Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

Σαν σήμερα το 1912


Φωτογραφία του χρήστη Ἑλληνοϊστορεῖν.
Ἑλληνοϊστορεῖν
Σαν σήμερα το 1912, μετά από 527 χρόνια τουρκικού ζυγού, την ημέρα εορτής του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μηνά, απελευθερώνεται η πόλη της Καστοριάς.
Ο αιμοσταγής Μπεκήρ Αγά και οι τουρκαλβανοί ληστές Μπούτκα και Αράπη, επέμεναν να πυρπολήσουν την πόλη πριν αναχωρήσουν. Όμως ο Μεχμέτ Πασάς και οι μπέηδες της πόλεως τους εμπόδισαν, γνωρίζοντας ότι αυτή η πράξη θα είχε δραματικό αντίκτυπο στους τούρκους πολίτες. Οι Καστοριανοί εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκαν, ετοιμάζοντας ελληνικές σημαίες και φαγητά για να υποδεχθούν τον Ελληνικό Στρατό, κάνοντας παράλληλα δεήσεις στον Άγιο Μηνά καθώς ξημέρωνε η εορτή του.
(Εικόνα: Υποδοχή του βασιλιά Κωνσταντίνου Α' μετά την απελευθέρωση. Την αλιεύσαμε από το ωραιότατο ιστολόγιο http://istorikakastorias.blogspot.gr/)
[Κείμενο: Η απελευθέρωση της Καστοριάς από τον Ελληνικό Στρατού (http://ellinoistorin.gr/?p=5717)]
[Ἑλληνικό Ἡμερολόγιο http://ellinoistorin.gr/]

Αγιος Μηνάς


Αγιος Μηνάς


ηράκλειο ναός άγιος μηνάς και μικρός άγιος μηνάς  
Αεροφωτογραφία με τον Αγιο Μηνά (Νο 1), τον καθεδρικό ναό του Ηρακλείου,
τον παλιότερο "μικρό" Αγιο Μηνά (Νο 2) και την Αγία Αικατερίνη (Νο 3)

Ο Αγιος Μηνάς είναι ο προστάτης άγιος (πολιούχος) του Ηρακλείου και η μνήμη του γιορτάζεται στις 11 Νοεμβρίου, μέρα αργίας στο Ηράκλειο. Για να φτάσετε στον καθεδρικό ναό του Αγίου Μηνά από την Πλατεία Κορνάρου, θα προχωρήσετε στην Οδό Βικέλα και στη συνέχεια στην οδό Αγίου Μηνά. Η απόσταση είναι 5-10 λεπτά το πολύ.
Μπροστά από τον ναό του Αγίου Μηνά υπάρχει μια μεγάλη πλακόστρωτη πλατεία. Δεξιά είναι το κτίριο της Αρχιεπισκοπής Κρήτης, ενώ αριστερά βρίσκεται η πρώτη (μικρή) εκκλησία του Αγίου Μηνά. Η πρώτη εκκλησία του Αγίου Μηνά, ο μικρός Αγιος Μηνάς όπως λένε οι ντόπιοι σήμερα, χτίστηκε το 1735 και στέγασε για πρώτη φορά μετά την τουρκική κατάκτηση, την άστεγη μέχρι τότε μητρόπολη της Κρήτης.
Δίπλα στον Αγιο Μηνά βρίσκεται επίσης η Αγία Αικατερίνη και η πλατεία της Αγίας Αικατερίνης.

