Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Πολύτιμο νόμισμα ἀπὸ ἣλεκτρον

http://anihneftes.wordpress.com/

Πολύτιμο νόμισμα ἀπὸ ἣλεκτρον ἦρθε στὸ φῶς στὴν Ἀρχαία ἀγορά…

Η γιορτή των Παναθηναίων, ένα πηγάδι γεμάτο αγγεία και μία ταβέρνα, τα επιπλέον ευρήματα των ανασκαφών…
Πολύτιμο νόμισμα  από  ήλεκτρο ήρθε στο φως στην Αρχαία Αγορά
Το σπάνιο νόμισμα του 6ου π.Χ. αιώνα από ήλεκτρο με παράσταση κεφαλής ταύρου
στην μία όψη του.
Πολύτιμο  όσο  το  χρυσάφι  και  τ΄ άλλα πολύτιμα μέταλλα,   ένα  τόσο  δα νόμισμα  από  ήλεκτρο,   που βρέθηκε κατά την τελευταία ανασκαφική  περίοδο στην Αρχαία Αγορά συνιστά το σπουδαίο  εύρημα της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών,  που δραστηριοποιείται στο τμήμα αυτό της αρχαίας Αθήνας. 
Με  βάρος που δεν  ξεπερνά τα 7  γραμμάρια,  με  διάμετρο  που  δεν φθάνει  καν το  ένα  εκατοστό _ στην πραγματικότητα  είναι 6.05 _ 7.05 χιλιοστά _ με  μία κεφαλή  ταύρου στην  όψη  του και  με χρονολόγηση  που  πάει  πίσω στον 6ο  π.Χ.  αιώνα χαρακτηρίζεται  ήδη σπάνιο  από τον  επικεφαλής των  ανασκαφών κ.  Τζων Μακ Καμπ. 

 Επιπλέον  η ηλικία  του μπορεί  να  το καθιστά το  αρχαιότερο  που  έχει βρεθεί στην περιοχή ενώ ταυτόχρονα  το συνδέει  με  μία  ιδιαίτερη  ιστορική περίοδο για την Αθήνα,  αυτήν της  επικράτησης του  τύραννου  Πεισίστρατου.
 Μπροστά από την Ποικίλη Στοά, στη βορειοδυτική γωνία της αρχαίας Αγοράς, καθώς και στην Παναθηναϊκή Οδό  έχει επικεντρώσει τις έρευνές της η Αμερικανική Σχολή,  η  οποία  μάλιστα  έλαβε  έγκριση  προ  ημερών από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο για  την απαλλοτρίωση  υπέρ του  ελληνικού  δημοσίου  νεώτερων κτισμάτων, προκειμένου  να  συνεχίσει τις  ανασκαφές.
Ηδη  άλλωστε  οι αρχαιολόγοι  «συνάντησαν» για πρώτη φορά τον ανατολικό τοίχο της Ποικίλης Στοάς, βρήκαν νέα στοιχεία για την οδό των Παναθηναίων  αλλά   και  ένα  πηγάδι  γεμάτο  με  κεραμική.  Και  επιπλέον το πολύτιμο νόμισμα.
  Νομίσματα  από χρυσό  ή  ήλεκτρο  ήταν  εξαιρετικά  σπάνια στην αρχαία Αθήνα,  καθώς το  δικό της  ισχυρό  νόμισμα  ήταν  η ασημένια  γλαύκα, τα  πρωιμότερα  όμως μπορεί  να  φτιάχνονταν  και από  ήλεκτρο  με την γλαύκα της Αθηνάς. Επίσης ο  Πλούταρχος  αναφέρει πως ο  Θησέας  έκοψε  νομίσματα  με απεικόνιση  ταύρου,  κάτι  που  ισχυρίζεται και ο  Φιλόχωρος. 
Γεγονός  είναι  δηλαδή, ότι στον 6ο  π.Χ. αιώνα  και  πριν  η Αθήνα καταλήξει οριστικά  στο  νόμισμά της υπήρχαν  ασημένια νομίσματα  και  με  ταύρο. Οσον αφορά το  ήλεκτρο  αυτό  εμφανίζεται πολύ  συχνά στα νομίσματα  της  Λυδίας,  όπου  και  εφευρέθηκε το  νόμισμα καθώς και στις  γειτονικές  της  πόλεις  κατά μήκος της ακτής της  Μικράς Ασίας, όπως η Μίλητος, η Έφεσος, η Σάμος, Φώκαια, και Κλαζομενές.
  Το  νόμισμα της Αρχαίας Αγοράς   είναι πολύ  πιθανόν λοιπόν  να κόπηκε επί  Πεισίστρατου και να χρονολογείται κάπου μεταξύ 546-518 π.Χ. Το  υλικό  του,  το  ήλεκτρο  ήρθε  προφανώς από Ιωνία την αν  και υπάρχει  ένα  ακόμη  πιο σύνθετο ενδεχόμενο: Κατά τη διάρκεια της εξορίας του από την Αθήνα, πριν από το 546  π.Χ.  ο Πεισίστρατος είχε πρόσβαση σε χρυσό και ασήμι από τη Θράκη και προσέλαβε μισθοφόρους για να βοηθήσουν στην επιστροφή του.
Οσο για την απεικόνιση την εμπνεύστηκε από την  Ερέτρια  από  όπου  είχε  περάσει  και  η οποία απεικόνιζε τον ταύρο στα νομίσματά της.  Εν  τέλει το  νόμισμα  μπορεί να κόπηκε στην Θράκη και να χρησιμοποιήθηκε για την επιστροφή του Πεισίστρατου από την Ερέτρια στην Αθήνα.
Ποια  μπορεί να  ήταν  η  αξία  όμως  αυτού  του νομίσματος; Είναι  δύσκολο  να  απαντηθεί   καθώς  η  σχέση χρυσού  και αργύρου  προς  ήλεκτρο  άλλαζε μέσα στο χρόνο  αλλά  και από πόλη σε  πόλη. Σε  γενικές  γραμμές  όμως  το  ήλεκτρο σε  σχέση  με το  ασήμι  ήταν 10:1 ενώ χρυσός προς ασήμι  ήταν 12:1.
Πάντως ανάμεσα στα πρώτα νομίσματα με αυτό το βάρος, το συνηθέστερο ήταν το δίδραχμο  κι  αν  όντως συνέβαινε  έτσι  αυτό το μικρούλι  κέρμα από  ήλεκτρο θα αντιστοιχούσε  στην αρχαιότητα  με  μισθούς δύο ημερών .
  Ως τον  ανατολικό  τοίχο  της  Ποικίλης Στοάς έφθασε  εξάλλου  η  ανασκαφή  του περασμένου  καλοκαιριού. Ενα  εξαιρετικής  τέχνης  κτίσμα της αρχαίας Αθήνας,  στο  οποίο ήταν  «εκτεθειμένα»  έργα των  μεγαλύτερων  ζωγράφων  της αρχαιότητας .
Τουλάχιστον έξι από τους ορθοστάτες της  σώζονται  στη  θέση  τους, τρεις από την εξωτερική σειρά και τρεις από το εσωτερικό  κι  αυτό επέτρεψε  τον  προσδιορισμό  των διαστάσεών  της,  που  όπως  φαίνεται  ήταν  48 μέτρα μήκος και 10 πλάτος στο εσωτερικό  (στο εξωτερικό  51μήκος  επί 12,5 πλάτος),  με 23 δωρικούς κίονες εξωτερικά και 11 ιωνικούς εσωτερικά.
  Ενα  εύρημα στην  οδό Παναθηναίων έδωσε στο  μεταξύ,  μία  άλλη  διάσταση  για την  τέλεση των εορτών. Ιχνη από οπές όπου στήνονταν πάσσαλοι για περισχοίνισμα σε χώρο 12 επί 15μέτρων (αναφορά γίνεται και στον Πλούταρχο) αποκαλύφθηκαν σε στρώμα, που χρονολογείται στην Κλασική και στην Ελληνιστική περίοδο. 
Θεωρείται λοιπόν  πιθανόν να στερεώνονταν  στους  πασσάλους  αυτούς ικρία που πιθανώς συγκρατούσαν υφασμάτινες κατασκευές για σκίαση. Το  ενδεχόμενο  έτσι, να  στήνονταν κερκίδες για τους θεατές τις ημέρες των εορτών. Η συνέχεια του  ευρήματος  πάντως  βρίσκεται κάτω από τις γραμμές του ΗΣΑΠ όπου   έγιναν  ανασκαφές κατά το 2010 – 11  από την  Α΄ Εφορεία Αρχαιοτήτων.

