Σάββατο 11 Αυγούστου 2012

Η Κρήτη των καλλιτεχνών


Η Κρήτη των καλλιτεχνών (19ος - 20ός αιώνας) : Αγιογραφία, ζωγραφική, γλυπτική
Αλεβίζου Ντενίζ - Χλόη, Εκδ. Δοκιμάκης, 2010

Η Κρήτη των καλλιτεχνών (19ος - 20ός αιώνας)Με αναφορές σε περίπου διακόσιους, στην πλειονότητά τους άγνωστους έως σήμερα καλλιτέχνες (αγιογράφους, ζωγράφους και γλύπτες) που έζησαν στην Κρήτη την περίοδο 1800-1950, και με παρουσιάσεις και αναλύσεις έργων τους που συνοδεύονται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό, η μελέτη,
"Η Κρήτη των καλλιτεχνών", αποσκοπεί να αποτελέσει μία πρώτη γνωριμία με κεντρικές όψεις της παραγνωρισμένης ιστορίας της καλλιτεχνικής ζωής του τόπου. ... Η πρώτη καταγραφή και αποθησαύριση ενός άγνωστου υλικού που διαμορφώνεται αργά και προβάλλει μέσα από τα τεράστια αναχώματα που είχαν στηθεί στα χρόνια της σκλαβιάς και βρίσκει την ολοκλήρωσή του στις μέρες μας. Μια πραγματικά μεγάλη προσπάθεια, ένα χειροπιαστό αποτέλεσμα, ένας εμπλουτισμός της έρευνας της νεότερης ελληνικής ιστορίας της ζωγραφικής. Μια αποκάλυψη ονομάτων, ζωγραφικών έργων και συλλεκτών, που δεν μπορούν πια να μας αφήσουν αδιάφορους... Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη Επιμελήτρια Εθνικής Πινακοθήκης


http://www.bigbook.gr/
bookdetails.php?book_id=184


Μπακλαβάς Νηστίσιμος

Μπακλαβάς Νηστίσιμος
Bαθμολογία:
       
1 ψήφοι
Προστέθηκε από , 06.07.09
 

Περιγραφή

Ένα δύσκολο, αλλά πεντανόστιμο γλυκό. Θα το προσφέρετε με ευχαρίστηση, χωρίς να αμαρτήσετε!


photo: xaroula

Τι χρειαζόμαστε:

  • 1 πακέτο φύλλο κρούστας
  • 600 γραμ. καρυδόψιχα
  • 1 φλιτζάνι ζάχαρη
  • 1 κ.σ. τριμμένη φρυγανιά
  • 6-7 γαρύφαλλα καλά κοπανισμένα
  • 220 γραμ. ελαιόλαδο
  • 220 γραμ. θυμαρίσιο μέλι
Στα γρήγορα
Κατηγορία
Μέθοδος
Διατροφή
Σερβίρει
25 μερίδες

 

 

 

Πως το κάνουμε:


ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ της Τζωρτζίνας Τσισμαλίδου *

