Ν ΓΚΑΤΣΟΣ " Μεγάλη Τρίτη"
Επόρνευσον οι βασιλείς και εκ του οίνου της πορνείας
εμεθύσθησαν οι κατοικούντες την γην.
Κάτω απ' τα λάβαρα της Ρώμης
στην τέντα της Μαγδαληνής
εσύ πατέρας της συγγνώμης
κι εμείς παιδιά της ηδονής.
Ζοφώδης και ασέληνος ο έρως της αμαρτίας.
Βραχνή ακούστηκε η κραυγή
στα καπηλειά της πολιτείας
εσύ αμνίo για σφαγή
κι εμείς κριοί της αμαρτίας.
Το πολύτιμον μύρον η πόρνη έμιξε μετά δακρύων και εξέχεεν
είς τους άχράντους πόδας σου.
Επόρνευσον οι βασιλείς και εκ του οίνου της πορνείας
εμεθύσθησαν οι κατοικούντες την γην.
Κάτω απ' τα λάβαρα της Ρώμης
στην τέντα της Μαγδαληνής
εσύ πατέρας της συγγνώμης
κι εμείς παιδιά της ηδονής.
Ζοφώδης και ασέληνος ο έρως της αμαρτίας.
Βραχνή ακούστηκε η κραυγή
στα καπηλειά της πολιτείας
εσύ αμνίo για σφαγή
κι εμείς κριοί της αμαρτίας.
Το πολύτιμον μύρον η πόρνη έμιξε μετά δακρύων και εξέχεεν
είς τους άχράντους πόδας σου.
Δε σε πτοήσαν οι Πιλάτοι
ούτ’ ο καιρός πού είν’ εγγύς
εσύ στων ουρανών τα πλάτη
κι εμείς παρείσακτοι της γης.
Εγώ το φως εις τον κόσμον ελήλυθα, ίνα πας ο πιστεύων εις
εμέ εν τη σκοτία μη μείνη.
ούτ’ ο καιρός πού είν’ εγγύς
εσύ στων ουρανών τα πλάτη
κι εμείς παρείσακτοι της γης.
Εγώ το φως εις τον κόσμον ελήλυθα, ίνα πας ο πιστεύων εις
εμέ εν τη σκοτία μη μείνη.