Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2017

ΚΡΙΤΣΑ - ΝΟΜΟΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

Η Κριτσά είναι χωριό που βρίσκεται στο νομό Λασιθίου και είναι κτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες του βουνού Κάστελλος σε υψόμετ...
kritipoliskaihoria.gr|Από Enter Author Name here

Τετάρτη, 25 Μαΐου 2011

ΚΡΙΤΣΑ - ΝΟΜΟΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ





Η Κριτσά είναι χωριό που βρίσκεται στο νομό Λασιθίου και είναι κτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες του βουνού Κάστελλος σε υψόμετρο περίπου 365 μέτρων. Στο χωριό κατοικούν περίπου 2200 απογεγραμμένοι κάτοικοι. 

















Είναι ένα από τα αρχαιότερα χωριά της Κρήτης και διατηρεί σε σημαντικό βαθμό ακόμη αναλλοίωτη την παλιά αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της. Οι κάτοικοι της είναι απόγονοι της Λατούς Ετέρας, της οποίας τα ερείπια βρίσκονται 3 χλμ. βοριοανατολικά του χωριού.







 Από τις λίγες ανασκαφές που έχουν γίνει ως τώρα στην Κριτσά, ήρθαν στο φως ο χώρος της αγοράς με το Πρυτανείο, την εξέδρα και το Ιερό της Πόλης. Αδιάκοπη είναι η παρουσία ανθρώπων στο χώρο της Κριτσάς τουλάχιστον από τα υστερομινωικά χρόνια και μετά. Θεωρείται βέβαιη η ακμή της στα Βυζαντινά χρόνια.





Αν και ερημώθηκε από τους Άραβες (823), κατοικήθηκε ξανά το 961 και γνώρισε νέα άνθηση στα χρόνια της Φραγκοκρατίας (13ος και 14ος αιώνας). Ήταν το μεγαλύτερο χωριό της Κρήτης καθ' όλο το Μεσαίωνα. Το 1867 έγινε έδρα Δήμου που συμπεριλάμβανε τον Κρούστα, την Πρίνα, το Καλό Χωριό, το Μαρδάτι, τον Άγιο Νικόλαο, τα Μέσα Λακώνια και τις Τάπες. Το 1925 έγινε κοινότητα και από το 1998 αποτελεί ένα από τα 14 δημοτικά διαμερίσματα του Δήμου Αγίου Νικολάου.









Αν θες να γνωρίσεις την ψυχή των ανθρώπων της Κριτσάς, θα πρέπει να γνωρίσεις την “ψυχή” του τόπου τους.
Μόνο μέσα από τη συνεξάρτηση του φυσικού περιβάλλοντος, του κλίματος, των δράσεων και των συμπεριφορών των ανθρώπων θα κατανοήσεις το χαρακτήρα και την ψυχή των Κριτσωτών.




Η Κριτσά είναι μια ξεχωριστή κοινωνία ανθρώπων με δική της παραγωγή πολιτισμού, δική της παράδοση και δική της ντοπιολαλιά. Ο τόπος των ανθρώπων της υψώνεται σταδιακά “από το μέρος του ήλιου” και τη θάλασσα ως τις πιο ψηλές κορφές της Δίκτης προς τη Δύση, δημιουργώντας στα διάμεσα δύο γεωλογικές επίπεδες “στάσεις”: μια στον κάμπο με την Κριτσά χτισμένη στο βάθος, πλάι στα άφθονα πηγαία νερά και το μεγάλο καρπερό ελαιώνα, και άλλη μια στο οροπέδιο του Καθαρού.









Η ευκρασία των φυσικών εναλλαγών του τόπου και του υψομέτρου καθορίζει τελικά και την ψυχή των ανθρώπων, μια ψυχή τραχιά και φιλάνθρωπη συνάμα, μια ψυχή βουνίσια, ακατέργαστη, αετίσια και χαΐνικη, μα ταυτόχρονα καμπίσια και άγια, γαλάζια κι ανάλαφρη σαν τον αφρό του μεραμπελιώτικου γιαλού!










Αδιάκοπη είναι η παρουσία ανθρώπων στο χώρο της Κριτσάς, τουλάχιστον από τα ιστερομινωικά χρόνια και μετά, ενώ θεωρείται βέβαιη η ακμή της στα βυζαντινά χρόνια. Αν και ερημώθηκε από τους Άραβες (823), κατοικήθηκε ξανά το 961 και γνώρισε νέα άνθηση στα χρόνια της φραγκοκρατίας (13ος και 14ος αιώνας). Ήταν το μεγαλύτερο χωριό της Κρήτης σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
Το 1867 έγινε έδρα δήμου που συμπεριλάμβανε τον Κρούστα, την Πρίνα, το Καλό Χωριό, το Μαρδάτι, τον Άγιο Νικόλαο, τα Μέσα Λακώνια και τις Τάπες. Το 1925 έγινε κοινότητα και από το 1998 αποτελεί ένα από τα 14 δημοτικά διαμερίσματα του δήμου Αγίου Νικολάου.





