Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Ο γέροντας και τ’ άλογο

Ο γέροντας και τ’ άλογο

Κάποτε ζούσε σ’ ένα χωριό κάποιος φτωχός γέροντας, ο οποίος είχε ένα όμορφο άλογο που τον βοηθούσε στις γεωργικές του ασχολίες και το οποίο ήταν τόσο όμορφο και δυνατό, ώστε ήταν γνωστό σε όλη τη γύρω περιοχή.
Κάποια μέρα, ένας πρίγκιπας που εντυπωσιάστηκε από τη φήμη και το παρουσιαστικό του αλόγου, θέλησε να το αγοράσει, προσφέροντας στον γέροντα ένα υπέρογκο ποσό. Αυτός, όμως, αρνήθηκε να πουλήσει το αγαπημένο του άλογο, µε το οποίο είχε δεθεί τόσα χρόνια, και επέστρεψε στο χωριό του.

-“Μα καλά είσαι ανόητος;” ρωτούσαν οι συγχωριανοί του.“Πούλα το άλογο για το καλό σου, θα πιάσεις πολλά χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένος!”

-“Ααα, εμένα το άλογο με βοηθά στην εργασία μου.. Καιποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό;” απαντούσε ο γέροντας, “Μόνο Ο Θεός το ξέρει!”

Οι μέρες περνούσαν και το άλογο παρέμενε αχώριστη συντροφιά του γέροντα. Ένα πρωί ξύπνησε και είδε ότι το άλογό του είχε φύγει.

Οι συγχωριανοί του μαζεύτηκαν για να του εκφράσουν τη λύπη τους:
-“Τι μεγάλο κακό που σε βρήκε, τώρα ποιος θα σε βοηθά στις δουλειές σου; Ήσουν ανόητος που δεν πούλησες το άλογο.
Τώρα δεν έχεις ούτε τα χρήματα, ούτε το άλογο”.

Ο γέροντας με τη χαρακτηριστική ηρεμία του απαντούσε:

-“Και ποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό; Μόνο Ο Θεός το ξέρει!”

Οι χωριανοί απομακρύνονταν νομίζοντας ότι του γέρου του έχει σαλέψει..

Ύστερα από λίγες μέρες το άλογο επέστρεψε στη μάντρα του γέροντα, μαζί µε μερικά άλλα πανέμορφα άγρια άλογα που είχε συναντήσει στο δάσος.



Μαζεύτηκαν ξανά οι συγχωριανοί και του έλεγαν:
-“Τι τυχερός που είσαι! Σου έτυχε μεγάλο καλό, αφού τώρα έχεις περισσότερα άλογα να σε βοηθούν.”

Ο γέροντας τους απάντησε:
-“Και ποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό.. Μόνο Ο Κύριος γνωρίζει! Πάντως, είμαι ευχαριστημένος που το άλογό μου γύρισε.”

Οι συγχωριανοί του τον κοιτάζανε πάλι περιφρονητικά.

Μετά από λίγες μέρες, ο γιος του, καβαλικεύοντας ένα από τα άλογα, έπεσε κι έσπασε τα πόδια του, μένοντας ανήμπορος.

Μαζεύτηκαν πάλι οι χωριανοί λέγοντας:
-“Τι κακό που σε βρήκε! Με τα άλογα που ήρθαν, έχασες τελικά το δεξί σου χέρι στις δουλειές – τον γιο σου – που υποφέρει τώρα από τους πόνους και ίσως υποφέρει για όλη του τη ζωή.”

Ο γέρος απαντούσε πάλι:

-“Ποιος ξέρει … μόνο Ο Θεός γνωρίζει τι είναι καλό και τι κακό!”

Δεν πέρασε μια βδομάδα από αυτό το ατύχημα και μια γειτονική χώρα κήρυξε τον πόλεμο στη χώρα του. Πέρασε, λοιπόν, και από την πόλη του ο στρατός και επιστράτευσε όλους τους νέους άντρες της πόλης. Δεν πήραν, φυσικά, τον γιο του, που είχε σπασμένα πόδια, κι έτσι δεν έλαβε μέρος στις άγριες μάχες που ακολούθησαν.

Ήρθαν πάλι οι συγχωριανοί και έλεγαν:
-“Είσαι πολύ τυχερός, αφού οι γιοι όλων μας πάνε να σκοτωθούν στον πόλεμο, ενώ εσύ θα έχεις τον γιο σου πάντα κοντά σου.”

Και ο γέροντας τούς απάντησε με τρυφερότητα:
-“Εμείς οι άνθρωποι δεν ξέρουμε ποτέ αρκετά, για να κρίνουμε αν κάτι είναι ευλογία ή συμφορά. Ακόμη αδελφοί μου δεν το καταλάβατε: Μόνο Ο Θεός γνωρίζει το καλό και το κακό μας!!”


Πρέπει λοιπόν να δείχνουμε απόλυτη εμπιστοσύνη Στον Θεό μας, όχι στα λόγια αλλά έμπρακτα! Υπάρχει άραγε περίπτωση αν αφεθούμε όπως ένα μικρό παιδί στο Θέλημά του, να νιώσουμε ποτέ θλίψη, άγχος , στενοχώρια;

Καρυδόπιτα αλάδωτη




Καρυδόπιτα αλάδωτη

• 3/4 φλιτζανιού ταχίνι
• 1 ½ φλιτζάνι ζάχαρη
• 2 φλιτζάνια χλιαρό χυμό πορτοκαλιού
• ½ φλιτζάνι ξανθές σταφίδες
• ½ φλιτζάνι μαύρες σταφίδες
• 1 ½ φλιτζάνι χοντροαλεσμένη καρυδόψιχα
• 1 φλιτζάνι τρούφα σοκολάτας
• 2 φλιτζάνια μαλακό αλεύρι
• 2 φλιτζάνια σκληρό αλεύρι
• το ξύσμα από 1 πορτοκάλι
• 3 κουταλάκια μπέικιν πάουντερ
• 1 κουταλάκι σόδα
• 250 γρ. κουβερτούρα

Με το μίξερ χτυπάμε το ταχίνι με την ζάχαρη ώσπου να ασπρίσει.

Προσθέτουμε διαδοχικά τα υπόλοιπα υλικά (εκτός από την κουβερτούρα) και ανακατεύουμε καλά.

Αδειάζουμε τη ζύμη σε αλευρωμένη φόρμα ή αλευρωμένο ταψί και ψήνουμε στους 160 βαθμούς για 30 λεπτά.

