη δεύτερη ένας από τους νεκρούς και ένας τραυματίας. Δεξιά ο νεκρός Ιωσήφ Αδαμάκης και αριστερά ο τραυματίας Χατζάκης, στο Πανάνειο νοσοκομείο.

Επίσης δημοσιεύουμε τα πρωτοσέλιδα δύο εφημερίδων του Ηρακλείου με τα ρεπορτάζ από τα γεγονότα. Είναι η «Ανόρθωσις» της 8ης Αυγούστου και τα «Κρητικά Νέα» της 9ης Αυγούστου.
Από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων της εποχής, που κυκλοφορούσαν με τον «μπαμπούλα» της λογοκρισίας ή ακόμη και της αναστολής της έκδοσής τους αν τα δημοσιεύματα δεν ήταν αρεστά στην κυβέρνηση, πληροφορούμαστε το χρονικό των γεγονότων αλλά και τον κατάλογο των θυμάτων. Ας σημειωθεί ότι οι κυβερνητικές εφημερίδες παρουσίαζαν τις επόμενες μέρες τα γεγονότα ως βενιζελικό κίνημα!


Την απεργία είχε κηρύξει από τις προηγούμενες μέρες το σωματείο των σταφιδεργατών, το οποίο ήταν από τα πλέον δυναμικά και πολυάριθμα, καθώς τότε στο νομό άνθιζε η επεξεργασία σταφίδας και ήταν πολλά τα σταφιδεργοστάσια, τα οποία δούλευαν νύκτα και μέρα, ακόμη και τις Κυριακές. Οι σταφιδεργάτες είχαν απεργήσει δύο ακόμη φορές μέσα στον Ιούλιο, ζητώντας να εφαρμοστεί το ωράριο, να υπάρξουν καλύτερα μεροκάματα και συνθήκες δουλειάς, αλλά και να σταματήσει ο περιορισμός των συνδικαλιστικών και δημοκρατικών ελευθεριών. Η δικτατορία ερχόταν και τα μέτρα της υποτίθεται δημοκρατικής κυβέρνησης τής έστρωναν το δρόμο…

Κατάληξη των προηγούμενων κινητοποιήσεων ήταν η 4η Αυγούστου, όταν οι σταφιδεργάτες κήρυξαν απεργία επ’ αόριστο, ενώ το Εργατικό Κέντρο, που είχε πρόεδρο τον Θοδωρή Πάγκαλο - Παπάζογλου, αλλά και τα πολυμελή συνδικάτα λιμενεργατών, αρτεργατών, τσαγκαράδων κ.α., προχώρησαν την ίδια μέρα σε απεργία, ως ένδειξη συμπαράστασης.

Οι σταφιδεργάτες ξεκινούσαν την απεργία τους από την Κυριακή 4 Αυγούστου. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας είχε προγραμματιστεί συγκέντρωση στο λιμάνι και λίγες ώρες νωρίτερα το Ε.Κ.Η. και πολλά συνδικάτα κήρυξαν γενική απεργία. Έτσι η συγκέντρωση ξεπέρασε κάθε προσδοκία, καθώς οι διαδηλωτές ήταν πάνω από 3.000.

Ο νομάρχης Σπυρίδων Θεοτόκης κατέβηκε στο λιμάνι και στο λιμεναρχείο δέχτηκε επιτροπή των απεργών. Η συνάντηση ήταν χωρίς αποτέλεσμα. Στους διαδηλωτές, οι οποίοι είχαν καθίσει στο έδαφος, μίλησαν μέλη της απεργιακής επιτροπής, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Πάγκαλος-Παπάζογλου, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου, ο Τριαματάκης, γραμματέας, κ.α. Ενώ εξελίσσονταν οι ομιλίες και το συλλαλητήριο φαινόταν ότι θα είναι ειρηνικό, στις 5.30 το απόγευμα, ο διοικητής της χωροφυλακής Παπαευσταθίου πήγε στην περιοχή επικεφαλής όχι μόνο δύναμης χωροφυλάκων αλλά και διμοιρίας στρατού. Στην εμφάνισή τους οι διαδηλωτές εξοργίστηκαν.