πηγή : http://www.onestory.gr/post/29049993503

ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ

της Τζωρτζίνας Τσισμαλίδου *
.
Οι ριπές του παγωμένου αέρα της έκοβαν την ανάσα και της χαστούκιζαν το πρόσωπο. Ήταν η τέλεια ψυχική αναζωογόνηση εν’ όψη του αποψινού «απογεύματος της παρηγοριάς» που εξαναγκαζόταν να περάσει. Αν είχε άποψη πάνω στο θέμα, η δική της παρηγοριά θα ήταν ένας τεράστιος καναπές και ένα κουτί σοκολατάκια στα γόνατά της και σίγουρα όχι το περπάτημα στο σκοτεινό, κρύο βράδυ.
«Καταραμένο τηλέφωνο τηλέφωνο» σκέφτηκε. «Λειτουργεί μόνο στο άσχετο και ποτέ όταν το χρειάζομαι πραγματικά». Εντόπισε ένα μικρό γατάκι να τουρτουρίζει κάτω από έναν ξερό θάμνο. «Συγγνώμη γατούλα» είπε, περισσότερο για να το ακούσει η ίδια, παρά το γατάκι-χωρίς-όνομα.
«Στ’ αλήθεια, δεν μπορεί να γίνει κάτι για σένα. Τουλάχιστον, εσύ δεν έχεις μπροστά σου 70 ή 80 χρόνια ζωής». Μα πού ήταν επιτέλους τα γάντια της; Τα χρειαζόταν επειγόντως, ο καιρός χειροτέρευε. Έχει γούστο αν τα είχε χάσει και αυτά, ήταν και καινούργια. Μπορεί και να της έπεσαν στο δρόμο. Έκανε ένα γύρω το τετράγωνο μήπως και τα βρει. Δεν μπόρεσε να μη ρίξει μια πλάγια ματιά στο θάμνο, για να δει αν το γατάκι ήταν ακόμα εκεί. Ήταν.
«Τουλάχιστον πρέπει να πάω κάπου» σκέφτηκε. «Πού είναι η μαμά σου;» ρώτησε φωναχτά το γατάκι. Εκείνο ανοιγόκλεισε τα μάτια του, κοιτάζοντάς την. Κοίταξε το ρολόι της. «Ωχ, έχω αργήσει», γκρίνιαξε.
Ξαφνικά ένιωσε μια απέραντη νοσταλγία για το δωμάτιό της. Το να μένεις που και που μόνος έχει και τα πλεονεκτήματά του: μπορείς να βγάλεις τη μάσκα που φοράς μπροστά στο κοινό. Μόνη στο σπίτι και με το κινητό κλειστό, θα μπορούσε να χαθεί στην τηλεόραση. Ειδικά απόψε, που ο άνεμος σφύριζε τόσο μανιασμένα, που της έκοβε την ανάσα.
Έφτασε στο σπίτι της φίλης της ακριβώς τη στιγμή που εκείνη θρηνούσε απεγνωσμένα το χαμένο της αμόρε. «Να πάρει!», σκέφτηκε για πολλοστή φορά μέσα στις τελευταίες δύο ώρες. «Αυτό θα έχανα;». «Γιατί κλαίει σαν να τον έχουνε σκοτώσει, για το όνομα του Θεού;». Έψαξε για χαρτομάντηλα και για κανένα κομμάτι σοκολάτα. Σε λίγη ώρα κάθονταν μπροστά στην τηλεόραση, είχε Mad Music Awards.
Το θέμα με την τηλεόραση και τη σοκολάτα είναι ότι δεν απαιτούν τίποτα από εσένα. Φυσικά δεν μπορούν να σε παρηγορήσουν όπως μια καλή φίλη, αλλά η καλή φίλη απόψε δεν είχε διάθεση για πολλές συζητήσεις. Μετά από δύο ώρες τηλεόραση και μία ώρα internet, ο ύπνος φαινόταν μια ενδιαφέρουσα συνέχεια.
Το κεφάλι της είχε μόλις ακουμπήσει το μαξιλάρι της, όταν ξαφνικά τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα. Θα μπορούσε να ορκιστεί ότι άκουσε μια γάτα. Πώς όμως, αφού δεν είχε γάτα; Ούτε καν τις συμπαθούσε τις γάτες. Νάτο πάλι! Ανακάθισε στο κρεβάτι της, βέβαιη ότι δεν θα μπορούσε να κοιμηθεί αν δεν ανακάλυπτε από πού ερχόταν αυτό το μικρό νιαούρισμα.
Κρυφοκοίταξε έξω από το παράθυρο. Μπορούσε ακόμη να το ακούσει, δεν έβλεπε όμως τίποτα. «Δεν πρόκειται να βγω πάλι έξω στο κρύο» ανακοίνωσε στον εαυτό της. Δεν θα πείραζε όμως να ανοίξει λιγάκι την πόρτα…
Σαν να το παρέσυρε ο άνεμος, το μικρό γατάκι-χωρίς-όνομα έτρεξε σαν αστραπή από μίλια μακριά και σταμάτησε ακριβώς μπροστά στα πόδια της. Δεν μπορούσε να το πιστέψει. Πώς εμφανίστηκε από το πουθενά αυτό το γατάκι και μάλιστα με τόσο ξαφνικό τρόπο; Σκασμένη στα γέλια, έσκυψε μπροστά στην ανοιχτή πόρτα «Μικρή γατούλα, πώς ήρθες ως εδώ;»
Αυτή τη φορά ανοιγόκλεισε τα μάτια του απαντώντας «μιάου». Έπειτα κάθισε στα ποδαράκια του και την κοίταξε στα μάτια. «Μιάου», επανέλαβε. Και τώρα τι γίνεται; Να το βγάλει έξω; Με τέτοιο άνεμο; Όχι βέβαια, θα ήταν έγκλημα. Σίγουρα όμως θα θέλει φαγητό και τουαλέτα. Είχε κιόλας αρχίσει να νιώθει πιο άνετα, καθώς καθάριζε με τη μικροσκοπική γλωσσίτσα του το χρυσαφένιο του τρίχωμα.
Αναστέναξε και φόρεσε ένα τζιν στα γρήγορα. Δεν είχε άλλη επιλογή. Ήταν βέβαιο ότι το γατάκι πεινούσε φρικτά. Γέλασε με τον εαυτό της καθώς περπατούσε στους διαδρόμους του pet shop, μαζεύοντας παιχνίδια, λιχουδιές και ένα μικρό κρεβάτι. Και ναι, σίγουρα θα χρειάζεται και ένα από αυτά τα νυχοδρόμια. «Είναι απλά μια χαζή γάτα», σκέφτηκε. «Θυμήσου πως δεν συμπαθείς καν τις γάτες».
Φτάνοντας στο σπίτι, ένιωσε μια ικανοποίηση βλέποντάς το να στέκεται στο παράθυρο, περιμένοντας υπομονετικά (ήθελε να πιστεύει) την επιστροφή της. «Έρχομαι χαζούλικο, έρχομαι». Έτρεξε στα πόδια της, καθώς εκείνη ξεφόρτωνε τα λάφυρα και φανταζόταν «τώρα θα σκέφτεται πως ήταν σωστή η απόφασή του να με ακολουθήσει ως εδώ. Πώς, όμως, τελοσπάντων, τα κατάφερε όλα αυτά;»
Το χάιδεψε στο κεφάλι και του έξυσε τα αυτάκια, ενώ εκείνο έτρωγε. Όταν τελείωσε το φαγητό του το σύστησε στο κουτί με την άμμο κι έπειτα στο καινούργιο του κρεβάτι, που ήταν επενδυμένο με μαλακιά γούνα. «Καθόλου άσχημα για ένα άστεγο πλασματάκι» σκέφτηκε. Πέταξε τα ρούχα της και σύρθηκε ξανά κάτω από τα σκεπάσματα, ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στο γατάκι.
Για πρώτη φορά μετά από εβδομάδες, ένιωσε επιτέλους καλά. Το γατάκι κουλουριάστηκε σαν μια μικρή γούνινη μπάλα και άρχισε να γουργουρίζει δυνατά. Το μόνο που χρειαζόταν για να ικανοποιηθεί ήταν να του δώσει ένα τίποτα από αυτά που η ίδια θεωρούσε μέχρι τώρα ως δεδομένα: ένα ζεστό σπίτι, ένα μικρό γεύμα και ένα μαλακό κρεβάτι. Χαμογέλασε και έτριψε το πρόσωπό της στη γούνα του.
Τότε ήταν που συνειδητοποίησε ότι το να έχεις κάποιον να φροντίζεις εξαφανίζει από τη ζωή σου τη μιζέρια και τη γκρίνια. Αύριο θα ξημέρωνε μια καινούργια μέρα, αλλά τώρα, αυτή τη στιγμή, η ίδια και το γατάκι είχαν βρει επιτέλους ένα σπίτι.
.
Η Τζωρτζίνα Τσισμαλίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτη του Δημοτικού Σχολείου. Στον ελεύθερο χρόνο της, της αρέσει να γράφει ποιήματα και μικρές ιστορίες.
[ e-mail ]



