Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

πηγή : http://www.afipnisi.org/2012/03/blog-post_24.html?utm_source=feedburner&utm_medium=feed&utm_campaign=Feed%3A+afipnisi+%28%CE%91%CF%86%CF%8D%CF%80%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%B7+%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%AE%CE%BD%CF%89%CE%BD%29&utm_content=FaceBook

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ | Το πολιτικό πρόσωπο ενός φιλόσοφου επαναστάτη



Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αξία από το να κάνεις επανάσταση μέσα στους επαναστάτες, θα έλεγε αν ζούσε ο λύκος της Εφέσου, ο φιλόσοφος Ηράκλειτος. Νομίζω πως είναι επίκαιρος για να δούμε τη ζωή του. Μια ζωή όχι στρωμένη με λουλούδια και λόγια ξύλινα αλλά με φωτιά και σίδερο, όπως εξελισσόταν στα χρόνια του χάους και της αναρχίας την εποχή της δημοκρατίας της Εφέσου. 
Να δούμε όμως τι είπε, τι εννόησε και από τι αυτοφλεγόταν, τον οποίο κάποιοι δεν κατάλαβαν και τον είπαν σκοτεινό και αντιδημοκράτη, και σαφώς τον αδίκησαν και τον υποβάθμισαν. Ας δούμε λοιπόν τον μεγάλο αυτόν επαναστάτη.

Ο Ηράκλειτος γεννήθηκε στην Έφεσο κατά το 544, που ήταν αποικία Αθηναίων, πρώην Δωριαίων εκ του πρώτου βασιλιά τους Λέλεγα που αναμίχτηκαν με ντόπιους Κάρες, αν και επιδράσεις Κρητών στα παλαιότερα χρόνια δεν πρέπει να αποκλείονται. Ο πατέρας του ήταν ιεροφάντης των Ελευσινίων και κρατούσε από τη γενιά του τελευταίου βασιλιά των Αθηνών, του Κόδρου, επομένως ο Ηράκλειτος προκύπτει συγγενής του Σόλωνα (και εμμέσως του Πεισίστρατου). Ξέρουμε ότι είχε έναν μικρό αδελφό που του μετέγραψε την περιουσία του όταν αεισοικτίρισε (εκ του αεί σε οικτίρω – σε απαξιώ δια παντός και σε λυπάμαι) τους «τιποτένιους» όπως χαρακτήρισε τους συμπατριώτες του, καίγοντας τα γραφτά του και φεύγοντας προς το βουνό για να ζει σαν ερημίτης, την εποχή της δημιουργίας της δημοκρατίας της Έφεσου. Δυνατός στο πνεύμα, αιρετικός κι εγωιστής, υπήρξε ένας φιλόσοφος αυτοδημιούργητος, αυτοπροσδιοριζόμενος, αναρχοαυτόνομος, θιασώτης της έρευνας της απροσδιοριστίας και υπέρμαχος της έννοιας του ανώτερου ανθρώπου, και όχι του υπερανθρώπου όπως τον φαντάστηκε ο Νίτσε. Ένας Νίτσε που όταν άκουγε για Ηράκλειτο ξέχναγε τις αμαρτωλές σκέψεις του για γυναίκα του Βάγκνερ.

Την εποχή που η Ιωνία πιεζόταν από την εξουσία των Περσών και την καταπίεση των ντόπιων τυράννων της, δωσίλογων κι εγκάθετων του κοσμοκράτορα Δαρείου, κάποιοι στις Ιωνικές πόλεις είχαν φλογιστεί για την αρχή της φύσης των πραγμάτων. Ο Αναξίμανδρος μιλούσε για μια δημιουργική ουσία «άπειρη», με την έννοια του απείρου ως «απροσδιόριστο» και όχι ως απεριόριστο όπως συχνά μεταφράζεται απο κάποιους που ξεχνούν ότι οι Ίωνες το σύμπαν το θεωρούσαν κλειστό, ένα και περιχαρακωμένο (έν το παν). Το ά-πειρον του Αναξίμανδρου είναι ουσία αείζωος που δεν έχει αποκτήσει πείρα εκ της πυράς, η οποία ανακυκλώνεται αποκτώντας εξ αυτής την εμπειρία. Κρατήστε το αυτό ως υποσημείωση και θα το συναντήσουμε πιο κάτω στον Ηράκλειτο. Χωρίς τον Αναξίμανδρο, τον οποίο ο Ηράκλειτος δείχνει ότι είναι ένας από τους λίγους που σέβεται, δεν γίνεται κατανοητή η θεωρία του Εφέσιου, την οποία κάποιοι την εξέτρεψαν λέγοντας πως είπε ότι «τα πάντα ρει», πράγμα που το είπε μεν αλλά είναι επουσιώδες. Οι Ίωνες ως τον Ελεάτη Παρμενίδη πίστευαν όλοι στη μεταβλητότητα. 

Ο Ηράκλειτος, συνεχίζοντας τη θεωρία του Αναξίμανδρου ή μάλλον πατώντας και άθελά του ακόμα πάνω σε αυτήν, μετά την εκλαΐκευσή της από τον Αναξιμένη ο οποίος όρισε το άπειρο - απροσδιόριστο ως αιθερικό στοιχείο, την πήγε προς τη θερμική ενέργεια. Αρχή του γίγνεσθαι της φύσης κατά τον Εφέσιο είναι ένα «αείζωον ευγενές πυρ» που μεταστοιχειώνεται από το απροσδιόριστο αιθέριο λεπτό στοιχείο σε υδαρές απτό και προσδιοριζόμενο που φτιάχνει τις μορφές. Ο Ηράκλειτος εδώ παρουσιάζεται σαν μια συνέχεια του Θαλή, του Αναξίμανδρου και του Αναξιμένη.

Η ελληνική φιλοσοφία αποτελεί μια συνέχεια, μην ακούτε αυτά που λέγονται ότι ο κάθε φιλόσοφος είπε διαφορετικά τη βασική ουσία. Όλοι αναφέρονται σε εξελικτικά της στάδια, από το Υπάρχειν (Αναξίμανδρος), στο Γίγνεσθαι (Ηράκλειτος), στο Φαίνεσθαι (Πυθαγόρας), στο Είναι (Παρμενίδης). Άντε, βάλαμε και τον Πυθαγόρα μέσα ως τέταρτο στο καρέ του σκληρού πόκερ της φιλοσοφίας, όπου ακούγονται και οι σχετικές βωμολοχίες. Ειδικά του Ηράκλειτου προς τον Πυθαγόρα που τον θεωρεί ότι εξέτρεψε τη σκέψη και κομίζει αλλότριες ιδέες. Η αρμονία σου είναι επιφανειακή, φαινομενική, πίσω είναι ένα χάος και πίσω από χάος υπάρχει κρυμμένη η αρμονία, του λέει. Πυθαγόρας και Ηράκλειτος βρίσκονται απέναντι, και παρέα με τον Ηράκλειτο τιθέμενος όρθιος παρά το πλευρό του βρίσκεται ένας άλλος γίγαντας της σκέψης, ο Ξενοφάνης, περιπαίζοντας τον Πυθαγόρα και αυτός για τη μετεμψύχωση. Αλλά δίπλα στον Πυθαγόρα θα κάτσει αργότερα ο Πλάτων, κοιτώντας όμως και με θαυμασμό τον Εφέσιο, ενώ ο Αριστοτέλης θα αυτονομηθεί διότι φίλος ο Πλάτων φιλτάτη η αλήθεια, γενόμενο των καρέ των φιλοσόφων 6, με το Σωκράτη να είναι στη γκανιότα προσπαθώντας να κάνει επαγωγή στη γλωσσική σημειολογία. Όταν η ψυχή του ανθρώπου αποπυρωθεί, λέει ο Ηράκλειτος, είναι σα να εξαχνώνεται μια σταγόνα νερού χρωματισμένη όπου όταν πάει στα σύννεφα και ξαναπέσει σαν βροχή, αποκλείεται τα στοιχεία που αποτελούν τα χρώματα να επιστρέψουν ενωμένα.

Και φτάσαμε στα χρόνια των προεόρτιων της Ιωνικής επανάστασης όπου οι τύραννοι της Ιωνίας εγκαταλείπουν με μιας την εξουσία τους, αφήνοντας την ηγεσία στο λαό ώστε να έχει το κίνημα της Ιωνικής εξέγερσης, λαϊκή βάση. Μη γελιόμαστε όμως για τον πατριωτισμό των τυράννων, πίσω από την πράξη τους αυτή κρύβονται ιδιοτελή συμφέροντα δυο ανθρώπων, όπως γράφει ο Ηρόδοτος, του πρώην τυράννου της Μιλήτου, Ιστιαίου, και του νυν και γαμπρού του, Αρισταγόρα. Εδώ αρχίζει η εποχή της κόλασης των Ιωνικών πόλεων όταν τα τυραννικά πολιτεύματα μεταπίπτουν απότομα σε δημοκρατικά. Μέσα σε αυτά είναι και της Εφέσου, όπου στο χάος που δημιουργείται εμφανίζεται για λίγο καιρό η μορφή του φιλόσοφου Ηράκλειτου, στην αρχή αποδεχόμενος και μετά αντιτιθέμενος στο λαϊκό κίνημα όπως εξελίσσεται.

Η κορύφωση της ρήξης προκαλείται όταν οι συμπολίτες του εξορίζουν ένα φίλο του, «για να είναι όλοι κατά κάτω ίσιοι», όπως λέει. Τους τα ψάλει οργίλος, καίει τα γραφτά του στο ναό της Άρτεμης και αναχωρεί προς το βουνό για να ζει σαν ερημίτης, απογοητευμένος από τους συνανθρώπους του, πιστεύοντας σε έναν άνθρωπο διαφορετικό, σε κόσμο αλλιώτικο κι ένα θεό πραγματικά δικό του. Μουρμουρίζουν πως είναι άθεος, αλλά: «περάστε, περάστε, μη φοβάστε, υπάρχει και θεός εδώ μέσα» λέει σε κάποιους που χτυπούν την πόρτα της καλύβας του και διστάζουν να περάσουν. Γλυκέ Ηράκλειτε, πόσο σε έχουν παρεξηγήσει…

«Όλα τα ορίζουν οι νόμοι της φωτιάς, ο λόγος και η απροσδιοριστία», είναι η βάση της φιλοσοφίας του, όπου «και να μπεις στο ίδιο ποτάμι δυο φορές δεν γίνεται γιατί τα νερά δεν θα είναι ίδια (όπως εξάλλου κι εσύ)». Τον θεωρούν χαοτικό αλλά πιο νομοκράτης από αυτόν δεν γίνεται. Η αρμονία και η μετεμψύχωση προέρχονται από ιδεοληψία για το φόβο του θανάτου, υποστηρίζει. Ο θεός δεν ασχολείται με ανθρώπους καθώς είναι «αΙο-ον (αιών, κρόνος - χρόνος) που ρίχνει ζάρια σαν μικρό παιδί και βασιλεύει με αυτά (χωρίς να ξέρει να τα ρίχνει)». «Δικαιοσύνη στη φύση δεν υφίσταται» υποστηρίζει, «καλό και κακό είναι το ίδιο πράγμα» και «πατήρ πάντων και βασιλιάς, ο πόλεμος». Τη φύση τη θεωρεί αντικειμενική, την κρίση υποκειμενική, και πιστεύει ότι ο άνθρωπος ακολουθεί μια κατά περίπτωση «συμφέρουσα» ιδεοληψία. Ο Ηράκλειτος είναι αιρετικός, χρειάζεται να είσαι δήλιος (φωτεινός και the best) κολυμβητής για να κολυμπήσεις στη χαώδη θάλασσα του νου του, κάνοντας βουτιά στα τρίσβαθα της σκέψης του για να τον εννοήσεις. Πρέπει να γίνεις σύγχρονα Δαρβινικός και πάνω σε μιαν άλλη ανθρώπινη πλευρά αξιοκράτης, δομώντας αντιτιθέμενες στον Κρόνο - χρόνο που τρώει τα παιδιά του, πάγιες ανθρώπινες αξίες, για να αναστείλεις το χαμό, τότε μόνο προκύπτει φως. «Η ζωή είναι θάνατος και ο ύπνος ζωή», λέει, που σημαίνει ότι όταν ζεις δεν ζεις και ζεις μόνο όταν δεν δουλεύει το μυαλό και είσαι κοιμισμένος. Ο ίδιος νοιώθει νεκροζώντανος, κλεισμένος σαν λύκος στο κουτί της γάτας του Σρέντινγκερ.

