Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Συνεντεύξεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Συνεντεύξεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 5 Ιουνίου 2017

μην εγκαταλείπετε την προσπάθεια - υπάρχει διέξοδος

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση της Teresa Valavani.

"Το μήνυμα αυτής της διάλεξης είναι ότι οι μαύρες τρύπες δεν είναι τόσο μαύρες όσο φαίνονται. Δεν είναι οι αιώνιες φυλακές που ήταν κάποτε ... Τα πράγματα μπορούν να μπουν αλλά και να βγουν έξω από μια μαύρη τρύπα, ενδεχομένως, σε ένα άλλο σύμπαν. Έτσι, εάν αισθάνεστε ότι είστε μέσα σε μια μαύρη τρύπα, μην εγκαταλείπετε την προσπάθεια - υπάρχει διέξοδος ", είπε μεταξύ άλλων ο Χόκινγκ.

O παγκοσμίου φήμης επιστήμονας μοιράζεται την πολύτιμη εμπειρία του όχι μόνο σχετικά με την επιστήμη αλλά και σε θέματα που αφορούν τα συναισθήματα.
www.enallaktikos.gr

Συντάκτης | enallaktikos.gr

O παγκοσμίου φήμης επιστήμονας Στίβεν Χόκινγκ μοιράζεται την πολύτιμη εμπειρία του όχι μόνο σχετικά με την επιστήμη αλλά και σε θέματα που αφορούν τα συναισθήματα. 

Σε μια πρόσφατη ομιλία του, ο Χόκινγκ έστειλε ένα όμορφο μήνυμα στους ανθρώπους που πάσχουν από κατάθλιψη, συγκρίνοντας την κατάθλιψη με τις μαύρες τρύπες...

"Το μήνυμα αυτής της διάλεξης είναι ότι οι μαύρες τρύπες δεν είναι τόσο μαύρες όσο φαίνονται. Δεν είναι οι αιώνιες φυλακές που ήταν κάποτε ... Τα πράγματα μπορούν να μπουν αλλά και να βγουν έξω από μια μαύρη τρύπα, ενδεχομένως, σε ένα άλλο σύμπαν. Έτσι, εάν αισθάνεστε ότι είστε μέσα σε μια μαύρη τρύπα, μην εγκαταλείπετε την προσπάθεια - υπάρχει διέξοδος ", είπε μεταξύ άλλων ο Χόκινγκ.

με πληροφορίες από iheartintelligence.com

Τρίτη 23 Μαΐου 2017

Συγκλονιστικές μαρτυρίες...

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

Συγκλονιστικές μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν την καταστροφή της Σμύρνης, «Όσο περνούσαν οι μέρες τα πτώματα πρήζουνταν, Μπαίναν οι Τουρκάλες για να κλέψουν , Κλέβαν ό,τι μπορούσαν∙ κότες, κουτάλια, μπακίρια» !

Home » Blog » Συγκλονιστικές μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν την καταστροφή της Σμύρνης, «Όσο περνούσαν οι μέρες τα πτώματα πρήζουνταν, Μπαίναν οι Τουρκάλες για να κλέψουν , Κλέβαν ό,τι μπορούσαν∙ κότες, κουτάλια, μπακίρια» !

 

Κατεβήκαμε από το χωριό στη Σμύρνη. Λέγαμε πως θα γυρίσομε πίσω. Πήγαμε να ακουμπήσουμε στην εκκλησία του Άη Γιάννη. Ήταν εκεί πολύς κόσμος. Ένας γνωστός του πατέρα μου μας πήρε στο σπίτι του. Εκεί καθίσαμε. Αυτός πήρε τους δικούς του κι έφυγε χωρίς να μας πει τίποτε∙ έφυγε κρυφά. Μπήκαν οι Τούρκοι, σφάξαν τον πατέρα μας, τη μάνα μας, τον θείο μας, τη θεία μας και τα τρία αδέλφια μου.
Εγώ, με τα πιο μικρά αδερφάκια μου, το ένα ήταν δυόμισι χρονών και το άλλο τρεισήμισι, ήμασταν χωμένα κάτω από ένα παταράκι και δεν μας είδαν. Καθίσαμε εκεί δώδεκα μέρες∙ ούτε φαΐ, ούτε νερό. Το σπίτι είχε κάτι σαν νεροχύτη και κυλούσε μέσα ένα τρεχούμενο νερό. Τι να κάνω; Να βρέξω τα χείλη μου ήθελα. Άπλωσα τον ποδόγυρό μου απάνω, έπιανα με το χέρι μου τη μύτη μου και έπινα μια γουλιά∙ από τη βρώμα σου ’ρχονταν εμετός. Η μάνα μου δεν πέθανε την ίδια ώρα σαν τους άλλους.

Της είχαν χύσει τα έντερα, την είχαν περιχύσει τα αίματα κι εκείνη με αρμήνευε και μου ‘λεγε: «Παιδάκι μου, άμα δεις τα σκούρα, να πέσεις στη θάλασσα». Έβγαλε και από την τσέπη της και μου ‘δωσε το πορτοφόλι της και μια φωτογραφία περιχυμένη στα αίματα∙ την έχω ακόμη, μα τώρα δεν μπορώ να την δείξω. Το ένα αδερφάκι μου ήτανε τραυματισμένο με σφαίρα στο πόδι του. Όσο περνούσαν οι μέρες τα πτώματα πρήζουνταν, ντουμπάνιαζαν και βρωμούσαν αφάνταστα. Μπαίναν οι Τουρκάλες για να κλέψουν και δεν μπορούσαν να προχωρήσουν. Κλέβαν ό,τι μπορούσαν∙ κότες, κουτάλια, μπακίρια και φεύγαν χωρίς να μας δούνε. Κ άποτε μου ’ρθε έτσι, σαν Θεού φώτιση, και βγήκα λιγο παρά όξω. Τότες είδα πολύ κόσμο που έφευγε, έπαιρνε των ομματιών του. Έκανα τον σταυρό μου, πήρα στην πλάτη μου το τραυματισμένο αδερφάκι μου και από το χέρι το άλλο, και βγήκα στον δρόμο. Έτρεχα να φτάξω τους άλλους, τους πολλούς. Εκεί βλέπω μια κοπέλα που κάθονταν σ’ ένα σωρό πέτρες. Της φώναξα, ήθελα έναν άνθρωπο να με βοήθησει, να του μιλήσω.


