Ο
Έντγκαρ Άλλαν Πόε (Edgar Allan Poe[1], 19 Ιανουαρίου 1809 - 7 Οκτωβρίου
1849) ήταν Αμερικανός ποιητής και πανέξυπνος τρελός. Υπήρξε ένας από
τους κύριους εκπροσώπους του αμερικανικού ρομαντισμού. To λογοτεχνικό
του έργο είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας
θεμέλιο λίθο για την εξέλιξη σύγχρονων λογοτεχνικών ειδών, όπως η
αστυνομική λογοτεχνία ή οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας.
Ο Πόε γεννήθηκε το 1809[2] στη Βοστώνη και οι γονείς του ήταν ηθοποιοί. Ο πατέρας του, Ντέηβιντ Πόε, εγκατέλειψε την οικογένεια του τον Ιούλιο του 1811 ενώ πέθανε πέντε μήνες αργότερα, στις 11 Δεκεμβρίου. Η μητέρα του, Ελίζαμπεθ Άρνολντ Χόπκινς, υπέφερε από φυματίωση και πέθανε στις 8 Δεκεμβρίου του 1811, ενώ ο Πόε ήταν μόλις δύο ετών. Μετά το θάνατο της μητέρας του, έζησε στο σπίτι του επιτυχημένου εμπόρου καπνού Τζον Άλλαν και μεγάλωσε στην πόλη Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.
Το 1815, η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και την Αγγλία, όπου έζησαν συνολικά για πέντε χρόνια. Στο διάστημα αυτό, ο Πόε φοίτησε σε δύο αγγλικά σχολεία κοντά στην πόλη του Λονδίνου. Μετά την επιστροφή του στο Ρίτσμοντ, εγγράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το 1826, όπου παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο. Ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριό του, εξαιτίας οικονομικών χρεών που ανέπτυξε μέσω της χαρτοπαιξίας, κατά την περίοδο φοίτησης του. Τελικά ο Πόε εγκατέλειψε το σπίτι των Άλλαν και κατατάχθηκε το 1827 στον αμερικανικό στρατό, πιθανότατα για λόγους οικονομικής επιβίωσης. Στην αίτηση κατάταξής του δήλωσε το όνομα Έντγκαρ Α. Πέρι, αναφέροντας επίσης ως ηλικία τα 22 χρόνια ενώ ήταν δεκαοχτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, μία ποιητική συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος και άλλα Ποιήματα.
Το 1829, εκδόθηκε το δεύτερο ποιητικό βιβλίο του Al Aaraaf, ενώ παράλληλα έκανε αίτηση εγγραφής στην στρατιωτική ακαδημία του Ουέστ Πόιντ (West Point), με την υποστήριξη του πατριού του. Εκεί θεωρείται πως ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο άλλων ρομαντικών ποιητών, ενώ σύντομα ανέπτυξε εκ νέου οικονομικά χρέη. Υπήρξε σκόπιμα αμελής ως προς τα καθήκοντά του[3] γεγονός που οδήγησε τελικά στην απόλυσή του. Αμέσως μετά, ο Πόε μετακόμισε στη Βαλτιμόρη όπου έζησε με την θεία του Μαρία Κλεμ και την πρώτη του ξαδέλφη Βιρτζίνια Ελίζα Κλεμ. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, ξεκίνησε να γράφει πεζά κείμενα υποβάλλοντας συμμετοχή σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Το 1833, βραβεύτηκε για το διήγημά του Μήνυμα στο μπουκάλι, γεγονός που του εξασφάλισε μία πρώτη αναγνώριση σε ένα περιορισμένο τοπικό λογοτεχνικό κύκλο.
Το Δεκέμβριο του 1835, άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Southern Literary Messenger (Λογοτεχνικός Αγγελιοφόρος του Νότου), στο Ρίτσμοντ. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη δεκατριάχρονη ξαδέρφη του, η οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους, αναφερόταν ψευδώς πως ήταν είκοσι ενός ετών.
Το 1838 εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ (The Narrative of Arthur Gordon Pym) ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου, ο Πόε μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός συντάκτη στο περιοδικό Burton's Gentleman's Magazine. Δημοσίευσε αρκετά άρθρα, διηγήματα και κριτικές απολαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερη φήμη. Το ίδιο διάστημα, εκδόθηκε η δίτομη συλλογή έργων του Tales of the Grotesque and Arabesque (Ιστορίες του Γκροτέσκου και του Αραβουργήματος), η οποία αν και δεν αποτέλεσε σημαντική εμπορική επιτυχία, επαινέθηκε από την κριτική και θεωρείται σήμερα ορόσημο στην ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Πόε εγκατέλειψε τη θέση του μετά από περίπου ένα χρόνο και ανέλαβε χρέη βοηθού συντάκτη στο περιοδικό Graham's Magazine.
