Αναδημοσίευση άρθρου από Νέα Ακρόπολη
Το υπόκαυστο σύστημα θέρμανσης στην αρχαία Ρώμη
Έτσι αποκαλούσαν ορισμένοι από τους
πρώτους χριστιανούς τα τεράστια και ιδιαίτερα πολυτελή λουτρά σε κάθε
γωνιά της απέραντης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στα οποία συνωστίζονταν για
ώρες οι ρωμαίοι πολίτες για να φροντίσουν και να καλλωπίσουν το σώμα
τους και να περάσουν ευχάριστα τις ελεύθερες ώρες τους.
Εκτός από τον σπουδαίο ρόλο των λουτρών
στην σωματική και ψυχική υγεία, αποτέλεσαν σε όλες τις εποχές κέντρα
συναντήσεων και κοινωνικών συναναστροφών, χώρους επικοινωνίας και
διασκέδασης.
Τι είναι ένα υπόκαυστο σύστημα θέρμανσης
Η
λέξη υπόκαυστο, (suspensurae) αναφέρεται σε έναν χαμηλό και συνήθως
υπόγειο χώρο κάτω από το δάπεδο του δωματίου όπου κυκλοφορούν καυτά
αέρια. Τα αέρια παράγονται από μια εστία φωτιάς (praefurnium). Οι χώροι
αυτοί δημιουργούνται με την υπερύψωση των δαπέδων και την βοήθεια
στυλίσκων (pilae).
Καταγωγή και εξέλιξη των λουτρών
Τα ρωμαϊκά λουτρά, πρώτα τα βαλανεία και
έπειτα οι Θέρμες, άρχισαν να εξελίσσονται στην Ιταλική χερσόνησο, στην
περιοχή της Καμπανίας ήδη από τον 5ο - 4ο π.Χ. αιώνα κάτω από την
επιρροή του ελληνικού δημόσιου λουτρού, του βαλανείου και του ελληνικού
γυμνασίου, με τις απαραίτητες βεβαίως προσαρμογές.
Ήδη από την προϊστορική περίοδο
λειτούργησαν λουτρά σε ανάκτορα για τις ανάγκες των αρχόντων και του
οίκου τους, όπως αυτά που βρέθηκαν στην Τίρυνθα και την Κνωσό. Στους
κλασσικούς και ελληνιστικούς χρόνους τα λουτρά έχουν διαδοθεί αρκετά και
εκτός των ιδιωτικών, μαρτυρούνται και δημόσια λουτρά σε αρκετές
πόλεις, ορισμένα μάλιστα με παροχή ζεστού νερού. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα αποτελεί το λουτρό των Οινιάδων στην Ακαρνανία του 2ου π.Χ.
αιώνα. με χώρους για ψυχρό και θερμό λουτρό. Τα δωμάτια προορισμένα για
το χλιαρό και θερμό λουτρό ήταν κυκλικά, και το νερό ζεσταινόταν σε
χάλκινο λέβητα που βρισκόταν στο κέντρο τους. Ελληνιστικά λουτρά, πολλά
από τα οποία λειτουργούσαν στους χώρους γυμνασίων, έχουν βρεθεί στους
Δελφούς, στην Ερέτρια, στην Ήλιδα, στην Πριήνη ακόμη και στο Παντικάπαιο
της Κριμαίας.
Η μετάδοση της τεχνογνωσίας στην
κατασκευή λουτρών από τους Έλληνες στους Λατίνους, οφειλόταν στη συχνή
επαφή που είχαν αναπτύξει οι δύο λαοί λόγω των πολλών ελληνικών αποικιών
της Μεγάλης Ελλάδας και της Σικελίας στην γειτονική Ιταλία.
Οι ρωμαίοι μηχανικοί βασιζόμενοι στην
κληρονομιά του ελληνικού πνεύματος, απάντησαν με ευρηματικότητα στις
νέες ανάγκες και τις απαιτήσεις της εποχής τους για πολυτέλεια και
μαζικότητα, εξελίσσοντας παλαιούς και καθιερώνοντας νέους τύπους. Τα νέα
επιτεύγματα στην αρχιτεκτονική, ιδιαίτερα τα υπόκαυστα, αλλά και το
τσιμέντο που βοήθησε στην ανάπτυξη της θολοδομίας καθώς και η πρόοδος
στην κατασκευή των εντυπωσιακών υδραγωγείων και των δικτύων αγωγών
ύδρευσης και αποχέτευσης των πόλεων, συνετέλεσαν με ουσιαστικό τρόπο
στην τελειοποίηση των λουτρών.
Από την περιοχή της Καμπανίας και τη
Ρώμη, τα λουτρά διαδόθηκαν σε όλες τις επαρχίες που κατακτούσαν οι
ρωμαίοι. Πιο εύκολα όμως και πιο γρήγορα εξαπλώθηκαν σε αυτές τις
περιοχές που είχε προηγουμένως αναπτυχθεί ή διαδοθεί ο ελληνικός
πολιτισμός, σε Ανατολή και Δύση. Στις βόρειες επαρχίες, αρχικά τα λουτρά
κατασκευάζονταν από τους στρατιωτικούς αρχιτέκτονες για τις ανάγκες
του στρατεύματος. Η σπουδαιότητα των λουτρών ήταν τέτοια, ώστε ήταν τα
πρώτα κτίρια που ανεγείρονταν από τους Ρωμαίους όταν κατακτούσαν μια
πόλη ή όταν ανοικοδομούσαν μια καινούργια.
