_Ο ΚΥΡΙΟΣ ΣΙΜΟΣ ΚΑΤΑΛΑΘΟΣ
της Ιωάννας Φωτιάδου *
.
Η ζωή του Σίμου ήταν μια ζωή κατά λάθος…
Γεννήθηκε κατά λάθος, εξηγούσε η μάνα του, όταν την πάντρεψαν κατά
λάθος με τον συγκεκριμένο άντρα, ενώ άλλον της είχε φέρει η προξενήτρα
που της άρεσε και με χαρά περίμενε να προχωρήσει το πράμα, ο πατέρας της
εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή θυμήθηκε, πως είχε δώσει το λόγο
του στον νεαρό συμπολεμιστή που του είχε σώσει τη ζωή σε μάχη το 1897
και δεν μπορούσε να τον πάρει πίσω.
Έτσι δυο ξένοι άνθρωποι έγιναν γονείς κατά λάθος.
Συνεχίζοντας την παράδοση ο Σίμος, γεννήθηκε αγόρι κατά λάθος, αφού η
μάνα του μέχρι και την τελευταία στιγμή που η μαμή τραβούσε το κεφάλι
του μωρού, παρακαλούσε το θεό να είναι κορίτσι. Λες και για να μην της
χαλάσει το χατίρι, το δέρμα του Σίμου ήταν ροδαλό και παχουλό και
άτριχο, τόσο που τα κορίτσια ζήλευαν που αυτές έπρεπε να ξυρίζουν τα
πόδια τους.
Από μικρός επίσης έδειξε μια κλίση προς τα γυναικεία και η
ιδιοσυγκρασία του κάθε άλλο παρά αρσενική έμοιαζε, αλλά κανείς δεν ήταν
σε θέση να μιλήσει με βεβαιότητα περί σεξουαλικών προτιμήσεων.
Το μόνο σίγουρο είναι πως πήγαινε γάντι στις γυναικείες συντροφιές που οι κουβέντες τους ταίριαζαν με τα ενδιαφέροντά του.
Γυναίκα ποτέ δεν τον είχε πλησιάσει με άλλο σκοπό, μέχρι και η
Πολυξένη, η Φρύνη της γειτονιάς, έλεγε πως το μόνο που της προκαλούσε ο
Σίμος, ήταν μια ανατριχίλα αποστροφής.
Ο ίδιος με τους άντρες ήταν σα να είχε προηγούμενα, δύσκολα συνταυτίζονταν μαζί τους, ειδικά με τους άντρες που μύριζαν γυναίκα.
Η ζωή του ήταν γεμάτη λάθη που και αυτά είχαν γίνει κατά λάθος, γιατί
ο ίδιος έλεγε, δεν είχε πρόθεση να κάνει λάθη, στην πραγματικότητα δεν
είχε πρόθεση να κάνει τίποτε. ‘Όλα γίνονταν τυχαία.
Η ζωή του Σίμου ήταν ήρεμη σαν το νερό της στέρνας, μα κανείς δεν
έπαιρνε όρκο πως το νερό ήταν καθαρό και ακούγονταν ψίθυροι πως είχε
πάρει κανα-δυό ανθρωπάκια στο λαιμό του. Ο ίδιος ορκίζονταν πως δεν ήταν
δικό του το φταίξιμο, όλα είχαν γίνει κατά λάθος.
Μία άλλη αλήθεια είναι πως είχε μία και μόνη αδυναμία. Του άρεσε να
χώνει τη μύτη του στα οικογενειακά των άλλων και να τα σχολιάζει
δώθε-κείθε, δήθεν από ενδιαφέρον.
Όπως τότε που δήθεν από ενδιαφέρον, ανέφερε στο γείτονα τρεις αυλές
πιο κάτω, πως όσο έλειπε εκείνος για το μεροκάματο, φρόντιζε την κυρά
Φρόσω τη γυναίκα του, ο νεαρός που τον είχε στο ψαροκάικο ο κυρ Αντώνης.
