Σάββατο 24 Μαρτίου 2018

Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης Ὁ Σαμουὴλ

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια παλιότερη δημοσίευση.

Φωτογραφία του Roumpakis Yiannis.
Μέρες που είναι λέω να ξαναδιαβάσω αυτό εδώ:

Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης Ὁ Σαμουὴλ
-Καλόγερε, τί καρτερεῖς κλεισμένος μὲς στὸ Κούγκι;
Πέντε νομάτοι σόμειναν - κ' ἐκεῖνοι λαβωμένοι!
Κ'εἶναι χιλιάδες οἱ ἐχθροὶ ποὺ σ' ἔχουνε ζωσμένον!
Ἔλα νὰ δώσης τὰ κλειδιά, πέσε νὰ προσκυνήσης,
κι ἀφέντης ὁ Βελήπασας δεσπότη θὰ σὲ κάμη!
Ἔτζι ψηλὰ ἀπὸ τὸ βουνὸ φωνάζει ὁ Πήλιο Γκούσης…
Κλεισμένος μὲς στὴν ἐκκλησὰ βρίσκετ' ὁ Σαμουήλης,
κι ἀγέρας παίρνει τὴ φωνὴ τοῦ Πήλιου τοῦ προδότη.
Χωρὶς ψαλμοὺς καὶ θυμιατά, χωρὶς φωτοχυσία,
γονατισμένοι, σκυθρωποί, μπρὸς στὴν Ὡραία Πύλη,
πέντε Σουλιῶτες στέκονται μὲ τὸ κεφάλι κάτου.
Βουβοὶ - δὲν ἀνασαίνουνε, καὶ βλέπεις κάπου-κάπου
ὅπου ἕνα χέρι σκώνεται καὶ κάνει τὸ σταυρό του.
Ἀκίνητα στὸ μάρμαρο σέρνονται τὰ σπαθιά τους -
σπαθιὰ ποὺ τόσο ἐδούλεψαν γιὰ τὸ γλυκό τους Σούλι!
Δὲ φαίνετ' ὁ καλόγερος, μόνος του στ' ἅγιο Βῆμα
προσεύχετο κ'ἑτοίμαζε τὴ μυστικὴ θυσία.
Σφιχτά-σφιχτὰ στὰ χέρια του ἐβάστα τὸ Ποτήρι
καὶ μύρια λόγι' ἀπόκρυφα ἔλεγε τοῦ Θεοῦ του.
Τὰ μάτια κατακόκκινα ἀπ' τὲς πολλὲς ἀγρύπνιες
ἐκοίταζαν ἀκίνητα τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα.