Στην αρχή των αυτοκρατορικών χρόνων,
αποκρυσταλλώθηκε μια αρχιτεκτονική φόρμα τυπική σε όλες τις λουτρικές
εγκαταστάσεις, παρʼ όλες τις κατά τόπους διαφορές. Αυτή την εποχή, η
επίσκεψη στα λουτρά αποτελεί την καθημερινή συνήθεια κάθε ρωμαίου
πολίτη.
Η μεγάλη διάδοση των λουτρών
επαληθεύεται απόλυτα από φιλολογικές και επιγραφικές πηγές και κυρίως
από τα αναρίθμητα λείψανα συγκροτημάτων λουτρών απανταχού της
επικράτειας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, από την Αφρική μέχρι την Αγγλία
και από την Ιβηρική χερσόνησο μέχρι τα βάθη της Ανατολής.
Στη Ρώμη, το 33 π.Χ. υπήρχαν 170 δημόσια
βαλανεία, σύμφωνα με απογραφή του Αγρίππα (63 – 12 π.Χ.) για να φτάσουν
στο τέλος των υστερορωμαϊκών χρόνων στον εντυπωσιακό αριθμό των 856,
όπως αναφέρουν κείμενα της εποχής.
Με τον οικονομικό μαρασμό του 3ου αι
μ.Χ. που άγγιξε κυρίως την δύση, την επικριτική στάση του χριστιανισμού
απέναντι στα γυμνάσια, αλλά και τις φθορές και τους βανδαλισμούς που
προκαλούσαν οι μετακινήσεις των διάφορων βάρβαρων φύλων στα υδραγωγεία
και τα κτήρια οδήγησαν στην εγκατάλειψη των μεγάλων συγκροτημάτων
λουτρών. Επιβίωσαν μόνο κάποια λουτρά, συνήθως αυτά που ενέκρινε η
Εκκλησία και είχαν χωριστά διαμερίσματα για τους άνδρες και τις
γυναίκες, συχνά προσαρτημένα σε κάποιο εκκλησιαστικό οικοδόμημα, ναό ή
μοναστήρι.
Αργότερα, στα μεσαιωνικά χρόνια, οι
άραβες υιοθέτησαν και διέδωσαν σε Ανατολή και Δύση τα λουτρά,
προβιβάζοντας ξανά σε πρωτεύοντα τον ρόλο τους στην καθημερινή ζωή της
πόλης. Από τους άραβες κυρίως τα γνώρισαν οι Οθωμανοί οι οποίοι έχτισαν
εξαιρετικές εγκαταστάσεις για τα λουτρά τους, τα γνωστά χαμάμ, πολλά από
τα οποία σώζονται ακόμη και σήμερα και λειτουργούν σε πολλές πόλεις της
άλλοτε οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Διάκριση & βασικοί τύποι λουτρών
Τα λουτρά ήταν αρκετά σύνθετες
κατασκευές, ίσως τα πολυπλοκότερα κτήρια από όσα έκτισαν οι ρωμαίοι
μηχανικοί και αυτό διότι για να λειτουργούν ικανοποιητικά, εκτός από την
αρχιτεκτονική και δομική τους αρτιότητα έπρεπε να ανταποκρίνονται και
στους κανόνες της υδραυλικής και της θερμαντικής.
Το Βαλανείο (balaneum) δημόσιο ή
ιδιωτικό, ήταν ένα απλό, περισσότερο συνοικιακό λουτρό το οποίο διέθετε
συνήθως μόνο τους απαραίτητους χώρους για το μπάνιο. Αναλογούσε περίπου
ένα σε κάθε 35 διαμερίσματα, αν και υπήρχαν μικρότερα λουτρά, ως και
πέντε σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο.
Οι θέρμες, (Thaermae) άρχισαν να
εξελίσσονται λίγο αργότερα, ως απότοκο της αυξανόμενης προτίμησης και
αγάπης που έδειχναν οι πολίτες για τα λουτρά. Ο πυρήνας τους ήταν οι
λουτρικές εγκαταστάσεις οι οποίες περιστοιχίζονταν από πολλούς άλλους
χώρους για πολλές άλλες δραστηριότητες και υπηρεσίες για τους επισκέπτες
τους. Το όλο συγκρότημα βρισκόταν εντός περιβόλου. Στα χρόνια των
αυτοκρατόρων οι Θέρμες εξελίχθηκαν σε κολοσσιαία κέντρα αναψυχής και
ελεύθερου χρόνου που χτίζονταν σε κάθε σημαντική πρωτεύουσα του
ρωμαϊκού κράτους.
Η απλούστερη μορφή ρωμαϊκού λουτρού,
περιλαμβάνει τρεις βασικούς χώρους σε σειρά, σύμφωνα με τον αʼ τύπο: μια
αίθουσα για το αποδυτήριο (apodyturium) και το κρύο λουτρό
(frigidarium), μια για το χλιαρό (tepidarium) και τέλος μια ακόμη
αίθουσα για το θερμό λουτρό (caldarium). Σε αυτόν τον βασικό κορμό
προστέθηκαν και άλλοι χώροι, με αποτέλεσμα να προκύψουν αρκετές
παραλλαγές, περισσότερο ή λιγότερο σύνθετες.
Κατά τη συνήθη πρακτική, οι κρύοι χώροι
του λουτρού κατασκευάζονταν στο βόρειο μέρος του συγκροτήματος ενώ τα
ζεστά δωμάτια στο νoτιoδυτικό μέρος, προκειμένου να γίνεται καλύτερη
εκμετάλλευση της ηλιακής θερμότητας.