Ο Αγιος Μηνάς προστάτης του Ηρακλείου

saint minas - agios minas
Ο Άγιος Μηνάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου αιώνα μ.Χ. από γονείς ειδωλολάτρες, αλλά έγινε χριστιανός από την εφηβική του ηλικία. Οταν ενηλικιώθηκε αποφάσισε να κάνει καριέρα στον Ρωμαϊκό στρατό και υπηρέτησε σαν αξιωματικός στο Ρωμαϊκό ιππικό στην Μικρά Ασία. 
Το 303 μ.Χ. ξεκίνησε διωγμός των Χριστιανών από τον Διοκλητιανό και τον Μαξιμιανό, που κράτησε μέχρι το 311 μ.Χ. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να βασανίζουν τους χριστιανούς προκειμένου να τους κάνουν να απαρνηθούν την πίστη τους.
Ο Άγιος Μηνάς, πιστός στην πίστη του, παραιτήθηκε από τον Ρωμαϊκό στρατό και ασκήτεψε στα βουνά. Σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, θείο όραμα του αποκάλυψε ότι είχε φτάσει η ώρα να μαρτυρήσει. Εγκατέλειψε την προστασία του βουνού και κατέβηκε στην πόλη, όπου μπροστά στους ειδωλολάτρες δήλωσε ότι είναι Χριστιανός.
Συνελήφθη, οδηγήθηκε στη φυλακή και βασανίστηκε φρικτά.  Τον μαστίγωσαν, τον έγδαραν και τον έσυραν γυμνό σε δρόμο με κοφτερές πέτρες.  Παρά το φρικτό μαρτύριο του, ο άγιος δεν δέχτηκε να αρνηθεί την πίστη του και στο τέλος αποκεφαλίστηκε.
Ο Αγιος Μηνάς καθιερώθηκε πολιούχος του Ηρακλείου την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Η διαφορετική θρησκεία Κρητικών και Τούρκων υπήρξε κύρια αιτία βιαιοπραγιών από τους μουσουλμάνους εναντίων των χριστιανών. Η παράδοση μας λέει ότι το Πάσχα του 1826 ενώ οι χριστιανοί ήταν μαζεμένοι στο ναό και παρακολουθούσαν τη λειτουργία της Ανάστασης, όχλος μουσουλμάνων προετοίμαζε σφαγή εναντίον τους, η οποία αποφεύχθηκε με την επέμβαση ενός ηλικιωμένου αξιωματικού καβαλάρη. Ο καβαλάρης αυτός έμοιαζε με το πρωτοπαλίκαρο των Τούρκων, τον Αγιάν Αγά, που τους ηρέμησε και τους απέτρεψε από τη σφαγή των χριστιανών. Την επέμβαση αυτή του μυστηριώδη καβαλάρη, οι χριστιανοί την απέδωσαν σε θαύμα του Αγίου Μηνά, πιστεύοντας ότι ήταν αυτός που παρουσιάστηκε στους Τούρκους και όχι ο Αγιάν Αγάς. Ομως, ακόμη κι αν οι Τούρκοι είχαν δίκιο και δεν ήταν ο Άγιος Μηνάς ο έφιππος αξιωματικός, ήταν θαύμα ο Τούρκος διώκτης των χριστιανών (Αγιάν Αγάς) να λειτουργήσει σαν προστάτης τους την τελευταία στιγμή.
Από τότε ο Αγιος Μηνάς απεικονίζεται έφιππος ως Ρωμαίος στρατηγός και τιμάται ως προστάτης της πόλης του Ηρακλείου. Αναφέρει ο Γεώργιος Συλλαμιανάκης, στο βιβλίο του "Αγιος Μηνάς" το 1939, πως όχι μόνο οι Χριστιανοί θεωρούσαν προστάτη της πόλης τον Αγιο Μηνά αλλά και οι Τούρκοι, οι οποίοι αντίκριζαν τον Αγιο με φόβο και σεβασμό.
Για τη σχέση του Ηρακλείου με τον προστάτη άγιο του έγραψε και ο Καζαντζάκης:
"... Ολάκερη η πολιτεία ήταν ένα φρούριο, η κάθε ψυχή ήταν κι αυτή ένα φρούριο αιώνια πολιορκούμενο κι είχε καπετάνιο ένα Αγιο, τον "Αγιο Μηνά, τον προστάτη του Μεγάλου Κάστρου. Ενας Αγιος που δεν έμενε μόνο στο εικόνισμά του, κατέβαινε κάθε νύχτα, έβγαινε περιπολία. Σφαλνούσε τις πόρτες, όσες είχαν ξεχάσει οι Χριστιανοί ανοιχτές, σφύριζε στους νυχτοπαρωρίτες να γυρίσουν πια στα σπίτια τους, στέκουνταν απόξω από τις πόρτες κι αφουκράζονταν ευχαριστημένος όταν άκουγε τραγούδι...
....Κι όταν οι Τούρκοι ακόνιζαν τα μαχαίρια τους κι ετοιμάζουνταν να ριχτούν στους Χριστιανούς, πετιόταν ο Αϊ-Μηνάς πάλι από το κόνισμά του να διαφεντέψει τους Καστρινούς...
....Δεν ήταν μονάχα άγιος ο Αϊ-Μηνάς, ήταν ο καπετάνιος τους, καπετάν Μηνά τον έλεγαν και του πήγαιναν κρυφά τ' άρματά τους να τα βλογήσει...".

Θαύματα του αγίου αναφέρονται και σε πιο πρόσφατες εποχές, όπως το ότι ο Αγιος Μηνάς προστάτευσε το ναό του από τον σφοδρό βομβαρδισμό του Ηρακλείου στις 23 Μαίου 1941. Σήμερα έξω από το ναό εκτίθεται η βόμβα που έπεσε στο ναό αλλά δεν εξερράγη.

Αγιος Μηνάς, ο καθεδρικός ναός

αγιος μηνας ηράκλειο ο ναος 

Ο επιβλητικός ναός του Αγίου Μηνά, ένας από τους μεγαλύτερους στην Ελλάδα, θεμελιώθηκε στις 25 Μαρτίου 1862 ως εκδήλωση ευγνωμοσύνης των Ηρακλειωτών για την προστασία που πρόσφερε ο Αγιος στην πόλη. Η θέση στην οποία χτίστηκε, λέγεται ότι υποδείχθηκε από έναν καλόγερο, στον οποίο παρουσιάστηκε ο Άγιος Μηνάς σε όραμα.
Αρχιτέκτονας του ναού ήταν ο ηπειρώτης Αθανάσιος Μούσης, ο οποίος είχε αναλάβει επίσης τον Αγιο Τίτο και τους στρατώνες στην Πλατεία Ελευθερίας, το κτίριο που στεγάζει σήμερα την Νομαρχία Ηρακλείου και τα Δικαστήρια.
Η ανοικοδόμησή του ναού σταμάτησε στη διάρκεια της επανάστασης του 1866 και συνεχίστηκε το 1883. Η προσπάθεια για την ανέγερση του ναού σε τόσο δύσκολους καιρούς υποστηρίχτηκε από όλους τους Ηρακλειώτες με ενθουσιασμό.
αγιος μηνάς ηράκλειο 

