Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Μανώλης Ρασούλης

Bigbook.gr.

MANOLIS RASSOULIS IMG 0346C.jpgΟ Μανώλης Ρασούλης (γενν. Ηράκλειο, Κρήτη, 28 Σεπτεμβρίου 1945- 5 Μαρτίου 2011), πιο γνωστός για τους στίχους που έχει γράψει για τραγούδια, ήταν επίσης συγγραφέας, τραγουδιστής, συνθέτης, και δημοσιογράφος.
Στίχους του έχουν μελοποιήσει, μεταξύ άλλων, οι Μάνος Λοΐζος, Σταύρος Κουγιουμτζής, Νίκος Ξυδάκης, Πέτρος Βαγιόπουλος, Σωκράτης Μάλαμας και Χρήστος Νικολόπουλος. Έχει μία κόρη, τη Ναταλία Ρασούλη (μουσικό και τραγουδίστρια) που συνεργάστηκαν σε συναυλίες και στη δισκογραφία.

Απεβίωσε από έμφραγμα σε ηλικία 65 ετών στην Θεσσαλονίκη, στις 5 Μαρτίου 2011[1] και βρέθηκε νεκρός στις 13 Μαρτίου .
1945 - 1963

Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 28 Σεπτεμβρίου του 1945, μεγάλωσε στο Ηράκλειο, έψαλε στον Πολιούχο Άγιο Μηνά ο οποίος και τον επηρέασε αισθητικά και ιδεολογικά, βοηθούσε τον πατέρα του στο χρυσοχοείο όπου και από εκεί επηρεάστηκε από τα ρολόγια και τον χρυσό, ήταν σημαιοφόρος στο σχολειό του, από μικρός ανήκε στην νεολαία της αριστεράς - αφού ο πατέρας του ήταν για χρόνια στις ιταλικές φυλακές και ο θείος του στο Μαουτχάουζεν - κέρδισε δυο βραβεία στους μοντέρνους χορούς, ήρθε τέταρτος στα τετρακόσια μέτρα στους σχολικούς αγώνες του νομού και γενικά πέρασε πολύ όμορφα παιδικά χρόνια με τα αδέλφια του και τους φίλους του. Το όνομά του, Εμμανουήλ, είναι εβραϊκό και σημαίνει άνθρωπος του Θεού, το επίθετό του προέρχεται από το ιερό όνομα του κορανίου «ρασούλ» και το τρίτο το σανσκριτικό του το έδωσε ο Οσσο και είναι «ντέβα παρινίτο» και σημαίνει ερωτευμένος με την θεϊκότητα. Καταγόταν από τις Σίσες Μυλοποτάμου Ρεθύμνου.
1963 - 1974

Τελειώνοντας το γυμνάσιο ένοιωθε ότι τα πάντα τον έσπρωχναν να κολυμπήσει στα βαθιά. Στην Αθήνα σπουδάζει σκηνοθεσία κινηματογράφου, γράφει ποιήματα, σενάρια, τραγουδάει ερασιτεχνικά στις μπουάτ της Πλάκας, δουλεύει στην εφημερίδα της αριστεράς "Δημοκρατική Αλλαγή", παίρνει μέρος στους αγώνες του 114, περπατάει όλες τις πορείες ειρήνης, γνωρίζει όλη την τότε πνευματική πρωτοπορία και δεν σταματάει να ονειρεύεται να γυρίσει ταινία βασισμένη σε ένα βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη με μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, συνθέτοντας μέσα του τους δυο αυτούς μεγάλους δημιουργούς, κάτι το οποίο αργότερα πέτυχε. Στις 21 του Απρίλη συλλαμβάνεται από την Δικτατορία και περνάει μερικές ώρες στην «Μπουμπουλίνας». Φεύγει για το Λονδίνο όπου μένει 6 χρόνια. Εκεί διαμορφώνεται ιδεολογικά συμμετέχοντας στον αντιδικτατορικό αγώνα, αλλά και στο Τροτσκιστικό κίνημα στο οποίο ήταν στέλεχος και η Βανέσσα Ρεντγκρέιβ με την οποία δυο φορές συνεργάστηκε σε παραστάσεις με αγωνιστικούς στόχους. Στο Λονδίνο γράφει τα πρώτα του βιβλία και γίνεται συνεκδότης της εφημερίδας Σοσιαλιστική Αλλαγή, στην οποία γράφει άρθρα και επιφυλλίδες, παίρνει μαθήματα πολιτικής οικονομίας και φιλοσοφίας και πουλάει για 6 χρόνια την εν λόγω εφημερίδα στους δρόμους, συμμετέχοντας ασταμάτητα στους αγώνες των εργατικών συνδικάτων. Τον Μάη του '68 παίρνει μέρος στην μεγάλη εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι και τραυματίζεται από τους SRS. Το Λονδίνο τον αναδιαμορφώνει άνισα αλλά δημιουργικά. Το 74, λίγο μετά από το Πολυτεχνείο με απόφαση της οργάνωσης κατεβαίνει στην Αθήνα, όπου λόγω συλλήψεων από την Μυστική Αστυνομία, κρύβεται. Μετά τα γεγονότα στην Κύπρο το καλοκαίρι του 74 και την πτώση της Χούντας συνεχίζει τον πολιτικό αγώνα. Δουλεύει στα ναυπηγεία του Ανδρεάδη στο Πέραμα όπου κινδυνεύοντας να σκοτωθεί καθημερινά μπαίνει στην απεργιακή επιτροπή και πρωτοστατεί στο εργατικό κίνημα που ανατρέπει όλο το μέχρι τότε καθεστώς στα μεγάλα ναυπηγεία της Ελευσίνας. Στο Λονδίνο τον Ιούνιο του 1973 γεννιέται κατά την βούληση της διαλεκτικής της φύσης ένα κοριτσάκι, η κόρη του, που της έδωσε το όνομα Ναταλία, τιμής ένεκεν στη γυναίκα του Τρότσκι.
1974 - 1978

Τον καλεί ο φίλος του Μάνος Λοΐζος και τραγουδά στον δίσκο «Τα νέγρικα» μαζί με την Μαρία Φαραντούρη. Επίσης ο ίδιος συνθέτης τον επιβάλει και τραγουδά το τραγούδι στα κομέρσιαλ ενός σίριαλ που γίνεται επιτυχία. Ο συνθέτης Νίκος Μαμαγκάκης του προτείνει και τραγουδά σ' ένα δίσκο του σε ποίηση Πρεβελάκη "Ο νέος Ερωτόκριτος". Τυπώνει τα τρία πρώτα του βιβλία: "Η μπαλάντα του Ισαάκ", ένα σύνθετο ποίημα επηρεασμένο από τον αγώνα της νεολαίας, στο οποίο βιβλίο αναποδογυρίζει τον μύθο της θυσίας του Αβραάμ και έτσι ο Ισαάκ την παραμονή της Θυσίας το σκάει στα βουνά με κάποιους δούλους, αρχίζει πόλεμο ενάντια στον Αβραάμ τον οποίο και σκοτώνει. Έπεται το βιβλίο με διηγήματα "Μεγάλος ήρωας σε μικρή χαρτοσακούλα και ένα ανάμεικτο με διηγήματα και ποιήματα "κβο βαντις στατους κβο".
1978 - 2002