 

Αυτή η κοπέλα τίποτα∙ έστεκε ακούνητη. Εγώ δεν την πρόσεξα∙ μόνο ακόμα της μιλούσα. Την έβλεπα που γούρλωνε τα μάτια της, μα δεν πήγε πουθενά το μυαλό μου∙ την προσέχω. Και τι να δω! Της είχαν χώσει ένα ξύλο από πίσω και έβγαινε από το στόμα της. Τότες ήταν που έτρεχα ακόμη πιο πολύ. Τι να κάνω με τα δυο μωρά; Μπήκα μέσα στην εκκλησία, μα επειδή βρωμούσαμε πολύ σάπιο αίμα, το πόδι του παιδιού, τα μαλλιά μας, τα ρούχα μας, μας διώξαν από την εκκλησία. Τι να κάνουμε; Ζαρώσαμε σαν τα σκυλάκια σ’ ένα παραγκώνι. Πάνε τόσα χρόνια, μα δεν τα ξεχνώ. Θαρρώ πως είναι τούτη η ώρα. Κλάψαμε, θρηνήσαμε, τα ’παμε, τα ξανάπαμε! Η μάνα μου δεν πέθανε την ίδια ώρα σαν τους άλλους. Της είχαν χύσει τα έντερα, την είχαν περιχύσει τα αίματα κι εκείνη με αρμήνευε και μου ’λεγε: «Παιδάκι μου, άμα δεις τα σκούρα, να πέσεις στη θάλασσα». Έβγαλε και από την τσέπη της και μου ’δωσε το πορτοφόλι της και μια φωτογραφία περιχυμένη στα αίματα∙ την έχω ακόμη, μα τώρα δεν μπορώ να την δείξω.
Τέλος, όπου πήγαινε ο άλλος κόσμος, πήγαινα κι εγώ. Πήγαμε, πήγαμε, μπήκαμε στη ζώνη. Εκεί ο Τούρκος δεν ήθελε να μας αφήσει να περάσουμε. Εκεί να σ’ έχω! Βάζω τη μια αδερφούλα μου, βάζω την άλλη. Μπήκα κι εγώ στη ζώνη και με τα πολλά μπαρκάραμε και βγήκαμε στη Μυτιλήνη. Από κει, μας πήραν και μας πήγαν στη Θεσσαλονίκη, και από κει, εδώ. Είχα μια εξαδέλφη που ήταν καλή μοδίστρα. Εμένα μ’ έβαλε σε σπίτι∙ ήμουν δεκατεσσάρω χρονώ. Η κυρά μου γνώριζε την κ. Κουντουριώτη και κλείσαν τα δυο μικρά στο Αμαλίειο Ορφανοτροφείο. Η μια μεγάλωσε και πέθανε στα είκοσι δύο της χρόνια∙ ή άλλη ζει. Είναι παντρεμένη και μένει στη Νέα Ερυθραία. Εγώ παντρέυτηκα, πήρα έναν ήμερο άνθρωπο του Θεού, πατριώτη μας, μα με βρήκαν πολλά βάσανα.
Μαρτυρία Θεοδώρας Κοντού
Πηγή: www.lifo.gr

Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

Αυτά επάθαμεν οι Έλληνες...

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
 
e-Pontos.gr | Η ηλεκτρονική εφημερίδα με τα νέα των Ποντίων σε όλο τον κόσμο.
epontos.blogspot.com

Θέλετε να σας πω τι έγινε στην Τουρκία; Σφαγή έγινε... Αυτά επάθαμεν οι Έλληνες...


Χαράλαμπος Μητσόγλου
Γεννήθηκε το 1902 στο Τοούζ Αγά της Μπάφρας του Πόντου.

Όταν ο Χαράλαμπος Μητσόγλου ήρθε από την Ανατολή ήταν 22 ετών, δε γνώριζε λέξη ελληνικά, και είχε δει με τα μάτια του αρκετά ώστε να διηγείται για το υπόλοιπο της ζωής του. Έζησε χρόνια στο βουνό. Το χωριό του, το Τοούζ Αγά της Μπάφρας, καταστράφηκε. Οι δύο γονείς του, τα τέσσερα αδέλφια του, Λευτέρης, Αβραάμ, Γιώργος και Κυριακή, οι γαμπροί του - συνολικά δώδεκα μέλη της οικογένειας του - και αναρίθμητοι συμπατριώτες του χάθηκαν στη Γενοκτονία. Ο ίδιος ήρθε στην Ελλάδα με τις τρεις αδελφές του, μόνοι επιζώντες του χωριού τους. Το μίσος του για τους Τούρκους εκφέρεται με δυνατή φωνή και πάθος. Σήμερα, λόγω της εντυπωσιακής υγείας και μνήμης του στη μοναδική ηλικία των 109, αποτελεί ζωντανό μνημείο. Η αφήγηση του, σε ελληνικά με τούρκικο «χρώμα», παρατίθεται ακέραιη με τις ελάχιστες δυνατές προσθήκες.

Θέλετε να σας πω τι έγινε στην Τουρκία; Σφαγή έγινε...

Οι περίφημοι «Μπαφραλήδες», οι τουρκόφωνοι Χριστιανοί του Δυτικού Πόντου, υπέφεραν ίσως περισσότερο από κάθε Έλληνα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας: «Τι έγινε στη Μπάφρα, από το Α μέχρι το Β, ξεύρω...Εκεί μέσα είμαι. Όλη η σφαγή, κάψιμο, τα παιδιά, οι γυναίκες, τα είδα...Το χωριό μου, Τοούζ Αγά λέγαν το. Μεγάλο ήταν, δυο εκκλησιές είχαμε. στην άκρα το χωριό είχε και 5-6 τούρκικες οικογένειες. Σχολείο δεν πήγα, ήμουνα στα βουνά...Τα σχολεία έκλεισαν...Πατέρας, μητέρα, όλοι στο βουνό πάνε...Οι Τούρκοι όλους τους έκοψαν...».

Σε μια απροσδιόριστη εποχή, που χάνεται στα βάθη της ιστορίας, οι κάτοικοι κλήθηκαν να επιλέξουν αν θα άφηναν τη γλώσσα ή τη θρησκεία τους. Και επέλεξαν το πρώτο. «Πολλά χρόνια χρόνια ήταν μπροστά, αιώνια, όταν πήρανε την περιφέρεια οι Τούρκοι, είπανέ την Μπάφρα: «θρησκεία θα αφήσετε ή γλώσσα». Και λένε οι Έλληνες τη γλώσσα αφήνουμε, θρησκεία δεν αφήνουμε. Στην Τουρκία ήταν η θρησκεία. Καμπάνα χτυπούσε, ο κόσμος στην εκκλησία...Με τους Τούρκους στην αρχή καλά ήμαστε. Σαν αδερφός. Κοντά ήταν ένα μικρό χωριουδάκι, έρχονταν την Κυριακή στην εκκλησία. Και μετά τους φιλοξενούσαμε στο σπίτι: έλα Ισμαήλ, έλα Χασάν...Κι έρχονταν».