Τί θάλασσα, ποὺ κύματα ἔχει κρυφὲς ἐλπίδες !..
Σιγᾶτε βρόντοι τουφεκιῶν, πᾶψτε φωνὲς πολέμου,
Κι ὁ Σαμουὴλ τὴν ὕστερη τὴν κοινωνιὰ θὰ πάρη !
Κ' ἐκεῖ ποὺ κοίταζ' ὁ παπὰς τὴ Σάρκα τοῦ Θεοῦ του,
ἐκύλησ' ἀπ' τὰ μάτια του στοῦ ποτηριοῦ τὰ σπλάχνα
σὰν τὴ δροσούλα διάφανο κρυφά-κρυφὰ ἕνα δάκρυ.
- Θεέ μου καὶ πατέρα μου, θαμμένος ἐδωμέσα
ἐδίψασα... Χωρὶς νερὸ ἡ θεία κοινωνιά σου
θὰ ἒμεν' ἀτελείωτη... Δέξου, γλυκέ μου Πλάστη,
αὐτὸ τὸ μαῦρο δάκρυ μου - μὴ τὸ καταφρονέσης.
ἀμόλυντο καὶ καθαρὸ βγαίν' ἀπ' τὰ φυλλοκάρδια.
δέξου τό, Πλάστη, δέξου τὸ - ἄλλο νερὸ δὲν ἔχω.
Ἤτανε ἥλιος κ' ἔλαμψε τὸ ἱερὸ τὸ σκεῦος.
Τὸ αἷμα ἐζεστάθηκε, ἄχνισε, ζωντανεύει.
Ἀναγαλλιάζει ὁ Σαμουὴλ ποὺ εἶδε τὴ Θεία Χάρη
καὶ τρέμοντας ἀγκάλιασε τὸ θεϊκὸ ποτήρι
καὶ τόσφιξε στὰ χείλη του κι ἄκουσε ποὺ χτυποῦσε
σὰν νάτανε λαχταριστὴ καρδιά, ζωὴ γιομάτη.
Ἀνοίγ' ἡ Πύλη τοῦ Ἱεροῦ, σκύφτουν τὰ παλληκάρια.
τ' ἀνδρειωμένα μέτωπα τὸ μάρμαρο χτυπᾶνε,
καὶ καρτεροῦν ἀκίνητα τοῦ γέροντα τὰ λόγια.
Ἐπρόβαλ' ὁ καλόγερος. Τὸ πρόσωπό του φέγγει
σὰ χιονισμένη κορυφὴ στοῦ φεγγαριοῦ τὴ λάμψη.
Στὰ λαβωμένα χέρια του βαστοῦσ' ἕνα βαρέλι
πόκλειε μέσα θάνατο, φωτιὰ κι ἀπελπισία.
Ἐκεῖνο μόνο τόμεινε..- ἐκεῖνο μόνο φθάνει!
Ἐμπρὸς στὴν Πύλη τοῦ Ἱεροῦ μονάχος του τὸ στένει
καὶ τρεῖς φορὲς τὸ βλόγησε καὶ τρεῖς φορὲς τὸ φχέται.
Σὰν νάταν Ἅγια Τράπεζα, σὰν νάταν Ἀρτοφόρι
ἐπίθωσ' ὁ καλόγηρος ἐπάνω τὸ ποτήρι,
καὶ σιωπηλὸς κι ἀτάραχος ἄναψε θειαφοκέρι...
Τὰ γόνατά του ἐχτύπησαν ὁρμητικὰ τὴν πλάκα,
ἐσήκωσε τὰ χέρια του, τὸ πρόσωπό του ἀνάφτει -
κ' οἱ πέντε τὸν ἐκοίταζαν βουβοὶ μέσα στὰ μάτια:
Ἡ δέησις
- Πατέρα μου, σ'ἐδούλεψα
πιστὰ σαράντα χρόνια,
καὶ τώρα στὰ γεράματα
μοῦ δίνεις κατηφρόνια!
Τὸ θέλημά σου ἂς γενῆ!
Λυπήσου μας, σπλαχνίσου
καὶ πάψε τὴν ὀργή σου!
Σ' ἐσένα, σὰν ὠρφάνεψα,
ἔδωκα τὴν ψυχή μου -
τὸ Σούλι μου τ' ἀγκάλιασα
στὸν κόσμο γιὰ παιδί μου.
Τώρα τὸ Σούλι τόχασα…
Ἠλθ' ἡ στερνή μου μέρα -
θάλθω σ' ἐσέ, Πατέρα...
Μέτρησε πόσοι ἐμείναμε!
Οἱ ἄλλοι πεθαμένοι
μὲς στὰ λαγκάδια σέρνονται
νεκροὶ καὶ λαβωμένοι!
Ἂταφ' ἀμοιρολόητα
σέπονται τὰ κουφάρια
στοῦ λόγγου τὰ χορτάρια.
Ὄρνια καὶ λύκοι ἐχόρτασαν
τὰ μαῦρα κρέατά μας.
Συχώρεσε, συχώρεσε,
Πλάστη, τὰ κρίματά μας!
Καὶ τώρα ποὺ θὰ νάλθωμε
κ' ἡμεῖς στὴν ἀγκαλιά σου,
δέξου μας σὰν παιδιά σου!
Καὶ κοίταξε τὰ χέρια μας
τώρα σ' ἐσὲ σκωμένα
πῶς εἶν' ἀπὸ τὸ ἄπιστο
τὸ αἷμα λερωμένα,
κ' εὐχαριστήσου, Πλάστη μου,
καὶ πές: «- Εὐλογημένοι,
πιστοί μου ἀνδρειωμένοι!»
Τώρα τὸ Σούλι ἀπέθανε.
δὲν ἒμειν' ἕνα χέρι
πού νὰ μπορῆ στὰ δάχτυλα
νὰ σφίξη τὸ μαχαίρι...
Πατέρα παντοδύναμε,
γενοὺ σ' ἐμᾶς πατρίδα -
ἄλλη δὲν ἔχω ἐλπίδα.
Ἐκεῖ ψηλὰ στὸ θρόνο σου,
στὴν τόση βασιλεία,
