Αναδημοσίευση άρθρου από Νέα Ακρόπολη
Λεωνίδας
O θρυλικός βασιλιάς της Σπάρτης που το
όνομά του συνδέθηκε με την πλέον ιδιόμορφη μάχη της αρχαιότητας, τη
μάχη των Θερμοπυλών τον Αύγουστο του 480 π.Χ. Ανέβηκε στο θρόνο το 488
και ήταν ετεροθαλής αδερφός του Κλεομένη Α, τον οποίο και διαδέχτηκε.
Όταν
οι Πέρσες έφτασαν στο στενό των Θερμοπυλών, ο Λεωνίδας ήταν εκεί με
6000 στρατιώτες, περιμένοντας ενισχύσεις από τη Σπάρτη. Για να αποφύγει
μια μάταιη σφαγή, έδιωξε τους περισσότερους στρατιώτες του κρατώντας
μαζί του τους 300 Σπαρτιάτες και 700 Θεσπιείς που δε θέλησαν να αφήσουν
τη θέση τους. Ο Λεωνίδας παρέμεινε με μεγάλη γενναιότητα στη θέση του,
διατυπώνοντας την ενδοξότερη στην ιστορία απάντηση ηγέτη, κατά τον
Πλούταρχο «μολών λαβέ». Υπακούοντας στους νόμους της Σπάρτης και
δημιουργώντας έτσι μία αιώνια στάση θυσίας και φιλοπατρίας.
Χρησιμοποίησε έντεχνα την φυσική
διαμόρφωση του χώρου, επιτιθέμενος και αμυνόμενος με διάταξη βάθους,
παρασύροντας στα στενά τους Πέρσες, εκμεταλλευόμενος το υψηλό ηθικό και
τη δύναμη των στρατιωτών του.
Οι Πέρσες πέτυχαν έναν ελιγμό θέσεων με
τη βοήθεια του Εφιάλτη που από ένα μυστικό πέρασμα, την «ανοπιαία
ατραπό» τους οδήγησε στην πλάτη των Ελλήνων. Πολεμώντας με παραφορά οι
Έλληνες υπό το Λεωνίδα έπεσαν μέχρι τον τελευταίο σε αυτήν την τριήμερη
μάχη σύμβολο για την παγκόσμια ιστορία.
Η αίγλη της μάχης των
Θερμοπυλών, παρά την ήττα είχε κρίσιμο ηθικό αποτέλεσμα για την τελική
έκβαση της τελικής επίθεσης, καθώς σκόρπισε τον τρόμο στον περσικό
στρατό και ταυτοχρόνως ως αμυντική προσπάθεια κέρδισε πολύτιμο χρόνο
ώστε να κριθεί ο πόλεμος στη θάλασσα, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Δεν μπορούμε να δούμε όμως το Λεωνίδα μεμονωμένα, σαν μορφή, άλλα σε συνάρτηση με την Σπαρτιατική ζωή και εκπαίδευση.
Τι είναι λοιπόν, αυτό που έκανε το
Λεωνίδα και τους Σπαρτιάτες τόσο ξεχωριστούς ως πολεμιστές; Οι ιστορικοί
μας λένε ότι πρέπει να δούμε στο βάθος της ιστορίας, κύρια την
εκπαίδευση που λάμβαναν οι Σπαρτιάτες από την ηλικία ακόμη των επτά ετών
και μέχρι την ενηλικίωσή τους.
Πιο χαρακτηριστική για να εκφράσει τη
στάση των Σπαρτιατών απέναντι στον πόλεμο είναι η φράση που έλεγε η
Σπαρτιάτισσα μάνα στο γιο της που πήγαινε στον πόλεμο, «ή ταν ή επί
τας». Η μάνα αποχαιρετούσε το γιο της θυμίζοντας του πως το καθήκον του
ήταν να πολεμήσει με θάρρος για την πατρίδα του, τιμώντας τα όπλα του
και αν χρειαστεί να πεθάνει γι` αυτήν. Αυτή η πασίγνωστη φράση κρύβει τη
νοοτροπία ενός λαού που πέρασε στην ιστορία σαν το παράδειγμα της
έντιμης, λιτής και γεμάτης αξιοπρέπεια και αυτοθυσία ζωής. Αυτά είναι τα
ιδανικά που εξυμνεί και ο Λεωνίδας με αυτήν την πράξη αυταπάρνησης. Αν
μη τι άλλο ο Λεωνίδας ως βασιλιάς ενός τέτοιου λαού θα έπρεπε να δώσει
πρώτος το παράδειγμα.
Για το Λεωνίδα, όπως και για όλους τους
Σπαρτιάτες, η μεγαλύτερη αρετή ήταν η πρόθυμη θυσία στο καθήκον της
άμυνας και της σωτηρίας της πατρίδας τους. Η στάση του μπροστά στη μάχη
και στο θάνατο ήταν ανάλογη με την εκπαίδευση και τη νοοτροπία του λαού
του.