Ο Παπαευσταθίου διέταξε να σταματήσουν αμέσως οι ομιλίες και να διαλυθούν οι καθισμένοι (!) διαδηλωτές, κι όταν αυτό δεν έγινε, έδωσε εντολή στους χωροφύλακες να τους χτυπήσουν με τους υποκόπανους των όπλων τους. Οι απεργοί εξαγριώθηκαν και άρχισαν να χτυπούν τις δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού με αντικείμενα που έβρισκαν στο γύρω χώρο, καρέκλες, σωλήνες, κεραμίδια.

Οι διαδηλωτές-ο αριθμός των οποίων είχε ξεπεράσει πλέον τους 4.000- ανηφόρισαν από το λιμάνι στην πλατεία Ελευθερίας, προκειμένου να υπογραφεί με τους σταφιδεμπόρους το πρωτόκολλο της συμφωνίας, όπως τους είχε υποσχεθεί ο νομάρχης. Φτάνοντας, όμως, έξω από τη νομαρχία πληροφορήθηκαν ότι οι εργοστασιάρχες δεν είχαν μεταβεί. Η απεργιακή επιτροπή ζήτησε τότε από το νομάρχη να απαντήσει ξεκάθαρα για το τι θα γίνει. Εκείνος βγήκε στον εξώστη της νομαρχίας και, παρά τα όσα τους είχε υποσχεθεί, κάλεσε τους συγκεντρωμένους να διαλυθούν μέσα στα επόμενα 10 λεπτά, διαφορετικά θα τους διέλυαν οι δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας, με βίαιο τρόπο. Ταυτόχρονα έδιωξε από το κτήριο τα μέλη της απεργιακής επιτροπής.

Οι απεργοί δεν διαλύθηκαν και τότε ο νομάρχης διέταξε το στρατό και τη χωροφυλακή να πυροβολούν κατά του πλήθους. Πρώτος, έλεγαν στη συνέχεια πολλοί απεργοί που βρέθηκαν κάτω από τη νομαρχία, έβγαλε το περίστροφο και πυροβόλησε εναντίον τους ο ίδιος ο νομάρχης. Οι διαδηλωτές δέχτηκαν συνεχή πυρά από την ταράτσα της νομαρχίας, από σημεία του δημοτικού κήπου (πλατεία Ελευθερίας), αλλά και από γειτονικά κτήρια. Ακολούθησε πανδαιμόνιο σε όλο το κέντρο της πόλης. Οι περαστικοί ή οι θαμώνες των γειτονικών καφενείων, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στη διαδήλωση, έτρεχαν πανικόβλητοι να προφυλαχθούν. Υπήρξαν τραυματίες στο καφενείο Χανιωτάκη, που βρισκόταν στην πλατεία, ενώ αναφέρεται και το όνομα κάποιου Πρεβελάκη, υπαλλήλου της Εμπορικής Τράπεζας, που τραυματίστηκε ενώ περνούσε τυχαία. Οι απεργοί προσπάθησαν να βοηθήσουν τους τραυματίες, αλλά δέχτηκαν και άλλη ομοβροντία πυρών, με αποτέλεσμα να υπάρξουν και άλλα θύματα.

Οι εφημερίδες έγραφαν ότι σε αυτή την πρώτη επίθεση τραυματίστηκαν συνολικά 25 άνθρωποι, 3 από τους οποίους πέθαναν μετά από λίγο. Ήταν οι πρώτοι νεκροί.