Αρχίζει να προσαρμόζεται στην ελληνική πραγματικότητα και να καταδύεται στην πεμπτουσία της. Το ένστιχτο και η μοίρα τον οδηγούν στον πυρήνα του ελληνικού τραγουδιού. Παραιτείται από το κόμμα μια μέρα που οι σύντροφοι υποστήριζαν τις ερυθρές πυρηνικές βόμβες ενάντια στις αντίπαλες. Βλέποντας έναν παραλογισμό ρίχνεται στη μελέτη των ανατολικών φιλοσοφιών . Ανακαλύπτει ή του αποκαλύπτεται μέσω μιας γνωστής του τον OSHO. Αναστατώνεται θετικά, διαβάζει βιβλία του, γοητεύεται, βαθαίνει, πηγαίνει στην Ινδία και τον συναντά. Συνεχίζοντας τις καλλιτεχνικές του δραστηριότητες τις εμπλουτίζει στο έπακρο με τη νέα του εμπειρία. Συστήνει στους Έλληνες τον OSHO εκδίδοντας το βιβλίο του «κρυμμένη αρμονία ομιλίες πάνω στον Ηράκλειτο». Οι προτάσεις του συναντούν μια ανταπόκριση των πολιτών που με μπαγκράουντ την κοινωνικοπολιτική μεταστροφή υπάρχει μια φρέσκια και θετική ενέργεια στην ατμόσφαιρα. Μελετά, γράφει, ερωτεύεται ξερωτεύεται, διαλογίζεται, αυτοπαρατηρείται, παλινδρομεί , ορμά, ωριμάζει, ανοίγεται, ρισκάρει, πληρώνει το τίμημα. Αναπόφευκτη η αντιπαράθεση με τα πάσης φύσεως κατεστημένα που βλέπουν σe αυτόν ένα κίνδυνο για την πόζα και την ανεπάρκεια τους. Ο OSHO, μεταβαίνει στο Όρεγκον. Χίλια δυο λαμβάνουν χώρα. Μια έρημος μετατρέπεται σε πόλη για 30000 ανθρώπους. Η Αμερικάνικη κυβέρνηση μετατρέπεται σε ταύρο σε γυαλοπωλείο. Τον καταδιώκει τον συλλαμβάνει τον φυλακίζει τον δηλητηριάζει, τον εκδιώχνει. Ο Ρασούλης συνεχίζοντας με συνέπεια αυτό που θεωρεί αναγκαίο, συγκρούεται και σιγά σιγά απομονώνεται, καθώς κόμματα, εκκλησία, ιδιωτικά κυκλώματα θεωρούν κίνδυνο τις προτάσεις του. Ακόμη και με το κέντρο του OSHO στο Όρεγκον ήρθε σε ρήξη. Γεμάτος αγωνία και περιεχόμενο κάνει μια επίσκεψη στη Νέα Υόρκη. Τρεισήμισι μήνες πρωτόγνωρη και αξέχαστη εμπειρία, τον αναγκάζει να προσθαφαιρεί στοιχεία προκειμένου να φτάσει στην Ιερή Φόρμουλα Χι τη χρυσή τομή του κόσμου, την κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Πτοείται, πολλάκις απελπίζεται αλλά παραμένει στο ρινγκ χρησιμοποιώντας τακτικές του Ρομπέν του Δασών του Μπρους Λη και του Χριστού. Τον κατηγορούν ότι είναι εγκέφαλος της 17 Ν. Αυτός δηλώνει για πολλοστή φορά ότι από φύση και θέση είναι ενάντια στη βία, ιδίως ενάντια στην ατομική τρομοκρατία. Όμως με τις δηλώσεις του τρομοκρατεί κάποιους και οι οποίοι τον υποδεικνύουν ως ιδεολογικό τρομοκράτη. Συνεχίζει να παράγει έργο επειδή επιθυμεί και επειδή είναι μέτρο σύγκρισης για τη συνέπεια των ιδεολογικών και ηθικών πεποιθήσεων. Δηλώνει όμως ότι η οντότητα του είναι πιο ενδιαφέρουσα από το έργο του, τα προϊόντα του. Η κόρη του Ναταλία σπουδάζει μουσική και αποκαλύπτεται ως ακραίο μουσικό φαινόμενο σαν τραγουδίστρια λαϊκών τραγουδιών, χέβι μέταλ και στις άριες των κλασσικών. Γίνεται γνωστή και στο εξωτερικό με το συγκρότημα Septic Flesh, αλλά συμμερίζεται εντός της Ελλάδος την εσκεμμένη απομόνωση του πατέρα της Μανώλη Ρασούλη. Με κεντρικό στόχο μια νέα συνείδηση πλανητική και μια νέα προσέγγιση στο τρίπτυχο ζειν ευ ζειν γνώθι σεαυτόν, παρεμβάλλεται στο εγχώριο αλλά και όσο μπορεί στο διεθνές γίγνεσθαι. Μέσα στην οδύσσειά του ο OSHO εκβράζεται και στην Κρήτη. Εκεί βρίσκει τον Ρασούλη να μένει στην ίδια περιοχή. Ήταν σαν ένα μήνυμα ύπαρξης. Ο Ρασούλης σαν Κρητικός κάνει το παν να προστατεύσει τον δάσκαλό του από τις επικείμενες επιθέσεις. Πληγώνεται όταν δεν το κατορθώνει και ο δάσκαλός συλλαμβάνεται και απελαύνεται. Το γεγονός αυτό υπερδιπλασιάζει την εγρήγορση του, την ευθύνη του, την ερευνά του, την αυτοπαρατήρησή του, συνάμα υπερδιπλασιάζεται η προσπάθεια των απαράτ κράτους και παρακράτους για να τον παροπλίσουν και να τον φιμώσουν, με κινήσεις έμμεσες ή άμεσες με κλασσικά ή πρωτότυπα τρικ. Συνεχίζει να παράγει έργο, τραγούδια, βιβλία ραδιοπρογράμματα , άρθρα σε εφημερίδες της πρωτεύουσας και της επαρχίας. Η Μελίνα Μερκούρη τον καλεί να πάρει μέρος στις εκδηλώσεις για την πολιτιστική Αθήνα και να τις δώσει ιδέες αλλά αρνείται γιατί δεν θεωρεί την Αθήνα άξια για να γίνει πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Έκτοτε μπαίνει στη μαύρη λίστα και του υπουργείου πολιτισμού. Προσπαθούν με δικαστικές καταδίκες να τον πτοήσουν και να τον βγάλουν εκτός ρινγκ., ο Ρασούλης κάνει συναυλίες στο Βερολίνο και στην Κωνσταντινούπολη και μιλά στο πνευματικό κέντρο του Δήμου Βαρκελώνης καθώς είναι φιλοξενούμενος του δήμου για ένα φεστιβάλ μεσογειακής ποίησης καθώς και στη Μαγιόρκα. Τα τραγούδια του γίνονται γνωστά κι αγαπητά στο Ισραήλ, την Τουρκία, Τη Σερβία, στις Χώρες όπου υπάρχουν Έλληνες αλλά και για κάποιο μυστήριο λόγο και στην Ιαπωνία. Τα τελευταία χρόνια στο απόγειο της προσπάθειας του και αφού το κατεστημένο το οποίο έχει ρίξει την Ελλάδα στον άκρατο αμοραλισμό, επικεντρώνεται να μπει τελειωτικά στη διεθνή αρένα έχοντας εκπαιδευτεί, από το εγχώριο στάτους που αποπνέει την πιο ιλουστρασιόν παρακμή σε όλο το γκλόμπαλ βίλατζ. Όμως και με παράπλευρο στόχο να εκφράσει τη βαθύτερη ψυχή της Ελλάδας με την οικουμενική ψυχή και της παγκόσμια δυναμική στην ανακάλυψη του αντίδοτου και την παραγωγή μιας νέας ιδεολογίας, ενός νέου κώδικα αξιών, που αυτή τη στιγμή αναζητά ο κάθε έξυπνος ευαίσθητος και έντιμος πολίτης κάθε χώρας κάθε φυλής, κάθε τάξης, και φύλλου. Τα τελευταία τρία χρόνια γίνεται νονός και κηδεμόνας ενός μικρού αγοριού του Πασχάλη που αγαπά ιδιαίτερα, και του φωτίζει τον ορίζοντα συνειδητοποίησης του νοήματος του κόσμου. Η τελευταία σημαντική εμπειρία του υπήρξε η επίσκεψη στη μεγάλη πυραμίδα της Γκίζας στης 22-9-2001, επίσκεψη που του τροφοδότησε στα μέγιστα το κουράγιο για τη συνέχιση της έρευνας και του έργου του.

http://el.wikipedia.org/wiki/Μανώλης_Ρασούλης

Μπριζίτ Μπαρντό

Bigbook.gr.


Brigitte Bardot - 1962.jpgΗ Μπριζίτ Μπαρντό γεννήθηκε στο Παρίσι, στις 28 Σεπτεμβρίου 1934, στο νούμερο 5 της Πλατείας Βιολέ, στο 15ο διαμέρισμα της πόλης. Καταγόμενη από ένα αστικό περιβάλλον, με πατέρα βιομήχανο, ιδιοκτήτη των εργοστασίων Μπαρντό, και μητέρα που ασχολούνταν με οικιακά, η νεαρή Μπριζίτ έλαβε αυστηρή μόρφωση στο πλευρό της αδερφής της, Μαρί-Ζαν. Από πολύ μικρή, έδειξε μεγάλο ενθουσιασμό για τον κλασικό χορό και έκανε τα πρώτα της βήματα σε ηλικία 7 ετών, στα cours Bourgat. Το 1949, μπαίνει στο Ωδείο του Παρισιού από όπου παίρνει την πρώτη της τιμητική διάκριση. Ο πατέρας της, ο οποίος είχε επαινεθεί από την Γαλλική Ακαδημία για μια ποιητική συλλογή, είχε πάθος με τον κινηματογράφο και του άρεσε πολύ να κινηματογραφεί. Χάρις σε αυτό, υπάρχουν πολλά φιλμ με την Μπαρντό σε παιδική ηλικία, πράγμα σπάνιο για την εποχή εκείνη. Η μητέρα της, που την αποκαλούσαν Τοτί, αγαπούσε ιδιαίτερα τη μόδα και το χορό. Έτσι, η οικογένεια Μπαρντό ήταν μέλος της υψηλής κοινωνίας και επισκεπτόταν συχνά το λεγόμενο tout-Paris. Είχαν επαφές με πολλούς διευθυντές του Τύπου, του θεάτρου, του κινηματογράφου, αλλά και ανθρώπους της μόδας. [1]

