Ο
Κάρολος Ροβέρτος Δαρβίνος (αγγλ. Charles Robert Darwin) (12
Φεβρουαρίου, 1809 - 19 Απριλίου, 1882) ήταν Άγγλος φυσιοδίφης, συλλέκτης
και γεωλόγος ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως ο θεμελιωτής της θεωρίας
της εξέλιξης, καθώς και ως εισηγητής του μηχανισμού της φυσικής
επιλογής, μέσω του οποίου πρότεινε ότι συντελείται η εξέλιξη.[1]
Η
θεωρία της εξέλιξης αποτελεί σήμερα αναπόσπαστο μέρος της βιολογίας.
Δεν είχε κοινοπολιτειακή υπηκοότητα, αλλά είχε αποκτήσει τον τίτλο του
Εταίρου της Βασιλικής Εταιρείας, που δίνονταν σε πολίτες ή μόνιμους
κατοίκους της Κοινοπολιτείας των Εθνών.
Ο Δαρβίνος ανέπτυξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη φυσική ιστορία όταν σπούδαζε ιατρική στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και μετά θεολογία στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Το πενταετές ταξίδι του με το πλοίο Beagle (Ιχνηλάτης) τον κατέστησε διάσημο ως γεωλόγο και η έκδοση του ημερολογίου του για το ταξίδι ως διάσημο και πολύ καλό συγγραφέα. Οι παρατηρήσεις του στην βιολογία τον οδήγησαν να μελετήσει την ποικιλομορφία των ειδών και να αναπτύξει τη θεωρία του για το μηχανισμό της φυσικής επιλογής το 1838. Είχε πολύ καλή επίγνωση του γεγονότος ότι πολλοί άλλοι είχαν τιμωρηθεί αυστηρά για τέτοιες "αιρετικές" ιδέες, όμως, συνέχισε τις έρευνες του, μιλώντας μόνο στους πιο στενούς του φίλους, μέχρι να συγκεντρώσει τις αποδείξεις που χρειαζόταν. Το 1858 όμως, όταν έμαθε ότι ο Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας είχε αναπτύξει μια παρόμοια θεωρία, αναγκάστηκε να δημοσιοποιήσει πρόωρα τη θεωρία του.
Το βιβλίο του On the Origin of Species by Means of Natural Selection, or The Preservation of Favoured Races in the Struggle for Life (που συνήθως αναφέρεται ως Η καταγωγή των ειδών) που εκδόθηκε το 1859 καθιέρωσε την εξέλιξη από κοινή καταγωγή ως την πρωταρχική επιστημονική εξήγηση για την ποικιλότητα στην φύση. Σε μεταγενέστερα βιβλία, εξέτασε την ανθρώπινη εξέλιξη και την σεξουαλική επιλογή, στο The Descent of Man, and Selection in Relation to Sex και το The Expression of the Emotions in Man and Animals. Έγραψε μια σειρά από βιβλία που αναφέρονται στις έρευνες του για τα φυτά. Το τελευταίο του βιβλίο του Δαρβίνου ασχολείται με τους γεωσκώληκες και την επίδραση τους στο έδαφος.
Σε αναγνώριση της σπουδαιότητάς του, ο Δαρβίνος τάφηκε στο Αββαείο του Γουέστμινστερ, κοντά στον Ουίλιαμ Χέρσελ και τον Ισαάκ Νεύτωνα.
Ο Κάρολος Δαρβίνος γεννήθηκε στο Σρούσμπερυ του Σροπσάιαρ του Ηνωμένου Βασιλείου στις 12 Φεβρουαρίου του 1809. Ήταν το πέμπτο παιδί, από τα έξι, του γιατρού της καλής κοινωνίας Ροβέρτου Δαρβίνου και της Σουζάννα (πατρ. Γουέτζγουντ). Ήταν εγγονός του Έρασμου Δαρβίνου από την πλευρά του πατέρα του και του Γιοσάια Γουέτζγουντ (Josiah Wedgwood) από την μητέρα του• και οι δύο απόγονοι της σημαντικής οικογένειας Darwin — Wedgwood. Η οικογένεια αυτή ανήκε στην εκκλησία των Ουνιταριανών. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν μόλις οκτώ ετών. Όταν πήγε στο σχολείο τον επόμενο χρόνο ζούσε εκεί ως εσώκλειστος μαθητής.
Το 1825 πέρασε το καλοκαίρι του ως βοηθός του πατέρα του προσπαθώντας να θεραπεύσουν τους φτωχούς του Σροπσάιαρ (Shropshire). Τον ίδιο χρόνο ο Δαρβίνος πήγε στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου για να σπουδάσει ιατρική, αλλά η αποστροφή του για τις μεθόδους της χειρουργικής τον έκανε να αμελεί τις σπουδές του στην ιατρική. Διδάχτηκε τη μέθοδο της ταρίχευσης από τον Τζον Έντμοντστοουν, έναν απελευθερωμένο μαύρο σκλάβο, ο οποίος του έλεγε συναρπαστικές ιστορίες για τα τροπικά δάση της Νοτίου Αμερικής. Στον δεύτερο χρόνο του στο πανεπιστήμιο ενδιαφέρθηκε και έγινε μέλος σε φοιτητικές κοινότητες που ασχολούνταν με την φυσική ιστορία. Ήταν μαθητής του Ρόμπερτ Έντμουντ Γκραντ, ο οποίος υπήρξε πρωτοπόρος στην ανάπτυξη των θεωριών του Ζαν-Μπατίστ Λαμάρκ (Jean-Baptiste Lamarck) και του παππού του Δαρβίνου, Έρασμου, που αφορούσαν την εξέλιξη δια της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών. Ο Δαρβίνος συμμετείχε στις έρευνες του Γκραντ για τον κύκλο ζωής των θαλάσσιων ζώων στις ακτές του Firth of Forth. Από τις έρευνες αυτές προέκυψαν στοιχεία ομολογίας, της ριζοσπαστικής δηλαδή θεωρίας ότι όλα τα ζώα έχουν παρόμοια όργανα και διαφέρουν μόνο σε πολυπλοκότητα. Το Μάρτιο του 1827 ο Δαρβίνος έκανε μια παρουσίαση στην κοινότητα Plinian της ανακάλυψης του ότι τα μαύρα σπόρια που βρίσκονται συχνά στα κελύφη των στρειδιών είναι αυγά βδέλλας. Παρακολούθησε επίσης τα μαθήματα φυσικής ιστορίας του Ρόμπερτ Τζέημσον, μαθαίνοντας για τη στρωματογραφική γεωλογία και τον τρόπο που ταξινομούνται τα φυτά όταν βοηθούσε με εργασίες στις εκτεταμένες συλλογές του Μουσείου του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.