Αφήνουμε την καρυδόπιτα να κρυώσει και την περιχύνουμε με την κουβερτούρα, την οποία έχουμε λιώσει σε μπαιν-μαρί.

athinorama.gr

Ποιοι κινδυνεύουν από θυροειδή




Ποιοι κινδυνεύουν από θυροειδή

Ένας στους δύο πάσχοντες από διαταραχές του θυροειδούς δεν γνωρίζουν την κατάστασή τους, με συνέπεια να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλωθούν σοβαρές επιπλοκές, όπως η στειρότητα, η αποβολή, το έμφραγμα ή ακόμα και το εγκεφαλικό επεισόδιο, αναφέρει η Διεθνής Ομοσπονδία Θυροειδούς (TFI) με αφορμή την 1η Παγκόσμια Εβδομάδα Ευαισθητοποίησης για τον Θυροειδή (25-31 Μαΐου 2009).

Σύμφωνα με την TFI, όλοι οι άνθρωποι μπορεί να αναπτύξουν ασθένειες του θυρεοειδούς, αλλά αυξημένο κίνδυνο διατρέχουν:

* Οι γυναίκες (είναι οκταπλάσιες από τους άνδρες πάσχοντες)

* Οι έγκυοι

* Όσες γέννησαν πρόσφατα

* Όσοι έχουν οικογενειακό ιστορικό θυρεοειδοπαθειών

* Όσοι έχουν διαβήτη τύπου 1 ή λεύκη

* Τα άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών

* Όσοι έχουν χειρουργηθεί στον θυροειδή

* Όσοι πάσχουν από κάποια γενετική νόσο (λ.χ. σύνδρομο Ντάουν ή Τέρνερ)

* Όσοι έχουν κάνουν ακτινοθεραπεία

* Όσοι έχουν κάνουν πολλαπλές ακτινογραφίες στον αυχένα.

tanea.gr

Από το βιβλίο Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας




► Το Καρότο, το Αυγό και το Τσάι

«Σου έχω πει την ιστορία την παλιά με το τσάι, το καρότο και τ’ αυγό;»
Η Έλλη γνέφει «όχι».

«Άκου, λοιπόν!» αρχίζει ο παππούς. «Κάποτε παραπονιόταν ένας άνθρωπος πως είχε βάσανα πολλά. Τον κάλεσε, που λες, στο σπίτι της κάποια σοφή γερόντισσα, έβαλε ένα τσουκάλι με νερό να βράσει κι έριξε μέσα ένα καρότο κι ένα αυγό. Όταν έβρασαν καλά, έφτιαξε λίγο τσάι του βουνού και ρώτησε τον άνθρωπο τι βλέπει. “Ένα καρότο που έχει μαλακώσει από το βράσιμο κι ένα σφιχτό αυγό”, της είπε κείνος. “Και τι μυρίζει;” ρώτησε η γερόντισσα. “Μοσχοβολάει τσάι του βουνού!” της απαντάει. “Ε, λοιπόν, οι λύπες και οι στενοχώριες μοιάζουνε με νερό που βράζει” λέει η γερόντισσα.

«Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν δυνατοί, μα σαν τους βρουν αναποδιές, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το καρότο, που μαλακώνει και διόλου δύναμη δεν έχει πια. Άλλοι πάλι μοιάζουνε με το αυγό. Μέσα τους είναι αδύναμοι και μόνο ένα τσόφλι έχουν απ’ έξω να τους προστατεύει.

Όταν έρθουν δύσκολοι καιροί, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το αυγό και, σαν αυτό, γίνονται κι από μέσα τους σκληροί. Μα είναι κι άλλοι που θυμίζουνε το τσάι. Όταν τους βρίσκουν βάσανα, είναι κι εκείνοι σαν να πέφτουν σε βραστό νερό, μα ούτε σκληραίνουν, ούτε μαλακώνουν. Μεταλλάζουν μόνο το νερό σε τσάι του βουνού που ευωδιάζει. Κι ευφραίνονται με τη μοσχοβολιά του όσοι βρίσκονται κοντά. Τις λύπες και τις στενοχώριες, πάει να πει, τις κάνουν γνώση, καλοσύνη και χαρά. Πήγαινε στο καλό λοιπόν” του λέει η γερόντισσα “και φρόντισε να είσαι σαν το τσάι.»»

Από το βιβλίο Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας

Ελίζαμπεθ Τέιλορ





Taylor, Elizabeth posed.jpg

Η Ελίζαμπεθ Τέιλορ (αγγλ. Elizabeth Taylor) (27 Φεβρουαρίου 1932 - 23 Μαρτίου 2011) ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός. Γεννήθηκε στο Χάμστεντ του Λονδίνου από Αμερικανούς γονείς και η οικογένειά της επέστρεψε στις Η.Π.Α μετά το ξέσπασμα του Β' παγκοσμίου πολέμου, ενώ η Τέιλορ ήταν 7 χρονών. Ξεκίνησε την καριέρα της ως παιδί θαύμα το 1943 με την ταινία Σιωπηλός κατήγορος. Συνέχισε να γυρίζει ταινίες και τη δεκαετία του πενήντα και αποτέλεσε τη μεγαλύτερη σταρ του αμερικανικού κινηματογράφου. Είχε προταθεί για βραβείο Όσκαρ 5 φορές και το έχει κερδίσει δύο, την πρώτη για την ταινία Ζήσαμε στην Αμαρτία του 1960 και τη δεύτερη για το Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; του 1966. Άλλες αξιόλογες ταινίες της είναι Μια θέση στον ήλιο του 1951, Ο Γίγας του 1955, Όσα δε σβήνει ο χρόνος του 1957, Λυσσασμένη Γάτα του 1958 και Ξαφνικά, Πέρυσι το Καλοκαίρι του 1959. Η ηθοποιός το 1959 ασπάστηκε τον ιουδαϊσμό. Γνωστό είναι επίσης το γεγονός ότι παντρεύτηκε 8 φορές, εκ των οποίων τις δύο με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον. Αγαπούσε πολύ τα κοσμήματα, τα αρώματα και ήταν διάσημη για τα βιολετιά της μάτια. Είχε αποκτήσει 2 γιους και 2 κόρες. Το ειδύλλιό της με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον αποτελεί ένα απ' τα πιο αξιομνημόνευτα στην ιστορία του Χόλυγουντ. Η ηθοποιός πέθανε σε ιδιωτική κλινική του Λος Άντζελες από καρδιακή ανεπάρκεια σε ηλικία 79 ετών[1]. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει έβδομη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.