Θα μπορούσαμε να μιλάμε ώρες για αυτό τον συντηρητικό ανάρχα που έχει βαλθεί να εξηγήσει τους νόμους της απροσδιοριστίας μιας φύσης που ενώ φαίνεται αρμονική, πίσω από αυτήν δεν είναι, μη διστάζοντας να τα βάζει με ανθρώπους και θεούς, όχι χαϊδεύοντας αλλά τσακίζοντας τα σύμβολά τους, με τα λόγια της φωτιάς και τα αιρετικά γραφτά του. Τους ανθρώπους τους θέλει σε άλλη βάση, με συγκεκριμένες ηθικές και πνευματικές αξίες, ικανές να αντιμετωπίσουν την απροσδιοριστία και να δομήσουν μια κοινωνία συμπαγή, καθαρά Ελληνική και απομυθοποιημένη, απεγκλωβισμένη από καταστάσεις χάους, προσωποπαγούς ωφελιμότητας και ιδεοκρατίας. Εάν ο Ηράκλειτος λέγεται χαοτικός στη βαθύτερη διδασκαλία του προκύπτει ο ισχυρότερος πολέμιος του χάους. Ο Ηράκλειτος μιλώντας για το χάος είναι πλήρως αντι-χαοτικός.

Βρίζει ως και τους γιατρούς που τους θεωρεί αφιλοσόφητους κι αλμπάνηδες, προσπαθώντας να θεραπεύσει μόνος του την «υδροπυκία», κοινώς «ασκίτης» που εκδηλώνεται με οίδημα στην κοιλιά, κοινώς «τουμπανιασμα. Τώρα γνωρίζουμε πως ήταν ηπατοπάθεια, η οποία στην περίπτωση του οφειλόταν προφανώς σε υποπρωτεϊναιμία από ασιτία καθώς ζούσε σαν λύκος στην ερημιά στην οποία αποσύρθηκε καταθλιμμένος και υποσιτιζόμενος, τρώγοντας μόνο λίγα χόρτα. Το πρόβλημα αυτό της υγείας του προσπαθούσε να το αντιμετωπίσει βάσει της φιλοσοφικής του θερμοδυναμικής θέσης, βάζοντας στην πρησμένη κοιλιά του ξηρή θερμότητα για να μη χαθεί η εσωτερική φωτιά του. Ο Ηράκλειτος ήξερε πως πέθαινε…
Όταν τον ανακάλυψαν νεκρό πλέον στο βουνό, είπαν πως σκεπασμένο με κοπριά που την είχε βάλει επάνω του για να ζεσταθεί τον βρήκαν και τον ξέσκισαν οι σκύλοι και είχε το τέλος που του άξιζε. Αλλά και κάποιοι άλλοι λέγανε πως σκεπασμένος με άμμο ξεψύχησε κοιτώντας τον ήλιο του Αιγαίου, ενός Αιγαίου που του το είχαν στερήσει οι συμπολίτες του. Δεν μπορούμε να μη σταθούμε σε ένα επίγραμμα που κάποιος τους αφιέρωσε και λέει: «Τι με τραβολογάτε άθλιοι, δεν νοιάστηκα για εσάς αλλά για κάποιον άλλον, ο άνθρωπος αυτός για μένα αξίζει μυριάδες τρεις ενώ οι αμέτρητοι εσείς δεν φτουράτε ούτε έναν».

Αυτός με λίγα λόγια ως περίγραμμα ήταν ο Ηράκλειτος που κάποιοι τον είπαν σκοτεινό, αταξικό και άθεο, εκπρόσωπο του χάους και της αναρχίας και αντιδημοκράτη, βάζοντάς του ως έμβλημα της φιλοσοφίας του το ταπεινό «τα πάντα ρει» που σαφώς τον υποβαθμίζει. Όμως, πιο ταξικός, συνεπής, νομοκράτης και αξιοκράτης αλλά και πλέρια δημοκράτης από τον Ηράκλειτο ίσως άλλος δεν προκύπτει. Το γιατί πλέρια δημοκράτης, διότι η πληρότητα της δημοκρατίας πρέπει να στοχεύει στην αναγωγή του ανθρώπου σε ευγενέστερη μονάδα, κύρια πνευματική και όχι υλική, πιστεύω. Το λάθος του όμως ήταν ότι υπήρξε καταιγιστικός κι εγωκεντρικός, θεωρώντας «παιδιαρίσματα» τις γνώμες των άλλων, αλλά παρόλα αυτά, πιο ντόμπρος και καθάριος και σωστός στο συγκεκριμένο πεδίο του «γίγνεσθαι», άλλος δεν υπάρχει. Σήκωσε τη βέργα του και ούρλιαξε σαν λύκος για τον άνθρωπο και αυτοί που δεν κατάλαβαν τον σκότωσαν, χωρίς να έχει πειράξει ούτε έναν.

Ο Ηράκλειτος ως πολιτικό πρόσωπο

Η πολιτική δράση του Ηράκλειτου αρχίζει κατά τα φαινόμενα μεταξύ 510 και ως το 500 περίπου. Εξελίσσεται κατά τα χρόνια της προεργασίας της Ιωνικής επανάστασης, εποχή που οι εγκάθετοι τύραννοι παραιτούνται και συμβαίνουν οι σαρωτικές αλλαγές του πολιτεύματος στις Ιωνικές πόλεις. Ο σκληρός και φιλοπερσικός βραχνάς των τυράννων της Εφέσου, του Αρισταγόρα και του Κώμα, τελειώνει, και δρα ένας επαναστατικός λαϊκός πυρήνας.
Η επανάσταση της Εφέσου μπορεί να παρομοιαστεί με μια υποβαθμισμένη Γαλλική, όπου στη Γαλλική επανάσταση πετάχτηκε επάνω το καπάκι μιας χύτρας που έβραζε, ενώ στην Ιωνική το έβγαλαν οι ίδιοι οι τύραννοι. Σε πόλεις της Ιωνίας στις οποίες οι τύραννοι ήταν πολύ σκληροί, θανατώθηκαν από τον ατμό της οργής που πετάχτηκε απασφαλίζοντας τη χύτρα. Σε άλλες πόλεις οι ήπιοι αντιμετωπίστηκαν ανάλογα, σαν η χύτρα της λαϊκής οργής να μην είχε κάτωθεν του καπακιού κοχλάσει. Στην Έφεσο η αντίδραση υπήρξε μέτρια προς ισχυρή. Ο Ηράκλειτος προσπαθεί να μη συμβούν φαινόμενα ακραία. Είναι πατριώτης αλλά και δημοκράτης με προδιαγραφές, κρατώντας μέχρι τότε στάση αναμονής. Δεν απαντάται να έχει μετάσχει ως τότε στα κοινά, αν και θα μπορούσε ως αριστοκράτης και απόγονος του μεγάλου οικιστή, του Κοδρίδη Άνδροκλου, που προκύπτει ότι ήταν. Ο πατριωτισμός του βγαίνει μέσα από τα γραφτά του και η πολιτική του συμπεριφορά στα κρίσιμα χρόνια της αλλαγής του πολιτεύματος.

Όταν η αλλαγή του πολιτεύματος γίνεται απότομα, ας πούμε από την τυραννία στη δημοκρατία, στα χαοτικά χρόνια της γέννησης της αιμάτινης μικρής που ονομάζεται Δημοκρατία, το ρόλο της μαμής τον παίζει ένα διευθυντήριο, όπως συνέβη στη Γαλλική επανάσταση. Σε αυτό δεν γνωρίζουμε αν μετείχε ο Ηράκλειτος, μετείχε όμως όπως φαίνεται ένας φίλος του, ο Ερμόδωρος, τον οποίο ο Ηράκλειτος τον θεωρούσε αξιότερο όλων να ηγηθεί μια θέσης ανάλογης του επώνυμου άρχοντα της Αθήνας. Τηρουμένων των αναλογιών με τη Γαλλική επανάσταση, σε υποδεέστερη κλίμακα βεβαίως, ο Ερμόδωρος πρέπει να ήταν ένας ήπιος Δαντόν ή Μαρά ή και Ροβεσπιέρος ακόμη, ηγούμενος της μερίδας των συντηρητικών. Μασσαλιώτιδα ως θούριος δεν υπήρξε, γιατί όπως είπαμε η αλλαγή του πολιτεύματος δεν ήταν δυναμική (άσχετα αν υπέβοσκε) αλλά προσδιοριστική σε βάση λαϊκή. Υπήρχε όμως ένας Ευγένιος Ποτιέ, μέσω της μορφής ενός φτωχού ποιητή που ξεσήκωνε το λαό με τους στίχους του κατά της αδικίας (λέγοντας περίπου -εμπρός της γης οι κολασμένοι, η πείνα και το δίκαιο από το στομάχι βγαίνει), ο οποίος λεγόταν Ιππώναξ. Είναι εκπληκτικό πως η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται σε άλλη κλίμακα με αλλαγμένα ρούχα. 

Ο Ηράκλειτος πίστευε πως ήταν ευκαιρία για να δημιουργηθεί μια κοινωνία αξιών μέσα στη δημοκρατία και όχι μια κοινωνία δημοκρατίας μέσα από την οποία θα προερχόντουσαν οι αξίες. Ήταν σίγουρα ερειστικός με θέσεις συχνά ακραίες και αντίθετες στη λαϊκή βάση, σα να πούμε θέσεις ελιτίστικες ενός μπουρζουά επαναστάτη, ωρυόμενος ότι τις πράξεις του ανθρώπου πρέπει να τις καθοδηγούν τα ανώτερα όργανα που είναι το κεφάλι και όχι τα κατώτερα που είναι το στομάχι. Ο λαός, το διευθυντήριο, η «λαϊκή σέκτα» ίσως κατά τον Ηράκλειτο, απαντούσε πως με άδειο το στομάχι σκέψη δεν γίνεται, ο Ηράκλειτος ανταπαντούσε πως το στομάχι κάνει την εξέγερση αλλά τον πρώτο ρόλο πρέπει να τον έχει το κεφάλι. Μεταξύ του Ηράκλειτου και του λαϊκού πυρήνα δημιουργήθηκε μια άπωση που οδήγησε στον χαρακτηρισμό του μέχρι σήμερα ως «αντιδημοκράτη».

Ο Ηράκλειτος δεν ήταν ένας γλυκά ομιλών Σωκράτης αλλά ένας ωρυόμενος αποκαλυπτικός Σωκράτης που δεν τσίμπαγε σαν αλογόμυγα τα καπούλια μιας κοιμισμένης αλόγου πολιτείας αλλά μαστίγωνε με λόγια σκληρά ένα άλογο πεινασμένο και ασθενικό που ξεχύθηκε μόλις ένοιωσε ελεύθερο προς το φαΐ. Το ότι το άλογο ήταν ασθενικό, αυτό ίσως έσωσε τον Ηράκλειτο, διότι αν ήταν δυνατό, θα τον σκότωνε, όπως σκότωσε μετά από χρόνια το Σωκράτη. Ο Ηράκλειτος το μαστίγωνε με τα λόγια του για να κατευθυνθεί όχι προς το υλιστκό αλλά προς το πνευματικό κομμάτι από το οποίο πίστευε πως ήταν κατά βάση στερημένο. 

Ότι ήταν πατριώτης κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει καθώς επιτίθεται στον Πυθαγόρα βρίζοντάς τον ότι κομίζει στον Ελληνισμό ξενόφερτες ιδέες, κυρίως Βαβυλώνιες και Αιγυπτιακές μέσω της αριθμοσοφίας και της μετεμψύχωσης, εκτρέποντας τη σκέψη προς τους αριθμούς και τη ζωή στην επαναφορά της, ενώ η σκέψη είναι αναντικατάστατη και η ζωή μοναδική. Ποια ζωή όμως; Όλοι μας είμαστε νεκροζώντανοι, εσώψυχα πιστεύει. Η πατριωτική του θέση φαίνεται επιπλέον από τη φημολογούμενη άρνησή του να συναντήσει το Δαρείο ο οποίος τον είχε προσκαλέσει στα Σούσα, διότι η φιλοσοφία του αείζωου πυρός του Ηράκλειτου συνέπιπτε με τη Ζωροαστρική πίστη του Πέρση ηγεμόνα. Αν ήταν άλλος στη θέση του Ηράκλειτου, σαφώς θα είχε πάει.