Στις 20 Ιανουαρίου του 1842, η σύζυγός του έδειξε για πρώτη φορά δείγματα πως έπασχε από φυματίωση και υπό το βάρος της ασθένειάς της, ο Πόε κατέφυγε στο ποτό. Εγκατέλειψε εκ νέου την θέση του στο Graham's Magazine και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην εφημερίδα Evening Mirror και ως συντάκτης στην έκδοση του Broadway Journal. Στις 29 Ιανουαρίου του 1845 εκδόθηκε το ποίημα του Το Κοράκι, ένα από τα πιο γνωστά έργα του και το οποίο του πρόσφερε μεγάλη αναγνώριση, γεγονός που τον βοήθησε επίσης να αυξήσει το ισχνό του εισόδημα δίνοντας διαλέξεις. Ανατυπώθηκε σε αρκετές εφημερίδες και περιοδικά, ωστόσο ο ίδιος ο Πόε δεν αποκόμισε οικονομικά οφέλη από το ίδιο το έργο εξαιτίας της έλλειψης νόμων περί πνευματικών δικαιωμάτων.
Τον Ιανουάριο του 1847, η σύζυγός του Βιρτζίνια πέθανε και τον επόμενο χρόνο, ο Πόε αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Ο προγραμματισμένος τους γάμος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα εξαιτίας των προβλημάτων του Πόε με το ποτό. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, η μητέρα της Ουίτμαν είχε σημαντική συμβολή στη διάλυση της σχέσης τους. Με βάση την αλληλογραφία του Πόε, εκείνης της περιόδου, γνωρίζουμε ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει, από υπερβολική δόση λάβδανου. Αργότερα, ο Πόε επέστρεψε στο Ρίτσμοντ όπου αραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόυστερ και μαζί όρισαν ως ημερομηνία του γάμου τους την 17η Οκτωβρίου του 1849.
Ο Πόε γεννήθηκε το 1809[2] στη Βοστώνη και οι γονείς του ήταν ηθοποιοί. Ο πατέρας του, Ντέηβιντ Πόε, εγκατέλειψε την οικογένεια του τον Ιούλιο του 1811 ενώ πέθανε πέντε μήνες αργότερα, στις 11 Δεκεμβρίου. Η μητέρα του, Ελίζαμπεθ Άρνολντ Χόπκινς, υπέφερε από φυματίωση και πέθανε στις 8 Δεκεμβρίου του 1811, ενώ ο Πόε ήταν μόλις δύο ετών. Μετά το θάνατο της μητέρας του, έζησε στο σπίτι του επιτυχημένου εμπόρου καπνού Τζον Άλλαν και μεγάλωσε στην πόλη Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.
Το 1815, η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και την Αγγλία, όπου έζησαν συνολικά για πέντε χρόνια. Στο διάστημα αυτό, ο Πόε φοίτησε σε δύο αγγλικά σχολεία κοντά στην πόλη του Λονδίνου. Μετά την επιστροφή του στο Ρίτσμοντ, εγγράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το 1826, όπου παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο. Ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριό του, εξαιτίας οικονομικών χρεών που ανέπτυξε μέσω της χαρτοπαιξίας, κατά την περίοδο φοίτησης του. Τελικά ο Πόε εγκατέλειψε το σπίτι των Άλλαν και κατατάχθηκε το 1827 στον αμερικανικό στρατό, πιθανότατα για λόγους οικονομικής επιβίωσης. Στην αίτηση κατάταξής του δήλωσε το όνομα Έντγκαρ Α. Πέρι, αναφέροντας επίσης ως ηλικία τα 22 χρόνια ενώ ήταν δεκαοχτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, μία ποιητική συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος και άλλα Ποιήματα.
Το 1829, εκδόθηκε το δεύτερο ποιητικό βιβλίο του Al Aaraaf, ενώ παράλληλα έκανε αίτηση εγγραφής στην στρατιωτική ακαδημία του Ουέστ Πόιντ (West Point), με την υποστήριξη του πατριού του. Εκεί θεωρείται πως ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο άλλων ρομαντικών ποιητών, ενώ σύντομα ανέπτυξε εκ νέου οικονομικά χρέη. Υπήρξε σκόπιμα αμελής ως προς τα καθήκοντά του[3] γεγονός που οδήγησε τελικά στην απόλυσή του. Αμέσως μετά, ο Πόε μετακόμισε στη Βαλτιμόρη όπου έζησε με την θεία του Μαρία Κλεμ και την πρώτη του ξαδέλφη Βιρτζίνια Ελίζα Κλεμ. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, ξεκίνησε να γράφει πεζά κείμενα υποβάλλοντας συμμετοχή σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Το 1833, βραβεύτηκε για το διήγημά του Μήνυμα στο μπουκάλι, γεγονός που του εξασφάλισε μία πρώτη αναγνώριση σε ένα περιορισμένο τοπικό λογοτεχνικό κύκλο.