Η ώρα της κρίσης άρχισε με τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο και την εισβολή της Ρωσίας στα τουρκικά εδάφη, που έδωσε ελπίδες για ένοπλο αγώνα στους Χριστιανούς του Πόντου: «Κατεβαίνουν απ' τα χωριά τους και παίρνουν τα όπλα οι Έλληνες τα μισά, πλάκωσαν οι Τούρκοι και βγήκαν στο βουνό, ύστερα δυο χρόνια εμείς. Στο αντάρτικο ήτανε διάφορα όπλα...Ρωσικά λίγα ήτανε, μεγάλη σφαίρα παίρνανε. Αλλά όπλα είχε, σφαίρες δεν είχε...Όσοι πήραν, πήραν. Αυτοί ήταν απάνω στα ψηλά. Μετά δυο χρόνια ήρθε σε μας. Μετά τους Αρμεναίους, αρχίνησε [ο διωγμός και] σε μας. Καλέσανε δυο-τρεις κλάσεις. Δυο γαμπροί μου, μάζεψαν όσους ήταν για επιστράτευση και κατέβηκαν στην Τραπεζούντα, στο Τοχάτ. Εκεί στην παραλία, τους έβαλαν θεριστική βολή. Τους σκότωσαν. Δεν πήγαινα στο μέτωπο...Μετά [οι Τούρκοι] κάλεσαν πάλι στρατιώτες. Ο αδελφός μου πήγε στην κλάση του. Στη Σαμψούντα, 600 λίρες πληρώσαμε, ήρθε ο αδερφός μου. Στο δρόμο [που ερχόταν μαζί] με το συμπέθερό του, τον σκότωσαν...Μετά αρχίνησε πληγή. Αυτό γίνεται όταν τελείωσαν με τους Αρμεναίους, το '14. Μας κάλεσαν στρατιώτες και στο δρόμο μας σκότωναν. Τους παπάδες, τους δασκάλους, όλους τους εμπόρους - Έλληνες ήταν οι έμποροι και οι Τούρκοι το ξέρανε. Πολλοί έλληνες ήμασταν εμείς εκεί. Πιο πολλοί και απ' την Ελλάδα...Εμείς εκεί 4,5 εκατομμύρια ήμαστε. Πλούσιο όλοι έλληνες ήταν. Φόρο από μας παίρνανε. Οι Τούρκοι δε δουλεύανε. Όλοι οι εγγράματοι Έλληνες από την Τραπεζούντα ήταν. Και σε ένα χωριό, και πέντε οικογένειες να είχε, σχολείο είχαν. Σχολείο και εκκλησία».

«Όταν η Ρωσία κατέβηκε Τραπεζούντα, ήταν ένας αρχηγός, Τσαούς-Αντών (=Αντώνης ο Λοχίας) λέγαν τον. Αυτός κράτος θα' κανε σε μας εκεί. Τολμηρός άνθρωπος, κατέβαινε μέσα στην αστυνομία στη Σαμψούντα. Αστυνομία τουρκική δεν μπορούσαν να τον πειράξουν, τρέμουν». Εκτός απ' τον Τσαούς-Αντών, υπήρχαν πολλοί καπετάνιοι στην περιοχή που έκαναν επιδρομές στα τουρκικά χωριά: «Αυτοί ήταν όλοι μαζί απ' τη Σαμψούντα, πέρα. Τους ακούγαμεν...Όταν ήρθεν η ώρα να χτυπήσουν ένα τουρκικό χωριό, πήγαιναν όλοι μαζί και χτυπούσαν. Παίρναν τα ζώα του, τα γεννήματα του, φεύγουν απάνω στο βουνό και τα μοίραζαν. Ένας από τους Τούρκους ήταν κοντά, τσοπάνος. Έχει ένα μέρος τα ζώα του ελεύθερα. Αυτός δυο χρόνια τροφοδοτούσε εμάς. Οι καπετάνιοι έπαιρνα τα τρόφιμα και τα μοιράζανε στον κόσμο...». Το αντάρτικο δε θα επιβίωνε χωρίς τους τροφοδότες. Θυμάται ακόμη πώς οι Τούρκοι σκότωσαν έναν τροφοδότη, τον Ανανία μετά από προδοσία. Τον σκότωσαν «όπως πιάνεις τα βουβάλια και τα σφάζεις με το ξίφος. Πέρασαν κοντά μου 200 μέτρα...». Στη μάχη ήταν διαφορετικά: «Οι Τούρκοι δεν πολεμάν...Σηκώναν τα χέρια τους μόνο. Σου λέω, σε ένα στενό δρόμο, ρίχναμε ένα δέντρο, έρχονταν εκεί στην ενέδρα, σκοτώναμε 4-5 και υπόλοιποι φεύγουν...Δεν πολεμάν οι Τούρκοι. Άμα είχαν όλοι [οι] άντρες όπλα, Τούρκοι δεν θα ανέβαιναν. Αλλά πουτάνα Αγγλία.Τάφος της Ελλάδας, η Αγγλία είναι. Να ξέρεις ατό...».

Τα πράγματα άλλαξε άρδην η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917: «Πετάνε οι Ρώσοι τα όπλα επειδή έγινε κομμουνισμός...Τότε βρώμισαν τα πράματα. έρχονατι στο χωριό οι Τούρκοι, καλάνε τους μεγάλους. Πάνε στη Σαμψούντα, μια πόλις 40 χιλιόμετρα απ΄την Μπάφρα, κι εκεί τους σκοτώνουν. Και το '16 [που] ήρθε η καταδίωξη, φεύγουμε στο βουνό. Από το '16 μέχρι το '18. Η δική μας περιφέρεια ησυχία ήτανε. Και το '18 δίνουν μια διαταγή για ανταλλάξιμους και κατεβαίνουμε στα σπίτια. Τότε τον Αντών ήθελαν να σκοτώσουν, μετά δεν μπορούσαν...Κατεβήκαμε ήσυχα στο χωριό...Εμείς νομίζαμε θα μείνουμε στα χωριά μας. Σηκώνομαι ένα πρωί με τον πατέρα, να πάμε στη Σαμψούντα. Μου είχε πει απ' το βράδυ. Καθόμασταν στο καφενείο μπροστά, ο πατέρας μου στα δεξιά, έρχεται ένας Τούρκος τζανταρμάς (=χωροφύλακας): "Γκιαούρ!". Άγρια φωνή (γκιαούρ μας λέγανε οι Τούρκοι). "Ξέρεις, λέει, τον Αντών;", "Ε, πώς να μην ξεύρω. Έρχεται [στο σπίτι μας], τρώει, πίνει αλλά ο ίδιος δεν κοιμάται καθόλου. Τα παιδιά κοιμούνται". (Μια βραδιά, θυμούμαι ο πατέρας μου με ρώτησε. Του έδωσε παστάλ (φύλλα καπνού επεξεργασμένα) που σαν μπαρούτι ήτανε). Ήρθε κοντά στον Τούρκο ο πατέρας μου, του λέει ο Τούρκος: "Γκιαούρ, έλα μαζί μου τον Αντώνη αφού ξεύρεις". Και παίρνει τον πατέρα μου, πηγαίνει στη Σαμψούντα, μέσα. Το κεφάλι του Αντών έφεραν. Του είχαν κόψει το κεφάλι. Ο κουμπάρος του τον πρόδωσε. Το '18 γίνεται αυτό. Στο χωριό ο κόσμος κλαίει...».

