Σάββατο 2 Ιουνίου 2018

Αργοναυτική εκστρατεία o Mύθος και τα Ευρήματα


http://theseus-aegean.blogspot.gr/2013/01/o-m.html?spref=fb

Αργοναυτική εκστρατεία o Mύθος και τα Ευρήματα


Η Αργοναυτική εκστρατεία αποτελεί μυθικό κατασκεύασμα του οποίου ο ιστορικός πυρήνας ανάγεται σε περιπέτειες εμπορικών Ελλαδικών πλοίων στον Εύξεινο Πόντο κατά τους αιώνες της 2ης χιλιετηρίδας π.Χ.Αρχικά, πρέπει να σημειωθεί ότι το εμπόριο μεταξύ πόλεων του Εύξεινου Πόντου και πόλεων του Αιγαίου Πελάγους γινόταν, συνεχώς, ακόμη και την 3η (ίσως και την 4η) χιλιετηρίδα π.Χ. Αυτό όμως που άλλαξε κατά την 2η χιλιετηρίδα π.Χ. ήταν η δημιουργία ορυχείων μετάλλων (κυρίως χαλκού και σιδήρου) αλλά και η κατεργασία τους που γινόταν στην βόρεια Μικρασιατική ακτή (κυρίως στα Ποντιακά όρη) Ενδεικτικό της υπερ-παραγωγής αυτής ήταν η ονομασία Χάλυβες που είχε αποκτήσει λαός της περιοχής κατά την Κλασσική Περίοδο).Ο πολύτιμος, αυτήν την εποχή, σίδηρος ήταν ισχυρό κίνητρο για τους Αχαιούς αλλά και Αιγαιώτες ναυτικούς της περιόδου εκείνης που αψηφούσαν κάθε κίνδυνο και διέσχιζαν τα Στενά του Ελλησπόντου και του Βοσπόρου για να προμηθευτούν τα πολύτιμα αυτά υλικά από τις βόρειες Μικρασιατικές ακτές.Η κατάσταση έγινε περισσότερο τεταμένη όταν Χετταίοι αυτοκράτορες σύμφωνα με τις διασωθείσες πηγές, επέβαλλαν αυστηρούς περιορισμούς στην εμπορική διάθεση του χαλκού και του σιδήρου, καθώς και στην τεχνογνωσία της κατεργασίας του, καθόσον η χρήση του στην οπλοκατασκευή είχε αποκτήσει καίρια σημασία. (Πρέπει να ήταν μία απαγόρευση ανάλογη με την απαγόρευση των Πυρηνικών όπλων της Σύγχρονης Εποχής).Αυτόν τον εμπορικό αποκλεισμό προσπαθούσαν να διασπάσουν τα Αχαϊκά πλοία καθώς το κέρδος, σε σχέση με το νόμιμο εμπόριο, ήταν τεράστιο. Σε αυτό το κλίμα πρέπει να δημιουργήθηκαν παράνομα εμπορεία-λιμένες μετάλλων σε περιοχές που διέφευγαν της Χετταικής κυριαρχίας.

Μία τέτοια περιοχή πρέπει να ήταν η Κολχίδα όπου οι τοπικοί ηγεμόνες της πλούτιζαν πωλώντας παράνομα φορτία μετάλλων, που διοχετευόταν εκεί από την Βόρεια Μικρασιατική παραλία. (Κάτι ανάλογο γινόταν στην Κλασσική Εποχή με το Κυρηναικό σίλβιο που διοχετευόταν παράνομα σε Καρχηδονιακό λιμένα και πωλούνταν σε φθηνότερες τιμές από εκείνες της παραγωγού Κυρήνης.Οι πόλεις της Θεσσαλίας, και ειδικότερα η Ιωλκός φαίνεται ότι πλούτιζαν από αυτό το εμπόριο μετάλλων (νόμιμο και παράνομο). Πολλοί Θεσσαλοί ευγενείς εξόπλιζαν πλοία και διέπλεαν την Μαύρη Θάλασσα, επι σειρά αιώνων.Προφανώς οι Χετταίοι άρχισαν να λαμβάνουν μέτρα ελέγχοντας τον Βόσπορο. Επίσης, και οι πλησιόχωροι Θρακικοί λαοί θα προσπαθούσαν να φορολογήσουν τους διαπλέοντες τα Στενά εμπόρους. Έτσι δημιουργήθηκε ο μύθος της Σκύλλας και της Χάρυβδης. Αυτό, λοιπόν, που αποτέλεσε πρωτοτυπία για την “Αργώ” δεν ήταν το εμπόριο μετάλλων (που ήταν, προφανέστατα, κάτι το απόλυτα συνηθισμένο για την εποχή) αλλά η εκπληκτική επιστροφή του πλοίου που έγινε, όχι μέσω της “κλασσικής οδού”, δηλαδή των Στενών αλλά διαμέσου του Δούναβη και της Αδριατικής θάλασσας. (Αυτήν την δυνατότητα την αναφέρει ο Ηρόδοτος ότι γινόταν αρκετές φορές στην Κλασσική Εποχή). Προφανώς, η άφιξή της στην Κόρινθο, όχι από το Αιγαίο Πέλαγος όπως ήταν αναμενόμενο, κατέπληξε την Μυκηναική Ελλάδα Αυτό ήταν λοιπόν το εντυπωσιακό γεγονός που μετέτρεψε την “Αργώ” σε κύριο στόχο των Ελλήνων μυθοπλαστών, δίνοντάς της ταυτόχρονα την αθανασία στην ανθρώπινη μνήμη.Το διαρκώς αυξανόμενο γόητρο της επιχείρησης οδήγησε τους μεταγενέστερους Αχαιούς ευγενείς να “τοποθετήσουν” βαθμιαία τους προγόνους τους, ως συμμετέχοντες σε αυτήν, στον διαμορφούμενο μύθο και έτσι άρχισαν σε επόμενες χρονικές περιόδους να συντάσσονται κατάλογοι συμμετεχόντων, που κατέληξαν στην γνωστή λίστα των Αργοναυτών που έφθασε και παγιώθηκε στην Κλασσική Εποχή.


Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΑΡΓΟΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ

Ο Ιάσονας ζούσε με τους δυο γονείς του, τον Αίσωνα και την Πολυμήδη, στο αρχαίο Βασίλειο της Ιωλκού. Ο Αίσωνας, γιος του Κριθέα, ήταν ξακουστός βασιλιάς της περιοχής εκείνης. Όλα κυλούσαν ομαλά μέχρι που ο Πελίας, αδελφός του Αίσωνα, του έκλεψε με τη βία το θρόνο. Ο πατέρας του Ιάσονα τον εμπιστεύτηκε στον Κένταυρο Χείρωνα μέχρις ότου ενηλικιωθεί. Εκεί έμαθε την αλήθεια για το θείο του και θέλησε να πάρει εκδίκηση, διεκδικώντας το θρόνο. Ο Ιάσονας γύρισε πίσω στην Ιωλκό, φορώντας το τομάρι ενός πάνθηρα και κρατώντας μια λόγχη στο χέρι. Το αριστερό του πόδι ήταν γυμνό, όταν συνάντησε τον Πελία, γιατί το είχε χάσει στην προσπάθειά του να περάσει ένα ποτάμι. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρχε προφητεία ότι θα φτάσει στην Ιωλκό μονοσάνδαλος. Όταν έφτασε βρήκε στο θρόνο το θείο του να κάνει θυσία. Τότε εκείνος καταλήφτηκε από φόβο για την επιβεβαίωση της προφητείας.Ο Κένταυρος Χείρωνας ήταν ο πιο σοφός μεταξύ των Κενταύρων και γνώριζε την τέχνη των ιαματικών βοτάνων, ενώ επιδιδόταν και στο κυνήγι και τη μουσική. Είχε θεϊκή καταγωγή, αφού, κατά μια μυθολογική εκδοχή, ήταν νόθος γιος του Κρόνου, ο οποίος συνευρέθηκε με την κόρη του Ωκεανού Φιλύρα. Αξίζει να σημειωθεί το εξής: λέγεται ότι η Πολυμήδη, μητέρα του Ιάσονα, ήταν εγγονή του Ερμή και αρχικά το όνομα που είχε δώσει στο γιο της ήταν Διομήδης. Ο Αίσωνας, προκειμένου να προφυλάξει το γιο του από τον ετεροθαλή αδελφό του Πελία, που επιβουλευόταν το θρόνο της Ιωλκού, παρέδωσε το Διομήδη στον Χείρωνα , ο οποίος ανέλαβε την εκπαίδευσή του. Ο Διομήδης είχε ιδιαίτερη έφεση στη βοτανική και τη φαρμακολογία, γι’ αυτό και ο Χείρων τον μετονόμασε σε Ιάσονα (ίασις = θεραπεία).

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΛΙΑ

Ο Ιάσονας έμεινε πέντε μέρες και πέντε νύχτες στο παλάτι. Κατόπιν πήγε στον Πελία και του ζήτησε την εξουσία. Αυτός του ζήτησε ως διαπιστευτήριο το χρυσόμαλλο δέρας, ευελπιστώντας στο θάνατό του. Το πολύτιμο αυτό τομάρι προβάτου βρισκόταν στην Κολχίδα και το είχε αφιερώσει ο Αιήτης στο θεό Άρη, ενώ τη φύλαξή του την είχε αναλάβει ένας δράκος. Κατά την παράδοση ο Ιάσονας είχε ήδη πάρει την απόφασή του, ακούγοντας τη συμβουλή της Ήρας που έτρεφε εχθρικά συναισθήματα για τον Πελία. Ο Ιάσονας ζήτησε τότε τη βοήθεια του τεχνίτη Άργου, ξακουστού πλοηγού της εποχής εκείνης, για τη ναυπήγηση ενός γερού καραβιού. Εκείνος με τη βοήθεια της Αθηνάς κατασκεύασε ένα γερό σκαρί που χωρούσε πενήντα κωπηλάτες και πήρε το όνομά του από εκείνον. Το καράβι κατασκευάστηκε και ναυπηγήθηκε στις Παγασές, λιμάνι της Θεσσαλίας. Το πλοίο αυτό έμελλε να μεταφέρει στην Κολχίδα τον Ιάσονα με τους συντρόφους του. Στην εκστρατεία αυτή πήραν μέρος οι γενναίοι των γενναίων. Κήρυκας ανήγγειλε την έναρξή της.