Παρά την επέλαση του σύγχρονου τρόπου ζωής στη σημερινή Κριτσά, η γνήσια τοπική παράδοση αντέχει! Επιβιώνει στην πατροπαράδοτη παραγωγή αγαθών, στην καθημερινή διατροφή, στις συνήθειες και στο ντύσιμο των παππούδων και των γιαγιάδων, στα ήθη, στα έθιμα, στις γιορτές, στα πανηγύρια και στη λαϊκή τέχνη. Μπορεί να σταμάτησε η επί δεκαετίες αναπαράσταση του κρητικού γάμου, όμως ο παλιός παραδοσιακός κρητικός γάμος με το “ψίκι”, το γαμήλιο γλέντι και τη λύρα είναι σχεδόν μονόδρομος και για τα σημερινά ζευγάρια.
Στα πανηγύρια και στις θρησκευτικές τελετές οι λαϊκοί χοροί και τα παλιά λατρευτικά έθιμα ζωντανεύουν με λαμπρότητα και ειλικρίνεια. Η Κριτσά αποτελεί τυπικό “παράδεισο” της ζωντανής λαϊκής παράδοσης στην Κρήτη και διατηρεί ακόμα, σε σημαντικό βαθμό, αναλλοίωτη την παλιά αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της.







ΦΩΤ - ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗΣ
Πηγη - ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Αναδημοσίευση από τα Οδοιπορικά της “Νέα Κρήτη”

Κάκαλος και Χλαπάτσας Best of

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε το βίντεο του χρήστη Cult Battles.




Κάκαλος και Χλαπάτσας Best of


Συνταγή για σπιτικό μιλφέιγ



Το μιλφέιγ είναι από τα αγαπημένα μας γλυκά. Σίγουρα θα νομίζεις ότι χρειάζεται μεγάλος χρόνος παρασκευής του στο σπίτι. Εμείς σου κάνουμε δώρο την παρακάτω συνταγή η οποία γίνεται μέσα σε 10 λεπτά και θα σε ενθουσιάσει!
ΥΛΙΚΑ
  • 2 πακέτα σφολιατίνια (θα τα βρείτε σε όλα τα super market ακριβώς έτσι)
  • 2 φακελάκια άνθος αραβοσίτου στιγμής βανίλια
  • 1 κουτί εβαπορέ γάλα
  • 2 φλιτζάνια νερό (καλύτερα να μετρήσετε το νερο με το κουτί του εβαπορέ, παρα ένα δάχτυλο.)
  • 1 φακελάκι σαντιγί σε σκόνη (ή κρέμα γάλακτος πλήρη σε λιπαρά)
  • Άχνη ζάχαρη
  • Κανέλα (προαιρετικά)
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
  1. Χρησιμοποιήστε ένα πυρέξ μέτριο.
  2. Στρώστε μία σειρά από σφολιατίνια.
  3. Ετοιμάστε την κρέμα χτυπώντας με το μίξερ: το εβαπορέ, τα άνθος αραβοσίτου και το νερό μέχρι να πήξει η κρέμα (δεν θα γίνει σαν την σαντιγί, θα είναι πιο ρευστή)
  4. Ρίχνετε την κρέμα πάνω από τα σφολιατίνια
  5. Φτιάχνετε την σαντιγί ακολουθώντας της οδηγείες παρασκευής της, και αφού πήξει την ρίχνετε πάνω στην κρέμα.
  6. Όσα σφολιατίνια μείνανε τα θρυμματίζετε και τα ρίχνετε από πανω.
  7. Το βάζετε στο ψυγείο για 2 ώρες να παγώσει.
  8. Πριν το κόψετε ρίχνετε την άχνη και την κανέλα με ένα σουρωτήρι.

