Γηρυόνης
Στην ελληνική μυθολογία ο Γηρυόνης (από το
ρήμα γηρύω = φωνάζω, σκούζω) ήταν ένας τρισώματος ή τρικέφαλος
γίγαντας, γιος του Χρυσάορα ή του θεού Ποσειδώνα και της Καλλιρρόης,
κόρης του Ωκεανού. Και στις δύο εκδοχές, είναι εγγονός της Μέδουσας Γοργώς.
Είναι επίσης γνωστός με τα ονόματα Γηρυονέας, Γηρυονεύς και Γηρυών.
Ο Γηρυόνης κατοικούσε στη νήσο Ερύθεια, στην ομιχλώδη
Δύση, στα πέρατα του Ωκεανού. Είχε πλούσια κοπάδια βοδιών, που τα έβοσκε ο
Ευρυτίων και ο δικέφαλος σκύλος Όρθρος ή Όρθος, κοντά στο μέρος όπου
ο Μενοίτιος έβοσκε τα κοπάδια του Άδη. Με διαταγή του Ευρυσθέα
ο Ηρακλής ήρθε στην Ερύθεια για να πάρει τα βόδια του Γηρυόνη στον
ομώνυμο άθλο του, τον δέκατο κατά σειρά. Ο Ηρακλής σκότωσε τελικά
τότε και τον Γηρυόνη, κοντά στον ποταμό Ανθεμούντα, όπου συναντήθηκαν και
αναμετρήθηκαν.
Οι αρχαίοι προσπάθησαν να ερμηνεύσουν ποικιλότροπα τον μύθο
του τρισώματου Γηρυόνη, λέγοντας ότι στην πραγματικότητα ήταν οι τρεις γιοί του
Χρυσάορα, που εξεστράτευσαν κατά του Ηρακλή, είτε ότι ο Γηρυόνης εκφράζει τις
τρεις χρονικές κατηγορίες (παρελθόν - παρόν - μέλλον). Επιστημονικότερος, ο Θουκυδίδης
ερμηνεύει τον μύθο ως ανάμνηση της παλαιότερης εποχής, οπότε οι ληστείες ήταν
συχνές, αλλά δεν θεωρούνταν επίμεμπτη πράξη. Ο Παλαίφατος, στο βιβλίο του
"Περί Απίστων", αναφέρει πως ο Γηρυόνης καταγόταν από την πόλη
Τρικαρηνία (κάρα = κρανίο)κι έτσι από παρανόηση, όταν αναφέρονταν στον Γηρυόνη
τον Τρικαρήνο, νόμιζαν πως είχε τρία κεφάλια.
Η πάλη του Ηρακλή με τον Γηρυόνη απεικονιζόταν κατά
τον Παυσανία στη Λάρνακα του Κυψέλου στην Ολυμπία. Επίσης,
η πάλη αυτή παριστανόταν στη μετόπη του «θησαυρού» των Αθηναίων
στους Δελφούς, στη μετόπη του ναού του Δία στην Ολυμπία, στις δύο
μετόπες του ναού του Ηφαίστου στην Αθήνα (το γνωστό «Θησείο»), σε πολλά αρχαϊκά
αγγεία, ιδίως χαλκιδικά, καθώς και σε αττικά μελανόμορφα και ερυθρόμορφα
αγγεία. Από τα μελανόμορφα το πιο αξιόλογο θεωρείται ο αμφορέας του Εξηκία (σήμερα
στο Λούβρο), ενώ από τα ερυθρόμορφα η κύλικα του Ευφρονίου
Ο Στησίχορος έγραψε ένα άσμα για τον Γηρυόνη,
το «Γηρυονηίς», σπαράγματα του οποίου διασώθηκαν στον Πάπυρο της
Οξυρρύγχου.
Ο Γηρυόνης ταυτοποιείται μερικές φορές
ως χθόνιος δαίμονας του θανάτου, κυρίως εξαιτίας του συνειρμού με την
ακραία δυτική κατεύθυνση. Στη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, ο Γηρυόνης
εμφανίζεται ως φτερωτό θηρίο με ουρά σκορπιού αλλά με το πρόσωπο ενός
τίμιου ανθρώπου, να κατοικεί στην πλαγιά ανάμεσα στον έβδομο και τον όγδοο
κύκλο της Κολάσεως (οι κύκλοι της βίας και της απάτης, αντιστοίχως).