Το 1949, σε ηλικία 15 ετών, προσελήφθη από τη διευθύντρια των περιοδικών ELLE και Le Jardin des Modes, Ελέν Λαζαρέφ, στενή φίλη της μητέρας της. [2] Πολύ σύντομα, η Μπριζίτ προήχθη σε μασκότ του περιοδικού ELLE, στο οποίο και έκανε εξώφυλλο το 1950. [3] Χάρις σε αυτό το εξώφυλλο, ο σκηνοθέτης Μαρκ Αλεγκρέ την ξεχώρισε και της πρότεινε ένα ρόλο στην επόμενη ταινία του, «Les lauriers sont coupés». Η ταινία τελικά δε γυρίστηκε, μα χάρις σε αυτή την περίσταση η Μπριζίτ γνώρισε έναν νέο βοηθό, τον Ροζέ Βαντίμ. Από τότε οι δύο ερωτευμένοι, εκείνη μόλις 15 ετών, εκείνος περίπου 22, έγιναν αχώριστοι. Οι γονείς της δεν ενέκριναν σε καμία περίπτωση τη σχέση και προσπάθησαν, μάταια, να τους χωρίσουν. [1]
 
Πρώτα βήματα στον κινηματογράφο

Το 1952, ο σκηνοθέτης Ζαν Μπογιέ της προσέφερε ένα μικρό ρόλο, τον πρώτο της, στην ταινία «Le trou normand» με τον Μπουρβίλ. Δέχτηκε χωρίς να γνωρίζει πως με τον τρόπο αυτό θα έμπαινε στον κόσμο τον οποίο θα αντιπαθούσε αργότερα και από τον οποίο θα δυσκολευόταν να ξεφύγει. Λίγο αργότερα, ο Γουιλί Ροζιέ της προσφέρει το δεύτερο ρόλο της στην ταινία «Manina la fille sans voiles». Έχοντας φτάσει πλέον σε ηλικία 18 ετών, πατέρας της δίνει τη συγκατάθεσή του για να παντρευτεί με τον Ροζέ Βαντίμ. Ο γάμος τελέστηκε στη εκκλησία του Πασί, στις 21 Δεκεμβρίου 1952. [1]

Το 1953, η Μπαρντό γνώρισε την πρώτη και μοναδική της εμπειρία στο σανίδι παίζοντας στο θεατρικό «L'Invitation au château» του Ζαν Ανούιγ, σε σκηνοθεσία του Αντρέ Μπαρσάκ. Τον ίδιο χρόνο, γνωρίστηκε με το πρόσωπο που θα αποτελούσε την ιμπρεσάριο της για όλη τη διάρκεια της καριέρας της: την Όλγα Χόρστιγκ. Από κει κι έπειτα η Μπαρντό έψαχνε τους ρόλους της σε μικρές ταινίες, όπως το 1953, οπότε και έπαιξε σε ηλικία 19 ετών, στην ταινία «Κίτρινο Διαβατήριο». Αλλά ήταν στο Φεστιβάλ των Καννών όπου έλαβε χώρα μια πρώτη στροφή στην καριέρα της. Η μικρή στάρλετ που ήταν ήδη, επισκίασε μεγάλες σταρ της εποχής. Έλκει τα φλας των φωτογράφων και το σεξαπίλ της συνεπαίρνει την Κρουαζέτ. [4] Ο ηθοποιός Κερκ Ντάγκλας τότε κάνει μια απόπειρα να την μεταφέρει στις Ηνωμένες Πολιτείες. [1]

Στο εξής ενεπλάκη σε δωδεκάδες άλλες ταινίες, όπως το «Κορίτσια με Μέλλον» του Μαρκ Αλεγκρέ, το «Mio figlio Nerone» του Στένο, «Τα μεγάλα γυμνάσια» του Ρενέ Κλαιρ, «Μαμζέλ Πιγκάλ» του Μισέλ Μπουασρόντ και «Ξεφυλλίζοντας τη Μαργαρίτα» και πάλι του Αλεγκρέ.
Καθιέρωση

Αλλά ήταν το 1956, σε ηλικία 22 ετών, που μπήκε στο πάνθεον του παγκόσμιου κινηματογράφου και έγινε διεθνές σύμβολο του σεξ, χάρις στο φιλμ του Ροζέ Βαντίμ «Και ο Θεός... έπλασε τη γυναίκα». Υποδύθηκε τη Ζυλιέτ Αρντί, απέναντι στους Κουρτ Γιούργκενς, Κριστιάν Μαρκάν και Ζαν Λουί Τρεντινιάν. Ο Βαντίμ οριοθέτησε με τα παρακάτω λόγια το χαρακτήρα της Μπαρντό:

«Ήθελα διαμέσου της Μπριζίτ, να αναπαραστήσω το κλίμα της εποχής, η Ζυλιέτ είναι ένα κορίτσι των καιρών της, που αποτινάσσει κάθε συναίσθημα ενοχής, κάθε ταμπού που της επιβάλλει η κοινωνία και της οποίας η σεξουαλικότητα είναι παντελώς απελευθερωμένη. Στην προπολεμική λογοτεχνία και τα φιλμ, θα την είχαν χαρακτηρίσει πόρνη. Στην εν λόγω ταινία, είναι μια πολύ νέα γυναίκα, γενναιόδωρη, καμιά φορά ανισόρροπη, και τελικά ασυγκράτητη, που δεν έχει καμιά άλλη δικαιολογία παρά τη γενναιοδωρία της». [5]

Όταν κυκλοφόρησε στη Γαλλία, το φιλμ είχε μέτρια επιτυχία, αλλά το 1957, κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ, όπου έκανε μεγάλη εντύπωση και ξεκίνησε μια αλυσίδα παθών και επιθέσεων (κυρίως από τη λογοκρισία). Απαγορεύτηκε η προβολή της σε μερικές Πολιτείες, αλλά γνώρισε τεράστια επιτυχία. Και ήταν αυτή η ώθηση από την Αμερική που εξαπλώθηκε και στη Γαλλία, μετατρέποντας την ταινία σε θρίαμβο. Αυτή η ταινία ήταν το αποχαιρετιστήριο δώρο προς τη Μπριζίτ από τον Βαντίμ. Χώρισαν λίγους μήνες μετά, με την Μπαρντό να εμφανίζεται στο πλάι του Ζαν Λουί Τρεντινιάν. [1]

Έκτοτε δημιουργείται ο μύθος B.B.: ανοιχτόχρωμα ξανθά μαλλιά, πολύ μακριά, γεμάτα μπούκλες και σκάλες, ή ακόμη η διάσημη κόμμωση «choucroute» (ξινολάχανο). Μάτια τονισμένα με μαύρο eye-liner, κόκκινα χείλη ή ροζ οριοθετημένα με ένα ίχνος ασορτί κραγιόν. Ρούχα σέξυ και εφαρμοστά, ταγέρ, φούστες, φαρδιές ζώνες, μπαλαρίνες, τζιν, Τ-shirt, ή ακόμη το διάσημο μπικίνι που έκανε μόδα. Επιπροσθέτως, διάσημες προσωπικότητες όπως ο Φρανσουά Νουρισιέ, η Μαργκερίτ Ντυράς, ο Ζαν Κοκτώ και η Σιμόν ντε Μπωβουάρ δείχνουν ενδιαφέρον για εκείνη και της αφιερώνουν άρθρα. Η «μπαρντολατρία» είναι πλέον γεγονός.

Μπροστά σε αυτή την παγκόσμια επιτυχία, το Χόλιγουντ της κάνει εντυπωσιακές προτάσεις, αλλά εκείνη τις αρνήθηκε όλες, επιθυμώντας να μείνει γαλλική αξία. Με τον καιρό αγόρασε τη Μαντράγκ, μια έκταση στο Σαν-Τροπέ το 1958, συνεισφέροντας στο να γίνει αυτός ο τόπος, ήδη γνωστός από τις δεκαετίες του 1920 και 1930 για τους καλλιτέχνες και συγγραφείς που έλκυε, θρυλικός τόσο εξαιτίας της παρουσίας της εκεί, όσο και των τρελών πάρτυ που οργάνωνε. Της αποδίδουν μια ζωή ελευθεριάζουσα και γεμάτη εραστές, καθώς αυτή την εποχή είχε δεσμό με το μουσικό Σασά Ντιστέλ. [1]

Έκτοτε, η παραμικρή της κίνηση παρακολουθείται, παραμορφώνεται και διαδίδεται, καθώς οι παπαράτσι δεν την αφήνουν ποτέ. Ακολουθεί ένα ντοκιμαντέρ το 1963, με τίτλο «Παπαράτσι», με θέμα τους φωτογράφους που δεν την άφηναν σε ησυχία. Λατρεύτηκε και μισήθηκε όσο λίγες γυναίκες του καιρού της. Εκατομμύρια έντυπα στον κόσμο τυπώνονται με τη φωτογραφία της στο εξώφυλλο, ενώ αναρίθμητα άρθρα είτε την αποθεώνουν είτε την κατακρίνουν, ορισμένες φορές σχεδόν βίαια.