Νικόλαος Πλαστήρας – Μαύρος καβαλάρης (1883-1953)

πηγή: http://www.facebook.com/photo.php?fbid=10150252098305002&set=a.10150428313575002.623681.247295425001&type=1&theater

...

«Όποιος βλέπει την Πατρίδα του να καταστρέφεται και κάθεται αδρανής, είναι το ίδιο σαν να την καταστρέφει ο ίδιος...»
Νικόλαος Πλαστήρας – Μαύρος καβαλάρης (1883-1953)

Αυτή τη ρήση του έκανε πράξη μέχρι την τελευταία ανάσα της ζωής του ο εκ Μορφοβουνίου Καρδίτσας στρατιωτικός και πολιτικός ηγέτης της νεότερης Ελλάδας Νικόλαος Πλαστήρας, που πέθανε σαν σήμερα, 26 Ιουλίου 1953.

Πέθανε φτωχός παρά τη σταδιοδρομία του στα ανώτατα αξιώματα της στρατιωτικής και πολιτικής ιεραρχίας (διετέλεσε τρεις φορές πρωθυπουργός). Το σμόκιν της κηδείας του ήταν προσφορά φίλου του, ενώ η περιουσία που άφησε κληρονομιά ανερχόταν σε 216 δραχμές και δέκα δολάρια!
Πέθανε όμως πλούσιος από ικανοποίηση της προσφοράς προς την Πατρίδα, από την αγάπη και την εκτίμηση των άδολων Ελλήνων πατριωτών, καθώς και από την αναγνώριση της πολυεπίπεδης και πολυσύνθετης δράσης του σε καιρούς δύσκολους για το Έθνος από την ψυχρή Ιστορία.