Αναφέρεται στην εφημερίδα "Ηράκλειο" της εποχής εκείνης, ότι στο λιμάνι του Ηρακλείου έφτασε ιστιοφόρο που μετέφερε οικοδομικά υλικά για το κτίσιμο του ναού. Ωστόσο η επιτροπή που είχε αναλάβει την ανέγερση του ναού, δεν είχε τα χρήματα για να πληρώσει εργάτες να μεταφέρουν τα υλικά από το καράβι στον τόπο της οικοδομής. Το γεγονός αυτό πληροφορήθηκαν οι μαθητές του Ηρακλείου, που με ενθουσιασμό προσφέρθηκαν να ξεφορτώσουν το καράβι και να μεταφέρουν τα υλικά. Στήθηκε έτσι μια ανθρώπινη αλυσίδα από το λιμάνι μέχρι τον Αγιο Μηνά, που με τραγούδια ολοκλήρωσε την κοπιαστική εργασία.
Τα εγκαίνια του ναού έγιναν με μεγαλοπρέπεια το 1895 επί μητροπολίτη Τιμόθεου Καστρινογιαννάκη. Αν και η Κρήτη βρίσκονταν ακόμα υπό τουρκική κατοχή, οι γιορτές για τα εγκαίνια του Αγίου Μηνά κράτησαν 3 μέρες και ολόκληρο το Ηράκλειο είχε γίνει αγνώριστο από τους στολισμούς και τον λαμπρό φωτισμό.
"Σπίτια, σοκάκια και τσαρσά τώρα μορφίσαν όλα,
τώρα που ξετελεύτηκε Αη Μηνάς στη χώρα.
Σαββάτ' αργά και Κυριακή η νύχτα ήτο μέρα απού τα φώτα που 'φτανε και ρίκταν στον αέρα.
Λάμπες, φανάρια και κεριά, χρωματιστά κανδήλια όλη η χώρα ήφεγγε σαν να 'τον μέρα ίδια".

Γιατί το Μηνάς είναι σπάνιο όνομα στο Ηράκλειο

Το όνομα Μηνάς είναι σπάνιο στο Ηράκλειο, και αυτό ακούγεται περίεργο για μια πόλη που έχει τον Αγιο Μηνά σαν προστάτη της. Η αιτία βρίσκεται σε μια παλιά ιστορία, που ελάχιστοι θυμούνται πια.
Τον καιρό του τούρκικου ζυγού ήταν συνηθισμένο να αφήνουν τα νόθα παιδιά στα σκαλιά της εκκλησίας του Αγίου Μηνά. Η εκκλησία φρόντιζε τα παιδιά αυτά, και στα αγόρια έδινε το όνομα Μηνάς, μια και βρέθηκαν μπροστά στην εκκλησία του αγίου. Ετσι για πολλά χρόνια, το όνομα Μηνάς στο Ηράκλειο δήλωνε ότι αυτός που το έφερε ήταν νόθος, οπότε όλοι απέφευγαν να δώσουν στο παιδί τους το όνομα αυτό.

Άγιος Μηνάς Μητρόπολη Ηρακλείου

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη φωτογραφία του χρήστη Νερό Σεληνάρι


Φωτογραφία του χρήστη Νερό Σεληνάρι.
Νερό Σεληνάρι
Στις 11 Νοεμβρίου γιορτάζουμε τον πολιούχο του Ηρακλείου!
Χρόνια πολλά σε όλους!

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

10 Πράγματα που δεν Πρέπει

http://spirossoulis.com/10-pragmata-pou-den-prepei-na-ksanavalete-spiti-sas-meta-ta-30/

10 Πράγματα που δεν Πρέπει να Ξαναβάλετε Σπίτι σας Μετά τα 30

10 Πράγματα που δεν Πρέπει να Ξαναβάλετε Σπίτι σας Μετά τα 30


Τα φοιτητικά σας χρόνια έχουν περάσει εδώ και καιρό. Γιατί, όμως, κουβαλάτε ακόμη διακοσμητικές συνήθειες από τότε; Δείτε ποιες είναι αυτές και ποια είναι τα πράγματα που πρέπει να βγάλετε από το σπίτι σας μετά τα 30 και να μην τα ξαναβάλετε ποτέ.
1.«Προσωρινά» έπιπλα
Συχνά οι άνθρωποι περιμένουν μέχρι να μετακομίσουν στο σπίτι που θα μείνουν “για πάντα” και μέχρι τότε δεν αποφασίζουν να ασχοληθούν με τη διακόσμηση του σπιτιού τους. Αγοράζουν ή δανείζονται πράγματα και έπιπλα για να γεμίσουν απλά το χώρο τους. Όταν, όμως, διανύετε την δεκαετία των 30 καλό είναι να μην ζείτε έτσι. Επενδύστε σε κάποια κλασικά κομμάτια τα οποία θα μπορείτε να παίρνετε μαζί σας όπου κι αν μετακομίσετε.

2. Σταντ για την τηλεόραση
Πετάξτε τα κλασικά στάντ τα οποία έχουν σχεδιαστεί για να βάζετε πάνω τις τηλεοράσεις σας και αγοράστε κάτι το οποίο να παίζει και διακοσμητικό ρόλο πέρα από τον απλά χρηστικό.

3. Αφίσες στους τοίχους (χωρίς κορνίζα)
Στα 30 σας καλό είναι να επενδύσετε τουλάχιστον σε μερικές καλές κορνίζες.

4. Πολύ φτηνά σεντόνια
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένας λόγος να έχετε πολύ φτηνά σεντόνια όσο κι αν είστε. Μόλις, όμως, κλείσετε και τα 30 πρέπει να αρχίσετε να φέρεστε στον εαυτό σας όσο καλύτερα γίνεται αγοράζοντας σεντόνια καλής ποιότητας.

5. Άστρωτο κρεβάτι
Χρειάζεστε μόνο 60 δευτερόλεπτα το πρωί για να στρώσετε το κρεβάτι σας και να ξεκινήσετε την ημέρα σας με μία αίσθηση ικανοποίησης. Γιατί να μην κάνετε τουλάχιστον αυτό;

6. Πλαστικά πιάτα και σερβίτσια
Δε χρειάζεται να χρησιμοποιείτε πλαστικά πιάτα, ποτήρια και μαχαιροπήρουνα παρά μόνο αν κάνετε πάρτι στον κήπο.