Ότι ήταν δημοκράτης, προκύπτει διότι μέχρι της έναρξης της δημοκρατίας δεν απαντάται να μετέχει στον ηγεμονικό πυρήνα. Δραστηριοποιήθηκε πολιτικά κατά τα φαινόμενα στην έναρξη της δημοκρατίας και κανείς στην εποχή του δεν τον κατηγόρησε για αντιδημοκράτη αλλά μάλλον με τα σημερινά δεδομένα θα του ταίριαζε ο τίτλος του αξιοκράτη δημοκράτη αντεπαναστάτη. Άλλο αντιδημοκράτης και άλλο αντεπαναστάτης και δη αξιοκρατικά δημοκρατικός. Ο αντιδημοκράτης δεν θέλει δημοκρατία, ο αντεπαναστάτης καταπολεμά την επανάσταση, ο δε αξιοκράτης αντεπαναστάτης δημοκράτης δεν θέλει μια τέτοια δημοκρατική επανάσταση με τους επαναστάτες να καταλαμβάνουν θώκους εξουσίας, και κάνει επανάσταση μέσα στην επανάσταση, όπως ο Μπακούνιν. Να μη μετέχουν οι επαναστάτες στην εξουσία της δημοκρατίας, πρέπει να υπήρξε μια αρχή του. Προωθείστε την αξιοκρατία, αποδεχτείτε τον καλύτερο ως τον πρώτο όπως συμβαίνει στη φύση και όχι να ψηφίζετε αυτούς που σας χαϊδεύουν τα αυτιά και είναι το κατακάθι, φαίνεται πως υποστήριζε. Άκομψα βέβαια και έξω από τα δόντια, μη σηκώνοντας μύγα στο σπαθί του, προσπαθώντας να αποτρέψει μια τραγωδία, όχι ως ον της πολιτικής αλλά σαν πολιτικό ον της πόλης, έντιμο. Ο Ηράκλειτος εμφανίζεται ως ένας Νίτσε και Μπακούνιν μαζί. Τελικά, είχε δίκιο. Μια τραγωδία πραγματώθηκε όταν οι Ίωνες επιτέθηκαν σαν ορδή πλιατσικολόγων στις Σάρδεις όπου μη μπορώντας να την καταλάβουνε την έκαψαν μαζί με το ναό της και σύντομα ηττήθηκαν οικτρά σε στεριά και θάλασσα. Το αποτέλεσμα ήταν να καταστραφεί πλήρως η Μίλητος. Η Έφεσος δεν πειράχτηκε, διότι ο Δαρείος ήταν κάπου δίκαιος και τιμώρησε σκληρά τον πρωτεργάτη, τη Μίλητο, Αντιθέτως, η Έφεσος φαίνεται πως ωφελήθηκε γιατί έμεινε το μεγαλύτερο λιμάνι στα μικρασιατικά παράλια.

Ο απρόβλεπτος χαοτικός παράγων
«Η έρις των ανόμοιων δημιουργεί, η ειρήνη των ομοίων θανατώνει, όπου βασιλιάς πάντων είναι ο πόλεμος και ρυθμιστής των πάντων» πρέσβευε ο Ηράκλειτος, ο οποίος λέει κουβέντες που σφίγγουν το στομάχι αλλά στις πράξεις του παρουσιάζεται με αντίποδα πλάνο. Προκύπτει ερειστικός μεν αλλά όχι άνθρωπος της έριδας την οποία προσπαθεί να αποτρέψει, καθόσον μέσα από το χάος προκύπτει ο άρρητος αριθμός, ο απρόβλεπτος παράγων ο οποίος εκτρέπει τελικά το σύστημα. Αυτός ήταν όταν μερικές αθηναϊκές κι ευβοϊκές τριήρεις που μετείχαν στην Ιωνική επανάσταση, μετέφεραν το χαοτικό γίγνεσθαι προς την Ελλάδα, κάνοντας εν τέλει το σκάκι του Δαρείου, τάβλι. Απετέλεσαν τη σπίθα που άναψε τη φωτιά των Ελληνο-Περσικών πολέμων και έδρασαν σαν καταλύτης της δημιουργίας της ακμής των Αθηνών. Όμως, την Ιωνική, αναξιοκρατική στους ηγέτες της επανάσταση, την πλήρωσε η Ιωνία.

Μέχρι τότε και ως να φτάσουμε στην ακμή των Αθηνών, η τραγωδία βασικά εξελίσσεται στην Ιωνία. Την τραγωδία προσπαθούσε να προλάβει ο ευαίσθητος Εφέσιος, διότι αυτή τη ζει ένας λαός αλλά την εκ της τραγωδίας ανάδυση του καλύτερου τη γεύεται ένας άλλος, και συχνά λόγω εκτροπής της κυκλικής επαναφοράς του συστήματος, όχι ο ίδιος τόπος. Η ακμή των Αθηνών προέκυψε μέσα από την Ιωνική καμπή, όπου το ανθρώπινο ποιοτικό δυναμικό των Ιώνων βρήκε διέξοδο βλέποντας σπίθες αξιών προς την ελεύθερη δημοκρατική Αθήνα.

Αφήνουμε δυο λουλούδια στον τάφο της μνήμης του προγόνου μας Ηράκλειτου, εμείς τα θεωρούμενα παιδιά του, αποδεχόμενοι τη μέγιστη αλήθεια του, ότι: μέτρο του ανθρώπου πρέπει να είναι η φύση η οποία έχει χαοτική δυναμική, μη γραμμική εξέλιξη και παρεκτραμένη κυκλική πορεία, προερχόμενη εξ ενός απρόβλεπτου παράγοντα ενός του συστήματος που προκύπτει ανώτερο του ανθρώπου. Στο οποίο ο άνθρωπος οφείλει να το προσεγγίζει, επιστημονικά, φιλοσοφικά και πολιτικά, μέσω του λόγου που είναι και αιτία, όπου για τον προσδιορισμό αυτό δεν πρέπει να μετρά τα πράγματα με το υποκειμενικό ανθρώπινο αλλά με το αντικειμενικό φυσικό και το μοναδικό για το κάθε πράγμα, μέτρο.

Μια μικρή επαφή
- Δύστυχοι άνθρωποι, σα να ακούω να βροντοφωνάζει από πάνω ο ουράνιος Ηράκλειτος, από τότε που σας παράτησα σε τίποτα δεν προχωρήσατε, τίποτα δεν καταλάβατε, είναι λάθος, δύσμοιροι, τα μέτρα σας και οι τιθέμενες ανθρώπινες αναλογίες. 
- Μα, ο Πρωταγόρας είπε «χρημάτων πάντων μέτρον άνθρωπος».
- Ούτε αυτό δεν καταλάβατε ηλίθιοι, είπε. Χρήματα εμείς οι πρώτοι Έλληνες είχαμε τη γνώση. Χρη μαθών τι σημαίνει άθλιε; Αυτά τα πράγματα που πρέπει να ξέρεις δεν σημαίνει; Εσείς χρήματα τι λέτε;
- Δεν απάντησα.

Αθήνα 14 Οκτ. 2011

Εικονοθεραπεία 3



Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +-


Η Ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων (23)

Από παλιό περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση"
Στα τρυπημένα σημεία λέει "άποψη" "συγκοινωνία" "εγκωμιαστικών"
Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +-

Η ΚΟΡΑ ΚΑΙ ΤΟ GLORY HOLE!!! της Μαρίας Αμανατίδου *

πηγή : http://www.onestory.gr/post/29997616802/glory-hole

Η ΚΟΡΑ ΚΑΙ ΤΟ GLORY HOLE!!!

της Μαρίας Αμανατίδου *
.
Η Κόρα δεν ήταν πάντα Κόρα! Παλιά ήτανε Κοραλία!
Στο νησί της ήτανε Κοραλία. Η μαμά της ήθελε να την πούνε Ευαγγελία, αλλά ο μπαμπάς της που ήτανε ναυτικός από τους πιο παλιούς και κοσμογυρισμένους επέμενε να την βγάλουν Κοραλία! Δεν είχε δει πολλά κοράλλια στα ταξίδια του. Σε κάτι βρωμερά φορτηγά μηχανικός ήτανε ο καημένος!
Κοράλλι είδε πρώτη φορά στο λαιμό μια μουλάτας πόρνης στην Κούβα. Το όνομα της δεν το θυμόταν φυσικά. Θυμόταν τους γοφούς της όταν χόρευε σε εκείνο το μπαρ. Θυμόταν τους γοφούς της όταν την έστησε στα τέσσερα. Η γυναίκα του ποτέ δεν καθόταν στα τέσσερα. Το θεωρούσε αμαρτία. Μόνο ανάσκελα στο κρεβάτι και για 5 λεπτά. Μετά σηκωνόταν , πλενόταν κι έκανε το σταυρό της , πριν κοιμηθεί. Μύριζε πάντα φαγητό και σαπούνι πράσινο. Η μουλάτα μύριζε γυναίκα.
Μετά τον έρωτα στο σκοτεινό δωμάτιο της ξαπλώσανε μαζί. Το πρωί πριν φύγει , άφησε παραπάνω χρήματα στο κομοδίνο. Την είδε να κοιμάται γυμνή και ήσυχη. Στο λαιμό της γυάλιζε μια όμορφη πέτρα. Έτσι έμαθε για τα κοράλλια! Λίγους μήνες μετά γύρισε στο νησί με ένα κολιέ από κοράλλια , ανακοίνωσε στη γυναίκα του πως το παιδί θα το πούνε Κοραλία και ξανάφυγε για πάντα μετανάστης στην Αμερική.
Η μικρή Κοραλία δεν ήτανε άσχημη. Μαυροτσούκαλο. Λεπτή κι ατίθαση. Τα παιδιά την κορόιδευαν για το όνομα της. Την φώναζαν κόρα. Από το ψωμί. Όταν παίζανε βουτιές στο μικρό λιμανάκι πίσω από την εκκλησία, την άφηναν να βουτήξει πρώτη για να δούνε αν θα μουλιάσει. Η Κοραλία ήτανε πολύ στεναχωρημένη κι όλο ρωτούσε τη μαμά της πότε θα γυρίσει ο μπαμπάς και γιατί δεν την βγάλανε Βαγγελίτσα ή Ελένη ή όπως λένε όλα τα κορίτσια. Η μαμά της που επίσης ντρεπότανε για το όνομα αλλά δεν ήθελε να δώσει δικαίωμα στο παιδί, της απαντούσε ότι ο μπαμπάς πήγε στην Αμερική, θα τους στέλνει πολλά λεφτά κι ότι Κοραλίες λένε τις πολύ ωραίες που δείχνει ο σινεμάς τα καλοκαίρια στην πλατεία.
Η Κοραλία έχασε την παρθενιά της στα 14 από τον γιο του παπά. Τον Σωτήρη. Ο Σωτήρης ήταν ψηλός , ξανθός και ηλιοκαμένος σαν τους πρωταγωνιστές του σινεμά που φιλούσανε όλες τις Κοραλίες στο πανί και μετά έγραφε the end. Και έζησαν αυτοί καλά , δηλαδή, κι εμείς καλύτερα. Μόνο που στην περίπτωση του Σωτήρη το παραμύθι κράτησε όσο ένα καλοκαίρι. Μετά ο Σωτήρης έφυγε για την εκκλησιαστική σχολή , κι η Κοραλία έμεινε στο νησί περιμένοντας γράμμα του. Περίμενε 3 χειμώνες και τίποτα. Τον τέταρτο και πιο βαρύ, ήρθε γράμμα από τον πατέρα της που της έλεγε να πάει να τον βρει στην Αμερική. Η μάνα της δεν ήθελε αλλά η Κοραλία ήθελε.
Κι έτσι σε 3 μήνες βρισκόταν στην Αστόρια να πλένει πιάτα στο εστιατόριο ενός Έλληνα φίλου του πατέρα της. Ο φίλος ήτανε μουρντάρης και μεγάλο λαμόγιο. Η Κοραλία έπλενε στοίβες τα πιάτα. Το λαμόγιο πλήρωνε λίγα και τα έδινε στον πατέρα της. Η Κοραλία ονειρευόταν να το σκάσει και να γίνει σταρ του σινεμά αλλά δεν είχε λεφτά ούτε για να πάει στο σινεμά της γειτονιάς.
Η φίλη της η Τούλα που δούλευε κι αυτή στο εστιατόριο του λαμόγιου και του καθότανε κιόλας που και που για να βγάζει το κατιτίς παραπάνω, την λυπήθηκε!
-Έλα μαζί μου απόψε , να βγούμε , να χορέψουμε , να γνωρίσεις κανένα boyfriend. Έλα και δεν θα χάσεις. Η Τούλα δεν ήτανε πολύ όμορφη , αλλά ήτανε τσαχπίνα και πονηρή. Ντυνότανε πάντα πολύ πρόστυχα και έβαζε κόκκινη μπογιά στα χείλη της. Η Κοραλία ήτανε πολύ όμορφη αλλά θλιμμένη λόγω της ιστορίας με το Σωτήρη. Το βράδυ που βγήκαν μαζί άλλαξε η ζωή της Κοραλίας. Πήγανε σε club. Κανονικό , όχι φτηνιάρικο ελληνικό μπουζουξίδικο. Αμερικάνικο club.
Η Κοραλία ήπιε , χόρεψε , ζαλίστηκε και όταν πήγε στις τουαλέτες είδε μια περίεργη τρύπα στον τοίχο. Έβαλε το μάτι της και ξαφνικά ένα πέος ξεπήδησε από εκεί μέσα. Χοντρό ,μεγάλο και ροζ όχι λεπτό κι ασπρουλιάρικο σαν του Σωτήρη. Η Κοραλία στην αρχή τρόμαξε αλλά μετά από λίγα δευτερόλεπτα άρχισε να το χαϊδεύει. Το λιμπίστηκε έτσι ροδαλό όπως ήτανε και ορθωμένο.
Ο ιδιοκτήτης του τότε της είπε: Taste it!
Η Κοραλία το έβαλε στο στόμα της όπως ένα γλειφιτζούρι. Στην αρχή δειλά-δειλά και απαλά και στη συνέχεια με πάθος και βιασύνη. Φοβότανε μη χάσει τη γεύση! Μέχρι που ξεπήδησε το άσπρο υγρό του, η Κοραλία δεν ήξερε τι έκανε. Πιο πολύ λειτουργούσε με το ένστικτο. Το βύζαξε μέχρι τέλους και ξεδίψασε με το υγρό του. Ο ιδιοκτήτης του πέους, προφανώς ενθουσιάστηκε κι αμέσως μετά την πεολειχία έριξε ένα κολλαριστό νόμισμα των 100 δολαρίων μέσα από την τρύπα. Η Κοραλία που δεν κατάλαβε τι έγινε , άνοιξε την πόρτα της τουαλέτας και προσπάθησε να βρει τον ιδιοκτήτη του πέους και του 100δολλαρου. Μάταια.
Λίγο αργότερα όταν η Τούλα έμαθε τα συμβάντα της τουαλέτας εντυπωσιάστηκε από την φίλη της και της είπε:
-Καλέ εσύ κάνεις την πίπα του 100δολαρου. Μπορείς να βγάλεις πολλά λεφτά. Θα το δοκιμάσουμε και αύριο βράδυ.
Το επόμενο βράδυ η Τούλα έμεινε μαζί με την Κοραλία στην τουαλέτα κι έγινε ακριβώς το ίδιο. Το πέος αυτή την φορά δεν ήτανε τόσο χοντρό αλλά ήτανε μακρύ και μαυριδερό. Η Κοραλία το κοίταξε προσεκτικά ενώ η Τούλα της έκανε νόημα να το βουτήξει αλλιώς θα το έπαιρνε η ίδια. Η Κοραλία αυτή τη φορά προσπάθησε να το βάλει όλο μέσα στο στόμα της και τα κατάφερε. Η Τούλα νόμισε ότι η φίλη της θα πνιγεί. Λίγα λεπτά αργότερα το σπέρμα του άγνωστου άνδρα τινάχτηκε πάνω στα πρόσωπο της Κοραλίας κι αυτόματα ένα 100δολαρο πετάχτηκε από την τρύπα προς την πλευρά της.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες η Κοραλία έγινε διάσημη. Η τουαλέτα του club με το glory hole μπήκε στον «άτακτο» οδηγό πόλης της Νέας Υόρκης. Σύντομα η Κοραλία έγινε σταρ. Όλοι μιλούσαν για το στόμα της , χωρίς καν να έχουν δει τη φάτσα της. Έλεγε μόνο το όνομα της. Κόρα!!! Η Κόρα που δεν ήταν πια Κοραλία, μετακόμισε στο Μανχάταν. Έβγαζε πολλά λεφτά μόνο με το στόμα της. Χρόνια μετά άνοιξε το δικό της ινστιτούτο. Το ονόμασε Cora’s oral institute!
Αργότερα έστειλε και κάμποσα δολάρια στη μάνα της στο νησί για να χτίσει ένα εκκλησάκι. Της Αγίας Κοραλίας , έλεγε η μάνα της με υπερηφάνεια στο νησί που νόμιζε ότι η κόρη της ήταν οδοντίατρος ή κάτι με το στόμα τέλος πάντων.
.
Η Μαρία Αμανατίδου είναι δημοσιογράφος, μητέρα και δημιουργός του Provocateur Magazine. Έχει πάρει μέρος στην ομαδική έκδοση «19 νέα βήματα», εκδόσεις Ελευθερουδάκη, κι αυτές τις μέρες γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα. Ζει στη Θεσσαλονίκη.
[ e-mail ]