Το 1827 ο πατέρας του, δυστυχισμένος που ο νεότερος γιός του δεν ενδιαφερόταν να γίνει γιατρός, με έξυπνο τρόπο τον ενέγραψε σε έναν κύκλο προπτυχιακών μαθημάτων τέχνης (Bachelor of Arts) στο Christ's College, του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, ώστε να μπορέσει να γίνει κληρικός. Αυτή ήταν μια λογική κίνηση καριέρας σε μια εποχή που οι Αγγλικανοί ιερείς αμείβονταν με ένα αξιόλογο εισόδημα, και οι περισσότεροι φυσιοδίφες στην Αγγλία ήταν κληρικοί που θεωρούσαν μέρος των καθηκόντων τους να "εξερευνούν τα θαύματα της δημιουργίας του Θεού". Στο Κέμπριτζ, ο Δαρβίνος ενδιαφερόταν περισσότερο για την ιππασία και την σκοποβολή παρά την μελέτη. Μαζί με τον εξάδελφο του Ουίλιαμ Δαρβίνο Φοξ, έγινε μανιώδης συλλέκτης σκαθαριών, ακολουθώντας τη μόδα της εποχής του. Ο Φοξ τον συνέστησε στον καθηγητή βοτανολογίας Αιδεσιμότατο Τζον Στήβενς Χένσλοου, ως ειδικό για τα σκαθάρια. Ο Δαρβίνος στη συνέχεια παρακολούθησε το μάθημα φυσικής ιστορίας του Χένσλοου, και έγινε ο αγαπημένος του μαθητής. Μάλιστα, είχε γίνει γνωστός ως "ο άνθρωπος που συμβαδίζει με τον Χένσλοου". Όταν άρχισαν να πλησιάζουν οι εξετάσεις, ο Δαρβίνος συγκεντρώθηκε περισσότερο στη μελέτη και έκανε ιδιαίτερα μαθήματα με τον Χένσλοου στα μαθηματικά και την θεολογία. Ο Δαρβίνος ενθουσιάστηκε με τα έργα του Ουίλιαμ Πάλεϋ, και κυρίως με το επιχείρημα της ύπαρξης θεϊκού σχεδίου στη φύση. Στις εξετάσεις του Ιανουαρίου του 1831, πήγε αρκετά καλά στην θεολογία, στις κλασσικές μελέτες, μαθηματικά και φυσική, με αποτέλεσμα να καταταγεί δέκατος ανάμεσα σε άλλους 178 επιτυχόντες.
Ο Κάρολος Δαρβίνος γεννήθηκε στο Σρούσμπερυ του Σροπσάιαρ του Ηνωμένου Βασιλείου στις 12 Φεβρουαρίου του 1809. Ήταν το πέμπτο παιδί, από τα έξι, του γιατρού της καλής κοινωνίας Ροβέρτου Δαρβίνου και της Σουζάννα (πατρ. Γουέτζγουντ). Ήταν εγγονός του Έρασμου Δαρβίνου από την πλευρά του πατέρα του και του Γιοσάια Γουέτζγουντ (Josiah Wedgwood) από την μητέρα του• και οι δύο απόγονοι της σημαντικής οικογένειας Darwin — Wedgwood. Η οικογένεια αυτή ανήκε στην εκκλησία των Ουνιταριανών. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν μόλις οκτώ ετών. Όταν πήγε στο σχολείο τον επόμενο χρόνο ζούσε εκεί ως εσώκλειστος μαθητής.
Το 1825 πέρασε το καλοκαίρι του ως βοηθός του πατέρα του προσπαθώντας να θεραπεύσουν τους φτωχούς του Σροπσάιαρ (Shropshire). Τον ίδιο χρόνο ο Δαρβίνος πήγε στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου για να σπουδάσει ιατρική, αλλά η αποστροφή του για τις μεθόδους της χειρουργικής τον έκανε να αμελεί τις σπουδές του στην ιατρική. Διδάχτηκε τη μέθοδο της ταρίχευσης από τον Τζον Έντμοντστοουν, έναν απελευθερωμένο μαύρο σκλάβο, ο οποίος του έλεγε συναρπαστικές ιστορίες για τα τροπικά δάση της Νοτίου Αμερικής. Στον δεύτερο χρόνο του στο πανεπιστήμιο ενδιαφέρθηκε και έγινε μέλος σε φοιτητικές κοινότητες που ασχολούνταν με την φυσική ιστορία. Ήταν μαθητής του Ρόμπερτ Έντμουντ Γκραντ, ο οποίος υπήρξε πρωτοπόρος στην ανάπτυξη των θεωριών του Ζαν-Μπατίστ Λαμάρκ (Jean-Baptiste Lamarck) και του παππού του Δαρβίνου, Έρασμου, που αφορούσαν την εξέλιξη δια της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών. Ο Δαρβίνος συμμετείχε στις έρευνες του Γκραντ για τον κύκλο ζωής των θαλάσσιων ζώων στις ακτές του Firth of Forth. Από τις έρευνες αυτές προέκυψαν στοιχεία ομολογίας, της ριζοσπαστικής δηλαδή θεωρίας ότι όλα τα ζώα έχουν παρόμοια όργανα και διαφέρουν μόνο σε πολυπλοκότητα. Το Μάρτιο του 1827 ο Δαρβίνος έκανε μια παρουσίαση στην κοινότητα Plinian της ανακάλυψης του ότι τα μαύρα σπόρια που βρίσκονται συχνά στα κελύφη των στρειδιών είναι αυγά βδέλλας. Παρακολούθησε επίσης τα μαθήματα φυσικής ιστορίας του Ρόμπερτ Τζέημσον, μαθαίνοντας για τη στρωματογραφική γεωλογία και τον τρόπο που ταξινομούνται τα φυτά όταν βοηθούσε με εργασίες στις εκτεταμένες συλλογές του Μουσείου του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.