Όταν ο κόσμος κατέβηκε από το βουνό πιστεύοντας πως οι Τούρκοι θα έδιναν αμνηστεία, πλανήθηκε: «Τότε άρχισε σφαγή. Λέγανε οι Τούρκοι "εξορία θέλεις ή φυλακή στη Σουρμελιού;» (σ.σ. ελληνικό χωριό, έδρα της τοπικής τουρκικής χωροφυλακής). Γελάστηκε ο κόσμος, πήγανε στη Σουρμελιού. Οικογένειες ολόκληρες. Ο γαμπρός μου ήτανε γερός, καπνοέμπορος. Πάει στη Μπάφρα μέσα, με τα καπνά του, ένα ζευγάρι βόδια και ένα βουβάλι αρμέξιμο. Εκεί πιάστηκαν. Κι άρχισαν να αγριεύουν...Εμείς στο χωριό τώρα δε ξέρουμε τι γίνεται στο άλλο χωριό. Και μια χήρα - Ελληνίδα - ήρθε και λέει "Σκοτώνουνε μες στα σπίτια. Τους Έλληνες στην πόλη μέσα...Ότι θέλεις κάνουνε". Η αδελφή μου ζεύει το βουβάλι με ένα σκοινί στο λαιμό - η Μπάφρα ήτανε ίσιο μέρος - και πάμε μαζί προς τη Μπάφρα...Από το χωριό μας δυόμιση ώρες μέχρι την πόλη. Ήταν όλο Έλληνες, μόνο τρία χωριά ήτανε τουρκικά. Άρχισε να ψιχαλίζει. Περάσαμε τα τουρκικά φυλάκια...Στο δρόμο βλέπαμε, όλα τα έκαψεν ο Τούρκος...Περνούντες από τη Σουρμελιού, ακούμε βουή. "Σταμάτα εσύ, μου λέει η αδερφή μου, θα πάω να δω εγώ". Πτώματα παντού...Ακόμα βουίζει το κεφάλι μου...Εκεί στη Σουρμελιού είχαν μαζέψει τους άνδρες κι είχαν κάνει θεριστική βολή. Στο χωριό μετά γυρίσανε και κάψανε και τις γυναίκες και τα παιδιά. Αρχίνησαν από κει, κάψιμο συνέχεια...Τους παπάδες τους έπιαναν και τους έδεναν πίσω από το άλογο...Και μετά λέγανε "Ελάτε να δείτε, ένα σκυλί σκότωσα...".

Αυτά επάθαμεν οι Έλληνες...»

«Το '18 πάλι εμείς στο βουνό. Σκορπισμένοι, σαν τα ζώα. Όταν έρχονταν Τούρκοι, όλοι μαζί μαζευόμασταν. Σαν άγρια ζώα....Ούτε τα ζώα μας, ούτε τίποτα. Εγώ που ζω τώρα, χελώνες έφαγα. Δυο μήνες. Γι' αυτό ζω. Πέθαιναν κόσμος από την πείνα...Ένας Έλληνας, αν το πιστεύεις, πέθανε η νύφη του και έβαλε το κορίτσι στο καζάνι. έκοψε τα χέρια της, τα έβρασε και τα έφαγε...Με τα μάτια μου το' δα αυτό».

Από τους Τούρκους μόνο ελάχιστοι από μία συγκεκριμένη φυλή που αντιστρατευόταν τον Κεμάλ, βοηθούσαν τους Έλληνες: «Ένας Τσερκέζος, στον κάμπο της Μπάφρας, ο παππούς του ήταν παπάς. Και αυτός βοηθούσε, ήξερε ότι θα [μας] σκοτώσουν. Ήρθε και αυτός μαζί μας. Αλλά στριμωγμένα ήταν».

«Τραβήξαμε πολλά βάσανα. Πείνα και σκοτωμός...Ούτε γιατρούς, τίποτα. Φάρμακα δε ξέραμε 'μεις...Όπλο είχε, σφαίρα δεν είχε. Όπως ένα μπαστούνι...Από την Άγκυρα κατεβαίνει στην Μπάφρα ένα ποτάμι, στην άκρα. Από την πέρα μεριά, ένα χωριό, Τέκετζε το λέγανε.Έλληνες. Τους βάλανε στον Αϊ-Γιώργη, στην εκκλησία μέσα και τους έκαψαν. Και μετά θεριστική βολή στον κόσμο. Ανάμεσα τους ήταν ένα κορίτσι 13-14 χρονών που έμεινε. Έζησε. Φώναξαν οι Τούρκοι "Όποιος είναι ζωντανός, ας σηκωθεί, δε θα τον πειράξουμε". Δε σηκώθηκε. Μόλις αυτοί έφυγαν, το κορίτσι ήρθε στο βουνό μες στα αίματα...Τέτοια καταστροφή έκαμαν την Μπάφρα...Σκοτωμός όλη την περιφέρεια. Όσοι ήτανε στη Μπάφρα μέσα, έμειναν. Όλους τους πήραν απ' τα σπίτια κι απ' τα ταβάνια και τα υπόγεια και τους πήγαν στο μεγάλο ποτάμι - σαν το Στρυμόνα. Βαθύ, μεγάλο, αν δεν ξέρεις κολύμπι, δεν μπορείς να περάσεις. Εκεί σκότωναν και οι άνθρωποι πέφταν στη θάλασσα...Καθάρισαν όλους τους Έλληνες εκεί. Τελευταία, αυτό το πράμα έκαναν, γέλαγαν τον κόσμο. Αλλά και να μην πήγαιναν, στο βουνό, πείνα είχε. Έρχονταν οι Τούρκοι - αστυνομία και στρατός - και μας κυνηγούσαν».

«Μια βραδιά, θυμάμαι, περάσαμε από ένα ποτάμι. Βράδιασε εκεί. Εκείνη τη στιγμή βάρεσαν σάλπιγγα για το ψωμί. Ο πατέρας μου φοβήθηκε που σταματήσαμε και μας λέει "Σηκωθείτε, θα φύγουμε". Φύγαμε. Όσοι έμεινα εκεί, το άλλο πρωί τους βρήκαμε. Με τη ξιφολόγχη τους είχαν σκοτώσει...Τους περικύκλωσαν. Πού θα έφευγαν;... Τρεις μέρες κατεβήκαμε κοντά στο χωριό. Ήταν έρημο. Χόρτο τρώγαμε. Χόρτο...εμείς ανάγκη είχαμε το αλάτι. Άμα αλάτι έχεις, όλα τα τρως. Την αγριάδα μάζεψε, βράσε, βάλε λίγο αλάτι και τρως. Άμα δεν έχει αλάτι, δύσκολο...».