δῶσε σ' ἐμᾶς τοὺς δύστυχους
μικρὴ μιὰ κατοικία,
νὰ μοιάζη μὲ τὸ Σούλι μας -
καὶ δῶσε μου ἕνα βράχο
κ' ἐκεῖ τὸ Κούγκι νάχω.
Χῶμα στὸ Σούλι ἐλεύθερο
γιὰ νὰ ταφῶ δὲ μένει.
ἐλέησόν με, Πλάστη μου,
συχώρεσε νὰ γένη
τὸ Κούγκι μου ἡ ἐκκλησιά,
τὸ Ἱερό σου Βῆμα
τοῦ Σαμουὴλ τὸ μνῆμα.
Ἐδῶ ποδάρι ἄπιστο
ποτὲ δὲ θὰ τολμήση
(ποτὲ ! τὸ εἶπα, τ' ὤρκισα)
τὸ Κούγκι νὰ πατήση.
Μαζί μου παίρνω τὰ κλειδιά,
Πλάστη μου, δὲν τ' ἀφήνω -
οὔτε σ' ἐσὲ τὰ δίνω !
Ἐκεῖ ψηλὰ στὸν οὐρανὸ
νὰ τὰ φορὴ στὴ μέση
ὁ Σαμουὴλ ὁ δοῦλος σου
θὰ σὲ παρακαλέση...
Πατέρα μου, μὴ πειραχθῆς -
κάμε μου αὐτὴ τὴ χάρη:
ἄλλος νὰ μὴ τὰ πάρη!
…Καὶ τώρα, τώρα π' ἄκουσες
τὸν πόνο, τὸν καημό μας,
δέξου μας καὶ θ'ἀφήσωμε
τὸ Σούλι τὸ γλυκό μας...
Τὸ Σούλι - ἂχ ! πὼς τόχασα! -
ψυχή μου, μὴ δακρύσης,
εἶν' ὥρα νὰ τ' ἀφήσης!
Κι ἁπλώνοντας τὰ χέρια του στοὺς πέντε του συντρόφους:
Θεέ μου, πολυέλεε,
τώρα ποὺ θαν' ἀφήσω
τὸν κόσμο καὶ στὸν ἴσκιο σου
θάλθ' ὁ φτωχὸς νὰ ζήσω,
μία χάρη θέλω, Πλάστη μου:
- τὰ πέντε τὰ παιδιά μου
νὰ τάχω συντροφιά μου!
Τ'ἀνάθρεψα στὸν κόρφο μου -
γιὰ ἰδὲ τά, τὰ καημένα,
ἄλλονε δὲν ἀγάπησαν
παρὰ ἐσὲ κ' ἐμένα.
Παιδιά μου, μὴ δειλιάζετε-
νἄχετε τὴν εὐχή μου,
Θὰ ζήσετε μαζί μου !
Σταλαματιά-σταλαματιὰ τὰ δάκρυά τους πέφτουν
κ' ἡ πλάκα ποὺ τὰ δέχεται ραγίζεται καὶ τρίζει.
Παράπονο τοὺς ἔπιασεν, ὄχι θανάτου φόβος,
καὶ κλαίοντας ὁ Σαμουήλ, εἰς τόνα του τὸ χέρι
τὸ ἱερὸ ποτήρι του καὶ στ' ἄλλο τὴ λαβίδα,
ἀρχίνησε τὴν κοινωνιὰ τοῦ Πλάστη νὰ μεράζη...
Ὁ πρῶτος ἐμετάλαβε - μεταλαβαίνει κι ἄλλος,
τὴν ἔδωσε στὸν τρίτονε - κι ὁ τέταρτος τὴν παίρνει,
καὶ φθάνει ὡς τὸν ὕστερο καὶ τοῦ τηνε προσφέρει.
Κ' ἐκεῖ ποὺ ἒψαλλ' ὁ παπὰς μὲ τὴ γλυκειὰ φωνή του
τοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ / σήμερον Υἱὲ Θεοῦ,..
φωνὲς ἀκούονται, χτυπιές, ἀλαλαγμός, ἀντάρα.
Πλακώσανε οἱ ἄπιστοι..- καλόγερε, τί κάνεις;..
Ἐσήκωσε τὰ μάτια του ὁ Σαμουὴλ στὸν κρότο -
καὶ στάζ' ἀπ'τὴ λαβίδα του ἐπάνω στὸ βαρέλι
μιὰ φλογερὴ σταλαματιὰ ἀπ' τοῦ Θεοῦ τὸ γαῖμα...
Ἀστροπελέκια ἐπέσανε, βροντάει ὁ κόσμος ὅλος -
λάμπει στὰ γνέφ' ἡ ἐκκλησιά, λάμπει τὸ μαῦρο Κούγκι!
Τί φοβερὴ κεροδοσὰ πόλαβε στὴ θανὴ του τὸ Σούλι τὸ κακότυχο, καὶ τί καπνὸ λιβάνι!..
Ἀνέβαινε στὸν οὐρανὸ καὶ τοῦ παπᾶ τὸ ράσο
κι ἁπλώθηκε κι ἁπλώθηκε σὰν τρομερὴ μαυρίλα,
σὰ σύγνεφο κατάμαυρο κ' ἐθόλωσε τὸν ἥλιο.
Κ' ἐνῶ τ' ἀνέβαζ' ὁ καπνός, κ' ἐνῶ τὸ συνεπαίρνη,
τὸ ράσο πάντ' ἀρμένιζε κ' ἐδιάβαινε σὰ Χάρος.
κ' ἐκεῖθεν ὀποῦ διάβηκε ὁ φλογερός του ἴσκιος,
σὰν νάταν μυστικὴ φωτιὰ ἐρρόγισε τὸ λόγγο.
Καὶ μὲ τὲς πρῶτες ἀστραπὲς καὶ μὲ τὰ πρωτοβρόχια
χλωρὸ χορτάρι φύτρωσε, δάφνες, ἐλιές, μυρτοῦλες,
ἐλπίδες, νίκες καὶ σφαγὲς - χαρὲς κ' ἐλευθερία.