7. Η συλλογή με τα σφηνοπότηρα που έχετε κρατήσει από το Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχει λόγος να κρατάτε ακόμα τα σφηνοπότηρα από εκείνη την εποχή εκτός αν είστε ακόμα φοιτητής και μένετε σε εστία.

8. Ένα άδειο τζάκι ή μία άδεια βιβλιοθήκη
Χρησιμοποιείστε λουλούδια, έργα τέχνης και διάφορα αξεσουάρ για να δώσετε ζωή σε οποιαδήποτε επιφάνεια. Αγοράστε ενδιαφέροντα και διασκεδαστικά αντικείμενα για να διακοσμήσετε τους αποθηκευτικούς σας χώρους.

9. Ψεύτικα φυτά και δέντρα
Ακόμα και αν δεν είστε συνεπείς με τα φυτά σας δε χρειάζεται να αγοράζετε τις ψεύτικες εκδοχές τους. Προτιμήστε φυτά που χρειάζονται λίγο νερό και δεν είναι απαραίτητο να ασχολείστε συνέχεια με αυτά.

10. Τα μαξιλάρια που πωλούνται με τους καναπέδες
Είναι βαρετά και δεν είναι απαραίτητο να τα έχετε στους καναπέδες σας. Αγοράστε μαξιλάρια σε διαφορετικά μεγέθη και παίξτε με διαφορετικά χρώματα και υφές.

Meaning is being

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη φωτογραφία του χρήστη The OPA Way.
 
"'Meaning is being,' said the great philosopher-physicist David Bohm. The flip side of this nugget of wisdom is that without positive meaning our life is empty, dull, and a drain on those around us. THE OPA! WAY is a meaning-filled alternative, a doorway to a fulfilling, majestic, and joy-filled existence, seen through the prism of perennial Greek insight."--Larry Dossey, MD, New York Times bestselling author
"' Το νόημα είναι,' Είπε ότι ο μεγάλος φιλόσοφος-Φυσικός ντέιβιντ μπομ. Η άλλη πλευρά αυτής της ψήγμα σοφίας είναι ότι χωρίς θετική έννοια η ζωή μας είναι άδειο, βαρετή, και τους γύρω μας. Ο Όπα! Είναι μια έννοια-γεμάτο εναλλακτική λύση, μια πύλη σε ένα ικανοποιητικό, majestic, και χαρά-γεμάτο ύπαρξη, δει μέσα από το πρίσμα της πολυετείς ελληνική διορατικότητα."-- Ο Λάρι dossey, md, New York Times Bestselling συγγραφέας

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ " Τὸ βλογημένο μαντρί"


ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων)
ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ " Τὸ βλογημένο μαντρί"
Κάθε χρόνο ὁ Ἅγιος Βασίλης τὶς παραμονὲς τῆς Πρωτοχρονιᾶς γυρίζει ἀπὸ χώρα σὲ χώρα κι ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριό, καὶ χτυπᾶ τὶς πόρτες γιὰ νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τὸν δεχτεῖ μὲ καθαρὴ καρδιά. Μία χρονιὰ λοιπόν, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ τράβηξε. Ἤτανε σὰν καλόγερος ἀσκητής, ντυμένος μὲ κάτι μπαλωμένα παλιοράσα, μὲ χοντροπάπουτσα στὰ ποδάρια του καὶ μ᾿ ἕνα ταγάρι περασμένο στὸν ὦμο του. Γι᾿ αὐτὸ τὸν παίρνανε γιὰ διακονιάρη καὶ δὲν τ᾿ ἀνοίγανε τὴν πόρτα. Ὁ Ἅγιος Βασίλης ἔφευγε λυπημένος, γιατὶ ἔβλεπε τὴν ἀπονιὰ τῶν ἀνθρώπων καὶ συλλογιζότανε τοὺς φτωχοὺς ποὺ διακονεύουνε, ἐπειδὴς ἔχουνε ἀνάγκη, μ᾿ ὅλο ποὺ αὐτὸς ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ κανέναν, κι οὔτε πεινοῦσε, οὔτε κρύωνε.
Ἀφοῦ βολόδειρε(1) ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ, κι ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ χῶρες πολλὲς κι ἀπὸ χιλιάδες χωριὰ καὶ πολιτεῖες, ἔφταξε στὰ ἑλληνικὰ τὰ μέρη, πού ῾ναι φτωχὸς κόσμος. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ χωριὰ πρόκρινε τὰ πιὸ φτωχά, καὶ τράβηξε κατὰ κεῖ, ἀνάμεσα στὰ ξερὰ βουνὰ ποὺ βρισκόντανε κάτι καλύβια, πεινασμένη λεμπεσουριά(2).
Περπατοῦσε νύχτα κι ὁ χιονιᾶς βογκοῦσε, ἡ πλάση ἤτανε πολὺ ἄγρια. Ψυχὴ ζωντανὴ δὲν ἀκουγότανε, ἐξὸν ἀπὸ κανένα τσακάλι ποὺ γάβγιζε.
Ἀφοῦ περπάτηξε κάμποσο, βρέθηκε σ᾿ ἕνα ἀπάγκιο ποὺ ἔκοβε ὁ ἀγέρας ἀπό ῾να μικρὸ βουνό, κι εἶδε ἕνα μαντρὶ κολλημένο στὰ βράχια. Ἄνοιξε τὴν αὐλόπορτα ποὺ ἤτανε κανωμένη ἀπὸ ἄγρια ρουπάκια(3) καὶ μπῆκε στὴ μάντρα. Τὰ σκυλιὰ ξυπνήσανε καὶ πιάσανε καὶ γαβγίζανε. Πέσανε ἀπάνω του νὰ τὸν σκίσουνε· μά, σὰν πήγανε κοντά του, σκύψανε τὰ κεφάλια τους καὶ σερνόντανε στὰ ποδάρια του, γλείφανε τὰ χοντροπάπουτσά του, γρούζανε φοβισμένα καὶ κουνούσανε παρακαλεστικὰ τὶς οὐρές τους.
Ὁ Ἅγιος σίμωσε στὸ καλύβι τοῦ τσομπάνου καὶ χτύπησε τὴν πόρτα μὲ τὸ ραβδί του καὶ φώναξε:
«Ἐλεῆστε με, χριστιανοί, γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀποθαμένων σας! Κι ὁ Χριστὸς μᾶς διακόνεψε σὰν ἦρθε σὲ τοῦτον τὸν κόσμο!».
Ἡ πόρτα ἄνοιξε καὶ βγῆκε ἕνας τσομπάνης, παλικάρι ὡς εἰκοσιπέντε χρονῶ, μὲ μαῦρα γένια· καὶ δίχως νὰ δεῖ καλὰ καλὰ ποιὸς χτυποῦσε τὴν πόρτα, εἶπε στὸ γέροντα:
«Πέρασε μέσα στ᾿ ἀρχοντικό μας νὰ ζεσταθεῖς! Καλὴ μέρα καὶ καλὴ χρονιά!».
Αὐτὸς ὁ τσομπάνης ἤτανε ὁ Γιάννης ὁ Μπάικας, ποὺ τὸν λέγανε Γιάννη Βλογημένον, ἄνθρωπος ἀθῶος σὰν τὰ πρόβατα ποὺ βόσκαγε, ἀγράμματος ὁλότελα.
Μέσα στὴν καλύβα ἔφεγγε μὲ λιγοστὸ φῶς ἕνα λυχνάρι. Ὁ Γιάννης, σὰν εἶδε στὸ φῶς πὼς ὁ μουσαφίρης ἤτανε γέροντας καλόγερος, πῆρε τὸ χέρι του καὶ τ᾿ ἀνασπάστηκε καὶ τό ῾βαλε ἀπάνω στὸ κεφάλι του. Ὕστερα φώναξε καὶ τὴ γυναίκα του, ὡς εἴκοσι χρονῶ κοπελούδα, ποὺ κουνοῦσε τὸ μωρό τους μέσα στὴν κούνια. Κι ἐκείνη πῆγε ταπεινὰ καὶ φίλησε τὸ χέρι τοῦ γέροντα, κι εἶπε:
«Κόπιασε, παπποῦ, νὰ ξεκουραστεῖς».
Ὁ Ἅγιος Βασίλης στάθηκε στὴν πόρτα καὶ βλόγησε τὸ καλύβι κι εἶπε:
«Βλογημένοι νά ῾σαστε, τέκνα μου, κι ὅλο τὸ σπιτικό σας! Τὰ πρόβατά σας νὰ πληθαίνουν ὡς τοῦ Ἰὼβ μετὰ τὴν πληγὴν καὶ ὡς τοῦ Ἀβραὰμ καὶ ὡς τοῦ Λάβαν! Ἡ εἰρήνη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι μαζί σας!».
Ὁ Γιάννης ἔβαλε ξύλα στὸ τζάκι καὶ ξελόχισε(4) ἡ φωτιά. Ὁ Ἅγιος ἀπίθωσε σὲ μία γωνιὰ τὸ ταγάρι του, ὕστερα ἔβγαλε τὸ μπαλωμένο τὸ ράσο του κι ἀπόμεινε μὲ τὸ ζωστικό του. Τὸν βάλανε κι ἔκατσε κοντὰ στὴ φωτιά, κι ἡ γυναίκα τοῦ ῾βαλε καὶ μία μαξιλάρα ν᾿ ἀκουμπήσει.
Ὁ Ἅγιος Βασίλης γύρισε κι εἶδε γύρω του καὶ ξανάπε μέσα στὸ στόμα του:
«Βλογημένο νά ῾ναι τοῦτο τὸ καλύβι!».
Ὁ Γιάννης μπαινόβγαινε, γιὰ νὰ φέρει τό ῾να καὶ τ᾿ ἄλλο. Ἡ γυναίκα του μαγείρευε. Ὁ Γιάννης ξανάριξε ξύλα στὴ φωτιά.
Μονομιᾶς φεγγοβόλησε τὸ καλύβι μὲ μίαν ἀλλιώτικη λάμψη καὶ ἐφάνηκε σὰν παλάτι. Τὰ δοκάρια σὰν νά ῾τανε μαλαμοκαπνισμένα, κι οἱ πυτιὲς(5) ποὺ ἤτανε κρεμασμένες σὰν νὰ γινήκανε χρυσὰ καντήλια, καὶ τὰ τυροβόλια κι οἱ καρδάρες καὶ τ᾿ ἄλλα τὰ σύνεργα ποὺ τυροκομοῦσε ὁ Γιάννης, λὲς κι ἤτανε διαμαντοκολλημένα. Καὶ τὰ ξύλα ποὺ καιγόντανε στὴ φωτιὰ εὐωδιάζανε σὰν μοσκολίβανο καὶ δὲν τρίζανε, ὅπως τρίζανε τὰ ξύλα τῆς φωτιᾶς, παρὰ ψέλνανε σὰν τοὺς ἀγγέλους πού ῾ναι στὸν Παράδεισο.
Ὁ Γιάννης ἤτανε καλὸς ἄνθρωπος, ὅπως τὸν ἔφτιαξε ὁ Θεός.
Φτωχὸς ἤτανε, εἶχε λιγοστὰ πρόβατα, μὰ πλούσια καρδιά: «Τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια!». Ἤτανε αὐτὸς καλός, μὰ εἶχε καὶ καλὴ γυναίκα. Κι ὅποιος τύχαινε νὰ χτυπήσει τὴν πόρτα τους, ἔτρωγε κι ἔπινε καὶ κοιμότανε. Κι ἂν ἤτανε καὶ πικραμένος, ἔβρισκε παρηγοριά. Γι᾿ αὐτὸ κι ὁ Ἅγιος Βασίλης κόνεψε στὸ καλύβι τους, ξημερώνοντας Πρωτοχρονιά, παραμονὴ τῆς χάρης του, κι ἔδωσε τὴν εὐλογία του.
Κείνη τὴ νύχτα τὸν περιμένανε ὅλες οἱ πολιτεῖες καὶ τὰ χωριὰ τῆς οἰκουμένης, ἀρχόντοι, δεσποτάδες κι ἐπίσημοι ἀνθρώποι, πλὴν ἐκεῖνος δὲν πῆγε σὲ κανέναν τέτοιον ἄνθρωπο, παρὰ πῆγε στὸ μαντρὶ τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου.
Σὰν βολέψανε τὰ πρόβατα, μπῆκε μέσα ὁ Γιάννης καὶ λέγει στὸ γέροντα:
«Γέροντα, μεγάλη χαρὰ ἔχω ἀπόψε ποὺ ἦρθες, ν᾿ ἀκούσουμε κι ἐμεῖς κανένα γράμμα, γιατὶ δὲν ἔχουμε ἐκκλησία κοντά μας, μήτε κἂν ῥημοκλήσι. Ἐγὼ ἀγαπῶ πολὺ τὰ γράμματα τῆς θρησκείας μας, κι ἂς μὴν τὰ καταλαβαίνω, γιατὶ εἶμαι ξύλο ἀπελέκητο. Μία φορὰ μᾶς ἦρθε ἕνας γέροντας Ἁγιονορίτης καὶ μᾶς ἄφησε τούτη τὴν ἁγιωτικὴ φυλλάδα, κι ἂν λάχει νὰ περάσει κανένας γραμματιζούμενος καμιὰ φορά, τὸν βάζω καὶ τὴ διαβάζει. Ἐγὼ ὅλα ὅλα τὰ γράμματα ποὺ ξέρω εἶναι τρία λόγια ποὺ τά ῾λεγε ἕνας γραμματιζούμενος, ποὺ ἔβγαζε λόγο στὸ χωριό, δυὸ ὧρες ἀπὸ δῶ, κι ἀπὸ τὶς πολλὲς φορὲς ποὺ τά ῾λεγε, τυπωθήκανε στὴ θύμησή μου. Αὐτὸς ὁ γραμματικὸς ἔλεγε καὶ ξανάλεγε: ῾Σκώνιτι οὐ μήτηρ του κι τοὺν ἀνισπάζιτι κι τοῦ λέγ᾿: Τέκνου μου! Τέκνου μου!᾿. Αὐτὰ τὰ γράμματα ξέρω...».
Ἤτανε μεσάνυχτα. Ὁ ἀγέρας βογγοῦσε. Ὁ Ἅγιος Βασίλης σηκώθηκε ἀπάνου καὶ στάθηκε γυρισμένος κατὰ τὴν ἀνατολὴ κι ἔκανε τὸ σταυρό του τρεῖς φορές. Ὕστερα ἔσκυψε καὶ πῆρε ἀπὸ τὸ ταγάρι του μία φυλλάδα κι εἶπε:
«Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων!».
Ὁ Γιάννης πῆγε καὶ στάθηκε ἀπὸ πίσω του καὶ σταύρωσε τὰ χέρια του. Ἡ γυναίκα του βύζαξε τὸ μωρὸ καὶ πῆγε κι ἐκείνη καὶ στάθηκε κοντὰ στὸν ἄντρα της.