ΟΙ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ

Ο Τίφυς γιος του Ιγνύα, εκπαιδεύτηκε από την Αθηνά στη θαλάσσια πλεύση, πράγμα άγνωστο τότε, με τη βοήθεια των άστρων. Ο Ορφέας, ο μεγάλος μουσικός θα έδινε το ρυθμό στους κωπηλάτες. Τον όρισαν οι θεοί, γιατί μόνο αυτός μπορούσε να πει ομορφότερα τραγούδια από τις Σειρήνες και να τους γλιτώσει από τη μαγεία τους. Στο πλήρωμα υπήρχαν και πολλοί μάντεις, όπως ο Ίδμων, ο Αμφιάραος και ο Λάπιθης Μόψος. Ήταν επίσης οι δύο γιοι του Βορέου, ο Ζήτης και Καλάις, οι Διόσκουροι, ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, καθώς και τα ξαδέλφια τους, ο Ίδας και ο Λυγκεύς. Κήρυκας ήταν ο Αιθαλίδης. Κατόπιν ερχόταν ο Άδμητος, ο Άκαστος γιος του Πελία, ο Περικλύμενος, ο Αστέριος, ο Λάπιθης Πολύφημος, ο Καινεύς ή ο γιος του ο Κόρωνος, ο Εύρητος, ο Κηφεύς, ο αδελφός του Αμφιδάμας, ο Παλαίμονος, γιος του Ηφαίστου, ο Πηλεύς και ο αδελφός του Τελαδαίμων, ο Ίφιτος, ο Ίφικλος και ο ανιψιός του Μελέαγρος. Η μοναδική γυναίκα που συμμετείχε ήταν η Αταλάντη.


Η ΝΑΥΠΗΓΗΣΗ

Τα πλοία αυτά με βασική ύλη το ξύλο κατασκευαζόταν με μεθόδους αρκετά διαφορετικές απ’ τις σημερινές. Αρχικά φτιαχνόταν το εξωτερικό κέλυφος και στη συνέχεια τοποθετούνταν εσωτερικά οι ενισχύσεις. Σε κάποια απ’ αυτά μάλιστα έχουν βρεθεί μέχρι και ενώσεις που γινόταν με ένα είδος ραφής. Τα συνηθισμένα μεγέθη ήταν μέχρι 6 μέτρα πλάτος και μέχρι 40 μήκος. Για να αποφύγουν τη διάβρωση του ξύλου απ’ τους μικροοργανισμούς του νερού, αν το πλοίο δεν χρησιμοποιούταν για κάποιο χρονικό διάστημα (όπως τα πολεμικά πλοία0 ανελκυόταν στην ξηρά. Οι εγκαταστάσεις στέγασης και συντήρησης των ανελκυόμενων πλοίων ονομαζόταν νεώσοικοι και υπολείμματά τους βρίσκουμε σε πολλά αρχαία λιμάνια. Στο λιμάνι του Πειραιά λέγεται ότι υπήρχαν 372 νεώσοικοι.Η Αργώ ναυπηγήθηκε στις Παγασές, λιμάνι της Μαγνησίας. Το ξύλο του πλοίου προερχόταν από το Πήλιο. Οι Αργοναύτες πριν αποπλεύσουν, θυσίασαν στον Απόλλωνα και οι οιωνοί ήταν άριστοι. Τους ερμήνευσε ο Ίδμων και είπε πως όλοι θα επέστρεφαν ζωντανοί εκτός από τον ίδιο.

Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΛΧΙΔΑ

Το πρώτο λιμάνι που έπιασαν ήταν η Λήμνος. Την εποχή εκείνη στο νησί δεν υπήρχαν άνδρες, γιατί οι γυναίκες τους είχαν φονεύσει όλους. Οι Αργοναύτες δεν άφησαν την ευκαιρία να πάει χαμένη. Γονιμοποίησαν όλες τις γυναίκες και έκαναν γιους. Κατόπιν πήγαν στη Σαμοθράκη και στην Κύζικο, όπου ο Ιάσων σκότωσε τον ομώνυμο βασιλιά. Επόμενος προορισμός των Αργοναυτών ήταν η Μυσία. Αφού απάλλαξαν τον Φινέα από τις Άρπιες, αυτός τους ενημέρωσε για τις Συμπληγάδες πέτρες, που θα συναντούσαν. Επρόκειτο για δυο πελώριους βράχους που ανοιγόκλειναν. Όταν έφτασαν άφησαν ελεύθερο ένα περιστέρι από το οποίο οι βράχοι έκοψαν μόνο την ουρά του. Έτσι και όταν πέρασε η Αργώ, καταστράφηκε ένα μικρό μέρος της πρύμνης της. Από τότε οι βράχοι έμειναν για πάντα ανοιχτοί. Στη συνέχεια έφτασαν στην Κολχίδα και προσάραξαν στον ποταμό Φάση.Εκεί ο Ιάσονας παρουσιάστηκε στο βασιλιά Αιήτη, στον οποίο ο Φρίξος είχε δωρίσει τι δέρας και του εξήγησε το σκοπό της αποστολής του. Ο Αιήτης που είχε αφιερώσει το δέρας στον Άρη, είπε ότι δεν είχε αντίρρηση, αρκεί ο Ιάσονας να έζευε δύο ταύρους με χάλκινα πόδια που έβγαζαν φωτιά από τα ρουθούνια τους. Οι δύο αυτοί ταύροι δώρο του Ήφαιστου στον Αιήτη, δεν είχαν ζευτεί ποτέ πριν. Τέλος ο Ιάσονας έπρεπε να οργώσει με αυτούς ένα χωράφι και να το σπείρει με τα δόντια δράκου.Ο Ιάσονας άρχισε να σχεδιάζει πως θα ολοκληρώσει αυτούς τους άθλους, όταν μπήκε στη ζωή του η Μήδεια, η κόρη του Αιήτη, με τις μαγευτικές της ιδιότητες. Αυτή θα βοηθούσε τον Ιάσονα, μόνο αν εκείνος την έπαιρνε μαζί του και την παντρευόταν.Ο Ιάσονας της το υποσχέθηκε και η Μήδεια του έδωσε ένα υγρό με το οποίο άλειψε το σώμα του αλλά και την ασπίδα του. Από τη στιγμή εκείνη δε μπορούσε να τον βλάψει ούτε όπλο, ούτε φωτιά. Μόνο που η ισχύς του μαγικού υγρού έπαυε μετά από 24 ώρες. Η Μήδεια του αποκάλυψε ότι καθώς θα έσπερνε τα δόντια του δράκου, θα φύτρωναν αμέσως οπλισμένοι πολεμιστές που θα επεδίωκαν να τον σκοτώσουν. Ο Ιάσονας μπόρεσε χάρη στο μαγικό υγρό να ζέψει τους ταύρους χωρίς να καεί από τις φλόγες τους και έριξε πέτρες ανάμεσα στους πολεμιστές που έσπειρε, όπως τον είχε συμβουλεύσει η Μήδεια. Οπότε και αυτοί νόμισαν ότι κάποιος από τους ίδιους τις έριξε και έτσι σκοτώθηκαν μεταξύ τους.Αφού ο Ιάσονας ολοκλήρωσε τους δύο αυτούς άθλους, ο Αιήτης αθέτησε την υπόσχεσή του. Προσπάθησε μάλιστα να κάψει το πλοίο και να σκοτώσει τους Αργοναύτες. Ο Ιάσονας με τη βοήθεια της Μήδειας προσπάθησε να πάρει το δέρας από ένα άγρυπνο δράκο που το φύλαγε. Πάλι η Μήδεια ανέλαβε δράση και με τα μαγικά της κοίμισε το δράκο. Ο Ιάσονας πλησίασε, ξεκρέμασε ο δέρας από το δέντρο και το πήρε μαζί του. Οι Αργοναύτες λοιπόν κατάφεραν να αποπλεύσουν με το χρυσόμαλλο δέρας, τη Μήδεια και τον αδελφό της τον Άψυρτο.

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Ο Αιήτης τον καταδίωξε με ένα άλλο πλοίο αλλά η Μήδεια έσφαξε τον αδελφό της, Άψυρτο, τον κομμάτιασε και πετούσε ένα-ένα τα κομμάτια του στη θάλασσα, οπότε ο Αιήτης έχασε πολύ χρόνο για να περισυλλέξει τα κομμάτια του γιου του και έτσι οι Αργοναύτες έφυγαν.Μετά από πολλές περιπέτειες, καθώς ο Δίας τους έστελνε συνεχώς τρικυμίες λόγω του στυγνού εγκλήματος, έφτασαν στο νησί της Κίρκης που τους εξάγνισε από το μίασμα του φόνου. Στο μεταξύ παρέπλευσαν στο νησί των Σειρήνων, τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, τη Σικελία και έφτασαν στο νησί των Φαιάκων. Μετά την αντιμετώπιση του Τάλου στην Κρήτη, κινδύνευσαν στο Κρητικό πέλαγος. Ο Ιάσονας ικέτευσε τον Απόλλωνα να τους καθοδηγήσει. Πραγματικά ο θεός του φωτός ανταποκρίθηκε στη δέηση του ήρωα και τους οδήγησε σε μία από τις Σποράδες απ’ όπου βρήκαν το δρόμο τους για την Ιωλκό.


Η ΑΡΓΟΝΑΥΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ  ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΥΘΟΣ

Χρυσό περιδέραιο που βρέθηκε σε αρχαίο τάφο στον Βόλο δείχνει ως τόπο προέλευσης του χρυσού την Κολχίδα. Ετσι, εξηγείται περίτρανα γιατί έγινε η Αργοναυτική Εκστρατεία και τι ακριβώς αντιπροσώπευε το Χρυσόμαλλο Δέρας, που απέσπασε ο Ιάσονας με τη βοήθεια της Μήδειας.Στο Μουσείο του Λούβρου εξετάστηκαν πρόσφατα τέσσερα δείγματα χρυσού που βρέθηκαν στη Γεωργία σε σχέση με μερικές ψηφίδες από το αρχαίο περιδέραιο που βρέθηκε σε τάφο στο Καζανάκι Βόλου και διαπιστώθηκε κοινή προέλευση. Και τα δύο αντικείμενα, το ελληνικό και το γεωργιανό, φαίνεται πως έγιναν από αλλουβιακό χρυσό ενός ποταμού της Κολχίδας.Για επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων αυτών θα επαναληφθούν οι εξετάσεις σε περισσότερα δείγματα. Αν η περαιτέρω έρευνα δείξει τα ίδια αποτελέσματα θα έχουμε μια καθαρή απόδειξη ότι οι Αργοναύτες γνώριζαν για τον χρυσό της Κολχίδας και ότι η Αργοναυτική Εκστρατεία δεν είναι απλώς ένας μύθος. Είναι ο αγώνας κατάκτησης της γνώσης μιας πλουτοπαραγωγικής μεθόδου που επηρέαζε από τότε τον κόσμο και το Χρυσόμαλλο Δέρας, η ανάπτυξη της τεχνογνωσίας περισυλλογής του χρυσού. Γι’ αυτό έκαναν το ταξίδι τους ώς τη μακρινή Κολχίδα οι Αργοναύτες, όπως οι αρχαιολόγοι υπέθεταν πάντα. Ωστόσο, η εργαστηριακή εξέταση του χρυσού θα προσφέρει εκείνες τις αποδείξεις που χρειάζονται οι επιστήμονες για να βγάλουν ασφαλή συμπεράσματα. Αυτό ακριβώς επιθυμεί και η ανασκαφέας του τάφου του Βόλου Βασιλική Αδρύμη – Σισμάνη, διευθύντρια του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Θεσσαλικών Σπουδών.Στα αρχικά στάδια της έρευνας στα εργαστήρια του Λούβρου είχε γίνει σαφές ότι ο χρυσός είναι ποταμίσιος. Ο χρυσός είχε μαζευτεί με τη μέθοδο του δέρματος των αιγοπροβάτων, πρακτική γνωστή στις προϊστορικές κοινωνίες.Στην περιοχή της Κασπίας Θάλασσας όπου τοποθετείται η Κολχίδα, πατρίδα της Μήδειας, υπάρχει ποταμίσιος χρυσός. Επίσης κοντά στον Βόλο έχουμε τον Γαλλικό ποταμό. Οπότε ο ποταμίσιος χρυσός θα μπορούσε να είναι και ελληνικός.Η έρευνα αυτή θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί από καιρό. Η καθυστέρησή της οφείλεται στους Γεωργιανούς που λόγω του πολέμου τους με τη Ρωσία έστειλαν μόλις προ ολίγων μηνών τα χρυσά αντικείμενα που τους είχαν ζητηθεί για τον συγκριτικό έλεγχο με τα ελληνικά.Τα ευρήματα του τάφου στο Καζανάκι του Βόλου (ανάμεσά τους και ένα χρυσό περιδέραιο με χίλιες ψηφίδες), χρονολογούνται από το τέλος του 15ου αι. π.Χ. μέχρι το τέλος του 14ο αι. π.Χ. σύμφωνα με τις ραδιοχρονολογήσεις του «Δημόκριτου». Το ενδιαφέρον είναι ότι την ίδια περίοδο οι αρχαιολόγοι υποστηρίζουν ότι οικοδομήθηκαν τα πρώτα ανακτορικά συγκροτήματα γύρω από τον μυχό του Παγασητικού κόλπου. Είναι δηλαδή μια περίοδος μεγάλης προόδου στην πρώιμη αυτή εποχή. *Η ανάγνωση του βυθού των Βορείων Σποράδων και του Παγασητικού γενικότερα δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τον μύθο του Αργοναύτη Ιάσονα και τις εμπορικές σχέσεις που διατηρούσε η περιοχή με την Κολχίδα.Η ενάλια έρευνα που διεξάγεται σε εύρος που εκτείνεται από την Αμαλιάπολη ώς τις Νηές έχει εντοπίσει περίπου 14 ναυάγια και δύο πρώην χερσαίες εγκαταστάσεις, που βρίσκονται σήμερα κάτω από την επιφάνεια του νερού.Τα αποτελέσματα των ενάλιων ερευνών που πραγματοποιούνται στην περιοχή την τελευταία 35ετία, ανακοινώθηκαν κατά τη διάρκεια ημερίδας που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες στον Βόλο.

ΈΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΥΣ ΒΥΘΙΣΜΕΝΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ

Ενας από τους σημαντικότερους βυθισμένους οικισμούς που έχουν εντοπιστεί, ανήκει στη μέση εποχή χαλκού, χρονολογείται περίπου στα 1700 π.Χ. και βρίσκεται σε βάθος σχεδόν 1 μέτρου. Η επιφανειακή έρευνα που διεξάγεται σε πρώτη φάση παραπέμπει σε θραύσματα αγγείων, τμήματα τοίχων καθώς και κιβωτιόσχημους τάφους κατασκευασμένους από σχιστόλιθους, ενώ αναμένεται η εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων στο μέλλον.Εντυπωσιακά είναι τα δεδομένα που συνθέτουν τα πολυάριθμα ναυάγια της περιοχής, κυρίως, δε, όσα εντοπίζονται στη Σκόπελο και την Αλόννησο, περιοχή που αποτελούσε από αρχαιοτάτων χρόνων κομβικό σημείο για τα καράβια που κατευθύνονταν προς τον Εύξεινο Πόντο.Τα αρχαιολογικά ευρήματα, αμφορείς, σφραγίσματα αμφορέων και άλλα, τεκμηριώνουν ουσιαστικά τον μύθο του Ιάσονα και των Αργοναυτών, επιβεβαιώνοντας τους εμπορικούς δεσμούς που είχαν αναπτυχθεί με την Κολχίδα.Εντυπωσιακά δεδομένα συνθέτουν το αρχαίο ναυάγιο που έφεραν στο φως οι έρευνες της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων στην περιοχή του θαλάσσιου πάρκου των Βορείων Σποράδων.Θεωρείται δε το πλουσιότερο από τα ναυάγια τα οποία έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα στις Βόρειες Σποράδες και χρονολογείται στα κλασικά χρόνια, στον 4ο αιώνα π.Χ.Οι επιφανειακές διαστάσεις του ναυαγίου στα Σκάντζουρα συνηγορούν για την ύπαρξη ενός ή δύο πλοίων εμπορικού χαρακτήρα, όπως μαρτυρά εξάλλου και η ύπαρξη πολλών τύπων αμφορέων.

Τ' ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΒΟΡΙΑ




Μεταφορτώθηκε στις 19 Φεβ 2010
Τ' ΑΣΤΕΡΙ ΤΟΥ ΒΟΡΙΑ
ΜΟΥΣΙΚΗ: ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ
ΣΤΙΧΟΙ: ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ: ΛΑΚΗΣ ΠΑΠΠΑΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ AMERICA AMERICA ΤΟΥ ΕΛΙΑ ΚΑΖΑΝ
(Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Ριζιώτης & Γιώργος Ρωμανός ( Ντουέτο ) )

Τ' αστέρι του βοριά
θα φέρει ξαστεριά
μα πριν φανεί μέσα από το πέλαγο πανί
θα γίνω κύμα και φωτιά
να σ' αγκαλιάσω ξενιτιά

Κι εσύ χαμένη μου Πατρίδα μακρινή
θα μείνεις χάδι και πληγή
σαν ξημερώσει σ' άλλη γη

Τώρα πετώ για της ζωής το πανηγύρι,
Τώρα πετώ για της χαράς μου τη γιορτή

Φεγγάρια μου παλιά
καινούρια μου πουλιά
διώχτε τον ήλιο και τη μέρα απ' το βουνό
για να με δείτε να περνώ
σαν αστραπή στον ουρανό.


THE NORTH STAR
COMPOSER: MANOS HADJIDAKIS
LYRICS: NIKOS GATSOS
SINGING: LAKIS PAPPAS
FROM THE MOVIE: AMERICA AMERICA BY ELIA KAZAN


The northern star
will bring the clear, starry sky
but before the sails appear out of the sea
I will become wave and fire
to embrace you foreign land

and you my lost, distant Country
you'll remain a caress and a wound
before the sun rises in another land

I am now flying to the feast of life
I am now flying to my joy's celebration

My old moons
my new birds
chase the sun and the day over the mountain
to see me cross
the sky like lightning

Πώς να φτιάξετε ψάθινο καπέλο

http://www.back-to-nature.gr/2013/02/blog-post_26.html

Πώς να φτιάξετε ψάθινο καπέλο



Tο ψάθινο καπέλο, είναι ένα καλοκαιρινό αξεσουάρ, που μπορείς να το αγοράσεις σχεδόν παντού. Όμως, δεν αξίζει να δοκιμάσετε να φτιάξετε ένα , και με τα χεράκια σας;
 



Τι θα χρειαστείτε:
  • Χόρτο ψαθοπλεκτικής (ράφια) μπορείτε ακόμα  και  με χόρτο μπολιασματος η με τον αθαραπα [έτσι το λέμε εδώ στο νησί ]
  • Κλωστή ραψίματος (λευκή)
  • Βελόνα
  • Ψαλίδι


Λίγα λόγια για τη ράφια.

Η Ράφια (Raffia, ή Raphia ruffia) είναι ένα φοινικόδεντρο, που ευδοκιμεί στο δυτικό τμήμα της Μαγαδασκάρης. Τα φύλλα του μπορούν να χωριστούν σαν κλωστές και να γίνουν ύφασμα ή να πλεχτούν, για να φτιάξουν άλλα αντικείμενα, γεγονός που καθιστά το φυτό, ένα πολύτιμο εξαγώμενο προϊόν, για τη χώρα. Μια από τις πιο γνωστές χρήσεις του, είναι για τα ψάθινα καπέλα. Οι κλωστές των φύλλων του, πλέκονται και μετά ράβονται για να πάρουν σχήμα!
Το υλικό αυτό, πωλείται σε καταστήματα με είδη χειροτεχνίας ή με είδη συσκευασίας και ίσως σε κάποια βιβλιοπωλεία.

Οδηγίες

Πάρτε μερικές "κλωστές" από ψάθα (Ράφια) και πλέξτε τις σε πλεξούδα. Μπορείτε να πειραματιστείτε με δίκλωνες (δηλαδή αντί για τρεις μονές κλωστές, πλέξτε τρεις διπλές) και τρίκλωνες πλεξούδες, για να αποφασίσετε πιο πάχος και πιο στυλ, προτιμάτε για το καπέλο σας. Κάθε φορά που τελειώνει μια κλωστή, δένετε μια άλλη και συνεχίζετε το πλέξιμο.

Αφού έχετε πλέξει αρκετά, μπορείτε να ξεκινήσετε να διαμορφώνετε το καπέλο και στη συνέχεια αν χρειαστεί, το μεγαλώνετε κι άλλο με νήμα. Πάρτε την πλεξούδα και αρχίστε να την τυλίγετε σε κύκλο/σαν σπιράλ και παράλληλα ράβετε για να το σταθεροποιήσετε. Δοκιμάζετε κάθε τόσο την κατασκευή στο κεφάλι σας, για να ξέρετε πότε έχετε φτάσει στο επιθυμητό πλάτος, για την κορυφή του καπέλου. Αν αυτό σας δυσκολεύει, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ένα άλλο καπέλο για δείγμα, κατά προτίμηση ένα νούμερο μικρότερο, για να πλέξετε το καπέλο, επάνω του.