\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\



Τηγανητός μπακαλιάρος με αλεύρι ή με κουρκούτι

Έχετε βάλει μπακαλιάρο για ξαρμύρισμα;
Εδώ με δυο τρόπους τηγανίσματος. Παραδοσιακός με κουρκούτι, και ακόμη πιο παραδοσιακός με αλεύρι...
Καλά να περάσετε!



Παραδοσιακός και …λίγο πιο παραδοσιακός! Τι λέω θα μου πείτε. Θα εξηγήσω τι εννοώ. Παραδοσιακός είναι ούτως ή άλλως ο μπακαλιάρος και ειδικά για το τραπέζι της αυριανής μέρας θεωρείται εκ των…
cretangastronomy.gr

Παραδοσιακός και …λίγο πιο παραδοσιακός!


 
Τι λέω θα μου πείτε. Θα εξηγήσω τι εννοώ. Παραδοσιακός είναι ούτως ή άλλως ο μπακαλιάρος και ειδικά για το τραπέζι της αυριανής μέρας θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ… Όχι μόνο τηγανητός, αλλά με πολλούς και διάφορους τρόπους μαγειρεμένος.


 
Δεν ξέρω αν φτάνουμε τους Πορτογάλους που λέγεται ότι έχουν τουλάχιστον μια συνταγή για μπακαλιάρο για κάθε μέρα του χρόνου, δηλαδή τουλάχιστον 365 συνταγές, αλλά και οι δικές μας δεν πάνε πίσω. Ειδικά στην Κρήτη είναι ένα από τα ψάρια που συνδυάζουμε με πάρα πολλά υλικά και ένα μικρό δείγμα μπορείτε να δείτε σε πρόσφατη προηγούμενη ανάρτηση.



Νησί η Κρήτη, αλλά το ψάρι του βουνού, ο φτωχογιάννης όπως τον έλεγαν παλιότερα  έχει την τιμητική του. Όπως κι αν τον μαγειρέψουμε ο μπακαλιάρος είναι νόστιμος.  Αλλά για μένα δυο είναι οι κορυφαίοι τρόποι μαγειρέματός του. Με μάραθα και άλλα γιαχνερά (υπάρχει άραγε κάτι που να περιέχει μάραθα και να μη μ’ αρέσει;) και τηγανητός.


 
Για να τηγανίσουμε τον ξαρμυρισμένο μπακαλιάρο παραδοσιακά πρέπει να τον «τυλίξουμε» . Σε κουρκούτι στις μέρες μας, φτιαγμένο με πολλούς και διάφορους τρόπους. Αλλά παλιότερα ο μπακαλιάρος απλά αλευρωνόταν. Καλό πασπάλισμα με σκέτο αλεύρι, τίναγμα του περίσσιου, και τηγάνισμα σε μπόλικο και καλό ελαιόλαδο.