Η Μπαρντό γυρίζει μια σειρά ταινιών με τους διασημότερους ηθοποιούς της εποχής, όπως για παράδειγμα την ταινία «Μια Παριζιάνα», μια κωμωδία του Μισέλ Μπουαρόν με τον Aνρί Βιντάλ. Το ζευγάρι, που είχε μεγάλη απήχηση στο κοινό, ξανασυναντήθηκε επί της μεγάλης οθόνης δύο χρόνια αργότερα, υπό την καθοδήγηση του ίδιου σκηνοθέτη, στην ταινία «Voulez-vous danser avec moi?», η οποία όμως συνδέθηκε τραγικά με το θάνατο του Βιντάλ, λίγο μετά το τέλος των γυρισμάτων.

Το 1958 βγαίνει στις κινηματογραφικές αίθουσες το «Υβέτ, το κορίτσι της ακολασίας» του Κλωντ Ωτάντ Λαρά, με τους Ζαν Γκαμπέν και Εντβίζ Φελιέ. Αυτή η ταινία, που πραγματεύεται την ιστορία ενός παριζιάνου δικηγόρου που παρατά την καριέρα και το σπιτικό του από αγάπη για την Υβέτ, μια νέα γυναίκα που συμμετείχε σε μια αποτυχημένη ένοπλη ληστεία, αποτελεί μια από τις μεγάλες κλασικές του γαλλικού κινηματογράφου. Ο Γκαμπέν, ο οποίος αναρωτιόταν αρχικά σχετικά με την Μπαρντό, "ποιο είναι αυτό το πράγμα που τριγυρίζει γυμνή", ομολόγησε στο τέλος πως επρόκειτο για μια πραγματική κωμική ηθοποιό.

Κατόπιν, το 1959, γυρίζεται το «Η Μπαμπέτ πάει στον πόλεμο» του Κριστιάν Ζακ, με τον Φρανσίς Μπλανς και έναν ηθοποιό που η ίδια απαίτησε, τον Ζακ Σαριέ. Με τον τελευταίο παντρεύτηκαν στις 11 Ιουνίου του ίδιου έτους «υπό τα πυρά» του παγκόσμιου Τύπου. Στις 11 Ιανουαρίου 1960, έφερε στον κόσμο, στην οικία της (στάθηκε αδύνατο να βγει από το σπίτι, επειδή κάθε διέξοδος ήταν μπλοκαρισμένη από δημοσιογράφους), ένα αγοράκι, τον Νικολά Σαριέ, του οποίου η γέννηση αποτέλεσε παγκόσμιο θέμα συζήτησης.
Σύμβολο του Σεξ

Το 1960, βγαίνει στις αίθουσες η ταινία «Η Αλήθεια», με τους Σαρλ Βενέλ, Σάμι Φρέι και Μαρί Ζοζέ Νατ, που πραγματεύεται ένα έγκλημα πάθους. Η καλύτερη ταινία της, όπως θα υποστήριζε η ίδια. Ωστόσο, ο σκηνοθέτης Ανρί Ζωρζ Κλουζώ, την υπέβαλε σε επίπονα γυρίσματα. Επιπλέον, η δυσκολία της να ασχοληθεί με το παιδί της, τα προβλήματα που δημιούργησαν οι πιέσεις από όλες τις πλευρές, η προδοσία του γραμματέως της ο οποίος και μετέφερε διάφορα μυστικά της στον Τύπο, η ασφυκτική πολιορκία των δημοσιογράφων και οι άγριες διαθέσεις των θαυμαστών της την έσπρωξαν στα όριά της. Η Μπριζίτ Μπαρντό πραγματοποίησε μια απόπειρα αυτοκτονίας την ημέρα των γενεθλίων της, στις 28 Σεπτεμβρίου 1960. Έχοντας πέσει σε κώμα, επέζησε από θαύμα. [1]

Το 1962, ξεκινά την πρώτη της μάχη υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων, θέτοντας τον εαυτό της στη μάχη κατά του επώδυνου πιστολιού που χρησιμοποιούταν για τη θανάτωση των ζώων στα σφαγεία. Βλέποντας τις συνθήκες θανάτου των ζώων, αποφάσισε να γίνει χορτοφάγος και να αγωνιστεί προς την κατεύθυνση αυτή. [6]

Το 1963, στα 27 της χρόνια, γυρίζει το κινηματογραφικό αριστούργημα, «Η Περιφρόνηση», του Ζαν Λυκ Γκοντάρ, με τον Μισέλ Πικολί και τον Τζακ Πάλανς στο Κάπρι. Την εποχή της η ταινία έγινε δεκτή με μεικτές κριτικές. Η ίδια ομολόγησε αργότερα πως ποτέ δεν κατάλαβε αληθινά το πνεύμα του Γκοντάρ, μα πως διασκέδασε κάνοντας την ταινία. Ο Πικολί είπε για τη Μπαρντό, πως από την αρχή του εγχειρήματος ήταν χαρούμενη που ένας μεγάλος σκηνοθέτης της ζήτησε να δουλέψουν μαζί, και πως γνώριζε καλά τι απαιτήσεις θα είχε από εκείνη. Αλλά πως την ίδια στιγμή υπήρχε κάτι το ανατρεπτικό στους τρόπους της, τη ραθυμία της, την ανυπαρξία ανάγκης να προσπαθήσει. [7]

Την επόμενη χρονιά, το 1964, η ηθοποιός πήγε για διακοπές σε ένα χωριό της Βραζιλίας, με τη συνοδεία του τότε συντρόφου της, του μουσικού Μπομπ Ζαγκουρύ. Έκτοτε το χωρίο γνωρίζει την ίδια δημοφιλία με το Σαν-Τροπέ, μόνο και μόνο γιατί η σταρ διέμεινε εκεί. Σαν ένδειξη ευγνωμοσύνης οι ντόπιοι της έστησαν άγαλμα.

Το 1965, πρωταγωνιστεί με τη Ζαν Μορώ στην ταινία «Viva María !» του Λουί Μαλ, σκηνοθέτη με τον οποίο επανασυνδέθηκε τρία χρόνια μετά την ταινία «Vie Privée». Πρόκειται για την ιστορία δύο τραγουδιστριών του καμπαρέ στο Μεξικό, που στρατολογήθηκαν για έναν επαναστατικό σκοπό. Το φιλμ γνώρισε τεράστια επιτυχία, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η Μπαρντό ταξιδεύει για λόγους προώθησης. Γίνεται δεκτή από τον Τύπο και το κοινό, όπως ακριβώς και οι μεγάλες σταρ του Χόλιγουντ. Έλαβε επίσης υποψηφιότητα για βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (BAFTA), στην κατηγορία καλύτερης ξένης ηθοποιού. Την περίοδο αυτή η Μπριζίτ Μπαρντό βρισκόταν στο απόγειο της ομορφιάς και της δόξας της.

Το 1966 ο βαθύπλουτος Γερμανός Γκίντερ Ζακς της στέλνει μια πραγματική βροχή από ροδοπέταλα για να της εξομολογηθεί τον έρωτά του και να τη ζητήσει σε γάμο. Πράγματι ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου στις 14 Ιουλίου 1966 στο Λας Βέγκας, γάμος που κράτησε δύο χρόνια. [1] Τον επόμενο χρόνο έρχεται αντιμέτωπη με ένα υστερικό πλήθος στο Φεστιβάλ των Καννών του 1967, όπου μετέβη με το σύζυγό της. Αποτέλεσε την τελευταία της δημόσια εμφάνιση, με τη ιδιότητα της ηθοποιού.

Πάντα το 1967, έχει ένα ειδύλλιο με τον Σερζ Γκαϊνσμπούρ. Γίνεται μούσα του, κι εκείνος της γράφει μια δεκάδα τραγούδια, ανάμεσα στα οποία μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της: «Harley Davidson», «Bonnie & Clyde», «Contact», «Comic Strip», «Bubble Gum», «La Bise aux hippies», «L'Appareil à sous», «Je me donne à qui me plait», καθώς επίσης και το «Je t'aime… moi non plus», αλλά η Μπαρντό, όντας ακόμη παντρεμένη, ζήτησε από το συνθέτη να μην το κυκλοφορήσει, κάτι που ο ίδιος δέχτηκε. Όταν χώρισαν, της αφιέρωσε ένα τραγούδι - ύμνο: Initials BB.