Την  καθημερινότητα τέλος στην  Αρχαία Αγορά  αλλά  και  ένα ιστορικό  γεγονός αποκάλυψε ένα  πηγάδι, το  οποίο βρέθηκε γεμάτο  από κεραμικά σκεύη,  μερικά από τα οποία  ακέραια. Περισσότερα από 100 ήταν  αυτά τα  σκεύη, στην πλειονότητά τους μικρές στάμνες ή κούπες, αμφορείς, μαγειρικής χρήσης αλλά  και  νομίσματα και λυχνάρια.
Το πηγάδι αυτό  είχε βάθος  12  μέτρα  και διάμετρο 73  εκατοστά και ήταν σε χρήση κατά τον 4ο και 5ο αιώνα μ.Χ.   αλλά και πολύ αργότερα. Οι αρχαιολόγοι πιστεύουν , ότι σχετίζεται  με την εισβολή των Βησιγότθων και του Αλάριχου, το 396 μ.Χ.  η  δε  αφθονία  του  σε κανάτες, κούπες και αμφορείς  _ τόσο σε αυτό το πηγάδι όσο και σε διπλανό του, που ανασκάφηκε πρόπερσι _ δείχνει ότι την εποχή εκείνη το κτήριο που βρίσκεται από πάνω του ήταν  πιθανώς μία ταβέρνα!
Θερμοῦ Μαρία γιὰ tovima.gr

ΒΟΥΤΗΜΑΤΑ ΚΑΝΕΛΑΣ




ΒΟΥΤΗΜΑΤΑ ΚΑΝΕΛΑΣ

ΥΛΙΚΑ
Λαδι Ηλιελαιο 1000γρ
Ζαχαρη 1000γρ
Χυμο Πορτο 500γρ
Κονιακ 100γρ
Κανελα 3κ.γ.
Γαρυφαλο 1κ.σ.
Σοδα 1κ.σ.
Μπεικιν 20γρ

ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Ζυμωνουμε στο μιξερ ολα τα υλικα και τα δουλευουμε στην
αργη ταχυτητα, για περιπου 8 λεπτα, ωστε να ανακατευθουν
ολα τα υλικα, στην συνεχεια ριχνουμε λιγο λιγο το Αλευρι,,
Μαλακο αν δεν σας ειπα, και προσεχουμε να μην μας σφιξει,
οταν δουμε πως εγινε το ζυμαρι μας σταματαμε, το βγαζουμε,
περνουμε ενα μικρο κοματι και κανουμε ενα φυτιλι, αν δεν μας
κολαει ειναι σωστο, οσο τα πλαθουμε σκεπαζουμε την ζυμη με
ενα σελοφαν, να μην ξερενεται, πλαθουμε σε κυκλακια και
αε ενα ταψακι εχουμε ζαχαρη-κανελα, τα βουταμε απο την
μια πλευρα και αραδειαζουμε στο ταψι, ψηνουμε ατους 180β
για περιπου 16-18λ.
Καλη σας επιτυχια!!!

Κορδονάκι πολλαπλών χρήσεων

 
                                                                                                                                           Είναι πολύ εύκολο να φτιάξετε βραχιολάκια με αυτές τις κινήσεις. Επίσης μπορείτε να φτιάξετε κάθε είδους κορδονάκι είτε για πρακτικό είτε για διακοσμητικό σκοπό. Εναλλακτικά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε από κλωστή μέχρι μαλλί ή σπάγγο διάφορων ποιοτήτων. Ακόμη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε υφασμάτινες λωρίδες από παλιά υφάσματα διαφορετικών χρωμάτων και ποιοτήτων και με το αποτέλεσμα να στολίσετε μαξιλαράκια , καλύμματα, πετσέτες, χαλάκια μπάνιου και όχι μόνο. 
Καλή επιτυχία!
 

Ο ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ

http://www.visaltis.net/2013/04/blog-post_7.html

Ο ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΤΟΥ ΑΓ.ΟΡΟΥΣ!


 
 
 
 
 
 
 
 