Περιγραφή των χώρων και της λειτουργίας των λουτρών
Η πρώτη στη σειρά αίθουσα, το αποδυτήριο
και το κρύο λουτρό (frigidarium), είχε διπλό ρόλο. Εδώ άλλαζαν τα
ρούχα τους οι επισκέπτες και έκαναν το κρύο μπάνιο τους. Ήταν το
καλύτερα διακοσμημένο δωμάτιο, λειτουργώντας ως χώρος υποδοχής, αφού από
εδώ εισέρχονταν οι λουόμενοι στον καθεαυτό χώρο των λουτρών και εδώ
παρέμεναν μετά το μπάνιο τους για τις συναναστροφές τους.
Επρόκειτο συνήθως για ένα ορθογώνιο
δωμάτιο, με επίπεδη οροφή ή καμαροσκεπές, μη θερμαινόμενο, ευρισκόμενο
κοντά στην παλαίστρα, όταν αυτή υπήρχε. Κατά μήκος των τοίχων υπήρχαν
χτιστές κόγχες ή ξύλινα ράφια για την φύλαξη των ρούχων και χαμηλοί,
κτιστοί πάγκοι για να κάθονται οι επισκέπτες. Σε άλλες, ορθογώνιες
συνήθως κόγχες τοποθετούνταν λυχνάρια για τον φωτισμό, κάτι που ίσχυε
και για τις άλλες αίθουσες ή ακόμη και προτομές που διακοσμούσαν το
χώρο. Σε ημικυκλικές κόγχες απέληγαν οι μολύβδινοι σωλήνες για μπάνιο με
καταιωνισμό.
Στον βασικό εξοπλισμό αυτής της αίθουσας
ήταν η πισίνα με κρύο νερό για το κρύο μπάνιο, ενώ στις μεγάλες Θέρμες
κυριαρχούσε η πισίνα κολύμβησης , (natatio) η οποία όμως μπορούσε να
είναι και υπαίθρια.
To κρύο λουτρό προέκυψε αργότερα, γύρω
στα χρόνια του Αύγουστου, έπειτα από τις συμβουλές των γιατρών οι οποίοι
συνιστούσαν το κρύο μπάνιο λόγω της μεγάλης ωφέλειάς του στον
οργανισμό.
Η αίθουσα για το χλιαρό λουτρό
(tepidarium) κατασκευαζόταν μετά το αποδυτήριο. Η παραμονή του λουόμενου
σε αυτό το χώρο, βοηθούσε στο να προσαρμόζεται προοδευτικά το σώμα από
τη χαμηλή θερμοκρασία του αποδυτηρίου και κρύου λουτρού σε αυτή του
επόμενου, θερμού δωματίου και αντίστροφα. Διατηρούσε μια μέτρια
θερμοκρασία και γιʼ αυτό το λόγο θερμαινόταν συνήθως μόνο το δάπεδο,
ανάλογα βέβαια και με τις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής. Μόνο
μετά την πλήρη ανάπτυξη των λουτρών απέκτησε πισίνα η οποία περιείχε
χλιαρό νερό.
Το ζεστό λουτρό (caldarium). ήταν και ο
τελικός προορισμός του λουόμενου ο οποίος εδώ έβρισκε το ζεστό νερό για
να κάνει το μπάνιο του και όχι μόνο. Μπορούσε εδώ να κάνει και
ατμόλουτρο, λόγω της υγρασίας που υπήρχε στο δωμάτιο. Ο βασικός
εξοπλισμός αυτής της αίθουσας περιλάμβανε μια πισίνα (alveus) με ζεστό
νερό εγκατεστημένη στην μια πλευρά της που ξεχώριζε με ένα κιγκλίδωμα ή
κτιστό τοιχίο από τον υπόλοιπο χώρο. Σε μια ημικυκλική κόγχη
τοποθετούσαν μια μαρμάρινη λεκάνη (labrum) πάνω σε στήριγμα, η οποία
περιείχε κρύο νερό για να δροσίζουν οι λουόμενοι το πρόσωπο και το λαιμό
τους. Το δωμάτιο είχε θερμαινόμενο πάτωμα και τοίχους προκειμένου να
διατηρείται η θερμοκρασία σε υψηλά επίπεδα και γιʼ αυτό το λόγο το ήταν
σε άμεση γειτνίαση με την εστία του λουτρού.
Στο δάπεδο αυτής της αίθουσας υπήρχε
συχνά ψηφιδωτό με κάποιο θαλάσσιο συνήθως θέμα ενώ συχνά απεικόνιζε
σανδάλια για να υπενθυμίζει στους λουόμενους να τα φορέσουν, όχι μόνο
για να μη γλιστρούν αλλά κυρίως για να μη καούν τα πόδια τους λόγω της
υψηλής θερμοκρασίας του πατώματος (57ο C). Τέτοια παράσταση έχει βρεθεί
σε λουτρό στα Χανιά της Κρήτης αλλά και σε θέρμες της Ιταλίας. Μερικά
από αυτά τα ψηφιδωτά έφεραν και επιγραφές, όπως αυτή που ευχόταν στους
λουόμενους ʽΚαλό Μπάνιοʼ (BENE LAVA).
Αν και το μεγαλύτερο μέρος της
διακόσμησης στα σωζόμενα λουτρά δεν έχει επιζήσει, πολλοί συγγραφείς
σχολιάζουν την μεγαλοπρέπεια και πολυτέλειά τους, με τις ψηλές, θολωτές
αίθουσες, τα καλά μωσαϊκά, τα έργα ζωγραφικής, τις επενδύσεις με έγχρωμα
μάρμαρα, τις ασημένιες στρόφιγγες και τον ακριβό εξοπλισμό.