Το Δεκέμβριο του 1835, άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Southern Literary Messenger (Λογοτεχνικός Αγγελιοφόρος του Νότου), στο Ρίτσμοντ. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη δεκατριάχρονη ξαδέρφη του, η οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους, αναφερόταν ψευδώς πως ήταν είκοσι ενός ετών.
Το 1838 εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ (The Narrative of Arthur Gordon Pym) ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου, ο Πόε μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός συντάκτη στο περιοδικό Burton's Gentleman's Magazine. Δημοσίευσε αρκετά άρθρα, διηγήματα και κριτικές απολαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερη φήμη. Το ίδιο διάστημα, εκδόθηκε η δίτομη συλλογή έργων του Tales of the Grotesque and Arabesque (Ιστορίες του Γκροτέσκου και του Αραβουργήματος), η οποία αν και δεν αποτέλεσε σημαντική εμπορική επιτυχία, επαινέθηκε από την κριτική και θεωρείται σήμερα ορόσημο στην ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Πόε εγκατέλειψε τη θέση του μετά από περίπου ένα χρόνο και ανέλαβε χρέη βοηθού συντάκτη στο περιοδικό Graham's Magazine.
Στις 20 Ιανουαρίου του 1842, η σύζυγός του έδειξε για πρώτη φορά δείγματα πως έπασχε από φυματίωση και υπό το βάρος της ασθένειάς της, ο Πόε κατέφυγε στο ποτό. Εγκατέλειψε εκ νέου την θέση του στο Graham's Magazine και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην εφημερίδα Evening Mirror και ως συντάκτης στην έκδοση του Broadway Journal. Στις 29 Ιανουαρίου του 1845 εκδόθηκε το ποίημα του Το Κοράκι, ένα από τα πιο γνωστά έργα του και το οποίο του πρόσφερε μεγάλη αναγνώριση, γεγονός που τον βοήθησε επίσης να αυξήσει το ισχνό του εισόδημα δίνοντας διαλέξεις. Ανατυπώθηκε σε αρκετές εφημερίδες και περιοδικά, ωστόσο ο ίδιος ο Πόε δεν αποκόμισε οικονομικά οφέλη από το ίδιο το έργο εξαιτίας της έλλειψης νόμων περί πνευματικών δικαιωμάτων.
Τον Ιανουάριο του 1847, η σύζυγός του Βιρτζίνια πέθανε και τον επόμενο χρόνο, ο Πόε αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Ο προγραμματισμένος τους γάμος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα εξαιτίας των προβλημάτων του Πόε με το ποτό. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, η μητέρα της Ουίτμαν είχε σημαντική συμβολή στη διάλυση της σχέσης τους. Με βάση την αλληλογραφία του Πόε, εκείνης της περιόδου, γνωρίζουμε ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει, από υπερβολική δόση λάβδανου. Αργότερα, ο Πόε επέστρεψε στο Ρίτσμοντ όπου αραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόυστερ και μαζί όρισαν ως ημερομηνία του γάμου τους την 17η Οκτωβρίου του 1849.
Ο θάνατός του
Ο τάφος του Πόε στη Βαλτιμόρη
Σύμφωνα με επιστολή του προς την Μαρία Κλεμ στις 18 Σεπτεμβρίου του 1849, ο Πόε θα πραγματοποιούσε ένα ταξίδι στη Φιλαδέλφεια, προκειμένου να συναντήσει την ποιήτρια Λέον Λάουντ, με αφορμή την επιμέλεια της έκδοσης ενός τόμου με έργα της. Ανακαλύφθηκε σε παραληρηματική κατάσταση στους δρόμους της Βαλτιμόρης από έναν περαστικό, ο οποίος μετά από σχετική υπόδειξη του Πόε, έστειλε επιστολή στον Δρ. J. E. Snodgrass, ενημερώνοντας τον σχετικά. Ο Snodgrass έλαβε την επιστολή στις 3 Οκτωβρίου και την ίδια ημέρα φρόντισε, μαζί με τον θείο του Πόε, Χένρυ Χέρινγκ, για την μεταφορά του Πόε στο νοσοκομείο, όπου τελικά πέθανε στις 7 Οκτωβρίου. Καθώς δεν κατάφερε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του να συνέλθει επαρκώς, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς είχε οδηγηθεί στην κατάσταση του. Όταν βρέθηκε, φορούσε ρούχα που πιστεύεται ότι δεν του ανήκαν ενώ επανειλημμένα πρόφερε το όνομα Ρέυνολντς κατά την διάρκεια της τέταρτης νύχτας που έμεινε στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με επιστολή του ιατρού Δρ. John J. Moran που εξέτασε τον Πόε στο νοσοκομείο, προς την θεία του, οι τελευταίες του λέξεις ήταν "Lord help my poor soul" ("Κύριε βοήθησε την φτωχή ψυχή μου").
