ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).
22 Σεπτεμβρίου 1971 η κηδεία του Σεφέρη, μετατρέπεται σε μια μεγαλειώδη διαδήλωση κατά της Χούντας.
Προηγουμένως στην νεκρώσιμη ακολουθία όπως περιγράφει ο Αιμίλιος Καλιακάτσος:
" Ο αρχιεπίσκοπος της Χούντας Ιερώνυμος με κουστωδία παπάδων και αστυνομικών με πολιτικά για να φτάσουν στην Ωραία Πύλη έσπρωχναν βάναυσα τους ανθρώπους να αναμερίσουν. Παγωμάρα στο εκκλησίασμα. Κανείς, βεβαίως, δεν είχε καλέσει τον εκλεκτό του καθεστώτος να παραβρεθεί και, το χειρότερο, να χοροστατήσει. Η στάση του Σεφέρη κατά της Δικτατορίας ήταν διεθνώς γνωστή, …. Την έκδηλη αμηχανία για την παρουσία του πρωτοπαλλήκαρου της Χούντας Ιερώνυμου την διαδέχτηκε η οργή (το ’βλεπες στα πρόσωπα), αλλά πώς να αντιδράσεις με τόσο χαφιεδομάνι και τι να πεις εν ώρα πένθους; Για κάποιο διάστημα –μέχρι να φτάσει ακριβώς η σειρά των ψαλμών- βασίλευε άκρα του τάφου σιωπή. Ο θεόρατος –σωστός γίγαντας- Μανόλης, ορατός από παντού, άρχισε εκείνη τη στιγμή ένα σιγανό, στην αρχή, βήξιμο, που όλο και δυνάμωνε. «Θα κρύωσε», σκέφτηκα, «ταξίδευε όλη νύχτα». Το βήξιμο όμως είχε απρόσμενη διάρκεια και γινόταν ολοένα και εντονότερο. Τα μάτια του, πίσω από τα γυαλιά, έπαιζαν με σημασία, στρέφοντας την κεφαλή με την πλούσια χαίτη ολόγυρα. Το μήνυμα ευθύς έγινε αντιληπτό και μεταδόθηκε ταχύτατα σε όλους. Διακόσιοι περίπου άνθρωποι έβηχαν προκλητικά και μερικοί ποδοκροτούσαν κιόλας ή έσερναν τα πόδια τους στο δάπεδο θορυβωδώς. Ο Ιερώνυμος προσπαθούσε, χωρίς αποτέλεσμα, να επιβάλει ησυχία, χειρονομώντας φανερά εκνευρισμένος. Τα πράγματα όμως για κείνον χειροτέρευαν. Πού να ακουστεί ψαλμωδία με τέτοια βουή και πάθος. Αναγκάστηκε από την αναπάντεχη αυτή αποδοκιμασία να αναχωρήσει με τους παρατρεχάμενούς του θυμωμένους. Με την αποχώρηση των απρόσκλητων ξένων ξαναγύρισαν οι οικείοι πια στην περισυλλογή και την κατανυκτική σιωπή. «Τον κεκοιμημένον δούλον Σου», ακούστηκε γλυκόλαλος ο αγαπητός και πασίγνωστος για τις δημοκρατικές του πεποιθήσεις αγωνιστής ιερωμένος παπα-Πυρουνάκης. Ο υψηλότατος Μανόλης Αναγνωστάκης, με την έγκαιρη και έγκυρη Φωνή του –βήξιμο, έστω- έστειλε την χρυσοποίκιλτη χουντική κεφαλή από κει που ’ρθε και τον ποιητή της «Άρνησης», τραγουδισμένο από δέκα και πλέον χιλιάδες λαού, στην τελευταία του κατοικία δια στόματος του σεβαστού πρωτοπρεσβυτέρου» (περιοδικό «Γαλέρα»).
Προηγουμένως στην νεκρώσιμη ακολουθία όπως περιγράφει ο Αιμίλιος Καλιακάτσος:
" Ο αρχιεπίσκοπος της Χούντας Ιερώνυμος με κουστωδία παπάδων και αστυνομικών με πολιτικά για να φτάσουν στην Ωραία Πύλη έσπρωχναν βάναυσα τους ανθρώπους να αναμερίσουν. Παγωμάρα στο εκκλησίασμα. Κανείς, βεβαίως, δεν είχε καλέσει τον εκλεκτό του καθεστώτος να παραβρεθεί και, το χειρότερο, να χοροστατήσει. Η στάση του Σεφέρη κατά της Δικτατορίας ήταν διεθνώς γνωστή, …. Την έκδηλη αμηχανία για την παρουσία του πρωτοπαλλήκαρου της Χούντας Ιερώνυμου την διαδέχτηκε η οργή (το ’βλεπες στα πρόσωπα), αλλά πώς να αντιδράσεις με τόσο χαφιεδομάνι και τι να πεις εν ώρα πένθους; Για κάποιο διάστημα –μέχρι να φτάσει ακριβώς η σειρά των ψαλμών- βασίλευε άκρα του τάφου σιωπή. Ο θεόρατος –σωστός γίγαντας- Μανόλης, ορατός από παντού, άρχισε εκείνη τη στιγμή ένα σιγανό, στην αρχή, βήξιμο, που όλο και δυνάμωνε. «Θα κρύωσε», σκέφτηκα, «ταξίδευε όλη νύχτα». Το βήξιμο όμως είχε απρόσμενη διάρκεια και γινόταν ολοένα και εντονότερο. Τα μάτια του, πίσω από τα γυαλιά, έπαιζαν με σημασία, στρέφοντας την κεφαλή με την πλούσια χαίτη ολόγυρα. Το μήνυμα ευθύς έγινε αντιληπτό και μεταδόθηκε ταχύτατα σε όλους. Διακόσιοι περίπου άνθρωποι έβηχαν προκλητικά και μερικοί ποδοκροτούσαν κιόλας ή έσερναν τα πόδια τους στο δάπεδο θορυβωδώς. Ο Ιερώνυμος προσπαθούσε, χωρίς αποτέλεσμα, να επιβάλει ησυχία, χειρονομώντας φανερά εκνευρισμένος. Τα πράγματα όμως για κείνον χειροτέρευαν. Πού να ακουστεί ψαλμωδία με τέτοια βουή και πάθος. Αναγκάστηκε από την αναπάντεχη αυτή αποδοκιμασία να αναχωρήσει με τους παρατρεχάμενούς του θυμωμένους. Με την αποχώρηση των απρόσκλητων ξένων ξαναγύρισαν οι οικείοι πια στην περισυλλογή και την κατανυκτική σιωπή. «Τον κεκοιμημένον δούλον Σου», ακούστηκε γλυκόλαλος ο αγαπητός και πασίγνωστος για τις δημοκρατικές του πεποιθήσεις αγωνιστής ιερωμένος παπα-Πυρουνάκης. Ο υψηλότατος Μανόλης Αναγνωστάκης, με την έγκαιρη και έγκυρη Φωνή του –βήξιμο, έστω- έστειλε την χρυσοποίκιλτη χουντική κεφαλή από κει που ’ρθε και τον ποιητή της «Άρνησης», τραγουδισμένο από δέκα και πλέον χιλιάδες λαού, στην τελευταία του κατοικία δια στόματος του σεβαστού πρωτοπρεσβυτέρου» (περιοδικό «Γαλέρα»).