Τα λουτρά, παρόλο που κοσμούνταν με
αγάλματα θεών ήταν κοσμικά κτήρια. Τα αγάλματα της Υγείας και του
Ασκληπιού ήταν αρκετά συνηθισμένα στα λουτρά, τα οποία πολλές φορές
λειτουργούσαν σε περιοχές με ιαματικά νερά.
Το σύστημα θέρμανσης
Η δυνατότητα για ζεστό μπάνιο σε δημόσια
λουτρά υπήρχε στους Έλληνες ήδη από τα κλασικά χρόνια. Στο λουτρό που
βρέθηκε στην Γόρτυνα της Αρκαδίας, των ελληνιστικών χρόνων, σώζονται τα
λείψανα ενός πρώιμου συστήματος θέρμανσης. Όμως η εφεύρεση ενός
ολοκληρωμένου συστήματος θέρμανσης των λουτρών, των χώρων και του νερού,
ανήκει στους Ρωμαίους, οι οποίοι επινόησαν ένα προηγμένο και έξυπνο
σύστημα, τα υπόκαυστα. Οι πηγές, αναφέρουν τον Γάιο Σέργιο Οράτα ως τον
εμπνευστή των υποκαύστων, γύρω στο 80 π.Χ.
Τα υπόκαυστα, (suspensurae) όπως
υποδηλώνει η ονομασία τους, είναι χαμηλοί και συνήθως υπόγειοι χώροι
κάτω από τα δάπεδα των δωματίων του λουτρού όπου κυκλοφορούσαν τα καυτά
αέρια που παραγόταν από την φωτιά που έκαιγε στην εστία (praefurnium).
Οι χώροι αυτοί δημιουργούνταν με την υπερύψωση των δαπέδων και την
έδρασή τους πάνω σε στυλίσκους (pilae).
Ο Βιτρούβιος, στο πέμπτο βιβλίο του
έργου του De architectura, όπου περιγράφει ένα ρωμαϊκό λουτρό, μας δίνει
την πρώτη περιγραφή αυτού του συστήματος, και γράφει ότι το ιδανικό
ύψος των στυλίσκων ήταν τα 0,60μ, Ωστόσο σε πολλά λουτρά το ύψος τους
έφτανε και το 1μ. Οι στυλίσκοι αυτοί ήταν σπονδυλωτοί και αποτελούνταν
από πολλές συνήθως κυκλικές ή τετράγωνες πήλινες πλάκες, ώστε να
αντέχουν στις θερμοκρασίες που αναπτύσσονταν σε αυτούς τους χώρους.
Στα υπόκαυστα ενός λουτρού στη Γερμανία
βρέθηκε ο σκελετός ενός σκύλου ο οποίος προφανώς είχε συρθεί κάτω από
το πάτωμα επιδιώκοντας τη ζεστασιά και είχε πάθει ασφυξία από τους
καπνούς.
Το σύστημα θέρμανσης των δωματίων
συμπλήρωσαν λίγο αργότερα, στο βʼ μισό του 1ου π.Χ. αιώνα οι
θερμαινόμενοι τοίχοι και ενίοτε, οι θερμαινόμενοι θόλοι. Η κυκλοφορία
των θερμών αερίων στους τοίχους και τους θόλους επιτυγχανόταν είτε με
πήλινους σωλήνες κυκλικής ή τετράγωνης διατομής (tubuli) που εφάπτονταν
στους τοίχους, είτε με πήλινα πλακίδια (tegulae mammatae) στερεωμένα
εμπρός από τους τοίχους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργείται κενό
ανάμεσα στην ενιαία, εσωτερική επιφάνειά τους και τον τοίχο. Όλο αυτό το
σύστημα καλυπτόταν συνήθως από ορθομαρμάρωση ενώ επίσης με μάρμαρο ήταν
στρωμένα και τα δάπεδα.
Η καρδιά του συστήματος θέρμανσης ήταν
βεβαίως η εστία (praefurnium) με τον διπλό της ρόλο. Ανάλογα με το
μέγεθος και τις ανάγκες του λουτρού, μπορούσαν να υπάρχουν περισσότερες
της μιας εστίες. Εδώ έκαιγε με κυμαινόμενη ένταση σύμφωνα με τις
κλιματολογικές συνθήκες , η φωτιά που ζέσταινε το νερό για τους
λουόμενους, ενώ ταυτόχρονα ο καυτός αέρας αξιοποιούνταν όπως αναφέρθηκε,
για την θέρμανση των διαφόρων δωματίων μέσω του συστήματος των
υποκαύστων. Η φωτιά δεν έσβηνε ποτέ γιατί χρειαζόταν πολύς χρόνος για να
ζεσταθούν τα λουτρά. Ο καπνός διοχετευόταν στο εξωτερικό από καμινάδες
μέσα στο πάχος του τοίχου, στο πάνω μέρος ή τα πλάγια του λουτρού.
Τα ξύλα και σπανιότερα το κάρβουνο ήταν η
καύσιμη ύλη για την παραγωγή της απαιτούμενης θερμότητας. Στα κρατικά
λουτρά και τις θέρμες, το ξύλο κατά κύριο λόγο προερχόταν από τα
αυτοκρατορικά δάση.
Οι θερμοκρασίες που αναπτύσσονταν σε ένα
λουτρό με ολοκληρωμένο σύστημα θέρμανσης ήταν αρκετά υψηλές, Σε ένα
δωμάτιο εφίδρωσης (laconica) μπορούσαν να φτάσουν ακόμη και τους 80ο C.
Οι καμάρες και οι θόλοι βοηθούσαν ιδιαίτερα στην διατήρηση της σωστής
θερμοκρασίας και την ομοιόμορφη διάχυσή της στο δωμάτιο. Επίσης, για να
μη χάνεται η θερμότητα, τα ανοίγματα μεταξύ των αιθουσών κλείνονταν
συνήθως με παραπέτασμα, το βήλο, ή ακόμα και με ξύλινα θυρόφυλλα.
Το σύστημα ύδρευσης και αποχέτευσης
Το νερό αρχικά αντλούνταν από πηγάδια
και κινστέρνες (δεξαμενές νερού) ώστε συχνά δημιουργούνταν προβλήματα
στην ομαλή τροφοδοσία των λουτρών, κυρίως όταν αυτά στέρευαν. Σε αυτόν
τον λόγο πρέπει να οφείλεται το αρχικά περιορισμένο μέγεθος των λουτρών.
Μόνο αργότερα, με την κατασκευή των υδραγωγείων, δόθηκε ικανοποιητική
λύση στις ανάγκες ύδρευσης των λουτρών, που πρέπει να κατανάλωναν
τεράστιες ποσότητες νερού, αν κρίνουμε μάλιστα από τον αγωγό παροχής
νερού στις Θέρμες του Καρακάλλα στη Ρώμη. Η εξασφάλιση παροχής νερού με
συνεχή ροή βελτίωσε κατά πολύ τις συνθήκες υγιεινής στα λουτρά, σε
σύγκριση με το στάσιμο νερό που μόνο κατά διαστήματα αλλαζόταν στο
παρελθόν.
Το νερό, με οποιονδήποτε τρόπο και αν
προσπορίζοταν, αποθηκευόταν σε μια συνήθως υπερυψωμένη δεξαμενή κοντά
στο λουτρό, για να οδηγηθεί κατόπιν με μολύβδινους σωλήνες μέσα στο
πάχος των τοίχων στα διάφορα σημεία του λουτρού. Αρχικά, υδρευόταν ο
λέβητας πάνω από την εστία του λουτρού, ο οποίος είχε την μορφή τριών
συγκοινωνούντων λεβήτων (μπόϊλερ) σε κατακόρυφη διάταξη: το ανώτερο
περιείχε κρύο νερό, το μεσαίο χλιαρό και το κατώτερο, πάνω ακριβώς από
τη φωτιά το καυτό νερό που παροχετευόταν στην πισίνα του θερμού
λουτρού. Ένας άλλος σωλήνας παρείχε κρύο νερό στην πισίνα του
frigidarium, επιχρισμένη με υδραυλικό κονίαμα, στο labrum αλλά και όπου
αλλού χρειαζόταν.
Αρκετά εξελιγμένο ήταν και το σύστημα
αποχέτευσης από πήλινους σωλήνες ή από αγωγούς φτιαγμένους από λίθους ή
πήλινες πλάκες που διέτρεχαν τα λουτρά υπογείως ή μέσα στους διαδρόμους
υπηρεσίας. Το χρησιμοποιημένο νερό από τις πισίνες, κατέληγε στον
υπόνομο αλλά μπορούσε επίσης να χύνεται πάνω στο ζεστό δάπεδο,
δημιουργώντας ατμό και πλένοντάς το ταυτόχρονα. Και πάλι όμως κατέληγε
στον υπόνομο από τους περιμετρικούς αγωγούς που υπήρχαν στις αίθουσες.
Συχνά στα λουτρά αξιοποιούσαν τις
υπάρχουσες εγκαταστάσεις ύδρευσης και αποχέτευσης κατασκευάζοντας
δημόσια αποχωρητήρια. Σε ένα ξεχωριστό δωμάτιο υπήρχαν κατά μήκος των
τοίχων μαρμάρινα καθίσματα πάνω από κανάλια με συνεχή ροή νερού. Ένα
ακόμη ρηχό κανάλι με νερό υπήρχε μπροστά από τα καθίσματα για να
καθαρίζονται οι χρήστες της τουαλέτας με την βοήθεια σφουγγαριών που
ήταν προσαρμοσμένα σε ξύλα. Για την καθαριότητα των αποχωρητηρίων
χρησιμοποιείτο για λόγους οικονομίας το νερό της πισίνας του κρύου
λουτρού frigidarium που διοχετευόταν με μολύβδινες σωλήνες.
Η ʽιεροτελεστίαʼ του μπάνιου
Μολονότι οι πατρίκιοι φρόντιζαν ώστε να
έχουν λουτρό στις κατοικίες στις πόλεις, ή περισσότερο στις εξοχικές
επαύλεις τους θερμαίνοντας μια σειρά δωματίων ή ακόμη ένα ξεχωριστό
κτήριο, ακόμα και τότε σύχναζαν στα πολυάριθμα λουτρά των πόλεων που
έμεναν. Οι ρωμαίοι συνήθιζαν να πηγαίνουν στα λουτρά μετά το τέλος της
δουλειάς, γύρω στις 2 με 3 το μεσημέρι και μέχρι τη δύση του ήλιου. Από
τον 3ο μ.Χ. αιώνα τα λουτρά συνέχιζαν να λειτουργούν και τις νυκτερινές
ώρες, συνήθεια που διατήρησαν οι βυζαντινοί.