Οι διαδηλωτές φοβισμένοι έτρεχαν προς διάφορες κατευθύνσεις προκειμένου να σωθούν. Εκείνοι που πήγαν προς την πλατεία Νικηφόρου Φωκά (Λιοντάρια) δέχτηκαν νέα πυρά, αυτή τη φορά από τους χωροφύλακες του 1ου αστυνομικού τμήματος που είχαν πάρει σχετική εντολή. Ανάμεσα στους νέους τραυματίες ήταν κι ένας κάτοικος της Ιεράπετρας (Δερμιτζάκης), ο οποίος δεν είχε σχέση με τη διαδήλωση.

Η συγκέντρωση, κάτω από τα δολοφονικά πυρά, διαλύθηκε, αλλά αυτό αποδείχτηκε ότι ήταν προσωρινό, καθώς τα νέα κυκλοφόρησαν σε όλη την πόλη και την ύπαιθρο, όπου βρίσκονταν πολλοί αμπελουργοί για τον τρύγο, και άρχισαν να φτάνουν Ηρακλειώτες από διάφορα σημεία.

«Και το ήρεμον Ηράκλειον, το γεμάτο από τα γέλια της ζωής και την χαράν της αενάου εργασίας, μετεβλήθη εις φρικτήν κόλασιν», έγραφε στις 9 Αυγούστου 1935 περιγράφοντας τα γεγονότα η βενιζελική «Ανόρθωσις». «Τα βογγητά των τραυματιών ανεμιγνύοντο με τα σπαρακτικά κλάματα των μητέρων, των συζύγων και των αδελφών που έχαναν μέσα εις το σκότος του τρόμου τους δικούς των εις ένα θρήνον θλιβερόν και γεμάτον αγωνίαν και απόγνωσιν. Αι κλινικαί εγέμισαν εντός ολίγου από τραυματίας. Έξω, γυναίκες πτωχαί, εθρήνουν. Το θέαμα ήτο σπαραγμός ψυχής. Η πόλις εβυθίσθη εις το πένθος, ένα πένθος γενικόν, βαρύ καταθλιπτικόν».

«Μετά την περισυλλογήν των τραυματιών», συνέχιζε η «Ανόρθωσις», «οι απεργοί απεσύρθησαν καθ’ ομάδας εις τας διαφόρους συνοικίας ενώ κόσμος συγκεντρωμένος εις τας οδούς εξεφράζετο μετ’ αγανακτήσεως δια την σκληρότητα και την απανθρωπίαν των αρχών, αι οποίαι χωρίς συνείδησιν και περίσκεψιν εξαπέλυσαν τον όλεθρον του θανάτου όχι μόνον μεταξύ των απεργών, αλλά και εναντίον του ανυπόπτου και φιλησύχου πλήθους των περιπατητών της πλατείας και των οδών.

Περί την 10ην νυκτερινήν, μετά τας πρώτας εντυπώσεις, οι εργάται συνελθόντες εκ του πανικού και του τρόμου των, συνεκεντρώθησαν προ των εκκλησιών της Αγ. Τριάδος, της Αγ. Παρασκευής και του Αγίου Μηνά, παλιού και νέου, και ανελθόντος εις κωδωνοστάσια ήρχισαν να κρούουν τους κώδωνας και να καλούν και να καλούν το πλήθος εις συναγερμόν. Πράγματι εις την πλατείαν Αγίου Μηνά συνεκεντρώθησαν περί τας δύο χιλιάδας εργατών οίτινες και παρέμειναν εκεί καθ’ όλην σχεδόν την νύκτα αναμένοντες το ξημέρωμα της Δευτέρας.

Εν τω μεταξύ αι κωδωνοκρουσίαι εσυνεχίσθησαν μέχρι της 4ης πρωινής δημιουργούσαι εις τους κατοίκους της πόλεως βαρύ συναίσθημα πένθους και καταθλιπτικής αγωνίας, γεμάτο από τρόμον και φρίκην.