Λογικά τώρα, θα πρέπει να έχετε φτιάξει έναν ψάθινο δίσκο. Ράψτε την επόμενη σειρά, όχι από το πλάι, αλλά πάνω στο δίσκο και επαναλάβετε μέχρι να αρζίσει να σχηματίζεται, κάτι σαν δοχείο. Αυτό θα κάνει την κορυφή του καπέλου σας, κάπως πιο τετραγωνισμένη. Αν θέλετε στρογγυλό αποτέλεσμα, πρέπει να ράψετε μερικές σειρές, που να επανωτίζουν κατά το ήμισυ. Προσοχή όμως μη συνεχίσετε έτσι, για όλο το υπόλοιπο (κυρίως) μέρος του καπέλου, γιατί θα καταλήξει σαν ξεχειλωμένο!
Μετρώντας ξανά στο κεφάλι σας υπολογίζετε πόσο θέλετε να είναι το κυρίως μέρος και μετά πάμε να φτιάξουμε το γείσο. Αντίστοιχα με πριν, θέλουμε να δημιουργήσουμε γωνία, οπότε αντί να ράψουμε τη σειρά κάτω από τη προηγούμενη, τη ράβουμε γύρω-γύρω από την τελευταία σειρά μας, από την εξωτερική πλευρά, φυσικά. Συνεχίζουμε να ράβουμε γύρω-γύρω, μέχρι να φτάσουμε το γείσο στο επιθυμητό μέγεθος. Ράβουμε την άκρη από την κάτω μεριά, για πιο ομοιόμορφο τελείωμα. Το ψάθινο καπέλο σας, είναι έτοιμο! Μένει μόνο, να το διακοσμήσετε, σύμφωνα με το δικό σας γούστο!
 

Άλλες ιδέες
συνέχεια στο σύνδεσμο πηγή

Ξιφασκία - Πάλη


Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +-

Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

Σήμερα ... 30/5

Αποτέλεσμα εικόνας για loyloydia





Πίτσα μαργαρίτα με ρόκα

Απο παλια εφημεριδα 20/12/2015

Φωτογραφία της Maria Dimitriou. 
 Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

 Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

 Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.


Άνδρος....

Απο παλια εφημεριδα ...  20/12/2015  Άνδρος....

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
 

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
 
 Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
 
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

"Στην καρδιά της θάλασσας"

Απο παλια εφημεριδα     20/12/2015   

Φωτογραφία της Maria Dimitriou. 

Φωτογραφία της Maria Dimitriou. Φωτογραφία της Maria Dimitriou.

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
 

Φωτογραφία της Maria Dimitriou.Φωτογραφία της Maria Dimitriou.Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.
Φωτογραφία της Maria Dimitriou.Φωτογραφία της Maria Dimitriou.



  



Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Εάλω η Πόλις

Εάλω η Πόλις

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%86%CE%BB%CF%89%CF%83%CE%B7_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%9A%CF%89%CE%BD%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%8D%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B7%CF%82

 Άλωση της Κωνσταντινούπολης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης
Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους (1453). Γαλλικό χειρόγραφο, 15ος αιώνας.

Χρονολογία 29 Μαΐου 1453
Τόπος Κωνσταντινούπολη
Έκβαση Νίκη των Οθωμανών
Μαχόμενοι
Βυζαντινή Αυτοκρατορία Οθωμανικό Σουλτανάτο
Αρχηγοί
Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1404-1453) Μωάμεθ (Μεχμέτ) Β΄ ο Πορθητής (1432-1481)
Δυνάμεις
στρατιώτες 8.500 περίπου , 26 πλοία στρατιώτες 80.000-100.000, 150 πλοία
Απώλειες
Περίπου 4.000 νεκροί στρατιώτες και άμαχοι Άγνωστος αριθμός

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης υπήρξε το αποτέλεσμα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας, της οποίας Αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος, από τον οθωμανικό στρατό, με επικεφαλής τον σουλτάνο Μωάμεθ Β'. Η πολιορκία διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη, 29 Μαϊου 1453 (Ιουλιανό ημερολόγιο). Όταν τελικά η Κωνσταντινούπολη αλώθηκε, η υπερχιλιετής Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπαψε να υπάρχει.
Το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο και διαιρεμένο τους τελευταίους δύο αιώνες, σκιά της παλιάς Αυτοκρατορίας. Η Άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους και αργότερα, μετά την επανάκτησή της το 1261, οι πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, η αδυναμία βοήθειας από την Δύση, η άσχημη οικονομική κατάσταση και η φυγή ανθρώπινου δυναμικού, οδήγησαν στη σταδιακή εξασθένηση και συρρίκνωση. Η κατάληψη της Καλλίπολης το 1354 από τους Οθωμανούς, η οποία έφερε ορδές φανατικών μουσουλμάνων πολεμιστών στην Ευρώπη, σταδιακά κύκλωσε εδαφικά το Βυζάντιο, το οποίο έγινε το 1373 φόρου υποτελής στον Οθωμανό σουλτάνο. Έτσι, η Άλωση ήλθε ως φυσικό αποτέλεσμα και της αδιάκοπης επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή. Οι συγκρούσεις ήταν ιδιαίτερα άνισες υπέρ των Τούρκων, σε σημείο που να μνημονεύεται από τις πηγές το τετελεσμένο της έκβασης της πολιορκίας. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στον ηρωισμό των πολιορκημένων και ιδιαίτερα του Αυτοκράτορα. Το γεγονός της πτώσης της «θεοφυλάκτου Πόλεως», άφησε βαθιά ίχνη στις πηγές της εποχής.
Απόρροια της Άλωσης ήταν η συνέχιση της εδαφικής προώθησης των Τούρκων. Κατά τα τέλη του 17ου αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία έφτασε στο απόγειό της, απειλώντας την Βιέννη. Πολλές φορές η Άλωση της Κωνσταντινούπολης χρησιμοποιείται από τους ιστορικούς ως γεγονός που σηματοδοτεί το τέλους του Μεσαίωνα και την έναρξη της Αναγέννησης. Πολλοί μάλιστα εξ αυτών συμφωνούν στο ότι η μαζική μετακίνηση πολλών Ελλήνων από την Κωνσταντινούπουλη στην Ιταλία λόγω της Άλωσης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του περιεχομένου και της φιλοσοφίας που ακολούθησαν τα πρόσωπα της Αναγέννησης

Πίνακας περιεχομένων

Πηγές

Οι διάφορες πηγές που περιγράφουν αναλυτικά τις τελευταίες στιγμές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας προέρχονται από επιφανείς ιστορικούς της εποχής και είναι καταγεγραμμένες σε διάφορες γλώσσες: ελληνικά, λατινικά, ιταλικά, σλάβικα, τούρκικα. Οι τέσσερις κυριότερες ελληνικές πηγές ποικίλουν ιδιαίτερα ως προς την εκτίμηση των γεγονότων. Ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας, επιφανής ιστορικός, αξιωματούχος και διπλωμάτης Γεώργιος Σφραντζής, που έλαβε και ο ίδιος μέρος στην πολιορκία και ήταν στενός φίλος του Αυτοκράτορα, περιέγραφε τις τελευταίες ημέρες του Βυζαντίου με σκοπό την αποκατάσταση της τιμής του ηττημένου Κωνσταντίνου ΙΑ', της ταπεινωμένης του χώρας και της προσβεβλημένης ορθόδοξης πίστης. Ο Μιχαήλ Κριτόβουλος, που είχε προσχωρήσει στο στρατόπεδο των Τούρκων, περιγράφει τα γεγονότα από το πρίσμα ενός υπηκόου της νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αν και ποτέ δεν επιτίθεται κατά των Ελλήνων συμπατριωτών του. Ο Δούκας, υποστηρικτής της ένωσης των εκκλησιών, τονίζει την ανάγκη συνεργασίας του Βυζαντίου με τις δυτικές δυνάμεις της εποχής. Μνημονεύει ιδιαίτερα τον Γενουάτη Ιωάννη Ιουστινιάνη, ο οποίος θα συνεισφέρει στην άμυνα της πόλης για κάποιο χρονικό διάστημα. Τέλος, ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης επιλέγει ως κύριο θέμα της ιστορίας του όχι το Βυζάντιο αλλά την Οθωμανική Αυτοκρατορία, τονίζοντας την ραγδαία επέκτασή της. Το έργο του Χαλκοκονδύλη όμως είναι ιδιαίτερα γενικού χαρακτήρα και ο ίδιος δεν υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων[1].
Από τις Λατινικές πηγές ξεχωρίζει από τον καρδινάλιο Ισίδωρο η «Έκκληση προς όλους τους πιστούς του Χριστού» (Ad universos Christifideles de expugnatione Constantinopolis), ο οποίος μόλις που διέφυγε την αιχμαλωσία από τους Τούρκους. Ο Λεονάρδος ο Χίος, Λατίνος αρχιεπίσκοπος της Λέσβου, έστειλε μια έκθεση προς τον Πάπα, που παρουσιάζει τα γεγονότα της Άλωσης ως θεία τιμωρία των Βυζαντινών λόγω της απομάκρυνσής τους από την Καθολική πίστη. Από τις σημαντικότερες πηγές είναι το «Ημερολόγιο της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως», του Βενετού Νικόλαο Μπάρμπαρο, που περιγράφει μέρα προς μέρα τις συγκρούσεις. Αξιόλογα έργα έχει να παρουσιάσει και η ρωσική γραμματεία. Τέλος, υπάρχουν και τουρκικές πηγές που παρουσιάζουν τα γεγονότα από το πρίσμα του θριαμβεύβοντος και νικηφόρου Ισλάμ και του εκπροσώπου του, Μωάμεθ Β'. Οι τουρκικές πηγές είναι εμπλουτισμένες και από θρύλους, σχετικούς με την Κωνσταντινούπολη και τον Βόσπορο[2].

Κατάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και η ευρύτερη περιοχή το 1450.
Κατά τα 1.100 χρόνια ζωής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη είχε πολιορκηθεί αρκετές φορές αλλά μόνο μία φορά είχε πέσει στα χέρια των εχθρών, το 1204 από τους Σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας. Μετά το 1204 στην πόλη εγκαθιδρύθηκε ένα αδύναμο Λατινικό βασίλειο και οι υπόλοιπες περιοχές της Αυτοκρατορίας είχαν διασπαστεί σε επί μέρους βασίλεια. Ένα από αυτά, η ελληνική Αυτοκρατορία της Νίκαιας κατάφερε να επικρατήσει στην περιοχή και να ανακτήσει την Πόλη το 1261. Τους επόμενους δύο αιώνες, η εξασθενημένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεχόταν συνεχείς επιθέσεις από Λατίνους, Σέρβους, Βουλγάρους και ιδιαίτερα από τους Οθωμανούς Τούρκους. Το 1453 στην Αυτοκρατορία ανήκαν εκτός από την ίδια την Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της, το μεγαλύτερο τμήμα της Πελοποννήσου, με επίκεντρο τον Μυστρά. Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, ένα ελληνικό κράτος που δημιουργήθηκε το 1204 στην άκρη της Μικράς Ασίας και κατάφερε να επιβιώσει όλο αυτό το διάστημα, αποτελούσε εντελώς ξεχωριστή από το Βυζάντιο πολιτική οντότητα.

