Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Tζορτζ Μπέρναρντ Σω


Ο Tζορτζ Μπέρναρντ Σω (Αγγλικά: George Bernard Shaw) (1856-2-11-1950) ήταν Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1925.

«Δεν ξέρω αν γεννήθηκα τρελός ή ελαφρόμυαλος, η αλήθεια είναι ότι η βασιλεία μου, δεν ήταν του κόσμου τούτου. Ένοιωθα απόλυτα κύριος και αυτεξούσιος μόνο στο βασίλειο της φαντασίας μου και μόνο κοντά στους μεγάλους νεκρούς γνώρισα αληθινή φιλική ατμόσφαιρα». Έτσι είπε κάποτε αυτοχαρακτηριζόμενος ο μεγάλος Ιρλανδός που η γενιά του κρατούσε από τον Μακντώφ, όπως πίστευε, το γνωστό Σαιξπηρικό ήρωα του Μάκβεθ.[1]

Ο κορυφαίος Ιρλανδός δραματουργός γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου 1856, στην κρεβατοκάμαρα του πατρικού του σπιτιού στην οδό Synge 33, στο Δουβλίνο και πέθανε το 1950 στο Έυγιοτ Σαιντ Λώρενς του Χέρντφορντσαιρ (Ayot St Lawrence in Hertfordshire), στην Αγγλία. Από μικροαστική οικογένεια προτεσταντών: τον Τζορτζ Καρρ Σω (George Carr Shaw), (1814-1885), αποτυχημένο έμπορο και αλκοολικό, και τη Ελισσάβετ Γκέρλυ (Lucinda Elizabeth Gurly) (1830-1913), επαγγελματία τραγουδίστρια, μαθήτρια του Βάνταλερ Λη (George John Vandeleur Lee) και δασκάλα φωνητικής. Ο Τζορτζ Καρρ Σω κατήγετο από μία οικογένεια που εγκαταστάθηκε ίσως στην Ιρλανδία στο τέλος του 17ου αιώνα. Η οικογένεια των Σω αρκετά αξιοσέβαστη, έχει να επιδείξει τραπεζίτες, κληρικούς, δημόσιους υπαλλήλους και Βαρωνέτους ακόμα, για να μην αναφέρουμε και πολλά άλλα αξιώματα, που οι διάφοροι Σω κατά καιρούς απέκτησαν.

Από μικρός κατάλαβε τη δύναμη που έχει η μοναξιά που βοηθάει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και του χαρακτήρα. Τον ευχαριστούσε ο τακτικός απογευματινός περίπατος με την υπηρέτρια του σπιτιού και οι επισκέψεις που έκαναν μαζί σε σπίτια φίλων της. Θλιβερά ανήλια σπίτια ανθρώπων, που τους μάστιζε η φτώχεια. Από τότε όπως είπε και ο ίδιος «Μεγάλωνε μέσα μου η απόφαση ν' αγωνιστώ με όλα μου τα μέσα για την καταπολέμηση της δυστυχίας, για την ανακούφιση της τάξεως των φτωχών και πασχόντων»[1]. Η περιορισμένη ζωή, οι οικογενειακές στενοχώριες και η έλλειψη κάθε ψυχαγωγίας και τέρψης χαλύβδωναν τον Σω. Το παράδειγμα του πατέρα του ήταν για αυτόν οδηγός, είχε μάθει πως ήταν αρκετό να μπορείς να βρίσκεις ακόμα και σε ένα θλιβερό γεγονός την κωμική του πλευρά για να μην κυριέψει την ψυχή σου ποτέ η απογοήτευση. Πίστεψε ότι στη ζωή δεν υπάρχουν μεγάλες ανθρώπινες τραγωδίες αλλά καταστάσεις τραγικοποιημένες από την ανθρώπινη υπερβολή. Κάτω από αυτό το πρίσμα θα δει αργότερα και τους ήρωες των Ελλήνων τραγικών, όπως και τους Σεξπιρικούς ήρωες. Αυτός ήταν και ο λόγος που απέφυγε να δώσει τραγικό βάρος στα έργα του, ήταν βέβαιος πως η τραγικότητα, αν υπάρχει, μπορεί να φανεί και στο απλούστερο καθημερινό γεγονός χωρίς να έχει ανάγκη από υπερβολικές, απίθανες και εξωανθρώπινες καταστάσεις.

Στα 5 του χρόνια, διάβασε την πρώτη του εφημερίδα και ήρθε σε επαφή με τον εξωτερικό κόσμο. Αυτό συνέβη το 1861, όταν οι εφημερίδες ανήγγειλαν το θάνατο του πρίγκιπα Αλβέρτου. Αργότερα ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος και άλλα γεγονότα της ίδιας εποχής τράβηξαν το ενδιαφέρον του. Σε πολύ μικρή ηλικία ο Σω πήγαινε τακτικά στην εκκλησία και παρακολουθούσε τα μαθήματα του Κυριακάτικου σχολείου. Όμως γρήγορα έδωσε τέλος σε αυτή την συνήθεια, την υποχρεωτική και επί το πλείστον άχρηστη θητεία, όπως ο ίδιος έλεγε και τη θέση της πήραν περίπατοι και ξέγνοιαστες ημέρες κάτω από τον πρωινό Κυριακάτικο ήλιο. Αργότερα έγραψε κάτι πολύ τολμηρό «Αν οι εκκλησίες ήθελαν να εκτελούν το προορισμό τους, έπρεπε χωρίς άλλο να μετατραπούν αυτόματα σε κέντρα ψυχαγωγίας των εργαζομένων, που θα προσέφεραν σε κατάλληλες ώρες μουσική, κλασσική ή χορευτική, θα οργάνωναν ακόμα και θεατρικές παραστάσεις και θα είχαν και ευχάριστα παιχνίδια από αυτά που αγαπούν οι νέοι τις ώρες της σχόλης τους. Τώρα, ίσως ο επίσκοπος του Λονδίνου με αφορίσει, είμαι όμως βέβαιος πως αν εφαρμοζόταν το σύστημα που προτείνω, ο μισθός του θα ήταν πάλι ο ίδιος, όπως και τώρα. Δεν θα είχε λοιπόν να πάθει καμία ζημιά»[1]

Στα 16 του, η μητέρα εγκατέλειψε τον άντρα της, μετακόμισε στο Λονδίνο κι έζησε μαζί με το Λη και τις δυο κόρες της, τη Lucinda Frances (1853-1920), τραγουδίστρια μουσικής κωμωδίας κι οπερέτας, και την Elinor Agnes (1854-1876). Ο ίδιος παρέμεινε στο Δουβλίνο με τον πατέρα του για να τελειώσει το σχολείο, όπου υπήρξε απρόθυμος μαθητής, κι αργότερα εργάστηκε ως υπάλληλος σ' ένα κτηματομεσιτικό γραφείο. Από τον αλκοολισμό του πατέρα, ο γιος κληρονόμησε ακριβώς την αντίθετη στάση, για όλη του τη ζωή. Έμεινε για να σπουδάσει για μικρό χρονικό διάστημα στο Wesleyan Connexional School, σχολείο που ανήκε στη Methodist New Connexion, μετά πήγε σ' ένα ιδιωτικό κοντά στο Dalkey, για να μεταφερθεί κατόπιν στο Dublin's Central Model School και να ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Dublin English Scientific & Commercial Day School. Ως παιδί-μαθητής, αλλά κι άντρας, είχε πικραθεί πολλάκις από διδασκάλους και διδαχές κι ισχυρίστηκε, σε μια σύνοψη αυτών των εμπειριών του, στο "Cashel Byron's Profession", πως τα σχολεία δεν είναι οίκοι μόρφωσης τόσον, όσο φυλακές, με κλειδοκράτορες τους δασκάλους αλλά και τους ίδιους τους γονείς, με σκοπό να φυλάξουν εκεί τα βλαστάρια τους.
Συγγραφική και πολιτική δραστηριότητα

Το 1876 έφυγε από το Δουβλίνο και μετακόμισε στην Αγγλία, όπου και παρέμεινε μέχρι το τέλος της μακράς ζωής του, στο σπίτι της μητέρας του στο Λονδίνο, προσπαθώντας να σταδιοδρομήσει στη δημοσιογραφία και τη συγγραφή. Αρχικά ασχολήθηκε με τις μεταφράσεις και τις επιμέλειες έργων, γνωστών συγγραφέων, αργότερα έγινε γνωστός ο ίδιος πλέον ως κριτικός μουσικής και θεατρικών έργων, με το ψευδώνυμο Corno di Bassetto.

Το πρώτο είδος με το οποίο ασχολήθηκε ήταν το πεζογράφημα, με πρώτο του βιβλίο το Ιmmaturity (Ανωριμότητα). Παράλληλα, διάβαζε μανιωδώς σε δημόσιες βιβλιοθήκες και στο αναγνωστήριο του Βρετανικού Μουσείου. Ακολούθησαν (Ο παράλογος κόμπος) The irrational Knot, (Η αγάπη μεταξύ των καλλιτεχνών) Love among artist, (Το επάγγελμα του Κάσελ Μπάιρον) Cashel Byron's Profession. Με τα έργα του αυτά δείχνει πως αρχίζει να προσηλυτίζεται στις αρχές του σοσιαλισμού, χωρίς ίσως ο ίδιος να το καταλαβαίνει. Είναι γεγονός πως είχε ξεπεράσει πια το στάδιο του φιλελεύθερου υλιστή και το πέμπτο του έργο (Ένας ακοινώνητος σοσιαλιστής) An Unsocial Socialist, δείχνει ολοφάνερα τη νέα δημιουργική μέθοδο που ακολουθεί ο συγγραφέας.

Από το 1876 έως το 1885 ακολουθεί μία περίοδος πολύ σκληρή για τον Σω. Ο αληθινός καλλιτέχνης,θα πει αργότερα ο Τζακ Τάννερ (Jack Tanner) στον Άνθρωπο και Υπεράνθρωπο Man and Superman, προτιμά ν´αφήσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του νηστικούς παρά ν' ασχοληθεί με άλλη δουλειά από την τέχνη του. Έτσι λοιπόν και ο Σω, δεν κέρδιζε ούτε μία πένα από τις εργασίες του και αντιμετώπιζε με θάρρος, αλλά και αρκετή θλίψη τη φτώχεια. «Προσπάθησα τότε να ζήσω σύμφωνα με τις οδηγίες ενός βιβλίου-φυλλαδίου, που είχε τον τίτλο (Πως να ζήτε με έξι πένες την ημέρα). Ακολούθησα τις υποδείξεις του και ομολογώ πως κατάφερα με το στρογγυλό αυτό ποσό να ζήσω μία μόνο ημέρα, αλλά μόνο μία». Δεν παραμελούσε τη κοσμική ζωή, ακολουθούσε όμως μία εκκεντρική γραμμή σε όλες του τις εκδηλώσεις, γι' αυτό στα διάφορα σαλόνια τον χαρακτήριζαν παράξενο ή τρελό. Προνομιούχο τρελό όμως, που η κοινωνία ανεχόταν και θαύμαζε τις παραδοξολογίες του.[1]

Το 1881 έγινε χορτοφάγος, αρχικά για να καταπολεμήσει τις ημικρανίες του,αλλά στη συνέχεια ασπάστηκε πλέον με φανατισμό τις αρχές της χορτοφαγίας, για τρεις λόγους. Ο πρώτος ήταν η αγάπη προς τα ζώα, που και αυτά είναι πλάσματα της φύσης και έχουν το δικαίωμα να ζουν ελεύθερα και εξασφαλισμένα. Ο δεύτερος κοινωνικός, ο Σω πίστευε ότι οι ανάγκες της κρεατοφαγίας υποδουλώνουν τον άνθρωπο, απασχολούνται έτσι τόσοι ζωέμπορες, κτηνοτρόφοι, κρεοπώλες, βοσκοί... οι οποίοι θα ήταν πιο χρήσιμοι στην κυκλοφορία άλλων αγαθών εξίσου απαραίτητων για τη ζωή και ο τρίτος ήταν λόγος προληπτικός για την υγεία. Έγραψε «Σώστε τη ζωή σας και πάψτε να τρώτε κρέας.Σκεφτείτε πως ο Ταύρος,που είναι το δυνατότερο ζώο,είναι χορτοφάγος,νομίζω πως αυτό είναι ακαταμάχητο επιχείρημα για τους χορτοφάγους». Πίστευαν τότε ότι η προσωπικότητά του επηρεαζόταν από τη χορτοφαγία και ότι του έδινε υγεία, διαύγεια πνεύματος και ακμαιότητα. Πολύ είπαν, ότι εάν ακολουθούσε άλλη διατροφική συνήθεια οι γνώμες του συγγραφέα και η κοσμοθεωρία του θα ήταν τελείως διαφορετικές. Όμως ο Σω τους αποστόμωσε λέγοντας κάποτε «Πως στον κόσμο υπάρχουν εκατομμύρια χορτοφάγοι, αλλά ένας Μπέρναρντ Σω».

Το 1882, γίνεται φίλος με τον Γουίλλιαμ Μόρρης William Morris και ξεκινάει την ενασχόλησή του με την προοδευτική πολιτική. Σύχναζε σε διάφορα μέρη, όπου μαζεύονταν και μιλούσαν διάφοροι σοσιαλιστές κι έτσι έμαθε να ξεπερνά το τρακ που του προκαλούσε η σκηνή αλλά και το τραύλισμα του. Ανέπτυξε ένα επιθετικό κι ενεργητικό στυλ ομιλίας, που είναι φανερό και στα γραπτά του. Ήρθε σ' επαφή με το Das Kapital (Το Κεφάλαιο) του Καρλ Μαρξ, που τον επηρέασε αρκετά. Ωστόσο, το αντιμετώπιζε κριτικά, πιστεύοντας ότι το προλεταριάτο εκφράζεται κυρίως μέσα από τη συντηρητική πολιτική, σ' αντίθεση με τη μεσαία κι ανώτερη τάξη, που σηκώνει τη σημαία της επανάστασης και στην οποία ανήκε όχι μόνο ο ίδιος, αλλά κι ο Μαρξ κι οι περισσότεροι ομοϊδεάτες τους. Μαζί με την Μπεατρίς και τον Σίντνεϊ Γουέμπ ίδρυσε το 1884 τη Φαβιανή Εταιρεία. Ήταν μια κίνηση διανοούμενων για την έρευνα, συζήτηση κι έκδοση σοσιαλιστικών ιδεών. Το όνομά της το πήρε από το Ρωμαίο στρατηγό Κουίντο Φάβιο Μάξιμο, που έμεινε στην ιστορία ως ο «Αναβάλλων» (Cunctator), επιλέγοντας μια τακτική φθοράς από μια στάση αντιπαράθεσης εναντίον του Αννίβα.

Αφιερώθηκε στον αγώνα της μεταμόρφωσης της Βρετανίας σε σοσιαλιστικό κράτος, όχι μέσω επανάστασης, αλλά μέσα από συστηματική πρόοδο και νομοθεσία, που εγκαθιδρύεται με την πειθώ και τη συστηματική εκπαίδευση. Αξίωμά τους ήταν η «αναπόφευκτη βαθμιαία επίλυση». Ενστερνίστηκε τις ιδέες της Συντροφιάς Νέας Ζωής, που αφορούσαν στη διαμόρφωση ενός τέλειου χαρακτήρα στο άτομο και στο σύνολο, πιστεύοντας ότι η ατομική διαμόρφωση κι ανάπτυξη είναι ο μόνος τρόπος απελευθέρωσης από την καταπίεση κι επιτυγχάνεται με την εκπαίδευση και την ανάπτυξη της ελεύθερης διάκρισης και σκέψης. Η κοινωνική αναμόρφωση στόχευε στην ύπαρξη μιας κοινωνίας όπου οι δυνατότεροι βοηθούν τους πιο αδύνατους. Ηγετικά στελέχη αυτής της ομάδας, εκτός από τον Σω και τους Γουέμπ, ήταν η Άννι Μπέζαντ, ο Τζώρτζ Ουάλας, ο Σίντνεϊ Ολιβιέ, κ.ά. Η Φαβιανή Εταιρεία θα παίξει αργότερα καθοριστικό ρόλο στην ίδρυση της Οικονομικής Σχολής του Λονδίνου και του Εργατικού Κόμματος.

Έγραψε πολλά άρθρα και κείμενα για τις προοδευτικές τέχνες, όπως τα: "Quintessence Οf Ibsenism", "The Perfect Wangerite", κλπ. Παράλληλα, ως δημοσιογράφος, δούλευε ως κριτικός τέχνης και μουσικής, γράφοντας με το ψευδώνυμο Corno Di Bassetto. Δε σπούδασε μουσική, αλλά είχε αρκετή εμπειρία και καλό μουσικό αφτί χάρη στη μουσικό μητέρα του. Έγινε καλός κριτικός μουσικής, μ' εφευρετικό, έξυπνο νου και σκληρή κριτική στην ανθρώπινη ανοησία. Τελικά, κατά το διάστημα 1895-1898, δούλεψε ως κριτικός θεάτρου στο Saturday Review, που έγραφε με τα διάσημα πλέον αρχικά GBS.

Το 1891, μετά από πρόσκληση του Τζ.Τ. Γκρέιν, ενός εμπόρου, κριτικού θεάτρου και σκηνοθέτη μιας προοδευτικής θεατρικής ομάδας που είχε το όνομα Ανεξάρτητο Θέατρο, έγραψε το πρώτο του θεατρικό έργο, με τίτλο "Widower's Houses". Τα επόμενα δώδεκα χρόνια έγραψε δώδεκα θεατρικά έργα, παρόλο που δεν έπεισε θεατρικούς επιχειρηματίες του Λονδίνου να τ' ανεβάσουν. Λίγα απ' αυτά παίχτηκαν στο εξωτερικό. Το 1898, μετά από σοβαρή αρρώστια, παραιτήθηκε από κριτικός θεάτρου και μετακόμισε από το σπίτι της μητέρας του, που ζούσε ακόμα, για να παντρευτεί τη Σαρλότ Πέην-Τάουνσεντ (Charlotte Payne-Townshend), μιαν Ιρλανδή με ανεξάρτητο χαρακτήρα. Εγκατασταθήκανε σ' ένα σπίτι στην Ayot St Lawrence Street, που πλέον ονομάζεται Γωνία Σώ (Shaw's Corner), σ' ένα μικρό χωριό του Χέρτφορντσαϊρ. Ο γάμος τους κράτησε μέχρι το θάνατο της το 1943.
Η επιτυχία πριν και μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο
Άγαλμα του Σω στο Niagara-on-the-Lake

Το 1904, ο ηθοποιός, σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας Χάρλεϊ Γκράνβιλ Μπάρκερ ανέλαβε τη διεύθυνση του Court Theatre και ίδρυσε και μια νέα πειραματική σκηνή ειδικευμένη στο νέο και προοδευτικό δράμα. Στις επόμενες τρεις σεζόν παίχτηκαν δέκα έργα του, με σκηνοθεσία του ίδιου του Σω, αν κι επίσημα σκηνοθέτης φαινόταν ο Μπάρκερ. Άρχισε να γράφει νέα έργα κάτω από τη διαχείριση του Μπάρκερ. Στα επόμενα δέκα χρόνια όλα τα έργα του Σω (εκτός από τον "Πυγμαλίωνα") είχανε παιχτεί από κάποιο θέατρο σε όλη την Αγγλία. Με τα δικαιώματα απ' αυτά έγινε αρκετά πλούσιος. Παράλληλα, παρέμενε ενεργός στη Φαβιανή Εταιρεία, σα δημοτικός επίτροπος στο Λονδίνο και σε διάφορες επιτροπές που κάνανε προσπάθειες να σταματήσει η θεατρική λογοκρισία.

Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914 άλλαξε τη ζωή του. Για αυτόν, ο πόλεμος αντιπροσώπευε τη χρεωκοπία του καπιταλιστικού συστήματος, τις τελευταίες προσπάθειες επιβίωσης των αυτοκρατοριών του 19ου αιώνα και την τραγική απώλεια νέων ανθρώπων στ' όνομα του πατριωτισμού. Οι απόψεις του εκφράζονταν σε σειρά άρθρων κάτω από το γενικό τίτλο "Κοινή Λογική Γύρω Από Τον Πόλεμο". Αυτά τα άρθρα ήταν καταστροφικά για τη δημόσια εικόνα του και τον μετατρέψανε σε απόβλητο της κοινωνίας. Συζητήθηκε ακόμα και το ενδεχόμενο να δικαστεί για προδοσία. Όλη αυτή η κατάσταση είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί η παραγωγικότητά του ως συγγραφέα, αφού στο διάστημα αυτό κατάφερε να γράψει μόνο ένα έργο, το "Heartbreak House", που δείχνει τη πίκρα και την απόγνωσή του για τους πολιτικούς και τη κοινωνία.

Μετά τον πόλεμο, αποκατέστησε την εικόνα του κι επανήλθε η δημιουργικότητά του, με νέα έργα όπως: "Δημιουργική Εξέλιξη", "Μαθουσάλας", "Αγία Ιωάννα", που θεωρείται το κορυφαίο αριστούργημά του. Το 1920 ξεκίνησε φεστιβάλ για έργα του στην Αγγλία. Το 1925 κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Μην έχοντας ανάγκη τα χρήματα, τα δώρισε για μιαν αγγλική έκδοση του έργου του Αύγουστου Στρίντμπεργκ. Το 1938, πήρε το Όσκαρ για τη συμμετοχή του στη ταινία "Πυγμαλίων" κι είναι η μοναδική καλλιτεχνική φιγούρα παγκοσμίως που έχει κερδίσει το συνδυασμό αυτών των δυο μεγάλων βραβείων.

Έζησε το υπόλοιπο της ζωής του ως διεθνής διασημότητα, ταξιδεύοντας στον κόσμο κι ασχολούμενος με τα τοπικά και διεθνή προβλήματα. Επισκέφτηκε τη Σοβιετική Ένωση, με πρόσκληση του Στάλιν και τις ΗΠΑ, με πρόσκληση του Γουίλλιαμ Ράντολφ Χερστ. Συνέχισε να γράφει χιλιάδες γράμματα και πάνω από 12 θεατρικά έργα. Ήτανε χορτοφάγος για 66 ολόκληρα χρόνια, ενώ μέχρι το τέλος της ζωής του συνέχιζε να είναι όχι μόνο παραγωγικός νοητικά, αλλά και καλοστεκούμενος σωματικά. Στα τέλη του Οκτώβρη του 1950, έπεσε από μια σκάλα που είχε ανέβει για να κλαδέψει ένα δέντρο στον κήπο του. Πέθανε λίγες μέρες αργότερα στις 2 Νοεμβρίου, σε ηλικία 94 ετών, αφήνοντας ένα μισοτελειωμένο θεατρικό έργο. Η τέφρα του με της συζύγου σκορπίστηκε στα μονοπατάκια γύρω από το άγαλμα του Αγίου Ιωάννη που υπήρχε στον κήπο του.
Οι ιδέες του

Μες στα κείμενά του, μπορεί κανείς εύκολα να διακρίνει τις απόψεις του για τη ζωή, τον κόσμο, την εκπαίδευση, τις σχέσεις των δύο φύλων, που πάντα είναι ριζοσπαστικές για την εποχή του, κι ακόμη, βαθιά φιλοσοφικές, αν και ποτέ δε μορφώθηκε αρκετά. Πίστευε ότι τα σχολικά βιβλία δεν αξίζουν να διαβάζονται, γιατί στις σελίδες τους περιλαμβάνονται απόψεις που τα παιδιά πρέπει να παπαγαλίσουν κι όχι να κρίνουν, ακόμα κι αν είναι παράλογες ή παρωχημένες. Προέτρεπε τους νέους να επαναστατήσουν ενάντια στο κατεστημένο πριν καταντήσουν απολιθώματα. Σύστηνε ν' ακούνε τις απόψεις των δασκάλων τους με κριτικό πνεύμα κι αμφισβήτηση, να βλέπουνε και την αντίθετη άποψη απ' αυτή που τους επιβάλλεται να μάθουν, να προσπαθούν ν' ανακαλύψουν την αλήθεια πέρα από αυτό το δυϊσμό, μέσα τους. ("Ομιλία Για Την Εκπαίδευση", 1933)

Πίστευε πως τα οικιακά δεν είναι πιο φυσική καριέρα για τις γυναίκες απ' ό,τι είναι η στρατιωτική καριέρα για τους άντρες. Όταν χρειάζεται, μια γυναίκα κάνει παιδιά και τα μεγαλώνει, όπως ένας άνδρας πάει στον πόλεμο. Αυτό δε σημαίνει ότι αυτή η επιλογή είναι η μοναδική που έχει μια γυναίκα ή ένας άντρας στη ζωή του. Να σκεφτόμαστε ότι τα οικιακά είναι η φυσική επιλογή για μια γυναίκα ισοδυναμεί με το να σκέφτεται ένα παιδί ότι το κλουβί είναι το φυσικό περιβάλλον για ένα παπαγάλο, επειδή ποτέ δεν έτυχε να δει έναν έξω απ' αυτό. Σίγουρα θα υπάρχουνε παπαγάλοι που προτιμάνε το κλουβί, είτε από φόβο στην επιβίωση, είτε από συμπάθεια στους ιδιοκτήτες τους, είτε επειδή πιστεύουν ότι είναι η φυσική θέση που τους έδωσε ο Θεός. Ωστόσο, ο μόνος παπαγάλος που θα μπορούσε να συμπαθήσει ο ελεύθερος άνθρωπος θα 'ταν αυτός που επιμένει να μείνει έξω από το κλουβί, ως μια πρωταρχική συνθήκη για να 'χει ευχάριστη ζωή. (Πεμπτουσία Του Ιψενισμού, 1922).

Πίστευε κι έγραφε πως στις φυλακές έπρεπε να βρίσκονται κείνοι που μπορούν ν' αναμορφωθούν. Εκείνοι που δε μπορούνε θα πρέπει να σκοτώνονται, όπως ένα επικίνδυνο σκυλί ή ένα δηλητηριώδες φίδι, για να μη γεμίζουν οι φυλακές, για να μη δεσμεύονται φύλακες, που σε τελική ανάλυση διαφθείρονται κι αυτοί από τους εγκληματίες αυτού του είδους. Ήταν άνθρωπος με πάθος. Αλλά το πάθος δεν έβλαψε το χιούμορ του, την ευρύτητα των απόψεών του και τη συνεχή εξεταστική ματιά του απέναντι στη ζωή. Η ευθύτητα κι η ετοιμότητα του νου, το καλωσόρισμα νέων ιδεών, η αγάπη του για τα όμορφα πράγματα, η ικανότητα να εκτιμήσει και να συμπαθήσει ακόμα κι αυτές τις δυνάμεις που είναι ενάντια του, είναι χαρακτηριστικά όχι απλού δραματουργού, αλλά φιλόσοφου του καιρού του, που ακόμα και σήμερα έχει πολλά πράγματα να μας πει και να μας μάθει. Έγραψε πάνω από 60 θεατρικά έργα και γενικά η θητεία του μυθιστοριογράφου, κριτικού λογοτεχνίας, δοκιμιογράφου και δημοσιογράφου, ήταν πραγματικά αξιόλογη.

«Το όνειρο».

Σύγγραμμα του αυστριακού νευρολόγου και ψυχίατρου Ζίγκμουντ Φρόιντ (1856-1939), που αποτέλεσε την πρώτη συστηματική προσπάθεια να εξηγηθούν με επιστημονικό τρόπο τα όνειρα («Die Traumdeutung», ο πρωτότυπος τίτλος στα Γερμανικά).

«Στις σελίδες που ακολουθούν θα αποδείξω ότι υπάρχει μια ψυχολογική τεχνική, που κάνει δυνατή την ερμηνεία των ονείρων και μέσω αυτής της τεχνικής κάθε όνειρο αποκαλύπτεται ως ψυχολογική δομή» γράφει στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου ο πατέρας της ψυχανάλυσης. Κυκλοφόρησε στις 4 Νοεμβρίου 1899 στη Λειψία από τον εκδοτικό οίκο «Άλφρεντ Ντόιτκε», με έτος έκδοσης το 1900, για να υποδηλωθεί ο κοσμοϊστορικός του χαρακτήρας.

Όλα ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 1896, όταν πέθανε ο πατέρας του Γιάκοπ σε ηλικία 81 ετών. Στον σαραντάχρονο Ζίγκμουντ απελευθερώθηκαν συναισθήματα, που θεώρησε ότι ήταν απωθημένα και αφορούσαν πρώιμες εμπειρίες του. Από τον Ιούλιο του 1897 ξεκίνησε μια σοβαρή προσπάθεια για να αποκαλύψει το νόημά τους, αντλώντας από μια τεχνική γνωστή ανά τους αιώνες, την αποκρυπτογράφηση των ονείρων. Ασχολήθηκε επίμονα με τα όνειρα, γιατί τα θεωρούσε ως «τη βασιλική οδό προς τη γνώση του ασυνείδητου» και πίστευε ότι έχουν κρυφά νοήματα. Προσπάθησε να τα καταλάβει, ώστε μέσα από αυτά να καταλάβει τους ίδιους τους ανθρώπους και το πώς αυτοί σκέπτονταν ή ενεργούσαν.

Στο βιβλίο του μας δίνει μια εξαιρετικά λεπτομερή εξήγηση για το πώς δημιουργούνται τα όνειρα και το πώς λειτουργούν. Διανθισμένο με μαρτυρίες από δικά του όνειρα και ασθενών του, υποστηρίζει τη βασική θέση ότι τα όνειρα είναι η μεταμφιεσμένη εκπλήρωση μιας καταπιεσμένης ή απωθημένης ασυνείδητης επιθυμίας, που συνδέεται ιδιαίτερα με σεξουαλικά και επιθετικά ένστικτα και η έκφρασή της λογοκρίνεται προτού γίνει συνειδητή. Ακόμη και οι εφιάλτες που εκδηλώνουν προφανή άγχη είναι η εκπλήρωση τέτοιων επιθυμιών. Για παράδειγμα, όσοι ονειρεύονται πως πετούν ή αιωρούνται, θέλουν να ελευθερωθούν από την παιδική τους ηλικία. Εάν κάποιος ονειρεύεται πως κάποιος στενός του συγγενής πεθαίνει, πιθανότατα κρύβει εχθρότητα για το πρόσωπο αυτό ή επιθυμία να αποκτήσει αυτά που έχει το άλλο πρόσωπο.

Την αποκωδικοποίηση των ονείρων αναλαμβάνει ο ψυχαναλυτής, που ακολουθεί τέσσερις βασικούς δρόμους: Συμπύκνωση, Μετάθεση, Αναπαράσταση και Δευτερογενής Αναθεώρηση. Στο βιβλίο του, ο Φρόιντ εισάγει την έννοια του Εγώ, ενώ υπάρχουν οι πρώτες νύξεις γι' αυτό που στα κατοπινά του έργα θα ονομάσει Οιδιπόδειο Σύμπλεγμα.

Το βιβλίο είχε μικρή απήχηση στην αρχή και έπρεπε να περάσουν σχεδόν δέκα χρόνια για να διατεθούν τα πρώτα 600 αντίτυπα. Άρχισε να συζητείται στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, όταν δημοσιεύθηκαν οι πρώτες κριτικές, στη συντριπτική τους πλειονότητα αρνητικές. Σήμερα, η «Ερμηνεία των Ονείρων» θεωρείται ότι άνοιξε πρωτόγνωρους δρόμους στην Ψυχολογία. Σε προχωρημένη ηλικία, το 1931, προλογίζοντας την τρίτη αγγλική έκδοση του μεγάλου έργου του, ο Φρόιντ έγραψε ότι τέτοιες γνωστικές ιδέες έρχονται σε έναν άνθρωπο μόνο μία φορά στη ζωή του.

Το σημαντικό αυτό έργο έχει εκδοθεί και στα ελληνικά: στην πλήρη του μορφή από τις εκδόσεις «Επίκουρος» και σε εκλαϊκευμένη εκδοχή του ίδιου του Φρόιντ από τις εκδόσεις «Νήσος» με τίτλο «Το όνειρο».

Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/articles/333#ixzz2BErbSQDy

Μειωμένη η γεύση στα παχύσαρκα παιδιά


 Μειωμένη η γεύση στα παχύσαρκα παιδιά

Τα παχύσαρκα παιδιά δεν έχουν καλή γεύση, γι’ αυτό χρειάζονται μεγαλύτερες ποσότητες φαγητού για να γευθούν ό,τι τα παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Όπως έδειξε, τα παχύσαρκα παιδιά έχουν λιγότερο ευαίσθητους γευστικούς κάλυκες, γεγονός που αμβλύνει την ικανότητά τους να ξεχωρίσουν και τις πέντε κύριες γεύσεις – το πικρό, τ
ο γλυκό, το αλμυρό, το ξινό και το ουμάμι ή πικάντικο.

Έτσι, για να αντισταθμίσουν την έλλειψη της αίσθησης της γεύσης, καταναλώνουν περισσότερο φαγητό για να αποκομίσουν την ίδια ικανοποίηση. Η διαφορά με τα φυσιολογικού βάρους παιδιά δεν είναι τόσο έντονη στις γλυκές γεύσεις, όσο στις άλλες τέσσερις.

Σημειώνεται ότι η γεύση ουμάμι σημαίνει «νόστιμο» στα ιαπωνικά και ανιχνεύεται όταν καταναλώνουμε μίσο, σάλτσα σόγιας και άλλα ασιατικής προελεύσεως τρόφιμα.

Στη μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Charité του Βερολίνου, συμμετείχαν 94 παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος και 99 παχύσαρκα, ηλικίας 6 έως 18 ετών.

Όλα τα παιδιά είχαν καλή υγεία και δεν έπαιρναν φάρμακα που αλλοιώνουν τη γεύση και την όσφρηση.

Η γευστική ευαισθησία κάθε παιδιού ελέγχθηκε με 22 ταινίες γεύσης, οι οποίες τοποθετούνται στη γλώσσα για να ενεργοποιήσουν τις πέντε γεύσεις σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα εντάσεως, καθώς και με 2 κενές ταινίες (δεν προκαλούν καμία γεύση όταν τοποθετηθούν στη γλώσσα).

Τα παιδιά κλήθηκαν να βαθμολογήσουν τη γεύση που ένιωθαν σε μία κλίμακα από 0 έως 20. Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνέκριναν τις απαντήσεις σου με την αληθινή βαθμολογία κάθε ταινίας.

Όπως διαπίστωσαν, τα κορίτσια και τα μεγαλύτερα παιδιά κατόρθωναν να ξεχωρίζουν πιο καλά την κάθε γεύση. Σε γενικές γραμμές, τα παιδιά μπορούσαν να ξεχωρίσουν καλύτερα τις γλυκές από τις αλμυρές γεύσεις, αλλά πολύ πιο δύσκολα τις αλμυρές από τις πικρές, καθώς και τις αλμυρές από τις ουμάμι.

Ειδικά τα παχύσαρκα παιδιά αντιμετώπιζαν μεγάλη δυσκολία να αναγνωρίσουν τις διάφορες γεύσεις, συγκεντρώνοντας συνολική βαθμολογία σωστών απαντήσεων μόλις 12,6, έναντι του 14 που συγκέντρωσαν τα παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Τη μεγαλύτερη δυσκολία αντιμετώπιζαν τα παχύσαρκα παιδιά με την ορθή αναγνώριση των αλμυρών, πικρών και ουμάμι γεύσεων. Επιπλέον, βαθμολόγησαν τα τρία στα τέσσερα επίπεδα γλυκών γεύσεων χαμηλότερα απ’ ό,τι τα παιδιά φυσιολογικού βάρους.

Η μελέτη έδειξε ακόμα πως ενώ με την ηλικία τα παιδιά φυσιολογικού βάρους γίνονταν καλύτερα στην αναγνώριση των γεύσεων, αυτό δεν ίσχυε για τα παχύσαρκα παιδιά.

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι στις διαφορές αυτές παίζουν ρόλο τα γονίδια, οι ορμόνες και η έκθεση των παιδιών στις διάφορες γεύσεις.

Η μελέτη δημοσιεύεται στην διαδικτυακή έκδοση της επιθεωρήσεως «Archives of Diseases in Childhood».


Web Only

Μόλις κυκλοφόρησε .....!!!



Μόλις κυκλοφόρησε .....!!!

Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη, Εριέττα Δεληγιάννη-Κώτση (επιμ.), Θα ‘θελα αυτή τη μνήμη να την πω. Μνήμη Γιάννη Σακελλαράκη, έκδ. Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο 2012, 295 σελ.

ISBN 978-960-7970-54-1

Αφιέρωμα στον Γιάννη Σακελλαράκη εξέδωσε η Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη με αφορμή τη συμπλήρωση 2 χρόνων από τον θάνατό του.

Τα κείμενα του βιβλίου έχουν γράψει δικοί του άνθρωποι, φοιτητές, αρχαιολόγοι, συντηρητές, εργάτες, φύλακες, συνεργάτες, φίλοι… και το έχουν επιμεληθεί η σύντροφός του Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη και η φοιτήτριά του Εριέττα Δεληγιάννη-Κώτση.

Οι συγγραφείς ανακαλούν στη μνήμη και διατυπώνουν στα σύντομα κείμενά τους τις πιο όμορφες στιγμές που βίωσαν με τον τιμώμενο. Τις στιγμές αυτές τις αισθητοποιούν εντονότερα οι επιλεγμένες εικόνες και φωτογραφίες, που προσφέρονται και για άλλες αναγνώσεις και επαναγνώσεις.

Όλα μαζί τα κείμενα ανασυνθέτουν και αναπαριστάνουν την πορεία του σπουδαίου επιστήμονα, αρχαιολόγου, καθηγητή και ανθρώπου, ο οποίος δεν γεύτηκε μόνο τη χαρά που του επιφύλαξαν τα ευρήματα των ανασκαφών του, ένιωσε και βαθιά ικανοποίηση, γιατί πέτυχε να μυήσει τους φοιτητές του στα μυστικά και στις ιδιαιτερότητες της αρχαιολογίας.

Το αφιέρωμα ολοκληρώνεται με τους καταλόγους των βιβλίων, των άρθρων, των λοιπών δημοσιευμάτων του Γιάννη Σακελλαράκη και των ονομάτων των 65 συμμετεχόντων.

Όνειρα κι όνειρα ήρθανε


Όνειρα κι όνειρα ήρθανε



Στα γενέθλια των γιασεμιών


Νύχτες και νύχτες στις λευκές


Αϋπνίες των κύκνων






Η δροσιά γεννιέται μες στα φύλλα


Όπως μες στον απέραντο ουρανό


Το ξάστερο συναίσθημα.
 Ο. ΕΛΥΤΗΣ

Σύμπαν, ύλη και πραγματικότητα

πηγή http://gerasimos-politis.blogspot.gr/2011/08/blog-post_08.html

Σύμπαν, ύλη και πραγματικότητα

Σύμπαν, ύλη και πραγματικότητα - Κοσμολογία, Μεταφυσική, πραγματικότητα, Σύμπαν, Φιλοσοφία

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ, ότι μόνο το 4 με 5% δουλεύουν οι αισθήσεις μας. Άρα κοιτάμε από ένα πολύ στενό παράθυρο αντίληψης. Κοιτώντας ένα τραπέζι έχουμε την αίσθηση ότι αποτελεί ένα συμπαγές υλικό.
Δεν είναι όμως συμπαγές υλικό. Είναι ένα συνονθύλευμα από άτομα, μόρια και από στοιχειώδη σωμάτια, τα οποία επειδή είναι πολύ κοντά εμείς τα θεωρούμε σαν ένα ενιαίο σύνολο. Επειδή ξέρουμε ότι τα δομικά συστατικά αυτού που λέγεται ύλη, είναι τα στοιχειώδη σωμάτια τα οποία δεν είναι άπειρα είναι περιορισμένα σε αριθμό.., αυτό σημαίνει ότι το τραπέζι, η καρέκλα...
εγώ, εσείς, τα πάντα τα οποία βρίσκονται γύρω μας, αποτελούν ένα ενιαίο υλικό. Αν το υλικό αυτό είναι κάπου πυκνότερο το αντιλαμβανόμαστε σαν ύλη. Εάν είναι αραιότερο, και ποσό αραιό είναι αυτό, το αντιλαμβανόμαστε σαν κενό. Αν μπορούσαν οι αισθήσεις μας να μην έχουν αυτές τις αδυναμίες, το μάτι μας να μην έχει αυτές τις αδυναμίες.., τότε τα πάντα γύρω μας θα ήταν ένας απέραντος χυλός στοιχειωδών σωματιδίων. Και επειδή γνωρίζουμε ότι τα στοιχειώδη αυτά σωμάτια δεν είναι τίποτα άλλο από ρεύματα ενέργειας, τότε τα πάντα γύρω μας θα ήταν ενοποιημένα, ένας τεράστιος χυλός, ένας τεράστιος ωκεανός ενέργειας, που αν κάπου ήταν πιο πυκνός, θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε.., (αν μπορούσαμε να αντιληφθούμε) το εξατομικευμένο αυτού του πυκνώματος και θα το ονομάζαμε ύλη. Τα πάντα μέσα στο συμπάν είναι ενοποιημένα, ένας απέραντος χυλός ενέργειας, που μονό η αδυναμία των αισθήσεων μας, μας δίνει την αίσθηση των εξατομικευμένων αντικειμένων.
Ας πάμε και στην αφή. Έχουμε την αίσθηση ότι ακουμπάμε ένα αντικείμενο, (π.χ. ένα τραπέζι). Αυτό είναι ψευδαίσθηση διότι η σύγχρονη φυσική.., και όχι μόνο η σύγχρονη, εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ότι τα τελευταία δομικά στοιχειά του χεριού μας, του δακτύλου μας ουδέποτε ακουμπούν τα πρώτα δομικά στοιχειά ενός τραπεζιού. Υπάρχει συγκριτικά μια τεραστία απόσταση που τα χωρίζει. Αυτό που εμείς, οι αισθήσεις μας ονομάζουν επαφή δεν είναι τίποτα άλλο από τις αποστικές δυνάμεις που ασκούν το υλικό του τραπεζιού, πάνω στο υλικό του χεριού μας. Αυτές τις αποστικές δυνάμεις τις παίρνουν οι νευρώνες μας, τις ανεβάζουν στο εγκέφαλο μας, και δημιουργούν αυτό που λέμε επαφή. Επαφή δηλαδή δεν υπάρχει, είναι μια ψευδαίσθηση.
Η αλήθεια του συμπαντικού χώρου είναι ότι ο χώρος και ο χρόνος, στενά συνδεδεμένα και ζευγαρωμένα, μας δίνουν μια καινούργια ουσία, η οποία λέγεται χωροχρονικό συνεχές. Οι αισθήσεις μας έχουν την δυνατότητα να αντιλαμβάνονται μόνο τον χώρο. Δηλαδή μόνο τις τρεις διαστάσεις. Το μήκος το πλάτος και το ύψους. Αυτές τις τρεις διαστάσεις, τις αντιλαμβάνονται αμέσως, μέσω των αισθήσεων μας.
Τον χρόνο δεν έχουν τη δυνατότητα να τον αντιληφθούν οι αισθήσεις μας λόγω της βιολογίας μας. Τι κάνουμε το χρόνο; Αντιλαμβανόμαστε την προβολή μόνο του χρόνου, το καθρέφτισμα του, πάνω στον χώρο των τριών διαστάσεων, που έχουμε την δυνατότητα να αντιληφθούμε μέσω των αισθήσεων μας. Άρα, ο χρόνος επειδή δεν γίνεται αμέσως αντιληπτός, μόνο βιώνετε. Υπάρχει κουλουριασμένος, συμπαγοποιημένος όπως λέμε, μέσα σε κάθε μια από τις τρεις διαστάσεις που αντιλαμβανόμαστε. Γι' αυτό έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ο χρόνος δεν είναι διάσταση, αλλά είναι κάτι άλλο, ξέχωρο και γι' αυτό τον μετράμε και με μια διαφορετική μονάδα όπως είναι το δευτερόλεπτο χρόνου.
Για την επιστήμη, μεταφυσική εννοούμε, οτιδήποτε βρίσκεται έξω από το γνωστό φυσικό νόμο. Μεταφυσικό ήταν κάποτε, να πει κάποιος ότι θα μπορώ να βλέπω και να ακούω κάποιον που είναι στην Αμερική. Ή μεταφυσικό θα ήταν να πεις σε κάποιον τα παλιότερα χρόνια ότι μπορεί να πετάει με ένα αεροπλάνο ή να περπατάει στην επιφάνεια της σελήνης.
Κάθε εποχή, νομίζουμε ότι φτάνουμε σε ένα τέρμα κι ότι δεν γνωρίζουμε το λέμε μεταφυσική, μέχρι ο νους του ανθρώπου.., και αυτό γίνεται συνέχεια, να ξεπεράσει τα όρια του και να διεμβολίσει αυτό το οποίο ονομάζουμε μεταφυσική. Άρα λοιπόν, η επιστήμη συνεχώς διεμβολίζει το άγνωστο, διεμβολίζει την μεταφυσική και κάνει κομμάτια, αυτής της μεταφυσικής, κομμάτια της ίδιας της επιστήμης.
Τον άνθρωπο, από γεννήσεως της φυλής των ανθρώπων πάνω στη γη, τον καταπιέζει όσο κι αν θέλει να λέει ότι δεν τον καταπιέζει, η έννοια του θανάτου. Η έννοια της γέννησης, η έννοια της εξέλιξης και της θέσης του ανθρώπου μέσα σ' αυτό το αχανές σύμπαν. Αυτό ο φόβος, το δέος οδηγεί τον άνθρωπο στο να ψάξει, να βρει απαντήσεις σε ανθρώπινα, βιωματικά του ερωτήματα. Από πού έρχεσαι, τι είσαι, που θα πας; Απάντηση ίσως μπορεί να δώσει μόνο ο φυσικός. Μιλάμε για απάντηση πρακτική και ρεαλιστική. Ο φιλόσοφος μπορεί να καλμάρει τους φόβους της ψυχής. Δεν αρκεί όμως. Πρέπει να καλμάρουμε και τους φόβους του πνεύματος, της λογικής μας.
Τον άνθρωπο μπορούμε να τον χωρίσουμε σε δυο κομμάτια, αν και είναι αδιαίρετα και ενιαία. Το πρώτο είναι η υλική υπόσταση του. Η υλική υπόσταση του δεν διαφέρει σε τίποτα, από κάθε άλλη υλική υπόσταση. Είναι μόνο χώρος. Καμπύλωση του χώρου. Η θεωρία της σχετικότητας μας λέει ότι η ύλη, δεν είναι τίποτα άλλο από καμπύλωση του χώρου. Η φθορά, ο θάνατος δε σημαίνει ότι χάνεται ο χώρος.
Η φθορά, ή ο θάνατος, είναι η αντίληψη των ανθρώπινων αισθήσεων της μεταβολής της καμπυλότητας του χώρου. Μεταβάλλεται η καμπυλότητα, παύει να αντιλαμβάνεται το χώρο ως ύλη, έχει την αίσθηση ότι φθείρεται και πεθαίνει.
Υπάρχει και το άλλο κομμάτι του ανθρώπου. Άλλοι το λένε ψυχή, άλλοι το λένε πνεύμα, άλλοι νου. Αυτό το κάτι άλλο, είναι έξω από την έννοια της ύλης, έξω από την έννοια του χώρου των τριών διαστάσεων. Το μόνο το οποίο γνωρίζουμε ότι βρίσκεται έξω από την εποπτεία των αισθήσεων μας αλλά ενυπάρχει συμπυκνωμένο, συμπαγοποιημένο μέσα σ' αυτό το οποίο αντιλαμβανόμαστε, δηλαδή μέσα στη καμπυλότητα του χώρου, είναι ο χρόνος. Ο χρόνος όχι όπως τον μετράνε τα ρολόγια και τα ημερολόγια μας. Ο χρόνος της σχετικότητας, ο χρόνος διάσταση, ο χρόνος τον οποίο δεν μπορούμε να αντιληφθούμε αμέσως, αλλά εμμέσως, ο χρόνος τον οποίο μπορούμε να βιώσουμε. Πιθανότατα αυτός ο χρόνος να είναι ένα μεγάλο κομμάτι της άλλης υπόστασης του ανθρώπου. Ο άχρονος χρόνος. Ο χρόνος αυτός ζευγαρωμένος με το χώρο σε ένα ενιαίο σύνολο είναι αυτό που λέγεται άνθρωπος. Είναι αυτό που λέγεται σύμπαν.
Ο κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει και αισθάνεται την έννοια του θεού, με ένα διαφορετικό τρόπο. Ο τρόπος που μπορεί να ατιληθφει κανένας τη έγνοια του θεού, που μπορεί βέβαια να την εκφράσει και με διαφορετικές λέξεις, εκτός της έννοιας θεός. Βασικά είναι προσωπική υπόθεση η οποία πηγάζει μέσα από μια γενικότερη αντιμετώπιση του πως βλέπει το σύμπαν, το πώς βλέπει τον άνθρωπο, η σχέση με το περιβάλλον και όλα αυτά τα πράγματα. Αυτό το οποίο γνωρίζουμε είναι το ότι η φύση έχει μια τάση, να συντηρεί οτιδήποτε της είναι χρήσιμο, και να διαλύει οτιδήποτε της είναι άχρηστο. Κανένας δεν αμφισβητεί ότι όλα τα φυσικά γεγονότα έχουν μια αιτία, ένα τρόπο με το οποίο γεννήθηκαν, και αυτή η αιτία, πίσω της έχει μια άλλη αιτία. Βεβαίως οι γνώσεις του ανθρώπου πάνω στις αιτίες που δημιουργούν τα πάντα γύρω μας, φτάνουν μέχρι ενός ορίου. Το άγνωστο, την αιτία που κρύβεται πίσω από την γνωστή αιτία, της δημιουργίας, της συντήρησης της διάλυσης του συμβάντος την ονομάζουμε Θεό. Θέλουμε να την ονομάσουμε φύση; θέλουμε να την ονομάσουμε Αλλάχ, Βούδα, είναι μια λέξη, που δεν έχει ένα εννοιολογικό περιεχόμενο συγκεκριμένο και επιστημονικό. Βιωματικά αισθανόμαστε την ανάγκη του αιτίου. Και αναγκάστηκα, αισθανόμαστε και επιστημονικά την ύπαρξη ενός πρωτογενούς αιτίου, άγνωστου ακόμα σε μας, άγνωστο ακόμα στην επιστήμη, που είναι το ένα και μοναδικό αίτιο, δημιουργίας των πάντων. Αυτό το αίτιον, ο καθένας μπορεί να το ονομάζει όπως θέλει. Επειδή είναι έξω από τα όρια της πραγματικής επιστήμης, όπως καταλαβαίνουμε όλοι, βρίσκεται στο επίπεδο της φιλοσοφίας, της βιωματικότητας, ή όπως είπαμε κι όπως έχουμε δεχτεί το τι είναι μεταφυσική, δηλαδή αυτό που δεν γνωρίζει η επιστήμη, στα όρια και μέσα στο χώρο του μεταφυσικού.
Αυτό το πρωτογενές αίτιον, το ονομάζουμε Θεό. Και κανένας δεν αμφισβητεί ότι πιθανότατα υπάρχει αυτό το πρωτογενές αίτιο. Κάτω από μια τέτοια φιλοσοφική διάσταση, ναι, πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει ένα πρωτογενές αίτιον.

Πηγή: Μάνος Δανέζης

Αλμπέρ Καμύ




Albert Camus, gagnant de prix Nobel, portrait en buste, posé au bureau, faisant face à gauche, cigarette de tabagisme.jpgΟ Αλμπέρ Καμύ (Albert Camus, προφέρεται: [albɛʁ kamy], 7 Νοεμβρίου 1913 - 4 Ιανουαρίου 1960) ήταν Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του Ο Ξένος και Η Πανούκλα, στα θεατρικά του έργα Καλλιγούλας και Οι δίκαιοι και τέλος στα φιλοσοφικά του δοκίμια Ο Μύθος του Σίσυφου και Ο επαναστατημένος άνθρωπος. Τιμήθηκε το 1957 με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.Ο Λισιέν (Lucien), ο πατέρας του, εργαζόταν για έναν έμπορο κρασιού σε ένα οινοπαραγωγικό κτήμα κοντά στο Μοντοβί (Mondovi) της Αλγερίας, όπου γεννήθηκε και ο Αλμπέρ. Επιστρατεύθηκε όμως το Σεπτέμβριο του 1914 και ο τραυματισμός του στη μάχη του Μαρν τον οδήγησε στο θάνατο στις 17 Οκτωβρίου του 1914. Ο μικρός Αλμπέρ θα γνωρίσει τον πατέρα του μέσα από μία φωτογραφία και μία σημαντική οικογενειακή ιστορία: την περιγραφή της έντονης αποστροφής που έδειξε ο πατέρας του μπροστά στο θέαμα μίας εκτέλεσης. Μετά το θάνατο του Λισιέν η οικογένεια εγκαθίσταται στο Αλγέρι. Ο Αλμπέρ κάνει τις σπουδές του έχοντας την υποστήριξη των καθηγητών του (μεταξύ των οποίων βρίσκουμε και τον Ζαν Γκρενιέ, που θα παρουσιάσει στο μαθητή του το έργο του Νίτσε). Ξεκινάει να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα φιλοξενούνται στο περιοδικό Sud το 1932. Μετά από το απολυτήριο λυκείου (bac), παίρνει πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία (lettres), της φιλοσοφικής σχολής, αλλά η φυματίωση τον εμποδίζει να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση (agrégation).

To 1935, ξεκινάει το L' Envers et l' Endroit, που θα εκδοθεί δύο χρόνια αργότερα. Ιδρύει το Θέατρο της Εργασίας (le Théâtre du Travail) στο Αλγέρι που αργότερα (1937) μετονομάζει σε Θέατρο της Ομάδας. Στο μεσοδιάστημα, εγκαταλείπει το κομμουνιστικό κόμμα δύο χρόνια μετά την εγγραφή του σε αυτό. Εργάζεται στην εφημερίδα Front populaire (Το λαϊκό μέτωπο), του Πασκάλ Πιά (Pascal Pia). Η έρευνα που κάνει Μιζέρια της Καμπυλίας θα συναντήσει αντιδράσεις. Το 1940, η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ. Εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει τον Ξένο (L' Étranger, 1942) και το δοκίμιο Ο μύθος του Σίσυφου (Le Mythe de Sisyphe, 1942) και θα αναπτύξει τις φιλοσοφικές του θέσεις. Σύμφωνα με την δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου» – ο οποίος θα συμπληρωθεί αργότερα με τα θεατρικά έργα Η παρεξήγηση (Le Malentendu) και Καλιγούλας (Caligula, 1944). Το 1943 προσλαμβάνεται ως αναγνώστης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της εφημερίδας Combat(Η μάχη) όταν ο Π. Πια κλήθηκε να προσφέρει από άλλες θέσεις στη Γαλλική Αντίσταση. Συνεχίζει το λογοτεχνικό έργο με της παραγωγή του «κύκλου της εξέγερσης», που περιλαμβάνει ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματά του, την Πανούκλα (1947), αλλά και άλλα έργα, λιγότερο δημοφιλή: L' État de siège (1948), Οι δίκαιοι (1949) και Ο επαναστατημένος άνθρωπος (L' Homme révolté) (1951).

Το 1952 έρχεται σε ρήξη με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ (Jean-Paul Sartre) με την δημοσίευση στο περιοδικό Μοντέρνοι καιροί (Les Temps modernes) του άρθρου από τον Ανρί Ζανσόν (Henri Jeanson) που προσάπτει στην εξέγερση του Καμύ ότι είναι «εκ προθέσεως στατική». Το 1956, στο Αλγέρι, πρότεινε την «πολιτική ανακωχή» ενώ μαινόταν ο πόλεμος. Εκδίδει την Πτώση (La Chute), ένα απαισιόδοξο βιβλίο.

Ο Καμύ βρίσκει τον θάνατο στις 4 Ιανουαρίου 1960 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, στο (Πτι) Βιλμπλεβέν της Υόν (το διαμέρισμα της Γαλλίας Yonne), όταν ο οδηγός και συγγενής του στενού του φίλου Γκαλιμάρ παρεκκλίνει της πορείας του και ρίχνει το αυτοκίνητο μάρκας Facel-Vega σε ένα δέντρο. Οι εφημερίδες της εποχής κάνουν λόγο για υπερβολική ταχύτητα (130 χλμ/ω), αδιαθεσία του οδηγού ή σκάσιμο του ελαστικού, αλλά ο συγγραφέας Ρενέ Ετιάμπλ διαβεβαιώνει ότι μετά από επίμονες μελέτες είχε στα χέρια του αποδείξεις ότι η Facel-Vega ήταν ένα κινητό φέρετρο - ωστόσο καμία εφημερίδα δε δέχτηκε να τις δημοσιεύσει.

Ο Καμύ θάφτηκε στο Λουρμαρέν (Lourmarin) της Βωκλύζ (Vaucluse), όπου είχε αγοράσει μία κατοικία.

Στο περιθώριο των κυριάρχων φιλοσοφικών ρευμάτων ο Καμύ επέμεινε στον στοχασμό πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Αρνούμενος να εκφράσει ομολογία πίστεως στο Θεό, στην ιστορία ή στη λογική, ήρθε σε αντίθεση με τον Χριστιανισμό, το Μαρξισμό και τον Υπαρξισμό. Δε σταμάτησε ποτέ την πάλη ενάντια στα ιδεολογήματα και τις αφαιρέσεις που αποστρέφονται την ανθρώπινη φύση.

Εύκολη μηλόπιτα

Εύκολη μηλόπιτα

Bαθμολογία:
       
123 ψήφοι
Προστέθηκε από Λιχούδικο Γατ, 02.12.05

Περιγραφή

Γήγορη κι εύκολη μηλόπιτα με υλικά που λίγο - πολύ υπάρχουν πάντα στο σπίτι!
Εύκολη μηλόπιτα
photo: lenale

Τι χρειαζόμαστε:

1 ταψι διαμέτρου περίπου 30 εκ.

ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΜΙΣΗ
  • 5-6 μηλα
  • 1 κούπα ζάχαρη
  • 200 γρ. βούτυρο ή μαργαρίνη
  • 1 κ.σ. κανέλλα

ΓΙΑ ΤΗ ΖΥΜΗ
  • 5 αυγά
  • 1 κούπα ζάχαρη
  • 3 βανίλιες
  • 1 1/2 κούπα αλευρι που φουσκώνει μόνο του.
Στα γρήγορα
Κατηγορία
Δυσκολία
Περιέχει





Σερβίρει
12 άτομα

Πως το κάνουμε


3 POLAROID του Άκη Παπαντώνη *

πηγή http://www.onestory.gr/post/34889570746/3-polaroid

3 POLAROID

του Άκη Παπαντώνη *
.
Για ορισμένα πράγματα απλά δε μιλάμε. – Siri Hustvedt

[1]

Το νερό πάγος. Κάνεις ένα βήμα να βγεις απ’ τη μπανιέρα. Στέκεσαι με τα χέρια στο πλάι. Με την πλάτη ίσια. Με το βλέμμα καρφωμένο μπροστά. Χωρίς να εστιάζεις. Απ’ τις άκρες των μαλλιών σου κυλάει νερό στους ώμους σου. Από ‘κεί στα μπράτσα σου. Παρασέρνει τις τρίχες στους βραχίονές σου και στάζει από τα ακροδάκτυλά σου στα πλακάκια. Τα νύχια σου είναι βαμμένα έντονο πορτοκαλί. Η ήβη σου ξυρισμένη. Εκεί έχεις χτυπήσει τατουάζ—γράφει εσύ. Στη γκαρσονιέρα δεν φέρνεις πελάτες. Ποτέ. Σου το ξέκοψε ο σπιτονοικοκύρης από την πρώτη στιγμή. Συνήθως βολεύεσαι στ’ αμάξι. Ή στα όρθια σε κανά στενό. Εδώ γυρνάς για να πλυθείς. Και ν’ αρωματιστείς. Ύστερα επιστρέφεις στο πόστο σου—τρεις δρόμους κάτω από την Αιόλου. Άσχημο πόστο. Μα δε σε πειράζει, με δυο-τρεις την ημέρα είσαι εντάξει. Όσο να φτάνουν τα λεφτά για το νοίκι, για τσιγάρα, για κανά περιοδικό. Ξαφνικά λύνεσαι. Πέφτεις στα γόνατα. Σαν από σοκ αποκοιμιέσαι στα πλακάκια. Στον ύπνο σου βλέπεις τον πατέρα σου να σε παίρνει στα τέσσερα. Και τον εαυτό σου με δυο λεπίδες για χέρια. Σε κάθε του σπρώξιμο τις καρφώνεις στην πλάτη της μάνας σου. Είκοσι μαχαιριές, εικοσιμία, εικοσιδύο, εικοσιτρείς. Μέχρι εκείνος να τελειώσει. Από το ανοικτό παράθυρο της κρεβατοκάμαρας τον κοιτάζεις τώρα να ψαρεύει στα ρηχά. Σέρνει έναν κιούρτο κόντρα στο ρεύμα. Βάφεις τα χείλη σου με το κραγιόν της νεκρής. Ύστερα τα δικά της. Εκείνος βήμα-βήμα ανοίγεται στα βαθιά. Τα πόδια του μακραίνουν σαν ξυλοπόδαρα και χάνονται στο βαθύ μπλε. Στο στόμιο του καλαθιού σφηνώνεται μια λευκή φάλαινα. Σπαρταράει βίαια. Τρομάζεις και ξυπνάς. Από το ανοικτό παράθυρο του μπάνιου, που βλέπει στο φωταγωγό, βλέπεις μια φωλιά πουλιών. Κι ακούς τους νεοσσούς που κλαίνε για φαΐ.

 [2]

Η περιποίηση τελείωσε. Κι όσο τον καθάριζες σχολαστικά με υγρά μαντηλάκια εκείνος έπινε παγωμένο νερό. Ύστερα του κούμπωσες το πουκάμισο, πέρασες τα μανικετόκουμπα στις μανσέτες, του φόρεσες κάλτσες και παπούτσια. Και του έδεσες τα κορδόνια, προσέχοντας οι θηλιές να έχουν ίσο μήκος. Τον φίλησες στο μάγουλο λέγοντας ήσουν υπέροχος. Κι εκείνος σου άφησε στο κομοδίνο μερικά χαρτονομίσματα των εκατό ευρώ. Τον συνόδευσες ως την εξώπορτα και του φόρεσες γυαλιά ηλίου πριν ανοίξει. Το ίδιο βράδυ πέρασε να σε πάρει. Είχατε συμφωνήσει να πάτε σινεμά. Στην Έκλειψη του Αντονιόνι,σου είχε πει. Μετά θα πηγαίνατε για σούσι. Κατά καιρούς σε είχε πάει στο Εθνικό, στο Μέγαρο και τη Λυρική, στο Μπενάκη. Μετά σε παράμερα τραπέζια ακριβών εστιατορίων. Σου μιλούσε όσο τρώγατε. Τα ορθάνοικτα μάτια σου πρόδιδαν ενδιαφέρον μικρού παιδιού. Συχνά σηκωνόταν να μιλήσει στο τηλέφωνο με τη γυναίκα του. Είχε δυο κόρες. Όταν μια φορά—και ενώ σου μιλούσε για το Ναμπόκοφ ή κάποιον άλλο Ρώσο—του χάιδεψες τον καβάλο με το γυμνό σου πόδι, σε κοίταξε με ακύμαντο ύφος και σου είπε εδώ δεν είναι το κρεβάτι σου. Απόψε φοράς μακρύ φόρεμα με λουλούδια. Εκείνος μπλε σκούρο κοστούμι—όπως πάντα. Μπαίνεις στο αυτοκίνητο και πιάνεις το χέρι του να μην βάλει μπρος. Του λες πως δεν έχει νόημα να βγείτε απόψε. Νωρίς το πρωί θα φύγεις. Γνώρισες έναν ιδιοκτήτη νυκτερινού κέντρου. Θα σε βάλει ν’ ανοίγεις το πρόγραμμα στο μαγαζί του. Κάπου στη Βοιωτία. Μου είπε ότι έχω υπέροχη φωνή, του λες. Χτυπά το κινητό του. Βγαίνει έξω να μιλήσει. Ξαναμπαίνει, συνεχίζεις. Είναι τρυφερός μαζί μου και τον καταλαβαίνω,του λες. Πρέπει να πακετάρεις. Έχεις να ξυπνήσεις πολύ νωρίς. Εκείνος δε μιλάει. Όταν κάνεις ν’ ανοίξεις την πόρτα σε σταματάει. Αύριο φεύγεις, όχι απόψε, σου λέει. Βάζει μπρος και ξεκινάει. Από το πίσω τζάμι φαίνεται η πυρκαγιά που από το πρωί τρώει το δάσος της Καισαριανής. 

[3]

Ήσουν πολύ όμορφη. Ψηλή. Κόρη αστικής οικογένειας. Σχολείο πήγες στο Κολλέγιο Ψυχικού. Όνειρό σου ήταν να γίνεις μπαλαρίνα—ίσως για να μη γίνεις κάτι άλλο. Όταν το αυτοκίνητο, στο οποίο μόλις είχες ξεπαρθενευτεί, βρέθηκε σε ένα χαντάκι, τα πολλαπλά κατάγματα στα λαγόνια και τον αριστερό μηρό σε ανάγκασαν να το ξεχάσεις. Περπατούσες με μπαστούνι. Έκανες Οικονομικά στο Deree. Έπιασες δουλειά στην εταιρία του πατέρα σου. Και το ‘ριξες στη θρησκεία. Παντρεύτηκες το συνάδελφο που σου υπέδειξαν. Κάνατε μια κόρη—τη βάφτισες Μαρία-Νεφέλη. Ο άντρας σου πέθανε από καρδιά όταν εκείνη ήταν εννέα ετών. Τότε, σ’ ένα βράδυ, έπαψες να πιστεύεις. Ξεκρέμασες το εικονοστάσι. Έσβησες το καντήλι και το πέταξες στα σκουπίδια. Κι αφοσιώθηκες στην κόρη σου. Με την εμμονή χρυσωρύχου. Κρέμασες στους τοίχους του δωματίου της πόστερ με μπαλαρίνες του Ντεγκά. Έβαλες καθρέφτες και μια μπάρα ασκήσεων στο γραφείο του μακαρίτη. Την πήγαινες να δει κλασσικό χορό. Και ήσουν πάντα εκεί να της δένεις τα πουέντ. Όταν στα δεκαεπτά της σκοτώθηκε σε ατύχημα με μοτοσικλέτα το αντιμετώπισες με σιωπή. Ήσουν βέβαιη πως ήταν Θεία δίκη. Ξανακρέμασες το εικονοστάσι. Αγόρασες καινούριο καντήλι. Κι αποφάσισες να μονάσεις σπίτι σου. Με κλειστά πατζούρια, χειμώνα-καλοκαίρι. Νηστεύεις εδώ και μια δεκαετία. Δε μιλάς σε άνθρωπο. Καμιά φορά, όταν πέσει ο ήλιος, βγαίνεις διστακτικές βόλτες στο μπαλκόνι. Φοράς πάντα μαύρο μακρύ φουστάνι και γκρι ζακέτα κουμπωμένη ως επάνω. Από την ανοικτή μπαλκονόπορτα δραπετεύει μια μυρωδιά από λιβάνι, ιδρωμένους σοβάδες και ναφθαλίνη. Στο απέναντι σπίτι ένας έφηβος καραδοκεί. Πότε θα βγεις να σε τραβήξει βίντεο με το κινητό του. Ύστερα ανεβάζει το ντοκουμέντο στο προφίλ του στο facebook. Απέναντι ζει μια τρελή. Βγαίνει βόλτες σαν φάντασμα. Σε κάθε βίντεο έχει τουλάχιστον τριάντα like. Λέει στους πεντακόσιους εικοσιεφτά φίλους του πως θα γίνει σκηνοθέτης.
.
Ο Άκης Παπαντώνης (Αθήνα, 1978) ολοκλήρωσε προπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από το 2008 εργάζεται στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το 2012 εξελέγη Λέκτορας στο Ινστιτούτο Μοριακής Ιατρικής της Κολωνίας. Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά (δέ)κατα, Εντευκτήριο, Πλανόδιον, Poetix, ΝΤΟΥέΝΤΕ, To Παράθυρο και Νέα Εστία, και στο συλλογικό τόμο Είμαστε όλοι μετανάστες (Πατάκης, 2007). Διατηρεί το ιστολόγιο Υψικάμινος (apapant.blogspot.com).

Το τεστ της "τριπλής διύλισης"

πηγή http://gerasimos-politis.blogspot.gr/2011/08/blog-post_1661.html

Το τεστ της "τριπλής διύλισης" του Σωκράτη


Το τεστ της τριπλής διύλισης του Σωκράτη - ΦιλοσοφίαΜια μέρα, εκεί που ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη, συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του πει κάτι πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του. Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να κάνουν το τεστ της "τριπλής διύλισης"...


"- Τριπλή διύλιση;"
ρώτησε με απορία ο γνωστός του.

- Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις.

- Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας.

Είσαι λοιπόν εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;

- Ε... όχι ακριβώς, απλά το άκουσα όμως και...

-Μάλιστα, άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα.

- Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο, αυτό της καλοσύνης.
Αυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;

- Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον...

- Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης, θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια.

Ο γνωστός του έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.

- Παρόλα αυτά, συνέχισε ο Σωκράτης, μπορείς ακόμα να περάσεις το τεστ γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο.
Το τρίτο φίλτρο της χρησιμότητας.
Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις για τον μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί xρήσιμο σε κάτι;

- Όχι δεν νομίζω...

- Άρα λοιπόν αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε καλό, ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;

Ο γνωστός του έφυγε ντροπιασμένος,
έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα...

Πηγή: www.trelokouneli.gr

Δημοφιλείς αναρτήσεις