Έτσι εν μέσω της γενικής συγχύσεως, του τρόμου, της φρίκης, της αγωνίας και των σπαραγμών και των θρήνων των οικογενειών των τραγικών θυμάτων, διέρρευσεν η νύξ της Κυριακής και εξημέρωσεν η Δευτέρα».
Νέες μάχες στις 5 Αυγούστου
Την επομένη, Δευτέρα 5 Αυγούστου, η τραγωδία στην πόλη συνεχίστηκε. Ταυτόχρονα στο Ηράκλειο έφτασε ο αρχηγός της χωροφυλακής από την Αθήνα, καθώς και ο γενικός διοικητής Κρήτης της χωροφυλακής από τα Χανιά στρατηγός Μπακόπουλος. Παράλληλα, μετά από αίτημα του νομάρχη Θεοτόκη, μετακινήθηκε στην πόλη επιπλέον δύναμη στρατού 250 οπλιτών και αξιωματικών από τα Χανιά και το Ρέθυμνο.
Έγραφε στο ρεπορτάζ της η «Ανόρθωσις» για τα γεγονότα της δεύτερης μέρας:
«Από της πρωίας αμέσως αι κωδωνοκρουσίαι επανήρχισαν και οι εργάται προσήρχοντο και πάλιν καθ’ ομάδας εις τον Άγιον Μηνάν και την αγοράν παρά το Καμαράκι. Και εντός ολίγου είχον συγκεντρωθή περί τας τέσσερας χιλιάδας εργατών κινουμένων από το Καμαράκι μέχρι Χανίων Πόρτας.
Δύναμις στρατού επιχειρήσασα να τους διαλύση εδέχθη επίθεσιν και ηναγκάσθη να αποχωρήση ατάκτως ατάκτως αφοπλισθείσα. Οι απεργοί, έχοντες τα όπλα των στρατιωτών, δύο οπλοπολυβόλα και εν πολυβόλον, επί πλέον δε και άλλα όπλα τα οποία διήρπασαν εκ του οπλοπωλείου κ Ν. Πρατσινάκη ή Ντάλια, έγιναν πλέον κύριοι της καταστάσεως. Μεταξύ αυτών και των περιπόλων του στρατού και της χωροφυλακής συνήπτοντο, μόλις συνηντώντο, αληθείς μάχαι, πάντοτε δε επεκράτουν οι απεργοί, καθ’ ο πολυαριθμότεροι».

Οι αρχές έθεσαν σε κατάσταση πολέμου της δυνάμεις στρατού και χωροφυλακής, ενώ τις ενημερωνόταν διαρκώς ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γεώργιος Κονδύλης και με τη σειρά του ενημέρωνε τον ευρισκόμενο στο εξωτερικό πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη. Ο Τσαλδάρης βρισκόταν τότε στη Σερβία όπου συναντιόταν με τον εκπρόσωπο των τότε έκπτωτων από την Ελλάδα Γλύξμπουργκ, πρίγκιπα Νικόλαο.
Είχε πλέον ξημερώσει για τα καλά στο Ηράκλειο, όταν εξελίχθηκε μια ακόμη μάχη, που κράτησε επί ώρες. Χωροφύλακες είχαν συγκεντρωθεί στο γνωστό, στο τότε Ηράκλειο, κεντρικό φούρνο του Τσουβαλίδη, πυροβολώντας κατά του πλήθους, που ανταπέδωσε. Οι απεργοί έστησαν οδοφράγματα Συνέπεια ήταν να σκοτωθεί ένας απεργός κι ένας ανύποπτος νεαρός και να τραυματιστούν αρκετοί άλλοι, ανάμεσα στους οποίους ήταν δύο χωροφύλακες. Η δύναμη των τελευταίων σταμάτησαν να πυροβολούν όταν εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά τους και διέφυγαν από την πίσω πόρτα του φούρνου.

