http://www.skroutz.gr/books/251659.%CE%9F%CE%B9-%CF%83%CF%80%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%B3%CE%AF%CF%84%CE%B5%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%80%CE%B5%CE%B6%CE%BF%CE%B4%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%AF%CF%89%CE%BD.html
Πρόκειται για ένα βιβλίο που παρουσιάζει χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες με ιδιαίτερα έντονα προσωπικά στοιχεία, τα οποία κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο του Ηρακλείου. Είναι τύποι που μαρτυρούν την "άλλη", τη διαφορετική από την καθημερινή όψη της πόλης. Πολλοί τους χάζευαν και έμεναν άφωνοι. Αρκετοί πάλι έβγαιναν τον καθημερινό τους περίπατο, για να χλευάσουν αυτούς τους ξεχωριστούς γόνους της προπολεμικής, αλλά και της μεταπολεμικής γενιάς. Μέσα από αυτούς ανάβλυζε η "λεβεντιά" του Ηρακλειώτη, η "ομορφιά" και η ευγένεια της Ηρακλειώτισας, η ξεγνοιασιά, ο αλλιώτικος τρόπος σκέψης, η απλότητά του χαρακτήρα τους, αλλά και η αγάπη για μια ζωή πέραν του ασφυκτικού κοινωνικού κλοιού, των ηθών και των εθίμων του.
-----------------------------------------------
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=115004 Οι γραφικοί τύποι της πόλης του Ηρακλείου, που χρωμάτιζαν την κοινωνική καθημερινότητα με τη δική τους προσωπικότητα και γέμιζαν τον τόπο με άλλες πνοές, καταγράφονται και παρουσιάζονται στην πλειονότητά τους φωτογραφικά στον παρόντα τόμο. Με υλικό κυρίως από τον Τύπο του Ηρακλείου ο συγγραφέας παρουσιάζει τα ξεχωριστά πρόσωπα από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι το 1980, με τα οποία ασχολούνταν η κοινωνία με βάση τις ιδιαιτερότητές τους.
Ολες οι ιδιαιτερότητες σε μια κοινωνία ανοχής μπορεί να είναι και διαβατήρια αναγνωρισιμότητας. Ετσι, άλλοι πνευματώδεις και ετοιμόλογοι, άλλοι δουλευτές στην αγορά, άνθρωποι με ταλέντο στη μουσική, στο τραγούδι και στον στίχο, γυναίκες γεροντοκόρες που ντύνονταν και περπατούσαν ως καλλονές από τους κεντρικούς δρόμους, κάποιοι υποδύονταν τους καλλιτέχνες και άλλοι με κουζουλάδα περισσή ή αισχρολόγοι και μέθυσοι, ήταν μια κοινωνία με τη δική της ψυχή, που γιόρταζε. Και οι άνθρωποι αυτοί είχαν πολλές φορές και τα δικά τους στέκια.
Κάθε περίπτωση και ένα όνομα ξεχωριστό, που προσδιορίζει την ιδιότητά του. Ενας κόσμος που χάθηκε.
Ο συγγραφέας του βιβλίου αναφέρει μεταξύ άλλων:
“Αυτοί οι τύποι δεν υπάρχουν πια, ίσως εκτός κάποιων μικρών εξαιρέσεων. Πρόκειται για πρόσωπα ξεχωριστά, που έχουν και είχαν σχέση με τη ζωή του Ηρακλείου, του παλιού Ηρακλείου και μας θυμίζουν αναμνήσεις και μάλιστα τις πιο όμορφες του παρελθόντος. Ένα παρελθόν που υπήρξε γόνιμο στην εμφάνιση των ανθρώπων αυτών με τις παράξενες λόξες τους, τις ωραίες τις τρέλες τους, με το ιδιαίτερο φέρσιμό τους και γενικά με την χαρακτηριστική τους εμφάνιση, στοιχεία που δεν ήταν επικίνδυνα για κανέναν. Η παρούσα αναφορά μου μπορεί να γίνει η αφορμή να ξαναζωντανέψουν αλλοτινές μνήμες!