Η πραγματική αιτία θανάτου του Πόε παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και δεν υπάρχει μία οριστική θέση, καθώς ουδέποτε υπήρξε ή βρέθηκε ένα επίσημο πιστοποιητικό θανάτου. Ο Δρ. J. E. Snodgrass, ο οποίος γνώριζε προσωπικά τον Πόε και βρέθηκε μαζί του στις τελευταίες του ημέρες, βεβαίωνε πως ο θάνατός του ήταν απόρροια αλκοολισμού [4]. Αντίθετα, ο Δρ. John Moran, θεωρούσε πως ο θάνατός του δεν σχετιζόταν με χρήση κάποιου είδους τοξικής ουσίας [5]. Τόσο τα γραπτά του Snodgrass όσο και του Moran, με θέμα τις τελευταίες ημέρες ζωής του Πόε, περιέχουν σημαντικές αντιφάσεις με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται εν γένει με δυσπιστία από τους μελετητές και βιογράφους του συγγραφέα. Πληθώρα άλλων θεωριών έχουν προταθεί επίσης, μεταξύ αυτών πιθανή σύφιλη, επιληψία, δηλητηρίαση, δολοφονία ή λύσσα [6], θεωρίες όμως που δεν επιβεβαιώνονται μέχρι σήμερα από επίσημα ιατρικά έγγραφα ή αναφορές.
Η ταφή του έγινε στις 8 ή 9 Οκτωβρίου και ο τάφος του βρίσκεται στη Βαλτιμόρη, όπου αποτελεί ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της περιοχής. Από το 1949, κάποιος ανώνυμος επισκέπτης επισκέπτεται τον τάφο του στις 19 Ιανουαρίου, αφήνοντας τρία κόκκινα τριαντάφυλλα και ένα μπουκάλι κονιάκ στη μνήμη του.
Την ημέρα της ταφής του Πόε, μία νεκρολογία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα New York Tribune, υπογεγραμμένη με το ψευδώνυμο Ludwig, το οποίο όπως αποκαλύφθηκε αργότερα ανήκε στον εκδότη και επιμελητή ανθολογιών, Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Η νεκρολογία ανέφερε στην εισαγωγή της: "O Έντγκαρ Άλλαν Πόε είναι νεκρός. Πέθανε στη Βαλτιμόρη προχθές. Η ανακοίνωση αυτή θα τρομάξει αρκετούς, αλλά λίγοι θα νιώσουν θλίψη για το γεγονός." [7] και θεωρείται απόρροια της εχθρότητας που είχε καλλιεργηθεί μεταξύ του Πόε και του Γκρίσγουολντ.
160 χρόνια μετά το θάνατό του, στις 12 Οκτωβρίου του 2009 έγινε η κηδεία του ομοιώματος του ποιητή, με τιμές, στη Βαλτιμόρη[8].
Ο τάφος του Πόε στη Βαλτιμόρη
Σύμφωνα με επιστολή του προς την Μαρία Κλεμ στις 18 Σεπτεμβρίου του 1849, ο Πόε θα πραγματοποιούσε ένα ταξίδι στη Φιλαδέλφεια, προκειμένου να συναντήσει την ποιήτρια Λέον Λάουντ, με αφορμή την επιμέλεια της έκδοσης ενός τόμου με έργα της. Ανακαλύφθηκε σε παραληρηματική κατάσταση στους δρόμους της Βαλτιμόρης από έναν περαστικό, ο οποίος μετά από σχετική υπόδειξη του Πόε, έστειλε επιστολή στον Δρ. J. E. Snodgrass, ενημερώνοντας τον σχετικά. Ο Snodgrass έλαβε την επιστολή στις 3 Οκτωβρίου και την ίδια ημέρα φρόντισε, μαζί με τον θείο του Πόε, Χένρυ Χέρινγκ, για την μεταφορά του Πόε στο νοσοκομείο, όπου τελικά πέθανε στις 7 Οκτωβρίου. Καθώς δεν κατάφερε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του να συνέλθει επαρκώς, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς είχε οδηγηθεί στην κατάσταση του. Όταν βρέθηκε, φορούσε ρούχα που πιστεύεται ότι δεν του ανήκαν ενώ επανειλημμένα πρόφερε το όνομα Ρέυνολντς κατά την διάρκεια της τέταρτης νύχτας που έμεινε στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με επιστολή του ιατρού Δρ. John J. Moran που εξέτασε τον Πόε στο νοσοκομείο, προς την θεία του, οι τελευταίες του λέξεις ήταν "Lord help my poor soul" ("Κύριε βοήθησε την φτωχή ψυχή μου").