Τα χωριά στο βουνό ήταν πολύ μικρά, φτωχά και μισοερειπωμένα για να θρέψουν τους ξεσπιτωμένους οι οποίοι σώθηκαν από τον υποσιτισμό μόνο χάρη στον πλούτο του τόπου: «Τα βουνά πολύ πλούσιο μέρος ήταν. Κάστανα θέλεις; μήλα θέλεις; απίδια θέλεις; Γλυκά κάστανα, τα σπάγαμε με τη βέργα και τα τρώγαμε. Μια μέρα στον αγρό θυμούμαι που γύριζα νηστικός, στην άκρη ήταν δάσος. Βλέπω, κιτρινίζει κάτι. Πάω κοιτάζω, ήταν σπόρος από απίδι. Ήρθε ο χειμώνας, έπεσαν τα φύλλα, ήρθε χιόνι. Έλιωσε το χιόνι, πάω ξανά, απίδια. Ούτε ξέρω πόσα έφαγα εκεί...».

«Ακριβώς το '21 τον Απρίλιο κατεβήκαμεν σε ένα τουρκικό χωριό. Από μια χαράδρα μακριά, φώναξαν σε μας Τούρκοι "Ελάτε δω!". Το απόγευμα ήταν. Δεν πήγαμε...Στον ποτάμι είχανε σφάξει χιλιάδες, απ' αυτούς που κατέβηκαν απ' το βουνό. Με τον κασμά, με το τσεκούρι τους σκοτώνανε...Εκείνο το βράδυ σαν τα ζώα κοιμηθήκαμε [έξω απ' το χωριό]. Ήμασταν στο χωρίο εκείνη τη νύχτα. Ακούω ένα γαϊδούρι, φωνάζει. Ήταν ενός Τούρκου χωριάτη, που μαζί με το στρατό πηγαίνουν...Εγώ δε ρωτάω το νου μου, δε σκέβω (=σκέφτομαι) πως έρχεται το γαϊδούρι εδώ. Πάω κοντά, δάσος μεγάλο ήτανε. Βράδιαζε. Μόλις έφτασα στα πρώτα σπίτια, γεμάτο στρατός το βουνό. Μαζεύω λίγο πίσω. Βγαίνει ο στρατός εκεί και έτρωγε για βράδυ. Πήγα, βρήκα τα κουκούτσια, τα ψωμία που άφησαν. Παραπέρα πάω, ήταν ένα κόκαλο τόσο μεγάλο. Το έφαγα, δεν έπαθα τίποτα...Αυτό τώρα σκυλί ήταν, ανθρώπου ήτανε, ποιος ξέρει;».

«Εκείνη την ώρα που πήγαινα πάνω, η μάνα μου, ο πατέρας μου, τα αδέλφια μου έρχονταν για να παραδοθούν. Η μάνα μου μάζεψε τα κορίτσια να κατέβουνε στην πόλη το άλλο πρωί. Πλαγιάσανε στα ντουβάρια μιας εκκλησίας. Ο πατέρας μου πέθανε εκείνο το βράδυ, τον σκεπάσανε μ' ένα πάπλωμα. Στο δρόμο για τη Σαμψούντα, τους έπιασαν οι Τούρκοι και τους πήγαν στη Σαμψούντα. Τους άφησαν ελεύθερους. Τακ τακ πόρτα-πόρτα πηγαίνανε, [ζητούσανε] λίγο ψωμί. Όσοι έφαγαν, το βράδυ θάνατο...Τους έδωσαν ξερά φασόλια, χωρίς νερό. Έκαψε το στομάχι τους και πέθαναν. Επί τόπου έμειναν. Πέθαναν. Εμείς, με την αδερφή μου αλεύρι πήραμεν, ρύζι σούπα φτιάξαμε. Τα εντέρια μας κολλημένα ήτανε. Αλλά είχαμε φάει χελώνες και αυτό ωφέλησε εμάς...Μία αδερφή μου έζησε, πέθανε εδώ στην Κατερίνα αργότερα. Ο ένας αδερφός μου δούλεψε σε ένα τσιφλίκι τρεις μέρες. Όταν τελιώνει εκεί, δεν έφυγε στην πόλη. Και τον σκότωσαν εκεί για τα ρούχα του. Τα είδαμε μετά, ένας Τσερκέζος τα φορούσε...Για τα ρούχα σκότωσαν τον αδερφό μου...».

«Ο τελευταίος σαδισμός των Τούρκων ήταν η τιμή των 8 λιρών που ορίστηκε για το εισιτήριο για την Ελλάδα. Ένα άτομο για να έρθει στην Ελλάδα, ήταν 8 λίρες τουρκικές. Πήγαμε στη Σαμψούντα και δουλέψαμε. Δυο χρόνια σε ένα τσιφλίκι, καπνόν εκάναμεν. Δε μας άφησε τίποτα ο Τούρκος [τσιφλικάς]. Σε ένα χωριό όλοι παστάλια κάναμεν. Κι από κει πήραμε λεφτά και ήρθαμε. Ό,τι λεφτά πήραμε, μ' αυτά ήρθαμε. Οκτώ λίρες. Γι' αυτό ήρθαμε τελευταίοι, το '24 ήρθαμε...Έμειναν πολλοί πίσω. Στη Σαμψούντα πήραμε το καράβι. Μέναμε στην Κωνσταντινούπολη σε ένα μέρος. Κάναμε μπάνιο με κρύο νερό, για να μην κολλήσεις αρρώστιες. Στον Αϊ-Γιώργη κάναμε το σταυρό μας και μετά ήρθαμε στην Έλλαδα. Μας έβγαλε στη Θεσσαλονίκη. Οκτώβριος ήτανε θυμάμαι ακριβώς, εβάλαμε πανί στο Καραμπουρνού. Ψάχναμε χωριό. Στον κάμπο να μύγα και κουνούπι, δεν μπορούσες να καθίσεις...Στο Λαγκαδά δυο μέρες καθίσαμεν. Μέχρι να μας κατεβάσει το φορτηγό, γύρισε πίσω...».

Μέχρι το 1947, ο κ.Χαράλαμπος έμεινε στο χωριό Κοκκινοχώρι Θεσσαλονίκης, ένα χωριό 50-100 σπιτιών που εκκενώθηκε στον εμφύλιο. Σήμερα πεδίο βολής του στρατού. «Πολύ δύσκολα χρόνια. Όταν ήρθαμε Ελλάδα, δεν είχαμε τίποτα, ήμασταν όπως ήρθαμε... Έμεινε να πάρεις και τίποτα; Στο βουνό πήραμε ένα στρώμα και το είχαμε δυο άτομα! Φεύγαμεν συνέχεια. Ερχόντουσαν οι Τούρκοι, τρέχαμε...Έξω κοιμούσαν...Σαν τα άγρια ζώα. Με τα ρούχα που φορούσαμεν...».