Οι παλαιότεροι, που σίγουρα θα θυμούνται περισσότερα, θα φέρουν στο νου τους τις συμπαθέστατες εκείνες γνωστές μορφές, αλλά και τις διάφορες σκηνές που τότε διαδραματίζονταν σκορπώντας το γέλιο σε μια εποχή σκληρή, βέβαια, αλλά σίγουρα πιο ανθρώπινη και γεμάτη από αγάπη. Πολλοί απ’ αυτούς δίδασκαν το λόγο του Θεού, άλλοι πάλι είχαν τη φροντίδα της πόλης, ορισμένοι διακρίθηκαν σαν τελετάρχες, υπήρξαν δεινοί ομιλητές και θερμοί πατριώτες! Κάποιες φορές περνούσαν απαρατήρητοι και άλλες ήταν οι πρωταγωνιστές σε παραστάσεις “εν μέση οδώ”. Κάποιοι από εμάς τους λοιδορήσανε, άλλοι τους σεβάστηκαν. Πολλές φορές, ως “στρατηγοί” προσπαθούσαν να θέσουν την κατάσταση “υπό έλεγχον”. Πραγματικά, ένιωθαν και πίστευαν οι ίδιοι, ότι η αποστολή τους είναι μεγάλη, ότι είχαν πολλά να προσφέρουν. Δέχονταν τα πειράματα και μάλιστα τα περίμεναν από τους περισσότερους. Όπως και να έχουν τα πράγματα, ήταν συνάνθρωποί μας με τη δική τους ιδιαιτερότητα. Ζήσανε μαζί μας, πλάι μας, μας προσφέρανε το γέλιο ή το κλάμα τους, δώσανε χρώμα και τόνο αλλιώτικο στη ζωή μας. Οι λέξεις τους ήταν συγκεκριμένες και μερικές από αυτές διασώθηκαν. Η κάθε μία από αυτές περιείχε και το δικό της ξεχωριστό νόημα. Τα στέκια τους και αυτά γνωστά, συνήθως σε κάποια κεντρικά σημεία της αγοράς του Ηρακλείου. Ορισμένες φράσεις τους με νόημα έχουν μείνει στην ιστορία και τις θυμούνται οι περισσότεροι”.
---------------------------------------
http://kritipoliskaihoria.blogspot.com/2011/03/1900-1980.html
Ελάχιστοι από τους τύπους αυτούς εξακολουθούν να “εμπλουτίζουν” την καθημερινότητα των Ηρακλειωτών... όπως εκείνον τον παλιό καλό καιρό! Το δικό μας ερώτημα είναι, εάν οι γραφικοί τύποι, και όχι μόνο του Μεγάλου Κάστρου, μειώθηκαν στην πραγματικότητα ή αυξήθηκαν τόσο πολύ, που δεν μπορούμε πλέον να τους παρακολουθήσουμε..., αλλά ούτε και να διασκεδάσουμε μαζί τους! Η απάντηση, στο φαινόμενο αυτό, μπορεί να δοθεί από ένα άλλο βιβλίο, εξίσου σημαντικό... και για τους κοινωνικούς ανθρωπολόγους.
-----------------------------------------
πηγή: φυλλάδιο εκδηλώσεις Ηράκλειο - Καλοκαίρι 2011
Οι γραφικοί τύποι του Μεγάλου Κάστρου, καταλαμβάνουν χρονικά την περίοδο από τις αρχές του 20ου αιώνα έως και τι αρχές της δεκαετίας του 80. Πρόκειται για χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες με ιδιαίτερα έντονα προσωπικά στοιχεία, τα οποία κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο του Ηρακλείου. Είναι τύποι που μαρτυρούν την "άλλη", τη διαφορετική όψη της πόλης. Ο σημερινός Ηρακλειώτης μπορεί να κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν και να περιπλανηθεί στα απόμερα σοκάκια της παλιάς πόλης, αλλά και στην πολυσύχναστη Πλατιά Στράτα. Μέσα απο αυτές τις ιδιάζουσες προσωπικότητες εισδύει στις άδυτες πτυχές της κοινωνίας του παλιού Ηρακλείου και βιώνει το ιστορικό της υπόβαθρο, με όλη τη διαφορετικότητα και την προκατάληψη που διέκρινε και διακρίνει, ακόμα και σήμαρα, την πόλη μας.
Ο Μανόλας
Ένας καλοσυνάτος άνθρωπος, καλοκάγαθος και πάντα γελαστός. Είχε τεράστια δύναμη, αφού μπορούσε να σηκώσει απο το φορτηγό , ακόμα και ένα γεμάτο βαρέλι και να το ακουμπήσει κάτω.