Eπιλεγμένη Φιλμογραφία

Σιωπηλός κατήγορος (Lassie Come Home, 1943)
Ο Πύργος του Πόνου / Τζέιν Έιρ (Jane Eyre, 1944)
Ο αλήτης και η αμαζόνα (National Velvet, 1944)
Οι λευκοί βράχοι του Ντόβερ (The White Cliffs of Dover, 1944)
Λάσι ένας γενναίος σκύλος (Courage of Lassie, 1945)
Η ζωή με τον πατέρα (Life with Father, 1947)
Η Τζούλια παρεκτρέπεται (Julia Misbehaves, 1948)
Μικρές κυρίες (Little Women, 1949)
Αγάπησα έναν προδότη (Conspirator, 1949)
Ο Μπαμπάς της Νύφης (Father of the Bride, 1950)
Ο πεθερός της νύφης (Father's Little Dividend, 1951)
Μια θέση στον ήλιο (A Place in the Sun, 1951)
Ιβανόης (Ivanhoe, 1952)
Το κορίτσι που τα είχε όλα (The Girl Who Had Everything, 1953)
Στο δρόμο των ελεφάντων (Elephant Walk, 1954)
Ραψωδία έρωτος - (Rhapsody, 1954)
Ο ωραίος Μπρούμελ (Beau Brummell, 1954)
Η τελευταία φορά που είδα το Παρίσι (The Last Time I Saw Paris, 1954)
Ο Γίγας (Giant, 1956)
Όσα δε σβήνει ο χρόνος (Raintree County, 1957)
Λυσσασμένη Γάτα (Cat on a Hot Tin Roof, 1958)
Ξαφνικά, Πέρυσι το Καλοκαίρι (Suddenly Last Summer,1959)
Ζήσαμε στην Αμαρτία (Butterfield 8, 1960) - Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου
Κλεοπάτρα (Cleopatra, 1963)
Διεθνές Ξενοδοχείο (The V.I.P.s, 1963)
Πύργοι στην άμμο (The Sandpiper, 1965)
Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; (Who's Afraid of Virginia Woolf?, 1966) - Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου
Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι (The Taming of the Shrew, 1967)
Ανταύγειες σε χρυσά μάτια (Reflections in a Golden Eye, 1967)
Οι εραστές της νύχτας (The Comedians, 1967)
Το μεγάλο μυστικό της (Secret Ceremony, 1968)
Ανεμοδαρμένος λόφος (Boom, 1968)
Το παιχνίδι του έρωτα και του πόθου (The Only Game in Town, 1970)
Δε μπορούμε να ζούμε με αναμνήσεις (Ash Wednesday, 1973)
Στον καθρέφτη είδα το δολοφόνο (The Mirror Crack'd, 1980)
The Flintstones, 1994
http://el.wikipedia.org/wiki/Ελίζαμπεθ_Τέιλορ

Όμπραξ Κάπτεν Μαρκ

http://lefobserver.blogspot.gr/2008/03/blog-post_31.html?spref=fb

OMBRAX-CAPTAIN MARK - ΟΜΠΡΑΞ- ΚΑΠΤΕΝ ΜΑΡΚ

 






 












 Όμπραξ
Κάπτεν Μαρκ

Το Όμπραξ (Ombrax) ήταν εβδομαδιαίο περιοδικό κόμικς που πρωτοκυκλοφόρησε στη χώρα μας στα μέσα του 1971 και η έκδοσή του διακόπηκε 4,5 χρόνια αργότερα. 
Ο εκδότης του Στέλιος Ανεμοδουράς δανείστηκε για το κτίσιμο της ύλης του εντύπου κυρίως τις ιστορίες της μηνιαίας αντίστοιχης Ιταλικής έκδοσης ("Il comandante Mark") του Οίκου "Bonelli", καθώς οι δύο κύριοι χαρακτήρες του Όμπραξ προέρχονταν από τη γειτονική χώρα.Το 1983 μάλιστα επανέλαβε ουσιαστικά την έκδοση του περιοδικού με νέο εβδομαδιαίο τίτλο (σαν "Περιπέτεια" πλέον), του οποία η έκδοση συνεχίζεται (τόσο με επταήμερη συχνότητα, όσο και υπο μορφή μηνιαίων τόμων).  
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