Κι ὁ γέροντας εἶπε τὸ «Θεὸς Κύριος» καὶ τ᾿ ἀπολυτίκιο τῆς Περιτομῆς «Μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες», χωρὶς νὰ πεῖ καὶ τὸ δικό του τ᾿ ἀπολυτίκιο, ποὺ λέγει : «Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου». Ἔψελνε γλυκὰ καὶ ταπεινά, κι ὁ Γιάννης κι ἡ Γιάνναινα τὸν ἀκούγανε μὲ κατάνυξη καὶ κάνανε τὸ σταυρό τους. Κι εἶπε ὁ Ἅγιος Βασίλης τὸν ὄρθρο καὶ τὸν κανόνα τῆς ἑορτῆς «Δεῦτε λαοί, ἄσωμεν», χωρὶς νὰ πεῖ τὸ δικό του κανόνα «Σοῦ τὴν φωνὴν ἔδει παρεῖναι, Βασίλειε». Κι ὕστερα εἶπε ὅλη τὴ λειτουργία κι ἔκανε ἀπόλυση.
Καθίσανε στὸ τραπέζι καὶ φάγανε, ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος, ἡ γυναίκα του κι ὁ μπάρμπα - Μάρκος ὁ Βουβός, ποὺ τὸν εἶχε συμμαζέψει ὁ Γιάννης καὶ τὸν βοηθοῦσε.
Καί, σὰν ἀποφάγανε, ἔφερε ἡ γυναίκα τὴ βασιλόπιτα καὶ τὴν ἔβαλε ἀπάνω στὸ σοφρᾶ. Κι ὁ Ἅγιος Βασίλης πῆρε τὸ μαχαίρι καὶ σταύρωσε τὴ βασιλόπιτα κι εἶπε:
«Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!».
Κι ἔκοψε τὸ πρῶτο τὸ κομμάτι κι εἶπε: «τοῦ Χριστοῦ», ἔκοψε τὸ δεύτερο κι εἶπε: «τῆς Παναγίας», κι ὕστερα ἔκοψε τὸ τρίτο καὶ δὲν εἶπε: «τοῦ Ἁγίου Βασιλείου», ἀλλὰ εἶπε: «τοῦ νοικοκύρη τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου!».
Πετάγεται ὁ Γιάννης καὶ τοῦ λέγει:
«Γέροντα, ξέχασες τὸν Ἅη-Βασίλη!».
Τοῦ λέγει ὁ Ἅγιος:
«Ἀλήθεια, τὸν ξέχασα!».
Κι ἔκοψε ἕνα κομμάτι κι εἶπε:
«Τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Βασιλείου!».
Ὕστερα ἔκοψε πολλὰ κομμάτια, καὶ σὲ κάθε ἕνα ποὺ ἔκοβε ἔλεγε: «τῆς νοικοκυρᾶς», «τοῦ μωροῦ», «τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Μάρκου τοῦ μογιλάλου(6)», «τοῦ σπιτιοῦ», «τῶν ζωντανῶν», «τῶν φτωχῶν».
Λέγει πάλι ὁ Γιάννης στὸν Ἅγιο:
«Γέροντα, γιατί δὲν ἔκοψες γιὰ τὴν ἁγιοσύνη σου;».
Τοῦ λέγει ὁ Ἅγιος:
«Ἔκοψα, εὐλογημένε!».
Μὰ ὁ Γιάννης δὲν κατάλαβε τίποτα, ὁ καλότυχος!
Ἔστρωσε ἡ γυναίκα, γιὰ νὰ κοιμηθοῦνε. Σηκωθήκανε νὰ κάνουνε τὴν προσευχή τους. Ὁ Ἅγιος Βασίλης ἄνοιξε τὶς ἀπαλάμες του κι εἶπε τὴν δική του τὴν εὐχή, ποὺ τὴ λέγει ὁ παπᾶς στὴ λειτουργία:
«Κύριος ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὔκ εἰμι ἄξιος, οὐδὲ ἱκανός, ἴνα ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς μου...».
Σὰν τελείωσε τὴν εὐχὴ κι ἑτοιμαζόντανε νὰ πλαγιάσουνε, τοῦ λέγει ὁ Γιάννης :
«Ἐσύ, γέροντα, ποῦ ξέρεις τὰ γράμματα, πές μας σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε ἀπόψε ὁ Ἅη-Βασίλης; Οἱ ἀρχόντοι κι οἱ βασιλιάδες τί ἁμαρτίες μπορεῖ νά ῾χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστεν ἁμαρτωλοὶ καὶ κακορίζικοι, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε!».
Ὁ Ἅγιος Βασίλης δάκρυσε. Σηκώθηκε πάλι ἀπάνω, ἅπλωσε τὶς ἀπαλάμες του καὶ ξαναεῖπε τὴν εὐχὴ ἀλλιώτικα:
«Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδας ὅτι ὁ δοῦλος Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς, ἄξιός ἐστιν καὶ ἱκανός, ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην αὐτοῦ εἰσέλθῃς, ὅτι νήπιος ὑπάρχει, καὶ τῶν τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν...».
Καὶ πάλι δὲν κατάλαβε τίποτα ὁ Γιάννης ὁ καλότυχος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος.http://users.uoa.gr/
ΠΙΝΑΚΑΣ Fritz von Uhde «Le Christ chez les paysans»