 
Σε μια εποχή που η τυπογραφία άνηκε ακόμη στο μακρινό μέλλον, τα χειρόγραφα αποτελούσαν το μοναδικό τρόπο για να διασωθούν οι αρχαίες γνώσεις στο διηνεκές.
Στο Μεσαίωνα, ορισμένα μοναστήρια λειτούργησαν και ως «κιβωτοί γνώσεων» διαφυλάσσοντας τα αρχαία κείμενα με τη μορφή χειρογράφων.Τα χειρόγραφα αυτά αντιγράφονταν από μοναχούς μέσα στο ημίφως των μοναστηριακών εργαστηρίων, στα περίφημα καλλιγραφεία. Τα περισσότερα αρχαιοελληνικά κείμενα που
διασώθηκαν ως τις μέρες μας, είναι αποτέλεσμα των ακατάπαυστων αντιγραφών, που γίνονταν σ’ αυτά τα εργαστήρια από ορισμένους γενναίους μοναχούς.Μοναχούς που έβαζαν σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τις αρχαίες γνώσεις, που για κάποιους φανατικούς χριστιανούς θεωρούνταν «αιρετικές». Κι όμως, αυτές οι «αιρετικές» γνώσεις ήταν εκείνες που οδήγησαν στην αναγέννηση του Δυτικού πολιτισμού…
Ακόμη και στα χρόνια του Μεσαίωνα, σε μια εποχή που κυριαρχούσε η αγραμματοσύνη, οι αγιορείτες μοναχοί έδιναν έμφαση στο γραπτό λόγο, θεωρώντας ότι συμβάλει στην πνευματική αναβάθμιση των ανθρώπων. Γι’ αυτό και έγραφαν, αντέγραφαν και διαφύλατταν χιλιάδες χειρόγραφα, όχι μόνο θεολογικού ή λειτουργικού χαρακτήρα, αλλά και «κοσμικών γνώσεων», οι οποίες κληροδοτήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες σοφούς.
Τα χειρόγραφα αυτά, πέρα από το περιεχόμενο τους, ήταν και διακοσμημένα με καλλιγραφίες, πράγμα που τα καθιστούσε αληθινά μνημεία τέχνης. Παρά τις καταστροφές και τις αφαιμάξεις που υπέστησαν, οι βιβλιοθήκες των μοναστηριών του Άθω κρύβουν έναν πραγματικό θησαυρό αρχαιοελληνικών γνώσεων. Σήμερα, στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους φυλάσσονται περίπου 20.000 πολύτιμα χειρόγραφα, που περιμένουν υπομονετικά τους ειδικούς για να τα μελετήσουν…
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΛΛΙΓΡΑΦΟΙ-ΜΟΝΑΧΟΙ ΤΟΥ ΑΘΩΝΑ Η χερσόνησος του Άθω άρχισε να αναδύεται ως μοναστικό κέντρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας προς τα τέλη του 10ου μ.Χ. αιώνα, όταν κατέφθασε εκεί κρυφά ο μοναχός Αθανάσιος, ο οποίος ίδρυσε στο νοτιοανατολικό άκρο της χερσονήσου τη μονή Μεγίστης Λαύρας(963μ.Χ.). Ο Αθανάσιος, ο ιδρυτής του αγιορείτικου κοινοβιακού μοναχισμού, ήταν προσωπικός φίλος του Ιωάννη Τσιμισκή καθώς και διακεκριμένος καλλιγράφος και ταχυγράφος.
Επέλεξε τη χερσόνησο του Άθω ως τόπο μοναστικής ζωής εξ αιτίας της απαράμιλλης φυσικής της ομορφιάς, της φυσικής της προστασίας από τις εχθρικές επιδρομές, του γεγονότος ότι ήταν ουσιαστικά ακατοίκητη από ανθρώπους, καθώς και εξ’ αιτίας της γεωγραφικής της εγγύτητας με τη συμβασιλεύουσα πόλη της αυτοκρατορίας, τη Θεσσαλονίκη. Εξαιτίας αυτών των πλεονεκτημάτων ο Άθως εξελίχθηκε σύντομα στο σημαντικότερο μοναστηριακό κέντρο του ορθόδοξου χριστιανισμού, με πολυάριθμα μοναστήρια και χιλιάδες μοναχούς.
Ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης ήταν ένας άνθρωπος ασκητικός, που όμως αγαπούσε υπερβολικά τα βιβλία. Όταν από την Κωνσταντινούπολη κατέφθασε στον Άθω, εκτός από το καλογερικό του κουκούλι κουβάλησε μαζί του και δύο βιβλία. Αυτή η αγάπη του για τα βιβλία τον οδήγησε να ιδρύσει στην νεοσύστατη ακόμη Μεγίστη Λαύρα ένα εργαστήριο αντιγραφής χειρογράφων (Scriptorium) και μια οργανωμένη βιβλιοθήκη. Όρισε μάλιστα υπεύθυνο για το εργαστήριο τον πρωτοκαλλίγραφο Ιωάννη και βιβλιοφύλακα τον μοναχό Μιχαήλ.
Το παράδειγμα του μιμήθηκαν και οι κτήτορες των άλλων μοναστηριών (Βατοπαιδίου 985μ.Χ. και Ιβήρων 980μ.χ.), που φρόντισαν προσωπικά για την παραγωγή, την αντιγραφή και τη διαφύλαξη βιβλίων, με περιεχόμενο όχι μόνον θεολογικό και λειτουργικό αλλά και «κοσμικών γνώσεων», δηλαδή φιλοσοφικό, ιατρικό, νομικό, μουσικό κι εκπαιδευτικό.
Πολλοί μοναχοί έμειναν γνωστοί και ως γραφείς χειρόγραφων κωδίκων με πλούσια δράση και παραγωγή (Αθανάσιος ο Αθωνίτης, Ιωάννης Λαυριώτης, Ευθύμιος ο Ιβηρ, Διονύσιος Στουδίτης, Νείλος ο Μυροβλήτης, Ιωάννης ο Κουκουζέλης κ.α.). Συνολικά μνημονεύονται πάνω από 40 επώνυμοι βυζαντινοί καλλίγραφοι-μοναχοί, που συνέγραψαν χειρόγραφα στις αγιορείτικες μονές.
ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΚΑΙ SCRIPTORIUM Το σίγουρο είναι πως οι μοναχοί του Αγίου Όρους δεν περιφρονούσαν τα βιβλία. Μόλις ιδρύονταν ένα μοναστήρι μια από τις πρώτες ενέργειες των κτητόρων του ήταν η δημιουργία μιας βιβλιοθήκης, που αποσκοπούσε στην κάλυψη των πνευματικών αναγκών των μοναχών και πρωτίστως στην κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της μοναστικής αδελφότητας. Ο ηγούμενος όριζε πάντα έναν βιβλιοθηκάριο, υπεύθυνο για τη διαφύλαξη και συντήρηση των χειρογράφων.
Μια βιβλιοθήκη άρχιζε πάντα την πορεία της μ’ ένα πυρήνα βιβλίων, που αφιέρωνε σε αυτήν ο ιδρυτής της. Ως χώρος για τη διαφύλαξη των πολύτιμων χειρογράφων επιλέγονταν κατά παράδοση το υπερώο, πάνω από τον εξωνάρθηκα του καθολικού (π.χ. στη Μονή Εσφιγμένου). Σε άλλες ωστόσο περιπτώσεις, όταν ο χώρος του υπερώου δεν επαρκούσε, χρησιμοποιούνταν και ορισμένα απομονωμένα και πυρασφαλή κτίσματα, όπως στην περίπτωση της Μεγίστης Λαύρας.
Προτού ωστόσο τα χειρόγραφα τοποθετηθούν στη βιβλιοθήκη σημειώνονταν συνήθως πάνω τους η χαρακτηριστική κτητορική επιγραφή, που καταριόταν τον επίδοξο καταστροφέα τους: «Αυτή η βίβλος υπάρχει της θειας και ιεράς μονής… και όποιος την αφαιρέση να έχει τας άρας των τριακοσίων δέκα οκτώ…». Για προστατευτικούς πάλι λόγους, γράφτηκαν ανά τους αιώνες πάνω στα ίδια βιβλία, απαγορευτικές φράσεις όπως: «Μηδείς τεμνέτω τα φύλλα..» ή «Μηδείς αποξενώση την Βίβλο ταύτην…».
Μια βιβλιοθήκη φιλοδοξούσε πάντα να περιλάβει όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις, όχι μόνον θεολογικού αλλά και κοσμικού περιεχομένου. Βασικές πηγές εμπλουτισμού μιας μοναστηριακής βιβλιοθήκης υπήρξαν η παραγωγή χειρογράφων στο ίδιο το μοναστήρι, η αγορά και η παραγγελία βιβλίων για την κάλυψη μιας συγκεκριμένης ανάγκης ή έλλειψης και βεβαίως οι μεγάλες και εντυπωσιακές δωρεές αυτοκρατόρων, ηγεμόνων, πατριαρχών, αρχιερέων, μοναχών αλλά και ιδιωτών, που χάριζαν τις προσωπικές τους συλλογές (τον 16ο αιώνα ο καθηγητής της πατριαρχικής σχολής Θεοφάνης Ε. Νοταράς, χάρισε όλα του τα βιβλία στην Ι. Μ. Ιβήρων).
Κατά κανόνα κάθε μοναστήρι κληρονομούσε και την προσωπική βιβλιοθήκη των μοναχών του. Ωστόσο, αρκετά χειρόγραφα προέρχονταν από παραγγελίες. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο σημείωμα για ένα χειρόγραφο, που παραγγέλθηκε με έξοδα μιας μονής: «Το παρόν Ωρολόγιον εγράφη παρά του οικτρού και αμαρτωλού Κύριλλου του Ναυπάκτιου δια συνδρομής και εξόδου της σεβάσμιας μονής…».
Στις περισσότερες μονές του Αγίου Όρους υπήρχαν λοιπόν συγκροτημένες συλλογές χειρογράφων και λειτουργούσαν βιβλιογραφικά εργαστήρια, όπου οι μοναχοί-γραφείς αντέγραφαν τα πρωτότυπα όχι αυθαίρετα αλλά βάσει αυστηρών κανόνων, που τους ακολουθούσαν πιστά. Τα ελληνικά χειρόγραφα γράφονταν μέχρι τον 9ο αιώνα σε μεγαλογράμματη γραφή, δηλαδή με κεφαλαία. Από τον 9ο αιώνα όμως και μετά επικρατεί σταδιακά η μικρογράμματη γραφή και όλα τα χειρόγραφα των προηγούμενων εποχών «μεταχαρακτηρίζονται» κατά τη διάρκεια της αντιγραφής τους.