Η φωνή του ήταν χαρακτηριστική βροντώδης και με πολύ μπάσο. Τον συναντούσες παντού! Στη λαχαναγορά, απέναντι από την παλιά ηλεκτρική, στο Καμαράκι, στη Χανιώπορτα, στα κεντρικά σημεία του Ηρακλείου. Άνθρωπος με ευαισθησίες και αρκετά καλλιεργημένος. Τις Κυριακές και τις άλλες αργίες, φορούσε τα καλά του ρούχα, έκανε τη βόλτα του πηγαίνοντας στον κινηματογράφο ή σε κάποια άλλη εκδήλωση. Κάθε χρόνο πήγαινε διακοπές, συνήθως στο εξωτερικό. Όσο πράος ήταν και όσο ήπιος, όταν τον πείραζε κάποιος θύμωνε, γινόταν θηρίο. Ένας καλός φίλος διηγήθηκε το παρακάτω περιστατικό.
Ένα πρωινό στο κέντρο του Ηρακλείου ο μακαρίτης ο Κωνιός γνωστός γιατρός, είχε αγοράσει κάποια εφημερίδα και τη διάβαζε. Προχωρούσε αμέριμνος και διαβάζοντας έπεσε πάνω στο Μανόλα. Φυσικά ο γιατρός ζήτησε συγνώμη αφού προηγούμένως δέχτηκε τις συστάσεις του Μανόλα με τη χαρακτηριστική φωνή "Μου φαίνεται πως χρειάζεσαι Κωνιό".
Γνώριμη εικόνα να τραβάει τραγουδώντας ο ίδιος το καρότσι του από τη λαχαναγορά ανεβαίνοντας την οδό Χάνδακος κατευθυνόμενος προς τη κεντρική αγορά. Ακόμα κι όταν έκανε κρύο, αυτός με μια λεπτή μπλούζα, αθλητική κατά προτίμηση, με το παντελόνι του γυρισμένο και αθλητικά παπούτσια, να τραβάει... το μεγάλο ανήφορο της ζωής ! Πολλές φορές, ίσως και ξυπόλυτος, τραβούσε το φορτίο του και κάποια παιδιά έσπρωχναν το καρότσι του. Κι όταν ήθελε λίγο να ξαποστάσει και να κοιμηθεί, ξάπλωνε μέσα σ'αυτό. Τόσα χρόνια δίπλα του, σέρνοντάς το το ένιωθε κομμάτι του εαυτού του.
Ο Αλάτσας
Μια άλλη παρουσία ήταν ο Αλάτσας. "Αν είστε απο οικογένεια, πετάξτε εικοσάρικα", έλεγε, αφού συνήθως, για να τον κάνουν χάζι πολλοί του πέταγαν δεκάρες ή εικοσάρες.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1970 στην ομάδα του ΟΦΗ έπαιζε τερματοφύλακας ο Βούκμαν. Ήταν ιδιαίτερα εύσωμος και αρκετά ψηλός και θέλοντας και αυτός να πειράξει τον Αλάτσα, όταν κατέβαινε στην αγορά του έβαζε ένα δεκάρικο, συνήθως σε ένα ψηλό σημείο.
Ο Αλάτσας δεν μπορούσε να το φτάσει και παρακαλούσε τους περαστικούς να τον βοηθήσουν για να το πάρει.
Το Μιχαλιό ο καταστηματάρχης
Έτσι του άρεσε να τον αποκαλούν, αφού τον έβλεπαν όλοι να φορά τη λερή ποδιά του μαγαζάτορα. Εργαζόταν στο υποδηματοποιείο του Κούτη. Κάποτε έβαλε στοίχημα και φυσικά, τι θα τον έστενε; το μυαλό του; Βγήκε με το σώβρακο στο δρόμο και πήγε στις τρείς καμάρες. Καταλαβαίνετε, θέαμα μοναδικό.
Ο Μάρκος, ο στρατηγός
Ξεχωριστή παρουσία αποτελούσε και ο Μάρκος, ο επονομαζόμενος στρατηγός ή γαλονάς. Πάντοτε αρεσκόταν στο να κυκλοφορεί στολισμένος με στρατιωτική στολή, με γαλόνια, επωμίδες, σιρίτια, κορδόνια, αστέρια, παράσημα. Οτιδήποτε άλλο στρατιωτικό είδος εύρισκε, το φορούσε. Ήταν λάτρης του ωραίου φύλου. Αρεσκόταν να κοιτάζει με τις ώρες τις κούκλες στις διάφορες βιτρίνες των καταστημάτων και να τις θαυμάζει! Ήταν μερακλής, απο ό,τι λένε οι διάφοροι Ηρακλειώτες που τον έζησαν και τον γνώρισαν.