 
Κάθε τρόπος έχει τα συν του και τα πλην του και σε άλλους αρέσει έτσι, σ’ άλλους αλλιώς. Οι παραλλαγές με το κουρκούτι είναι πολλές. Υπάρχουν συνταγές με αυγά, με διάφορα υγρά, με προσθήκη διάφορων μπαχαρικών ή αρωματικών.


 
Η δική μου βασική συνταγή έχει δοθεί εδώ και χρόνια και είναι από τις δημοφιλείς της σελίδας γιατί είναι απλή και νηστίσιμη και φτιάχνεται με υλικά που έχουμε πάντα στο σπίτι. Γίνει τραγανή  και νόστιμη κάλυψη όχι μόνο στον μπακαλιάρο αλλά και σε τηγανητά λαχανικά, χωρίς να τα βαραίνει.  


 
Εδώ λοιπόν απλώς επισημαίνω ότι όταν τηγανίζω με κουρκούτι τον μπακαλιάρο, μου αρέσει καλύτερα όταν έχει αφαιρεθεί το δέρμα του και  τα αγκάθια του. Έτσι αυτός ο τρόπος είναι κατά τη γνώμη μου καλύτερος όταν πρόκειται να φάνε μπακαλιάρο και μικρά παιδιά. Μοιάζει με λουκουμαδάκια που τρώγονται με όρεξη ακόμη και από τα πιο δύσκολα παιδιά (για ακόμη πιο δύσκολα, υπάρχουν και οι …τηγανίτες μπακαλιάρου). 


 
Η γεύση όμως μοιράζεται. Η μισή νοστιμιά οφείλεται στο ζυμάρι και η άλλη μισή στο ψάρι. Ακόμη και με το δικό μου κουρκούτι που είναι πολύ απλό συμβαίνει αυτό. Όποιος θέλει τη μπουκιά του να είναι μπακαλιάρος-μπακαλιάρος, τον τηγανίζει με σκέτο αλεύρι, δεν βγάζει το δέρμα, ! Αν είναι καλής ποιότητας το ψάρι και το λάδι είναι άλλη γεύση!


 
Πιο παραδοσιακός λοιπόν  είναι ο τηγανισμένος με αλεύρι. Τουλάχιστον για τους κρητικούς, το κουρκούτι στο τηγάνισμα του μπακαλιάρου είναι νεωτερισμός, ίσως όχι πολύ πρόσφατος, αλλά πάντως νεωτερισμός! Πολλές ηλικιωμένες μαγείρισσες τηγανίζουν ακόμη τον μπακαλιάρο με αλεύρι, με το δέρμα και με το κεντρικό ψαροκόκαλο στη θέση του!


 
Έχουμε και λέμε λοιπόν:

Τηγανητός μπακαλιάρος με αλεύρι

Υλικά:
1 φύλλο μπακαλιάρος περίπου 700gr.
1 περίπου κούπα αλεύρι 
Ελαιόλαδο
Επί το έργον:
Ετοιμάζουμε και ξαρμυρίζουμε το μπακαλιάρο όπως περιγράφεται στην προηγούμενη ανάρτηση.


 
Βάζουμε το ελαιόλαδο να κάψει και πριν αρχίσει να καπνίζει  βάζουμε τα κομμάτια του μπακαλιάρου αλευρωμένα καλά απ’ όλες τις πλευρές.


 
Τηγανίζουμε μέχρι να χρυσίσουν απ’ όλες τις πλευρές και τα βγάζουμε σε χαρτοπετσέτες.


 
Σερβίρουμε ζεστό το φρεσκοτηγανισμένο μπακαλιάρο.



Τηγανητός μπακαλιάρος με κουρκούτι

Υλικά:
Για ένα φύλλο μπακαλιάρου περίπου 700 gr
1 δόση κουρκούτι
Ελαιόλαδο για το τηγάνισμα
Επί το έργον:
Προετοιμάζουμε τον μπακαλιάρο από την προηγούμενη όπως περιγράψαμε στην προηγούμενη ανάρτηση.


 
Μισή ώρα πριν από το τηγάνισμα ετοιμάζουμε το κουρκούτι και το αφήνουμε να περιμένει. Βάζουμε τα κομμάτια του μπακαλιάρου αφού στραγγίξουν καλά (για να μην αραιώσει με τα υγρά τους ο χυλός)  μέσα στο μπολ με το κουρκούτι.