Αυτό ίσχυε στην περίπτωση των λουτρών
που ήταν διπλά, διαθέτοντας δηλαδή ξεχωριστές εγκαταστάσεις για τις
γυναίκες, γιατί όταν δεν υπήρχε η πολυτέλεια για διπλές εγκαταστάσεις
τότε οι γυναίκες επισκέπτονταν τα λουτρά τις πρωινές ώρες. Έχουν όμως
καταγραφεί περιπτώσεις μικτών λουτρών, τα οποία χρησιμοποιούσαν
συγχρόνως άντρες και γυναίκες. Τα λουτρά αυτού του είδους ήταν ιδανικό
μέρος για τις πόρνες να προσελκύσουν τη πελατεία τους και ίσως γιʼ αυτό
τον λόγο είχαν εκδοθεί κατά καιρούς αυτοκρατορικές διαταγές που τα
απαγόρευαν.
Το αντίτιμο της εισόδου στις
εγκαταστάσεις των ιδιωτικών βαλανείων ήταν μέσα στα πλαίσια των
οικονομικών δυνατοτήτων κάθε ρωμαίου πολίτη. Στις κρατικές θέρμες ήταν
ακόμη πιο προσιτό, ενώ συχνά η είσοδος επιτρεπόταν ελεύθερα και έτσι ο
αυτοκράτορας γινόταν περισσότερο δημοφιλής.
Στο προσωπικό των λουτρών
περιλαμβάνονταν διάφορες ειδικότητες, ενώ ο αριθμός των υπαλλήλων
ποίκιλε, ανάλογα βέβαια με το είδος και το μέγεθος τους. Για την
φροντίδα και την επίβλεψη της καλής λειτουργίας του λουτρού ήταν
υπεύθυνος ο Βαλανεύς (Balneator) o οποίος ήταν συνήθως απελεύθερος και
έπαιρνε μισθό, ενώ υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις που το πρόσωπο αυτό
ήταν γυναίκα. Υφιστάμενοί του ήταν αρκετοί άλλοι υπάλληλοι. Ο
υποκαύστης (fornacator) ήταν αυτός που φρόντιζε την φωτιά στην εστία.
Ήταν συνήθως σκλάβος και μάλιστα τον θεωρούσαν εξάρτημα που μπορούσε να
πουληθεί μαζί με το λουτρό. Ο ʽαλείπτηςʼ, απελεύθερος ή σκλάβος ήταν
αυτός που περιποιούταν τους λουόμενους και τους έκανε μασάζ στην
παλαίστρα το tepidarium ή σε άλλο ειδικό χώρο. Ένας ακόμη υπάλληλος ήταν
ο παραχύτης (perfusor) ο οποίος έριχνε στους λουόμενους ζεστό νερό μέσα
στις πισίνες. Ο ιματιοφύλακας (capsarius) φύλαγε τα ρούχα των λουόμενων
στο αποδυτήριο, ειδικότητα απαραίτητη, διότι σημειώνονταν αρκετές
κλοπές στα λουτρά. Συχνά ήταν και ο ταμίας αν και στις μεγάλες θέρμες
την θέση αυτή κάλυπτε συνήθως άλλος, ειδικός υπάλληλος. Εκτός του
ειδικευμένου προσωπικού υπήρχαν και άλλοι ανειδίκευτοι σκλάβοι για τις
πάσης φύσεως εργασίες, οι οποίοι μάλιστα έμεναν στο λουτρό όλο το 24ωρο
Αυτοί, διατηρούσαν αναμμένη τη φωτιά και ταυτόχρονα φύλαγαν τις
εγκαταστάσεις. Όταν το λουτρό ήταν μικρό, ο Βαλανεύς ήταν ο μοναδικός
υπάλληλος ο οποίος έκανε όλες τις δουλειές και εξυπηρετούσε τους
επισκέπτες.
Η
διαδικασία του μπάνιου ήταν συγκεκριμένη, και τα λουτρά κατασκευάζονταν
προκειμένου να την εξυπηρετήσουν. Αρχικά, μετά την είσοδό τους στο
λουτρό οι επισκέπτες κατευθύνονταν στο αποδυτήριο, όπου και άλλαζαν. Οι
λουόμενοι της αριστοκρατικής τάξης συνοδεύονταν από ένα ή περισσότερους
σκλάβους , οι οποίοι κουβαλούσαν τον εξοπλισμό για το μπάνιο και
φύλασσαν τα ρούχα του κύριού τους.
Συνήθως, προτιμούσαν να ξεκινήσουν με
εξάσκηση κάποιου αθλήματος στις αθλητικές εγκαταστάσεις εφόσον βέβαια
τις διέθετε το λουτρό, χωρίς όμως αυτό να είναι υποχρεωτικό. Αφού
άλειφαν το σώμα τους με λάδι, ξεκινούσαν την προπόνηση στην παλαίστρα ή
το γυμνάσιο ασκώντας διάφορα αθλήματα που ακόμη και σήμερα είναι
αγαπητά, όπως η κολύμβηση, η πάλη και το τρέξιμο, ενώ αρκετά δημοφιλή
ήταν τα παιχνίδια με μικρές δερμάτινες μπάλες που θεωρούνταν ιδανικός
τρόπος εκγύμνασης του σώματος. Από κάποιες αρχαιολογικές πηγές και από
κείμενα που έχουν σωθεί, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι άνδρες
γυμνάζονταν και έκαναν το μπάνιο τους γυμνοί, χωρίς όμως αυτό να είναι η
μοναδική εκδοχή. Έχουν βρεθεί ψηφιδωτά που απεικονίζουν άντρες αθλητές
αλλά και γυναίκες αθλήτριες.