Από την ίδρυση των πρώτων Scriptorium στις μονές υπήρχε μια σχετικά αξιόλογη παραγωγή χειρογράφων, ενώ η ακμή της βιβλιογραφικής δραστηριότητας εντοπίζεται τον 14ο και τον 15ο αιώνα. Η παραγωγή χειρογράφων συνεχίστηκε και μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας (άλλωστε το πρώτο τυπογραφείο στον ελλαδικό χώρο λειτούργησε το 1759 στη Μεγίστη Λαύρα) φθάνοντας στο σημείο να μιλάμε τον 17ο αιώνα για πραγματική άνθηση, με την εμφάνιση μιας ιδιότυπης μορφής γραφής, την «Ξηροποτάμινην γραφήν» ,που είναι γνωστή και ως «αγιορείτικη».
Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ
Τα χειρόγραφα, που βρίσκονται σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους υπολογίζονται επίσημα στις 15.000 ή, σύμφωνα με άλλους υπολογισμούς ξεπερνούν τις 20.000. Αυτά μπορούν να ταξινομηθούν με κριτήρια μορφολογικά, γλωσσολογικά αλλά κυρίως με βάση το περιεχόμενο τους. Με βάσει τη μορφή τους τα χειρόγραφα διακρίνονται σε ειλητάρια ή κοντάκια (ονομάζονται έτσι επειδή τυλίγονται γύρω από κοντό ξύλο) και σε κώδικες (βιβλία) διαφόρων σχημάτων.
Πρέπει να σημειωθεί πως από τον 2ο και 3ο μ.Χ. αιώνα, τα βιβλία με δεμένες σελίδες (κώδιξ, λατινικά codex) άρχισαν να αντικαθιστούν τον παραδοσιακό κύλινδρο από πάπυρο. Ήταν μια ανθεκτική και εύκολη στη χρήση γραφική ύλη, τόσο για το κείμενο όσο και για την εικονογράφηση τους. Σύντομα οι κώδικες έγιναν η κυρίαρχη μορφή των χειρογράφων.
Οι περισσότεροι κώδικες έχουν καλλιτεχνικές βιβλιοδεσίες και διακοσμημένα καλύμματα με βαρύτιμα επιθήματα, σκαλιστά μέταλλα και ημιπολύτιμους λίθους. Όσον αφορά το βιβλιακό υλικό με το οποίο είναι κατασκευασμένα διακρίνονται σε περγαμηνά (από δέρμα ζώου), χαρτώα και βομβύκινα (από βαμβάκι).
Από γλωσσική άποψη χωρίζονται σε ελληνικά (90% επί του συνόλου) και ξενόγλωσσα. Τα ξενόγλωσσα, που αποτελούν περίπου το ένα δέκατο, περιλαμβάνουν σλάβικα, λατινικά, ρουμάνικα και γεωργιανά χειρόγραφα, και χρησιμοποιούνταν από τους ξενόγλωσσους ορθόδοξους μοναχούς που παροικούν στο Άγιον Όρος κατά την τελευταία χιλιετηρίδα. Τα περισσότερα από αυτά δεν είναι παρά μεταφράσεις από τα ελληνικά θεολογικών και λειτουργικών κειμένων.
Τέλος, όσον αφορά την αρχαιότητα τους, το αρχαιότερο χειρόγραφο του Αγίου Όρους είναι ένα περγαμηνό σπάραγμα λατινικής γραφής του 4ου μ.Χ. αιώνα και οκτώ φύλλα του Ευθαλιανού Κώδικα (6ος μ.Χ. αιώνας), με αποσπάσματα από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου προς Γαλάτες και Κορινθίους.
ΤΑ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ
Σχετικά με το περιεχόμενο τους, τα αγιορείτικα χειρόγραφα διακρίνονται σε αυτά που διασώζουν κείμενα αρχαίων κλασσικών συγγραφέων ή γενικότερα κοσμικών γνώσεων π.χ. αστρολογίας, βοτανικής, γεωγραφίας, ιατρικά, νομικά –και σε εκείνα που περιέχουν κείμενα χριστιανικού και λειτουργικού περιεχομένου.
Τα δεύτερα αποτελούν φυσικά και τη συντριπτική πλειοψηφία, επειδή όχι μόνον χρησιμοποιούνταν συχνά από τους μοναχούς αλλά κυρίως γιατί το βυζάντιο ήταν θεοκρατικής δομής. Πέρα από αυτό όμως, οποιοδήποτε είδος κοσμικής γνώσης, θεωρούνταν από τους μοναχούς δευτερευούσης σημασίας σε σχέση με τη θεολογία.
Παρόλα αυτά όμως υπήρχαν και μοναχοί, που με θάρρος και αποφασιστικότητα διακινδύνευαν ακόμη και τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τις αρχαίες γνώσεις και σ’ αυτούς ίσως οφείλεται ως ένα σημείο και η αναγέννηση της Δύσης από το μεσαιωνικό σκοταδισμό. Έτσι, αν σήμερα μπορούμε ν’ απολαύσουμε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Όμηρο, Θουκυδίδη κι ένα σωρό άλλους αρχαίους συγγραφείς, ίσως να το χρωστάμε σε μια χούφτα μοναχών, που στο ημίφως των εργαστηρίων τους αφιέρωναν ατέλειωτες ώρες στην αντιγραφή των αρχαιοελληνικών χειρογράφων…
Δυστυχώς δε διαθέτουμε έγκυρα στοιχεία για τον ακριβή αριθμό των αρχαιοελληνικών χειρογράφων, που βρίσκονται σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του ΆΘωνα. Ενδεικτικά πρέπει να σώζονται γύρω στα 600 έργα κλασικών συγγραφέων. Ο αριθμός αυτός δεν πρέπει να θεωρείται μικρός, καθώς σ’ αυτά ακριβώς τα χειρόγραφα εστιάζονταν πάντα οι Ευρωπαίοι «προσκυνητές» που έκλεβαν ή αγόραζαν τους κώδικες για να εμπλουτίσουν τις Δυτικές βιβλιοθήκες. Ωστόσο, παρά τις σημαντικές κλοπές και αφαιμάξεις, στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους συνεχίζουν ως σήμερα να υπάρχουν πολλοί και αξιόλογοι αρχαιοελληνικοί κώδικες.
Πιο παλιός και πιο σημαντικός απ’ όλους είναι η περίφημη Βοτανική του Διοσκουρίδου (Ω75), ένας κώδικας ηλικίας 1000 ετών, προσωπικό δώρο του Νικηφόρου Φωκά στον Αθανάσιο τον Αθωνίτη. Το βιβλίο, που φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη της Μεγίστης Λαύρας (ο υπογράφων είχε τη μοναδική και συγκινητική ευκαιρία να το ξεφυλλίσει προσωπικά…), θεωρείται ιδανικό για την παρασκευή φαρμάκων από βότανα. Η Βοτανική του Διοσκουρίδη περιέχει αρκετές πληροφορίες ιατρικής και φαρμακολογίας και πολυάριθμες μικρογραφίες, κυρίως ολοσέλιδες εικονογραφήσεις φυτών με αλφαβητική σειρά καθώς και εικόνες φιδιών, εντόμων, ζώων και πτηνών.
Άλλοι σημαντικοί αρχαίοι έλληνες συγγραφείς, χειρόγραφα των οποίων διασώζονται ακόμη στο Άγιον Όρος, είναι ο Επίκτητος, ο Ερμογένης και ο Ευκλείδης στην μονή Εσφιγμένου, ο Ευριπίδης, ο Αισχύλος, ο Θεόκριτος, ο Σοφοκλής και ο Πίνδαρος στην Ιβήρων. Από αυτά που ξεχωρίζουν είναι και το φημισμένο χειρόγραφο των γεωγράφων Πτολεμαίου και Στράβωνα (αριθμός 655, του 13ου αιώνα), που βρίσκεται στο Βατοπαίδι.
Εκτός από τη Βοτανική του Διοσκουρίδη στην Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας σώζονται δύο χειρόγραφα του Θουκυδίδη και οι Βίοι Παράλληλοι του Πλούταρχου. Επίσης στην τελευταία σώζονται το μοναδικό νομικό χειρόγραφο με τις Νεαρές των Κομνηνών(13ος αι. Θ65), ένα σπάνιο ιατρικό χειρόγραφο του Αέτιου Αμηδινού, προσωπικού ιατρού του Ιουστινιανού, καθώς και χειρόγραφα του Γαληνού. Όπως προαναφέραμε, ο αριθμός των χειρογράφων των κλασσικών συγγραφέων θα πρέπει να θεωρείται μεγάλος, αν λάβουμε υπόψιν μας πως αυτά ακριβώς τα έργα ήταν ο κύριος στόχος των Ευρωπαίων «προσκυνητών» κατά τις αφαιμάξεις των μοναστηριακών βιβλιοθηκών.
ΚΛΟΠΕΣ ΚΑΙ ΑΦΑΙΜΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΑΠΟ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ «ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΕΣ»
Οι μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Άθωνα είχαν μεγάλη φήμη και ασκούσαν πάντα μεγάλη γοητεία στο λόγιο και βιβλιόφιλο κοινό της Δύσης, το οποίο εκφράζονταν με θαυμασμό για τις «εξαιρετικές βιβλιοθήκες… που βρίσκονται στο Όρος Άθως» (celebratisimas bibliotecas… qui in Ato Montesunt).
Τα πανεπιστήμια, οι ευγενείς, οι λόγιοι αλλά και οι τυπογράφοι της Δύσης, ανακαλύπτοντας τη δύναμη και τη γοητεία της αρχαιοελληνικής σκέψης, επιθυμούσαν διακαώς να αποκτήσουν και να μελετήσουν αρχαιοελληνικούς κώδικες, που για τους μοναχούς του Άθωνα θεωρούνταν συνήθως… δευτερευούσης σημασίας σε σχέση με τα λειτουργικά και θεολογικά κείμενα. Έτσι, με την πρωτοβουλία φιλότεχνων, ως επί το πλείστον, Ηγεμόνων οργανώθηκαν ολόκληρες αποστολές προς τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, που είχαν ως επίκεντρο τους την αγορά κωδίκων με έργα αρχαίων ελλήνων συγγραφέων.