Η πραγματική αιτία θανάτου του Πόε παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και δεν υπάρχει μία οριστική θέση, καθώς ουδέποτε υπήρξε ή βρέθηκε ένα επίσημο πιστοποιητικό θανάτου. Ο Δρ. J. E. Snodgrass, ο οποίος γνώριζε προσωπικά τον Πόε και βρέθηκε μαζί του στις τελευταίες του ημέρες, βεβαίωνε πως ο θάνατός του ήταν απόρροια αλκοολισμού [4]. Αντίθετα, ο Δρ. John Moran, θεωρούσε πως ο θάνατός του δεν σχετιζόταν με χρήση κάποιου είδους τοξικής ουσίας [5]. Τόσο τα γραπτά του Snodgrass όσο και του Moran, με θέμα τις τελευταίες ημέρες ζωής του Πόε, περιέχουν σημαντικές αντιφάσεις με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται εν γένει με δυσπιστία από τους μελετητές και βιογράφους του συγγραφέα. Πληθώρα άλλων θεωριών έχουν προταθεί επίσης, μεταξύ αυτών πιθανή σύφιλη, επιληψία, δηλητηρίαση, δολοφονία ή λύσσα [6], θεωρίες όμως που δεν επιβεβαιώνονται μέχρι σήμερα από επίσημα ιατρικά έγγραφα ή αναφορές.
Η ταφή του έγινε στις 8 ή 9 Οκτωβρίου και ο τάφος του βρίσκεται στη Βαλτιμόρη, όπου αποτελεί ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της περιοχής. Από το 1949, κάποιος ανώνυμος επισκέπτης επισκέπτεται τον τάφο του στις 19 Ιανουαρίου, αφήνοντας τρία κόκκινα τριαντάφυλλα και ένα μπουκάλι κονιάκ στη μνήμη του.
Την ημέρα της ταφής του Πόε, μία νεκρολογία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα New York Tribune, υπογεγραμμένη με το ψευδώνυμο Ludwig, το οποίο όπως αποκαλύφθηκε αργότερα ανήκε στον εκδότη και επιμελητή ανθολογιών, Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Η νεκρολογία ανέφερε στην εισαγωγή της: "O Έντγκαρ Άλλαν Πόε είναι νεκρός. Πέθανε στη Βαλτιμόρη προχθές. Η ανακοίνωση αυτή θα τρομάξει αρκετούς, αλλά λίγοι θα νιώσουν θλίψη για το γεγονός." [7] και θεωρείται απόρροια της εχθρότητας που είχε καλλιεργηθεί μεταξύ του Πόε και του Γκρίσγουολντ.
160 χρόνια μετά το θάνατό του, στις 12 Οκτωβρίου του 2009 έγινε η κηδεία του ομοιώματος του ποιητή, με τιμές, στη Βαλτιμόρη[8].
Το πρόβλημα της βιογραφίας του
Για τη ζωή και την προσωπικότητα του Πόε υπάρχουν αρκετές πληροφορίες,
συχνά αντιφατικές, ωστόσο ελάχιστα γεγονότα μπορούν να επιβεβαιωθούν ή
να επαληθευτούν μέσα από επίσημες πρωτογενείς πηγές ή έγγραφα. Πολλά
βιογραφικά στοιχεία για τον Πόε βρίσκονταν ή και παραμένουν υπό καθεστώς
αμφισβήτησης, όπως η ημερομηνία γέννησής του, τα αίτια του θανάτου του,
η ημέρα ταφής του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις καθώς και άλλες
σκοτεινές πλευρές της ζωής του, όπως η σχέση του με το ποτό ή άλλες
ναρκωτικές ουσίες.