Το 1827 ο πατέρας του, δυστυχισμένος που ο νεότερος γιός του δεν ενδιαφερόταν να γίνει γιατρός, με έξυπνο τρόπο τον ενέγραψε σε έναν κύκλο προπτυχιακών μαθημάτων τέχνης (Bachelor of Arts) στο Christ's College, του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, ώστε να μπορέσει να γίνει κληρικός. Αυτή ήταν μια λογική κίνηση καριέρας σε μια εποχή που οι Αγγλικανοί ιερείς αμείβονταν με ένα αξιόλογο εισόδημα, και οι περισσότεροι φυσιοδίφες στην Αγγλία ήταν κληρικοί που θεωρούσαν μέρος των καθηκόντων τους να "εξερευνούν τα θαύματα της δημιουργίας του Θεού". Στο Κέμπριτζ, ο Δαρβίνος ενδιαφερόταν περισσότερο για την ιππασία και την σκοποβολή παρά την μελέτη. Μαζί με τον εξάδελφο του Ουίλιαμ Δαρβίνο Φοξ, έγινε μανιώδης συλλέκτης σκαθαριών, ακολουθώντας τη μόδα της εποχής του. Ο Φοξ τον συνέστησε στον καθηγητή βοτανολογίας Αιδεσιμότατο Τζον Στήβενς Χένσλοου, ως ειδικό για τα σκαθάρια. Ο Δαρβίνος στη συνέχεια παρακολούθησε το μάθημα φυσικής ιστορίας του Χένσλοου, και έγινε ο αγαπημένος του μαθητής. Μάλιστα, είχε γίνει γνωστός ως "ο άνθρωπος που συμβαδίζει με τον Χένσλοου". Όταν άρχισαν να πλησιάζουν οι εξετάσεις, ο Δαρβίνος συγκεντρώθηκε περισσότερο στη μελέτη και έκανε ιδιαίτερα μαθήματα με τον Χένσλοου στα μαθηματικά και την θεολογία. Ο Δαρβίνος ενθουσιάστηκε με τα έργα του Ουίλιαμ Πάλεϋ, και κυρίως με το επιχείρημα της ύπαρξης θεϊκού σχεδίου στη φύση. Στις εξετάσεις του Ιανουαρίου του 1831, πήγε αρκετά καλά στην θεολογία, στις κλασσικές μελέτες, μαθηματικά και φυσική, με αποτέλεσμα να καταταγεί δέκατος ανάμεσα σε άλλους 178 επιτυχόντες.
Οι στεγαστικές προϋποθέσεις κράτησαν το Δαρβίνο στο Κέμπριτζ μέχρι τον Ιούνιο. Ακολουθώντας το παράδειγμα και τις συμβουλές του Χένσλοου δεν βιαζόταν καθόλου να λάβει το χρίσμα. Εμπνευσμένος από την Προσωπική Αφήγηση του Αλεξάντερ φον Χούμπολτ, σχεδίαζε να επισκεφτεί τα νησιά Μαδέρα για να μελετήσει φυσική ιστορία στους τροπικούς μαζί με κάποιους συμφοιτητές του μετά την αποφοίτησή τους. Για να προετοιμαστεί, παρακολούθησε το μάθημα γεωλογίας του Αιδεσιμότατου Άνταμ Σέτζγουικ, ενός ισχυρού υποστηρικτή του θεϊκού σχεδίου, και το καλοκαίρι πήγε μαζί του για να βοηθήσει στην χαρτογράφηση γεωλογικών στρωμάτων στην Ουαλία. Καθώς ερευνούσε μόνος του τα γεωλογικά στρώματα, τα σχέδιά του να επισκεφτεί τη Μαδέρα ματαιώθηκαν, καθώς έλαβε ένα μήνυμα ότι ο φίλος που θα τον συνόδευε είχε πεθάνει. Ωστόσο όταν επέστρεψε από την Ουαλία, έλαβε ένα άλλο γράμμα. Ο Χένσλοου είχε προτείνει τον Δαρβίνο για την (άνευ πληρωμής) εθελοντική θέση του βοηθού του Ρόμπερτ Φιτζρόυ, κυβερνήτη του πολεμικού πλοίου Beagle. Το Beagle θα αναχωρούσε για μια εξερευνητική αποστολή δύο χρόνων για να καταγράψει τις ακτές της Νότιας Αμερικής. Ήταν μεγάλη ευκαιρία για τον Δαρβίνο για να αναπτύξει την καριέρα του φυσιοδίφη. Ο πατέρας του αντιτάχθηκε στο ταξίδι αυτό θεωρώντας ότι ήταν χάσιμο χρόνου, αλλά μεταπείστηκε από τον Josiah Wedgwood II (θείο του Δαρβίνου και μετέπειτα πεθερό του). Το ταξίδι αυτό τελικά οδήγησε σε μια αποστολή πέντε ετών η οποία επέφερε δραματικές αλλαγές σε πολλές επιστήμες.
Το ταξίδι με το Beagle
Η ερευνητική εκστρατεία του Beagle διήρκεσε πέντε χρόνια. Ο Δαρβίνος πέρασε τα δύο τρίτα του χρόνου του ερευνώντας στη στεριά. Μελέτησε μια μεγάλη ποικιλία γεωλογικών χαρακτηριστικών, απολιθώματα και ζώντες οργανισμούς και συνάντησε πολλούς διαφορετικούς λαούς, ιθαγενείς και αποίκους. Συγκέντρωσε με μεθοδικότητα τεράστιο αριθμό δειγμάτων, πολλά από τα οποία ήταν καινούρια για την επιστήμη. Αυτό εδραίωσε τη φήμη του ως φυσιοδίφη και τον κατέστησε έναν από τους προδρόμους στον τομέα της οικολογίας, και κυρίως όσον αφορά την έννοια της βιοκοινότητας. Οι εκτεταμένες, λεπτομερείς σημειώσεις του φανέρωσαν το ταλέντο του στην ανάπτυξη θεωριών και αποτέλεσαν τη βάση για το μετέπειτα έργο του, ενώ παράλληλα διεύρυναν το κοινωνικό, πολιτικό και ανθρωπολογικό πεδίο αντίληψης των περιοχών που επισκέφθηκε.