Την ίδια χρονιά η Μπαρντό συμμετείχε στο Sacha Show, και κατόπιν στο πρωτοχρονιάτικο Show Bardot, το οποίο της ήταν αφιερωμένο και γνώρισε παγκόσμια επιτυχία. Παράλληλα μια σειρά σημαντικών συνθετών της γράφουν τα τραγούδια «C'est Rigolo», «Invitango», «Les Amis de la musique», «Everybody loves my baby», «Madrague», «Moi je joue», «La Fille de paille», «Le Soleil», «Oh ! Qu'il est vilain», κ.ά.

Το 1968, ο Σαρλ ντε Γκωλ δηλώνει πως η Μπριζίτ Μπαρντό φέρνει στη χώρα τόσο συνάλλαγμα, όσο και η αυτοκινητοβιομηχανία Renault. Ο πρόεδρος την εκτιμούσε για την απλότητα, την ειλικρίνεια και το χιούμορ της, κι έτσι της πρότεινε να ποζάρει για την προτομή της Μαριάν, το σύμβολο της γαλλικής δημοκρατίας που υπάρχει σε όλα τα δημαρχεία της χώρας. Εκείνη δέχτηκε κι έτσι έγινε η πρώτη γυναίκα που ενσάρκωσε τα χαρακτηριστικά του γαλλικού συμβόλου. Την προτομή φιλοτέχνησε ο γλύπτης Αζλάν. Την διαδέχτηκαν οι Μιρέιγ Ματιέ, Κατρίν Ντενέβ, Ινές ντε Λα Φρεσάνζ, Λετίσια Κάστα και Εβελίν Τομά.
Επίλογος Καριέρας

Το 1970, ο Μισέλ Ντεβίλ την παρουσιάζει χαρωπή και δραστήρια στην ταινία «L'Ours et la Poupée» στο πλάι του Ζαν Πιερ Κασσέλ (πατέρα του ηθοποιού Βενσάν Κασέλ). Το 1971, η Μπαρντό εμφανίζεται στην ταινία «Η λεωφόρος των λαθρεμπόρων», του Ρομπέρ Ενρικό με τον Λίνο Βεντούρα, η υπόθεση της οποίας εξελίσσεται στην περίοδο της ποτοαπαγόρευσης. Την ίδια χρονιά γυρίζει στο πλάι της Κλαούντια Καρντινάλε την ταινία «Les pétroleuses», του σκηνοθέτη Κριστιάν Ζακ, ένα κωμικό γουέστερν. Αυτές οι τρεις ταινίες ήταν οι τελευταίες κινηματογραφικές επιτυχίες της ηθοποιού.

Το 1973, έχοντας ολοκληρώσει τα γυρίσματα για την τελευταία της ταινία, «L'Histoire très bonne et très joyeuse de Colinot trousse-chemise», της Νίνα Κομπανίζ, μετά από 21 χρόνια καριέρας, 50 ταινίες και 80 τραγούδια, μην αντέχοντας πλέον την υπερέκθεσή της στα μίντια και το ίδιο το σινεμά, η Μπριζίτ Μπαρντό αποσύρθηκε οριστικά από τα καλλιτεχνικά δρώμενα. Αποφάσισε να αφοσιωθεί πλέον σε ένα άλλο πάθος που είχε φωλιάσει μέσα της από καιρό: την υπεράσπιση των ζώων. Κάποια χρόνια πριν είχε δηλώσει:

«Είμαι μια γυναίκα σαν όλες τις άλλες, έχω μια μύτη και ένα στόμα, έχω αισθήματα και σκέψεις, αλλά η ζωή μου γίνεται ανυπόφορη. Η ψυχή μου δεν μου ανήκει πια. Για μένα, το βεντετιλίκι είναι μια βιτρίνα. Δεν μπορώ να ζήσω όπως επιθυμώ. Η ύπαρξή μου είναι απλά υπόγεια. Ναι, θέλω να αισθανθώ το φρέσκο αέρα σπίτι μου, δεν μπορώ να ανοίξω το παράθυρο, γιατί θα υπάρχει ένας φωτογράφος καθισμένος στη στέγη απέναντι. Υπάρχουν πολλά πράγματα στη ζωή μου για τα οποία δεν μπορώ να πω ότι μου ανήκουν». [7]

Πρώτα βήματα στην υπεράσπιση των ζώων

Το 1977, η Μπαρντό ξεκινά μια μεγάλη καμπάνια αναχωρώντας για τους πολικούς πάγους του Καναδά, στο Μπλακ-Σαμπλόν, ώστε να καταγγείλει τη θανάτωση μωρών φώκιας για τη γούνα τους. Το ταξίδι της κρατά πέντε ημέρες, γνωρίζοντας μεγάλη προβολή από τον Τύπο. Μετά την επιστροφή της στη Γαλλία, κατάφερε να ψηφιστεί η απαγόρευση του εμπορίου προϊόντων με δέρμα φώκιας νεότερης των τεσσάρων εβδομάδων [8], χάρις κυρίως της υποστήριξης από τον τότε Πρόεδρο της χώρας, Βαλερί Ζισκάρ Ντ' Εστέν.

Μετά την εκστρατεία της στον Καναδά, το 1978, η Μπαρντό κυκλοφορεί στην αγορά ένα βιβλίο για παιδιά με τίτλο «Noonoah, η μικρή λευκή φώκια», το οποίο και διηγείται τη ζωή ενός μωρού φώκιας που σώθηκε από τους κυνηγούς χάρις σε έναν Εσκιμώο.

Το 1982, επιστρέφει ειδικά για την περίσταση στα στούντιο, για να ηχογραφήσει το τραγούδι, αφιερωμένο στα ζώα, το Toutes les bêtes sont à aimer, ένα τραγούδι που γνώρισε μικρή επιτυχία.

Κατόπιν το 1985, ονομάζεται Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής από τον Πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν, αλλά η Μπαρντό αρνείται. [9]
Το Ίδρυμα Μπριζίτ Μπαρντό

Το 1986, ιδρύεται το Ίδρυμα Μπριζίτ Μπαρντό, [10] ένας οργανισμός στρατευμένος στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ζώων, το οποίο και η ηθοποιός χρηματοδοτεί βγάζοντας σε δημοπρασία διάφορα προσωπικά της αντικείμενα και κοσμήματα. Τα κύρια πεδία δραστηριοποίησης του ιδρύματος σχετίζονται με: τη μάχη κατά της αιχμαλωσίας άγριων ζώων για την τοποθέτησή τους σε τσίρκα και ζωολογικούς κήπους, για τις συνθήκες σφαγής των ζώων, για την καταπολέμηση της ιπποφαγίας, για την κατάργηση των πειραμάτων σε ζώα, για την καταπολέμηση της κακομεταχείρισης και του παράνομου κυνηγιού, για την εξάλειψη των αγώνων με ζώα (όπως οι ταυρομαχίες και κοκορομαχίες), καθώς και την ευαισθητοποίηση σχετικά με την εγκατάλειψη των οικόσιτων ζώων.

Κατά την περίοδο 1989-1992, η Μπαρντό παρουσιάζει τις εκπομπές SOS Animaux, οι οποίες αποσκοπούν στην ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες υποφέρουν τα ζώα. Γυρίστηκαν 13 εκπομπές που γνώρισαν μεγάλη ακροαματικότητα.
Δεκαετίες 1990 & 2000

Στις 16 Αυγούστου 1992, η Μπαρντό παντρεύτηκε για τέταρτη φορά, στη Νορβηγία, τον Μπερνάρ ντ’ Ορμάλ, ένα βιομήχανο, με τον οποίο ζει στον Σαν-Τροπέ. [9]

Το 1993 απονέμεται για πρώτη φορά στο Χόλιγουντ το Διεθνές Βραβείο Μπριζίτ Μπαρντό, το οποίο τιμά κάθε χρόνο το καλύτερο ρεπορτάζ που σχετίζεται με ζώα. Η ηθοποιός, αν και συγκινημένη με τη χειρονομία των Αμερικανών, δεν έχει παρευρεθεί ποτέ στην τελετή. [9]

Αργότερα, το 1996, κυκλοφορεί ο πρώτος τόμος των απομνημονευμάτων της με τίτλο Initiales BB (Αρχικά Μπεμπέ), το οποίο αφηγείται τα παιδικά της χρόνια και ολόκληρη της περίοδο της ακμής της στον κινηματογράφο. [11] Ο δεύτερος τόμος, Le Carré de Pluton, κυκλοφορεί το 1999, αφηγούμενο τη ζωή της από το 1973 και μετά, αφού σταμάτησε τις ταινίες, μέχρι το 1996, περίοδο κατά την οποία αγωνίστηκε για τα ζώα.