Σύκο: πηγή ενέργειας...

πηγή : http://anoixti-matia.blogspot.gr/2012/08/blog-post_3616.html?spref=fb

Σύκο: πηγή ενέργειας και θρεπτικών συστατικών !!!

Σήμα κατατεθέν του Αυγούστου. Έχει ιδιαίτερη υφή και γεύση, κυρίως όμως αποτελεί καλή πηγή ενέργειας.

Τα σύκα περιέχουν φυτικές ίνες, κάλιο ασβέστιο, μαγνήσιο και σίδηρο, ενώ τα μαύρα σύκα είναι πλούσια σε πολυφαινόλες, αντιοξειδωτικά με αντιγηραντική δράση.
Βοηθούν:

-Στη δυσκοιλιότητα: Οι φυτικές ίνες που περιέχει απορροφούν ομαλά τα σάκχαρα, παρέχοντας λύση σε περιπτώσεις δυσκοιλιότητας.

-Στην απώλεια βάρους: Χάρη στις φυτικές ίνες που επιβραδύνουν την πέψη, δημιουργώντας αίσθημα κορεσμού.

-Στην πρόληψη καρδιακών παθήσεων: Ρίχνουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων στο αίμα ενώ το κάλιο που περιέχουν θεωρείται αποτελεσματικό στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.


-Στην πρόληψη του καρκίνου του μαστού, ειδικά για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
-Στη σεξουαλική ζωή: Επιδρούν στο ορμονικό σύστημα και απελευθερώνει τη διάθεση για σεξ.

endiaferonta.com
http://demi-zouzounews.blogspot.gr 


Immanuel Kant

πηγή : http://gerasimos-politis.blogspot.com/2012/02/immanuel-kant.html#.UDVJLaDlQyk

Immanuel Kant: Τα Θεμέλια Της Μεταφυσικής Των Ηθών

Γεράσιμος Πολίτης 2012-02-12T23:14:00+02:00
Immanuel Kant: Τα Θεμέλια Της Μεταφυσικής Των Ηθών
Μετά το πέρασμα από την κοινή γνώση περί ηθικότητας στη φιλοσοφική γνώση περί ηθικότητας, ο Καντ θα επιχειρήσει τη μετάβαση από την λαϊκή ηθική φιλοσοφία στη μεταφυσική των ηθών. Δεν αποκλείει την εμπειρία ως πηγή έλλειψης ηθικών αξιωμάτων όμως, τα αξιώματα που πηγάζουν από αυτή είναι κίβδηλα. Η εμπειρία πείθει τον Καντ για την ανυπαρξία αντικειμενικών αξιωμάτων της ηθικής. Δεν μπορούμε να βρούμε ένα αντικειμενικό κριτήριο για την ηθική αξία των πραγμάτων μέσα στον κόσμο. Αναφέρει συγκεκριμένα ότι οι περισσότερες πράξεις μας φαίνεται να γίνονται από καθήκον αλλά στην πραγματικότητα παρακινούνται από τη φιλαυτία μας. Για τον εαυτό τους νοιάζονται οι άνθρωποι και όχι για το καθήκον και οι πράξεις τους γίνονται για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους και όχι από καθήκον.

Αλλού θα πρέπει να αναζητήσουμε, λέει ο Καντ, τα αντικειμενικά αξιώματα της ηθικής. Οι ηθικές αρχές δεν συνάγονται a posteriori (δηλ. αφού κρίνουμε αν υπάρχουν στην εμπειρία, τότε να συνάγουμε τις ηθικές αρχές, αλλά τίθενται a priori (δηλ. διατυπώνουμε από πριν τις ηθικές αρχές και μετά ζητάμε να βρούμε την επαλήθευσή τους στην εμπειρία ), γιατί αναφέρονται όχι στο γιατί γίνεται ή θα γίνει κάτι αλλά σε οτιδήποτε πρέπει να γίνει. Αυτές οι ηθικές αρχές θα πρέπει να αναζητηθούν σε μία Μεταφυσική1 των ηθών και αφού θεμελιωθούν εκεί, τότε μόνο να εκλαϊκευτούν για να μπορέσουν να γίνουν κτήμα του λαού.

Ο Καντ συνεχίζει την πραγματεία του μιλώντας για τη θέληση. Θέληση είναι η ικανότητα να εκλέγει κάθε έλλογο όν εκείνο μόνο που η λογική, ανεξάρτητα από κάθε ροπή, αναγνωρίζει ως πρακτικά αναγκαίο, ως καλό. Καθαρή θέληση έχουμε όταν επιλέγουμε να κάνουμε κάποια πράξη, άσχετα με το αν είναι αντίθετη προς τα συμφέροντά μας ή όχι. Η καθαρή θέληση θα πρέπει να διαθέτει αυτονομία, να νομοθετεί δηλαδή η ίδια και έπειτα να υποτάσσεται στους νόμους αυτούς που η ίδια έχει θέσει. Η αυτονομία αυτή της καθαρής θέλησης αποτελεί ανώτατο αξίωμα της ηθικότητας και καθορίζει τον εξαναγκασμό ή τη συμφωνία της θέλησης σε σχέση με τον αντικειμενικό νόμο που θα προκύψει. Η σχέση αυτή, ενός αντικειμενικού νόμου της λογικής προς μια θέληση, δηλώνεται, σύμφωνα με τον Καντ, με τις προστακτικές,

Δύο μορφές προστακτικής διακρίνει ο Καντ :τις υποθετικές και τις κατηγορικές προστακτικές. Η υποθετική προστακτική, μας προστάζει να κάνουμε μια πράξη, η οποία είναι το αναγκαίο μέσο για την επίτευξη κάποιου σκοπού, που επιθυμούμε. Αντίθετα, η κατηγορική προσταγή, μας επιτάσσει να πράξουμε κάτι που είναι αναγκαίο καθ’ αυτό ανεξάρτητα με οποιονδήποτε, πέρα από αυτό, σκοπό. Προχωρεί στον διαχωρισμό τριών πρακτικών αρχών:
i)    κανόνες της
επιδεξιότητας, (προστακτικές τεχνικές )όπου εξετάζεται το τι πρέπει κανείς να κάνει , για να πετύχει το σκοπό του.
ii)    συμβουλές της
σύνεσης (πραγματιστικές τεχνικές ),τα παραγγέλματα δηλαδή που δίνονται στον συνετό άνθρωπο για να πραγματοποιήσει τον σκοπό του(τον σκοπό της ευτυχίας που είναι πραγματικός για όλα τα έλλογα όντα, από φυσική αναγκαιότητα) και
iii) προσταγές(νόμους)
της ηθικότητας (ηθικές τεχνικές ) ,που πρέπει να τις εκτελούμε ακόμα κι αν οι ροπές μας εναντιώνονται. Οι κανόνες επιδεξιότητας και οι συμβουλές της σύνεσης, υπάγονται στην κατηγορία των υποθετικών προστακτικών. Οι προσταγές(νόμοι) της ηθικής, υπάγονται στην κατηγορία των κατηγορικών προστακτικών.

Ο Καντ υποστηρίζει πως ο αναγκασμός της βούλησης μπορεί να αποδοθεί είτε με αναλυτικές προτάσεις (δηλ. με προτάσεις που είναι αληθείς, γιατί η άρνησή τους συνεπάγεται αντίφαση) ,είτε με συνθετικές προτάσεις (με προτάσεις δηλαδή που είναι αληθείς, γιατί υπάρχει απόδειξη για την αλήθεια τους). Στην περίπτωση των υποθετικών προστακτικών, ο αναγκασμός της βούλησης καθορίζεται από αναλυτικές προτάσεις, ενώ στην περίπτωση των κατηγορικών προστακτικών καθορίζεται από συνθετικές προτάσεις. Η αντικειμενική αναγκαιότητα των υποθετικών προστακτικών βασίζεται σε κάποια προϋπόθεση ενώ η αντικειμενική αναγκαιότητα της κατηγορικής προστακτικής δεν βασίζεται σε καμία προϋπόθεση (είναι καθαυτή αναγκαία, δεν βασίζεται σε καμία άλλη αιτία) και δεν μπορούμε να την αποδείξουμε με κανένα παράδειγμα, δηλαδή εμπειρικά. Ακόμη και η προσταγή<<δεν πρέπει να δίνεις ψεύτικες υποσχέσεις >>ενώ επιφανειακά φαίνεται να είναι κατηγορική, μπορεί κάλλιστα να είναι και υποθετική. Αυτό συμβαίνει γιατί ίσως να υπάρχει κάποιο κίνητρο το οποίο δεν φαίνεται. Είναι δυνατόν δηλαδή να χρησιμοποιείται αυτή η προσταγή ως μέσον για την επίτευξη κάποιου άλλου σκοπού:<<δεν πρέπει να δίνεις ψεύτικες υποσχέσεις» γιατί όταν αυτό αποκαλυφθεί θα χάσουν οι άλλοι την εμπιστοσύνη τους προς εσένα. Φαίνεται αμέσως ότι είναι υποθετική η προστακτική αυτή(δεν πρέπει να δίνεις ψεύτικες υποσχέσεις) γιατί το κίνητρο της πράξης αυτής είναι η αποφυγή άλλου κακού(γιατί όταν αυτό αποκαλυφθεί θα χάσουν οι άλλοι την εμπιστοσύνη τους προς εσένα ).Η δυνατότητα μιας κατηγορικής προστακτικής επομένως, θα πρέπει να ερευνηθεί, κατά τον Καντ, εντελώς a prion, ανεξάρτητα από κάθε εμπειρία.. Κι αυτό γιατί η εμπειρία δεν μπορεί να μας πείσει για την ανυπαρξία μιας άλλης αιτίας ,πίσω από κάθε θέληση(υποκινούμενη από ορισμένη προστακτική).