Μέχρι το 1875, η κύρια βιογραφία του Πόε ήταν έργο του εκδότη Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Επίκεντρο της γνωριμίας τους υπήρξε αρχικά η έκδοση μίας ανθολογίας του Γκρίσγολντ, The Poets and Poetry of America (1842) για την οποία ο Πόε έγραψε μία – μάλλον αρνητική – κριτική κατά παραγγελία του ίδιου του Γκρίζγουολντ, την οποία ο Πόε εξέλαβε ως μορφή δωροδοκίας. Η σχέση τους ψυχράνθηκε ακόμα περισσότερο λίγους μήνες αργότερα, όταν δημοσιεύτηκε μία νέα αρνητική κριτική, στις 28 Ιανουαρίου του 1843, σε τεύχος της Saturday Museum. Η κριτική αυτή περιείχε προσωπικές επιθέσεις κατά του Γκρίζγουολντ, ο οποίος θεώρησε πως αποτελούν έργο του Πόε, αν και στην πραγματικότητα είχαν γραφτεί από τον φίλο του Πόε, Χένρυ Χιρστ. Το 1845, ο Γκρίζγουολντ ξεκίνησε μία νέα ανθολογία πεζών κειμένων (The Poets and Poetry of America), στην οποία θα χρησιμοποιούσε και έργα του Πόε, γεγονός που συνδυάστηκε με μία προσωρινή βελτίωση στις σχέσεις τους. Ωστόσο, η αρνητική κριτική του Γκρίζγουολντ στην παρουσίαση του έργου του Πόε μέσα στην ανθολογία, προκάλεσε την αντίδραση του τελευταίου, ο οποίος δημοσίευσε μία ανάλογη αρνητική κριτική για το σύνολο της ανθολογίας.
Εικονογράφηση του Γκουστάβ Ντορέ για το Κοράκι
Μετά το θάνατό του Πόε, η εχθρική σχέση τους έγινε εμφανής μέσα από τη νεκρολογία που έγραψε ο Γκρίζγουολντ την ημέρα της ταφής του. Επιπλέον, ο Γκρίζγουολντ ανέλαβε το ρόλο του εκτελεστή της λογοτεχνικής κληρονομιάς του, αν και δεν υπάρχει απόδειξη πως κάτι τέτοιο ήταν επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα. Ο Γκρίζγουολντ έπεισε την Μαρία Κλεμ να του παραδώσει τις επιστολές και τα χειρόγραφα του Πόε, προκειμένου να επιμεληθεί την έκδοση μίας συλλογής έργων του. Παράλληλα, έγραψε μία σύντομη βιογραφία του Πόε, την οποία περιέλαβε σε μεταγενέστερο τόμο της συλλογής αυτής, και μέσα από την οποία περιέγραφε τον Πόε ως αλκοολικό, διεφθαρμένο και συστηματικό χρήστη ναρκωτικών ουσιών. Η πρώτη αυτή βιογραφία περιείχε μία αισθητά διαφορετική εικόνα για τον Πόε, σε σύγκριση με ανάλογα βιογραφικά κείμενα της ίδιας περιόδου, καθώς και στοιχεία που σήμερα θεωρούνται ανακριβή. Ένας κύκλος φίλων του Πόε αντέδρασε στην δημοσίευση της βιογραφίας του Γκρίζγουολντ, ωστόσο αυτή διαδόθηκε και αναδημοσιεύτηκε ευρέως, αποτελώντας την βάση για μεταγενέστερες βιογραφίες. Θεωρείται πως μέχρι σήμερα, ορισμένες ανακριβείς ή υπερβολικές αναφορές του Γκρίσγουολντ γύρω από την προσωπικότητα του Πόε, έχουν επικρατήσει. Η βιογραφία του Τζον Χένρυ Ίνγκραμ το 1875, υπήρξε πιο ισορροπημένη και με μεγαλύτερη συμπάθεια απέναντι στον Πόε, επισημαίνοντας παράλληλα τις ανακρίβειες του Γκρίζγουολντ. Αργότερα, με τη βοήθεια της Σάρα Έλεν Ουίτμαν και άλλων φίλων του Πόε, ο Ίνγκραμ επέκτεινε τη βιογραφία του εκδίδοντας ένα δίτομο έργο.