Στις 11 Φεβρουαρίου 2000, την περιμένει μια δυσάρεστη έκπληξη, που δεν είναι άλλη από το θάνατο του Ροζέ Βαντίμ. Ήταν παρούσα στην κηδεία στο Σαν-Τροπέ, μερικές μέρες μετά, στο πλάι τεσσάρων ακόμη συζύγων του σκηνοθέτη: των Κατρίν Ντενέβ, Τζέιν Φόντα, Ανέτ Στρόιμπεργκ και Κάθριν Σνάιντερ, αλλά και της Μαρί Κριστίν Μπαρώ, της τελευταίας του συντρόφου.

To 2001, η οργάνωση PETA, απονέμει στη Μπαρντό ένα βραβείο, το «Ανθρωπιστικό Βραβείο PETA», σαν αναγνώριση των αγώνων της υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων, και κυρίως για την προσπάθειά της για την προστασία της φώκιας.

Το 2002, και ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, η Μπαρντό καλεί τον κόσμο σε μποϊκοτάρισμα των νοτιοκορεάτικων προϊόντων, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την κατανάλωση του κρέατος σκυλιών και γατιών στη Νότια Κορέα. Η ίδια υποστηρίζει πως την κίνησή της αυτή ακολούθησαν πολλές χιλιάδες απειλητικά γράμματα.

Κατόπιν, το 2003, δημιουργεί ένα νέο σκάνδαλο, αλλά αυτή τη φορά πολύ διαφορετικό από τα προηγούμενα. Κυκλοφόρησε το βιβλίο «Un cri dans le silence», όπου εκφράζει το σύνολο των προσωπικών της ιδεών για τη ζωή, μερικές από τις οποίες αντιπροσωπεύουν ανοιχτά ακροδεξιές απόψεις. Η ηθοποιός κάνει εκτενή αναφορά στον πόλεμο του Ιράκ και καταδικάζει τη γαλλική ελευθερία η οποία συρρικνώνεται. Καταπιάνεται επίσης με την «σεξουαλική ασυδοσία της κοινωνίας», καταδικάζει ορισμένους εκπαιδευτικούς αποκαλώντας τους «αστέγους της εκπαίδευσης» και καταφέρεται εναντίον ορισμένων ανέργων ονομάζοντάς τους «τεμπέληδες χαραμοφάηδες». Επίσης καταδικάζει τα Gay Pride, καθώς επίσης τη μουσουλμανική εορτή Αϊντ ελ-Κεμπίρ και τους λαθρομετανάστες. Τον Ιούνιο του 2004 καταδικάζεται για την προώθηση ρατσιστικών αντιλήψεων. [12]

Το 2006, συνεχίζει τη σταυροφορία της ενάντια στο κυνήγι της φώκιας, αναχωρώντας και πάλι για τον Καναδά μετά από 30 χρόνια, παρά το γεγονός ότι ο αριστερός της γοφός έχει προσβληθεί από αρθριτικά και είναι αναγκασμένη να μετακινείται με πατερίτσες. Εκφράζει την επιθυμία να συναντηθεί με τον πρωθυπουργό της χώρας, Στήβεν Χάρπερ, ο οποίος όμως αρνείται. Ωστόσο δεν παρατά την προσπάθεια και οργανώνει συνέντευξη Τύπου στην Οτάβα, έχοντας στο πλάι της νέους συμμάχους, τον Πωλ ΜακΚάρτνεϊ και την Πάμελα Άντερσον. Στις 28 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, γιορτάζει τα 72α γενέθλιά της, αλλά και τα 20 χρόνια από την έναρξη της λειτουργίας του Ιδρύματός της. Με αυτή την αφορμή εκδίδει ένα βιβλίο με τον τίτλο «Pourquoi?» («Γιατί;»), αφηγούμενη τα 20 χρόνια λειτουργίας του Ιδρύματος. Το τελευταίο αριθμεί σήμερα πάνω από 57.000 δότες χρημάτων από 20 διαφορετικές χώρες. [13]

Κατά τις γαλλικές προεδρικές εκλογές το 2007, η Μπαρντό, εκνευρισμένη που το όνομά της συνδέθηκε με το κόμμα του Ζαν Μαρί Λε Πεν, υποστηρίζει ότι ποτέ δεν υπήρξε μέλος ούτε του Εθνικού Μετώπου ούτε κανενός άλλου κόμματος, και ανακοινώνει πως δεν θα ψηφίσει, καθώς, σύμφωνα με την ίδια, κανένας από τους 12 υποψηφίους δεν δείχνει ευαισθησία στα ζητήματα που αφορούν τα ζώα.

Το 2008, δικαστήριο στο Παρίσι καταδικάζει την ηθοποιό σε δύο μήνες φυλάκιση με αναστολή και 15.000 ευρώ πρόστιμο με την κατηγορία ότι προέβη σε δηλώσεις που υποκινούν το ρατσιστικό μίσος, εξαιτίας ενός γράμματος που είχε στείλει στο Νικολά Σαρκοζί όταν εκείνος διένυε τη θητεία του ως Υπουργός Εσωτερικών, στο οποίο και καταδίκαζε μια μουσουλμανική τελετή στην οποία σφάζονται ζώα. Επίσης εξέφρασε την άποψη ότι οι μουσουλμάνοι εξαπλώνονται ταχύτατα στη Γαλλία και επιθυμούν να επιβάλλον τον τρόπο ζωής και τις αντιλήψεις τους στο γενικότερο πληθυσμό. Η δίκη έληξε στις 3 Ιουνίου 2008, με την δικαστική αρχή να δηλώνει πως βαρέθηκε να καταδικάζει την Μπαρντό για το ίδιο ζήτημα ξανά και ξανά.

http://el.wikipedia.org/wiki/Μπριζίτ_Μπαρντό

Το "σπασμένο καράβι" του μπάρμπα Γιάννη

http://www.cretalive.gr/history/view/to-spasmeno-karabi-tou-mparmpa-giannh/108937

Το "σπασμένο καράβι" του μπάρμπα Γιάννη

 
Μα ιδιαίτερο πάθος και αγάπη έτρεφε ο Σκαρίμπας για τον Καραγκιόζη που τον θεωρούσε το γνησιότερο είδος λαϊκού θεάτρου αφού μέσα απ’ αυτόν εκφράζονταν τα όνειρα κι οι καημοί του λαού κι ακόμα γιατί οι ρίζες του βυζαίνουν στην αρχαία μας παράδοση.
«Σπασμένο καράβι να 'μαι πέρα βαθιά , έτσι να 'μαι, 
με δίχως κατάρτια με δίχως πανιά, να κοιμάμαι»,
  Γιάννη Σκαρίμπα (1893-1984)