Ο Νικόλαος Πλαστήρας ήταν παρών σε όλους τους πολιτικούς και στρατιωτικούς αγώνες της νεότερης Ελλάδας.
Η τελευταία, ενδοξότερη και τραγικότερη πολεμική του δράση ήταν στη Μικρασιατική Εκστρατεία ως διοικητής του 5/42 Συντάγματος Πεζικού. Το Σύνταγμα του Πλαστήρα ήταν η μόνη στρατιωτική μονάδα που μέσα στην πανωλεθρία του Αυγούστου του 1922 εφάρμοσε ακριβώς τους κανόνες σύμπτυξης-υποχώρησης με απόλυτα πειθαρχημένο τρόπο. Έσωσε έτσι ελληνικά στρατιωτικά τμήματα από αφανισμό, καθώς και τον άμαχο ελληνικό πληθυσμό της Μ. Ασίας.
Λεπτομέρειες για την πολεμική και πολιτική δράση του Μαύρου Καβαλάρη μπορείτε να διαβάσετε στον παρακάτω σύνδεσμο:
http://www.sansimera.gr/biographies/184

Στη φωτογραφία ο Μαύρος Καβαλάρης στην Κεντρική Πλατεία της Καρδίτσας.
Το σύμπλεγμα, απούσης της Πολιτείας, κατασκευάστηκε με έρανο της Ένωσης Επιστημόνων Καρδίτσας τη δεκαετία του ᾿80…

(Το παρόν έχει αναδημοσιευτεί από το μέλος της σελίδας μας Θανάση Διάκο.)


Μονή Κηπίνας

πηγή : http://www.facebook.com/photo.php?fbid=488538767824682&set=a.488538491158043.115430.409941222351104&type=3&theater 

Μονή Κηπίνας

moni.kipinasΗ Μονή Κηπίνας βρίσκεται κοντά στο χωριό Χριστοί Πραμάντων . Το όνομα της λέγεται ότι οφείλεται στους κήπους που καλλιεργούσαν κοντά στη μονή οι μοναχοί. Κατά τον Σεραφείμ Βυζάντιο το μοναστήρι χτίστηκε το 1212 από κάποιον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο και είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά μοναστήρια της Ηπείρου καθώς είναι σκαρφαλωμένο στο κοίλωμα ενός ψηλού κατακόρυφου βράχου. Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος φθάνει ως τη βάση του βράχου και από εκεί ένα μονοπάτι σκαλισμένο στο βράχο και μια ξύλινη γέφυρα, οδηγούν στο μοναστήρι. Κατά την τουρκοκρατία η ξύλινη γέφυρα ήταν κινητή. Οι μοναχοί την ανέβαζαν με μοχλό ώστε να προστατεύονται από επιδρομές. Ο μικρός ναός της μονής είναι κατάγραφος με αγιογραφίες πιθανόν του 17ου αιώνα. Το ρόλο της στέγης παίζει ο συμπαγής βράχος που έχει λαξευτεί με τέχνη ώστε να σχηματίζει ένα τέλειο θόλο. Δυστυχώς πολλές φορές κλέφτες ξεγύμνωσαν το μοναστήρι από τα ιερά του κειμήλια. Στον πρόναο του καθολικού αριστερά βρίσκεται μια βαθιά σκοτεινή σπηλιά. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, κατέφευγαν εκεί για ασφάλεια οι κάτοικοι των γειτονικών χωριών. Το σπήλαιο έχει μήκος 240 μ. και εξερευνήθηκε το 1956 από τη σπηλαιολόγο Άννα Πετροχείλου, δεν είναι όμως επισκέψιμο.

Ο Λυκούργος και η μαγική σπηλιά


Ο Λυκούργος και η μαγική σπηλιά 

Ο μικρός και ανήσυχος Λυκούργος θέλει να αλλάξει τον θόρυβο και τους ρυθμούς της πόλης του. Μα ξέρει ότι δεν μπορεί ν αλλάξει τον κόσμο, και έτσι αποφασίζει να τον εξερευνήσει! Ακούγοντας έναν παράξενο θρύλο που λέει ότι: ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΙΣΚΕΦΤΗΚΕ ΤΗΝ ΜΑΓΙΚΗ ΣΠΗΛΙΑ ΔΕΝ ΞΑΝΑΓΥΡΙΣΕ, αρχικά δεν το πιστεύει και ξεκινά την εξερεύνησή του σε αυτή την σπηλιά για να επιβεβαιώσει ότι ο θρύλος δεν ισχύει. Προχωρά στις αίθουσες της Μαγικής σπηλιάς με συντροφιά μια σοφή και φιλική νυχτερίδα την Βεατρίκη, που τον βοηθά να ακούσει την σπηλιά που του μιλάει. Μαθαίνει πολλά... μα έρχεται κι αντιμέτωπος με τους φόβους του. Όταν του σβήσει όμως ο φακός, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει όσα έμαθε για να επιστρέψει σπίτι του... Θα καταφέρει να ξαναβγεί έξω στην πόλη του; Ή ο θρύλος που δεν πίστεψε είναι αληθινός; Κι αν βγει, τι θα έχει πλέον αλλάξει;

Μπακαλιάρος τηγανιτός

Μπακαλιάρος τηγανιτός
Bαθμολογία:
       
8 ψήφοι
Προστέθηκε από , 22.03.08

Περιγραφή

Απλή, κλασική, διαχρονική. ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΟ ΣΦΑΚΙΑΝΟ
Μπακαλιάρος τηγανιτός
photo: xaroula

Τι χρειαζόμαστε:

  • Μπακαλιάρος
  • χυλός για τηγάνισμα
Στα γρήγορα
Κατηγορία
Μέθοδος
Κουζίνα
Δυσκολία

 

 

 

 

 

Πως το κάνουμε:


Διαβάστε περισότερο: Μπακαλιάρος τηγανιτός http://www.sintagespareas.gr/sintages/mpakaliaros-tiganitos.html#ixzz22nZKXxc0

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Πιοτρ Φομένκο

πηγή : http://www.facebook.com/photo.php?fbid=456286401072739&set=a.108588595842523.8617.108511895850193&type=1&theater 

 Πιοτρ Φομένκο
Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

Ζωντανός θρύλος του ρωσικού θεάτρου, ο Πιοτρ Φομένκο, πέθανε, χθες, σε ηλικία 80 ετών στη Μόσχα.

Ζωντανός θρύλος του ρωσικού θεάτρου, ο Πιοτρ Φομένκο, πέθανε, χθες, σε ηλικία 80 ετών στη Μόσχα.
Εθεωρείτο ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες της ευρωπαϊκής σκηνής, από τους «γκουρού» του ρωσικού θεάτρου (είχε σκηνοθετήσει πάνω από 60 παραστάσεις) και -μάλιστα- με διαρκή εκπαιδευτική δράση στη χώρα του (από το 1981 δίδασκε στη Θεατρική Ακαδημία της Ρωσίας).

Το 1993 ίδρυσε τη δική του σχολή θεάτρου, το θέατρο Atelier Piotr Fomenko, στην οποία φοιτούσαν οι εκκολαπτόμενοι σκηνοθέτες και ηθοποιοί, οι λεγόμενοι και «φομένκι». Για τον ίδιο η «παιδαγωγική» και η «σκηνοθεσία» υπήρξαν συγγενικές λέξεις.

Ο κύριος στόχος του δεν ήταν τόσο να διδάξει (με την έννοια να μεταδώσει κάποιο σύνολο από επαγγελματικά μυστικά) όσο να εκπαιδεύσει (δηλαδή να διαμορφώσει τον χαρακτήρα, να προσηλυτίσει). Ο ίδιος προτιμούσε μια άλλη λέξη: να «καλλιεργήσει». Η δουλειά του με τους ηθοποιούς στο θέατρο, οι πρόβες της παράστασης γίνονταν κάθε φορά ένα καινούργιο μάθημα της πρακτικής ύπαρξης στο επάγγελμα...

http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=23136&subid=2&pubid=63696504

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Ο μύθος του Βασιλιά Αλέξανδρου

πηγή :  http://www.facebook.com/photo.php?fbid=10151086186109323&set=a.439804174322.236021.127951134322&type=1&theater

 Η Γοργόνα

Όταν ο Mέγας Aλέξανδρος πολέμησε κι έκαμε δικό του τον κόσμο, φώναξε τους σοφούς και τους ρώτησε:

«Πώς θα μπορέσω να ζήσω πολλά χρόνια; Ήθελα να κάμω πολλά καλά στον κόσμο».
«Bρίσκεται τρόπος» αποκρίθηκαν οι σοφοί, «μα είναι κάπως δύσκολος».

«Δε σας ρώτησα» είπε ο βασιλιάς Aλέξανδρος, «να μου πείτε αν είναι δύσκολος· ποιος είναι θέλω να μάθω».
«Nα βρεις το αθάνατο νερό» του είπαν οι σοφοί.
«Kαι πού είναι αυτό το αθάνατο νερό;»

«Aνάμεσα σε δυο βουνά. Mα τόσο γρήγορα ανοιγοκλείνουν, που και το πιο γοργόφτερο πουλί δεν προφταίνει να περάσει. Πολλά ξακουσμένα βασιλόπουλα θέλησαν να το αποχτήσουν· μα έχασαν τη ζωή τους άδικα. Άμα καταφέρεις, βασιλιά μου πολυχρονεμένε, να περάσεις ανάμεσα στα δυο βουνά, θα βρεις ένα δράκοντα, που ποτέ δεν κοιμάται. Aν σκοτώσεις τον δράκοντα, θα το πάρεις».

Όταν το άκουσε ο βασιλιάς Aλέξανδρος, πρόσταξε αμέσως να σελώσουν το άλογό του, τον Bουκεφάλα. Φτερά δεν είχε, μα πετούσε σαν πουλί. Kαβαλίκεψε και σε λίγο έφτασε στο μέρος που του είχαν πει οι σοφοί. Στέκεται και βλέπει τα βουνά ν’ ανοιγοσφαλούν αδιάκοπα και τόσο γρήγορα, που ούτε πουλί δεν μπορούσε να περάσει. Mα ο βασιλιάς δεν τα χάνει. Δίνει μια βιτσιά και πέρασε ανέγγιχτος ανάμεσα στα δυο βουνά. Σκότωσε έπειτα το δράκοντα και πήρε το γυαλί, που είχε μέσα το αθάνατο νερό.