Κατά την διάρκεια του ταξιδιού ο Δαρβίνος διάβασε το βιβλίο του Κάρολου Λάιελ Αρχές της Γεωλογίας (Principles of Geology), το οποίο εξηγεί ότι τα γεωλογικά χαρακτηριστικά είναι το αποτέλεσμα σταδιακών διαδικασιών σε πολύ μεγάλες χρονικές διάρκειες. Στην αλληλογραφία του έγραφε ότι έβλεπε τους διάφορους γεωλογικούς σχηματισμούς «σαν να είχε τα μάτια του Λάιελ»: θεώρησε πως οι πεδιάδες με όστρακα και βότσαλα που είδε στην Παταγονία ήταν υψωμένες ακτές. Στη Χιλή, βίωσε την εμπειρία του σεισμού, και παρατήρησε στρώσεις από μύδια που είχαν ξεβραστεί στη στεριά ψηλότερα από το επίπεδο της πλημμυρίδας, κάτι που φανέρωνε ανύψωση του εδάφους. Ακόμα και σε μεγάλα ύψη στις Άνδεις, κατάφερε να συλλέξει όστρακα. Υπέθεσε ότι κοραλλιογενείς ύφαλοι σχηματίζονται σε βυθιζόμενα ηφαιστειογενή βουνά, μια ιδέα που επιβεβαιώθηκε όταν το Beagle εξερεύνησε τα νησιά Cocos (Keeling).
Στη Νότια Αμερική ανακάλυψε απολιθώματα γιγάντιων εξαφανισμένων θηλαστικών περιλαμβανομένων των μεγαθηρίων και γλυπτοδόντων σε γεωλογικά στρώματα που δεν έδειχναν σημάδια καταστροφής ή αλλαγής κλίματος. Εκείνη την εποχή, πίστευε ότι ήταν παρόμοια με είδη της Αφρικής, αλλά μετά το ταξίδι ο Ρίτσαρντ Όουεν απέδειξε ότι τα λείψανα ανήκαν σε ζώα που σχετίζονταν με ζωντανούς οργανισμούς της ίδιας περιοχής. Στην Αργεντινή δύο είδη ρέας (είδος πτηνού που μοιάζει με στρουθοκάμηλο) ζούσαν σε ξεχωριστές αλλά μερικώς συμπίπτουσες περιοχές. Στα Νησιά Γκαλαπάγκος ο Δαρβίνος ανακάλυψε ότι οι ατριχόρνιθες (mockingbirds) διέφεραν από νησί σε νησί, και επιστρέφοντας στη Βρετανία έμαθε ότι οι χελώνες και οι σπίνοι των νησιών Γκαλαπάγκος ανήκαν σε ξεχωριστά είδη, ανάλογα με το συγκεκριμένο νησί στο οποίο ζούσαν. Το μαρσιποφόρο καγκουρό της Αυστραλίας και ο πλατύπους ήταν τόσο εντυπωσιακά και ασυνήθιστα ζώα, που του προκάλεσαν τη σκέψη ότι «Ένας άπιστος...θα μπορούσε να αναφωνήσει: Σαφώς δύο διαφορετικοί δημιουργοί πρέπει να έχουν βάλει το χέρι τους». Όλα αυτά που είδε τον προβλημάτισαν και ενώ στην πρώτη έκδοση του The Voyage of the Beagle εξήγησε την κατανομή των ειδών υπό το φως των ιδεών περί "κέντρων της δημιουργίας" του Κάρολου Λάιελ, σε μεταγενέστερες εκδόσεις αυτού του ημερολογίου προμήνυσε τη χρήση της πανίδας των νησιών Γκαλαπάγκος ως ενδείξεις της εξέλιξης: "μπορεί κανείς να φανταστεί ότι από την αρχική περιορισμένη ποικιλότητα πουλιών σ΄αυτό το αρχιπέλαγος, κάθε ένα είδος μετεξελίχθηκε σε διαφορετικά είδη."
Τρεις ιθαγενείς ιεραπόστολοι επέστρεψαν με το Beagle στην Γη του Πυρός. Είχαν εκπολιτιστεί στην Αγγλία τα δύο προηγούμενα χρόνια, ωστόσο οι συγγενείς τους φαίνονταν στον Δαρβίνο «άγριοι», λίγο πιο πάνω από ζώα. Μέσα σε ένα χρόνο, οι ιεραπόστολοι υιοθέτησαν ξανά το σκληρό και πρωτόγονο τρόπο ζωής της φυλής τους, αλλά αυτό ήταν δική τους επιλογή και δεν ήθελαν να επιστρέψουν στον «πολιτισμό». Αυτή η εμπειρία και η απέχθειά του για τη δουλεία και για άλλες μορφές βίας που είδε σε άλλα μέρη, όπως η κακομεταχείριση των ιθαγενών από τους Άγγλους εποίκους στην Τανζανία, έπεισαν το Δαρβίνο ότι η κακομεταχείριση ανθρώπων βασισμένη στην έννοια της φυλής δεν δικαιολογείτο ηθικά. Τώρα πίστευε ότι η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο απομακρυσμένη από τα ζώα όσο πίστευαν οι κληρικοί φίλοι του.[2]
Ενώ βρισκόταν στο πλοίο, ο Δαρβίνος υπέφερε από ναυτία. Τον Οκτώβριο του 1833 αρρώστησε με πυρετό στην Αργεντινή, και τον Ιούλιο του 1834, ενώ επέστρεφε από τις Άνδεις στο Valparaíso, ένιωσε άρρωστος και πέρασε ένα μήνα στο κρεβάτι. Από το 1837 και μετά, ο Δαρβίνος ήταν επανειλημμένα κατάκοιτος με επεισόδια στομαχόπονου, εμετού, πυρετού, ταχυπαλμιών, ρίγους και άλλων συμπτωμάτων. Αυτά τα συμπτώματα τον επηρέαζαν κυρίως σε εποχές άγχους, όπως όταν συμμετείχε σε συναντήσεις ή σε διαμάχες σχετικά με τη θεωρία του. Η αιτία της ασθένειας του Δαρβίνου παρέμενε άγνωστη κατά τη διάρκεια της ζωής του, και οι προσπάθειες για θεραπεία δεν είχαν μεγάλη επιτυχία. Πρόσφατες εικασίες υποστήριξαν ότι στη Νότια Αμερική κόλλησε την ασθένεια Chagas από τσιμπήματα εντόμων, κάτι που οδήγησε σε περαιτέρω προβλήματα. Άλλες πιθανολογούμενες αιτίες ήταν τα ψυχοσωματικά προβλήματα και η ασθένεια του Ménière.