Οι αντίπαλοι ηγέτες

Μωάμεθ Β΄

Πορτραίτο του Μωάμεθ Β΄, από τον Τζεντίλε Μπελλίνι (Λονδίνο, Εθνική Πινακοθήκη). Σύμφωνα με μια παράδοση ο Μωάμεθ διαφώνησε με τον Μπελλίνι για το πώς έπρεπε να απεικονίζεται ο ανθρώπινος λαιμός. Για να λύσει το πρόβλημα, ο σουλτάνος διέταξε να φέρουν μπροστά τους έναν δούλο, τον οποίο έβαλε να αποκεφαλίσουν επιτόπου.
Στο οθωμανικό στρατόπεδο, ο Μωάμεθ Β', είκοσι ενός μόλις ετών (το 1453), χαρακτήρας, όπως υποστηρίζει ο βυζαντινολόγος Βασίλιεφ, ιδιαίτερα σκληροτράχηλος, φιλοπόλεμος, υπέκυπτε γενικά σε κατώτερα πάθη, ταυτόχρονα όμως έδειχνε ενδιαφέρον για την επιστήμη και τη μόρφωση, ενώ κατείχε και τα χαρίσματα του στρατηγού, του πολιτικού και του οργανωτή. Ο Γ. Σφραντζής αναφέρει ότι ασχολούταν με ιδιαίτερο ζήλο με τις επιστήμες, κυρίως αστρολογία, διάβαζε παραμύθια και μιλούσε εκτός από τουρκικά και άλλες πέντε γλώσσες. Οι μουσουλμανικές πηγές εξυμνούν την ευσέβειά του και την προστασία που παρείχε στους ομόθρησκούς του λογίους.[3]
Η επιθυμία να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη είχε γίνει έμμονη ιδέα για τον νεαρό σουλτάνο: διασώζεται ότι έμενε άυπνος για συνεχείς νύχτες, χαράσσοντας στο χαρτί το σχέδιο της πόλης και σημειώνοντας τα σημεία που μπορούσαν να προσβληθούν ευκολότερα. Αφού αποφάσισε να δώσει το τελικό χτύπημα στην Πόλη, ο Μωάμεθ άρχισε να εργάζεται με εξαιρετική προσοχή. Πρώτα έκτισε, στα βόρεια της πόλης, στις ευρωπαϊκές ακτές του Βοσπόρου, στο πιο στενό σημείο του, ένα ισχυρό φρούριο, το Ρούμελι Χισάρ [ή Μπογάζ Κεσέν στα τουρκικά ("Λαιμοκόφτης")]. Τα κανόνια που τοποθετήθηκαν εκεί ήταν ό,τι πιο προηγμένο είχε να επιδείξει η πολεμική τεχνολογία της εποχής. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε ιδιαίτερη ανησυχία στους Βυζαντινούς, που πίστεψαν πια ότι πλησιάζει το τέλος τους. Το οχυρωματικό αυτό έργο απέκοπτε, σε συνδυασμό με το προϋπάρχον οχυρό στην απέναντι ασιατική ακτή (Ανατολού-χισάρ), την θαλάσσια επικοινωνία της Κωνσταντινούπολης με τα λιμάνια του Εύξεινου πόντου, στερώντας έτσι πολύτιμες ενισχύσεις και εφόδια για την πόλη[4]. Αμέσως μετά, ο Μωάμεθ Β' έστειλε τον Τουραχάν μπέη να εισβάλει στις βυζαντινές περιοχές της Πελοποννήσου, για να εμποδίσει την αποστολή ενισχύσεων από τους αδελφούς του Κωνσταντίνου, οι οποίοι διοικούσαν το Δεσποτάτο του Μυστρά[5].

Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος

Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος. (φανταστικό πορτραίτο)
Η περιοχή που αναγνώριζε την εξουσία του τελευταίου Βυζαντινού Αυτοκράτορα, περιοριζόταν στην Κωνσταντινούπολη, με τις πλησιέστερες προς αυτήν εκτάσεις της Θράκης, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου (Μορέως), η οποία βρίσκονταν μακριά από την βασιλεύουσα και κάτω από την ουσιαστική κυριαρχία των αδελφών του Αυτοκράτορα.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' κατέβαλε γενναιόδωρες προσπάθειες να περισώσει από την Αυτοκρατορία ό,τι ήταν δυνατό, ο ίδιος ως χαρακτήρας διακρινόταν για την ενεργητικότητα και την ανδρεία του. Ένας Ιταλός ανθρωπιστής, ο Φραντσέσκο Φίλελφο, τον χαρακτηρίζει ως άνθρωπο «με ευσεβές και ανώτερο πνεύμα». Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο βυζαντινός Αυτοκράτορας κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια σε αυτόν τον άνισο αγώνα, μετέφερε στην πόλη όλες τις ποσότητες σιτηρών που ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν και επισκεύασε τα τείχη της πόλης. Η είσοδος του Κεράτιου κόλπου κλείσθηκε με βαριά αλυσίδα, όπως συνέβαινε κάθε φορά σε επικείμενες καταστάσεις πολιορκίας για να αποτραπεί η διείσδυση του εχθρικού στόλου. Η φρουρά της πόλης όμως μόλις έφθανε τις λίγες χιλιάδες.
Ο Αυτοκράτορας στράφηκε για βοήθεια και προς τα κράτη της Δύσης. Τελικά σοβαρές στρατιωτικές ενισχύσεις δεν κατέφθασαν ποτέ στην πόλη. Αντί για στρατιωτική βοήθεια στην Κωνσταντινούπολη έφθασε ένας καρδινάλιος, ελληνικής καταγωγής, ο Ισίδωρος, που είχε λάβει παλαιότερα μέρος στην Σύνοδο της Φλωρεντίας. Ο Ισίδωρος τέλεσε και μια λειτουργία στην Αγία Σοφία, το γεγονός αυτό όμως προκάλεσε μεγάλη αναταραχή μεταξύ του πληθυσμού της πόλης. Ένας από τους πιο σημαντικούς βυζαντινούς στρατηγούς του Αυτοκράτορα, ο Λουκάς Νοταράς, είπε:
    Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν τη μέση τη πόλει φακίολον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν Λατινικήν.    

Παρατάξεις

Ο Οθωμανικός στρατός

Ίσως να θεωρείται βέβαιο από τις πηγές ότι ο στρατός του Μωάμεθ Β' ήταν τουλάχιστον 150.000 άντρες. Σύμφωνα όμως με νεότερους ιστορικούς τα τακτικά στρατεύματα πρέπει να έφταναν τους 80.000-100.000 στρατιώτες, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν από τις ευρωπαϊκές και ασιατικές επαρχίες[6]. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονταν το επίλεκτο σώμα 12.000 γενιτσάρων και αρκετοί χριστιανοί υποτελείς των Οθωμανών[7]. Το στράτευμα συνίστατο σε πεζικό, ιππικό, πυροβολικό. Επίσης υπήρχαν ελαφρά σώματα από τοξότες, σφενδονιστές και ακοντιστές. Όλοι οι πολεμιστές ήταν πολύ καλά εξοπλισμένοι με κάθε είδους όπλο, αμυντικό ή επιθετικό και έφεραν ασπίδες, επενδυμένες με σίδερο, κράνη, τόξα και βέλη, ξίφη και οτιδήποτε άλλο θεωρούνταν κατάλληλο για τειχομαχία. Ο στρατός ήταν άριστα εκπαιδευμένος και οργανωμένος και επικρατούσε μεγάλος ενθουσιασμός. Ο οθωμανικός στρατός φαινόταν πολύ μεγαλύτερος γιατί τον ακολουθούσε μεγάλος αριθμός από επικουρικό προσωπικό. Επί πλέον είχαν συγκεντρωθεί ατελείωτα πλήθη Τούρκων ατάκτων, που τους προσέλκυσε η προοπτική της λεηλασίας[8]. Επίσης πολυάριθμοι φανατικοί μουσουλμάνοι μοναχοί (δερβίσηδες) και ιερωμένοι κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους στρατιώτες και με κηρύγματα τόνωναν την πολεμική ορμή τους.
Ο Μωάμεθ γνώριζε ότι χωρίς να μπορέσει πρώτα να ελέγξει την θαλάσσια περιοχή της πόλης πολύ δύσκολα θα κατάφερνε την άλωση της μόνο από την ξηρά. Γι΄ αυτό αποφάσισε να δημιουργήσει ένα ισχυρό στόλο που αποτελούνταν από 6 τριήρεις (οι οποίες αντί για τρεις παράλληλες σειρές κωπήλατων που είχαν οι αρχαίες, αυτές είχαν μία με τρεις κωπηλάτες), 10 διήρεις, περίπου 15 γαλέρες, περίπου 70 φούστες, 20 παραντάρια και έναν άγνωστο αριθμό από καΐκια και κότερα[9]. Το μέγεθός του πρέπει να έφτανε τις 150 μονάδες[10]. Ο σουλτάνος προσωπικά επέλεξε με προσοχή τους αξιωματικούς που θα τον στελέχωναν, ενώ ως διοικητή του επέλεξε έναν Βούλγαρο εξωμότη, τον Σουλεϊμάν Μπαλτόγλου[11].
Όμως εκεί πού έδωσε την μεγαλύτερη προσοχή ο σουλτάνος ήταν στην κατασκευή πυροβόλων που θα μπορούσαν να καταστρέψουν τα ισχυρά τείχη που προστάτευαν την Κωνσταντινούπολη. Ο Μωάμεθ Β' υπήρξε ο πρώτος στρατιωτικός ηγέτης που είχε στην διάθεσή του πραγματικά οργανωμένο πυροβολικό. Ο άνθρωπος που το αναβάθμισε και το έκανε το καλύτερο της εποχής του ήταν ένας επιδέξιος τεχνίτης, ο Ουρβανός, ο οποίος ήταν ουγγρικής ή σαξονικής καταγωγής[12]. Το μεγαλύτερο πυροβόλο που έφτιαξε ο Ουρβανός είχε μήκος 8 μέτρα και εκτόξευε πέτρινα βλήματα βάρους περίπου 400 κιλών. Συνολικά το οθωμανικό πυροβολικό είχε 70 πυροβόλα από τα οποία τα 11 εκτόξευαν βλήματα 250 κιλών και πάνω από 50 χρησιμοποιούσαν βλήματα 100 κιλών. Με αυτά ο Μωάμεθ σχημάτισε 14 πυροβολαρχίες, 9 από τις οποίες περιλάμβαναν μικρότερου διαμετρήματος πυροβόλα και 5 που περιλάμβαναν τα μεγαλύτερα πυροβόλα[13]. Ο ιστορικός Κριτόβουλος χαρακτηριστικά αναφέρει ότι οι υπόνομοι και οι υπόγειοι διάδρομοι που άνοιγαν οι Τούρκοι κάτω από τα τείχη αποδείχθηκαν εντελώς περιττοί καθώς τα κανόνια έδωσαν την λύση στο θέμα. Ακόμη και μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν ορατά σε πολλά σημεία της πόλης τα τεράστια βλήματα που βρίσκονταν στην ίδια θέση που είχαν πέσει το 1453[14].