Αφού ολοκλήρωναν την προπόνησή τους
ερχόταν η ώρα του μπάνιου. Μπορούσαν να ξεκινήσουν από το χλιαρό λουτρό
(tepidarium) όπου παρέμεναν για αρκετή ώρα ώστε να χαλαρώσουν από την
προπόνηση και να αφαιρέσουν το λάδι και την σκόνη με την στελγγίδα. Την
ίδια στιγμή, το σώμα προσαρμοζόταν στη ζέστη προοδευτικά.
Εν συνεχεία, προχωρούσαν στον επόμενο
χώρο του θερμού λουτρού (caldarium). για το καθεαυτό μπάνιο τους. Εδώ
βουτούσαν στην πισίνα με το ζεστό νερό και κάθονταν για αρκετή ώρα στον
αναβαθμό που υπήρχε.
Σε πιο σύνθετα λουτρά, οι λουόμενοι
συνέχιζαν την διαδικασία του μπάνιου στο δωμάτιο ξηρής εφίδρωσης
(laconicum) που παραπέμπει στη σύγχρονη σάουνα, με ιδιαίτερα υψηλή
θερμοκρασία. Εδώ μπορούσε να παραμείνει μόνο για μικρό χρονικό
διάστημα. Το Laconicum πολύ συχνά συγχέεται με το Sudatio, ο οποίος
μάλλον ήταν και αυτός χώρος εφίδρωσης, αλλά με ατμούς. Τώρα ήταν έτοιμος
για μασάζ και περιποίηση με αρωματικά έλαια σε μαρμάρινους πάγκους στο
θερμό ή πίσω στο χλιαρό λουτρό ή ακόμη και σε άλλο, ειδικά διαμορφωμένο
χώρο (unctorium). Το μπάνιο ολοκληρωνόταν στο κρύο λουτρό (frigidarium)
με μια αναζωογονητική βουτιά στην πισίνα με το κρύο νερό.
Μετά το μπάνιο τους, οι επισκέπτες
μπορούσαν να παραμείνουν στο αποδυτήριο - frigidarium για τις
συναναστροφές τους ή στην περίπτωση των Θερμών να επιδοθούν σε πολλές
άλλες δραστηριότητες.
Οι μεγάλες Θέρμες, κτισμένες συνήθως από
κάποιον αυτοκράτορα, διέθεταν εκτεταμένα αθλητικά κέντρα με παλαίστρες,
σφαιριστήρια, πισίνες κολύμβησης ενώ αργότερα προστέθηκαν και
βιβλιοθήκες, πάρκα, θέατρα για απαγγελία ποίησης, παραστάσεις μέχρι
εστιατόρια, ξενώνες, κομμωτήρια, εμπορικά καταστήματα και οίκοι ανοχής.
Συγκέντρωναν δηλαδή κάθε είδους δραστηριότητα του ελεύθερου χρόνου,
περίπου όπως τα σύγχρονα entertainment parks και τα εμπορικά κέντρα.
Μπορούσαν να δεχτούν καθημερινά κατά μέσο όρο 1500 επισκέπτες ενώ οι
μεγαλύτερες από αυτές, όπως οι Θέρμες του Διοκλητιανού στη Ρώμη ήταν
ικανές να εξυπηρετήσουν μέχρι 3000 ή και περισσότερους λουόμενους. Οι
θέρμες προσέφεραν μια ιδιαίτερη έλξη η κάθε μια. Κάποιες μπορεί να
είχαν θαυμάσια θέα, κάποιες άλλες μια βιβλιοθήκη, ή ένα μοναδικό
αθλητικό κέντρο. Οι διασημότερες και πολυτελέστερες Θέρμες βρίσκονταν,
όπως είναι φυσικό στη Ρώμη, όπου βρίσκονταν και οι αρχαιότερες θέρμες,
οι Θέρμες του Αγρίππα, χτισμένες γύρω στο 25 π.Χ.. Στη Ρώμη επίσης
έχτισαν θέρμες ο αυτοκράτορας Νέρων στα 65 μ.Χ, ο Τίτος στα 81, Ο
Δομιτιανός το 95, Ο Κόμοδος το 185, ο Καρακάλλας το 217, ο
Διοκλητιανός το 305, και ο Κωνσταντίνος το 315. Οι καλύτερα σωζόμενες
είναι οι Θέρμες του Διοκλητιανού των οποίων το Frigidarium μετατράπηκe
σε ναό της Santa Maria Degli Angeli. Σε πολύ καλή κατάσταση διατηρούνται
και τα λουτρά στο Herculaneum και την Πομπηία που θάφτηκαν κάτω από την
στάχτη του Bεζούβιου μετά την έκρηξη του ηφαιστείου το 79 μ.Χ.
Ο ρόλος των λουτρών στην καθημερινή ζωή της κοινωνίας
Είναι αναμφισβήτητο πως τα λουτρά
αποτελούσαν πολύ σπουδαία κέντρα υγιεινής και αναψυχής επιτελώντας
σημαντικό ρόλο στην λειτουργία της κοινωνίας. Άνθρωποι κάθε ηλικίας και
κοινωνικής τάξης περνούσαν ένα σημαντικό μέρος της ημέρας τους εκεί. Στα
λουτρά κλείνονταν πολύ συχνά εμπορικές συμφωνίες. Στις αίθουσες και τις
πισίνες των λουτρών γίνονταν κάθε είδους συζητήσεις σχετικά με τα
θέματα που απασχολούσαν τον μικρόκοσμο μιας πόλης ή ολόκληρη την
αυτοκρατορία. Οι πολίτες εδώ αντάλλασσαν ειδήσεις και διαμόρφωναν άποψη
μαθαίνοντας τα τελευταία πολιτειακά νέα και τις εξελίξεις από τις
στρατιωτικές επιχειρήσεις του κράτους. Οι στιγμές χαλάρωσης και
απόλαυσης που χάριζαν τα λουτρά στους πολίτες, δημιουργούσαν το
κατάλληλο κλίμα για την χειραγώγησή τους και την ανάπτυξη προπαγάνδας
από τους ισχυρούς ηγέτες.