πηγη melbeing.gr

Γεώργιος Σουρής 1853 – 1919

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

Έλληνας σατιρικός ποιητής, δημοσιογράφος και εκδότης, πολύ δημοφιλής στο κοινό της εποχής του, κυρίως χάρη στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Ο Ρωμηός»...
sansimera.gr

Γεώργιος Σουρής
1853 – 1919

Έλληνας σατιρικός ποιητής, δημοσιογράφος και εκδότης, πολύ δημοφιλής στο κοινό της εποχής του, κυρίως χάρη στην εβδομαδιαία εφημερίδα Ο Ρωμηός, την οποία εξέδιδε από το 1883 έως το 1918.
Ο Γεώργιος Σουρής γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου στις 2 Φεβρουαρίου 1853. Ο πατέρας του με καταγωγή από τα Κύθηρα ήταν έμπορος (η μητέρα του καταγόταν από τη Χίο) και τον προόριζε για κληρικό, αλλά για οικονομικούς λόγους αναγκάστηκε να τον στείλει υπάλληλο στο κατάστημα ενός Έλληνα σιτεμπόρου στο Ταϊγάνιο (Ταγκανρόγκ) της Ρωσίας. Ήταν πάντα αφηρημένος γιατί δεν του άρεσε το εμπόριο και γέμιζε τα κατάστιχα με στίχους που έγραφε κρυφά.
Γύρισε στην Ελλάδα το 1879 και γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Για τα προς το ζην εργαζόταν ως γραφέας σ’ ένα συμβολαιογραφείο και παράλληλα έγραφε ποιήματα και συνεργαζόταν με σατιρικές εφημερίδες της εποχής: Ασμοδαίος του Εμμανουήλ Ροΐδη, Μη χάνεσαι! του Βλάσση Γαβριηλίδη και Ραμπαγάς του Κλεάνθη Τριανταφύλλου. Το 1881 νυμφεύτηκε τη χιώτισσα Μαρή Κωνσταντινίδου, με την οποία απέκτησε τέσσερεις κόρες κι ένα γιο, τον Κρίτωνα Σουρή, ανώτερο τραπεζικό υπάλληλο και ποιητή.
Στις 2 Απριλίου 1883 εξέδωσε τον Ρωμηό, μια εβδομαδιαία έμμετρη τετρασέλιδη σατιρική εφημερίδα, την οποία έγραφε εξ’ ολοκλήρου. «Νονός» του τίτλου ήταν ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης. Ο Σουρής διέκοψε την έκδοση της εφημερίδας τον Αύγουστο, για να δώσει τις εξετάσεις του στο πανεπιστήμιο. Απορρίφθηκε, όμως, στη μετρική «μετά πολλών επαίνων», όπως έλεγε ο ίδιος, από τον καθηγητή Σεμιτέλο, τον οποίο έκανε αργότερα πασίγνωστο στο Πανελλήνιο με τους σατιρικούς του στίχους.
Τον Ιούνιο του 1884 ξανάβγαλε τον Ρωμηό και τον συνέχισε χωρίς διακοπή έως το 1918. Ο ίδιος ανήγγειλε την αποτυχία του και την επανέκδοση του Ρωμηού ως εξής:
Μετά μεγάλης μου χαράς, στους φίλους αναγγέλλω,
πως εξετάσθην, των θυρών ερμητικώς κλεισμένων,
στον πολυγένη Φιντικλή και τον σπανό Σεμτέλο
και απερρίφθην μυστικά, μετά πολλών επαίνων!
Λοιπόν και πάλιν, Έλληνες, αρχίζομε σαν πρώτα,
πάλι «Ρωμηός» και ξάπλωμα, πάλι ζωή και κόττα!..

Ο Ρωμηός αγαπήθηκε πολύ από τον λαό και διαβαζόταν άπληστα από τον ελεύθερο και υπόδουλο ελληνισμό. Για 36 χρόνια και οκτώ μήνες κυκλοφορούσε τακτικά κάθε Σάββατο και έκανε δημοφιλή τον Σουρή. Ο Φασουλής και ο Περικλέτος («ο καθένας νέτος σκέτος»), οι δύο λαϊκοί τύποι που δημιούργησε, σχολίαζαν με εύθυμη διάθεση και πνευματώδη δηκτικότητα τα σπουδαιότερα γεγονότα της εβδομάδας. Οι δυο ήρωές του εκπροσωπούσαν την κοινή γνώμη και το αναγνωστικό κοινό του Ρωμηού χαιρόταν το κέφι, την εξυπνάδα και τον πατριωτισμό τους. Τα θέματα της σάτιρας του Σουρή ήταν κοινωνικά και πολιτικά.
Εκτός από το Ρωμηό, ο Σουρής έγραψε κι άλλα ποιήματα, έμμετρες κωμωδίες και ημερολόγια. Μετέφρασε τις Νεφέλες του Αριστοφάνη, που παίχτηκαν με μεγάλη επιτυχία στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών το 1900. Έγραψε τόσους στίχους, που απορούσε και ο ίδιος για την ποιητική του γονιμότητα:
Τους στίχους που τους έγραψα, φτου να μην τους βασκάνω
και τώρα τους ξαναμετρώ μέσα στην τόση ζέστη,
αν ημπορούσα δίλεπτα μονάχα να τους κάνω
θάχα κι αμπέλια στην Βλαχιά, σπίτια στο Βουκουρέστι.