Μέχρι το 1875, η κύρια βιογραφία του Πόε ήταν έργο του εκδότη Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Επίκεντρο της γνωριμίας τους υπήρξε αρχικά η έκδοση μίας ανθολογίας του Γκρίσγολντ, The Poets and Poetry of America (1842) για την οποία ο Πόε έγραψε μία – μάλλον αρνητική – κριτική κατά παραγγελία του ίδιου του Γκρίζγουολντ, την οποία ο Πόε εξέλαβε ως μορφή δωροδοκίας. Η σχέση τους ψυχράνθηκε ακόμα περισσότερο λίγους μήνες αργότερα, όταν δημοσιεύτηκε μία νέα αρνητική κριτική, στις 28 Ιανουαρίου του 1843, σε τεύχος της Saturday Museum. Η κριτική αυτή περιείχε προσωπικές επιθέσεις κατά του Γκρίζγουολντ, ο οποίος θεώρησε πως αποτελούν έργο του Πόε, αν και στην πραγματικότητα είχαν γραφτεί από τον φίλο του Πόε, Χένρυ Χιρστ. Το 1845, ο Γκρίζγουολντ ξεκίνησε μία νέα ανθολογία πεζών κειμένων (The Poets and Poetry of America), στην οποία θα χρησιμοποιούσε και έργα του Πόε, γεγονός που συνδυάστηκε με μία προσωρινή βελτίωση στις σχέσεις τους. Ωστόσο, η αρνητική κριτική του Γκρίζγουολντ στην παρουσίαση του έργου του Πόε μέσα στην ανθολογία, προκάλεσε την αντίδραση του τελευταίου, ο οποίος δημοσίευσε μία ανάλογη αρνητική κριτική για το σύνολο της ανθολογίας.
Εικονογράφηση του Γκουστάβ Ντορέ για το Κοράκι
Μετά το θάνατό του Πόε, η εχθρική σχέση τους έγινε εμφανής μέσα από τη νεκρολογία που έγραψε ο Γκρίζγουολντ την ημέρα της ταφής του. Επιπλέον, ο Γκρίζγουολντ ανέλαβε το ρόλο του εκτελεστή της λογοτεχνικής κληρονομιάς του, αν και δεν υπάρχει απόδειξη πως κάτι τέτοιο ήταν επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα. Ο Γκρίζγουολντ έπεισε την Μαρία Κλεμ να του παραδώσει τις επιστολές και τα χειρόγραφα του Πόε, προκειμένου να επιμεληθεί την έκδοση μίας συλλογής έργων του. Παράλληλα, έγραψε μία σύντομη βιογραφία του Πόε, την οποία περιέλαβε σε μεταγενέστερο τόμο της συλλογής αυτής, και μέσα από την οποία περιέγραφε τον Πόε ως αλκοολικό, διεφθαρμένο και συστηματικό χρήστη ναρκωτικών ουσιών. Η πρώτη αυτή βιογραφία περιείχε μία αισθητά διαφορετική εικόνα για τον Πόε, σε σύγκριση με ανάλογα βιογραφικά κείμενα της ίδιας περιόδου, καθώς και στοιχεία που σήμερα θεωρούνται ανακριβή. Ένας κύκλος φίλων του Πόε αντέδρασε στην δημοσίευση της βιογραφίας του Γκρίζγουολντ, ωστόσο αυτή διαδόθηκε και αναδημοσιεύτηκε ευρέως, αποτελώντας την βάση για μεταγενέστερες βιογραφίες. Θεωρείται πως μέχρι σήμερα, ορισμένες ανακριβείς ή υπερβολικές αναφορές του Γκρίσγουολντ γύρω από την προσωπικότητα του Πόε, έχουν επικρατήσει. Η βιογραφία του Τζον Χένρυ Ίνγκραμ το 1875, υπήρξε πιο ισορροπημένη και με μεγαλύτερη συμπάθεια απέναντι στον Πόε, επισημαίνοντας παράλληλα τις ανακρίβειες του Γκρίζγουολντ. Αργότερα, με τη βοήθεια της Σάρα Έλεν Ουίτμαν και άλλων φίλων του Πόε, ο Ίνγκραμ επέκτεινε τη βιογραφία του εκδίδοντας ένα δίτομο έργο.
Έργο και αποδοχή
Το έργο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε
είχε σημαντική επιρροή τόσο στην αμερικανική όσο και στην παγκόσμια
λογοτεχνία, αποτελώντας το θεμέλιο λίθο για σύγχρονα είδη όπως η
αστυνομική λογοτεχνία και οι ιστορίες τρόμου ή φαντασίας. Θεωρείται
πρωτοπόρος στο είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος, το οποίο ανέπτυξε
μέσα από τις τρεις ιστορίες του με ήρωα τον Ογκύστ Ντυπέν (Auguste
Dupin), μεταξύ αυτών Οι Δολοφονίες της Οδού Νεκροτομίου. Τα έργα αυτά
αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τις μεταγενέστερες ιστορίες του Άρθουρ
Κόναν Ντόυλ, με κεντρικό ήρωα τον Σέρλοκ Χολμς.
Η φήμη του Πόε
υπήρξε αρκετά μεγάλη τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Αμερικανοί
λογοτέχνες που εκτιμούσαν το έργο του και επηρεάστηκαν από αυτό, ήταν ο
Ουώλτ Ουίτμαν, ο Χ. Φ. Λάβκραφτ, ο Γουίλιαμ Φώκνερ, καθώς και ο Χέρμαν
Μέλβιλ. Αντιθέτως, ο Μαρκ Τουαίην υπήρξε αυστηρός κριτής του, όπως και ο
ποιητής Τ. Σ. Έλιοτ, ο οποίος ωστόσο εκτιμούσε το κριτικό του έργο.