http://el.wikipedia.org/ wiki/Κάρολος_Δαρβίνος
Ο Δαρβίνος ανέπτυξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη φυσική ιστορία όταν σπούδαζε ιατρική στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και μετά θεολογία στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Το πενταετές ταξίδι του με το πλοίο Beagle (Ιχνηλάτης) τον κατέστησε διάσημο ως γεωλόγο και η έκδοση του ημερολογίου του για το ταξίδι ως διάσημο και πολύ καλό συγγραφέα. Οι παρατηρήσεις του στην βιολογία τον οδήγησαν να μελετήσει την ποικιλομορφία των ειδών και να αναπτύξει τη θεωρία του για το μηχανισμό της φυσικής επιλογής το 1838. Είχε πολύ καλή επίγνωση του γεγονότος ότι πολλοί άλλοι είχαν τιμωρηθεί αυστηρά για τέτοιες "αιρετικές" ιδέες, όμως, συνέχισε τις έρευνες του, μιλώντας μόνο στους πιο στενούς του φίλους, μέχρι να συγκεντρώσει τις αποδείξεις που χρειαζόταν. Το 1858 όμως, όταν έμαθε ότι ο Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας είχε αναπτύξει μια παρόμοια θεωρία, αναγκάστηκε να δημοσιοποιήσει πρόωρα τη θεωρία του.
Το βιβλίο του On the Origin of Species by Means of Natural Selection, or The Preservation of Favoured Races in the Struggle for Life (που συνήθως αναφέρεται ως Η καταγωγή των ειδών) που εκδόθηκε το 1859 καθιέρωσε την εξέλιξη από κοινή καταγωγή ως την πρωταρχική επιστημονική εξήγηση για την ποικιλότητα στην φύση. Σε μεταγενέστερα βιβλία, εξέτασε την ανθρώπινη εξέλιξη και την σεξουαλική επιλογή, στο The Descent of Man, and Selection in Relation to Sex και το The Expression of the Emotions in Man and Animals. Έγραψε μια σειρά από βιβλία που αναφέρονται στις έρευνες του για τα φυτά. Το τελευταίο του βιβλίο του Δαρβίνου ασχολείται με τους γεωσκώληκες και την επίδραση τους στο έδαφος.
Σε αναγνώριση της σπουδαιότητάς του, ο Δαρβίνος τάφηκε στο Αββαείο του Γουέστμινστερ, κοντά στον Ουίλιαμ Χέρσελ και τον Ισαάκ Νεύτωνα.
Ο Κάρολος Δαρβίνος γεννήθηκε στο Σρούσμπερυ του Σροπσάιαρ του Ηνωμένου Βασιλείου στις 12 Φεβρουαρίου του 1809. Ήταν το πέμπτο παιδί, από τα έξι, του γιατρού της καλής κοινωνίας Ροβέρτου Δαρβίνου και της Σουζάννα (πατρ. Γουέτζγουντ). Ήταν εγγονός του Έρασμου Δαρβίνου από την πλευρά του πατέρα του και του Γιοσάια Γουέτζγουντ (Josiah Wedgwood) από την μητέρα του• και οι δύο απόγονοι της σημαντικής οικογένειας Darwin — Wedgwood. Η οικογένεια αυτή ανήκε στην εκκλησία των Ουνιταριανών. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν μόλις οκτώ ετών. Όταν πήγε στο σχολείο τον επόμενο χρόνο ζούσε εκεί ως εσώκλειστος μαθητής.
Το 1825 πέρασε το καλοκαίρι του ως βοηθός του πατέρα του προσπαθώντας να θεραπεύσουν τους φτωχούς του Σροπσάιαρ (Shropshire). Τον ίδιο χρόνο ο Δαρβίνος πήγε στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου για να σπουδάσει ιατρική, αλλά η αποστροφή του για τις μεθόδους της χειρουργικής τον έκανε να αμελεί τις σπουδές του στην ιατρική. Διδάχτηκε τη μέθοδο της ταρίχευσης από τον Τζον Έντμοντστοουν, έναν απελευθερωμένο μαύρο σκλάβο, ο οποίος του έλεγε συναρπαστικές ιστορίες για τα τροπικά δάση της Νοτίου Αμερικής. Στον δεύτερο χρόνο του στο πανεπιστήμιο ενδιαφέρθηκε και έγινε μέλος σε φοιτητικές κοινότητες που ασχολούνταν με την φυσική ιστορία. Ήταν μαθητής του Ρόμπερτ Έντμουντ Γκραντ, ο οποίος υπήρξε πρωτοπόρος στην ανάπτυξη των θεωριών του Ζαν-Μπατίστ Λαμάρκ (Jean-Baptiste Lamarck) και του παππού του Δαρβίνου, Έρασμου, που αφορούσαν την εξέλιξη δια της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών. Ο Δαρβίνος συμμετείχε στις έρευνες του Γκραντ για τον κύκλο ζωής των θαλάσσιων ζώων στις ακτές του Firth of Forth. Από τις έρευνες αυτές προέκυψαν στοιχεία ομολογίας, της ριζοσπαστικής δηλαδή θεωρίας ότι όλα τα ζώα έχουν παρόμοια όργανα και διαφέρουν μόνο σε πολυπλοκότητα. Το Μάρτιο του 1827 ο Δαρβίνος έκανε μια παρουσίαση στην κοινότητα Plinian της ανακάλυψης του ότι τα μαύρα σπόρια που βρίσκονται συχνά στα κελύφη των στρειδιών είναι αυγά βδέλλας. Παρακολούθησε επίσης τα μαθήματα φυσικής ιστορίας του Ρόμπερτ Τζέημσον, μαθαίνοντας για τη στρωματογραφική γεωλογία και τον τρόπο που ταξινομούνται τα φυτά όταν βοηθούσε με εργασίες στις εκτεταμένες συλλογές του Μουσείου του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.