ΜΕΔΟΥΣΑ


http://lefobserver.blogspot.gr/2008/12/jellyfish.html?spref=fb

JELLYFISH - ΜΕΔΟΥΣΑ

Μέδουσα
Οι μέδουσες είναι θαλάσσια ασπόνδυλα (Κνιδόζωα) της τάξης των Σκυφόζωων. Πρόκειται για πλαγκτονικούς οργανισμούς, οι οποίοι απαντώνται σε όλες τις θάλασσες του κόσμου. Αντιπροσωπεύουν το κυρίαρχο στάδιο του βιολογικού κύκλου των Κοιλεντερωτών, Υδρόζωων (υδρομέδουσες, που έχουν ένα κράσπεδο , που περιβάλλει την κοιλότητα που σχηματίζεται κάτω από την «ομπρέλα» τους) και Σκυφόζωων (που δεν έχουν κράσπεδο) (σκυφομέδουσες). Ζουν σε ομάδες και το τσίμπημά τους προκαλεί κνησμό και παράλυση της λείας τους. Τρέφονται με μικρά ψάρια και ζωοπλαγκτόν, τα οποία συλλαμβάνουν με τα πλοκάμια τους.Είναι γνωστότερες με την κοινή ονομασία τσούχτρες.
ΠεριγραφήΤο σώμα της μέδουσας έχει σχήμα καμπάνας και παράγει μια ζελατινώδη ουσία. Στην περιφέρεια έχουν πλοκάμια και αισθητήρια όργανα, Το κάθε πλοκάμι καλύπτεται με κύτταρα, που καλούνται κνιδοκύτταρα ή κνιδοκύστεις και μπορούν να τσιμπήσουν ή και να σκοτώσουν ζώα. Τα κύτταρα αυτά υπάρχουν και στο στόμα τους. Οι πιο πολλές μέδουσες χρησιμοποιούν τα κύτταρα αυτά για εξασφάλιση τροφής και για άμυνα. Άλλες δεν έχουν καθόλου πλοκάμια. Έχουν πολλά μικρά μάτια στο κωδωνοειδές σώμα τους, που τις επιτρέπει να έχουν όραση 360 μοιρών.
Αν και στερούνται βασικών αισθητηρίων οργάνων και δεν έχουν εγκέφαλο, το νευρικό τους σύστημα τις επιτρέπει να αντιλαμβάνονται ερεθίσματα, όπως το φως και η οσμή και να αντιδρούν γρήγορα σε αυτά. Κολυμπούν πολύ αργά, καθώς δεν έχουν υδροδυναμικό σώμα. Αντ’ αυτού, κινούνται με τέτοιον τρόπο ώστε να δημιουργούν ρεύματα, αναγκάζοντας τη λεία τους να φτάσει στα πλοκάμια τους. Η κίνηση αυτή γίνεται ρυθμικά με άνοιγμα και κλείσιμο του σώματός τους που μοιάζει με καμπάνα. Η πυκνότητά τους είναι σχεδόν ίση με την πυκνότητα του νερού.
Το πεπτικό τους σύστημα είναι ατελές, καθώς από το ίδιο άνοιγμα (στόμα, βρίσκεται στο κέντρο και στο κάτω μέρος της «καμπάνας») γίνεται η πρόσληψη αλλά και η αποβολή της τροφής. Το στόμα της περιβάλλεται από κροσσωτά χείλη και οδηγεί σε ακτινωτά σωληνάρια, τα οποία καταλήγουν στη γαστρική κοιλότητα. Η τελευταία είναι ένας κυκλικός σωλήνας, που καταλαμβάνει όλη την περιφέρεια του ζώου. Το σώμα σε μία ενήλικη μέδουσα αποτελείται από 94-98% νερού. Η «καμπάνα» της τσούχτρας αποτελείται από ένα στρώμα επιδερμίδας και κατά το μεγαλύτερο μέρος από τη μεσογλοία. Πρόκειται για μία ακύτταρη, ημιδιαφανής, ζελατινώδη μάζα.
Σημασία για τον άνθρωποΜέδουσες χρησιμοποιούνται και για τροφή.
Οι μέδουσες είναι σημαντική πηγή τροφής για τους Κινέζους αλλά και σε άλλες ασιατικές χώρες.Ενδεικτικά, στην Κίνα, οι επεξεργασμένες μέδουσες αφαλατώνονται με εμβάπτιση στο νερό όλη τη νύχτα και τρώγονται μαγειρεμένες ή ωμές. Συχνά σερβίρονται ως σαλάτα, μαζί με λαχανικά. Στην Ιαπωνία τις πλένουν, τις κόβουν σε λωρίδες και τις σερβίρουν ως ορεκτικό με ξίδι.
Εξάλλου, οι μέδουσες χρησιμοποιούνται και στη βιολογία. Ειδικότερα, το 1961 ανακαλύφθηκε στη μέδουσα του είδους Aequorea Victoria η πράσινη φθοριούχος πρωτεΐνη (GFP) . Αυτή χρησιμοποιείται για τη μελέτη των γονιδίων των ιστών και του τρόπου έκφρασής τους. Το κολλαγόνο τους επίσης είναι θεραπευτικό μέσο για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
ΕπικινδυνότηταΗ μέδουσα με τη χαίτη λιονταριού (Lion's mane jellyfish) φημίζεται για το οδυνηρό και σπανίως θανατηφόρο τσίμπημά της.
Όταν κάποιος τσιμπηθεί από τσούχτρα, χρειάζεται απαραίτητα πρώτες βοήθειες. Τα τσιμπήματα των Σκυφόζωων μεδουσών γενικά δεν είναι θανατηφόρα. Ωστόσο, κάποια είδη από τα Κυβόζωα (αυτόνομη τάξη), όπως το Irukandji, μπορεί να αποβούν θανατηφόρα. Ωστόσο, το τσίμπημα των μεδουσών προκαλεί οξύ πόνο και μπορεί να προκαλέσει αναφυλαξία και ίσως το θάνατο. Για το λόγο αυτό, όταν κάποιοι άνθρωποι τσιμπηθούν από τσούχτρα, θα πρέπει να βγουν αμέσως έξω από το νερό, προς αποφυγή πνιγμού.
Για τις πρώτες βοήθειες, οι κύριοι στόχοι είναι η αποφυγή τραυματισμού των διασωστών (γι’ αυτό συνιστάται να φορούν ειδικά ρούχα, που θα καλύπτουν σημεία του σώματος), η απενεργοποίηση των κνιδοκύστεων (για να μη γίνει ενδοφλέβια ένεση στον ασθενή) και η αφαίρεση των πλοκάμων που πιθανόν έχουν κολλήσει στο σώμα του ασθενούς.
Για τα τσιμπήματα ενός συγκεκριμένου είδους μέδουσας, μπορεί να τοποθετηθεί ξίδι στην πληγή. Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και νερό της θάλασσας αν δεν είναι άμεσα διαθέσιμο το ξίδι. Δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται φρέσκο νερό, γιατί η αλλαγή του pH μπορεί να απελευθερώσει επιπλέον δηλητήριο. Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να αποφεύγεται ο κνησμός του τραύματος, η χρήση οινοπνεύματος, αμμωνίας και παρόμοιων ουσιών. Ένα ζεστό μπάνιο μπορεί επίσης να βοηθήσει, με εξαίρεση την περίπτωση υποθερμίας.
Η αφαίρεση των πλοκάμων μπορεί να γίνει με το χέρι, με τη χρήση ειδικών γαντιών. Έπειτα από την αφαίρεση μεγάλων κομματιών από μέδουσες, στο τραύμα μπορεί να μπει αφρός ξυρίσματος και με την άκρη ενός μαχαιριού, με ένα ξυράφι ή με πιστωτική κάρτα να αφαιρεθούν όλα τα εναπομείναντα κνιδοκύτταρα. Εκτός από τη χορήγηση πρώτων βοηθειών, για να μειωθεί ο κνησμός, μπορούν να χορηγηθούν αντιισταμινικές ουσίες στον ασθενή. Οδοντόκρεμα με σόδα και πάγος εναλλακτικά μπορούν επίσης να δοθούν στο θύμα για την απομάκρυνση του δηλητηρίου.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Η Σκύλλα και η Χάρυβδη