Είχε εξαιρετική ευκολία στη στιχουργία, ιδιοφυΐα στην εύρεση του κωμικού, αδιάπτωτο κέφι και καλοπροαίρετη σατιρική διάθεση. Χτυπώντας τη φαυλότητα όπου την έβρισκε και στο λαό και στους άρχοντες νουθετούσε και δίδασκε, χωρίς να υβρίζει και να δημιουργεί εχθρούς.
Να πώς σατιρίζει το ρωμηό σ' ένα ποίημά του:

Στον καφενέ απέξω σα μπέης, ξαπλωμένος
Του ήλιου τις ακτίνες αχόρταγα ρουφώ
Και στων εφημερίδων τα νέα βυθισμένος
Κανένα δεν κοιτάζω, κανένα δεν ψηφώ.

Σε μια καρέκλα τόνα ποδάρι μου τεντώνω,
Το άλλο σε μιάν άλλη, κι ολίγο παρεκεί,
Αφήνω το καπέλο και αρχινώ με πόνο
Τους υπουργούς να βρίζω και την πολιτική!

Ψυχή μου! Τι λιακάδα! Τι Ουρανός! Τι φύσις!
Αχνίζει εμπροστά μου ο καϊμακλής καφές
Κι εγώ κατεμπνευσμένος για όλα φέρνω κρίσεις
Και μόνος μου τις βρίσκω μεγάλες και σοφές.

Η καλόκαρδη σάτιρα του Σουρή στρέφεται συχνά και στον ίδιο τον εαυτό του. Να μερικά τετράστιχα από το ποίημα Η ζωγραφιά μου:
Mπόι δυο πήχες,
κόψη κακή,
γένια με τρίχες
εδώ κι εκεί.

Kούτελο θείο,
λίγο πλατύ,
τρανό σημείο
του ποιητή.

Δυο μάτια μαύρα
χωρίς κακία
γεμάτα λαύρα
μα και βλακεία.

Mακρύ ρουθούνι
πολύ σχιστό,
κι ένα πηγούνι
σαν το Xριστό.

Πηγάδι στόμα,
μαλλιά χυτά
γεμίζεις στρώμα
μόνο μ' αυτά.

Mούρη αγρία
και ζαρωμένη,
χλωμή και κρύα
σαν πεθαμένη.

Kανένα χρώμα
δεν της ταιριάζει
και τώρ' ακόμα
βαφές αλλάζει.

Δόντια φαφούτη
όλο σχισμάδες,
ύφος τσιφούτη
για μαστραπάδες.

Ο θαυμασμός των συγχρόνων του προς τον Σουρή υπήρξε πολύ μεγάλος. Ο Κωστής Παλαμάς τον αποκαλούσε «γόητα ποιητήν». Θεωρήθηκε ως ο «Νέος Αριστοφάνης», εθνικός ποιητής, προτάθηκε μάλιστα το 1906 για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ως άνθρωπος, ο ποιητής που έκανε επί δύο γενεές του Έλληνες να ευθυμούν, «ήταν ολιγόλογος, σοβαρός και μελαγχολικός την όψιν, άκακος ως αρνίον και πρότυπον καλού χριστιανού και οικογενειάρχου». Η γυναίκα του επέμενε πως είχε έξι παιδιά, συμπεριλαμβάνοντας και τον σύζυγό της, που καθώς «ήταν αδέξιος και ανέμελος» είχε πραγματική ανάγκη μητρικής στοργής και φροντίδας. Ονομαστό ήταν το φιλολογικό του σαλόνι, στο οποίο σύχναζαν όλοι οι ποιητές και συγγραφείς της εποχής του.
Ο Γεώργιος Σουρής πέθανε στο εξοχικό του στο Νέο Φάληρο στις 26 Αυγούστου 1919, σε ηλικία 66 ετών. Το πένθος για τον χαμό του ήταν πανελλήνιο και η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη με τιμές στρατηγού. Μεταθανάτια του απονεμήθηκε το παράσημο του Ανώτατου Ταξιάρχη του Σωτήρος για τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα. Το 1932 στήθηκε η προτομή του στον κήπο του Ζαππείου.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ

Δημοφιλείς αναρτήσεις