Άμα γύρισε στο παλάτι του, ξέχασε να πει στην αδερφή του τι είχε μέσα στο γυαλί. Έτσι και κείνη μια μέρα πήρε το γυαλί κι έχυσε το αθάνατο νερό έξω στο περιβόλι. Tο νερό έπεσε σε μια αγριοκρεμμυδιά, κι από τότε αυτό το φυτό δεν μαραίνεται ποτέ.

Όταν έμαθε η βασιλοπούλα το κακό που έκαμε, ήταν απαρηγόρητη.

«Θεέ μου!» λέει, «δε θέλω να πιστέψω, πως μια μέρα θα πεθάνει ο αδερφός μου. Άφησέ με να ζω πάντα με την ελπίδα πως κι αν πεθάνει, πάλι θα τον ξαναφέρεις στον κόσμο. Ποιος ξέρει αν δεν έρθουν δύσκολα χρόνια για την πατρίδα μου;»

Aμέσως η αδερφή του βασιλιά έγινε από τη μέση και κάτω ψάρι και πήδηξε στη θάλασσα. Έγινε Γοργόνα! Aπό τότε γυρίζει πάντα στη θάλασσα κι άμα δει κανένα καράβι, τρέχει και το ρωτά:

«Kαράβι, καραβάκι· ζει ο βασιλιάς Aλέξανδρος;»

Aλίμονο στον καραβοκύρη που θα της πει πως πέθανε.
H Γοργόνα αναταράζει τα νερά, σηκώνει βουνά τα κύματα και χάνεται το καράβι.

Mα ο έξυπνος καραβοκύρης αν πει: «Zει, κυρά μου, ο βασιλιάς Aλέξανδρος. Zει και βασιλεύει, και τον κόσμο κυριεύει!». Tότε η Γοργόνα λάμπει από τη χαρά της. Aπλώνει τα ξανθά της μαλλιά και τα κύματα ησυχάζουν αμέσως. Γελούν τα πέλαγα και τ’ ακρογιάλια, κι οι ναύτες από τα καράβια τους ακούνε μαγεμένοι τη φωνή της Γοργόνας, που ξαναλέει τραγουδιστά:

«Zει ο βασιλιάς Aλέξανδρος
ζει και βασιλεύει
και τον κόσμο κυριεύει!...»


(Ανδρέας Καρκαβίτσας, Η Γοργόνα)

http://akritas-history-of-makedonia.blogspot.gr/2010/10/blog-post_07.html
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 
 

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Η ΜΑΓΕΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΑΓΝΩΣΤΩΝ της Εύης Αγγελακοπούλου *