http://art-hellas.blogspot.gr/2013/03/blog-post_5788.html

Η Σκύλλα και η Χάρυβδη



Η Σκύλλα και η Χάρυβδη ήταν δυο φοβερά τέρατα της θάλασσας. Οι ναυτικοί που κινδύνευαν στα ταξίδια τους από τα απειλητικά κύματα και τις θύελλες, έπλαθαν με τη φαντασία τους μυθικές μορφές, που λυσσομανούσαν και προσπαθούσαν αγριεμένες να τους καταστρέψουν. Έτσι γεννήθηκαν τα δυο τρομακτικά αυτά τέρατα. Οι θαλασσινοί έβαζαν με το νου τους πως δεν επρόκειτο απλώς για δυνατό άνεμο και για θεόρατα κύματα. Πίστευαν ότι κάτι περισσότερο κρύβεται πίσω απ' όλα αυτά, κάποιο πλάσμα κακό στην ψυχή και τρομερό στην όψη, που γύρευε το χαμό τους· αυτό προκαλούσε όλη τη φοβερή αναταραχή και η κακοκαιρία δεν ήταν τυχαία.
Έλεγαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη βρίσκονταν η μια απέναντι από την άλλη, σ' ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα που, σύμφωνα με τον Όμηρο, ονομαζόταν Πλαγκτές Πέτρες. Το πέρασμα αυτό ήταν εντελώς αδύνατο να το διασχίσει κανείς, λόγω της φοβερής κατάστασης που επικρατούσε εκεί από την παρουσία των δυο τεράτων· ούτε πουλί πετούμενο δε γλίτωνε, αν τολμούσε να το περάσει. Εκεί υπήρχαν πολλά απότομα βράχια, πολύ ψηλά και το κύμα έσκαγε πάνω τους με φοβερό θόρυβο. Το στενό αυτό το τοποθετούσαν σε διάφορα σημεία. Άλλοι έλεγαν πως ήταν ο Βόσπορος, άλλοι στο ακρωτήριο Ταίναρο κι άλλοι κοντά στα Κανάρια νησιά, εκτός Μεσογείου, δηλαδή. Οι πιο πολλοί πίστευαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη κατοικούσαν στο στενό της Μεσσήνης, ανάμεσα στην Ιταλία και τη Σικελία.
Τα δυο τέρατα ήταν εγκαταστημένα σε δυο σκοπέλους. Ο ένας ήταν τόσο ψηλός, που η κορυφή του χανόταν στον ουρανό και ήταν πάντα σκεπασμένη με πυκνά μαύρα σύννεφα. Τα σύννεφα δε διαλύονταν ούτε όταν ο καιρός ήταν καλός. Όλος ο βράχος ήταν πάρα πολύ λείος, τόσο ώστε έμοιαζε σαν κάποιος να τον είχε τρίψει, για να γυαλίζει. Ήταν χαμένος κόπος να προσπαθήσει κάποιος να σκαρφαλώσει πάνω του. Στη μέση του υπήρχε μια βαθιά σπηλιά, τόσο βαθιά, που ούτε το βέλος ενός τοξότη δε θα έφτανε στο τέλος της, όπως λέει ο Όμηρος. Εκεί έμενε η φοβερή Σκύλλα. Προς τα δυτικά, η σπηλιά άνοιγε προς τη μεριά του αδιαπέραστου σκοταδιού, του Ερέβους. Όταν κανείς πλησίαζε, άκουγε τη Σκύλλα να ουρλιάζει συνεχώς, βγάζοντας μια κραυγή που έμοιαζε με κλαψουρίσματα νεαρού λιονταριού.
Η Σκύλλα ήταν κρυμμένη μέχρι τη μέση της μέσα στο βάραθρο της σπηλιάς. Είχε δώδεκα παραμορφωμένα ποδάρια, που υψώνονταν στον αέρα κι έξι πάρα πολύ μακρείς λαιμούς. Τα έξι κεφάλια της ήταν φριχτά, με τρία σαγόνια το καθένα· δηλαδή το κάθε στόμα της είχε τρεις σειρές δόντια, που στάζανε δηλητήριο. Από τη σπηλιά πρόβαλλαν τα κεφάλια της, που βουτούσαν ολόγυρα στο βράχο και μέσα στο νερό. Άρπαζαν τα μεγάλα κήτη της θάλασσας, δελφίνια, σκυλόψαρα, φώκιες και τα καταβρόχθιζαν με μανία. Έτρωγαν όμως και ανθρώπους, αν κάποιο καράβι τολμούσε να διασχίσει το στενό.
Η Σκύλλα άρπαζε τόσους κωπηλάτες, όσα ήταν και τα φοβερά της στόματα. Γονείς της Σκύλλας ήταν, σύμφωνα με μια παράδοση, ο Φόρκης και η Κητώ, η οποία είχε γονείς της τον Πόντο και τη Γαία. Παιδιά τους ήταν επίσης και άλλα θαλάσσια τέρατα, όπως η Έχιδνα, οι Σειρήνες και η Θόωσσα, που συμβόλιζε τη μανιασμένη θάλασσα. Άλλοι, πάλι, έλεγαν πως γονείς της Σκύλλας ήταν ο Φόρβας και η Εκάτη ή ο Φόρκης και η Εκάτη. Η Εκάτη ήταν κόρη του Δία, συνδεόταν όμως πιο πολύ με τους ανθρώπους, παρά με τους θεούς. Το βασίλειό της ήταν η θάλασσα κι όταν δεν τριγυρνούσε, έμενε στη Σπηλιά της, όπως ακριβώς η κόρη της, η Σκύλλα.
Την Εκάτη την ονόμαζαν αλλιώς και Λάμια και ήταν μια όμορφη βασίλισσα στη Λιβύη, ευνοούμενη του Δία. Η Ήρα, για να την εκδικηθεί, τη μεταμόρφωσε σε απαίσιο τέρας, κι εκείνη γέννησε αργότερα τη Σκύλλα. Τέλος, μια άλλη παράδοση θεωρεί γονείς της τον Τυφωέα και την Έχιδνα. Η Χάρυβδη κατοικούσε στην απέναντι μεριά, όπου υπήρχε ένας δεύτερος σκόπελος, αλλά με μικρότερο ύψος. Πάνω του είχε φυτρώσει μια αγριοσυκιά και κάτω από το φύλλωμά της καθόταν το τέρας, που από το στόμα του ξερνούσε μαύρο νερό. Η Χάρυβδη μπορούσε να μετατρέπει το στενό πέρασμα σε μια τεράστια ρουφήχτρα· τρεις φορές τη μέρα ρουφούσε το νερό και τρεις φορές το ξανάβγαζε με φοβερή ταχύτητα. Έτσι, αν τύχαινε και βρισκόταν κανείς κοντά τις στιγμές που το ρουφούσε, δεν είχε ελπίδες να γλιτώσει. Ούτε καν ο ίδιος ο Ποσειδώνας δεν μπορούσε να επέμβει και να βοηθήσει τους προστατευόμενους του.