Το Κοκκινοχώρι (πρώην Τσεσμέ Μαχαλάς) είχε μερικά τουρκικά σπίτια αλλά το χωριό δομήθηκε ουσιαστικά από τους Μπάφραλήδες που επιδόθηκαν στην καλλιέργεια της γης - σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι και καπνό. Πόντιοι και λίγοι Θρακιώτες εγκαταστάθηκαν και σε όλα τα γύρω χωριά, Μαυρούδα, Λίμνη, Ανοιξιά, Φιλαδέλφεια, Ξεροπόταμος, Ασκός κ.α.

Ο κ. Χαράλαμπος παντρεύτηκε δυο φορές και έκανε συνολικά έξι παιδιά. Η δεύτερη γυναίκα του, Αικατερίνη Τσαπανίδου, ήταν Πόντια από τη Ρωσία. Υπηρετούσε κληρωτός από το 1933 μέχρι και το 1947. Από την Καβάλα στα όπλα, όταν νίκησαν οι κομμουνιστές, τον Απρίλιο του 1941 "στου Μεταξά τα χαρακώματα". «Έξι φορές φόρεσα το χακί, όχι μία. Όταν ήρθαμε οι πρόσφυγοι, εγώ μεγάλος ήμουνα, είπανε να περάσουν οι μικροί. Τελευταία τι σκέφτηκε το κράτος: το '33 διαταγή να περάσουν επιτροπή όσοι δεν μπόρεσαν. Όταν άνοιξε ο πόλεμος του '40 ήμουνα έφεδρος στις Σέρρες, τέσσερις μήνες. Απολύομαι ύστερα από κεί, 18 μέρες η καμπάνα χτυπάει. Πάμε στην Αλβανία! Περάσαμε παγωμένα ποτάμια. Πέντε μέρες ούτε ψωμί. Και μια άλλη φορά με κάλεσαν πάλι, σκοπευτής πολυβόλου. Μάθημα στο πολυβόλο...Εγώ μεγάλωσα με στρατό, κυνήγια ήξερα να κάνω. Μόλις το γύρισα...Καλά, λέει, από που ξέρεις; Ε, πως να μη ξέρω, λέω, ολόκληρο γαϊδούρι;!».

Το 1947 τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι σε επίθεση ανταρτών στο Κοκκινοχώρι. Μετά από τη νοσηλεία στο στρατιωτικό νοσοκομείο των Αθηνών, ήρθε στον Λαγκαδά και ακολούθως στη Νυμφόπετρα. Τα τελευταία πέντε χρόνια ζει μαζί με την κόρη του, Μαρία, και το γαμπρό του, Ιορδάνη Κουτζουβελίδη, στο χωριό Ασκός.

«Οι Τούρκοι τεμπέληδες είναι, δεν δουλεύουν. Παζάρι γινόταν στην Μπάφρα, μόνο Έλληνες πήγαιναν. Βούτυρο θέλεις; Γιαούρτι θέλεις; Όλα...Και τώρα έτσι είναι. Τα χωριά τους χάλια. Πρώτη φορά που [ξανά]πήγα στο χωριό, είδα του θείου μου το σπίτι. Μπροστά είχε [θυμόμουνα] μουριά και καρυδιές, μεγάλα δέντρα. Δεξιά και αριστερά. Το σπίτι το έκαψαν. Κοιτάζω, λέω ένα γέρο Τούρκο "εδώ ήτανε σπίτι, είχε μεγάλα δέντρα, που πήγαν;", "τα κόψαμε, εγώ τα έκοψα", "γιατί τα έκοψες;", "κρυώναμε. Εδώ ούτε γαϊδούρι δεν έχουμε...". Την εκκλησία τη χάλασαν, θέλαν πέτρες για να χτίσουν σπίτι. Τίποτα βρε παιδί μου! Με τον κασμά έσκαβες και έσπερνες καλαμπόκι, τέτοιο πλούσιο μέρος. Αλλά δε δουλεύουν...Αυτοί που πήγαν τώρα πρόσφυγες, δουλεύουν. Η Μπάφρα είχε δύο τζαμιά και τώρα έχει 15. Και μου είπαν [όταν πήγα]: "εσύ Γιουνάν, δεν πείραξες εμάς...εσάς όμως σας κάνανε πολύ σκοτωμό"...Τα σπίτια τι τα έκαψαν; τι τους έφταιγαν; Αγράμματοι άνθρωποι. Και θέλουν να σκεπάσουν αυτά που έγιναν. Αλλά όλες οι χώρες λένε να πληρώσουν». Σε πρόσφατη εκδήλωση της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης για τη 19η Μαΐου, επέτειο της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, ο ίδιος τιμήθηκε και έγινε αντικείμενο λατρείας από κοινό και συνέδρους.

Αν και ο κ.Χαράλαμπος δε ξέρει γράμματα, καταλαβαίνει το περιεχόμενο της λέξης "Γενοκτονία". Ξέρει επίσης πως η μνήμη όσων συνέβησαν στον Πόντο και η μετάδοση τους στους νέους είναι αυτονόητο καθήκον για εκείνον. Και σε προσωπικό επίπεδο, ο μοναδικός ίσως τρόπος για να ξορκίσει τους εφιάλτες...  

* Συνέντευξη στον ΙΑΣΟΝΑ ΧΑΝΔΡΙΝΟ για το ΕΘΝΟΣ, Ασκός Θεσσαλονίκης, 7 Ιουλίου 2010

Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

"Ο ΑΛΕΞΑΔΝΡΟΣ ΗΤΑΝ ΕΛΛΗΝΑΣ ΩΣ ΤΟ ΜΕΔΟΥΛΙ"

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

ΧΑΣΤΟΥΚΙ ΔΙΑΣΗΜΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΤΗΣ ΟΞΦΟΡΔΗΣ ΣΤΑ ΣΚΟΠΙΑ: ''Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΗΤΑΝ ΕΛΛΗΝΑΣ ΩΣ ΤΟ ΜΕΔΟΥΛΙ''
















 
Καταπέλτης κατά της παραχάραξης των Σκοπίων ο διάσημος Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας του New College του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Robin Lane Fox!


ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΣΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ

Μιλώντας στην Καθημερινή της Κυριακής και στον Γιάννη Παλαιολόγο (20-3-2016), ο διεθνούς φήμης συγγραφέας δεκάδων βιβλίων και άρθρων για τον μεγάλο μας Στρατηλάτη και Εκπολιτιστή, ιστορικός σύμβουλος το 2004 στην κινηματογραφική ταινία «Alexander» του Όλιβερ Στόουν (φωτογραφία), υπεραμύνεται του έργου και της προσωπικότητας του Μ. Αλεξάνδρου και αναπολεί τις μέρες των γυρισμάτων του φιλμ.