Το 1827 ο πατέρας του, δυστυχισμένος που ο νεότερος γιός του δεν ενδιαφερόταν να γίνει γιατρός, με έξυπνο τρόπο τον ενέγραψε σε έναν κύκλο προπτυχιακών μαθημάτων τέχνης (Bachelor of Arts) στο Christ's College, του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, ώστε να μπορέσει να γίνει κληρικός. Αυτή ήταν μια λογική κίνηση καριέρας σε μια εποχή που οι Αγγλικανοί ιερείς αμείβονταν με ένα αξιόλογο εισόδημα, και οι περισσότεροι φυσιοδίφες στην Αγγλία ήταν κληρικοί που θεωρούσαν μέρος των καθηκόντων τους να "εξερευνούν τα θαύματα της δημιουργίας του Θεού". Στο Κέμπριτζ, ο Δαρβίνος ενδιαφερόταν περισσότερο για την ιππασία και την σκοποβολή παρά την μελέτη. Μαζί με τον εξάδελφο του Ουίλιαμ Δαρβίνο Φοξ, έγινε μανιώδης συλλέκτης σκαθαριών, ακολουθώντας τη μόδα της εποχής του. Ο Φοξ τον συνέστησε στον καθηγητή βοτανολογίας Αιδεσιμότατο Τζον Στήβενς Χένσλοου, ως ειδικό για τα σκαθάρια. Ο Δαρβίνος στη συνέχεια παρακολούθησε το μάθημα φυσικής ιστορίας του Χένσλοου, και έγινε ο αγαπημένος του μαθητής. Μάλιστα, είχε γίνει γνωστός ως "ο άνθρωπος που συμβαδίζει με τον Χένσλοου". Όταν άρχισαν να πλησιάζουν οι εξετάσεις, ο Δαρβίνος συγκεντρώθηκε περισσότερο στη μελέτη και έκανε ιδιαίτερα μαθήματα με τον Χένσλοου στα μαθηματικά και την θεολογία. Ο Δαρβίνος ενθουσιάστηκε με τα έργα του Ουίλιαμ Πάλεϋ, και κυρίως με το επιχείρημα της ύπαρξης θεϊκού σχεδίου στη φύση. Στις εξετάσεις του Ιανουαρίου του 1831, πήγε αρκετά καλά στην θεολογία, στις κλασσικές μελέτες, μαθηματικά και φυσική, με αποτέλεσμα να καταταγεί δέκατος ανάμεσα σε άλλους 178 επιτυχόντες.
Ο Κάρολος Δαρβίνος γεννήθηκε στο Σρούσμπερυ του Σροπσάιαρ του Ηνωμένου Βασιλείου στις 12 Φεβρουαρίου του 1809. Ήταν το πέμπτο παιδί, από τα έξι, του γιατρού της καλής κοινωνίας Ροβέρτου Δαρβίνου και της Σουζάννα (πατρ. Γουέτζγουντ). Ήταν εγγονός του Έρασμου Δαρβίνου από την πλευρά του πατέρα του και του Γιοσάια Γουέτζγουντ (Josiah Wedgwood) από την μητέρα του• και οι δύο απόγονοι της σημαντικής οικογένειας Darwin — Wedgwood. Η οικογένεια αυτή ανήκε στην εκκλησία των Ουνιταριανών. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν μόλις οκτώ ετών. Όταν πήγε στο σχολείο τον επόμενο χρόνο ζούσε εκεί ως εσώκλειστος μαθητής.
Το 1825 πέρασε το καλοκαίρι του ως βοηθός του πατέρα του προσπαθώντας να θεραπεύσουν τους φτωχούς του Σροπσάιαρ (Shropshire). Τον ίδιο χρόνο ο Δαρβίνος πήγε στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου για να σπουδάσει ιατρική, αλλά η αποστροφή του για τις μεθόδους της χειρουργικής τον έκανε να αμελεί τις σπουδές του στην ιατρική. Διδάχτηκε τη μέθοδο της ταρίχευσης από τον Τζον Έντμοντστοουν, έναν απελευθερωμένο μαύρο σκλάβο, ο οποίος του έλεγε συναρπαστικές ιστορίες για τα τροπικά δάση της Νοτίου Αμερικής. Στον δεύτερο χρόνο του στο πανεπιστήμιο ενδιαφέρθηκε και έγινε μέλος σε φοιτητικές κοινότητες που ασχολούνταν με την φυσική ιστορία. Ήταν μαθητής του Ρόμπερτ Έντμουντ Γκραντ, ο οποίος υπήρξε πρωτοπόρος στην ανάπτυξη των θεωριών του Ζαν-Μπατίστ Λαμάρκ (Jean-Baptiste Lamarck) και του παππού του Δαρβίνου, Έρασμου, που αφορούσαν την εξέλιξη δια της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών. Ο Δαρβίνος συμμετείχε στις έρευνες του Γκραντ για τον κύκλο ζωής των θαλάσσιων ζώων στις ακτές του Firth of Forth. Από τις έρευνες αυτές προέκυψαν στοιχεία ομολογίας, της ριζοσπαστικής δηλαδή θεωρίας ότι όλα τα ζώα έχουν παρόμοια όργανα και διαφέρουν μόνο σε πολυπλοκότητα. Το Μάρτιο του 1827 ο Δαρβίνος έκανε μια παρουσίαση στην κοινότητα Plinian της ανακάλυψης του ότι τα μαύρα σπόρια που βρίσκονται συχνά στα κελύφη των στρειδιών είναι αυγά βδέλλας. Παρακολούθησε επίσης τα μαθήματα φυσικής ιστορίας του Ρόμπερτ Τζέημσον, μαθαίνοντας για τη στρωματογραφική γεωλογία και τον τρόπο που ταξινομούνται τα φυτά όταν βοηθούσε με εργασίες στις εκτεταμένες συλλογές του Μουσείου του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.