Ο Καλογιός
Ήταν φανατικός Ομιλητής! Πάνω από όλα αγαπούσε την ομάδα του τον ΟΦΗ. Ήταν χαμάλης και με το καρότσι του προσπαθούσε να βγάλει το μεροκάματό του. Κατά τη δεκαετία του 60 σύχναζε στους ευκαλύπτους στην πλατεία Δασκαλογιάννη. Αλίμονο αν βρισκόταν κάποιος να πεί κάτι κακό για την
ομάδα του. Τότε παρατούσε το καρότσι και τον κυνηγούσε.
Ο Αντώνης ο αθλητής
Αθλητής σε τοπικό κι όχι πανελλήνιο επίπεδο, αρεσκόταν στο να πηδάει τα πεζοδρόμια, κυρίως της Καλοκαιρινού. Πολλές ήταν οι φορές, βέβαια, που με ιδιαίτερη φόρα έπεφτε πάνω σε κάποιους, εισπράττοντας τις ανάλογες λέξεις και φωνές. Έμεινε σαν ο Αντώνης ο αθλητής, ή ο σαλταδόρος... με την καλή, βέβαια έννοια!
Το Γιωργιό
Πρόκειται για εκείνο το Γιωργιό, το οποίο είχε έμμονη ιδέα να μην υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Δεν ήθελε καθόλου να ακούσει τη λέξη φαντάρος. Πολλοί τον πείραζαν και του έλεγαν: -Θα πάς ! Τότε το Γιωργιό οργισμένο συμπλήρωνε απαντώντας : - Δέν πάω !
Ο Μανόλης ο Τζατζάς ή Πόπη
Ο Μανόλης ο Τζατζάς ήταν χαμάλης και έμενε στην περιοχή της Αγίας Τριάδας, στη φάμπρικα του Ανωγειανάκη. Η πιάτσα του ήταν κυρίως στη κεντρική αγορά του Ηρακλείου.
Η Μαριώ
Συνήθως φορούσε μια μαντήλα, την οποία σχεδόν ποτέ δεν έδενε. Σύχναζε στην αγορά, πάντοτε κάνοντας περίπατο και συνήθως στο στενάκι της Καλοκαιρινού, στο κατάστημα του Μαρούδα. Της άρεσε το ραχάτι και πολλές φορές την έπερνε και ο ύπνος σε κάποιο πλακόστρωτο. Σου έδινε την αίσθηση ότι έβλεπες την "Κοιμωμένη του Χαλεπά"!
Ο στρατηγός Νικόλαος Αμαργιωτάκης
Χωρίς να είναι κάτοχος πτυχίου της Σχολής Ευελπίδων, ή κάποιας άλλης παραγωγικής σχολής, ο Στρατηγός - γνωστός με το παρονόμι Κοκολιάς- γεννήθηκε το 1890 και πέθανε το 1968 στο χωριό Δαφνές. Φημισμένος στους Ηρακλειώτες και στην πόλη μας, ένεκα των συχνών επισκέψεων καθώς και για το ότι διατηρούσε φιλικές σχέσεις με γλεντζέδες του Ηρακλείου. Επρόκειτο για τον Νικόλαο Αμαργιωτάκη του Στεφάνου και της Μαρίας. Υπηρέτησε ως δεκανέας στον Ελληνικό στρατό, περίπου το 1911. Εκπαιδεύτηκε στις Καλαμιές του Ηρακλείου. Ερχόμενος στις Δαφνές, μετά την απόλυσή του, αυτοπροσδιορίζεται "Στρατηγός" και διατηρεί αυτόν τον τίτλο μέχρι το θάνατό του. Ντυνόταν πάντα με την επίσημη στολή του Στρατηγού (διακριτικά, σπαθί, παράσημα, κράνος κ.λ.π.). Ακόμη και στην επαγγελματική απασχόλησή του -ήταν αγρότης- ντυνόταν πάντα στρατιωτικά! Σαν Στρατηγός, δε "σήκωνε μύγα στο σπαθί του"!