Ιδιαίτερα σημαντική επίδραση είχε το έργο του Πόε στη γαλλική
λογοτεχνία και ειδικότερα στον γαλλικό συμβολισμό. Ο Κάρολος Μπωντλαίρ
μετέφρασε σχεδόν το σύνολο των πεζών του κειμένων, καθώς και αρκετά
ποιήματα του. Σε επαφή με το έργο του ήρθε και ο ποιητής Στεφάν
Μαλλαρμέ, ο οποίος επίσης μετέφρασε έργα του, ενώ αφιέρωσε δικά του
ποιήματα στον Πόε. Επηρέασε σημαντικά και τον Ιούλιο Βερν, ο οποίος
έγραψε ένα δοκίμιο για το έργο του, Poe et ses oeuvres (Ο Πόε και τα
έργα του), ενώ το μυθιστόρημα του Η Σφίγγα των Πάγων (Le Sphinx des
glaces), αποτελούσε συνέχεια της Αφήγησης του Άρθρουρ Γκόρντον Πυμ του
Πόε. Ενδεικτικό της επίδρασης του Πόε στη Γαλλία, είναι επιπλέον το
γεγονός πως οι ζωγράφοι Εντουάρ Μανέ και Γκουστάβ Ντορέ φιλοτέχνησαν
αναπαραστάσεις έργων του. Σε μετεγενέστερη περίοδο, ο Πωλ Βαλερύ και ο
Μαρσέλ Προυστ υπήρξαν επίσης θαυμαστές του. Με αφετηρία τη Γαλλία, έργα
του μεταφέρθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην Αγγλία, μεταξύ των
λογοτεχνών που τα εκτίμησαν, υπήρξαν ο Άλγκερνον Σουίνμπουρν και ο Όσκαρ
Ουάιλντ.
Ποιήματα
(1827) Tamerlane (Ταμερλάνος)
(1829) Al Aaraaf (Αλ Ααραάφ)
(1845) The Raven (To Κοράκι)
(1847) Ulalume (Ουλαλούμ)
(1848) Eureka (Εύρηκα) - πεζό ποίημα
(1849) Annabel Lee
Διηγήματα, πεζά
(1833) MS. Found in a Bottle (Χειρόγραφο σ' ένα μπουκάλι)
(1838) Ligeia (Λιγεία)
(1839) The Fall of the House of Usher (Η Πτώση του Οίκου των Άσερ)
(1839) William Wilson
(1839) The Conversation of Eiros and Charmion (Ο Διάλογος Ανάμεσα στην Ειράδα και τη Χάρμιον)
(1842) The Masque of the Red Death (Η Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου)
(1842) The Pit and the Pendulum (Το Πηγάδι και το Εκκρεμές)
(1843) The Gold Bug (Ο Χρυσός Σκαραβαίος)
(1843) The Black Cat (Ο Μαύρος Γάτος)
(1845) Some Words with a Mummy (Μερικές κουβέντες με μια μούμια ή Κουβεντιάζοντας με μια μούμια)
(1845) The System of Doctor Tarr and Professor Fether (Το Σύστημα του Δόκτωρα Πίσσα και του Καθηγητή Φτερά)
(1846) The Cask of Amontillado (Το Βαρέλι του Αμοντιλάδο)
(1838) The Narrative of Arthur Gordon Pym of Nantucket (Η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ)
(1841) The Murders in the Rue Morgue (Οι Δολοφονίες της Οδού Νεκροτομίου)
(1844) The Purloined Letter (Το Κλεμμένο Γράμμα)
(1844) The Premature Burial (Η πρόωρη ταφή)
(1850) A Descent into the Maelstrom (Η ρουφήχτρα του Μαελστρόμ ή Στη Δίνη του Μάελστρομ)
Πραγματείες, δοκίμια
(1846) The Philosophy of Composition (Η Φιλοσοφία της Σύνθεσης)
(1848) Eureka (Εύρηκα)
Θεατρικά
(1835) Politian
Ελληνικές μεταφράσεις
Η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ : Δ.Π.Βακατάτσης ("Πεχλιβανίδη")
Στη Δίνη του Μάελστρομ - Η Πτώση του Οίκου των Άσερ - Ο Χρυσός
Σκαραβαίος - Το Κλεμμένο Γράμμα : Στέλλα Βουρδουμπά
("Γαλαξίας-Ερμείας")