Ο Γιάννης Σκαρίμπας  υπήρξε μια πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα των  ελληνικών γραμμάτων. Ήταν ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, βιβλιοκριτικός, αρθρογράφος μα και ένα ς από τους καλύτερους καραγκιοζοπαίχτες του ελληνικού θεάτρου σκιών. Μάλιστα δημιούργησε όλες σχεδόν τις φιγούρες μόνος του. Το έργο του, εντυπωσιακό σε έκταση και ποικιλία, σημαδεύτηκε από την έντονη αντιδικία του με τις καθιερωμένες αξίες της ζωής και του αστικού πολιτισμού.
Γεννήθηκε στην Αγία Ευθυμία της Φωκίδας στις 28 Σεπτεμβρίου του 1893. Στα γράμματα εμφανίστηκε κατά τη δεκαετία του 1910 με ποιήματα και πεζά που δημοσίευσε σε διάφορα περιοδικά της Αθήνας και στις εφημερίδες Εύριπος και Εύβοια της Χαλκίδας, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Κάλλις Εσπερινός. Η πρώτη του επίσημη εμφάνιση με το πραγματικό του όνομα έγινε το 1929, όταν έλαβε το Α΄ βραβείο διηγήματος για το πεζό  : Ο καπετάν Σουρμελής ο Στουραΐτης, το οποίο δημοσίευσε στο περιοδικό Ελληνικά Γράμματα.
«Κρυφή χαρά, κρυφό καμάρι τόχε μες στην καρδιά του και το χαίρονταν τον ξαναπαγεμό του στο λιμάνι της Κάτω Μπάσιας ο Καπτα-Σουρμελής ο Στουραΐτης. Πότε να φτάσει!Εκεί σιμά στα χαμηλά παρεθυράκια των Σουρούτηδων θ' άραζε, καρσί στα μαύρα μάτια της Αννίκας.Έλα Χριστέ και Παναγιά πόσ' όμορφος πούταν ο κόσμος! Μιά φουσκοθαλασσά καλωσύνης, μιά μοσκοβολιά τρυφεράδας, έτσι έν' αγεράκι ερωτικό γλυκοφυσάμενο φούσκωνε την καρδιά του και τις σκέψεις του.
Θάφτανε.Θα φουντάριζε στην ίδια θέση, γερά θα ρεμεντζάριζε την «Τρισεύγενη» το τρεχαντήρι του· σβέλτος και λυγερός κι αυτός θα ορθώνονταν στο κάσαρο.
Κι από κοντά; Ω από κοντά όλα θαρχόνταν μοναχά τους με τη σειρά και με την τάξη.Αχ! ναι, σαν τότες!Να, θ' άνοιγαν τα παρεθύρια των Σουρούτηδων, θ' άστραφταν και τα μάτια της Αννίκας.Κι όταν τη νύχτα, όλα γλυκά θα σώπαιναν, τότες, ώ τότες αυτός ήξερε.Αχ! πόσο γλυκιές ήσαν οι γνώμες του, πόσ' όμορφη 'ταν η ζωή του.
…Αγέρας ερωτικός οι καϋμοί του φούσκωναν τα πανιά του και τους φλόκους του, ερωτικό πουλάκι κ' η ψυχούλα του φλετούραε αμπροστά, το δρόμο δείχνοντας στο ερωτικό καράβι.Πότε να φτάσει…»Έτσι καθιερώθηκε από την πρώτη του κιόλας εμφάνιση σαν συγγραφέας με δικό του προσωπικό ύφος, το περίφημο «α-λα-Σκαρίμπα» ύφος, όπως το αποκάλεσε τότε ο Κόντογλου αλλά και άλλοι μετέπειτα μελετητές του.
Ο Γιάννης Σκαρίμπας πνεύμα ανήσυχο και δημιουργικό με φαντασία αχαλίνωτη θα προχωρήσει τρία (3) χρόνια αργότερα (1932) στην έκδοση ενός καινούριου βιβλίου του («το θείο τραγί») και στα 1935 ενός άλλου βιβλίου του (ο «Μαριάμπας») . Το γράψιμο γίνεται πιο άτσαλο, πιο αναρχικό. Το πραγματικό μπλέκεται με το φανταστικό, το κωμικό με το δραματικό. Και για πρώτη φορά το παράλογο θα κάμει την εμφάνισή του στη Λογοτεχνία μας. Αυτό θα φανεί πιο έντονα και στο πρώτο θεατρικό έργο του Σκαρίμπα τον «ήχο του κώδωνος» που παίχτηκε στη Χαλκίδα στα 1942. Είχε έναν δικό του λόγο, δεν ακολούθησε ποτέ σχολές και ρεύματα. Η σχέση του με το αναγνωστικό του κοινό του ήταν πάντα ιδιόρρυθμη. Τον λάτρεψαν την περίοδο της δικτατορίας και διαβάστηκα και λίγο μετά. Αργότερα ξεχάστηκε ωστόσο το ιδιαίτερο χιούμορ του και η καυστική του γλώσσα δεν σταμάτησαν ποτέ να συγκινούν και να γοητεύουν.
Διαπρέπει και σαν ποιητής. Πολλά από τα ποιήματα του Σκαρίμπα μελοποιήθηκαν από αξιόλογους συνθέτες (Γ. Σπανός, Σαρ. Κασάρας, Χρ. Λεοντής, Ν. Άσιμος κ.ά.) και κυκλοφόρησαν σε δίσκους.
Μα ιδιαίτερο πάθος και αγάπη έτρεφε ο Σκαρίμπας για τον Καραγκιόζη που τον θεωρούσε το γνησιότερο είδος λαϊκού θεάτρου αφού μέσα απ’ αυτόν εκφράζονταν τα όνειρα κι οι καημοί του λαού κι ακόμα γιατί οι ρίζες του βυζαίνουν στην αρχαία μας παράδοση. Έγραφε σχετικά με το θέμα αυτό σε κάποιο βιβλίο του: «Τούτος ο ξυπόλυτος έρχεται ντρίτα από τα μυστήρια: τα ορφικά, τα ελευσίνια, τα διονύσια, όπως ο άνθρωπος έρχεται ντρίτα από τη μόδα. Ντεμοντέ είναι μόνον οι νεκροί, ενώ και η καρδιά του Έθνους δεν χτυπάει στα νάιτ-κλαμπ ούτε στα σαλονειακά κουκουβαγεία της Αθήνας».
Ο Σκαρίμπας έγραψε και θεατρικά έργα με κορυφαίο τον «Ήχο του κώδωνος» και άλλα στο ίδιο ύφος του παράλογου όπως: το «Σεβαλιέ Σερβάν της κυρίας», την «Κυρία του τραίνου», τον «πάτερ Συνέσιο», τα «Καγκουρώ», το «σημείο του σταυρού» κ.ά. Σημαντική ήταν η προσφορά του Σκαρίμπα και στην ιστορία που όπως πίστευε δεν έδιδε την πραγματική εικόνα του εθνικού μας βίου.
Έτσι ύστερα από πολύχρονες προσπάθειες και θυσίες κατόρθωσε να συγκεντρώσει πολύτιμα στοιχεία και να γράψει το πολυσυζητημένο τρίτομο έργο του, το «Εικοσιένα και η αλήθεια» που προκάλεσε αληθινό σάλο η έκδοσή του . Δε γράφει βέβαια ιστορία ,με τη σωστή έννοια του όρου, στο τρίτομο αυτό έργο του, άνοιξε όμως διαδρόμους μέσα από τους οποίους οι ιστορικοί του μέλλοντος θα πορευτούν για ν’ ανακαλύψουν την κρυμμένη στα βαθιά σκοτάδια και τη σκόνη των Κρατικών Αρχείων αληθινή ιστορία του τόπου μας, που ως τότε ήταν τροφή των ποντικών, της υγρασίας των υπογείων.
Η αγάπη του για την πόλη όπου έζησε την Χαλκίδα ήταν τέτοια που έμεινε στη συνείδηση του κόσμου άρρηκτα δεμένος μαζί της, όπως ο Καβάφης με την Αλεξάνδρεια, ο Καρυωτάκης με την Πρέβεζα έτσι κι  ο Σκαρίμπας με την Χαλκίδα.
Ο "μπαρμπα-Γιάννης Σκαρίμπας", όπως ήταν γνωστός στους φίλους του, έζησε όλη του την ζωή στην Χαλκίδα και ταξίδεψε ελάχιστα. Πέθανε στις 21 Ιανουαρίου 1984 και τάφηκε στο κάστρο του Καράμπαμπα.

Wikipedia.org
Αποσπάσματα από κείμενο επιμέλειας του Νίκου Χατζηγιάννη,TVXS.gr
Εφημερίδα Ελευθεροτυπία
Εφημερίδα Καθημερινή

«Τα σταφύλια της οργής»

http://www.thinkfree.gr/opinions/dont-judge-a-book-by-the-cover-%CF%84%CE%B1-%CF%83%CF%84

DON’T JUDGE A BOOK BY THE COVER / «Τα σταφύλια της οργής»