Λίγοι μόνο ήρωες είχαν καταφέρει να ξεφύγουν από τα επικίνδυνα τέρατα. Ο Ιάσονας με το καράβι του, την Αργώ, είχε διασχίσει το πέρασμα με επιτυχία, χάρη όμως στην προσωπική φροντίδα και επίβλεψη της θεάς Ήρας. Η Αργώ έπλεε στα νερά, περικυκλωμένη από Νηρηίδες, που την προστάτευαν, ενώ πλοηγός τους ήταν η ίδια η Θέτιδα. Ο άντρας της, ο Πηλέας, ήταν ανάμεσα στο πλήρωμα, τους λεγόμενους Αργοναύτες, κι εκείνη του έδινε συνεχώς οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνει την κάθε στιγμή.Για τον Αινεία έλεγαν ότι είχε προτιμήσει να αποφύγει το στενό και να κάνει το γύρο της Σικελίας, ώστε να μην εκτεθεί καθόλου στον κίνδυνο. Τη συμβουλή αυτή του την είχε δώσει ένας Τρώας, προικισμένος με μαντικές ικανότητες, ο Έλενος. Έμελλε αργότερα, πάντως, ν' αντικρίσει την απαίσια όψη τους, όταν θα περνούσε τις πύλες του Άδη.Ο Ηρακλής, ατρόμητος όπως πάντα, δε δίστασε ούτε στιγμή ν' αναμετρηθεί μαζί τους, όταν βρέθηκε στην περιοχή. Μετέφερε τα βόδια του Γηρυόνη και η λαίμαργη Σκύλλα του άρπαξε ένα. Τότε όρμησε γεμάτος οργή και την έκανε κομμάτια. Ο Φόρκης, ο πατέρας της, έτρεξε τότε να την ξαναφέρει στη ζωή· έκαψε πρώτα το λείψανο και κατόπιν το έβρασε κι εκείνη ξαναζωντάνεψε. Γι' αυτό και η Σκύλλα δε φοβόταν τη θεά του Κάτω Κόσμου, την Περσεφόνη, αφού πέρασε από το θάνατο και τελικά γλίτωσε.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Φόρκης ξανακόλλησε τα κομμάτια της Σκύλλας με αναμμένα δαυλιά.
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας χρειάστηκε, επίσης, να περάσει ανάμεσά τους, όταν άφησε πίσω του το νησί της Κίρκης. Εκείνη είχε φροντίσει, πριν την αναχώρησή του, να του δώσει οδηγίες και συμβουλές για να ξεπεράσει τα εμπόδια στο θαλασσινό ταξίδι του. Έτσι, ο Οδυσσέας πέρασε πρώτα από τις Σειρήνες, έπειτα από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη και τέλος έφτασε στο νησί του Ήλιου, όπου έβοσκαν τα κοπάδια του Απόλλωνα. Αφού γλίτωσε από τις Σειρήνες, έπρεπε ν' αντιμετωπίσει τα δυο φριχτά τέρατα. Η Κίρκη, έχοντας υπόψη της ότι η Χάρυβδη είναι πάρα πολύ επικίνδυνη, κυρίως όταν ρουφά το νερό, ορμήνεψε τον Οδυσσέα να περάσει πιο κοντά στη Σκύλλα, έστω κι αν θα κινδύνευε να χάσει έξι άνδρες του, που θα τους άρπαζε το τέρας. Αυτό θα ήταν προτιμότερο, παρά να χαθεί ολόκληρο το καράβι στη φοβερή ρουφήχτρα της Χάρυβδης. Ο Οδυσσέας ρώτησε μήπως θα μπορούσε να πολεμήσει ο ίδιος τη Σκύλλα, βγαίνοντας αρματωμένος στην πλώρη και να υπερασπιστεί μ' αυτόν τον τρόπο το πλήρωμά του. Η Κίρκη απάντησε πως τίποτε δε θα κατάφερνε. Έκρινε πως θα ήταν καλύτερα να επικαλεστεί ο ήρωας εκείνη την ώρα το όνομα της Κραταιίδας, που, σύμφωνα με μια παράδοση, ήταν μητέρα της Σκύλλας, οπότε το θεριό θα μέρωνε. Αυτή θα ήταν η μοναδική λύση, ώστε να μην προφτάσει ν' αρπάξει κι άλλους έξι άνδρες από το πλοίο.
Όταν ο Οδυσσέας έφτασε στις Πλαγκτές Πέτρες, είχε καλά στο μυαλό του τις οδηγίες της Κίρκης. Οι άνδρες του πανικοβλήθηκαν από την αναταραχή που επικρατούσε μπροστά τους· την αδιάκοπη κίνηση του νερού, το φοβερό θόρυβο, τα κύματα και τους καπνούς. Η Χάρυβδη ρουφούσε και ξερνούσε το νερό και η θάλασσα θύμιζε ένα μεγάλο καζάνι, που έβραζε πάνω σε δυνατή φωτιά. Αχνοί σκέπαζαν τα πάντα γύρω. Από το φοβερό θέαμα τα κουπιά τους έπεσαν από τα χέρια. Ο Οδυσσέας προσπάθησε να τους δώσει θάρρος και κουράγιο και τους φώναξε να ξεμακρύνουν όσο μπορούσαν από τη Χάρυβδη. Δεν τους αποκάλυψε, όμως, τα όσα του είχε πει η Κίρκη για τη Σκύλλα και για τις έξι ζωές που έπρεπε να θυσιαστούν ώστε να σωθεί το υπόλοιπο πλήρωμα. Αν το έκανε αυτό, όλοι θα παρέλυαν εντελώς από τον τρόμο, τα πράγματα θα ξέφευγαν από κάθε έλεγχο και το καράβι θα χανόταν άδικα. Ο ίδιος ο Οδυσσέας αποφάσισε τελικά να σταθεί αρματωμένος στην πλώρη και να μην ακούσει τα λόγια της Κίρκης. Δεν κατάφερε όμως τίποτα, γιατί μέσα στην αναταραχή δεν μπορούσε να διακρίνει καθαρά τι γινόταν. Το μόνο που κατόρθωσε να δει ήταν ένα φοβερό θέαμα: έξι από τους πιο αντρειωμένους άνδρες του, να τους έχει αρπάξει το θεριό. Τους κρατούσε στον αέρα, όπως ο ψαράς που τραβά με την πετονιά του έξω από το νερό τα ψάρια που τσίμπησαν το δόλωμα. Ο Οδυσσέας άκουγε τις κραυγές τους· φώναζαν το όνομά του και τον καλούσαν σε βοήθεια. Τους έβλεπε να κουνούν τα χέρια και τα πόδια τους απεγνωσμένα, ώσπου χάθηκαν, χωρίς ο ίδιος να μπορεί να κάνει το παραμικρό για να τους σώσει.