Όταν σκέπτομαι, λέει ο Καντ, μια κατηγορική προσταγή, ξέρω αμέσως τι περιλαμβάνει. Εκτός από τον ηθικό νόμο, περιλαμβάνει μόνο την αναγκαιότητα να συμφωνεί ο γνώμονας, το υποκειμενικό δηλαδή κίνητρο, με το νόμο. Αφού ο νόμος είναι απόλυτος και δεν περιορίζεται από καμιά καθοριστική συνθήκη, συνεχίζει ο Καντ, δε μένει παρά η καθολικότητα του νόμου, με τον οποίο πρέπει να συμφωνεί ο γνώμονας των πράξεών και αυτή τη συμφωνία, η προστακτική μας παρουσιάζει ως αναγκαία. Υπάρχει λοιπόν μόνο μία κατηγορική προστακτική :<<Πράττε μόνο σύμφωνα με ένα τέτοιο γνώμονα, μέσω του οποίου μπορείς συνάμα να θέλεις , αυτός ο γνώμονας να γίνει καθολικός νόμος.>>Μετά τη διατύπωση της κατηγορικής προσταγής, παραθέτει παραδείγματα ,στα οποία εξετάζει την κατηγορική αυτή προσταγή σε σχέση με το καθήκον και καταλήγει στο ότι ο ανώτατος κανόνας με τον οποίο κρίνονται ηθικά οι πράξεις μας είναι το εξής:<<Πρέπει να μπορούμε να θέλουμε, ο γνώμονας της πράξης μας να γίνει καθολικός νόμος>>.

Παρατηρεί ότι σε κάθε παράβαση του καθήκοντος, σε καμία περίπτωση δεν θα θέλαμε ο γνώμονάς μας να καταστεί καθολικός νόμος και μάλιστα θέλουμε να παραμείνει καθολικός νόμος το αντίθετο του γνώμονά μας. Επίσης συμπεραίνει ότι, αν το καθήκον είναι μία έννοια με βαρύτητα και νομοθετική δύναμη πάνω στις πράξεις μας, μπορεί να εκφραστεί μόνο με κατηγορικές προσταγές. Ορισμένες φορές όμως, χωρίς να αμφισβητούμε την ισχύ της κατηγορικής προσταγής, ολισθαίνουμε σε εξαιρέσεις για χάρη του εαυτού μας ,προκειμένου να ικανοποιήσουμε τη ροπή μας. Περνάμε δηλαδή από μια καθολικότητα του νόμου(ισχύει πάντα) σε μια απλή γενικότητα, (ισχύει στις περισσότερες περιπτώσεις). Αυτό μας δίνει την ελευθερία να επιτρέψουμε στον εαυτό μας κάποιες εξαιρέσεις στον κανόνα.

Κατόπιν προχωρεί στη διαπίστωση ότι δεν είναι δυνατόν να αναζητήσουμε ένα αντικειμενικό αξίωμα, σύμφωνα με το οποίο είμαστε υποχρεωμένοι να πράττουμε, μέσα στην ιδιαίτερη σύσταση στης ανθρώπινης φύσης Συνεχίζει ισχυριζόμενος ότι ο άνθρωπος και γενικά κάθε έλλογο όν υπάρχει ως αυτοσκοπός και όχι απλά ως μέσον για την αυθαίρετη χρήση της τάδε ή δείνα θέλησης. Άρα η πρακτική προστακτική σχετικά με την ανθρώπινη θέληση, κατά τον Καντ, διατυπώνεται ως εξής:<<Πράττε έτσι, ώστε να χρησιμοποιείς την ανθρωπότητα, τόσο στο πρόσωπό σου όσο και στο πρόσωπο κάθε άλλου ανθρώπου, πάντα ταυτόχρονα ως σκοπό και ποτέ μόνο ως μέσον>>Ερευνά το αξίωμα αυτό στα ίδια παραδείγματα ,με τα οποία εξέτασε και το προηγούμενο και καταλήγει σε λογικά συμπεράσματα.

Το αξίωμα αυτό, λέει ο Καντ, δεν πηγάζει από την εμπειρία. Αυτό συμβαίνει γιατί αφενός είναι καθολικό(ισχύει για όλα τα έλλογα όντα),άρα δεν μπορεί να είναι εμπειρικό και αφετέρου γιατί δεν παρουσιάζει την ανθρωπότητα ως αντικείμενο το οποίο θέτουμε εμείς οι ίδιοι ως σκοπό, αλλά ως αντικειμενικό σκοπό. Αυτός ο σκοπός, οποιουσδήποτε σκοπούς κι αν έχουμε, συγκροτεί ως νόμος τον ανώτατο περιοριστικό όρο κάθε υποκειμενικού σκοπού. Συνεπώς πρέπει να πηγάζει από την καθαρή λογική. Σύμφωνα με τον συλλογισμό του και με τη διατύπωση του πρώτου αξιώματος :<<Πράττε μόνο σύμφωνα με ένα τέτοιο γνώμονα, μέσω του οποίου μπορείς συνάμα να θέλεις, αυτός ο γνώμονας να γίνει καθολικός νόμος.>>, το αντικειμενικό θεμέλιο κάθε πρακτικής νομοθεσίας είναι ο κανόνας και η καθολικότητά του, η οποία καθιστά τον κανόνα ικανό να αποτελέσει νόμο. Το υποκειμενικό θεμέλιο είναι ο σκοπός .Σύμφωνα με το δεύτερο αξίωμα, :<<Πράττε έτσι, ώστε να χρησιμοποιείς την ανθρωπότητα, τόσο στο πρόσωπό σου όσο και στο πρόσωπο κάθε άλλου ανθρώπου, πάντα ταυτόχρονα ως σκοπό και ποτέ μόνο ωςμέσον>> το υποκείμενο όλων των σκοπών είναι κάθε έλλογο όν ως αυτοσκοπός. Από όλα αυτά, ο Καντ καταλήγει σε ένα πρακτικό αξίωμα της θέλησης ,ως ανώτατη συνθήκη για τη δυνατότητα μιας συμφωνίας της θέλησης με την καθολική πρακτική λογική: στην ιδέα ότι <<η θέληση κάθε έλλογου όντος είναι ένας καθολικός νομοθέτης>>

Φαίνεται εδώ καθαρά ότι αυτό το αξίωμα της θέλησης είναι στην ουσία μια ενοποίηση των δύο προηγούμενων αξιωμάτων. Η θέληση εμφανίζεται να υποτάσσεται στο νόμο με τέτοιο τρόπο, ώστε πρέπει να θεωρηθεί και ως νομοθέτης και μόνο εξαιτίας τούτου υποτάσσεται στο νόμο. Ενώ μέχρι αυτό το σημείο η θέληση έπαιζε ένα ρόλο ελεγκτικό των προθέσεών της για να επιτευχθεί η νομιμότητά τους, τώρα τη βλέπουμε να έχει ένα ρόλο νομοθετικό. Η θέληση με λίγα λόγια υποτάσσεται στο νόμο που η ίδια θέτει και μόνο επειδή αυτός είναι δημιούργημά της, του υποτάσσεται. Εδώ έγκειται, κατά τον Καντ, το σφάλμα στο οποίο υπέπεσαν όλοι όσοι προσπάθησαν να ανακαλύψουν το αξίωμα της ηθικότητας αλλά δεν τα κατάφεραν. Έβλεπαν, λέει χαρακτηριστικά ο Καντ, τον άνθρωπο του καθήκοντος να βρίσκεται στα δεσμά του νόμου. Δεν σκέφτηκαν όμως, ότι αυτός είναι υποταγμένος μόνο σε ότι ο ίδιος έχει θέσει ως καθολικό νόμο και ότι είναι υποχρεωμένος να πράττει σύμφωνα μόνο με τη δική του θέληση. Διορθώνει λοιπόν ο Καντ το σφάλμα αυτών, εισάγοντας την αυτονομία της θέλησης για όλα τα έλλογα όντα.

Έπειτα από την επικύρωση της θέλησης ως απαραίτητο θεμέλιο της ηθικότητας κάνει λόγο για ένα ιδεώδες κράτος σκοπών όπου όλα τα έλλογα όντα υπόκεινται στο νόμο, ότι δεν πρέπει ποτέ να θεωρούν τον εαυτό τους και τα άλλα έλλογα όντα μόνο ως μέσα αλλά πάντα ταυτόχρονα και ως αυτοσκοπούς. Τα μέλη του κράτους των σκοπών είναι και καθολικοί νομοθέτες αλλά και αυτοϋποταγμένοι σε αυτούς τους νόμους. Κάθε τι μέσα σ’αυτό το κράτος σκοπών έχει μια τιμή και μια αξιοπρέπεια. Ό τι έχει μια τιμή, μπορεί να αντικατασταθεί από ένα άλλο ισότιμό του. Ό τι είναι υπεράνω κάθε τιμής και συνεπώς δεν έχει κανένα ισότιμό του, αυτό έχει αξιοπρέπεια. Ό τι σχετίζεται με τις γενικές ανθρώπινες ροπές και ανάγκες έχει μια αγοραστική τιμή. Εκείνο όμως που δεν προϋποθέτει καμία ανάγκη, αλλά ανταποκρίνεται σε κάποια ψυχική διάθεση έχει μια αισθηματική τιμή. Η αγοραστική και η αισθηματική τιμή έχουν σχετική αξία. Η αξιοπρέπεια έχει εσωτερική αξία. Μόνο η ηθικότητα και η ηθική ανθρωπότητα, λέει ο Καντ, έχουν αξιοπρέπεια, άρα εσωτερική καθολική αξία., αφού η ηθικότητα των πράξεων μας κρίνεται και αποκτά αξία από εσωτερικές έννοιες ,τους υποκειμενικούς μας γνώμονες βάση των οποίων πράττουμε, εφόσον εκείνοι μπορούν να καταστούν καθολικοί νόμοι. .

Πλησιάζοντας προς το τέλος του δευτέρου κεφαλαίου των "Θεμελίων της Μεταφυσικής των Ηθών" ,ο Καντ παρατηρεί, ότι ενώ η αυτονομία της θέλησης προσφέρει τα αληθινά ηθικά αξιώματα, η ετερονομία της θέλησης είναι πηγή όλων των κίβδηλων αξιωμάτων της ηθικότητας. Η θέληση δηλαδή, όταν ζητά το νόμο πέρα από τον εαυτό της, στα αντικείμενά της, πάντα ετερονομείται. Στην περίπτωση αυτή δεν δίνει η θέληση το νόμο στον εαυτό της, αλλά το αντικείμενό της(ο εκάστοτε υποκειμενικός σκοπός της). Αυτή η σχέση υποκειμενικού σκοπού και θέλησης, είναι πηγή μόνο υποθετικών προστακτικών (π.χ<<πρέπει να μη λέω ψέματα , εάν θέλω να διατηρήσω την υπόληψή μου>>).Η αφαίρεση όλων των υποκειμενικών σκοπών, έτσι ώστε να μην έχουν καμία επίδραση πάνω στη θέληση, μας δίνει την αληθινή πηγή των αξιωμάτων της ηθικότητας, απ’όπου πηγάζει η κατηγορική προστακτική (π.χ <<οφείλω να μη λέω ψέματα, ακόμα κι αν τα ψέματα δεν πρόκειται να μου επιφέρουν καμία βλάβη>>).

Συνεχίζοντας, ταξινομεί τα κίβδηλα ηθικά αξιώματα που μπορούν να πηγάζουν από την έννοια της ετερονομίας., λέγοντας ότι είναι είτε εμπειρικά (πηγάζουν από το αξίωμα της ευτυχίας και στηρίζονται στο φυσικό ή στο ηθικό αίσθημα) είτε ορθολογικά (πηγάζουν από το αξίωμα της τελειότητας και στηρίζονται ή στην ορθολογική έννοια της ηθικής τελειότητας, ως ενδεχόμενου αποτελέσματος είτε στην έννοια μιας αυθύπαρκτης τελειότητας, τη θέληση του θεού.).Τα εμπειρικά αξιώματα, δεν μπορούν να θεμελιώσουν ποτέ, λέει ο Καντ ηθικούς νόμους, γιατί δεν μπορούν να έχουν καθολικότητα, απαραίτητο θεμέλιο για την ισχύ του ηθικού νόμου. Από τη στιγμή που τα εμπειρικά αξιώματα αντλούν το θεμέλιό τους από την ιδιόμορφη σύσταση της ανθρώπινης φύσης, εκλείπει το στοιχείο της καθολικότητας άρα η θεμελίωση ενός ηθικού νόμου είναι αδύνατη. Απορρίπτει το αξίωμα της ατομικής ευτυχίας καθώς και το ηθικό αίσθημα, στο οποίο στηρίζονται τα εμπειρικά αξιώματα, γιατί δεν μπορούν να δώσουν ένα καθολικό αξίωμα της ηθικότητας. Απορρίπτει επίσης και τα ορθολογικά αξιώματα, επειδή και αυτά, όπως και τα θεμέλιά του (η οντολογική έννοια της τελειότητας και η θεολογική έννοια της τελειότητας), ορθώνουν ως κύριο θεμέλιο της ηθικότητας την ετερονομία της θέλησης.