 
Βάζουμε το ελαιόλαδο να κάψει και προσθέτουμε πριν κάψει τα κομμάτια του μπακαλιάρου που τα έχει τυλίξει καλά καλά το κουρκούτι. Όταν τηγανιστούν  και χρυσίσουν  και από τις δυο πλευρές τα βγάζουμε σε χαρτοπετσέτες. Σερβίρουμε ζεστά, με χυμό λεμονιού.


 
Παρατηρήσεις:
1)Με όποια συνταγή κι αν φτιάξουμε το κουρκούτι, προσθέτουμε λίγο ελαιόλαδο και το αφήνουμε  να περιμένει ένα μισάωρο πριν το χρησιμοποιήσουμε. Αυτά βοηθούν να κολλήσει στον μπακαλιάρο ή σε ό,τι άλλο θέλουμε να τηγανίσουμε.
2)Αν περισσέψει κουρκούτι το τηγανίζουμε και φτιάχνουμε κουταλίτες. Ταιριάζουν πολύ με τον τηγανητό μπακαλιάρο.
3)Με όποια συνταγή κι αν φτιάξουμε τον μπακαλιάρο είναι καλύτερος ζεστός.
4)Όταν τηγανίζω τον μπακαλιάρο με αλεύρι  δεν βγάζω το δέρμα αλλά ούτε και το κεντρικό ψαροκόκαλο αν έχω πάρει ολόκληρο χνάρι. Επί πλέον τον κόβω  σε μεγαλύτερα κομμάτια από όταν τον τηγανίζω με κουρκούτι.  Είπαμε, αυτός είναι τρόπος για μεγάλους…
5)Από την μια στην άλλη τηγανιά, προσθέτω ελάχιστο ελαιόλαδο στο τηγάνι για να πέσει λίγο η θερμοκρασία και να μην αρπάξουν και καούν αμέσως τα νέα κομμάτια.
Καλά να περάσετε ! Χρόνια Πολλά σε όλους και ιδιαίτερα στους εορτάζοντες! 

\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\



Τι συμβολίζει η παραδοσιακή μας φορεσιά;

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστη Τι λες τώρα;.
Όλοι μας πρέπει να το γνωρίζουμε.



Κάθε 25η Μαρτίου βλέπουμε τους εύζωνες να παρελαύνουν ή ντύνουμε τα παιδιά μας τσολιαδάκια για την παρέλαση του σχολείου. Τι συμβολίζει όμως η ευζωνική ή αλλιώς τσολιαδίστικη στολή που κάθε χρόνο την 25η Μαρτίου έχει…
www.tilestwra.com
Screen Shot 2016-03-26 at 22.53.57



\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\




ΜΟΥΝΙΧΙΩΝ (29 ΗΜΕΡΕΣ) 24 ΜΑΡΤΙΟΥ – 22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια παλιότερη δημοσίευση.
Φωτογραφία του χρήστη Ιερά Ελλάς.