Ευτυχώς, το πλοίο του Οδυσσέα πρόλαβε κι απομακρύνθηκε εγκαίρως από το επικίνδυνο πέρασμα χωρίς να χαθούν κι άλλα μέλη του πληρώματος. Κάποια στιγμή έφτασαν στο νησί του Ήλιου, όπως τους είχε ήδη πει η Κίρκη. Η μάγισσα τους είχε επίσης προειδοποιήσει πως δεν έπρεπε σε καμιά περίπτωση να πειράξουν τα βόδια που έβοσκαν εκεί, γιατί ανήκαν στον Απόλλωνα· αν ο θεός το μάθαινε, η οργή του θα ήταν μεγάλη και η τιμωρία τους φοβερή. Οι σύντροφοι του Οδυσσέα όμως, ταλαιπωρημένοι και πεινασμένοι έπειτα από τόσες περιπέτειες, δεν άντεξαν. Παρόλο που δεν είχαν ξεχάσει τις συμβουλές της Κίρκης, έσφαξαν κι έφαγαν τα ζώα του θεού. Ο Απόλλωνας δεν άργησε να το πληροφορηθεί και μανιασμένος εκδικήθηκε τους υπαίτιους· χτύπησε το πλοίο του Οδυσσέα στη μέση του πελάγους και σκότωσε όλους τους συντρόφους του για την ασέβειά τους. Ζωντανός έμεινε μόνο ο Οδυσσέας, τον οποίο η θάλασσα έσπρωξε και πάλι προς τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Εκείνη την ώρα η Χάρυβδη ρουφούσε τα νερά με φοβερή δύναμη. Μόλις που πρόλαβε ο Οδυσσέας να πιαστεί από ένα κλαδί της αγριοσυκιάς και κρεμόταν ώρες ολόκληρες απ' αυτό, σαν νυχτερίδα. Δεν μπορούσε ν' ανεβεί προς τα μέσα, προς τον κορμό του δέντρου, για να στηριχτεί καλύτερα, γιατί ήταν πιασμένος από την άκρη ενός μεγάλου κλαδιού, μακριά από τις ρίζες. Ούτε και να στηρίξει πουθενά τα πόδια του έβρισκε. Έτσι έμεινε να αιωρείται, μέχρι που η Χάρυβδη ξανάβγαλε το νερό από το φοβερό της στόμα. Μαζί με το νερό βγήκαν και τ' απομεινάρια του τσακισμένου καραβιού. Ο Οδυσσέας άφησε τότε τα χέρια του και πήδηξε πάνω σ' ένα σανίδι. Γραπώθηκε απ' αυτό και ταξιδεύοντας μ' αυτόν τον τρόπο έφτασε στο νησί της Καλυψώς, την Ωγυγία.
Ο μύθος της Σκύλλας και της Χάρυβδης δημιουργήθηκε από τη φαντασία και τις διηγήσεις των ναυτικών, που πίστευαν ότι τα φοβερά καιρικά φαινόμενα οφείλονταν στην ύπαρξη δυο φρικτών τεράτων. Με τον καιρό προέκυψαν και διάφορες ιστορίες σχετικά με την αρχική καταγωγή και τη μετέπειτα μεταμόρφωσή τους. Οι άνθρωποι, δηλαδή, όσο περνούσαν τα χρόνια προσπαθούσαν να εξηγήσουν πώς γεννήθηκαν· φαντάζονταν πως στην αρχή ήταν πλάσματα της στεριάς και κατά τη διάρκεια της ζωής τους, για κάποιο λόγο, μεταμορφώθηκαν. Έπειτα έγιναν μόνιμοι κάτοικοι του υγρού στοιχείου.
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την ιστορία των δυο τεράτων. Η Σκύλλα ήταν αρχικά μια όμορφη κόρη του πελάγους, που ο Γλαύκος ερωτεύθηκε παράφορα. Εκείνη όμως δεν ανταποκρίθηκε στην αγάπη του. Η Κίρκη, που αγαπούσε τον Γλαύκο, ζήλεψε και θέλησε να την εκδικηθεί· φαρμάκωσε με μάγια το νερό, όπου η κόρη θα έπαιρνε το μπάνιο της και τη μεταμόρφωσε σε απαίσιο τέρας. Άλλοι πίστευαν πως δεν ήταν η ζήλια της Κίρκης, αλλά της Αμφιτρίτης, που την κατέστρεψε και τη μεταμόρφωσε δηλητηριάζοντας το λουτρό της με βότανα. Αιτία ήταν ότι την όμορφη Σκύλλα την είχε ερωτευτεί ο Ποσειδώνας. Τέλος, μια τρίτη εκδοχή αφηγείται ότι την είχε ερωτευθεί και ο Τρίτωνας, ως αντίζηλος του Ποσειδώνα. Για να την ευχαριστήσει, της πήγε κοχύλια και μικρές αλκυόνες μαζί με τη μητέρα τους, ως δώρο.
Τα πουλάκια ήταν όμως τόσο μικρά σε ηλικία, που είχαν χνούδι αντί για φτερά. Έτσι η Σκύλλα, όταν τα αντίκρισε, λυπήθηκε αντί να χαρεί, γιατί ένιωσε την πίκρα της μάνας τους, που ήταν δακρυσμένη. Ο Τρίτωνας μόλις κατάλαβε ότι δε θα μπορούσε να κατακτήσει την όμορφη κόρη ο ίδιος, αποφάσισε να την κάνει τέρας και έβαλε εκείνος την Κίρκη να χρησιμοποιήσει τα μάγια της. Από τότε η Σκύλλα προσωποποιεί τον τρόμο που εμπνέουν οι καρχαρίες και οι κίνδυνοι της θάλασσας.
Πολύ συχνά τη Σκύλλα τη φαντάζονταν και με ένα δεύτερο τρόπο, εκτός από τέρας της θάλασσας. Πίστευαν ότι ήταν και θαλάσσια θεά, που είχε μορφή γυναίκας μέχρι τη μέση, σκύλας μέχρι τους γοφούς και ψαριού από κει και κάτω. Φαντάζονταν ότι περιπλανιόταν στις θάλασσες, κάποτε με τη συνοδεία αλυχτισμάτων σκυλιών. Άλλοτε πάλι την απεικόνιζαν φτερωτή, γιατί πίστευαν ότι βασίλευε όχι μόνο στη θάλασσα, αλλά και στον αέρα.
Όσο για τη Χάρυβδη, έλεγαν πως ήταν κόρη του Ποσειδώνα και της Γαίας. Ήταν πάρα πολύ λαίμαργη, τόσο που έκλεψε ένα από τα βόδια του Ηρακλή και το έφαγε. Εκείνος, αηδιασμένος από την αδηφαγία της, την κατακεραύνωσε και έπειτα την γκρέμισε στα βάθη της θάλασσας. Από τότε έγινε θαλάσσιο τέρας, που τρώει ό,τι βρίσκει μπροστά του.
Πηγή: ellas.pblogs.gr