"Ο ΑΛΕΞΑΔΝΡΟΣ ΗΤΑΝ ΕΛΛΗΝΑΣ ΩΣ ΤΟ ΜΕΔΟΥΛΙ"

Ανάμεσα σε άλλα θυμάται πως κατά την διάρκεια συνέντευξης τύπου της περίφημης έκθεσης «Από τον Ηρακλή στον Μέγα Αλέξανδρο», στο Μουσείο Ασμόλιαν της Οξφόρδης το 2011, όταν διαμαρτυρήθηκε ενοχλημένος Γερμανός Δημοσιογράφος για το ότι η μεγάλη εκείνη έκθεση προέβαλε τελικά διεθνώς την ελληνικότητα της Μακεδονίας, ο Ropin Lane Fox ξέσπασε κυριολεκτικά, λέγοντας:


"Ο Αλέξανδρος ζούσε σε έναν ελληνικό κόσμο, με ελληνικά ονόματα, τη λατρεία των 12 θεών - ήταν Έλληνας ως το μεδούλι του. Το να πει κανείς ότι γεννήθηκε στα Σκόπια είναι δείγμα αγραμματοσύνης αντίστοιχης με το να πει ότι ο Σαίξπηρ γεννήθηκε στη Λευκορωσία»!


ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΦΙΠΟΛΗ

Σχετικά με τα ευρήματα και τα πρώτα συμπεράσματα περί τάφου του Ηφαιστίωνα στην Αμφίπολη, ο Καθηγητής είναι κατηγορηματικός:
"Αποκλείεται να είναι ο τάφος του Ηφαιστίωνα"!










makedonikokomma

Παρασκευή 5 Μαΐου 2017

Ιεράπετρα Το αλάτι της γής


Η τηλεοπτική εκπομπή της ΕΤ-1 «Το Αλάτι της Γης» υποδέχεται στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων Φοίβου Ανωγειανάκη τον Βαγγέλη Βαρδάκη από την Ιεράπετρα, έναν από τους σημαντικότερους λαϊκούς βιολάτορες της Κρήτης.
Μιλάει για την παράδοση του βιολιού στην Ανατολική Κρήτη, για τις περίφημες «κοντυλιές του Καλογερίδη» πάνω στις οποίες συναγωνίζονται οι δεξιοτέχνες, για τις περίτεχνες μαντινάδες και τον Ερωτόκριτο, για τους ξεχωριστούς τοπικούς χορούς. Μαζί του ο Μανώλης Λιαπάκης στο λαούτο και ο Γιάννης Γενειατάκης στην κιθάρα.
Στο δεύτερο μέρος της εκπομπής συμμετέχουμε μαζί τους σ' ένα δυναμικό γλέντι, με μουσικές τραγούδια και χορούς από την Ανατολική Κρήτη, με την παρέα να μεγαλώνει γύρω από τα τραπέζια με συνοδεία από την απαραίτητη τσικουδιά και τα τοπικά εδέσματα.
Για την εκπομπή ταξίδεψαν από την Ιεράπετρα στην Αθήνα τα μέλη της τοπικής χορευτικής ομάδας (με την επιμέλεια του Νίκου Μεταξάκη), για να χορέψουν τους εντυπωσιακούς ντόπιους χορούς που δεν συναντάμε στην υπόλοιπη Κρήτη: αγκαλιαστό, ξενομπασάρη, στειακό πηδηχτό, κ.ά.
Στην ομάδα προστίθενται και τα τρία αδέρφια Βλάσση (ο Γιώργος, ο Γιάννης και η Μαρία) από τη Νεάπολη Λασιθίου, που με τη λύρα, το λαγούτο και το τραγούδι τους συνδέουν την Ανατολική Κρήτη με το παγκρήτιο ρεπερτόριο.
Επίσης, ο Δαμιανός Βασιλάκης φέρνει στο γλέντι και στο χορό τον ήχο από τα παλαιά λαϊκά πνευστά της Κρήτης, την ασκομαντούρα, τη μαντούρα και το θιαμπόλι, όργανα που στις μέρες μας απειλούνται με εξαφάνιση.
Παράλληλα, τη χορευτική ομάδα συμπληρώνουν και χορευτές από την Αθήνα, μέλη του χορευτικού συγκροτήματος «Δικταίοι-Καστρινοί» (επιμέλεια Γιώργος Φραγκάκης), του τμήματος παραδοσιακών χορών του Δήμου Αργυρούπολης και του πολιτιστικού συλλόγου «Ορειάδες εν χορώ» (επιμέλεια: Κώστας Πιπίνης).
Έρευνα-παρουσίαση: Λάμπρος Λιάβας
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μαράκης
Καλλιτεχνική επιμέλεια: Σοφία Σπυράτου
Παραγωγή: GV PRODUCTIONS

Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Η Ελλάδα έπεσε θύμα οικονομικών εκτελεστών!

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
 
ΤΖΟΝ ΠΕΡΚΙΝΣ: Η Ελλάδα έπεσε θύμα οικονομικών εκτελεστών!,Please read article about,
aetos-apokalypsis.com

 