πηγή: http://www.onestory.gr/post/29112038851

Η ΜΑΓΕΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΑΓΝΩΣΤΩΝ

της Εύης Αγγελακοπούλου *
.
Καθόταν σε ένα απομονωμένο παγκάκι. Μακριά από κόσμο και φασαρία. Στο χέρι της, ένα ποτό σε πλαστικό ποτήρι. Σκοτάδι. Πιο μακριά τα φώτα του Δήμου, των σπιτιών και των bars. Ήταν σαν να είχε ανάψει μικρά κεριά γύρω της. Απλά κοιτούσε την θάλασσα. Δεν ονειροπολούσε, δεν σκεφτόταν. Απλά κοιτούσε την θάλασσα. Δεν ήταν δύσκολή. Ήταν απαιτητική.
- Μπορώ να κάτσω; Την ρώτησε.
- Μπορώ να πω όχι;
- Μπορείς. Της είπε χαμογελώντας.
- Μπορείς.
Κάθισε δίπλα της λίγο διστακτικά. Δεν ήταν κοινωνικός. Ήταν ρομαντικός.  Ύστερα από δύο, τρία λεπτά…
- Μιχάλης.
- Νεφέλη. Του απάντησε παγωμένα.
- Χάρηκα. Της είπε λίγο αμήχανα.
- Βιάζεσαι. Βιάζεσαι να χαρείς. Τόσο μεγάλη ανάγκη το έχεις;
- Ορίστε;
- Δεν είναι υποκριτικό να λέμε ΄΄χάρηκα΄΄, όταν γνωρίζουμε κάποιον; Δεν με ξέρεις. Δεν ξέρεις. Και δεν χάρηκες.
- Εγώ πάντως χάρηκα. Εσύ όχι; Την ρώτησε για να συνεχίσει την συζήτηση.
- Δεν ξέρω ακόμα. Θα δείξει. Και έφερε το πλαστικό ποτήρι στο στόμα της.
- Από τι εξαρτάται;
- Από πολλά.
- Όπως;
- Αν βαρεθώ ή όχι.
- Και αν βαρεθείς;
- Θα σου το πω. Του απάντησε η Νεφέλη ενώ ο Μιχάλης γέλασε ελαφρά και την ρώτησε αν έτσι κάνει πάντα με τους ανθρώπους και αν όντως θα του το έλεγε τόσο ευθέως.
- Πως αλλιώς; Του απάντησε η Νεφέλη. Οι στιγμές είναι πολύτιμες για να βαριόμαστε και να τις αναλώνουμε με αυτόν τον τρόπο. Και ο άλλος απέναντί μας έχει το δικαίωμα να ξέρει. Αλλιώς θα είναι σαν σε κοροϊδεύω . Έτσι είμαστε κερδισμένοι και οι δύο. Εγώ γιατί δεν θα βαριέμαι πια και εσύ γιατί θα κάνεις κάτι για αυτό και γιατί δεν θα σε κοροϊδεύω πια κάνοντάς σε να πιστεύεις ότι περνάω καλά.
Πόσο δίκιο είχε, σκέφτηκε ο Μιχάλης αλλά δεν της το είπε. Τον είχε αφοπλίσει αυτή η ειλικρίνεια της Νεφέλης. Αλλά κατά βάθος τον είχε γοητεύσει.
- Και αν τις αναλώνουμε; Την ρώτησε.
- Τότε ο καθένας κάνει τις επιλογές του. Εγώ αν δεν μπορώ να τις αποφύγω τις αφήνω στην άκρη κρατώντας ότι μπορώ από αυτές.
- Άλλοι όμως βαριούνται μια ζωή.  Την ίδια τους την ζωή.
- Πρόβλημά τους.
- Περίμενα καλύτερη απάντηση. Της είπε ο Μιχάλης για να την προκαλέσει. Είχε αρχίσει να του αρέσει ο τρόπος που μίλαγε.
- Νομίζω ότι ξέρεις τι θα απαντούσα. Ότι θα απαντούσες και εσύ και ο καθένας. Ζωή χωρίς ζωή. Φόβος για ζωή. Και δεν τους λυπάμαι και καθόλου.
Τελειώνοντας την φράση της η Νεφέλη συνειδητοποίησε ότι είχε αρχίσει να απολαμβάνει την κουβέντα έτσι όπως εξελισσόταν, αν και στην αρχή εκνευρίστηκε που κάποιος εισχώρησε στην ησυχία της με αυτόν τον τρόπο.
- Δεν ξέρω αν θα απαντούσα έτσι εγώ. Είπε ο Μιχάλης.
- Η ουσία μετράει και όχι οι λέξεις. Ο τρόπος που ζεις ίσως είναι η απάντησή σου σε αυτούς τους ανθρώπους. Ίσως είσαι ένας από αυτούς.
- Δεν ξέρω αν είμαι αλλά θα ήθελα να ξέρω αν τελικά με βαριέσαι.
- Δεν ξέρω αν σε βαριέμαι. Ξέρω όμως ότι την στιγμή αυτή δεν την βαριέμαι. Μου αρέσει η συζήτηση όπως εξελίσσεσαι αν και στην αρχή εκνευρίστηκα που κάποιος χάλασε την ησυχία μου.
- Τι πρέπει να κάνω για να με βρεις ενδιαφέρων;
Η Νεφέλη γέλασε.
- Εκεί είναι η μαγεία. Στο να μη σου πω
Η φωνή της είχε γλυκάνει. Και μιλώντας για μαγεία φάνηκε να διψάει αλλά και να αναζητάει για αυτήν. Προκαλούσε τα πάντα γύρω της για να την βρει. Μπορεί να μην ήταν σκοπός της ζωής της αυτό αλλά σίγουρα ήταν στόχος. Να βρίσκει παντού μαγεία.
- Υπάρχει μαγεία; Την ρώτησε ο Μιχάλης.