Μια στιγμή για πάντα

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
 
Μια στιγμή για πάντα - Γιώργος Νταλάρας Μουσική: Γιάννος Αιόλου [Το τανγκό των Χριστουγέννων] Στίχοι:…
youtube.com

Ποιο είδος μουσικής...

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
Υγεία - Γενικότερα η μουσική μπορεί να αποδειχτεί λυτρωτική σε καταστάσεις έντονου άγχους, ή ακόμη και σε καταστάσεις κατά τις οποίες βρισκόμαστε σε ένταση. Μας ηρ
biologikaorganikaproionta.com

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΒΑΝ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΥΡΩΝΑ ΤΟΥ ΕΡΗΜΙΤΗ

Η ιστορία του Ιβάν του πολεμιστή και του Μύρωνα του ερημίτη
ΜΑΞΙΜ ΓΚΟΡΚΙ, ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΒΑΝ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΥΡΩΝΑ ΤΟΥ ΕΡΗΜΙΤΗ
(ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΑΔΗΜΟΣ)
Ήταν μια φορά ένας κακός βοεβόδας
που τον λέγανε Γκορντιόν.
Είχε μαύρη ψυχή και πέτρινη συνείδηση.
Κυνηγούσε τους δικαίους, βασάνιζε τους ανθρώπους.
Και ζούσε μέσα στο κακό, σαν κουκουβάγια στην κουφάλα ενός δέντρου.
Μ’ αυτός που ο Γκορντιόν μισούσε πιο πολύ,
ήταν ο καλόγερος ο Μύρωνας, ο ερημίτης.
Ένας ειρηνικός υπερασπιστής της πίστης,
που έκανε το καλό χωρίς φόβο.
Ο βοεβόδας φωνάζει τον πιστό του υπηρέτη,
τον γενναίο Ιβάν τον πολεμιστή:
-Πήγαινε Ιβάν να σκοτώσεις τον καλόγερο,
το φαντασμένο καλογεράκι, το Μύρωνα,
πήγαινε και κόψε του το κεφάλι,
πήγαινε κι άρπαξέ τον απ’ τα γκρίζα γένια του,
φέρ’ το μου, για να το ρίξω να το φάνε τα σκυλιά μου!
Ο Ιβάν φεύγει υπάκουος,
ο Ιβάν φεύγει και σκέφτεται με πίκρα:
«Δεν πάω με τη δική μου θέληση, η ανάγκη με σπρώχνει.
Πρέπει να πιστέψω πως είναι η μοίρα που μου έγραψε ο Θεός».
Ο Ιβάν έκρυψε το κοφτερό μαχαίρι του κάτω απ’ το χιτώνα του.
Φτάνει, και χαιρετάει τον ερημίτη:
-Είσαι πάντα καλά, τίμιε γεροντάκο; Σ’ έχει πάντα
ο Θεός κάτω απ’ την άγια φύλαξή Του;
Μα ο σοφός καλόγερος αρχίζει να γελάει,
και τα σοφά χείλη του αφήνουν αυτά τα λόγια να πέσουν:
-Ιβάν μην προσπαθείς να πεις ψέματα.
Ο Κύριος ο Θεός γνωρίζει τα πάντα,
το καλό και το κακό είναι στο χέρι του! Ξέρω γιατί ήρθες!
Ο Ιβάν ντράπηκε.
Αλλά φοβόταν και να παρακούσει. Τότε τραβώντας
το μαχαίρι απ’ την πέτσινη θήκη του,
σκούπισε τη λάμα στην ανάποδη του ρούχου του:
-Μύρωνα, είπε, ήθελα να το κάνω έτσι,
που να σε σκοτώσω χωρίς να δεις το μαχαίρι! Μα τώρα
προσευχήσου στο Θεό, προσευχήσου για τελευταία φορά.
Παρακάλεσέ τον για σένα, για μένα, για όλο το ανθρώπινο γένος.
Ύστερα, θα σου κόψω το κεφάλι!
Ο καλόγερος Μύρωνας γονάτισε, κάτω από μια νεαρή βαλανιδιά.
Το δέντρο τον προσκύνησε και ο καλόγερος χαμογελαστός μίλησε:
Ω! Ιβάν η προσμονή σου θα είναι μεγάλη! Γιατί
η προσευχή για το ανθρώπινο γένος θα κρατήσει πολύ,
και θα κάνεις καλύτερα να με σκοτώσεις αμέσως,
παρά να ξελιγωθείς περιμένοντας μάταια!
Τότε ο Ιβάν σούφρωσε τα φρύδια κι έκανε τον σπουδαίο ο κουτός:
Όχι, ό,τι είπα, το είπα! Προσευχήσου, θα περιμένω κι έναν αιώνα ακόμα!
Ο μοναχός προσευχήθηκε ως το βράδυ.
Κι από το βράδυ ως την άλλη αυγή εξακολούθησε.
Κι από την αυγή ως τη νύχτα προσευχήθηκε ακόμα.
Κι από το καλοκαίρι ως την άλλη άνοιξη
κράτησε η προσευχή του.
Και τα χρόνια φεύγανε και τα χρόνια περνούσαν
και ο Μύρωνας προσευχότανε πάντα.
Η νεαρή βελανιδιά έφτασε ως τα σύγνεφα.
Ένα πυκνό δάσος είχε γεννηθεί απ’ τα βελανίδια.
Και η αγία προσευχή δεν είχε ακόμη τελειώσει.
Και σήμερα ακόμα, ο καλόγερος σιγά-σιγά
μουρμουρίζει λόγια απολυτρωτικά.
Ζητάει από το Θεό να παραστέκει στους ανθρώπους,
Απ’ την Παρθένο να τους δίνει ευτυχία.
Ο Ιβάν ο πολεμιστής είναι όρθιος κοντά του.
Το σπαθί του έχει γίνει από καιρό σκόνη
και ο σιδερένιος θώρακάς του φαγώθηκε από τη σκουριά.
Τα όμορφα ρούχα του είναι σάπια κουρέλια.
Χειμώνα και καλοκαίρι ο Ιβάν μένει εκεί γυμνός.
Και η παγωνιά τον δαγκώνει και η ζέστη τον καίει.
Κι ωστόσο μένει.
Το σαπισμένο αίμα του τρέχει ακόμα στις φλέβες του.
Και οι λύκοι και οι αρκούδες μόλις που τον κοιτάζουν.
Δεν έχει τη δύναμη ν’ αφήσει αυτό το μέρος
Ούτε να σηκώσει το χέρι, ούτε να πει λέξη!
Γιατί αυτή είναι η τιμωρία του: δε θα ‘πρεπε
να εκτελέσει τη σκληρή διαταγή,
ούτε να κρυφτεί πίσω από την ξένη συνείδηση.
Αλλά η προσευχή που ο καλόγερος
στέλνει στο Θεό για τους φτωχούς εμάς τους αμαρτωλούς
κυλάει πάντα γαλήνια.
Σαν ένα λαμπρό ποτάμι που ξεχύνεται στον ωκεανό!
http://heterophoton.blogspot.gr/

Παραδοσιακή συνταγή για το άσθμα

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
 
Υγεία - Ορισμένες από τις πιο κοινές και συνηθισμένες παθήσεις είναι οι διαφορετικές πνευμονικές παθήσεις, όπως το άσθμα, οι διάφοροι τύποι βήχα και η βρογχίτιδα:
biologikaorganikaproionta.com

Δημοφιλείς αναρτήσεις