-)(-ΜΟΥΝΙΧΙΩΝ (29 ΗΜΕΡΕΣ) 24 ΜΑΡΤΙΟΥ – 22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ.
Ο Μουνιχιών είναι ο 10-ος μήνας στο αττικό ημερολόγιο.
Είναι αφιερωμένος στη θεά Άρτεμη και αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα 24 Μαρτίου-22 Απριλίου.
Ομώνυμη γιορτή προς τιμή της Μουνιχίας Αρτέμιδος τελούνταν την 16η ημέρα του μήνα στον ιερό της ναό στο λόφο της Μουνιχίας στον Πειραιά.
Άλλες σημαντικές γιορτές που πραγματοποιούνταν κατά το μήνα αυτό ήταν η γιορτή προς τιμήν του θεού Έρωτα την 4η ημέρα στο “Εν κήποις” ιερό της θεάς Αφροδίτης στην Ακρόπολη, τα Βραυρώνια ανήμερα της πανσελήνου, τα Ολυμπιεία τη 19η ημέρα και η Δελφινίου Πομπή, εις ανάμνησιν της ικεσίας του Θησέα και των συντρόφων του στο ιερό του Δελφινίου Απόλλωνα πριν πλεύσουν για την Κρήτη και το λαβύρινθο του βασιλιά Μίνωα.
Η γιορτή των Μουνιχίων ετελείτο με μεγαλοπρέπεια στο ιερό της θεάς, πάνω στον λόφο της Μουνιχίας στον Πειραιά.
Πιθανότατα εκεί που βρίσκεται σήμερα είτε η εκκλησία του προφήτη Ηλία ή ο Ναυτικός Όμιλος.
Τα Μουνίχια καθιερώθηκαν λόγω της θρησκευτικής πίστης των Αθηναίων ότι η θεά Αρτέμις, θεά της Σελήνης, τους φώτιζε με τη μορφή της πανσελήνου, στη νικηφόρα ναυμαχία της Σαλαμίνας εναντίον των Περσών.
Οι πιστοί προσέφεραν στη θεά τυρόπλαστους πλακούντες, που ονομάζονταν «αμφιφώντες», γιατί τοποθετούνταν μεταξύ δύο κεριών που αλληγορικά έδειχναν την ανατολή και τη δύση της Σελήνης.
Την 6ηΙκέτιδες, κρατώντας τις ικετηρίες, δηλαδή κλαδιά ελιάς στολισμένα με μαλλιά, πήγαιναν με πομπή στο Δελφίνιο, τον ναό του θεού στον Ιλισσό (Πλουτ. Θησ. ΙΗ’).
Εκεί τις κατέθεταν στον βωμό, σε ένδειξη των ικεσιών τους, γι’ αυτό και έλεγαν τη φράση «ικετηρίαν τιθένα» (Ηρδ. Ε’, 51 -Δημσθ).
Η γιορτή ανάγεται στον Θησέα, ο οποίος πήρε μαζί του τους νέους και τις νέες που είχαν κληρωθεί για τον φόρο αίματος της Αθήνας στον Μινώταυρο, και πήγε, την 6η Μουνιχιώνα, στο Δελφίνιο, αφιερώνοντας γι’ αυτόν και τους συντρόφους του, ικετηρίαν -κλαδί από την ιερή ελιά στολισμένο με λευκό μαλλί.
Αφού έγινε η δέηση, κατέβηκαν όλοι μαζί στην ακτή και απέπλευσαν για την Κρήτη, απ’ όπου, ως γνωστόν, επέστρεψαν σώοι.
Στη γιορτή των Δελφίνιων, οι Αθηναίοι -εκτός από τον Απόλλωνα- τιμούσαν και την αδελφή του, τη Δελφίνια Άρτεμη. Την 6η του μηνός Μουνιχιώνα εγκαινιαζόταν η αρχή των θαλασσίων ταξιδιών μετά τη χειμερινή διακοπή τους.
Στην κοντινή Αίγινα ετελείτο η ίδια γιορτή τον μήνα Δελφίνιο, αντίστοιχο του αττικού μήνα Μουνιχιώνα.
Εκεί η γιορτή πανηγυριζόταν με αγώνες οι οποίοι ονομάζονταν Υδροφόρια, σε ανάμνηση της προσέγγισης των Αργοναυτών στην Αίγινα, κατά την επιστροφή τους από την Αία της Κολχίδας, όπου προμηθεύτηκαν πόσιμο νερό για να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς την Ιωλκό.
Την 19η Μουνιχιώνα τελούνταν στην Αθήνα τα Ολύμπια προς τιμήν του Ολυμπίου Διός.
Ιδρύθηκαν από τον Πεισίστρατο, όταν θεμελίωσε τον ναό του Ολυμπίου Διός (Ολυμπιείον) στις όχθες του Ιλισού το 530 π.Χ.
Τα αθηναϊκά Ολύμπια τελούνταν στον περίβολο του ναού και με την πάροδο του χρόνου παράκμασαν.
Ανανεώθηκαν από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης και τελειοποίησης του Ολυμπιείου το 129 μ.Χ. Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους (30’7 π.Χ.), ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, προστάτης της πόλης των Αθηνών και των πατροπαράδοτων δημοκρατικών της πολιτικών θεσμών, ελευθέρωσε την Αθήνα από τον Κάσσανδρο και έγινε δεκτός στην πόλη με θεϊκές τιμές.