Στοχεύοντας σχεδόν αποκλειστικά στους αρχαιοελληνικούς κώδικες, οι Δυτικοί «συλλέκτες χειρογράφων» αφαίμαξαν σημαντικές ποσότητες κωδίκων, με αποτέλεσμα σήμερα να διασώζονται λιγότερα από 1000 χειρόγραφα κοσμικών γνώσεων στο Άγιον Όρος. Ωστόσο, χάρη σε αυτές τις αφαιμάξεις επιχειρήθηκαν και οι πρώτες τυπογραφικές εκδόσεις του 16ου,17ου και 18ου αιώνα, με κυριότερη εκείνη των Απάντων του Πλάτωνα από τον τυπογράφο Μανούτιο Αλδο (Βενετία 1513).
Εύκολα γίνεται κατανοητό τo πόσο βοήθησαν αυτού του είδους οι εκδόσεις στην Αναγέννηση της Δύσης, εφόσον όλα αυτά τα έργα έγιναν αντικείμενα προσεκτικής μελέτης από τους ιστορικούς, φιλόλογους και θεολόγους της Εσπερίας. Αυτή η αναβίωση του κλασικού πνεύματος πυροδότησε μια αλυσιδωτή αντίδραση αφυπνίσεων, που τελικά οδήγησε στη σταδιακή απελευθέρωση της Ευρώπης από τα δεσμά των προκαταλήψεων και της άγνοιας.
Σύμφωνα μάλιστα με τον ιερομόναχο Νικόδημο τον Λαυριώτη (Μεγίστη Λαύρα), υπεύθυνο για τη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων του Αγίου Όρους: «Οι διαρροές των χειρογράφων από τις αγιορείτικες βιβλιοθήκες βοήθησαν στο να απαλλαγεί η Δύση από τον σκοταδισμό της παπικής αλαζονείας».
Ας κάνουμε ωστόσο μια μικρή παρένθεση σχετικά με τις σημαντικότερες περιπτώσεις αφαιμάξεων και απωλειών χειρογράφων από τις αγιορείτικες βιβλιοθήκες. Χάρη σ’ ένα ταξίδι, που απέβη ιδιαίτερο καρποφόρο, ο έλληνας λόγιος Ιανός Λάσκαρης(1445-1534) επισκέφτηκε το 1491-1492 τον Άθωνα και για λογαριασμό του ηγεμόνος της Φλωρεντίας Λαυρέντιου Μεδίκου, αφαίρεσε 200 περίπου ελληνικά χειρόγραφα, από τα οποία 80 περιείχαν έργα άγνωστα την εποχή εκείνη στη Δύση, μεταξύ των οποίων έργα του Γαληνού, του Θεόκριτου, του Αριστοτέλη, του Πτολεμαίου, του Καλλίμαχου…
Ο Kερκυραίος λόγιος Nικόλαος Σοφιανός ανάμεσα στα χρόνια 1540-1544 αντέγραψε και συνέλεξε στο Άγιον Όρος περίπου 300 χειρόγραφα για λογαριασμό του Hurtado de Mentoza, του βιβλιόφιλου πρέσβη του Kαρόλου E’ στη Bενετία. Στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα ο Aθανάσιος ο Ρήτωρ, ο οποίος προσχώρησε στον καθολικισμό, κατ’ εντολή του καρδινάλιου Μαζαρίνου μετέφερε στη Γαλλία 109 χειρόγραφα, από τα οποία 74 προέρχονταν από τη Μεγίστη Λαύρα και σήμερα βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων.
Επίσης ο Mηνάς Mινωΐδης στα 1840-1855, κατ’ εντολή του γαλλικού Υπουργείου Παιδείας μετέφερε κι αυτός στη Γαλλία πολλά ελληνικά χειρόγραφα, τόσο από άλλες Μονές (π.χ. από τη Ι. Μ.Tιμίου Προδρόμου Σερρών), αλλά κυρίως από τις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Άγίου Όρους.
Το 1516 ο Μάξιμος Γραικός (Μιχαήλ Τριβώλης), ο περίφημος «φωτιστής των Ρώσων», μετέφερε στη Ρωσία δεκάδες κώδικες για να τον βοηθήσουν στο μεταφραστικό του έργο. Το 1654,ο Ρώσος μοναχός Αρσένιος Σουχάνωφ, ενεργώντας με εντολή του Τσάρου Αλέξιου και του Πατριάρχη της Μόσχας Νίκωνος, μετέφερε στην «3η Ρώμη» πάνω από 500 αγιορείτικα χειρόγραφα! Συγκεκριμένα απογύμνωσε πολλές μονές από αξιόλογα χειρόγραφα, πολλά από τα οποία περιείχαν κλασικά κείμενα.
Τέλος,ο γνωστός Ρώσος επιστήμονας Πορφύριος Oυσπένσκυ, αρχιμανδρίτης και κατόπιν αρχιεπίσκοπος Kιέβου, περιήλθε τις Mονές του Σινά, των Mετεώρων και του Αγίου Όρους και δεν δίστασε να αφαιρέσει από αυτές όσα χειρόγραφα ή και μεμονωμένα ακόμη φύλλα του φαίνονταν να έχουν κάποια αξία. Το μόνο θετικό πάντως απ’ όλες αυτές τις αφαιμάξεις είναι ότι φωτίστηκε από την ελληνική γνώση, τόσο η παπική Δύση, όσο και οι σλαβικοί λαοί του βορρά.
Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους σώζονται 16.000-20.000 χειρόγραφα! Αυτή η ποσότητα θεωρείται ότι αποτελεί το 50% των ελληνόγλωσων χειρογράφων, που υπάρχουν σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο. Από αυτά πάνω από τα μισά βρίσκονται στις βιβλιοθήκες τριών μόνον μοναστηριών (Μεγίστη Λαύρα, Ιβήρων και Βατοπαίδι). Ειδικότερα η βιβλιοθήκη της Μεγίστης Λαύρας είναι η μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων (2242 χειρόγραφα) στο Άγιο Όρος και η 3η παγκοσμίως, ύστερα από εκείνη της Αγίας Αικατερίνης του Σινά (4.500 χειρόγραφα εκ των οποίων το 75% είναι ελληνόγλωσσα) και του Βατικανού(3.500 χειρόγραφα).
Στις 20 μονές του Άθωνα σώζεται το μοναδικό διαχρονικό σύνολο ελληνικών χειρογράφων όχι μόνο στο χώρο της ελληνικής επικράτειας, αλλά και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Τα ελληνικά χειρόγραφα του Αγίου Όρους συγκροτούν τη μεγαλύτερη συλλογή ελληνικών χειρογράφων στον κόσμο, αφού ο αριθμός τους ξεπερνά κατά πολύ το σύνολο των δύο μεγαλύτερων συλλογών της Ευρώπης, του Βατικανού και της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, που και οι δύο μαζί δεν υπερβαίνουν τις 10.000.
ΔΙΑΣΩΣΗ ΣΕ ΜΙΚΡΟΦΙΛΜΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ Η μελέτη της ιστορίας των αγιορείτικων χειρογράφων δεν είναι εύκολη υπόθεση, εφόσον ποτέ δεν υπήρξαν μεσαιωνικοί κατάλογοι βιβλιοθηκών, όπως στις περιπτώσεις των μεσαιωνικών μοναστηριών της Δύσης. Οι προσπάθειες για την καταγραφή και τη συστηματική μελέτη των χειρογράφων του Άθωνα ξεκίνησαν μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίζονται. Πρώτος ο Σπυρίδων Λάμπρου εξέδωσε έναν δίτομο κατάλογο κωδίκων του Όρους(πλην Βατοπαιδίου και Μεγίστης Λαύρας),που περιελάμβανε 6.619 χειρόγραφα. Στη συνέχεια, το 1925, ο καθηγητής Σωφρόνιος Ευστρατιάδης εξέδωσε στο Παρίσι έναν κατάλογο με τους κώδικες των μονών Βατοπαιδίου και Μεγίστης Λαύρας. Πλήρης πάντως κατάλογος δεν υπάρχει ακόμη.
Ωστόσο το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών(ΠΙΠΜ) της Ι.Μ. Βλατάδων (Θεσσαλονίκη) έχει αναλάβει τη κατάρτιση ενός λεπτομερούς καταλόγου, όπως επίσης και τη μικροφωτογράφιση όλων των χειρογράφων. Έτσι το περιεχόμενο των χειρογράφων όχι μόνον θα διασωθεί, αλλά θα είναι εύκολη και η μελέτη τους από τους ειδικούς, που δεν χρειάζονται πλέον να επισκεφτούν τις μοναστηριακές βιβλιοθήκες για να τα μελετήσουν. Το ΠΙΜΠ, που υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, είναι ένα ιδιωτικό ίδρυμα που συντηρείται με επιχορηγήσεις και δωρεές. Ανάμεσα στ’ άλλα περιέχει ένα αρχείο μικροταινιών, ένα αρχείο διαφανειών (Slides) καθώς και ειδικές φωτοαναγνωριστικές συσκευές.
Η συντήρηση των αρχαίων χειρογράφων βασίζεται σ’ ένα πρόγραμμα, που περιλαμβάνει την τοποθέτησή τους σε ειδικές θήκες, για καλύτερη φύλαξη και μεταφορά. Την αποκατάσταση των διαλυμένων εξώφυλλων και εσώφυλλων και την τοποθέτηση φαρμάκων ενάντια στα φθοροποιά μικρόβια. Τέλος, σε συνεργασία και με ξένα πανεπιστήμια, εφαρμόζεται ένα πρόγραμμα συντήρησης και απολύμανσης των χειρογράφων από καταστροφικά μικρόβια.
Η προσφορά των χειρογράφων του Αγίου Όρους στην πολιτιστική εξέλιξη της Ευρώπης είναι ανεκτίμητη. Όπως άλλωστε λέει χαρακτηριστικά και ο βιβλιοθηκάριος της μονής Μεγίστης Λαύρας, Ιερομοναχός Νικόδημος: «Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, που ακριβώς θα βρισκόταν σήμερα η ανθρωπότητα, χωρίς τις αρχαίες γνώσεις που διεσώθησαν με τα χειρόγραφα των βυζαντινών μοναστηριών και ιδιαίτερα του Αγίου Όρους. Κατά πάσα πιθανότητα η Αναγέννηση της Δύσης θ’ αργούσε μερικούς αιώνες…».