Στην κατασκευή αλλά και την επισκευή των
λουτρών συνεισέφεραν, εκτός του ίδιου του αυτοκράτορα πολλοί
παράγοντες, η ίδια η πόλη, ο λαός αλλά κυρίως η ανώτερη τάξη της, εκ
της οποίας κάποιοι ευγενείς που διεκδικούσαν κάποιο αξίωμα, γνωρίζοντας
ότι με αυτόν τον τρόπο θα γίνονταν λαοφιλείς και θα εξασφάλιζαν την
εκλογή ή επανεκλογή τους.
Αναμφίβολα τα λουτρά ήταν θορυβώδη, όπως
παραπονέθηκε ο φιλόσοφος Σενέκας που ζούσε κοντά σε λουτρά στη Ρώμη. Ο
Σενέκας αντετίθεντο στην τρυφηλότητα στην οποία παραδίδονταν οι
επισκέπτες των λουτρών και υποστήριζε ότι ο ιδρώτας πρέπει να έρθει ως
αποτέλεσμα της σκληρής φυσικής εργασίας και όχι της μη παραγωγικής
παραμονής σε ένα καυτόδωμάτιο
Συμπεράσματα
Μπορούμε να κατανοήσουμε απόλυτα τους
λόγους που οδήγησαν τους Ρωμαίους στην ανάπτυξη του ʽθεσμούʼ των
λουτρών και την τελειοποίηση της τεχνολογίας τους οι οποίοι άλλωστε
πέρασαν στην Ιστορία ως ο λαός που λάτρευε τις ανέσεις και επιδίωκε την
πολυτέλεια.
Όλοι μας νιώθουμε κάθε φορά την αξία του
ζεστού μπάνιου έπειτα από μια κουραστική ημέρα και τα ευεργετικά του
αποτελέσματα στην ψυχή και το σώμα μας. Η σχέση που αναπτύσσει ο
άνθρωπος με το υγρό στοιχείο από την ώρα που γεννιέται είναι δυνατή,
μυστηριακή, σχεδόν μεταφυσική και οφείλεται στην καθαρτική δύναμη και
τις εξαγνιστικές ιδιότητες που έχει το νερό. Πολλοί από εμάς
καταφεύγουμε σε ένα μπάνιο, σχεδόν ενστικτωδώς όχι μόνο για να πλύνουμε
το σώμα μας αλλά και όταν νιώθουμε την ανάγκη να καθαρίσουμε την
συνείδησή μας από τις ενοχές της ή την ψυχή μας από τις αμαρτίες. Δεν
είναι τυχαίο ότι το χριστιανικό βαπτιστήριο κατάγεται από το frigidarium
των ρωμαϊκών λουτρών, ενώ πολλά λουτρά μετατράπηκαν σε χριστιανικούς
ναούς.
Μετά την επαφή μας με το νερό και τα
κάθε είδους αρωματικά έλαια μαλακώνει και η διάθεση μας ώστε να έχουμε
την ικανότητα καλύτερης επικοινωνίας και να νιώθουμε εντονότερη την
ανάγκη της κοινωνικής συναναστροφής. Αυτό έκαναν και οι ρωμαίοι.
Τα ρωμαϊκά λουτρά έφτασαν σε τέτοιο
βαθμό τελειοποίησης, ώστε για πολλά χρόνια, μέχρι και τις αρχές του
περασμένου αιώνα οι μεταγενέστεροι πολιτισμοί να κτίζουν λουτρικές
εγκαταστάσεις σύμφωνα με τις αρχές και τα πρότυπα που καθιέρωσαν
εκείνοι.
Αντιπροσωπευτική της λειτουργίας ενός
ρωμαϊκού λουτρού είναι η εντύπωση και η αίσθηση που μπορεί να αποκομίσει
ο επισκέπτης των σύγχρονων spa, τα οποία έχουν ασπαστεί και διατηρούν
σε μεγάλο βαθμό την φιλοσοφία των ρωμαϊκών λουτρών.
Η in situ επίσκεψη στα πολλά και καλά
σωζόμενα συγκροτήματα λουτρών κυρίως της γειτονικής μας Ιταλίας αλλά και
της χώρας μας, βοηθά χωρίς άλλο στην διαμόρφωση μιας πληρέστερης
εικόνας. Αξίζει μια επίσκεψη στην Αρχαία Σικυώνα όπου σώζεται σχεδόν
ακέραιο το κτήριο των λουτρών των ρωμαϊκών χρόνων και στεγάζει μουσείο
το οποίο ετοιμάζεται σε λίγο καιρό να ανοίξει τις πύλες του. Στην Αθήνα
μπορεί κανείς να επισκεφτεί το ρωμαϊκό λουτρό που αποκαλύφθηκε κατά τις
εργασίες κατασκευής του σταθμού του metro στην πλατεία Συντάγματος και
μεταφέρθηκε, μαζί με άλλα ευρήματα, σε χώρο της Πανεπιστημιούπολης
Ζωγράφου κοντά στην Φιλοσοφική Σχολή, ενώ διαφωτιστική θα αποδειχθεί η
επίσκεψη στο "Λουτρό των Αέρηδων", στην Πλάκα, της εποχής της
Τουρκοκρατίας