Οι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης

Σχετικά με το στρατό των αμυνόμενων, εγκυρότερη θεωρείται η αναφορά του Σφραντζή, ο οποίος ανέλαβε την καταμέτρηση των δυνάμεων κατ’ εντολή του αυτοκράτορα. Ο Σφραντζής αναφέρει 4.937 βυζαντινούς και περίπου 2000 ξένους[15]. Από τους ξένους ξεχωρίζαν οι 700 κατάφρακτοι στρατιώτες που έφθασαν στην βυζαντινή πρωτεύουσα τον Ιανουάριο του 1453 με δύο γενουατικά πλοία. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος απένειμε στον αρχηγό τους Ιωάννη Ιουστινιάνη Λόνγκο, έμπειρο πολεμιστή, τον τίτλο του πρωτοστάτορος (αρχιστρατήγου) και του ανέθεσε την άμυνα της πόλης[16]. Σε κάθε περίπτωση ο συνολικός αριθμός δεν πρέπει να υπερέβαινε τους 8.500[17].
Οι βυζαντινοί διέθεταν και πυροβολικό, μικρότερο σε μέγεθος διαμετρημάτων σε σχέση με το οθωμανικό. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως στις πρώτες μέρες τις πολιορκίας και μετά σίγησε λόγο της ελάχιστης ποσότητας πυρίτιδας και βλημάτων, αλλά και τις διαφωνίας στον τρόπο χρήσης αυτών των όπλων [18].
Στην αρχή τις πολιορκίας υπήρχαν στον Κεράτιο κόλπο 26 πλοία πολεμικά. Από αυτά 10 ανήκαν στο Βυζάντιο, 5 ήταν βενετικά, 5 γενοβέζικα, 3 κρητικά, 1 από την Αγκώνα, 1 από την Καταλωνία και 1 από την Προβηγκία. Υπήρχαν επίσης μικρότερα σκάφη και εμπορικά πλοία των Γενοβέζων που ήταν ελλιμενισμένα στο Πέραν[19].

Τα τείχη της πόλης

Κύριο λήμμα: Θεοδοσιανά τείχη
Η μορφή της περιτειχισμένης Κωνσταντινούπολης μπορεί να περιγραφεί ως τριγωνική. Ως βάση του τριγώνου ήταν τα χερσαία τείχη ενώ οι πλευρές του, που αποτελούσαν και την ακτογραμμή της πόλης, σχηματιζόταν από τα θαλάσσια τείχη[20].
Σχεδιαστική τομή των χερσαίων τειχών της Κωνσταντινούπολης
Τα χερσαία (ή Θεοδοσιανά) τείχη, που είχαν μήκος 5.570 μέτρων περίπου, εκτεινόταν από την αποβάθρα των Πηγών στην ακτή της Προποντίδας μέχρι τη συνοικία των Βλαχερνών. Σε όλο τους το μήκος ήταν διπλά, με εκείνο που έβλεπε προς την πόλη έφερε την ονομασία Έσω Τείχος και εκείνο που έβλεπε προς την πεδιάδα ονομαζόταν Έξω Τείχος. Η κύρια γραμμή άμυνας των βυζαντινών ήταν το Έσω τείχος, που είχε ύψος 12 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα, και περιλάμβανε 96 πύργους ύψους 18 ως 20 μέτρα ο καθένας. Οι πύργοι αυτοί απείχαν μεταξύ τους 55 μ. περίπου. Το Έξω Τείχος είχε 8,5 μέτρα ύψος και 2 μ. πλάτος και είχε επίσης 96 πύργους, που είχαν ύψος 10 μ. περίπου και ήταν τοποθετημένοι έτσι ώστε να βρίσκονται στο κέντρο του κενού που άφηναν ανάμεσά τους οι εσώπυργοι. Τα τείχη απείχαν μεταξύ τους 15 έως 20 μ. ενώ ο χώρος που υπήρχε μεταξύ τους ονομαζόταν από τους βυζαντινούς «Περίβολος». Σε όλο το μήκος του Έξω Τείχους και σε απόσταση 15 έως 17μ. περίπου από αυτό υπήρχε τάφρος που το πλάτος της ήταν 19 μέχρι 21 μ. και το βάθος της περίπου 10 μ. Τα χερσαία τείχη είχαν 10 πύλες[21].
Η πρόσβαση στην πόλη από την θάλασσα παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες χάρης σε ένα ισχυρό θαλάσσιο ρεύμα στον Βόσπορο, τους βόρειους ανέμους αλλά και μια σειρά από ξέρες και ύφαλους που υπήρχαν στην Προποντίδα. Έτσι, για την προστασία των ακτών αρκούσε μόνο μια σειρά τειχών. Το παραθαλάσσιο τείχος του Κερατίου κόλπου εκτείνονταν από την συνοικία των Βλαχερνών μέχρι την παλαιά Ακρόπολη και είχε ύψος 10μ. περίπου, 17 πύλες, 110 πύργους και μήκος 5.600 μ. Στην εξωτερική πλευρά του υπήρχε μια στενή λωρίδα γης. Το τείχος της Προποντίδας, που ξεκινούσε από την Ακρόπολη και έφτανε ως την αποβάθρα των Πηγών, είχε ύψος 12 ως 15 μ., διέθετε 188 πύργους, περίπου 13 πύλες και είχε μήκος 8.900 μ. Σχεδόν σε όλο το μήκος το τείχος της Προποντίδας ήταν δίπλα στη θάλασσα, επομένως η αποβίβαση εχθρικών δυνάμεων ήταν αδύνατη και το έργο της άμυνας καθίστατο πιο εύκολο[22].