Δομήνικος Θεοτοκόπουλος



El Greco - Portrait of a Man - WGA10554.jpgΟ Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (1541–7 Απριλίου 1614), γνωστός επίσης με τo ιταλικό προσωνύμιο El Greco[i], δηλαδή ο Έλληνας, ήταν Kρητικός ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας της Ισπανικής αναγέννησης. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την πατρίδα του, δημιουργώντας το κύριο σώμα του έργου του στην Ιταλία και στην Ισπανία. Εκπαιδεύτηκε αρχικά ως αγιογράφος στην Κρήτη, που αποτελούσε τότε τμήμα της ενετικής επικράτειας, και αργότερα ταξίδεψε στη Βενετία. Στην Ιταλία επηρεάστηκε από τους μεγαλύτερους δασκάλους της ιταλικής τέχνης, όπως τον Τιντορέτο και τον Τιτσιάνο, του οποίου υπήρξε μαθητής, υιοθετώντας στοιχεία από τον μανιερισμό. Το 1577 εγκαταστάθηκε στο Τολέδο, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ολοκλήρωσε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα του.

Υφολογικά, η τεχνοτροπία του Ελ Γκρέκο θεωρείται έκφραση της Βενετικής σχολής και του μανιερισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα.[1] Παράλληλα χαρακτηρίζεται από προσωπικά στοιχεία, προϊόντα της τάσης του για πρωτοτυπία, τα οποία όμως δεν βρήκαν μιμητές στην εποχή του, γεγονός που δεν ευνόησε και τη συνέχειά τους. Η μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε τον μανιερισμό, αλλά και τα αμέσως μεταγενέστερα καλλιτεχνικά ρεύματα που δεν αντιμετώπισαν ευμενώς το ύφος του, είχαν ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί το έργο του Γκρέκο τους επόμενους αιώνες. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αναγνωρίστηκε ως πρόδρομος της μοντέρνας τέχνης που αξιοποίησε στοιχεία της Ανατολικής και Δυτικής παράδοσης, και το έργο του επανεκτιμήθηκε, διατηρώντας μέχρι σήμερα δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους μείζονες ζωγράφους όλων των εποχών.
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε πιθανότατα το 1541 στον Χάνδακα[ii], το σημερινό Ηράκλειο της Κρήτης, την εποχή της Βενετοκρατίας. Η ημερομηνία γέννησης του προκύπτει όχι από κάποιο επίσημο έγγραφο της εποχής αλλά με βάση μία ιδιόχειρη σημείωση του, σύμφωνα με την οποία το 1606 ήταν 65 ετών. Ο πατέρας του, Γεώργιος Θεοτοκόπουλος, ήταν φοροσυλλέκτης και έμπορος. Για τη μητέρα του δεν διαθέτουμε πληροφορίες, ενώ άγνωστη παραμένει και η ταυτότητα μίας ενδεχόμενης πρώτης, Ελληνίδας συζύγου του. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Μανούσο Θεοτοκόπουλο (1531-1604 ο οποίος ακολούθησε το επάγγελμα τού πατέρα τους.

Ο Θεοτοκόπουλος εκπαιδεύτηκε ως αγιογράφος, γεγονός που πιστοποιείται από ένα δημόσιο έγγραφο του 1563, ενώ θα πρέπει να μελέτησε από νεαρή ηλικία την αρχαία ελληνική και κλασική γραμματεία, κρίνοντας από την πλούσια βιβλιοθήκη[iii] που κληροδότησε μετά το θάνατό του.[2] To όνομα του πρώτου δασκάλου του δεν είναι γνωστό, αν και το όνομα του Ιωάννη Γριπιώτη (1516-69) έχει προταθεί.[1] Στην Κρήτη, που από το 1211 αποτελούσε μέρος της ενετικής επικράτειας, οι ζωγράφοι και οι αγιογράφοι συνδύαζαν το βυζαντινό ιδίωμα με τις Δυτικές επιρροές, φιλοτεχνώντας φορητές κυρίως εικόνες και διαμορφώνοντας τη λεγόμενη «Κρητική σχολή». Στο Χάνδακα εργάζονταν κατά το 16ο αιώνα περίπου διακόσιοι ζωγράφοι, οργανωμένοι σε συντεχνίες σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα. Ο Θεοτοκόπουλος εξοικειώθηκε από νωρίς με έργα καλλιτεχνών της Αναγέννησης που κυκλοφορούσαν στη βενετοκρατούμενη Κρήτη και από το 1563 εξασκούσε επίσημα το επάγγελμα του ζωγράφου. Η πληροφορία αυτή εκμαιεύεται από μία αναφορά στο όνομα του σε επίσημο έγγραφο της εποχής, στην οποία περιγράφεται ως δάσκαλος (maestro Domenigo).[3] Μία από τις πρώτες πληροφορίες που διαθέτουμε για κάποιο έργο του προέρχεται επίσης από άλλο έγγραφο του 1566, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε στον Θεοτοκόπουλο άδεια για να πουλήσει με λαχνό μία εικόνα που εκτιμήθηκε στα 70 δουκάτα, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό για την εποχή και ειδικότερα για έναν νέο καλλιτέχνη.[4][5]

Με δεδομένο πως στην εποχή του συνυπήρχαν στην Κρήτη Ορθόδοξοι και Καθολικοί, παραμένει αμφιλεγόμενο σε ποιο από τα δόγματα αυτά ανήκε η οικογένειά του. Θεωρείται πιθανότερο πως ήταν ορθόδοξη,[5] εκδοχή που στηρίζεται σε μελέτες αρχειακών και νομικών εγγράφων, σύμφωνα με τις οποίες ένας θείος του ήταν ορθόδοξος ιερέας, ενώ το όνομα τού Δομήνικου Θεοτοκόπουλου δεν καταγράφεται στα αρχεία των βαφτίσεων της Καθολικής Εκκλησίας στην Κρήτη.[2] Διαφορετικές πηγές κάνουν επίσης λόγο για πιθανή καταγωγή του από καθολική οικογένεια.[1] Ορισμένοι μελετητές εκτιμούν πως ο Θεοτοκόπουλος ασπάστηκε αργότερα το καθολικό δόγμα, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθήκη του, στην οποία ανέφερε πως υπήρξε «πιστός Καθολικός». Η διαθήκη αυτή έχει αμφισβητηθεί, συνυπολογίζοντας την υποχρέωση του να τη συντάξει σύμφωνα με τις επιταγές της Ιεράς Εξέτασης.[6]
Με δεδομένο πως η Κρήτη ανήκε στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βενετίας, ήταν φυσιολογική η εγκατάστασή του στη Βενετία για τη συνέχιση των σπουδών του. Η ακριβής χρονολογία άφιξής του δεν είναι γνωστή, ωστόσο εκτιμάται πως εγκατέλειψε την Κρήτη το 1567[iv]. Έζησε στη Βενετία περίπου μέχρι το 1570 επιχειρώντας να ακολουθήσει τα πρότυπα των καλλιτεχνών που κυριαρχούσαν στη καλλιτεχνική ζωή της πόλης, μεταξύ αυτών ο Τιτσιάνο και ο Τιντορέττο. Την ίδια περίοδο υιοθέτησε την τεχνική της ελαιογραφίας, ζωγραφίζοντας πλέον σε μουσαμά και εγκαταλείποντας το ξύλο. Ένα από τα έργα που αποτυπώνουν τη μετάβαση του Θεοτοκόπουλου από το βυζαντινό στο Δυτικό ιδίωμα είναι το Τρίπτυχο της Μοντένα (π. 1560-1565), το οποίο περιλαμβάνει στοιχεία εμφανώς εμπνευσμένα από τα πρότυπα που κυριαρχούσαν στην Ιταλία, συνυφασμένα με θέματα επηρεασμένα από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα

ο 1570 βρέθηκε στη Ρώμη, γεγονός που μας αποκαλύπτεται από σχετική επιστολή του ζωγράφου Τζούλιο Κλόβιο, μέσα από την οποία συστήνει τον Θεοτoκόπουλο στον προστάτη του, καρδινάλιο Αλεσάντρο Φαρνέζε, περιγράφοντάς τον ως έναν «νεαρό από τον Χάνδακα, μαθητή του Τιτσιάνο» και «σπάνιο ταλέντο στη ζωγραφική».[8] Πιθανά προκειμένου να ανταποδώσει την εξυπηρέτηση, ο Ελ Γκρέκο δημιούργησε μία ημίσωμη προσωπογραφία του Κλόβιο, η οποία αποτελεί και την παλαιότερη προσωπογραφία του που διασώζεται μέχρι σήμερα. Στη Ρώμη, ο Θεοτοκόπουλος, όπως και άλλοι διακεκριμένοι ζωγράφοι, ήρθε αντιμέτωπος με τον σκληρό ανταγωνισμό που επικρατούσε την εποχή εκείνη, την ίδια στιγμή που δέσποζε η παρουσία του Τιτσιάνο και εξακολουθούσε να ασκεί επίδραση το έργο του Μιχαήλ Άγγελου, έξι χρόνια μετά το θάνατό του. Η σχέση τού Γκρέκο με το έργο του τελευταίου παραμένει αμφιλεγόμενη. Σύμφωνα με μία ανεκδοτολογική αναφορά που δεν επιβεβαιώνεται, πρότεινε στον πάπα Πίο Ε' να φιλοτεχνήσει πάνω στην Δευτέρα Παρουσία του Μιχαήλ Άγγελου, έργο με το οποίο είχε διακοσμήσει την Καπέλα Σιξτίνα.[9] Όταν αργότερα τού ζητήθηκε να εκφέρει την άποψή του για τον Μιχαήλ Άγγελο, ο Θεοτοκόπουλος απάντησε πως τον θεωρούσε έναν καλό άνθρωπο, ο οποίος όμως δεν γνώριζε να ζωγραφίζει.[10] Ο Φρανθίσκο Πατσέκο επίσης αναφέρει δυσμενή σχόλια του Γκρέκο, για τον Μιχαήλ Άγγελο, κατά τη διάρκεια συνάντησής τους στο Τολέδο, λίγο πριν το θάνατο του.[11] Από την άλλη πλευρά, η επίδραση που τού άσκησε θεωρείται δεδομένη. Οι προσωπογραφίες των Τιτσιάνο, Μιχαήλ Άγγελου, Κλόβιο και Ραφαήλ που φιλοτέχνησε στο έργο Η εκδίωξη των εμπόρων, έχουν ερμηνευτεί ως επιθυμία του να αποδώσει ένα φόρο τιμής σε αυτούς, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την αξία τους.[9] Φαίνεται ωστόσο πως ο Γκρέκο έδειξε μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο δυναμισμό του Κορέτζιο και την κομψότητα των έργων του Παρμιτζανίνο.[1][12]