Το 1827 ο πατέρας του, δυστυχισμένος που ο νεότερος γιός του δεν ενδιαφερόταν να γίνει γιατρός, με έξυπνο τρόπο τον ενέγραψε σε έναν κύκλο προπτυχιακών μαθημάτων τέχνης (Bachelor of Arts) στο Christ's College, του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, ώστε να μπορέσει να γίνει κληρικός. Αυτή ήταν μια λογική κίνηση καριέρας σε μια εποχή που οι Αγγλικανοί ιερείς αμείβονταν με ένα αξιόλογο εισόδημα, και οι περισσότεροι φυσιοδίφες στην Αγγλία ήταν κληρικοί που θεωρούσαν μέρος των καθηκόντων τους να "εξερευνούν τα θαύματα της δημιουργίας του Θεού". Στο Κέμπριτζ, ο Δαρβίνος ενδιαφερόταν περισσότερο για την ιππασία και την σκοποβολή παρά την μελέτη. Μαζί με τον εξάδελφο του Ουίλιαμ Δαρβίνο Φοξ, έγινε μανιώδης συλλέκτης σκαθαριών, ακολουθώντας τη μόδα της εποχής του. Ο Φοξ τον συνέστησε στον καθηγητή βοτανολογίας Αιδεσιμότατο Τζον Στήβενς Χένσλοου, ως ειδικό για τα σκαθάρια. Ο Δαρβίνος στη συνέχεια παρακολούθησε το μάθημα φυσικής ιστορίας του Χένσλοου, και έγινε ο αγαπημένος του μαθητής. Μάλιστα, είχε γίνει γνωστός ως "ο άνθρωπος που συμβαδίζει με τον Χένσλοου". Όταν άρχισαν να πλησιάζουν οι εξετάσεις, ο Δαρβίνος συγκεντρώθηκε περισσότερο στη μελέτη και έκανε ιδιαίτερα μαθήματα με τον Χένσλοου στα μαθηματικά και την θεολογία. Ο Δαρβίνος ενθουσιάστηκε με τα έργα του Ουίλιαμ Πάλεϋ, και κυρίως με το επιχείρημα της ύπαρξης θεϊκού σχεδίου στη φύση. Στις εξετάσεις του Ιανουαρίου του 1831, πήγε αρκετά καλά στην θεολογία, στις κλασσικές μελέτες, μαθηματικά και φυσική, με αποτέλεσμα να καταταγεί δέκατος ανάμεσα σε άλλους 178 επιτυχόντες.
Οι στεγαστικές προϋποθέσεις κράτησαν το Δαρβίνο στο Κέμπριτζ μέχρι τον Ιούνιο. Ακολουθώντας το παράδειγμα και τις συμβουλές του Χένσλοου δεν βιαζόταν καθόλου να λάβει το χρίσμα. Εμπνευσμένος από την Προσωπική Αφήγηση του Αλεξάντερ φον Χούμπολτ, σχεδίαζε να επισκεφτεί τα νησιά Μαδέρα για να μελετήσει φυσική ιστορία στους τροπικούς μαζί με κάποιους συμφοιτητές του μετά την αποφοίτησή τους. Για να προετοιμαστεί, παρακολούθησε το μάθημα γεωλογίας του Αιδεσιμότατου Άνταμ Σέτζγουικ, ενός ισχυρού υποστηρικτή του θεϊκού σχεδίου, και το καλοκαίρι πήγε μαζί του για να βοηθήσει στην χαρτογράφηση γεωλογικών στρωμάτων στην Ουαλία. Καθώς ερευνούσε μόνος του τα γεωλογικά στρώματα, τα σχέδιά του να επισκεφτεί τη Μαδέρα ματαιώθηκαν, καθώς έλαβε ένα μήνυμα ότι ο φίλος που θα τον συνόδευε είχε πεθάνει. Ωστόσο όταν επέστρεψε από την Ουαλία, έλαβε ένα άλλο γράμμα. Ο Χένσλοου είχε προτείνει τον Δαρβίνο για την (άνευ πληρωμής) εθελοντική θέση του βοηθού του Ρόμπερτ Φιτζρόυ, κυβερνήτη του πολεμικού πλοίου Beagle. Το Beagle θα αναχωρούσε για μια εξερευνητική αποστολή δύο χρόνων για να καταγράψει τις ακτές της Νότιας Αμερικής. Ήταν μεγάλη ευκαιρία για τον Δαρβίνο για να αναπτύξει την καριέρα του φυσιοδίφη. Ο πατέρας του αντιτάχθηκε στο ταξίδι αυτό θεωρώντας ότι ήταν χάσιμο χρόνου, αλλά μεταπείστηκε από τον Josiah Wedgwood II (θείο του Δαρβίνου και μετέπειτα πεθερό του). Το ταξίδι αυτό τελικά οδήγησε σε μια αποστολή πέντε ετών η οποία επέφερε δραματικές αλλαγές σε πολλές επιστήμες.
Το ταξίδι με το Beagle
Η ερευνητική εκστρατεία του Beagle διήρκεσε πέντε χρόνια. Ο Δαρβίνος πέρασε τα δύο τρίτα του χρόνου του ερευνώντας στη στεριά. Μελέτησε μια μεγάλη ποικιλία γεωλογικών χαρακτηριστικών, απολιθώματα και ζώντες οργανισμούς και συνάντησε πολλούς διαφορετικούς λαούς, ιθαγενείς και αποίκους. Συγκέντρωσε με μεθοδικότητα τεράστιο αριθμό δειγμάτων, πολλά από τα οποία ήταν καινούρια για την επιστήμη. Αυτό εδραίωσε τη φήμη του ως φυσιοδίφη και τον κατέστησε έναν από τους προδρόμους στον τομέα της οικολογίας, και κυρίως όσον αφορά την έννοια της βιοκοινότητας. Οι εκτεταμένες, λεπτομερείς σημειώσεις του φανέρωσαν το ταλέντο του στην ανάπτυξη θεωριών και αποτέλεσαν τη βάση για το μετέπειτα έργο του, ενώ παράλληλα διεύρυναν το κοινωνικό, πολιτικό και ανθρωπολογικό πεδίο αντίληψης των περιοχών που επισκέφθηκε.