Όταν επομένως, συνεχίζει ο Καντ, τεθεί ως θεμέλιο της ηθικότητας ένα αντικείμενο της θέλησης, ένας υποκειμενικός δηλαδή σκοπός για να της καθορίσει τον κανόνα των πράξεων της, αυτός ο κανόνας είναι ετερονομία. Στην περίπτωση αυτή, η προστακτική είναι σχετική και όχι κατηγορική. Προστάζει υπό όρους και όχι καθολικά. Η θέληση δεν υποτάσσεται σ’αυτό που η ίδια θέτει ως επιδίωξή της, αλλά σε έναν νόμο που τίθεται από παράγοντες έξω από αυτή π.χ. ‘πρέπει να πράξω έτσι, επειδή θέλω αυτό το αντικείμενο' Μια απόλυτα καλή θέληση, καταλήγει ο Καντ, της οποίας το αξίωμα πρέπει να είναι μια κατηγορική προσταγή, είναι εντελώς ανεξάρτητη από όλα τα αντικείμενα (από όλους τους υποκειμενικούς σκοπούς). Ο μόνος νόμος τον οποίο αυτοεπιβάλλει στον εαυτό της η θέληση κάθε έλλογου όντος, είναι το να αναχθεί ο γνώμονας κάθε καλής θέλησης σε καθολικό νόμο. Μόνο η αυτονομία της θέλησης εξασφαλίζει την ηθικότητα των πράξεων και αποτελεί θεμέλιο της ηθικότητας. Έτσι, κλείνει το δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου αυτού ο Καντ και με την προαναγγελία της απόδειξης στο επόμενο κεφάλαιο, ότι η ηθικότητα δεν είναι μια χίμαιρα και αυτό θα φανεί μέσω μιας κριτικής της καθαρής πρακτικής λογικής.
Immanuel Kant: Τα Θεμέλια Της Μεταφυσικής Των Ηθών | Φιλοσοφία - Ηθική - Αυτογνωσία
 Ο Καντ επιχειρεί να ξεπεράσει τον ορθολογισμό της σχολής του Wolf, που έβλεπε μέσα στην ηθική ζωή μόνο την πειθαρχία για να καταλήξει σε μια σύνθεση αυτής της πειθαρχίας με την ελευθερία που έβλεπε ο Rousseau στην ηθική ζωή. Στη Μεταφυσική των ηθών, φαίνεται η σύνθεση αυτή, αφού μιλάει για πειθαρχία και υπακοή στο νόμο που η ίδια η βούληση θέτει στον εαυτό της και αυτή ακριβώς η πειθαρχία , εξασφαλίζει την ελευθερία της βούλησης. Οι νόμοι αυτοί τίθενται a priori. Η έννοια a priori πηγάζει από την Πλατωνική θεωρία της ανάμνησης. Ο Πλάτων όμως, αποκόβεται εντελώς από την εμπειρία και ισχυρίζεται ότι τίποτα δεν μπορούμε να γνωρίσουμε πραγματικά. Το σφάλμα του Πλάτωνα θεραπεύει ο Καντ, ισχυριζόμενος ότι υπάρχουν a priori αρχές στον άνθρωπο, που καθορίζουν τι πρέπει να γίνει, ή τι θα γίνει(έγινε, γίνεται) αλλά πρέπει να επικυρωθούν από την εμπειρία.Η Μεταφυσική, κατά τον Καντ, ασχολείται με τις γνώσεις εκείνες που μπορούν να επικυρωθούν από την εμπειρία, έστω και αν είναι απριορικές (γνώσεις δηλαδή που δεν κατάγονται από την εμπειρία).Δεν μπορούμε να απορρίψουμε την εμπειρία εντελώς, όπως έκανε ο Πλάτων.

Όσον αφορά στην αυτονομία της θέλησης κάθε έλλογου όντος και στο ότι δεν υπάρχει καθαρή βούληση χωρίς ελευθερία,, ο Καντ έχει επηρεαστεί κατά πολύ από τον J.J. Rousseau.O Καντ λέει χαρακτηριστικά ότι ελεύθερη βούληση και βούληση κάτω από ηθικούς νόμους είναι το ίδιο πράγμα. Ο Rousseau υποστηρίζει<< η αρχή κάθε πράξης είναι μέσα στη θέληση ενός ελεύθερου όντος. Δεν θα μπορούσαμε να ανατρέξουμε πιο πέρα. Δεν υπάρχει αληθινή βούληση χωρίς ελευθερία» .Ο Rousseau τον έχει κυριολεκτικά γοητέψει, τον έχει κάνει να αναθεωρήσει εντελώς τις αυστηρά ορθολογικές πεποιθήσεις του, τις οποίες είχε καλλιεργήσει μέσα του η ορθολογική του αγωγή.

Δύο κυρίως είναι οι μεγάλες οφειλές της πρακτικής φιλοσοφίας του Καντ στον Rousseau:
i) η διαστολή της ηθικής από τη θεωρητική συνείδηση, του πρακτικού από το θεωρητικό λόγο . Ο Rousseau γράφει: <<η συνείδηση δε μας λέγει πάντα την αλήθεια των πραγμάτων, αλλά τον κανόνα των καθηκόντων μας. Δεν μας υπαγορεύει εκείνο που πρέπει να σκεπτόμαστε αλλά εκείνο που πρέπει να πράττουμε. Δεν μας μαθαίνει να σκεπτόμαστε καλά αλλά να πράττουμε καλά>>.4
ii) o ορισμός της ελευθερίας σαν υπακοής σ’ένα νόμο που έχει θέση η ίδια η βούληση. Μόνο η ηθική ελευθερία, γράφει ο Rousseau, είναι εκείνη που κάνει τον άνθρωπο αληθινό κύριο του εαυτού του. Σκοπός τελικός της ιστορικής προόδου είναι, συνεχίζει ο Rousseau^ ίδρυση μιας πολιτείας που με τους νόμους της θα εξασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Τους νόμους τους θέτει η πολιτική βούληση του συνόλου, εκφραζόμενη από τον άξιο ηγέτη και νομοθέτη. Όχι μόνο αντίθεση δεν μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στην έννοια της ελευθερίας και στην πράξη της υπακοής σ’αυτούς τους νόμους, αλλά ίσα ίσα, με την υπακοή στους νόμους κατοχυρώνεται αυτή η ίδια η ελευθερία. 5Το σχήμα αυτό θα βοηθήσει τον Καντ να συναρμολογήσει βασικές έννοιες της πρακτικής του φιλοσοφίας και να καταλήξει στη διαμόρφωση της περίφημης έννοιας της καντιανής Ηθικής:της έννοιας της αυτόνομης βούλησης, την έννοια της βούλησης σαν a priori νομοθετούσας εξουσίας.6

Πολλές ήταν οι επικρίσεις για την ηθική φιλοσοφία του Καντ. Στο συγκεκριμένο έργο του που εξετάζουμε, υποστήριξαν ότι πίσω από τη θαυμάσια εννοιολογική της κατασκευή, η φιλοσοφία του Καντ πέφτει σε μια ταυτολογία. Ξεκινάει δηλαδή από την αντίληψη ότι η αρχή της ηθικότητας, για να έχει μεγαλείο και αίγλη ο ηθικός βίος του ανθρώπου ως όντος προνομιούχου μέσα στη σφαίρα της δημιουργίας, πρέπει να είναι κάτι καθολικό και αναγκαίο. Έπειτα, όταν φτάνει στο ερώτημα ‘τι προστάζει ο νόμος’, που απορρέει από τον πρακτικό λόγο, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Νόμος παραγγέλλει να θέλουμε οι κανόνες της διαγωγής μας να έχουν καθολικότητα και αναγκαιότητα. Φτάνει δηλαδή σε ένα συμπέρασμα που περιέχει ό τι και το αίτημα που θέσαμε στην αφετηρία

Ο Ηegel, μια από τις πιο σημαντικές και αξιοπρόσεκτες φιγούρες στην ιστορία της φιλοσοφίας, αναφέρει χαρακτηριστικά.<<ό τι μπορούμε να αντλήσουμε από τον πρακτικό Λόγο, είναι η μορφή του νόμου. Δηλαδή, το παράγγελμα να θέλουμε οι κανόνες της διαγωγής μας να είναι αναγκαίοι και καθολικοί για να έχουν το κύρος του νόμου Έτσι όμως δε μαθαίνουμε ποιοι πρέπει να είναι αυτοί οι κανόνες αλλά τι να είναι-καθολικοί και αναγκαίοι. Δεν μας δίνεται το ζητούμενο ουσιαστικό αλλά τα επίθετά του. Δεν μας δίνεται η ουσία της ηθικότητας αλλά η μορφή της. Ο κατηγορικός προσταγμός του Καντ μπορεί να είναι αρχή της ηθικότητας αλλά και της ανηθικότητας. Ο ηθικός νόμος, όπως τον διατυπώνει ο Καντ, μας παραγγέλλει πώς πρέπει να ενεργούμε, είναι όμως ανίκανος να μας πει τι πρέπει να πράττομε σε όλες τις περιστάσεις. Μας λέγει μάλλον τι δεν πρέπει να πράττουμε. Είναι λοιπόν απόλυτος μόνο αρνητικά. Από την αφηρημένη του ταυτότητα, προσπαθούμε μάταια να ανασύρουμε συγκεκριμένους διακαθορισμούς της ηθικής βούλησης».

Πέραν της κριτικής που ασκήθηκε περί ταυτολογίας και φορμαλισμού της ηθικής φιλοσοφίας του Καντ, διατυπώθηκαν και επιχειρήματα εναντίον της διάκρισης των προστακτικών σε υποθετικές και κατηγορικές. Όπως αναφέραμε, ο Καντ είχε υποστηρίξει ότι, οι υποθετικές προστακτικές εκφράζονται με αναλυτικές προτάσεις(η άρνησή τους συνεπάγεται αντίφαση), ενώ οι κατηγορικές προστακτικές με συνθετικές προτάσεις(με προτάσεις δηλαδή που είναι αληθείς, γιατί υπάρχει απόδειξη για την αλήθεια τους).Αφορμή για το επιχείρημα εναντίον της καντιανής θεωρίας των αναλυτικών προτάσεων στάθηκε ο ορισμός τους από τον Καντ.<<το κατηγορούμενο Β ανήκει στο υποκείμενο Α, ως κάτι που περιέχεται στην έννοια Α>>. Η έκφραση ‘περιέχεται στην έννοια ’ θεωρήθηκε από τους επικριτές του ως έκφραση ψυχολογικού περιεχομένου και στην περίπτωση αυτή η άποψη του Καντ εμφανίζεται αυθαίρετη και πρέπει να απορριφθεί. Δηλαδή οι άνθρωποι αυθαίρετα, για ψυχολογικούς λόγους, μπορεί να θεωρούν ότι η έννοια του κατηγορουμένου μιας πρότασης περιέχεται στην έννοια του υποκειμένου της πρότασης. Έτσι μπορεί να εκλαμβάνουν ως αναλυτική μια πρόταση που στην πραγματικότητα είναι συνθετική. Ο Καντ όμως χρησιμοποίησε την έκφραση ‘περιέχεται στην έννοια’ με τη λογική σημασία της. Δηλαδή όταν λέει ότι ‘μία ιδιότητα περιέχεται σε μιαν έννοια’ δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο απλός ορισμός της έννοιας αυτής (επεξηγηματικός ορισμός, ανάλυση του νοήματος)8. Άρα το επιχείρημα αυτό εναντίον του Καντ απορρίπτεται
Επιχείρημα επίσης εναντίον της καντιανής έκθεσης για τις αναλυτικές προτάσεις, είναι και η καθαρά ονοματοκρατική θεωρία για τις αναλυτικές προτάσεις, που οι σύγχρονοι αναλυτικοί φιλόσοφοι διετύπωσαν.Οι προτάσεις για παράδειγμα ‘ουδέν μη φωνήεν γράμμα είναι φωνήεν ’(1) και ‘ουδέν σύμφωνο είναι φωνήεν’(2) κατά τον Καντ είναι αναλυτικές. Για κάποιους σύγχρονους στοχαστές μόνο η πρόταση (1) είναι αναλυτική, επειδή αποτελεί μια λογική αλήθεια(παραμένει αληθής κάτω από οποιαδήποτε ερμηνεία των συστατικών της όρων).Κάποιος βέβαια θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι και η πρόταση (2) μπορεί να μετατραπεί σε αναλυτική, σε λογική αλήθεια, αν αντικαταστήσουμε τους συστατικούς όρους της με τους συνώνυμούς τους, δηλαδή αν για παράδειγμα αντικαταστήσουμε τον όρο 'σύμφωνο’ με τον συνώνυμό του 'μη φωνήεν’.

Οι Quine και Goodman, δύο σύγχρονοι στοχαστές, επιχειρούν να προσβάλλουν την χρήση της συνωνυμίας, ως μη νόμιμη λογικά. Ο Quine αναφέρει ότι είναι αδύνατον να αντικαταστήσουμε έναν όρο με ένα συνώνυμό του, σε κάθε πρόταση που τον συναντάμε, χωρίς να αλλάξει η τιμή της αληθείας(η αλήθεια ή το ψεύδος μιας πρότασης).Επίσης σύμφωνα με τις προτάσεις (1) και (2), οι όροι ‘μη φωνήεν’ και ‘σύμφωνο ’ δεν είναι ισοδύναμοι, γιατί ο πρώτος περιλαμβάνει 8 γράμματα και ο δεύτερος 7.Επομένως και η πρόταση <<Το σύμφωνο έχει οκτώ γράμματα >>(αληθής) δεν είναι ισοδύναμη με την πρόταση <<Το μη φωνήεν έχει οκτώ γράμματα>>(ψευδής). Ο Goodman συμπληρώνει τον Quine και επισημαίνει ότι οι δύο γλωσσικές μορφές δεν μπορούν να είναι(λογικά)συνώνυμες, μόνο εάν έχουν και οι δύο την ίδια πρωτεύουσα προέκταση(τα αντικείμενα στα οποία αναφέρονται) και την ίδια δευτερεύουσα προέκταση(τυπωμένα γράμματα, παραστάσεις, σχέδια).Έτσι και οι όροι ‘μη φωνήεν’ και ‘σύμφωνο’ δεν είναι συνώνυμοι. Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, οι Quine και Goodman, καταλήγουν να πουν ότι μόνον οι λογικές αλήθειες ή επαναληπτικές προτάσεις (ο όρος που δηλώνει το κατηγορούμενο μιας πρότασης επαναλαμβάνει τον όρο που δηλώνει το υποκείμενο αυτής της πρότασης π.χ 'ουδέν μη φωνήεν γράμμα είναι φωνήεν’) είναι πράγματι αναλυτικές προτάσεις10
Ωστόσο, τα επιχειρήματα των Quine και Goodman,δεν είναι τόσο ορθά, ώστε να μπορέσουν να προσβάλουν σε τέτοιο βαθμό την καντιανή θεωρία για τις αναλυτικές προτάσεις, ώστε αυτή να απορριφθεί ολοκληρωτικά. Το πρόβλημα των επιχειρημάτων βρίσκεται κατά πρώτον στη βάση τους. Το συμπέρασμά τους, ότι μόνο οι λογικές αλήθειες ή επαναληπτικές προτάσεις, αποτελούν αναλυτικές προτάσεις, έρχεται σε αντίφαση με τη θεωρία του Goodman περί συνωνυμίας των όρων 2 προτάσεων όταν έχουν ίδιες πρωτεύουσες και δευτερεύουσες προεκτάσεις. Αν δεχτούμε τη θεωρία αυτή, αυτομάτως παρατηρούμε την ανυπαρξία επαναληπτικών ή λογικά αληθών προτάσεων, άρα αναλυτικών προτάσεων. Έτσι στην πρόταση ‘ουδέν μη φωνήεν γράμμα είναι φωνήεν', δεν έχουμε επαναληπτική πρόταση, γιατί σύμφωνα με τη θεωρία του Goodman^ λέξη φωνήεν που βρίσκεται έκτη στη σειρά δεν έχει καμία σχέση με την λέξη ‘φωνήεν' που βρίσκεται τρίτη. Δεν υπάρχει επανάληψη, ο όρος δηλαδή που δηλώνει το κατηγορούμενο δεν επαναλαμβάνει τον όρο που δηλώνει το υποκείμενο της πρότασης αυτής. Συνεπώς η πρόταση αυτή, σύμφωνα πάντοτε με τη θεωρία του Goodman, δεν είναι αναλυτική. Αν όμως υποθέσουμε, ότι η πρόταση αυτή δεν είναι αναλυτική, θα πρέπει να δεχθούμε ότι δεν υπάρχουν καθόλου αναλυτικές προτάσεις. Αυτή η ολοκληρωτική άρνηση για τη δυνατότητα τέτοιων προτάσεων γκρεμίζει το επιχείρημα του Goodman, αφού το επιχείρημα αυτό ορθώθηκε μόνο και μόνο για να κατοχυρωθεί η λογική δυνατότητα των αναλυτικών προτάσεων11

Επίσης , το επιχείρημα των Goodman και Quine, ότι ‘δύο εκφράσεις δεν είναι συνώνυμες γιατί δύο εκφράσεις δεν μπορούν να έχουν το ίδιο νόημα ' εύκολα αντικρούεται όταν αναλογιστούμε το εξής: Αν η συνωνυμία είναι αδύνατη, όπως ισχυρίζονται οι δύο σύγχρονοι ονομαστικοί που προανέφερα, τότε το γεγονός ότι δύο εκφράσεις δεν είναι δυνατόν να έχουν το ίδιο νόημα, δεν σημαίνει ότι δεν είναι συνώνυμες. Γιατί, αν δύο εκφράσεις που δεν έχουν το ίδιο νόημα σημαίνει ότι οι δύο εκφράσεις δεν είναι συνώνυμες ,τότε είναι σα να υποθέτουμε ότι η πρόταση ‘δύο εκφράσεις δεν είναι δυνατόν να έχουν το ίδιο νόημα ’ είναι συνώνυμη με την πρόταση ‘δύο εκφράσεις δεν είναι συνώνυμες'. Επομένως στην περίπτωση αυτή, γίνεται φανερό ότι κάνουμε χρήση της έννοιας της συνωνυμίας, που ο Quine και ο Goodman υπεστήριξαν ότι είναι αδύνατη ή νόθη.

Μολονότι η καντιανή ηθική θεωρία διατηρεί την ισχύ της απέναντι σε επιχειρήματα που διατυπώθηκαν εναντίον της, δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς το ίδιο για τα επιχειρήματα που διατείνονται εναντίον της ιδέας της κατηγορικής προσταγής του Καντ, τα οποία πηγάζουν από τα ίδια του τα παραδείγματα. Συγκεκριμένα ο Καντ μας καλεί να φανταστούμε έναν ταλαίπωρο άνθρωπο, που οι δυσκολίες, οι αναποδιές της ζωής, τα βάσανα, ο πόνος, οι αρρώστιες, τον έχουν φέρει στο έσχατο σημείο απόγνωσης. Ο άνθρωπος αυτός σκέφτεται μήπως θα ήταν καλύτερα να αυτοκτονήσει ή μήπως αξίζει να ζει ,παρόλες τις δυσκολίες. Θα πρέπει λοιπόν για να απαντήσει στο δίλημμα του πρέπει να σκεφτεί τι θα γινόταν αν όλοι οι άνθρωποι αποφάσιζαν να αυτοκτονήσουν. Προφανώς θα αφανιζόταν το ανθρώπινο γένος. Κανείς εχέφρων άνθρωπος πιστεύει ότι είναι προτιμότερος ο αφανισμός από τη διατήρηση της ζωής. Έτσι οφείλει ν’αποποιηθεί την ιδέα του αυτοχειριασμού13

Στην περίπτωση αυτή, το κριτήριο επιλογής του δυστυχούς ανθρώπου δεν είναι η καθαρή του βούληση, κάτι δηλαδή, που ο ίδιος ανεξάρτητα από οτιδήποτε έξω από αυτήν, έκρινε σαν ηθικά σωστό, αλλά μια σκοπιμότητα-η σκοπιμότητα της διατήρησης του ανθρωπίνου γένους-, η οποία βρίσκεται έξω από την καθαρή μορφή της βούλησής του. Ουσιαστικά ο Καντ προτείνει κάτι το οποίον έρχεται σε ευθείαν αντίθεση με την ηθική θεωρία του για την κατηγορική προσταγή, σύμφωνα με την οποία το κίνητρο κάθε πράξης μας πρέπει να προέρχεται από εμάς τους ίδιους, από την καθαρή μας βούληση. Η ελλοχεύουσα αυτή αντίφαση στην ηθική θεωρία του Καντ, μας θέτει μοιραία ενώπιον του ερωτήματος:ποια είναι τελικώς τα κίνητρα της ηθικής συμπεριφοράς μας: οι καθαρές προθέσεις μας ή τα αποτελέσματά μας;14

Ακόμη κι αν το εγχείρημα του Καντ να θεμελιώσει ένα ηθικό σύστημα καθολικό για όλα τα έλλογα δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τη μεγάλη συμβολή του στην καθιέρωση της έννοιας του Νόμου. Η έννοια αυτή πριν από τον Καντ, σε καμία ηθική θεωρία δε σημειώνει την παρουσία της με τόση αυστηρότητα, ούτε προβάλλει την αυθεντία της με τόσο σθένος. Ύστερα από τον Καντ δε μπορεί πια να λείπει από κανένα ηθικό σύστημα.

1. Immanuel Kant Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των Ηθών, μεταφ. Γιάννη Τζαβάρα, Αθήνα 1984, εκδ. Δωδώνη, σελ 56 σημ. 68: Κατά τον Καντ η Μεταφυσική ασχολείται με εκείνες τις γνώσεις, που μπορούν να επικυρωθούν από την εμπειρία, έστω κι αν είναι απριορικές (δηλαδή γνώσεις που δεν κατάγονται από την εμπειρία).
2. J.J.Rousseau  ‘Emile ou de l’éducation (Paris-F.Didot 1867) σελ.331-332 
3. Παπανούτσος,  Ε . : Ηθική,  Ίκαρος  Αθήνα 1949 
4. Julie ou la Nouvelle Heloise, p. VI, 1. 8( Oeuvres, Didier,  τόμ . II.  σελ.327) 
5. Le contrat social , 1. I, ch. VIII (Oeuvres, Didier,  τόμ . V,  σελ. 41) 
6,7,13,14. Παπανούτσος,  Ε . : Ηθική,  Ίκαρος  Αθήνα 1949 
8,9,10,11,12. Πελεγρίνης, Θεοδόσιος Ν. Πώς είναι  δυνατές οι προστακτικές,  Αθήνα 

Πηγή - Νικόλαος Μ. Σμυρνάκης
Αναρτήθηκε από:

"Το λουλούδι στην κρητική μαντινάδα"

πηγή :  http://www.facebook.com/photo.php?fbid=460728187295227&set=a.131715680196481.15167.108511895850193&type=1&theater 

 Μαντινάδες σαν λουλούδια

Με τη νέα της εργασία, η ερίτιμη κυρία Θεανώ Μεταξά, μια γνήσια κρητική ψυχή, γεμάτη από την ευγένεια και την αρχοντιά της κρητικής παράδοσης, έρχεται να μας θυμίσει το ύφος της αληθινής κρητικής μαντινάδας, μαζί με το παρθένο και μεθυστικό άρωμα των λουλουδιών της κρητικής γης. Η συλλογή της "Το λουλούδι στην κρητική μαντινάδα" είναι μια αληθινή ανθοδέσμη, που από χρόνια με μεράκι η ίδια σπουδάζει. Είναι ένα νοσταλγικό κέντρισμα της μνήμης των παλαιότερων και ένα μάθημα της γνήσιας κρητικής παράδοσης, για τους νεότερους.



σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Δημοκρατία

πηγή : http://www.nea-acropoli-ioannina.gr/diafora/h-dhmokratia.html

Αναδημοσίευση άρθρου από την Νέα Ακρόπολη

Η Δημοκρατία

Αν ανατρέξουμε στην ετυμολογία του όρου, θα δούμε ότι η λέξη δημοκρατία προέρχεται από τις λέξεις δήμος και κρατώ. Δημοκρατία επομένως είναι εκείνο το πολίτευμα που η εξουσία βρίσκεται στα χέρια του δήμου.

Μητέρα της Δημοκρατίας θεωρείται η Ελλάδα, και για αυτό το λόγο θα ανατρέξουμε στην αρχαία Ελλάδα, για να δούμε πώς εννοούσαν οι πρόγονοί μας το δημοκρατικό πολίτευμα. Φυσικά, η δημοκρατία και στην αρχαία Ελλάδα πέρασε από διάφορα στάδια. Εμείς όμως θα πάμε στην εποχή εκείνη που η δημοκρατία φτάνει στην ακμή της, σε εκείνη την εποχή που πολλοί ύμνησαν, και που ακόμη και σήμερα αποτελεί πρότυπο για τα δημοκρατικά κράτη, στο χρυσό αιώνα του Περικλή.

Είναι πραγματικά πολλοί εκείνοι που έγραψαν για το δημοκρατικό πολίτευμα της εποχής του Περικλή, αλλά ίσως ο πιο χαρακτηριστικός από όλους, εκείνος που πραγματικά υπήρξε ένας εραστής της δημοκρατίας και θαυμαστής της προσωπικότητας του Περικλή, είναι ο Θουκυδίδης. Ο Επιτάφιός του, είναι φαινομενικά αφιερωμένος στους νεκρούς του πρώτου έτους του Πελοποννησιακού πολέμου, στην πραγματικότητα όμως είναι ένας ύμνος στη δημοκρατία της Αθήνας. Ο ίδιος βέβαια ο ιστορικός, σκιαγραφώντας το πορτρέτο του Περικλή, λέει ότι δημοκρατία λεγόταν βέβαια το πολίτευμα, αλλά στην πραγματικότητα ήταν η εξουσία του πρώτου άντρα της πόλης, του Περικλή. Εκείνου που αγαπούσε πολύ την Αθήνα και που φρόντιζε να την οδηγεί πάντα στο σωστό δρόμο, ακόμη κι αν χρειαζόταν για αυτό να πει στους συμπολίτες του πράγματα που δεν τους άρεσαν και που δεν ήθελαν να ακούσουν. Γιατί τον Περικλή, όπως θα έπρεπε να συμβαίνει με κάθε καλό πολιτικό, δεν τον ενδιέφερε, όπως λέει ο ιστορικός, να κολακεύει το πλήθος, αλλά να υπηρετήσει όσο πιο σωστά μπορούσε την πατρίδα του. Ήταν πραγματικά ένας χαρισματικός ηγέτης, που ήξερε το σωστό και μπορούσε να πείσει το λαό της Αθήνας για αυτό.

Ο Περικλής, διαθέτοντας την επιβολή που αντλούσε από το κύρος του και την πνευματική του υπεροχή και επειδή είχε αποδειχτεί αναμφισβήτητα εντελώς αδωροδόκητος, κρατούσε χωρίς καταναγκασμό το λαό στην εξουσία του δεν ήταν το πλήθος που του επέβαλε τις αποφάσεις, αλλά περισσότερο αυτός το καθοδηγούσε. Και αυτό, γιατί η πολιτική του δύναμη δεν προερχόταν από άπρεπες πηγές, ώστε να νιώθει την ανάγκη να τους μιλά κολακευτικά, αλλά το κύρος του τού έδινε τη δυνατότητα να λέει σε ορισμένα θέματα τα αντίθετα, ώστε να προκαλεί την οργή τους. Έτσι, όποτε αντιλαμβανόταν ότι από υπερβολική αλαζονεία που δεν ταίριαζε στην περίπτωση έδειχναν θρασύτητα, με τις δημηγορίες του τους τιθάσευε ώστε να φοβηθούν. Κι όταν πάλι τους έπιανε παράλογος φόβος, αναστήλωνε ξανά το ηθικό τους. Λοιπόν, το όνομα του πολιτεύματος ήταν βέβαια δημοκρατία, όμως την εξουσία στην πραγματικότητα ασκούσε ο πιο άξιος πολίτης.

Βασικές αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος της αρχαίας Ελλάδας ήταν η ισονομία, η αξιοκρατία, η ελευθερία λόγου. Και πάνω από όλα σε εκείνο το δημοκρατικό πολίτευμα έμπαινε το κοινό καλό. Γνήσιο δημοκρατικό πολίτευμα είναι εκείνο που βάζει πάνω από το ατομικό το κοινό καλό και συγχρόνως δίνει τη δυνατότητα στο άτομο να αναπτυχθεί και να ευημερήσει.

Όλοι οι πολίτες ήταν ίσοι απέναντι στους νόμους. Όλοι είχαν τα ίδια δικαιώματα, αλλά και όλοι είχαν την ύψιστη υποχρέωση να τιμούν και να σέβονται τους νόμους. Γιατί μέλημα του νόμου είναι η διασφάλιση του κοινού συμφέροντος. Οι νόμοι είναι δίκαιοι και για αυτό οι πολίτες τηρούν αυτούς τους νόμους, όχι από το φόβο της ποινής, αλλά από σεβασμό και απέναντι σε αυτούς που κάθε φορά βρίσκονται στην εξουσία και απέναντι στους νόμους, τόσο τους γραπτούς όσο και τους άγραφους, και κυρίως, όπως λέει ο Θουκυδίδης, απέναντι σε εκείνους τους νόμους που έχουν θεσπιστεί για την προστασία των αδικημένων. Πρώτος υπηρέτης των νόμων οφείλει να είναι ο κυβερνήτης της πόλης.

Ο Αριστοτέλης, στα Πολιτικά του, αναφερόμενος στα είδη της δημοκρατίας, λέει ότι υπάρχει μια μορφή δημοκρατίας, στην οποία υπέρτατη αρχή είναι ο νόμος, ενώ σε άλλο είδος, υπέρτατη αρχή είναι ο λαός. Σχετικά με αυτό το δεύτερο είδος αναφέρει: «είναι η περίπτωση κατά την οποία τα ψηφίσματα έχουν μεγαλύτερη ισχύ από το νόμο αυτό συμβαίνει στην πόλη όταν υπάρχουν και δρουν δημαγωγοί. Στις δημοκρατικές πόλεις που κυβερνιούνται κατά το νόμο, δεν κάνει ποτέ την εμφάνισή του ο δημαγωγός, αλλα είναι οι άριστοι πολίτες που έχουν την πρωτοκαθεδρία. Οι δημαγωγοί κάνουν την εμφάνισή τους εκεί όπου οι νόμοι δεν αποτελούν την υπέρτατη αρχή».

Όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα να αναλάβουν αξιώματα, χωρίς να παίζει ρόλο η κοινωνική τους καταγωγή ή η οικονομική τους κατάσταση. Αυτή η αρχή βέβαια συνδέεται πολύ στενά με την αρχή της αξιοκρατίας. Ο καθένας πολίτης έχει τη θέση εκείνη που του αρμόζει μέσα σε μια δημοκρατική πολιτεία. Ολόκληρη η πολιτεία μπορεί να λειτουργεί σωστά, αν βρίσκεται ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση.

Άλλη βασική αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η ελευθερία λόγου. Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τα δηλώσουν αυτή την έννοια τις λέξεις ισηγορία και παρρησία. Ο Ισοκράτης στο λόγο του «Περί Ειρήνης», που είναι γραμμένος σε μια εποχή που το δημοκρατικό πολίτευμα μαστίζεται από τους δημαγωγούς και βρίσκεται στην παρακμή του, κατηγορεί τους Αθηναίους γιατί έχουν μεν ισηγορία αλλά δεν υπάρχει παρρησία. Ισηγορία είναι το δικαίωμα που έχουν όλοι οι πολίτες να αγορεύσουν, να μιλήσουν στην Εκκλησία του Δήμου. Η παρρησία όμως είναι κάτι παραπάνω από την ισηγορία. Παρρησία είναι το δικαίωμα του πολίτη να μπορεί όχι απλώς να έχει το λόγο, αλλά να εκφράσει τη γνώμη του ελεύθερα, ακόμη και αν αυτή δεν είναι σύμφωνη με τη γνώμη των άλλων. Γιατί δεν έχει πραγματικά κανένα νόημα να πει κανείς τη γνώμη του, αν δεν μπορεί να εκφράσει ελεύθερα αυτό που πραγματικά πιστεύει χωρίς να αποδοκιμάζεται από τους άλλους για αυτό. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει μια ευρύτητα πνεύματος τέτοια, που να μπορεί να δεχτεί το διαφορετικό, το αντίθετο.

Κι εδώ αξίζει να θυμηθούμε εκείνα τα πολύ γνωστά λόγια του Βολταίρου «Δεν πιστεύω ούτε μια λέξη απο όσα λες αλλά θα υπερασπίζω ακόμη και με τη ζωή μου το δικαίωμά σου ελεύθερα να λες όσα πρεσβεύεις». Δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς την ελεύθερη διακίνηση ιδεών, χωρίς το αναφαίρετο δικαίωμα του ανθρώπου να λέει αυτό που πραγματικά πιστεύει, χωρίς να κινδυνεύει να κατηγορηθεί για αυτό ή να του βάλουν μια ταμπέλα που τον δυσφημεί. Η πραγματική ελευθερία είναι η πνευματική. Το σώμα μπορεί να σκλαβώνεται αλλά το πνεύμα όχι. Και δυστυχώς, πολλούς αιώνες μετά από εκείνη τη χρυσή εποχή του Περικλή, η ιστορία της ανθρωπότητας γράφεται με μαύρο μελάνι, όταν το πνεύμα φυλακίζεται στο πρόσωπο κάποιων ανθρώπων που μπορούν να χαρακτηριστούν μάρτυρες της ελεύθερης σκέψης, όπως είναι ο Τζορντάνο Μπρούνο, ο φιλόσοφος της Αναγέννησης που κάηκε στην πυρά, επειδή είχε το θάρρος να πει ελεύθερα αυτά που πίστευε και τα οποία η επιστήμη επιβεβαίωσε αργότερα. Αλλά μήπως παρόμοιο τέλος δεν είχε και ο Σωκράτης; Καταδικάστηκε να πιει το κώνειο, για να αναγνωριστεί αργότερα ως ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους όλων των εποχών. Και θα μπορούσε να το έχει αποφύγει. Αλλά θέλησε να μείνει πιστός στους νόμους της πατρίδας του και στη διδασκαλία του, δίνοντας έτσι το παράδειγμα και την απόδειξη ότι η διδασκαλία του δεν ήταν μια σκέτη θεωρία αλλά ένας τρόπος ζωής.

Στην εποχή μας, που πλέον τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι αναγνωρισμένα σε όλες τις δημοκρατικές χώρες του κόσμου, περισσότερο από θεωρία χρειαζόμαστε την πρακτική εφαρμογή, που είναι θέμα όλων μας.

Ένα σωστό δημοκρατικό πολίτευμα πρέπει να φροντίζει για το κοινό καλό, αναγνωρίζοντας και προστατεύοντας συγχρόνως τα δικαιώματα του ανθρώπου - πολίτη του. Αν η Αθήνα κατάφερε να φτάσει σε τέτοιο σημείο ακμής την εποχή του Περικλή ήταν γιατί η σχέση πόλης-πολίτη ήταν αλληλένδετες. Ένας υπεύθυνος και σωστά διαμορφωμένος πολίτης τοποθετεί το καλό του συνόλου πάνω από το δικό του συμφέρον, επειδή καταλαβαίνει ότι αν το σύνολο δεν ευημερεί, μακροπρόθεσμα ούτε ο ίδιος θα ευημερεί. Και πάνω από όλα καταλαβαίνει ότι η δική του συμβολή είναι σημαντικότατη.

Η δημοκρατία χρειάζεται υπεύθυνους πολίτες. Πολίτες που να αναλαμβάνουν το μερίδιο της ευθύνης τους για όσα γίνονται, πολίτες που καταλαβαίνουν ότι δεν έχουν μόνο δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις και που κατανοούν σωστά το πνεύμα του εθελοντισμού σαν μια ανιδιοτελή προσφορά προς την κοινωνία. Πολίτες με ευρύτητα πνεύματος, απαλλαγμένους από φανατισμό, που ξέρουν να σέβονται την προσωπικότητα του διπλανού τους και να του αναγνωρίζουν το δικαίωμα να είναι διαφορετικός από αυτούς. Και από την άλλη μεριά, η πολιτεία οφείλει να σέβεται τους πολίτες της και να φροντίζει για το καλό όλων. Να δίνει σε όλους χωρίς διάκριση το δικαίωμα να μορφωθούν και να αναπτυχθούν ως προσωπικότητες. Να παρέχει ευκαιρίες για όλους και να στηρίζεται στην αξιοκρατία. Καθένας έχει μια θέση, ανεξάρτητα από το ποια είναι αυτή, στην οποία μπορεί να αποδώσει καλύτερα και να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο.

Η ανθρωπότητα έχει κάνει μεγάλα βήματα. Πολλές φορές βέβαια η ιστορία της μας δείχνει ότι έχει κάνει και βήματα που την οδηγούν προς τα πίσω αντί να την πάνε μπροστά. Το πού βαδίζουμε είναι υπόθεση όλων μας. Είναι υπόθεση όλων των υπεύθυνων ανθρώπων που ξέρουν πού βρίσκονται, ξέρουν τι θέλουν και έχουν τα θεμιτά μέσα για να το καταφέρουν. Είναι υπόθεση όλων εκείνων που ξέρουν να πατούν σταθερά στη γη και να ατενίζουν το ίδιο σταθερά τον ουρανό που βρίσκεται πάνω τους. Όλων εκείνων που είναι πραγματικά Άνθρωποι.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Θουκυδίδη Ιστορία, Βιβλίο Β
2. Αριστοτέλη Πολιτικά, Βιβλίο Δ.

Δημοφιλείς αναρτήσεις