Ο Τριαντάφυλλος
Φιλόζωος και καβαλάρης. Πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, πάντα να περνά με δυο συνήθως μουλάρια από την Καλοκαιρινού προς τις Τρείς Καμάρες. "Σωστός καουμπόι". Πάντοτε σε πλήρη ετοιμότητα για κάθε ενδεχόμενο.
Ο Δημήτρης ο ηθοποιός
Καλοντυμένος μεκουστούμι και γραβάτα, μ'ένα τσιγάρο στο στόμα. Πάντα κυκλοφορούσε φορώντας γυαλιά ηλίου. Δύσκολα του έπερνες χαμόγελο και κουβέντα. Αρεσκόταν στο να ποζάρει, με ένα ξεχωριστό υποκριτικό ύφος...έτσι όπως ξέρουν όλοι οι σοβαροί ηθοποιοί!
Ο Μανόλης Μανόλης
Ο ίδιος έλεγε δυο φορές το όνομά του, προφανώς θέλοντας να δώσει κάποια έμφαση. Σύμφωνα με ακριβείς πληροφορίες, πρέπει να καταγόταν απο την περιοχή του Λασιθίου. Καθημερινά πηαινοερχόταν στην Πλατιά Στράτα, πείραζε, αλλά ζητούσε και τα ανάλογα πειράγματα. Διαφορετικά, δεν έφευγε. Συνεχώς μουρμούριζε από μόνος του!
Η πονεμένη τραγουδίστρια
Μόνιμα πονεμένη και ερωτοχτυπημένη από τα βέλη του Θεού Έρωτα! Καλοφτιαγμένη ντυμένη στο "σικ". Κυκλοφορούσε πάντα με το χαμόγελο εκπέμποντας ευασθησία και περίσσεια ευγένεια.
Η Σαββάτο
Χαρακτηριστική παρουσία αποτελούσε και η Σαββάτο, η οποία έμενε στην οδό Ακαδημίας, τη σημερινή Ανδρέα Παπανδρέου, στη συμβολή Ανδρέα Παπανδρέου και Λευθεραίου. Εκεί παλιότερα υπήρχε ο φούρνος του Κατσακού, όπως θα θυμούνται οι παλιοί Καστρινοί. Η Σαββάτο βρισκόταν διαρκώς σε έξαρση κι όταν ακόμα κάποιος δεν την πείραζε, αυτή δεν το είχε σε καλό της. Επεδίωκε να την πειράξουν και τότε άρχιζαν τα δύσκολα. Έβριζε συνεχώς και με μεγάλη διάρκεια. Πήρε το όνομα Σαββάτο, γιατί κυκλοφορούσε κυρίως κάθε Σάββατο.
Το Αλεκάκι
Το Αλεκάκι ή ο γνωστός Αλέκος, όπως τον ήξεραν οι πιο παλιοί, φορούσε πάντοτε ή τουλάχιστον τις περισσότερες φορές κοντό παντελόνι και το συνδύαζε με υποδήματα. Το Αλεκάκι πρέπει να είχε κάποιο πρόβλημα σωματικής αναπηρίας εκ γενετής. Σύχναζε σε όλα τα κεντρικά σημεία της πόλης μας. Το αγαπημένο του στέκι, όμως, ήταν τα Ψαράδικα.
Η Στασούλα η ζωόφιλη
Την συναντούσε κανείς συνήθως στις παραλίες, αλλά και σε διάφορα σημεία της πόλης. Μάζευε γάτες, σκύλους και έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη στα ζώα. Ίσως σήμερα θα ήταν η πιο κατάλληλη για το θέμα των αδέσποτων!
Ο Στέλιος τ'άδέρφι
Πάντοτε χαμογελαστός! Έτρεφε προς όλους μεγάλη εκτίμηση και οικειότητα, αποκαλώντας τους "αδέρφια", αλλά και "αδέρφι" μεμονωμένα. Ήταν αχθοφόρος και τον συναντούσες τακτικά σε κεντρικά σημεία της πόλης.
Ο Γκαγκάλας
Διαρκώς ανεβοκατέβαινε την Καλοκαιρινού. Εκεί τον είχε βγάλει. Μιλούσε συνεχώς. Ήταν ιδιόμορφος και ο χαιρετισμός του έμοιαζε με πούλο του ενός χεριού. Η κόμμωσή του εντυπωσιακή! Απο ό,τι φαίνεται , ήταν λάτρης της ψιλής μηχανής.