«Καθ’ όλον το πρωί της Δευτέρας, μέχρι της μεσημβρίας, από της πλατείας Νικηφόρου Φωκά κατά μήκος της οδού Ίδης και λεωφόρου Καλοκαιρινού μέχρι της Πύλης Χανίων, διεξήγετο αληθής μάχη, ερρίφθησαν δε χιλιάδες πυροβολισμών, εκ των οποίων πολλοί εφονεύθησαν και ετραυματίσθησαν εκατέρωθεν», έγραφε η «Ανόρθωσις». «Συγχρόνως, εκ διαφόρων επικαίρων σημείων, πολυβόλα έβαλλον κατά των κωδωνοστασίων του Αγίου Μηνά επί των οποίων είχαν ανέλθει απεργοί και έκρουον συνεχώς τους κώδωνας, δίδοντες το σύνθημα του συναγερμού. Τα καταστήματα είχον κλείση, η πόλις είχεν ερημωθεί παρουσιάζουσα όψιν πόλεως ευρισκομένης εις πολεμικήν ζώνην. Τέλος αι κρατικαί δυνάμεις απεχώρησαν και εκλείσθησαν εντός των δημοσίων καταστημάτων».
Οι διαδηλώσεις και οι επιθέσεις της χωροφυλακής και του στρατού ολοκληρώθηκαν μετά από μια συμφωνία του γενικού διοικητή Κρήτης της χωροφυλακής και ομάδας της επιτροπής των απεργών (δεν συμφώνησαν όλα τα μέλη της) για την προώθηση των αιτημάτων στην κυβέρνηση και τους εργοδότες.

Τον πραγματικό όμως λόγο της λήξης της απεργίας και των διαδηλώσεων θα πρέπει να τον αναζητήσουμε στο κλίμα τρομοκρατίας που κορυφώθηκε, τόσο στο Ηράκλειο, όσο και σε ολόκληρη την Ελλάδα και είχε ως συνέπεια δεκάδες συλλήψεις συνδικαλιστών και εκτόπισή τους στη Γαύδο και σε άλλα νησιά. Μεταξύ των άλλων είχαν συλληφθεί τις πρώτες ώρες οι εργάτες και συνδικαλιστές Παπάζογλου, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου, Τριαματάκης, γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Πουρλής, Μεχφιούτ, Κανεκουσάκης, Καμπανάρης, Μανουσάκης, Σταματάκης (αναφέρεται και δεύτερος συλληφθείς με το ίδιο επώνυμο), Καλιατάκης, Μουργιανός, Μαρινέλης, Τουρλουνάκης, Μαρκάκης κ.α. Συνελήφθη επίσης στα Χανιά σαν ηθικός αυτουργός των γεγονότων ο περιοδεύων, όπως αναφερόταν, συντάκτης αθηναϊκών εφημερίδων Γιαννικόπουλος.

Ακολούθησαν και πολλές άλλες συλλήψεις τις επόμενες μέρες και τους επόμενους μήνες, καθώς ήδη, σταδιακά, επιβαλλόταν η δικτατορία Μεταξά.

Τα γεγονότα του Ηρακλείου πυροδότησαν έκρηξη αντιδράσεων σε ολόκληρη τη χώρα, με απεργίες που κήρυξαν τα συνδικάτα και τα Εργατικά Κέντρα, αλλά και με πανελλαδικές κινητοποιήσεις που κήρυξε η ΓΣΕΕ, η ηγεσία της οποίας επίσης οδηγήθηκε στις φυλακές. Η κυβέρνηση απάντησε με σκληρά μέτρα και τρομοκρατία. Εκτός από τις συλλήψεις και τις εκτοπίσεις συνδικαλιστών, που επισήμως αναφέρονταν ως προληπτικές (!) έκλεισαν και εφημερίδες μη αρεστές στο καθεστώς.

Κανείς από τους υπεύθυνους της σφαγής δεν διώχθηκε. Μόνο ο διοικητής της χωροφυλακής Παπαευθυμίου μετατέθηκε από το Ηράκλειο μερικές μέρες αργότερα.

Δημοφιλείς αναρτήσεις