Εἶναι
ἑδραιωμένη στὴν κοινωνία μας ἡ πεποίθηση ὅτι ἡ ἀλλαγὴ εἶναι συνώνυμη μὲ
τὴν πρόοδο. Οἱ κυβερνήσεις ἐπανειλημμένα τὸ διακηρύσσουν καὶ πολλοὶ
ἄνθρωποι φαίνεται νὰ τὸ ἐνστερνίζονται ὡς φιλοσοφία ζωῆς.
Πρόκειται,
βέβαια, γιὰ ἀνοησία. H ἀλλαγὴ δὲν εἶναι πάντα καλή. Καὶ οἱ πρόσφατες
ἔρευνες ποὺ δείχνουν ὅτι εἴμαστε λιγότερο εὐτυχισμένοι ἀπ’ ὅ,τι στὸ
παρελθὸν ὑποδηλώνουν μία βαθύτερη δυσφορία στὴν καρδιὰ τῆς δυτικῆς
κοινωνίας...
Τὰ εὑρήματα
αὐτὰ δὲν προκαλοῦν ἔκπληξη. Ἡ ἴδια ἡ ἰδέα γιὰ τὸ τί σημαίνει ἄνθρωπος
καὶ ποιές εἶναι οἱ συνθῆκες μέσα στὶς ὁποῖες εὐδοκιμοῦν οἱ ἀνθρώπινες
ἰδιότητες, ἔχει διαβρωθεῖ. O λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο αἰσθανόμαστε λιγότερο
εὐτυχεῖς ἀπ’ ὅσο ἄλλοτε εἶναι ὅτι ἡ οἰκειότητα στὴν ὁποία στηρίζεται ἡ
αἴσθηση εὐζωίας –προϊὸν τῶν πιὸ στενῶν, τῶν πιὸ προσωπικῶν μας σχέσεων,
ἰδίως μέσα στὴν οἰκογένεια– ἀποδυναμώνεται. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἄποψη, τρεῖς
τάσεις ἀλλάζουν σὲ βάθος τὴ φύση τῶν κοινωνιῶν μας.
Πρῶτα
πρῶτα, ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἀτομικισμοῦ, ποὺ πρωτοεκδηλώθηκε τὴ δεκαετία τοῦ
’60, ἔκανε τὸν ἑαυτὸ κυρίαρχο ἐνδιαφέρον καὶ γενικὸ σημεῖο ἀναφορᾶς, ἐνῶ
οἱ προσωπικὲς ἀνάγκες τοῦ καθενὸς ἔγιναν ἡ τελικὴ δικαιολόγηση τῶν
πάντων. Ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τοῦ ἐγωισμοῦ.
Δεύτερον,
ἔχουμε τὴν ἀμείλικτη ἐξάπλωση τῆς ἀγορᾶς σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς
κοινωνίας. Ἡ ἐμπορευματοποίηση τῶν πάντων ἔχει κάνει τὴν κοινωνία, καὶ
τὸν καθένα ἀπό μᾶς, πιὸ ἀνταγωνιστικούς. Ἡ λογική τῆς ἀγορᾶς δὲν ἀφορᾶ
μόνο τὴν ἰδεολογία τῶν νεοφιλελεύθερων ἀλλὰ ἔχει γίνει πλέον
οἰκουμενική, τὸ κριτήριο ποὺ χρησιμοποιοῦμε ὄχι μόνο γιὰ τὴ δουλειά μας
καὶ ὅταν ψωνίζουμε, ἀλλὰ καὶ ὅσον ἀφορᾶ τὸν πιὸ ἐνδόμυχο ἑαυτό μας, τὶς
πιὸ προσωπικὲς σχέσεις μας. Οἱ προφῆτες ποὺ ἐξήγγειλαν τὴν ἐπανάσταση
τῆς ἀγορᾶς τὴν εἶδαν σὲ ἀντιπαλότητα μὲ τὸ κράτος: στὴν πραγματικότητα,
ἀποδείχτηκε πολὺ πιὸ ὕπουλη ἀπὸ αὐτό, διαβρώνοντας τὴν ἴδια τὴν ἔννοια
τοῦ τί σημαίνει νὰ εἶσαι ἄνθρωπος. Τὸ πιστεύω τοῦ «ἐγώ», ἀδιάσπαστα
δεμένο μὲ τὸ εὐαγγέλιο τῆς ἀγορᾶς, ἔχει αἰχμαλωτίσει τὴν οὐσία τῆς ζωῆς
μας.
Τρίτον, ἔχουμε τὴν
ἀνάπτυξη τῶν τεχνολογιῶν ἐπικοινωνίας, εἰδικότερα τῶν κινητῶν τηλεφώνων
καὶ τοῦ διαδικτύου, οἱ ὁποῖες συρρικνώνουν τὸν ἰδιωτικό μας χῶρο καὶ
ἐπιταχύνουν τὸν ρυθμὸ τῆς ζωῆς. Βέβαια, ἐξακολουθοῦμε νὰ εἴμαστε
κοινωνικὰ ζῶα. Ἀπολαμβάνουμε πολὺ περισσότερες σχέσεις ἀπ’ ὅσες ἄλλοτε.
Ὅμως ἡ ποσότητα δὲν σημαίνει ποιότητα. Οἱ σχέσεις μας μπορεῖ νὰ εἶναι
πιὸ κοσμοπολίτικες ἀλλὰ γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ρηχὲς καὶ προσωρινές. Ἡ
κοινωνική μας ζωὴ ἔχει φτάσει νὰ μιμεῖται τοὺς ρυθμοὺς καὶ τὰ
χαρακτηριστικά τῆς ἀγορᾶς. Στὸ μεταξύ, ἡ οἰκογένεια – ἡ ἕδρα τῶν βασικῶν
διὰ βίου σχέσεών μας – γίνεται ἕνας ὅλο καὶ ἀσθενέστερος θεσμός: οἱ
ἐκτεταμένες οἰκογένειες λιγοστεύουν, οἱ πυρηνικὲς οἰκογένειες γίνονται
ὅλο καὶ πιὸ μικρὲς καὶ βραχύβιες, σχεδὸν οἱ μισοὶ γάμοι καταλήγουν σὲ
διαζύγιο καὶ οἱ περισσότεροι γονεῖς περνοῦν λιγότερο καιρὸ μὲ τὰ παιδιά
τους προσχολικῆς ἡλικίας.
Ἡ
κεντρικὴ ἕδρα τῆς οἰκειότητας εἶναι ἡ οἰκογένεια – ὅπως ἐκφράζεται στὶς
σχέσεις τοῦ ζευγαριοῦ καὶ ἀνάμεσα σὲ γονεῖς καὶ παιδιά. Ἡ οἰκειότητα
ἀναπτύσσεται σὲ συνάρτηση μὲ τὸ χρόνο καὶ τὴ διάρκεια. Στηρίζεται στὴν
ἀμοιβαιότητα καὶ τὴν ἄνευ ὅρων ἀφοσίωση. Ἔχει τὶς ρίζες της στὴν
ἐμπιστοσύνη. Καὶ εἶναι ἑπομένως ἀπὸ τὴ φύση της ἀντίθετη πρὸς τὶς ἀξίες
ποὺ προωθεῖ ἡ ἀγορά.
Οἱ
νέες αὐτὲς κυρίαρχες ἀξίες διαβρώνουν καὶ τὶς πιὸ στενὲς προσωπικές μας
σχέσεις. Ὑπάρχει μιὰ ὁλοένα ἰσχυρότερη τάση νὰ μετρᾶμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴ
σωματικὴ συνεύρεση μὲ τὰ κριτήρια τῆς καταναλωτικῆς κοινωνίας –
καινοτομία, ποικιλία, διαθεσιμότητα. Ἡ κατ’ ἐξακολούθηση πολυγαμία ἔχει
γίνει τρόπος ζωῆς. Τὸ σὲξ ἔχει ἀποκτήσει κυρίαρχη σπουδαιότητα, ἂν
κρίνουμε ἀπὸ τὴν πληθώρα τῶν ἄρθρων στὸν τύπο, γιὰ νὰ μὴ μιλήσουμε γιὰ
τὸ διαδικτυακὸ πορνό. Καὶ εἶναι ἑπόμενο ἡ ἀγάπη – ποὺ ἀνήκει περισσότερο
στὴ σφαίρα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ πνεύματος παρὰ τοῦ σώματος – νὰ γίνεται
ὅλο καὶ πιὸ φευγαλέα.
Ἐκεῖνο
ὅμως ποὺ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ περισσότερο εἶναι ἡ χειροτέρευση τῆς
σχέσης γονιοῦ-παιδιοῦ. Τῆς σχέσης ποὺ εἶναι τὸ λίκνο τῶν πάντων, τὸ
σχολεῖο ὅπου μαθαίνουμε τὸ αἴσθημα ἀσφάλειας, τὴν ταυτότητά μας καὶ τὰ
συναισθήματά μας, τὴν ἱκανότητα νὰ ἀγαπᾶμε, νὰ μιλᾶμε καὶ νὰ ἀκοῦμε, νὰ
εἴμαστε ἀνθρώπινοι.
Ἡ
σχέση γονιοῦ-παιδιοῦ, καὶ ἰδιαίτερα μητέρας-παιδιοῦ, ἔρχεται σὲ πλήρη
ἀντίθεση μὲ ὅλους τοὺς νόμους τῆς ἀγορᾶς. Εἶναι ἄνιση, χωρὶς νὰ ἀπαιτεῖ
ἀνταπόδοση γιὰ τὶς θυσίες. Ἀντίθετα, ὁ μόνος τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τὰ
παιδιὰ μποροῦν νὰ ἀνταποδώσουν ὅσα ἔχουν πάρει ἀπὸ τοὺς γονεῖς εἶναι
μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ δίνουν, καὶ τὶς θυσίες ποὺ κάνουν, γιὰ τὰ δικά
τους παιδιά.
Κι ὅμως αὐτὴ ἡ
πιὸ πολύτιμη ἀπ’ ὅλες τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις ὑπονομεύεται καὶ
τιμωρεῖται. Καθὼς οἱ γυναῖκες ἔχουν φτάσει νὰ συμμετέχουν στὴν ἀγορὰ
ἐργασίας ὅσο καὶ οἱ ἄνδρες, ἀντιμετωπίζουν ὅλο καὶ μεγαλύτερη στενότητα
χρόνου, μὲ βαθιὲς συνέπειες γιὰ τὴν οἰκογένεια καὶ ἰδίως τὰ παιδιά. Τὰ
ποσοστὰ γεννητικότητας ἔχουν πέσει κατακόρυφα. Ἡ θεμελιωδέστερη
ἀνθρώπινη λειτουργία, ἡ ἀναπαραγωγή, πολιορκεῖται ἀπὸ τὶς ἀξίες τοῦ
ἀτομικισμοῦ. Τὰ ζευγάρια εἶναι ὅλο καὶ πιὸ ἀπρόθυμα νὰ κάνουν τὶς θυσίες
χρόνου, χρήματος καὶ ἀφοσίωσης ποὺ ἀπαιτεῖ ἡ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν.
Οἱ
γονεῖς περνοῦν τώρα λιγότερο καιρὸ μὲ τὰ βρέφη καὶ τὰ νήπιά τους. Οἱ
συνέπειες εἶναι ἤδη ἐμφανεῖς στὰ σχολεῖα. Σὲ μιὰ μελέτη ποὺ δημοσιεύτηκε
ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο Παιδείας πέρσι, οἱ δάσκαλοι ὑποστηρίζουν ὅτι τὰ μισὰ
παιδιὰ ξεκινοῦν τώρα τὸ σχολεῖο χωρὶς νὰ μποροῦν νὰ μιλήσουν μὲ
εὐκρίνεια καὶ νὰ γίνουν κατανοητά, χωρὶς νὰ μποροῦν νὰ ἀνταποκριθοῦν σὲ
ἁπλὲς ὁδηγίες, νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ ὄνομά τους ἤ νὰ μετρήσουν ὣς τὸ πέντε.
Γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἱκανοποιήσουμε τὶς ἀνάγκες μας, παραμελοῦμε τὰ
παιδιά μας, ὑποκαθιστοῦμε τὸ χρόνο μας κοντά τους πληρώνοντας ἄλλους,
ἐνῶ ἡ τηλεόραση καὶ τὰ βιντεοπαιχνίδια χρησιμοποιοῦνται σὰν μέσα
ἀπασχόλησης τῶν παιδιῶν. Καὶ τὸ πρόβλημα ὑπάρχει σὲ ὅλες τὶς κοινωνικὲς
τάξεις. Οἱ «πλούσιοι σὲ χρῆμα-φτωχοὶ σὲ χρόνο» ἐπαγγελματίες εἶναι μία
ἀπὸ τὶς ὁμάδες ποὺ τὶς ἀφορᾶ ἰδιαίτερα. Ὁ χρόνος εἶναι τὸ σημαντικότερο
δῶρο ποὺ μπορεῖ ἕνας γονιὸς νὰ κάνει στὸ παιδί του – κι ὅμως ὁ χρόνος
εἶναι αὐτὸ ποὺ εἴμαστε λιγότερο πρόθυμοι νὰ δώσουμε.
Εἶναι
ἀδύνατον νὰ προβλέψουμε τὶς ἀκριβεῖς συνέπειες, ὡστόσο ἡ μείωση τῆς
συναισθηματικῆς εὐφυΐας καὶ τὰ προβλήματα συμπεριφορᾶς φαίνονται
ἀναπόφευκτα. Ὡστόσο, ἡ ἔλλειψη οἰκειότητας δὲν πλήττει μόνο τὶς
ἀνθρώπινες σχέσεις. Μειώνεται ὅλο καὶ περισσότερο ἡ ἐξοικείωσή μας μὲ
τὴν ἴδια τὴν ἀνθρώπινη κατάσταση. Πολλοὶ ὑποστηρίζουν ὅτι τὰ MME μᾶς
ἔχουν προσφέρει πολλὴ γνώση. Τὸ πρόβλημα εἶναι ὅτι αὐτὰ ποὺ μαθαίνουμε
ἀπὸ τὰ MME ἔχουν ἐλάχιστη σχέση μὲ τὴν προσωπικὴ ἐμπειρία καὶ μὲ τὴ
γνώση τῆς πραγματικότητας ποὺ μεταφέρεται ἀπὸ τὴν ἑδραιωμένη κοινότητα,
τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ξέρουμε καὶ ἐμπιστευόμαστε. Ἡ κοινωνία ἔχει κινηθεῖ
πρὸς τὴν ἀντίθετη κατεύθυνση, πρὸς μιὰ ἐφηβικὴ κουλτούρα ποὺ περιφρονεῖ
τὴν ἡλικία καὶ τὴν πείρα. Ἡ σχέση μας μὲ τὶς πιὸ βασικὲς ἐμπειρίες τῆς
ζωῆς ἀποκτᾶ σὲ ὅλο καὶ μεγαλύτερο βαθμὸ ἡδονοβλεπτικὸ χαρακτήρα.
Ὁ
θάνατος, γιὰ παράδειγμα, προσφέρεται σὲ ἀφθονία πρὸς κατανάλωση ἀπὸ τὰ
MME, γυμνὸς ἀπὸ κάθε πόνο, ἀνάμεσα σὲ κουτσομπολιὰ καὶ δελτία καιροῦ.
Δὲν ὑπάρχει χρόνος γιὰ νὰ σκεφτεῖς τί ἔχει συμβεῖ, νὰ συμπονέσεις, νὰ
συγκινηθεῖς. Ἄλλωστε ὁ πόνος εἶναι κάτι ποὺ πρέπει νὰ ἀποφεύγεται, νὰ
κρύβεται, νὰ «διασκεδάζεται» – εἶναι ντικαταναλωτικός.
Ἡ
παρακμὴ τῆς κοινότητας καὶ ἡ κυριαρχία τῶν MME ὁδηγεῖ σὲ
ἀπευαισθητοποίηση, σὲ ἀποξένωση ἀπὸ τὰ θεμελιώδη συναισθήματα χωρὶς τὰ
ὁποῖα δὲν ἔχουμε τὴ δυνατότητα νὰ καταλάβουμε τὸ νόημα τῆς ζωῆς: δὲν
ὑπάρχουν κορυφὲς χωρὶς χαράδρες. Τί μπορεῖ νὰ γίνει, λοιπόν; Ἴσως ὄχι
πολλά. Ὅμως ἡ παρατήρηση δὲν χάνει τὴν ἀξία της. Ὑπάρχει, μήπως, τίποτα
πιὸ σημαντικὸ ἀπὸ τὴν ἀνθρωπιά μας; Ἂν ἀρκετοὶ ἄνθρωποι
συνειδητοποιήσουν τί συμβαίνει, ἴσως μπορέσουμε νὰ ἀνακτήσουμε λίγο ἀπὸ
τὸν χαμένο ἑαυτό μας.
πηγή: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_01/01/2005_128894