Κατά την διάρκεια του ταξιδιού ο Δαρβίνος διάβασε το βιβλίο του Κάρολου Λάιελ Αρχές της Γεωλογίας (Principles of Geology), το οποίο εξηγεί ότι τα γεωλογικά χαρακτηριστικά είναι το αποτέλεσμα σταδιακών διαδικασιών σε πολύ μεγάλες χρονικές διάρκειες. Στην αλληλογραφία του έγραφε ότι έβλεπε τους διάφορους γεωλογικούς σχηματισμούς «σαν να είχε τα μάτια του Λάιελ»: θεώρησε πως οι πεδιάδες με όστρακα και βότσαλα που είδε στην Παταγονία ήταν υψωμένες ακτές. Στη Χιλή, βίωσε την εμπειρία του σεισμού, και παρατήρησε στρώσεις από μύδια που είχαν ξεβραστεί στη στεριά ψηλότερα από το επίπεδο της πλημμυρίδας, κάτι που φανέρωνε ανύψωση του εδάφους. Ακόμα και σε μεγάλα ύψη στις Άνδεις, κατάφερε να συλλέξει όστρακα. Υπέθεσε ότι κοραλλιογενείς ύφαλοι σχηματίζονται σε βυθιζόμενα ηφαιστειογενή βουνά, μια ιδέα που επιβεβαιώθηκε όταν το Beagle εξερεύνησε τα νησιά Cocos (Keeling).
Στη Νότια Αμερική ανακάλυψε απολιθώματα γιγάντιων εξαφανισμένων θηλαστικών περιλαμβανομένων των μεγαθηρίων και γλυπτοδόντων σε γεωλογικά στρώματα που δεν έδειχναν σημάδια καταστροφής ή αλλαγής κλίματος. Εκείνη την εποχή, πίστευε ότι ήταν παρόμοια με είδη της Αφρικής, αλλά μετά το ταξίδι ο Ρίτσαρντ Όουεν απέδειξε ότι τα λείψανα ανήκαν σε ζώα που σχετίζονταν με ζωντανούς οργανισμούς της ίδιας περιοχής. Στην Αργεντινή δύο είδη ρέας (είδος πτηνού που μοιάζει με στρουθοκάμηλο) ζούσαν σε ξεχωριστές αλλά μερικώς συμπίπτουσες περιοχές. Στα Νησιά Γκαλαπάγκος ο Δαρβίνος ανακάλυψε ότι οι ατριχόρνιθες (mockingbirds) διέφεραν από νησί σε νησί, και επιστρέφοντας στη Βρετανία έμαθε ότι οι χελώνες και οι σπίνοι των νησιών Γκαλαπάγκος ανήκαν σε ξεχωριστά είδη, ανάλογα με το συγκεκριμένο νησί στο οποίο ζούσαν. Το μαρσιποφόρο καγκουρό της Αυστραλίας και ο πλατύπους ήταν τόσο εντυπωσιακά και ασυνήθιστα ζώα, που του προκάλεσαν τη σκέψη ότι «Ένας άπιστος...θα μπορούσε να αναφωνήσει: Σαφώς δύο διαφορετικοί δημιουργοί πρέπει να έχουν βάλει το χέρι τους». Όλα αυτά που είδε τον προβλημάτισαν και ενώ στην πρώτη έκδοση του The Voyage of the Beagle εξήγησε την κατανομή των ειδών υπό το φως των ιδεών περί "κέντρων της δημιουργίας" του Κάρολου Λάιελ, σε μεταγενέστερες εκδόσεις αυτού του ημερολογίου προμήνυσε τη χρήση της πανίδας των νησιών Γκαλαπάγκος ως ενδείξεις της εξέλιξης: "μπορεί κανείς να φανταστεί ότι από την αρχική περιορισμένη ποικιλότητα πουλιών σ΄αυτό το αρχιπέλαγος, κάθε ένα είδος μετεξελίχθηκε σε διαφορετικά είδη."
Τρεις ιθαγενείς ιεραπόστολοι επέστρεψαν με το Beagle στην Γη του Πυρός. Είχαν εκπολιτιστεί στην Αγγλία τα δύο προηγούμενα χρόνια, ωστόσο οι συγγενείς τους φαίνονταν στον Δαρβίνο «άγριοι», λίγο πιο πάνω από ζώα. Μέσα σε ένα χρόνο, οι ιεραπόστολοι υιοθέτησαν ξανά το σκληρό και πρωτόγονο τρόπο ζωής της φυλής τους, αλλά αυτό ήταν δική τους επιλογή και δεν ήθελαν να επιστρέψουν στον «πολιτισμό». Αυτή η εμπειρία και η απέχθειά του για τη δουλεία και για άλλες μορφές βίας που είδε σε άλλα μέρη, όπως η κακομεταχείριση των ιθαγενών από τους Άγγλους εποίκους στην Τανζανία, έπεισαν το Δαρβίνο ότι η κακομεταχείριση ανθρώπων βασισμένη στην έννοια της φυλής δεν δικαιολογείτο ηθικά. Τώρα πίστευε ότι η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο απομακρυσμένη από τα ζώα όσο πίστευαν οι κληρικοί φίλοι του.[2]
Ενώ βρισκόταν στο πλοίο, ο Δαρβίνος υπέφερε από ναυτία. Τον Οκτώβριο του 1833 αρρώστησε με πυρετό στην Αργεντινή, και τον Ιούλιο του 1834, ενώ επέστρεφε από τις Άνδεις στο Valparaíso, ένιωσε άρρωστος και πέρασε ένα μήνα στο κρεβάτι. Από το 1837 και μετά, ο Δαρβίνος ήταν επανειλημμένα κατάκοιτος με επεισόδια στομαχόπονου, εμετού, πυρετού, ταχυπαλμιών, ρίγους και άλλων συμπτωμάτων. Αυτά τα συμπτώματα τον επηρέαζαν κυρίως σε εποχές άγχους, όπως όταν συμμετείχε σε συναντήσεις ή σε διαμάχες σχετικά με τη θεωρία του. Η αιτία της ασθένειας του Δαρβίνου παρέμενε άγνωστη κατά τη διάρκεια της ζωής του, και οι προσπάθειες για θεραπεία δεν είχαν μεγάλη επιτυχία. Πρόσφατες εικασίες υποστήριξαν ότι στη Νότια Αμερική κόλλησε την ασθένεια Chagas από τσιμπήματα εντόμων, κάτι που οδήγησε σε περαιτέρω προβλήματα. Άλλες πιθανολογούμενες αιτίες ήταν τα ψυχοσωματικά προβλήματα και η ασθένεια του Ménière.
http://el.wikipedia.org/