Ο Σίμος του την είχε καιρό στημένη του γείτονα, και τον πέτυχε ένα
Σαββατόβραδο που γύρισε νωρίς για να βγάλει το Φροσάκι του έξω να
ξεσκάσει.
Βρε γείτονα, του λέει τρίβοντας τα χέρια του, τι καλό παιδί αυτός ο ανεψιός σου, του αδελφού ή της αδελφής σου είναι;
Τι λες βρε Σίμο, όνειρα βλέπεις, εγώ δεν έχω ανεψιό, αποσβολώθηκε ο γείτονας.
Αμάν ζημιά έκανα, εξανέστη ο αθεόφοβος, τον βλέπω που έρχεται κάθε πρωί που λείπεις εσύ και νόμιζα…
Το βράδυ αργά, ακούστηκαν φωνές στη γειτονιά, κόσμος μαζεύτηκε στο
σπίτι τρεις αυλές πιο κάτω, βγήκε και ο Σίμος να δει, την κυρά Φρόσω την
πυροβόλησε ο άντρας της και αυτοκτόνησε κι εκείνος.
Μπα συμφορά στη γειτονιά μας, σταυροκοπήθηκε ο Σίμος και πήγε για ύπνο.
Κατά λάθος επίσης άφησε τον αδελφό της μάνας του να πεθάνει στο
Γηροκομείο, γιατί πήγε και ψευδομαρτύρησε πως χρωστούσε λεφτά στον
κουνιάδο που του πήρε μέχρι και τα χωράφια που είχε κληρονομιά από τον
πατέρα του.
Κατά λάθος έφαγε και ο Χρήστος ο φίλος του πέντε χρόνια φυλακή, γιατί
ο Σίμος κατά λάθος τάχα, τον κάρφωσε στον εξάδελφο, τον χαφιέ της
Ασφάλειας, πως ο Χρήστος κάποια βράδια μετά τη δουλειά, μάζευε δυο-τρεις
φίλους στο σπίτι του, έπιναν ένα κρασάκι, έκαναν και κανένα
τσιγαριλίκι, έτσι για να πάνε κάτω τα φαρμάκια, χρυσή ψυχούλα ο
Χρηστάκος, ταλαιπωρημένος από την κοιλιά της μάνας του
Ο Σίμος και στην παρέα κατά λάθος είχε έρθει.
Τον έφερε αυτή τη φορά, ο Χρήστος κατά λάθος, όταν συναντήθηκαν μετά
από χρόνια και είδε που είχε μείνει χωρίς φίλους, χωρίς λεφτά, χωρίς
τίποτα, μόνος κι έρημος, τον λυπήθηκε και τον πήρε μαζί του ένα βράδυ.
Έτσι έγινε κι εκείνος κολλητός μας.
Κατά λάθος σας είπα κι εγώ την ιστορία του Σίμου.
Μου ήρθε στο νου σήμερα που τον ξεπροβοδίσαμε όλη η παρέα για το μεγάλο του ταξίδι.
Άντε, στο καλό και πού ξέρεις, λένε πως ο θανών δεδικαίωται…
.
Η Ιωάννα Φωτιάδου γεννήθηκε στη Λάρισα, όπου
ζει, δουλεύει, μεγαλώνει παιδιά, μαγειρεύει και τα λοιπά… δημιουργικά
οικιακά!! Πότε-πότε γράφει για παιδιά και μεγάλους, ανεβάζει θεατρικές
παραστάσεις και διοργανώνει ή συμμετέχει σε εκδηλώσεις πολιτιστικού
χαρακτήρα. Όταν και αν με το καλό την αφήσουν ήσυχη, ονειρεύεται, τις
θερινές νύχτες, να μετακομίσει σε νησί και να γίνει μια συγγραφέας της
προκοπής…
[ ιστολόγιο ] [ e-mail ]
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω