Αναδημοσίευση άρθρου από Νέα Ακρόπολη
Ιάσων ο Μονοσάνδαλος
Ο Ιάσονας ήταν γιος του βασιλιά της
Ιωλκού Αίσονα και της Αλκιμήδης και ανήκε στην οικογένεια των Αιολιδών
της Θεσσαλίας. Η καταγωγή του ανάγεται στον ίδιο τον Έλληνα και από τους
δύο γονείς του.
Από
τον Αίολο, βασιλιά της Θεσσαλίας, γιο του Έλληνα, και την Εναρέτη, κόρη
του Διήμαχου, γεννήθηκαν ο Διήονας, ο Κρηθέας, ο Αθάμαντας (πατέρας του
Φρίξου και της Έλλης οι οποίοι οδήγησαν το κριάρι με το χρυσόμαλλο
δέρας στην Κολχίδα), ο Σίσυφος, ο Περιήρης και ο Σαλμωνεύς. Η Τυρώ, κόρη
του Σαλμώνεου και της Αλκιδίκης, γέννησε με τον Ποσειδώνα τον Πελία και
τον Νηλέα, ο οποίος, αφού δεν κατάφερε να πάρει τον θρόνο της Ιωλκού,
κατέφυγε στη Μεσηνία, ίδρυσε την Πύλο και ήταν ο πατέρας του Νέστορα.
Αργότερα, η Τυρώ παντρεύτηκε τον θείο της Κρηθέα και γέννησε τον Φερήτη,
τον Αμυθάονα (πατέρας του περίφημου γιατρού Μελάμποδα και του Βίαντα,
βασιλιά του Άργους) και τον Αίσονα, πατέρα του Ιάσονα.
Από τον άλλο γιο του Έλληνα, τον Ξούθο,
γεννήθηκε η Διομήδη η οποία παντρεύτηκε τον εξάδελφό της Διήονα και
γεννήθηκαν ο Αίνητος, ο Άκτορας, ο Αστεροδίας, ο Κέφαλος και ο Φύλακος.
Από τον Μινύα, γιο του Ποσειδώνα, γεννήθηκαν η Αλκαθόη, η Λευκίππη, η
Αρσίππη και η Κλειμένη. Η τελευταία, γνωστή και ως Κλυμένη ή
Ετεοκλυμένη, παντρεύτηκε τον Φύλακο και γεννήθηκαν ο Ίφικλος, η Αταλάντη
και η Αλκιμήδη την οποία ο Ησίοδος ονομάζει Πολυμήλα και ο Απολλόδωρος
Πολυμήδη. Η Αλκιμήδη παντρεύτηκε τον Αίσονα και έτσι γεννήθηκαν ο
Πρόμαχος και ο Ιάσονας.
Μετά το θάνατο του Κρηθέα, ο πατέρας του
ο Αίσονας, θέλοντας να τον προστατέψει από τις επιβουλές του σφετεριστή
Πελία, προσποιήθηκε πως πέθανε, αλλά τον φυγάδεψε στο Πήλιο και τον
παρέδωσε στον κένταυρο Χείρωνα να τον εκπαιδεύσει στο σώμα και το
πνεύμα, όπως αρμόζει σε έναν βασιλιά.
Όταν ο Ιάσονας ενηλικιώθηκε, ξεκίνησε το
δρόμο για την Ιωλκό. Στην πορεία του συνάντησε την Ήρα, η οποία του
εμφανίστηκε με τη μορφή μιας γριάς και του ζήτησε να τη βοηθήσει να
περάσει τον ποταμό Άναυρο. Ο νέος πρόθυμα πέρασε τη γρια από το ποτάμι,
έχασε όμως το ένα του σανδάλι στο νερό.
Μετά
από λίγες μέρες εμφανίστηκε στην Ιωλκό μπροστά στον Πελία, ζητώντας το
θρόνο που δικαιωματικά του ανήκε. Ο Πελίας, τρομοκρατημένος από μια
προφητεία που έλεγε πως η ζωή και ο θρόνος του θα κινδύνευαν από έναν
μονοσάνδαλο συγγενή του, δέχθηκε να του παραχωρήσει το θρόνο μόνο αν
αυτός πήγαινε στην Κολχίδα και του έφερνε το Χρυσόμαλλο Δέρας.
Ο ήρωας εκτέλεσε το καθήκον του πρόθυμα,
όπως άρμοζε στην εκπαίδευσή του. Στην κλήση του απάντησαν 50 ήρωες,
ημίθεοι και θνητοί. Ο αριθμός 50 είναι περισσότερο συμβολικός καθώς ο
Ορφέας αναφέρει 49, ο Απολλόδωρος 45, ο Απολλώνιος 64 και ο Διόδωρος 54.
Το καράβι που ταξίδεψαν ονομάστηκε «Αργώ», από τον ναυπηγό Άργο που την
κατασκεύασε, με τη βοήθεια της θεάς Αθηνάς. Σύμφωνα με μελετητές της
ελληνικής αρχαιότητας και μυθολογίας, το ταξίδι πρέπει να έγινε γύρω στα
1400 π.Χ., αν λάβουμε υπόψη τον Τρωικό Πόλεμο που μάλλον έγινε λίγο
αργότερα. Πρόσφατα στοιχεία μεταθέτουν την Αργοναυτική Εστρατεία γύρω
στο 2000 π.Χ..
Το ταξίδι στην Κολχίδα είναι γνωστό ως
Αργοναυτική Εκστρατεία και ο Ιάσονας κατάφερε τελικά να αρπάξει το
πολύτιμο λάφυρο, χάρη στη βοήθεια της κόρης του βασιλιά Αιήτη (γιος της
Εκάτης και αδελφός της Κίρκης) και ξακουστής μάγισσας, της Μήδειας, την
οποία έφερε μαζί του στην Ιωλκό σαν σύζυγό του. Ο γάμος τους έγινε στη
Δρεπάνη, το νησί των Φαιάκων και ήταν η πρόφαση που ο βασιλιάς Αλκίνοος
χρησιμοποίησε για να μην παραδώσει τη Μήδεια στον πατέρα της που
καταδίωκε την Αργώ με το στόλο του.
Οι περιπέτειες, οι δοκιμασίες, οι
κίνδυνοι, η μακροχρόνια παραμονή τους μακριά από την πατρίδα, είχαν
δημιουργήσει μέσα τους έναν άλλο χαρακτήρα. Έμαθαν να ζουν με τον
κίνδυνο, ν' αδελφώνονται με το αναπάντεχο, να απολαμβάνουν το εφήμερο
και φευγαλέο, να αγωνίζονται σκληρά για να πετύχουν τους ευγενείς
στόχους τους. Κατανόησαν πως οι θεοί και η Μοίρα βοηθούν και
συμπαραστέκονται στους τολμηρούς, αν διαγνώσουν σ' αυτούς προθυμία και
αποφασιστηκότητα. Ένας ολόκληρος λαός περίμενε στην ακτή την επιστροφή
των θεϊκού καραβιού με τους αθάνατους ήρωες που, αψηφώντας το θάνατο,
κατάφεραν το πιο απίστευτο, κάνοντας πράξη ότι οι άλλοι ούτε να σκεφτούν
μπορούσαν.
Η Μήδεια, όμως, βλέποντας πως ο Πελίας
δεν ήταν πρόθυμος να τηρήσει την υπόσχεσή του, έπεισε τις κόρες του να
τον διαμελίσουν για να τον ξανανιώσουν, χωρίς όμως να τους δώσει
ολοκληρωμένη την τελετουργία. Έτσι ο Πελίας πέθανε αλλά ο λαός της
Ιωλκού αγανάκτησε με τις μεθόδους της υποψήφιας βασίλισσάς του και ο
Ιάσονας αναγκάστηκε να παραχωρήσει το θρόνο στον γιο του Πελία τον
Άκαστο, και να καταφύγει, μαζί με τη σύζυγό του, στην Κόρινθο.
Εκεί, όμως, μετά από δεκάχρονη συμβίωση,
ο Ιάσονας ερωτεύθηκε την Γλαυκή, κόρη του βασιλιά της Κορίνθου Κρέοντα,
την οποία και παντρεύτηκε. Η Μήδεια, οργισμένη και πληγωμένη, σκότωσε
όχι μόνο την αντίζηλή της αλλά και τα παιδιά της Μέρμερο και Φέρητα. Για
να αποφύγει την οργή του Ιάσονα κατέφυγε στην Αθήνα όπου της πρόσφερε
καταφύγιο ο βασιλιάς Αιγέας. Από τον γάμο τους γεννήθηκε ο Μήδος. Μόλις
όμως επέστρεψε στην Αθήνα ο Θησέας, η Μήδεια με τον γιο της κατέφυγαν
στην Ασία. Από τη γενιά τους προήλθε το γένος των Μήδων.
Ο Ιάσονας έμεινε έτσι ολομόναχος στην
Κόρινθο. Το καράβι του, η Αργώ, ήταν αφιερωμένο στον Ποσειδώνα και το
επισκεπτόταν καθημερινά ενώ συνήθιζε να κοιμάται στη σκιά του. Κάποια
μέρα, ένα σάπιο δοκάρι από το πλοίο έπεσε πάνω του και τον σκότωσε. Έτσι
τελείωσε η ζωή του πολυταξιδεμένου ήρωα ο οποίος τιμήθηκε σε όλη την
Ελλάδα και κτίστηκαν προς τιμή του πολλά ιερά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Τοποθεσίες στο διαδίκτυο. Ενδεικτικά:
http://homepages.pathfinder.gr/mihalopd/heros/Iasonas/iasonas.htm