Στο Παλάτσο Φαρνέζε γνώρισε τον ουμανιστή βιβλιοθηκάριο του Φαρνέζε, Φούλβιο Ορσίνι, ο οποίος υπήρξε υποστηρικτής του Γκρέκο και στη συλλογή του βρέθηκαν αργότερα επτά έργα του. Δουλεύοντας στην υπηρεσία του Αλεσάντρο Φαρνέζε, δεν είχε σημαντικές ευκαιρίες να αναδείξει το ταλέντο του και ανέλαβε τελικά λίγες παραγγελίες. Το 1572 αποπέμφθηκε τελικά από το Παλάτσο Φαρνέζε, γεγονός που πιστοποιείται από μία επιστολή του Θεοτοκόπουλου, με ημερομηνία 6 Ιουλίου 1572, στην οποία διαμαρτύρεται για την άδικη εκδίωξή του από το παλάτι. Στις 18 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, κατέθεσε αίτηση για να γίνει μέλος της συντεχνίας ζωγράφων του Αγίου Λουκά, με το όνομα Domenico Greco, αποφασίζοντας προφανώς να ακολουθήσει σταδιοδρομία ανεξάρτητου και αυτόνομου καλλιτέχνη. Συνολικά, οι πίνακες που φιλοτέχνησε στην Ιταλία ακολούθησαν τα αναγεννησιακά πρότυπα του 16ου αιώνα στη Βενετία,[13] ειδικότερα σε ότι αφορά την απόδοση του φωτός ή την έμφαση στο χρώμα, παραμερίζοντας το βυζαντινό ιδίωμα και υιοθετώντας μία διαφορετική τεχνική[14] και στοιχεία του μανιερισμού

Το 1577 καταγράφεται η παρουσία του Γκρέκο στην Ισπανία, χωρίς να διαθέτουμε πολλές πληροφορίες για τις δραστηριότητές του την περίοδο 1572-76 στην Ιταλία. Αρχικά εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη και αργότερα στο Τολέδο, πόλη που αποτελούσε τότε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Ισπανίας, με περίπου 62.000 κατοίκους το 1571.[15] Εκεί δημιούργησε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα της ώριμης περιόδου του και γνώρισε την καθιέρωση. Στις πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε ανήκαν τρία ρετάμπλ για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου και ο πίνακας Ο Διαμερισμός των Ιματίων του Χριστού (1577-79) που μεταφέρθηκε στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού της πόλης. Συμμετείχε επίσης στο εικονογραφικό πρόγραμμα για το Ανάκτορο του Εσκοριάλ, το οποίο υπήρξε ενδεχομένως και ο κύριος λόγος για τον οποίο εγκαταστάθηκε στην Ισπανία,[13] επιδιώκοντας να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά. Ο Φίλιππος Β' της Ισπανίας επέλεξε αρχικά το ζωγράφο Χουάν Φερνάντες δε Ναβαρέτε να διακοσμήσει την εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου, ωστόσο μετά το θάνατό του, ανέθεσε το έργο στον Θεοτοκόπουλο. Εκείνος ολοκλήρωσε το έργο Το Μαρτύριο του Αγίου Μαυρίκιου (1580-82), το οποίο όμως δεν ικανοποίησε το βασιλιά, με αποτέλεσμα να μην τοποθετηθεί στην εκκλησία του Εσκοριάλ, πιθανώς γιατί δεν ήταν συμβατός με το πνεύμα που επιζητούσε ο ίδιος να κυριαρχεί[v]. Το γεγονός πως δεν κατάφερε να αποτελέσει μέλος τής βασιλικής αυλής, οδήγησε τελικά στη σύσφιξη των σχέσεών του με την πόλη του Τολέδου. Ο Παραβιθίνο τόνισε τη στενή σχέση του με την ισπανική πόλη, σε ένα σονέτο που συνέθεσε το 1614 προς τιμή τού Θεοτοκόπουλου, όπου αναφέρει πως «ζωή πήρε από την Κρήτη και χρωστήρες, πιο ωραία πατρίδα βρήκε στο Τολέδο, απ' όπου ξεκινά την αιωνιότητα να κατακτήσει διά του θανάτου».[16] Εκεί απέκτησε ένα γιο, τον Χόρχε Μανουέλ (Γεώργιος Εμμανουήλ), με την Χερόνιμα ντε λας Κουέβας (Doña Jerónima de Las Cuevas) [vi]. Συνεργάστηκε με αρκετούς παραγγελιοδότες, όπως τον μοναχό και καθηγητή ρητορικής Ορτένσιο Φέλιξ Παραβιθίνιο (1580-1633), το νομομαθή Χερόνιμο δε Θεβάγιος (1562-1644) ή τον φίλο του και λόγιο της εποχής Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας (1524-1602).

To 1586, ο ιερέας της ενορίας του Αγίου Θωμά, τού ανέθεσε την παραγγελία για τον πίνακα Η Ταφή του Κόμη Οργκάθ, που συνιστά μέχρι σήμερα ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του. Στις σημαντικότερες παραγγελίες που ανέλαβε στο Τολέδο ανήκει επίσης ένα ρετάμπλ που φιλοτέχνησε για το Ίδρυμα της Doña María de Aragon στη Μαδρίτη, καθώς και η διακόσμηση του παρεκκλησίου του Αγίου Ιωσήφ (Capilla de San Jose), που προέβλεπε δύο θρησκευτικές συνθέσεις και δύο γλυπτά των Δαβίδ και Σολομώντα. Το εργαστήριο του γνώρισε μέγιστη ακμή κατά την περίοδο 1600-1607, ενώ συνεργάτης του υπήρξε από το 1597 και ο γιος του, το όνομα του οποίου αναφέρεται σε αρκετά έγγραφα της εποχής. Την περίοδο 1603-07, ο Χόρχε Μανουέλ ανέλαβε να φιλοτεχνήσει ορισμένα έργα που προορίζονταν για το νοσοκομείο Καριδάδ στο Ιγιέσκας, παραγγελία που οδήγησε τελικά σε μία οικονομική διαμάχη, καθώς οι παραγγελιοδότες δεν έμειναν ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Η τελευταία παραγγελία που ανέλαβε ο Θεοτοκόπουλος ήταν για το νοσοκομείο Ταβέρα του Τολέδου, για την οποία συνεργάστηκε με το γιο του. Πέθανε στις 7 Απριλίου του 1614, πριν ολοκληρώσει το έργο και αρχικά θάφτηκε στην εκκλησία του Αγίου Δομήνικου στο Τολέδο. Το 1619, ο γιος του μετέφερε το λέιψανό του στην εκκλησία του Σαν Τορκουάτο, η οποία αργότερα κατεδαφίστηκε με αποτέλεσμα να χαθεί το φέρετρό του. Στην απογραφή που συνέταξε ο γιος του μετά το θάνατο τού Γκρέκο, αναφέρονταν 143 ολοκληρωμένοι πίνακες, 45 γύψινα ή πήλινα προπλάσματα, 150 σχέδια, 30 σχέδια για ρετάμπλ καθώς και 200 χαρακτικά έργα.[17]

http://el.wikipedia.org/wiki/El_Greco

Η επιγραφή του Παράμονου

http://www.mikres-ekdoseis.gr/2012/07/3.html

Μακεδονία 3ος αιώνας π.Χ. : Η επιγραφή του Παράμονου της αρχαίας Μορρύλου







Δύο χιλιάδες τριακόσια χρόνια πριν, στην αρχαία Μόρρυλο, που βρισκόταν δέκα χιλιόμετρα νότιο δυτικά της πόλης Κιλκίς, (στο μικρό χωριό Άνω Απόστόλοι) ένας καλοκάγαθος πολίτης αποφάσισε να ενισχύσει από το υστέρημά του, το Δήμο της Πόλης του.

Το όνομά του ήταν ‘Παράμονος’.

Κατοικούσε στην ξακουστή για το Ασκληπιείο της, κωμόπολη της Κρηστωνίας.


Η Μόρρυλος, ιστορικά, ήταν μια μικρή αγροτική πόλη που μας είναι γνωστή από τα ελληνιστικά χρόνια (3ος π.Χ. αιώνας).

Το όνομά της πρέπει να το πήρε από τη ιαματική ‘μορρία ύλη’ (λασπώδες υλικό) της περιοχής της. Τότε η περιοχή της Μορρύλου ήτανε βαλτώδης, κατάλοιπο της μεγάλης αρχαίας λίμνης που έφθανε μέχρι τον Αξιό ποταμό.


Η λασποθεραπεία έδινε υγεία και ανακούφιση στους επισκέπτες της. Η ιαματική αυτή πλευρά της Μορρύλου ήταν πασίγνωστή στο πανελλήνιο, αφού ασθενείς συγκεντρώνονταν στο χώρο που είχε αφιερωθεί στο θεό Ασκληπιό και τη θεά Υγεία, έκαναν λασποθεραπεία και προσέφερναν τάματα για την ίασή τους.

Ένα-δύο χρόνια πριν αναλάβει τα ηνία της Μακεδονίας ο Αντίγονος ο Γονατάς, στην αρχαία Μόρρυλο, οι νέο-εκλεγέντες άρχοντες αποφάσισαν να τιμήσουν έναν πολίτη της πόλης που έκανε δωρεά στο Δήμο, μια αγελάδα, που από τους απογόνους της δημιουργήθηκε μια ολόκληρη αγέλη.