Marie-Henri Beyle



Stendhal.jpgΟ Marie-Henri Beyle (1783–23 Μαρτίου 1842), γνωστότερος με το φιλολογικό του ψευδώνυμο Σταντάλ (Stendhal), ήταν Γάλλος συγγραφέας. Οι βαθύτατες ψυχολογικές αναλύσεις του στα «μυθιστορήματα μαθητείας» που έγραψε, τον τοποθετούν στην πρώτη σειρά των μυθιστοριογράφων του 19ου αιώνα. Τα περιφημότερα από τα μυθιστορήματα αυτά, Το Κόκκινο και το Μαύρο και Το μοναστήρι της Πάρμας, αναφέρονται σε νέους με ρομαντικούς πόθους, δύναμη αισθημάτων και όνειρα δόξας.Διορίστηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας (Conseil d'État) το 1810 και έλαβε μέρος ως αξιωματικός της Επιμελητείας στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στη Ρωσία (1812). Εγκαταστάθηκε μετά στο Μιλάνο ως το 1821 και διετέλεσε πρόξενος της Γαλλίας στην Τεργέστη και στην Τσιβιταβέκκια. Υπήρξε λάτρης της Τέχνης, της Ιταλίας και των γυναικών.

Vies de Haydn, Mozart et Métastase (Η ζωή των Χάυντν, Μότσαρτ και Μεταστάσιου, 1815)
Histoire de la Peinture en Italie (Ιστορία της ζωγραφικής στην Ιταλία, 1917)
Rome, Naples et Florence (Ρώμη, Νεάπολη και Φλωρεντία, 1817, 1827)
De l'amour (Περί έρωτος, 1822)
Racine et Shakespeare (Ρακίνας και Σαίξπηρ, 1823-1825)
Vie de Rossini (Βίος του Ροσσίνι, 1823)
Armance (Αρμάνς, μυθιστόρημα, 1827)
Vanina Vanini (Βανίνα Βανίνι, διήγημα, 1829)
Promenades dans Rome (Περίπατοι στη Ρώμη, 1829)
Le Rouge et le Noir (Το Κόκκινο και το Μαύρο, μυθιστόρημα, 1830)
Mémoires d'un touriste (Αναμνήσεις ενός περιηγητή, 1838)
La Chartreuse de Parme (Το μοναστήρι της Πάρμας, μυθιστόρημα, 1839)
Chroniques italiennes (Ιταλικά χρονικά, διηγήματα, 1837-1839)
Vittoria Accoramboni (Βιττόρια Ακκοραμπόνι)
Les Cenci (Οι Τσέντσι)
La Duchesse de Palliano (Η δούκισσα του Παλλιάνο)
L'Abbesse de Castro (Η ηγουμένη του Κάστρο)
Trop de faveur tue (Η υπερβολική εύνοια σκοτώνει)
Suora Scolastica (Αδελφή Σχολαστική)
San Francesco a Ripa (Σαν Φραντσέσκο α Ρίπα)

Μεταθανάτιες δημοσιεύσεις

Écoles italiennes de peinture (Ιταλικές σχολές ζωγραφικής, 1932)
Souvenirs d'égotisme (Αναμνήσεις εγωτισμού, αυτοβιογραφικό, 1892)
Lucien Leuwen (Λυσιέν Λεβέν, ημιτελές μυθιστόρημα, 1835, δημοσ. 1894)
Lamiel (Λαμιέλ, ημιτελές μυθιστόρημα, 1839–1842, δημοσ. 1889)
Le Rose et le Vert (Το Ροζ και το Πράσινο, ημιτελές διήγημα, 1928)
Vie de Napoléon (Βίος του Ναπολέοντα, 1929)
Journal (Ημερολόγιο, 1801–1817)
Vie de Henry Brulard (Η ζωή του Ανρί Μπρυλάρ, αυτοβιογραφικό, 1835–1836, δημοσ. 1890)

Ελληνικές μεταφράσεις

Περί έρωτος : Γιάννης Παλαιολόγος ("Εξάντας")
Αρμάνς : Μαν.Γιαλουράκης ("Πανεπιστημιακός Τύπος")
Βανίνα Βανίνι : Χ.Κίττου & Στ.Βαρβαρούσης («Ερατώ»)
Το Κόκκινο και το Μαύρο : Τάκης Δραγώνας ("Αυλός")
Το μοναστήρι της Πάρμας : Ν.Σαρλής ("Δ.Δαρεμάς")
Ιταλικά χρονικά : Χ.Κίττου & Στ.Βαρβαρούσης («Ερατώ») – Οι Τσέντσι : Στρ.Τσίρκας («Κέδρος»)
Αναμνήσεις εγωτισμού : Τίτος Πατρίκιος ("Γνώση")
Λυσιέν Λεβέν : Κρις Μαυρομμάτη & Βαλ.Ρασπιλλέρ ("Μέδουσα")
Λαμιέλ : Μαρίνα Μέντζου ("Ερατώ")
Το Ροζ και το Πράσινο : Βερον.Δαλακούρα ("Νεφέλη")
http://el.wikipedia.org/wiki/Σταντάλ

Δημοφιλείς αναρτήσεις