Η πολιορκία

Οι Οθωμανοί προ των τειχών

Η Κωνσταντινούπολη και τα τείχη του Θεοδόσιου
Τα πρώτα οθωμανικά αποσπάσματα έκαναν την εμφάνιση τους στις 2 Απριλίου, ενώ ολόκληρο το στράτευμα έφτασε σταδιακά έξω από τα τείχη της πόλης εως στις 5 Απριλίου. Την ίδια ημερομηνία έφτασε και ο σουλτάνος με τις τελευταίες μονάδες και αμέσως απέκλεισε την πόλη από στεριά και θάλασσα[23].
Όσον αφορά την διάταξη των αντιπάλων, ο αυτοκράτορας με τα καλλίτερα στρατεύματά του ανέλαβε την υπεράσπιση του μεσαίου τμήματος των χερσαίων τειχών (Μεσοτειχίου), που ήταν και τα πιο ευπρόσβλητα, γιατί σ΄ εκείνο το σημείο τα διέσχιζε κάθετα ο χείμαρρος Λύκος. Απέναντί του τάχθηκε ο σουλτάνος με τους γενίτσαρους και άλλες επίλεκτες μονάδες, καθώς και το μεγάλο κανόνι που κατασκεύασε ο Ουρβανός[24].
Η διάταξη των αντιπάλων
Αριστερά του αυτοκράτορα, προς την Προποντίδα, ήταν ο Καττενάο με τα γενοβέζικα στρατεύματά του, ο Θεόφιλος Παλαιολόγος, ο οποίος μαζί με μερικούς βυζαντινούς φιλούσε την πύλη των Πηγών, ο Φίλιππος Κονταρίνι που ήταν υπεύθυνος για το τμήμα από την πύλη των Πηγών μέχρι τη Χρυσή πύλη, στην οποία ήταν ο Γενοβέζος Μανουήλ, ενώ λίγο πιο κάτω, δίπλα στα θαλάσσια τείχη, ήταν ο Δημήτριος Καντακουζηνός. Απέναντί τους οι Οθωμανοί παρέταξαν τα μικρασιατικά στρατεύματα υπό τον Ισάκ πασά[25].
Δεξιά του αυτοκράτορα, προς τον Κεράτιο Κόλπο, στο τμήμα των τειχών που ονομάζονταν Μυριάνδριον παρατάχθηκε ο Ιουστιννιάνης, ο οποίος λίγο μετά μετακινήθηκε στο σημείο που ήταν ο αυτοκράτορας. Αντικαταστάθηκε από ένα τμήμα υπό τους αδελφούς Μποκκιάρντι. Πιο πάνω, στο παλάτι των Βλαχερνών, εγκαταστάθηκε ο Βενετός βάιλος Μιννότο, ενώ ένας συμπατριώτης του, ο Τεόντορο Καρίστο, στρατοπέδευσε μαζί με τους άντρες του στο τμήμα των τειχών μεταξύ της πύλης Καλιγαρίας και του Θεοδοσιανού τείχους. Ο αρχιεπίσκοπος Λεονάρδος μαζί με τους αδελφούς Λανγκάσκο ήταν πίσω από την τάφρο στο σημείο που κατέληγε στον Κεράτιο. Όλοι αυτοί είχαν να αντιμετωπίσουν τα ευρωπαϊκά στρατεύματα των Οθωμανών, υπό τον Καρατζά πασά.[26]
Τα θαλάσσια τείχη υπεράσπιζαν από την πλευρά της Προποντίδας ο Τζιάκομο Κονταρίνι που φιλούσε την περιοχή του Στουδίον. Δίπλα του υπήρχε ένα τμήμα από Έλληνες καλόγερους. Στο λιμάνι του Ελευθερίου ήταν ο πρίγκιπας Ορχάν με τους Τούρκους του, ενώ στο ανατολικό παράλιο της Προποντίδας εγκαταστάθηκαν άντρες της καταλανικής παροικίας υπό τον Περέ Χούλια. Ο καρδινάλιος Ισίδωρος με 200 τοξότες υπεράσπιζε το ακρωτήριο της ακρόπολης. Τις ακτές του Κερατίου κόλπου φιλούσαν 700 Βενετοί και Γενοβέζοι ναύτες υπό τον Γκαμπριέλε Τρεβιζάνο. Στον Αλβίζο Ντιέντο παραχωρήθηκε η διοίκηση των πλοίων που ήταν στον κόλπο. Απέναντί τους είχαν τον Ζαγανός πασά με ένα τμήμα του Οθωμανικού στρατού, το οποίο παρατάχθηκε στο σημείο οπού τα χερσαία τείχη ενώνονταν με τα τείχη του Κεράτιου. Μέσα στην πόλη υπήρχαν δύο αποσπάσματα ως εφεδρεία: ένα υπό τον Λουκά Νοταρά, που στάθμευε στην συνοικία της Πέτρας, και το άλλο, υπό τον Νικηφόρο Παλαιολόγο, κοντά στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων.[27]
Στις 6 Απριλίου κηρύχθηκε επίσημα η πολιορκία από τον Μωάμεθ Β', αφού πρώτα, σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής, η πρόταση του για να παραδοθεί η πόλη υποσχόμενος ότι θα σέβονταν την ζωή και την περιουσία των κατοίκων, απορρίφθηκε από τους βυζαντινούς[28]. Αμέσως ξεκίνησε ο κανονιοβολισμός, με αποτέλεσμα ένα τμήμα των τειχών κοντά στη Χαρίσια πύλη να καταστραφεί, όμως οι υπερασπιστές κατάφεραν να το επισκευάσουν γρήγορα. Ταυτόχρονα οι Οθωμανοί άρχισαν εργασίες για να παραγεμίσουν την τάφρο, ώστε σε περίπτωση ρήγματος των τειχών να μπορούν να επιτεθούν με ευκολία. Επίσης αναλήφθηκαν υπονομευτικές εργασίες εναντίον των τμημάτων των τειχών που το έδαφος ήταν κατάλληλο. Στην θάλασσα τα πλοία έκαναν την πρώτη τους επίθεση, πιθανόν στις 9 Απριλίου, χωρίς επιτυχία, με αποτέλεσμα ο Μπαλτόγλου να περιμένει την άφιξη της μοίρας του Ευξείνου για να σχεδιάσει νέες επιχειρήσεις[29]. Το διάστημα μεταξύ 6 με 11 Απριλίου ο Μωάμεθ πήρε μερικά στρατεύματα και κυρίευσε δύο φρούρια που υπήρχαν έξω από την πόλη, το Θεράπειο και Στουδίου, ενώ την ίδια περίοδο ο Μπαλτόγλου επιτέθηκε και κατέλαβε τα Πριγκιπόνησα[30].
Στις 12 κατέφθασε ο τουρκικός στόλος από την Καλλίπολη και αγκυροβόλησε στο Διπλοκιόνιο. Ήταν ο πρώτος πραγματικά αξιόμαχος στόλος που είχαν αποκτήσει οι Οθωμανοί. Την ίδια μέρα ξεκίνησε ο βομβαρδισμός με τα κανόνια, που συνεχίστηκε αδιάκοπα σε όλο το διάστημα της πολιορκίας[31]. Οι Βυζαντινοί δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα δικά τους κανόνια, που άλλωστε ήταν πολύ κατώτερα από τα τουρκικά, τα οποία είχαν τοποθετήσει πάνω στα τείχη για να βάλλουν εναντίον των πολιορκητών, αλλά γρήγορα διαπίστωσαν ότι κάθε βολή τους προκαλούσε ρωγμές στα ίδια τα τείχη[32]. Ωστόσο η άμυνα τις πρώτες βδομάδες διεξάγονταν με επιτυχία.
Την νύχτα της 18ης Απριλίου οι Οθωμανοί επιτέθηκαν με αλαλαγμούς και τυμπανοκρουσίες στο Μεσοτείχιο. Καθώς το σημείο επίθεσης ήταν στενό η αριθμητική υπεροχή των Τούρκων ήταν χωρίς νόημα, ενώ η ανώτερη θωράκιση των βυζαντινών, όπως και η ηγετική ικανότητα του Τζουστινιάνι, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην νικηφόρα απόκρουση της επίθεσης. Μετά από τέσσερις ώρες οι Οθωμανοί υποχώρησαν έχοντας 200 νεκρούς ενώ οι υπερασπιστές κανέναν[33].
Στις 20 Απριλίου σημειώθηκε ένα αναπάντεχα ευχάριστο γεγονός για τους πολιορκημένους: τρία γενουατικά πλοία και ένα βυζαντινό, μετά από νικηφόρα σύγκρουση με αριθμητικά υπέρτερο τουρκικό στόλο, ήλθαν να ενισχύσουν τους Βυζαντινούς. Ο σουλτάνος είχε τόσο αναστατωθεί από την ναυμαχία αυτή που προχώρησε έφιππος στην θάλασσα. Το γεγονός αυτό ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για την ψυχολογία των πολιορκημένων, οι οποίοι πίστευαν ότι η ευνοϊκή έκβαση της πολιορκίας ήταν πλέον ορατή[34].
Στις 22 Απριλίου, ο στόλος των Τούρκων ύστερα από επιχείρηση της προηγούμενης νύχτας, κατάφερε να διεισδύσει εντός του Κεράτιου κόλπου. Για τον σκοπό είχε κατασκευαστεί στην κοιλάδα μεταξύ των λόγγων, ένα είδος ξύλινης εξέδρας, επάνω από την οποία σύρθηκαν- με τη βοήθεια πλήθους ανθρώπων που ήταν στη διάθεση του Μωάμεθ Β΄- τα οθωμανικά πλοία, που είχαν τοποθετηθεί πάνω σε τροχούς. Για να μη γίνει αντιληπτό το εγχείρημα, τα κανόνια βομβάρδιζαν ακατάπαυστα το χερσαίο τείχος. Ο στόλος των Βυζαντινών και των Ιταλών συμμάχων τους, που στάθμευε εντός του Κεράτιου κόλπου, βρέθηκε ανάμεσα σε δύο πυρά και η κατάσταση της πόλης έγινε κρίσιμη. Τότε οργανώθηκε σχέδιο για να πυρποληθεί ο τουρκικός στόλος με υγρό πυρ την επόμενη νύχτα, όμως το σχέδιο προδόθηκε και έτσι δεν πραγματοποιήθηκε. Επιπλέον, η άμυνα της πόλης εξασθενούσε, καθώς έπρεπε να τοποθετηθούν δυνάμεις στο τείχος του Κερατίου που ως τότε δεν είχε ανάγκη από ιδιαίτερη περιφρούρηση.
Στο μεταξύ στη βυζαντινή πρωτεύουσα είχε γίνει ιδιαίτερα αισθητή η έλλειψη τροφίμων. Οι πολεμιστές είχαν αρχίζει να κουράζονται με τις αλλεπάλληλες εχθρικές επιθέσεις. Επίσης Βενετοί και Γενουάτες διαπληκτίζονταν κατηγορώντας οι πρώτοι τους δεύτερους για συνεργασία με τον εχθρό. Υπήρχαν φήμες ότι οι Γενουάτες του Γαλατά, ο οποίος έμεινε ανέγγιχτος από τους Τούρκους σε όλο το διάστημα της πολιορκίας, βοηθούσαν τον σουλτάνο. Επίσης πολλοί Βυζαντινοί αλλά και ξένοι συμβούλευαν τον Αυτοκράτορα να διαφύγει, όμως ο Κωνσταντίνος με θάρρος και αξιοπρέπεια απέρριπτε την ταπεινωτική αυτή λύση.
Ο σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ επιβλέπει την υπερνεώλκηση του τουρκικού στόλου. Πίνακας του Fausto Zonaro, (1854-1929)
Ο συνεχής βομβαρδισμός της πόλης, που δεν διακόπηκε για αρκετές βδομάδες καθόλου, εξάντλησε εντελώς τον πληθυσμό, άντρες, γυναίκες παιδιά, ιερείς, μοναχοί προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν τις πολυάριθμες ρωγμές του τείχους. Η πολιορκία είχε ήδη διαρκέσει πενήντα μέρες. Ταυτόχρονα στο οθωμανικό στρατόπεδο επικρατούσαν φήμες, πιθανόν ψεύτικες, για την πιθανή άφιξη πολυάριθμου χριστιανικού στόλου από τη Δύση, κάτι που ανάγκασε τον Μωάμεθ να εντείνει την προσπάθεια για κατάληψη της πόλης.
Τμήμα των Θεοδοσιανών τειχών, με διπλή στοίχιση και πυργίσκους, όπως διασώζονται σήμερα.
Στις 21 Μαΐου, ο σουλτάνος έστειλε πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη. Ζητούσε την παράδοση της πόλης με την υπόσχεση να επιτρέψει στον Αυτοκράτορα και σε όσους το επιθυμούσαν να φύγουν με τα υπάρχοντά τους. Επίσης, θα αναγνώριζε τον Κωνσταντίνο ως ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Τέλος, εγγυόταν για την ασφάλεια του πληθυσμού που θα παρέμενε στην πόλη. Οι αντιπροτάσεις του Κωνσταντίνου διαπνέονταν από πνεύμα αξιοπρέπειας και αποφασιστικότητας. Δέχονταν να πληρώσει υψηλότερους φόρους υποτέλειας και να παραμείνουν στα χέρια των Τούρκων όλα τα κάστρα και τα εδάφη που είχαν στο μεταξύ κατακτήσει. Για την Κωνσταντινούπολη όμως δήλωσε:
    «Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ' ἐμὸν ἐστίν οὔτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ• κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν.»    
Δηλαδή, σε σύγχρονη απόδοση:
« Το να σου (παρα)δώσω όμως την πόλη ούτε σε εμένα επαφίεται ούτε σε άλλον από τους κατοίκους της• διότι με κοινή απόφαση οι πάντες θα αποθάνουμε αυτοπροαίρετα και δεν θα υπολογίσομε τη ζωή μας.»