Η επιγραφή που βρέθηκε το 1961 στους Άνω Αποστόλους του Κιλκίς, είναι αρκετά κατατοπιστική. Είναι γραμμένη στην γλώσσα που συνηθίζονταν την εποχή αυτήν. Απηχούσε την λαλουμένη των χρόνων αυτών, όπως, άλλωστε, όλες οι επιγραφές που βρέθηκαν στην Κρηστωνία και γενικότερα στη Μακεδονία.


Η επιγραφή μέσα σε λίγες γραμμές μας φανερώνει μια ολόκληρη ιστορία. Μια ιστορία που βρισκόταν πάνω από είκοσι αιώνες κρυμμένη μέσα στη μακεδονική γη.

Με την επιγραφή αυτήν βλέπουμε πως οι αρχές της μικρής μακεδονικής πόλης της Κρηστωνίας, τιμούσαν ένα πολίτη τους, ώστε να γίνει παράδειγμα προς μίμηση για τους υπόλοιπους.

Μια τιμή που δεν ήταν φραστική, δηλαδή, με μια εκδήλωση ‘ξεμπερδέψαμε’, αλλά η ευγνωμοσύνη της πόλης προς το άτομό του εκδηλώθηκε με σύμβολα που καθόρισαν την παρουσία του, στους αιώνες...


Βλέπουμε ακόμη πως ‘πολιτευόταν χωρίς μεμψιμοιρία’ (‘πολιτεύεται πρός αὐτούς ἀμεμψιμοιρήτως’, γράφει επί λέξει η επιγραφή) προς τις αρχές της πόλης, αυτές όμως τον αγνόησαν.

Το κείμενο του Παράμονου στη γλώσσα της εποχής μας*:

« Οι Άρχοντες : ο Εύξεινος υιός του Σάμου, ο Μένανδρος ο υιός του Ολώιχου, ο Νικάνωρ υιός του Παράμονου αποφάσισαν τα εξής:

Ο Παράμονος ο υιός του Σαμαγόρου στη διάρκεια των χρόνων της στρατηγίας του Δημήτριου του Σώπατρου, προσήλθε στο κοινοβούλιο (της πόλης) και χάρισε στην πόλη αλλά και υπέρ του Ασκληπιού μια αγελάδα.

Από τότε με τους απογόνους της αγελάδας έγινε ολόκληρη αγέλη.

Στο δέκατο πέμπτο έτος της στρατηγίας του Επινίκιου, έγινε δεκτό από την πόλη να στεφανώσουν αυτόν με θάλλινο στεφάνι αφού οι άρχοντες τότε που έγινε η δωρεά δεν υλοποίησαν την απόφαση (να του δώσουν έπαινο) που είχε γίνει δεκτή από το κοινοβούλιο των Μορρυλίων αν και πολιτεύεται χωρίς μεμψιμοιρία προς αυτούς.

Αποφάσισαν να επαινέσουν αυτόν σύμφωνα με τα κοινά δεδομένα, να τον τιμήσουν με Θάλλινο Στεφάνι (στεφάνι από κλαδί ελιάς), να στηθεί μάλιστα στήλη με αυτόν σε επιφανές σημείο της τοποθεσίας του Ασκληπιού, για να βλέπουν οι πολίτες πως απονέμεται μια τιμητική διάκριση σε τέτοιους άνδρες για να μιμηθούν παρόμοια ενέργεια.
Να αποσταλεί, μάλιστα, το ψήφισμα στον χαράκτη (μνήμονα).

Ψηφίστηκε στις 17 Υπερβερεταίου »


* Όπως το κατανόησε ο συγγραφέας του παρόντος έργου.

Τι μαθαίνουμε από την επιγραφή

Τα Ονόματα:  Εύξεινος, Σάμος, Μένανδρος, Ολώιχος, Νικάνωρ, Παράμονος, Σαμαγόρος, Δημήτριος, Σώπατρος, Επινίκιος.

Τους Τίτλους: Άρχοντες, κοινοβούλιο, πολίτες.

Επίσης ο Μνήμων (ο χαράκτης, ως επάγγελμα).


Τα έτη είναι γνωστά ως «χρόνοι στρατηγίας»: Στρατηγίας του Επινίκιου ή στρατηγίας του Δημήτριου του Σώπατρου.

Το μήνα : Ὑπερβερεταίο ( Σεπτέμβριος της εποχής μας)







Μικρές Εκδόσεις Γιῶργος  Ἐχέδωρος

ΜΥΣΤΙΚΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

http://www.katohika.gr/2013/04/mystiko-ellhniko-panepistimio-stin-ellada-pou-den-anaferetai-pouthena-sta-ellhnika.html

ΜΥΣΤΙΚΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΤΗΝ… ΕΛΛΑΔΑ! Που δεν ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ πουθενά στα ΕΛΛΗΝΙΚΑ!


Έχουν φτιάξει (χωρίς να το προβάλουν καθόλου στην Ελλάδα… ένα πανεπιστήμιο που ονομάζεται «Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας»....(«International Hellenic University», IHU).
Η πανεπιστημιούπολη έχει χτιστεί ήδη και βρίσκεται στο 14ο χιλιόμετρο Θεσσαλονίκης – Μουδανιών.
Το πανεπιστήμιο, με τον τρόπο που σχεδιάστηκε, είναι κομμένο και ραμμένο στις ανάγκες της ευρύτερης περιοχής, όπως τις οραματίζονται οι παγκοσμιοποιητές. Στην ιστοσελίδα του λέει ανοιχτά ότι οι κλάδοι σπουδών είναι συνδεδεμένοι με τις προοπτικές στην Ν.Α. Ευρώπη.

Έχει πολύ λίγες σχολές μέχρι στιγμής, που έχουν να κάνουν με οικονομικές σπουδές, νομικές σπουδές, κοινωνιολογία, εθνολογία και πολιτισμό, επιστημονική έρευνα και τεχνολογία, και μια σχολή με το ενδιαφέρον όνομα «Τμήμα Πολιτιστικών Σπουδών των χωρών της Μαύρης Θάλασσας» (;!).
Να υποθέσουμε ότι ο αριθμός των σχολών θα αυξηθεί στο μέλλον.

Εκτός από το γεγονός ότι δεν το προβάλλουν καθόλου στα ελληνικά ΜΜΕ για να πληροφορηθούν οι Έλληνες γι’ αυτό, το άλλο που κινεί υποψίες είναι ότι ο ιστότοπος του πανεπιστημίου σχεδιάστηκε σε 16 γλώσσες, αλλά όχι στην Ελληνική! Το «Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας» δεν υποστηρίζεται στην Ελληνική γλώσσα.
Αν δούμε τώρα ποιες γλώσσες υποστηρίζονται στον ιστότοπο, τότε τα ερωτηματικά αυξάνονται.
Αλβανική, Αραβική, Αρμενική, Βουλγαρική, Αγγλική, Γαλλική, Σκοπιανά, Γεωργιανή, Γερμανική, Ιταλική, Ρουμανική, Ρωσική, Σερβική, Ισπανική, Τουρκική, Ουκρανική.
Ελληνικά πουθενά.

Φοβούνται μήπως οι Έλληνες τους ανακαλύψουν και γίνει θέμα; Ή δεν δέχονται Έλληνες σπουδαστές;
Ρίξε μια ματιά.

Η αρχική σελίδα για την δέσμη θεωρητικών σπουδών:
http://www.hum.ihu.edu.gr/

Η αρχική σελίδα για την δέσμη θετικών σπουδών (2 σχολές μόνο):
http://www.tech.ihu.edu.gr/

Σ’ αυτή την σελίδα έχουν αναρτήσει τις πόλεις και τις ημερομηνίες εκθέσεων εκπαιδευτικών οργανισμών, στις οποίες σκοπεύουν να λάβουν μέρος για να προωθήσουν το πρόγραμμά τους:
Dimitrios Adamopoulos makrinitsa@hotmail.com
Πηγή

πηγη

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΑΡΔΑΚΗΣ - ΜΑΝΟΛΗΣ ΛΙΑΠΑΚΗΣ "ΠΕΤΡΟΚΕΦΑΛΙΑΝΟΣ ΣΥΡΤΟΣ"

 http://youtu.be/q1Ubr3i_umQ 

Δημοσιεύθηκε στις 4 Απρ 2013
"ΠΕ­ΤΡΟΚΕΦΑΛΙΑΝΟΣ ΣΥΡΤΟΣ" ΤΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΣΤΑΜΑΤΟΓΙΑΝΝΑΚΗ.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΑΡΔΑΚΗΣ ΒΙΟΛΙ, ΜΑΝΟΛΗΣ ΛΙΑΠΑΚΗΣ ΛΑΟΥΤΟ-ΤΡΑΓΟΥΔΙ & ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΡΑΓΚΑΚΗΣ ΚΙΘΑΡΑ.
(ΗΧΟΓΡΑΦ. ΙΕΡΑΠΕΤΡΑ 2013)

Δημοφιλείς αναρτήσεις