Στα σαράντα χρόνια που διαρκούσε η
υπηρεσία κάθε Σπαρτιάτη δεν ήταν υποχρεωμένος να δουλεύει αλλά να
ετοιμάζεται καθημερινά για τον πόλεμο. Από επτά ετών εντάσσονταν σε
ομάδες, βούες και ύλες, όπου λάμβαναν την ανάλογη εκπαίδευση και από την
ηλικία των είκοσι ετών ξεκινούσαν την πορεία τους στο συσσίτιο. Μέχρι
τα τριάντα τους ζούσαν σε οικήματα που ονομάζονταν ανδρεία και μόνο μετά
τα τριάντα μπορούσαν να μένουν σπίτι τους και αυτό μόνο το βράδυ. Στην
καθημερινή ζωή ο βασιλιάς δεν απολάμβανε ειδικές τιμές και φροντίδες
αλλά μονάχα το σεβασμό και την εκτίμηση των συντρόφων του. Ακόμη και στο
πεδίο της μάχης διαβίωνε χωρίς πολυτέλειες και προφυλάξεις, ενώ στην
ώρα της μάχης κανείς δεν βρισκόταν μπροστά του.
Μια ιδιότυπη συνήθεια πριν τη μάχη ήταν
να γυαλίζουν τα όπλα τους και να περιποιούνται το σώμα τους και να
χτενίζουν τα μαλλιά τους. Με αυτό τον τρόπο έδειχναν αποφασισμένοι και
έτοιμοι για τη μάχη πιστεύοντας ότι ακόμη και μπροστά στο χάροντα θα
πρέπει να παρουσιαστούν καθαροί και όμορφοι. Λίγο πριν τη σύγκρουση
θυσίαζαν και με τη συνοδεία παιάνων ξεκινούσαν τη μάχη. Η περίοδος που
πενθούσαν τους νεκρούς διαρκούσε έντεκα ημέρες, ενώ τη δωδέκατη έθεταν
τέλος στο πένθος. Τους πολεμιστές τους έθαβαν τυλιγμένους σε κόκκινους
μανδύες χωρίς κανένα πολύτιμο αντικείμενο, δείχνοντας ότι το μεγαλύτερο
απόκτημά τους ήταν η συμμετοχή τους στο Σπαρτιατικό στρατό. Ο Λεωνίδας
γαλουχήθηκε μέσα σε αυτό το σύστημα όπου ο ατομικισμός χάνεται μπροστά
στην ομάδα και το μέρος είναι αναγκαίο και ικανό μόνο όταν υπάρχει για
να βοηθήσει το όλο.
Χαρακτηριστική
απάντηση του Λεωνίδα όταν ρωτήθηκε γιατί οι ανδρείοι προτιμούν τον
ένδοξο θάνατο από την άδοξη ζωή, αυτός απάντησε «διότι αυτή τη θεωρούν
χαρακτηριστικό της αλόγου φύσεως, εκείνον όμως (τον θάνατο) ως
χαρακτηριστικό του έλλογου όντος».
Για το Λεωνίδα και τους
τριακόσιους Σπαρτιάτες έχει γραφτεί μια επιτύμβια πλάκα από τον
Σιμωνίδη, όπου αναφέρει: «Ώ ξειν', αγγέλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε
κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» και αυτό δίνει μεγαλύτερη αξία
στις λέξεις «...τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», αν θεωρήσουμε ότι ο
Λεωνίδας γνώριζε ότι βοήθεια δεν θα έρθει από τη Σπάρτη.
Στο νεώτερο μνημείο που υπάρχει σήμερα
στις Θερμοπύλες προς τιμήν του Λεωνίδα, όπου βρίσκεται και το άγαλμά
του, είναι χαραγμένη η απάντησή του στην απαίτηση του Ξέρξη: «Μολών
Λαβέ».
Στη Σπάρτη υπάρχει το άγαλμα του Λεωνίδα
παριστάνοντας έναν πολεμιστή χωρίς μουστάκι, με Αττικού τύπου
περικεφαλαία έργο των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ. και από τη στάση του
σώματος μπορούμε να συμπεράνουμε ότι κρατούσε στο αριστερό χέρι
ανασηκωμένη ασπίδα, ενώ στο δεξί είχε ανυψωμένο το δόρυ. Ταυτίστηκε με
το Λεωνίδα από την πρώτη στιγμή, αν και δεν υπήρχε επιγραφή που να το
αποδεικνύει.
Βιβλιογραφία :
- Αλέξανδρος Παναγόπουλος, «Αρχαία Σπάρτη, κοινωνία και δίκαιο»
- Εγκ. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα
- Διαμαντής Κοτούλας, «Η Αρχαία Σπάρτη»
- Περιοδικό «Νέα Ακρόπολη», τεύχος Νο 92