- Φυσικά! Παντού! Άνοιξε τα μάτια σου. Τα έχεις κλειστά και βλέπεις μόνο αυτό που ξέρεις ότι θα δεις και όχι αυτά που όντως πρέπει να δεις. Βλέπεις αυτά που σου έχουν μάθει να βλέπεις και αυτά που ξέρεις ότι θα δεις και όχι αυτά που η ζωή θέλει να σου δείξει.
- Μιλάς πολύ ιδιαίτερα, διαφορετικά.
- Εσύ θα έλεγα ότι δεν μιλάς. Ρωτάς.
- Αυτό έχω ανάγκη αυτή την στιγμή. Της απάντησε ο Μιχάλης
Έχω ανάγκη να χαλαρώσω και να φύγω λίγο από τον δικό μου κόσμο και να μπω στον κόσμο κάποιου άλλου. Όπως εσύ. Κάθεσαι εδώ με ένα ποτό στο χέρι, δίπλα στην θάλασσα και την κοιτάς. Αυτό έχεις ανάγκη. Δεν διαφέρουμε και πολύ. Καλύπτουμε τις ανάγκες μας.
- Δεν είμαι μόνη μου. Του απάντησε κοιτώντας τον για πρώτη φορά.
Είσαι εσύ εδώ. Εσύ κατάφερες να διακόψεις αυτό που είχα ανάγκη αλλά μου έδειξες και κάτι άλλο που δεν είχα καταλάβει ότι χρειαζόμουν. Να μιλήσω. Εγώ δεν έχω καταφέρει βέβαια ακόμα να σε κάνω να μιλήσεις αλλά ούτε μάλλον και να χαλαρώσεις.
- Κάποιες φορές χαλαρώνουμε χωρίς καν να καταλαβαίνουμε το πώς. Και το μυαλό μου αυτή την λίγη ώρα έφυγε από τον κόσμο μου. Επισκέφτηκε έναν άλλον. Ίσως τον δικό σου. Δεν είναι γνωστό το μέρος. Δεν είναι οικεία αλλά είναι όμορφα εκεί. Διαφορετικά. Ξεκούραστα.
- Πού ήταν πριν; Ρώτησε η Νεφέλη.
- Ήταν κάπου σκοτεινά. Στενά. Δεν ήθελα να είναι εκεί. Αλλά πήγε μόνο του. Χωρίς να το θέλω. Δεν ήταν άνετα. Προσπάθησα να το πάρω και να το πάω αλλού. Αλλά δεν μπορούσα. Πήρα αυτό που μπορούσα, το σώμα μου. Και το έφερα εδώ. Το σώμα μου συνάντησε εσένα και στην συνέχεια σε συνάντησε και το μυαλό μου.
- Το μυαλό δεν πρέπει να μένει στάσιμο. Είπε η Νεφέλη. Πρέπει να ταξιδεύει, να γυρνάει, να φωτίζεται και να σκοτεινιάζει, να δουλεύει αλλά και να κάνει διακοπές.
- Συχνά αναρωτιέμαι αν εμείς αφήνουμε το μυαλό μας σε σκοτεινά μέρη. Αν εμείς δεν επιτρέπουμε το φως. Και αν δεν το επιτρέπουμε; Είναι τα συναισθήματά μας το εμπόδιο;
- Τον ίδιο προβληματισμό έχω και εγώ. Είπε η Νεφέλη και πλέον ήταν σίγουρη. Της άρεσε η παρέα του Μιχάλη.
- Νομίζεις ότι θα βρούμε ποτέ απάντηση σε αυτό;
- Δεν ξέρω. Ίσως.  Κάτι θα έρθει να μας αποκαλύψει την απάντηση. Ίσως  η διαδικασία της αναζήτησής της ίσως είναι πιο ενδιαφέρουσα και από την ίδια την απάντηση. Και αν βρούμε την απάντηση; Θα μας αρέσει;
Σιωπή. Και δύο σκεφτόντουσαν. Δεν υπήρχε αμηχανία σε αυτήν την σιωπή. Ήταν κάτι το πολύ φυσικό.
- Είναι σαν τις Παρασκευές. Είπε ο Μιχάλης σπάζοντας την σιωπή. Η Παρασκευή είναι η αγαπημένη μου μέρα. Δεν ξέρω αν το Σαββατοκύριακο μου θα είναι καλό. Αλλά θέλω να έρθει. Θέλοντας να περάσω καλά μπαίνω σε μια διαδικασία που μου δίνει χαρά. Μερικές φορές βέβαια η προσμονή, μου δίνει περισσότερη χαρά και από το ίδιο το Σαββατοκύριακο.
- Κάπως έτσι. Του απάντησε η Νεφέλη χαμογελώντας γλυκά.
Και κοιτάζοντας το ρολόι της είπε στον Μιχάλη ότι ήταν ώρα να φύγει. Και ο Μιχάλης την συνόδευσε μέχρι το αυτοκίνητό της που ήταν σχετικά κοντά.
- Καληνύχτα και ‘’χάρηκα’’. Είπε χαμογελώντας η Νεφέλη.
- Και εγώ. Καληνύχτα και χάρηκα πολύ. Από την αρχή. Μάλλον άφησα την ζωή να μου δείξει αυτό που θέλει. Λίγη μαγεία.
Η Νεφέλη χαμογέλασε και έσκυψε λίγο το κεφάλι σαν να ντρεπόταν λίγο.
- Τα λέμε. Του είπε μπαίνοντας στο αυτοκίνητο.
- Το ξαναζούμε.
Και έτσι ακριβώς έγινε.
Το ξαναέζησαν.
.
Η  Εύη Αγγελακοπούλου ζει στον κόσμο της. Κάποιες φορές είναι όμορφα εκεί. Κάποιες άλλες όχι. Κάποιες φορές ο πραγματικός κόσμος της φαίνεται άδικος και άσχημος και θέλει να δίνει λίγο από τον δικό της μέσω της γραφής.



Δημοφιλείς αναρτήσεις