Η τελική επίθεση

Ύστερα από την αποτυχημένη προσέγγιση, ο Μωάμεθ Β' κάλεσε πολεμικό συμβούλιο και κατόπιν έβγαλε λόγο προς τους στρατιώτες του, ζητώντας του θάρρος και σταθερότητα. Τόνισε ότι υπάρχουν τρεις προϋποθέσεις για έναν επιτυχή πόλεμο: η επιθυμία (για τη νίκη), η ντροπή (για την ήττα) και η υπακοή στους ηγέτες. Επίσης δήλωσε με όρκο πως ο ίδιος ήθελε μόνο τα τείχη και τα οικοδομήματα της πόλης και πως αφήνει στο στρατό του όλα τα άλλα. Υπογράμμισε πως υπάρχουν θησαυροί μέσα στα κτήρια και κυρίως στις εκκλησίες και πως θα επωφεληθούν από τον εξανδραποδισμό των κατοίκων, ανάμεσά τους υπήρχαν πολλές νέες γυναίκες. Τέλος διέταξε νηστεία και προσευχή. Η επίθεση ορίστηκε για την νύχτα της 29ης Μαΐου[35].
Στις 28 Μαΐου συντελέστηκε μεγάλη ακολουθία στην Αγία Σοφία, η τελευταία χριστιανική ακολουθία που πραγματοποιήθηκε στην περίφημη εκκλησία της πόλης, την οποία παρακολούθησε πλήθος αξιωματούχων και πιστών. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' σε λόγο προς τον λαό του, όπως τον διασώζει ο Σφραντζής, τον προέτρεψε να αντισταθεί γενναία, λέγοντας ότι οι Τούρκοι «υποστηρίζονται από όπλα, ιππικό, πυροβολικό και την αριθμητική τους υπεροχή, εμείς όμως στηριζόμεθα πρώτα στον Θεό και Σωτήρα μας και κατόπιν στα χέρια μας και στην δύναμή μας που μας έχει χαρίσει ο ίδιος ο Θεός». Ο Κωνσταντίνος ολοκλήρωσε την ομιλία του ως εξής:
    ...Γνωρίσατε λοιπόν τούτο: Εάν ειλικρινά υπακούσετε ό,τι σας διέταξα, ελπίζω ότι, με τη βοήθεια του Θεού, θα αποφύγουμε τη δίκαιη τιμωρία Του, που κρέμεται επάνω μας.[36]    
.
Την Τρίτη το βράδυ, 29 Μαΐου, μεταξύ 01.00 και 02.00, εκδηλώθηκε γενική τουρκική επίθεση. Μόλις δόθηκε το σύνθημα η πόλη υπέστη συνδυασμένη επίθεση από τρεις πλευρές συγχρόνως. Οι Βυζαντινοί κατάφεραν να αποκόψουν τις υπόγειες σήραγγες απ' όπου οι Τούρκοι προσπάθησαν να περάσουν κάτω από τα τείχη. Παρόλο που στις επιθέσεις ήταν περισσότεροι αριθμητικά, οι Βυζαντινοί τους απώθησαν αρκετές φορές προκαλώντας τους τρομερές απώλειες. Οι δύο πρώτες επιθέσεις αποκρούστηκαν. Όμως ο Μωάμεθ Β' οργάνωσε πολύ προσεκτικά την τρίτη και τελευταία επίθεση. Με ιδιαίτερη επιμονή οι Τούρκοι επιτέθηκαν κατά του μέρους των τειχών το οποίο ήταν κοντά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού (Πέμπτον), όπου πολεμούσε και ο ίδιος ο Αυτοκράτορας. Ένας από τους κύριους υπερασπιστές της πόλης, ο Γενουάτης Ιουστινιάνι, τραυματίστηκε σοβαρά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον αγώνα. Αυτή η απώλεια υπήρξε ανεπανόρθωτη για τους Βυζαντινούς. Στα τείχη δημιουργούνταν συνεχώς ρήγματα και ο Αυτοκράτορας, πολεμώντας ως απλός στρατιώτης, έπεσε στην μάχη. Δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για τον θάνατο του και για τον λόγο αυτό ο θάνατός του έγινε γρήγορα θέμα ενός θρύλου που έχει συσκοτίσει την ιστορική πραγματικότητα. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να σπάσουν τη γραμμή άμυνας των τειχών, παρά μόνο όταν από εσωτερική προδοσία μπήκαν από την Κερκόπορτα και περικύκλωσαν τους αμυνόμενους.

Λεηλασίες

Η είσοδος του Μωάμεθ Β΄ στην Κωνσταντινούπολη (πίνακας του Jean-Joseph Benjamin-Constant, 19ος αιώνας).
Η πολιορκία κράτησε περίπου 3 μήνες και, τελικά, ο σημαντικά ισχυρότερος Μωάμεθ κατέλαβε την Κωνσταντινούπολη την Τρίτη 29 Μαΐου 1453 (αποφράς ημέρα). Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου οι Τούρκοι όρμησαν μέσα στην πόλη, αρχίζοντας μαζικές λεηλασίες. Ένα μεγάλο πλήθος πολιτών κατέφυγε στην Αγία Σοφία, ελπίζοντας να βρει εκεί ασφάλεια. Αλλά οι Τούρκοι διέρρηξαν την κεντρική πύλη και όρμησαν μέσα στην εκκλησία όπου έσφαξαν το πλήθος. Την ημέρα της πτώσης της Κωνσταντινούπολης, ή πιθανόν την επόμενη, ο Σουλτάνος εισήλθε επίσημα στην πόλη και πήγε στην Αγία Σοφία, όπου και προσευχήθηκε. Κατόπιν ο Πορθητής εγκαταστάθηκε στα αυτοκρατορικά ανάκτορα των Βλαχερνών.
Όπως παραδίδει ο Σφραντζής, δόθηκε διαταγή για τριήμερη λεηλασία της πόλης. Άλλες πηγές αναφέρουν πως ουσιαστικά η λεηλασία έπαυσε μετά την πρώτη ημέρα[37][38]. O ιστορικός Δούκας αναφέρει πως ο σουλτάνος επιφύλαξε για τον εαυτό του τα οικοδομήματα και τα τείχη της πόλης, αφήνοντας τα υπόλοιπα αγαθά, τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα στη διάθεση των στρατευμάτων[39]. Ο άμαχος πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης θανατωνόταν χωρίς διάκριση.[40] Οι εκκλησίες με επικεφαλής την Αγία Σοφία, καθώς και τα μοναστήρια με όλο τους τον πλούτο λεηλατήθηκαν και βεβηλώθηκαν, ενώ οι ιδιωτικές περιουσίες έγιναν αντικείμενο αρπαγής και λαφυραγωγίας. Κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών χάθηκαν αναρίθμητοι πολιτιστικοί θησαυροί. Πολύτιμα βιβλία κάηκαν, κομματιάστηκαν ή πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές[41]. Ο ιστορικός Κριτόβουλος, που ανήκε στο οθωμανικό στρατόπεδο, αναφέρει ότι δεν υπήρξε στοιχειώδης οίκτος κατά τις λεηλασίες και η πόλη ερημώθηκε ολοσχερώς.[42]

Επακόλουθα της Άλωσης

Η Ορθόδοξη Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπαψε πια να υφίσταται και στη θέση της ιδρύθηκε και αναπτύχθηκε η Μωαμεθανική Οθωμανική Αυτοκρατορία, της οποίας η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από την Αδριανούπολη στην Κωνσταντινούπολη που ονομάστηκε από τους Τούρκους Ισταμπούλ.[43] (από τη φράση εις την πόλιν) και παρέμεινε έδρα του κράτους ως την οριστική κατάλυσή του το 1922.
Το 1456 ο Μωάμεθ Β' απέσπασε από τους Φράγκους την Αθήνα και λίγο αργότερα υπέταξε όλες τις ελληνικές περιοχές, όπως και την Πελοπόννησο. Ο Παρθενώνας, που τότε ήταν εκκλησία της Θεοτόκου, μετατράπηκε με διαταγή του ίδιου σε τζαμί. Το 1461, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας περιήλθε στην εξουσία των Οθωμανών. Την ίδια χρονιά καταλήφθηκαν και τα τελευταία υπολείμματα του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης σηματοδότησε την έναρξη της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα.

Θρύλοι και παραδόσεις                                                                                                                                                                 Η   Άλωση της Κωνσταντινούπολης                                                                                                      από    τον    Θεόφιλο Χατζημιχαήλ                          


                                                              Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από  τον Θεόφιλο Χατζημιχαήλ
Η Πύλη του Χαρίσιου από την οποία μπήκε στην Κωνσταντινούπολη ο         Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής όπως είναι σήμερα. Υπάρχει στα δεξιά μαρμάρινη επιγραφή που υπενθυμίζει το γεγονός.
Ο τρόπος που θυσιάστηκε ο τελευταίος Αυτοκράτορας, καθώς και ότι δεν διασώθηκαν πληροφορίες για τις τελευταίες στιγμές του στο πεδίο της μάχης, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για ποικίλους θρύλους με κυριότερο αυτόν του «μαρμαρωμένου βασιλιά»[44] που περιμένει την στιγμή να ανακτήσει την Πόλη και την Αυτοκρατορία του.
Μια λαϊκή χριστιανική παράδοση, αναφέρει ότι τη στιγμή που διέρρηξαν οι Τούρκοι την πύλη της Αγίας Σοφίας τελούνταν η θεία λειτουργία και ο ιερέας τη στιγμή που είδε τους μουσουλμάνους να ορμούν στο πλήθος των πιστών, εισήλθε και εξαφανίσθηκε μέσα στον τοίχο, πίσω από το Άγιο Βήμα, που άνοιξε μπροστά του κατά τρόπο μαγικό. Λέγονταν ότι όταν η Κωνσταντινούπολη θα επανέλθει στα χέρια των Χριστιανών, ο ιερέας θα βγει από τον τοίχο για να συνεχίσει την λειτουργία[45]. Ένας άλλος θρύλος λέει ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος στο ένα του χέρι είχε έξι δάχτυλα και αν βρεθεί κάποιος Έλληνας που έχει έξι δάχτυλα τότε θα ανακτήσει ( ο Κωνσταντίνος ) την Πόλη και την αυτοκρατορία του.
Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, ο Αμερικάνος ιστορικός Ε. Α. Γκρόσβενορ αναφέρει ότι στην συνοικία Αμπού Βέφα στην Κωνσταντινούπολη, υπήρχε ένας χαμηλός ανώνυμος τάφος τον οποίο οι Έλληνες τιμούσαν ως τάφο του Κωνσταντίνου και τον χρησιμοποιούσαν κρυφά ως τόπο προσευχής. Όμως η Οθωμανική Κυβέρνηση επενέβη εκείνη την εποχή επιβάλλοντας ποινές και ερημώνοντας το μέρος[46].

σχετικοί σύνδεσμοι
http://www.ert.gr/ert-arxeio/item/13339-H-ALWSH-THS-KW%CE%9DSTA%CE%9DTI%CE%9DOYPOLHS 

http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2012/05/blog-post_3072.html

http://www.sansimera.gr/articles/145

http://www.newsbomb.gr/ethnika/story/137668/alosi-tis-konstantinoypolis-meta-559-hronia-vinteo

Δημοφιλείς αναρτήσεις