ΤΖΟΝ ΠΕΡΚΙΝΣ: Η Ελλάδα έπεσε θύμα οικονομικών εκτελεστών!
Αποκαλύψεις φωτιά από τον Τζον Πέρκινς, γνωστό και ως οικονομικό δολοφόνο, ο οποίος ρίχνει φως σε όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, την Κύπρο και σε άλλες χώρες με οικονομικά προβλήματα.
Ο Αμερικανός αποκάλυψε πως ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, του είχε αποστείλει πρόσφατα ένα e-mail, με το οποίο τον συνεχάρη για το βιβλίο του, ενώ αποκάλυψε επίσης ότι του μετέφερε πως ότι αυτά που αναφέρονται στο βιβλίο σχετίζονται με τα όσα συνέβησαν στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα όσα είδε κατά τη θητεία του στη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Στο βιβλίο του «Εξομολογήσεις ενός οικονομικού εκτελεστή», ο Πέρκινς αναφέρει ότι μεγάλες εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην εκμετάλλευση πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς επίσης η NSA, η Παγκόσμια Τράπεζα αλλά και ο ίδιος σε συνεργασία με διεφθαρμένους αξιωματούχους κυβερνήσεων τρίτων χωρών, εκμεταλλεύονταν οικονομικά τον πλούτο άλλων χωρών για να πλουτίσουν οι ΗΠΑ και να κτίσουντην οικονομική αυτοκρατορία που είναι σήμερα.
Η δουλειά του ως οικονομικού «δολοφόνου» ήταν απλή, όπως λέει ο ίδιος. Από το 1971-1980, υπό την κάλυψη του οικονομικού συμβούλου για μια ιδιωτική εταιρεία αμερικανικών συμφερόντων, μετέβαινε σε αναπτυσσόμενες χώρες που είχαν φυσικό πλούτο. Στη συνέχεια δωροδοκούσε αξιωματούχους και διευθετούσε για τις κυβερνήσεις υπέρογκα δάνεια, με αντάλλαγμα την αποκλειστική ανάθεση της εκμετάλλευσης του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σε συγκεκριμένες εταιρείες υπό ευνοϊκούς όρους.
Ωστόσο, όπως δηλώνει ο Πέρκινς στην εφημερίδα «Σημερινή» της Κύπρου, τα χρήματα ουδέποτε κατέληγαν στη πλειοψηφία των πολιτών, αλλά στην τσέπη ορισμένων επιχειρηματιών, εκείνων που θα αναλάμβαναν τα διάφορα «αναπτυξιακά έργα» και τη δημιουργία των υποδομών για την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου, όπως εργοστάσια, δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια κ.ά.
Οι χώρες αδυνατούσαν να εξοφλήσουν τα δάνειά τους, βυθίζονταν στο χρέος και υποδουλώνονταν στις ΗΠΑ. Οι καταχρεωμένες χώρες κατέφευγαν σε πολιτικές λιτότητας, όπως αύξηση φορολογιών, απόλυση εργαζομένων και περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Ήταν ξεκάθαρο από την πρώτη στιγμή ότι η Ελλάδα έπεσε θύμα των «οικονομικών εκτελεστών», σημειώνει ο Τζον Πέρκινς.
Στο βιβλίο του, ο Πέρκινς αποκαλύπτει πώς διεθνείς οργανισμοί, όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα ισχυρίζονταν δημοσίως ότι «έσωζαν» χώρες και οικονομίες από τα οικονομικά προβλήματά τους, την ώρα που στην πραγματικότητα, έπαιζαν ένα παιχνίδι με τις κυβερνήσεις τους:
«Τους υπόσχονταν εντυπωσιακή ανάπτυξη, ολοκαίνουργια έργα υποδομών και ένα μέλλον οικονομικής ευημερίας. Με την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι θα έπαιρναν τεράστια δάνεια από τους οργανισμούς αυτούς. Αντί να επιτύχουν την τεράστια οικονομική ανάπτυξη και επιτυχία, οι χώρες αυτές έπεφταν θύμα ενός ισοπεδωτικού και μη βιώσιμου χρέους». Και εκεί παρενέβαιναν οι «οικονομικοί εκτελεστές». Φαινομενικά κανονικοί άνδρες, ταξίδευαν στις χώρες αυτές και επέβαλαν τις σκληρές πολιτικές λιτότητας που υπαγόρευε το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Άνθρωποι σαν τον Πέρκινς ήταν εκπαιδευμένοι να «ξεζουμίζουν» κάθε σταγόνα πλούτου και πόρων από τις οικονομίες αυτές και συνεχίζουν να το κάνουν έως σήμερα.
Ο 70χρονος ισχυρίζεται επίσης πως ο πρώην Πρόεδρος του Εκουαδόρ Χάιμε Ρολντός και ο πρώην Πρόεδρος του Παναμά Ομάρ Τορίγιος Χερέρα, οι οποίοι σκοτώθηκαν σε αεροπορικά δυστυχήματα, δολοφονήθηκαν από τα «τσακάλια», επειδή αρνήθηκαν να εισακούσουν στις υποδείξεις των ΗΠΑ, οι οποίες είχαν ως μεσολαβητή τον ίδιο τον Πέρκινς. «Κτίσαμε μια παγκόσμια αυτοκρατορία, αλλά και ένα οικονομικό σύστημα το οποίο αποδεικνύεται ως μια αποτυχία», δηλώνει τώρα ο 70χρονος. Επισημαίνει, επίσης, πως μέχρι σήμερα οι ΗΠΑ, αλλά και οικονομικές δυνάμεις, επιστρατεύουν οικονομικούς «δολοφόνους» για να υποτάσσουν μικρότερες χώρες.

Άπαιχτη συνέντευξη Γ.Γκιόλβα ....ΑΝ ΔΕΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΟΥΝ ΕΛΛΗΝΕΣ...


Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του Dimitri Georgilas.
http://www.paraxeno.com/…/apechti-sinentefxi-g-gkiolva-se-…/
 

ΑΛΛΑ......ΑΝ ΔΕΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΟΥΝ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΑΣΣΩΝΟΙ ΚΑΙ ΕΒΡΑΙΟΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΣΩΖΕΤΑΙ...............

Άπαιχτη συνέντευξη Γ.Γκιόλβα: «Σε 48 ώρες καταστώ την Ελλάδα υπερδύναμη! – Είναι προδότες!» (Βίντεο)


Ο Γεώργιος Γκιόλβας έφυγε από αυτόν τον κόσμο στις 14 Νοεμβρίου 2003. Το όνομά του συνδέθηκε σε μεγάλο βαθμό με τη νέομυθολογία της….
περιβόητης ομάδας Έψιλον. Ο Γκιόλβας ήταν μηχανολόγος – πυρηνικός φυσικός και είχε 19 αναγνωρισμένες διεθνώς εφευρέσεις.

Οι συνεντεύξεις που έδωσε στη ζωή του ήταν ελάχιστες και πάντα προκαλούσαν αίσθηση. Σε αυτό το άρθρο θα σας κάνω γνωστή μια συνέντευξη την οποία και έδωσε 1 περίπου μήνα πριν πεθάνει – συγκεκριμένα στα τέλη του Σεπτέμβρη(2003).

Η συνέντευξη αυτή δόθηκε για να «παίξει» στην τηλεόραση κάτι όμως που δεν έγινε(ως τώρα Μάρτιος 2004) , καθώς μετά το θάνατό του τα δικαιώματα της συνέντευξης αυτής έχουν περάσει στη γυναίκα του Γ. Γκιόλβα , η οποία και προς το παρόν δεν επιθυμεί τη δημοσιοποίηση της. Τέλος , αξίζει να αναφέρω ότι οι άνθρωποι οι οποίοι και κατέχουν την κασέτα αυτή , είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. . . Ας περάσουμε όμως στα κυριότερα σημεία , στο περιεχόμενο δηλαδή της συνέντευξης.




υγ
Το ΠΑΡΑΞΕΝΟ διαθέτει επώνυμες μαρτυρίες 2 ελλήνων επιστημόνων διαπιστευμένων στην άμυνα της χώρας, που σύντομα θα έρθουν στο φως

Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν

Οδυσσέας Ελύτης: Παλεύουμε για ένα τίποτε, που ωστόσο είναι το παν...

Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν
thessalonikiartsandculture.gr|Από Thessaloniki Arts and Culture

Καλλιτέχνης: Σπύρος Βασιλείου
Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν

Και μία τελευταία ερώτηση: Τι σας απασχολεί, τι σας ανησυχεί περισσότερο, όταν αναλογίζεστε το μέλλον;

«Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα.
Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό.
Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.»


Από τη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1979, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία με αφορμή την αναγγελία για τη βράβευση του έλληνα ποιητή με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.



Thessaloniki Arts and Culture  http://www.thessalonikiartsandculture.gr

Δημοφιλείς αναρτήσεις