Οι Αθηναίοι, για να κολακεύσουν τη ματαιοδοξία του, ονόμασαν αυτόν και τον πατέρα του, τον
Αντίγονο, «Σωτήρες» και τους αφιέρωσαν βωμούς.
Επίσης μετονόμασαν τον μήνα Μουνιχιώνα σε Δημητριώνα (Πλουτ. Δημ. 12) και τη γιορτή των Διονυσίων σε Δημήτρια.
Τέλος, αποφάσισαν τη δημιουργία δύο νέων αττικών φυλών, που θα ονομάζονταν Αντιγονίδα και Δημητριάδα.
του μηνός Μουνιχιώνα ετελείτο στην Αθήνα η γιορτή του Δελφινίου Απόλλωνα, του προστάτη της ναυσιπλοΐας.
Κατά τη διάρκεια της γιορτής, παρθένες, οι Ικέτιδες, κρατώντας τις ικετηρίες, δηλαδή κλαδιά ελιάς στολισμένα με μαλλιά, πήγαιναν με πομπή στο Δελφίνιο, τον ναό του θεού στον Ιλισσό (Πλουτ. Θησ. ΙΗ’). Εκεί τις κατέθεταν στον βωμό, σε ένδειξη των ικεσιών τους, γι’ αυτό και έλεγαν τη φράση «ικετηρίαν τιθένα» (Ηρδ. Ε’, 51 -Δημσθ).
Η γιορτή ανάγεται στον Θησέα, ο οποίος πήρε μαζί του τους νέους και τις νέες που είχαν κληρωθεί για τον φόρο αίματος της Αθήνας στον Μινώταυρο, και πήγε, την 6η Μουνιχιώνα, στο Δελφίνιο, αφιερώνοντας γι’ αυτόν και τους συντρόφους του, ικετηρίαν -κλαδί από την ιερή ελιά στολισμένο με λευκό μαλλί.
Αφού έγινε η δέηση, κατέβηκαν όλοι μαζί στην ακτή και απέπλευσαν για την Κρήτη, απ’ όπου, ως γνωστόν, επέστρεψαν σώοι.
Στη γιορτή των Δελφίνιων, οι Αθηναίοι -εκτός από τον Απόλλωνα- τιμούσαν και την αδελφή του, τη Δελφίνια Άρτεμη.
Την 6η του μηνός Μουνιχιώνα εγκαινιαζόταν η αρχή των θαλασσίων ταξιδιών μετά τη χειμερινή διακοπή τους.
Στην κοντινή Αίγινα ετελείτο η ίδια γιορτή τον μήνα Δελφίνιο, αντίστοιχο του αττικού μήνα Μουνιχιώνα.
Εκεί η γιορτή πανηγυριζόταν με αγώνες οι οποίοι ονομάζονταν Υδροφόρια, σε ανάμνηση της προσέγγισης των Αργοναυτών στην Αίγινα, κατά την επιστροφή τους από την Αία της Κολχίδας, όπου προμηθεύτηκαν πόσιμο νερό για να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς την Ιωλκό.
Την 19η Μουνιχιώνα τελούνταν στην Αθήνα τα Ολύμπια προς τιμήν του Ολυμπίου Διός. Ιδρύθηκαν από τον Πεισίστρατο, όταν θεμελίωσε τον ναό του Ολυμπίου Διός (Ολυμπιείον) στις όχθες του Ιλισού το 530 π.Χ.
Τα αθηναϊκά Ολύμπια τελούνταν στον περίβολο του ναού και με την πάροδο του χρόνου παράκμασαν.
Ανανεώθηκαν από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης και τελειοποίησης του Ολυμπιείου το 129 μ.Χ. Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους (30’7 π.Χ.), ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, προστάτης της πόλης των Αθηνών και των πατροπαράδοτων δημοκρατικών της πολιτικών θεσμών, ελευθέρωσε την Αθήνα από τον Κάσσανδρο και έγινε δεκτός στην πόλη με θεϊκές τιμές.
Οι Αθηναίοι, για να κολακεύσουν τη ματαιοδοξία του, ονόμασαν αυτόν και τον πατέρα του, τον Αντίγονο, «Σωτήρες» και τους αφιέρωσαν βωμούς.
Επίσης μετονόμασαν τον μήνα Μουνιχιώνα σε Δημητριώνα (Πλουτ. Δημ. 12) και τη γιορτή των Διονυσίων σε Δημήτρια.
Τέλος, αποφάσισαν τη δημιουργία δύο νέων αττικών φυλών, που θα ονομάζονταν Αντιγονίδα και Δημητριάδα.
—————————————————————————————————————
Πηγές
•«Η Οδύσσεια των Ημερολογίων, τόμος Α’ – αναζητώντας τις ρίζες», εκδόσεις ΔΙΑΥΛΟΣ, εκδοθέν υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου Αθηνών.
ΠΗΓΗ http://eleysis69.wordpress.com/

\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\





                         

Δημοφιλείς αναρτήσεις