f081


«Τα Σταφύλια της Oργής» του John Steinbeck
Γράφει Δέσποινα Καραμουζά / freethinker
Καθόλου τυχαία η επιλογή του συγκεκριμένου βιβλίου, αφού διανύουμε ένα θλιβερό Σεπτέμβρη στην Ελλάδα όπου και η οργή ξεχειλίζει και τα σταφύλια είναι άφθονα. Στην πραγματικότητα δε μας χωρίζουν και πολλά απ’ το συγκλονιστικό μυθιστόρημα του John Steinbeck (1902-1968) «Tα Σταφύλια της Οργής», το οποίο, τοποθετημένο τη δεκαετία του ’30-εποχή της Μεγάλης  Ύφεσης- περιγράφει με αδυσώπητο ρεαλισμό τη σκληρή μοίρα της οικογένειας Joad. Διωγμένοι απ’ τον τόπο τους λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας που είχε ως αποτέλεσμα το πρωτοφανές φαινόμενο dust bowl – το έδαφος να παρασύρεται από τον άνεμο κι εκατομμύρια στρέμματα να γίνονται κυριολεκτικά σκόνη- παίρνουν το δρόμο της μετανάστευσης μαζί με χιλιάδες «Okies», οικογένειες απ’ την Οκλαχόμα και άλλες γειτονικές πολιτείες, προς την εύφορη Καλιφόρνια ακολουθώντας την περίφημη και πολυτραγουδισμένη Route 66. Όταν μετά από ανείπωτα δεινά και κακουχίες φτάνουν στη «Γη της Επαγγελίας» η Καλιφόρνια τους απογοητεύει και τα σταφύλια της αποδεικνύονται μάλλον «ξινά».
Το μυθιστόρημα του Steinbeck πρωτοεκδόθηκε το 1939 και ο Αμερικανός συγγραφέας κέρδισε και το National Book Award και το Pulitzer, ενώ ειδική μνεία έγινε στο συγκεκριμένο βιβλίο όταν του απονεμήθηκε το Nobel Λογοτεχνίας το 1962. Παρ’ όλες τις αντιδράσεις που προκάλεσε η επιλογή του Steinbeck απ’ τη σουηδική επιτροπή, το βιβλίο διδάσκεται στα σχολεία και πανεπιστήμια της Αμερικής για τις ιστορικές αναφορές του σε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της Αμερικανικής ιστορίας. Γυρίστηκε επίσης ταινία από τον John Ford με πρωταγωνιστή το Henry Fonda και βρίσκεται στο νούμερο 7 του καταλόγου της «Le Monde» με τα 100 βιβλία του αιώνα. Ευτυχώς κυκλοφορεί ευρέως και στη Ελλάδα… με κυρίαρχη την εξαιρετική μετάφραση του Κοσμά Πολίτη.
Ο Steinbeck είναι ταυτόχρονα απλός και βαθύς, λεπτομερής και αφαιρετικός, ευκολοδιάβαστος και συγκλονιστικός και παρά τη σπάνια αισθητική του, την εκλεκτική χρήση της γλώσσας και την τολμηρή και γλαφυρή αφήγησή του καταφέρνει να είναι τόσο λαϊκός ώστε ν’ απευθύνεται σ’ ένα ευρύτατο, παγκόσμιο και διαχρονικό κοινό… γιατί παντού στον κόσμο οι φτωχοί έχουν την ίδια μοίρα και τα «Σταφύλια της Οργής» -στην ουσία βιβλίο πολιτικό- δείχνει το άσχημο πρόσωπο του καπιταλισμού, το ξεκλήρισμα των μικρών ιδιοκτητών γης από τις τράπεζες και την απάνθρωπη εκμετάλλευση των εργατών απ’ τους μεγάλους γαιοκτήμονες.
Δε χρειάζεται να είναι κανείς μάντης για να προβλέψει ότι αυτό το μυθιστόρημα θα είναι για πάντα επίκαιρο, χρειάζεται όμως να το διαβάσει κανείς, για ν’ αφυπνιστεί και να βγει απ’ το λήθαργο, να συγκινηθεί απ’ την αδικία και να συγκλονιστεί απ’ τη διαπίστωση ότι… «δεν μπορείς να φοβίσεις με κανέναν τρόπο κάποιον του οποίου τα παιδιά πεινάνε. Έχει ήδη γνωρίσει το μεγαλύτερο φόβο».

Info:
Τα βιβλία που προτείνει η στήλη… και χιλιάδες άλλα μπορείτε να τα βρείτε στην Παλαιοβιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης
Αγ.Παντελεήμονα 5 (δίπλα στο κιν/φο Φαργκάνη)
2310218049 ανοιχτά όλη μέρα-κάθε μέρα

Αντρέ Μπρετόν

Bigbook.gr.

AndreBreton.jpgO Αντρέ Μπρετόν (19 Φεβρουαρίου 1896-28 Σεπτεμβρίου 1966) ήταν σημαντικός Γάλλος λογοτέχνης. Ποιητής και δοκιμιογράφος, είναι ο κυριότερος θεωρητικός του υπερρεαλισμού και ίσως η σημαντικότερη μορφή του. Είναι ουσιαστικά η προσωποποίηση του λεγόμενου ορθόδοξου υπερρεαλισμού.

Ο Αντρέ Μπρετόν γεννήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου του 1896 στο Τινσεμπραί (Tinchebray, νομός Όρν) της Νορμανδίας. Σπούδασε Ιατρική και Ψυχιατρική στο Παρίσι λίγο πριν επιστρατευθεί το 1915 λόγω του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Αποσπασμένος σε διάφορα νευροψυχιατρικά κέντρα, μυήθηκε την εποχή εκείνη στο έργο του Σίγκμουντ Φρόυντ, το οποίο τότε, ήταν πολύ λίγο γνωστό στη Γαλλία. Το 1916, συνάντησε στο νοσοκομείο της Ναντ τον συγγραφέα Ζακ Βασσέ, ο οποίος άσκησε σημαντική επίδραση πάνω του. Τον επόμενο χρόνο, γνωρίστηκε ακόμα με τον επίσης ασκούμενο ιατρό Λουί Αραγκόν καθώς και με τον σημαντικό ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ, μέσω του οποίου ήρθε σε επαφή και με τον Φιλίπ Σουπώ. Το 1919 ήταν η χρονιά που ο Μπρετόν δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή Ενεχυροδανειστήριο. Παράλληλα, ξεκίνησε μαζί με τους Λουί Αραγκόν και Φιλίπ Σουπώ, τη λογοτεχνική επιθεώρηση Litterature (Λογοτεχνία).

Από την άνοιξη μέχρι το καλοκαίρι του 1919, έγραψε σε συνεργασία με τον Σουπώ μια σειρά από κείμενα χρησιμοποιώντας την μέθοδο της αυτόματης γραφής, τα οποία αποτέλεσαν τελικά το βιβλίο Τα Μαγνητικά Πεδία (Champs magnetiques), που κυκλοφόρησε στις 30 Μαΐου του 1920. Το έργο αυτό, αποτέλεσε ένα πρώτο δείγμα αυτού που αργότερα ονόμασε ο Μπρετόν γνήσιος ψυχικός αυτοματισμός αναφερόμενος στο κίνημα του υπερρεαλισμού και προήλθε σε μεγάλο βαθμό από τις παρατηρήσεις του, ως ασκούμενος γιατρός, πάνω στη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι τρόφιμοι των ψυχιατρικών κλινικών. Το 1921 συνάντησε επίσης τον Σίγκμουντ Φρόυντ στη Βιέννη και ήρθε σε πιο στενή επαφή με τις θεωρίες του ενώ σημαντική επίδραση άσκησαν και οι μελέτες του ψυχιάτρου Πιέρ Ζανέ (1859-1947) και ιδιαίτερα το έργο του Ο ψυχολογικός αυτοματισμός (1889).

Την περίοδο 1919-1921 συμμετείχε στις αρχικές εκδηλώσεις του κινήματος του ντανταϊσμού στο Παρίσι. Τελικά, διαφώνησε με τον Τριστάν Τζαρά (πρωτεργάτη του κινήματος) κατά την αποτυχημένη απόπειρα του Συνεδρίου για τον καθορισμό των κατευθύνσεων και την άμυνα του σύγχρονου πνεύματος, το οποίο διεξήχθη στις 30 Μαρτίου του 1922 και προκάλεσε αντιφατικές αντιδράσεις. Τον Απρίλιο του 1922, ο Μπρετόν αποκήρυξε δημόσια τους ντανταϊστές, μετά από σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Litterature. Την απόφαση αυτή ακολούθησαν και αρκετοί από τους συνεργάτες του στην Litterature.
Υπερρεαλισμός

Μετά την διάρρηξη των σχέσεων του με την ομάδα των ντανταϊστών, o Μπρετόν οργάνωσε την πρώτη υπερρεαλιστική ομάδα ενώ στις 15 Οκτωβρίου του 1924 κυκλοφόρησε το Μανιφέστο του Υπερρεαλισμού, ένα από τα σημαντικότερα κείμενα του κινήματος, το οποίο σηματοδότησε την έναρξη του ως οργανωμένο καλλιτεχνικό κίνημα στη βάση συγκεκριμένων θεωρητικών αρχών. Στην οδό Γκρενέλ του Παρισιού, λειτούργησε επίσης το Γραφείο Υπερρεαλιστικών Ερευνών. Το Δεκέμβριο του 1924 ο Μπρετόν ίδρυσε επιπλέον ένα νέο λογοτεχνικό περιοδικό της υπερρεαλιστικής ομάδας, υπό τον τίτλο Η Υπερρεαλιστική Επανάσταση (La Revolution Surrealiste), η έκδοσή του οποίου σταμάτησε το 1929.

Τον Ιανουάριο του 1927, ο Μπρετόν προσχώρησε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας, μία απόφαση που ταυτιζόταν με την γενικότερη ανάγκη σύνδεσης του υπερρεαλιστικού κινήματος με κοινωνική και πολιτική δράση. Τον επόμενο χρόνο, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Ο Υπερρεαλισμός και η ζωγραφική, έργο που περιλάμβανε δοκίμια του Μπρετόν για τη ζωγραφική αλλά και κείμενα για πολλούς υπερρεαλιστές καλλιτέχνες. Στα επόμενα χρόνια και μέχρι το 1965, ο Μπρετόν εμπλούτιζε το συγκεκριμένο έργο με πρόσθετα κείμενα ενώ σήμερα αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά θεωρητικά κείμενα για την υπερρεαλιστική ζωγραφική.

Στις 15 Δεκεμβρίου του 1929 δημοσιεύτηκε το Δεύτερο Μανιφέστο του Υπερρεαλισμού, όπου ο Μπρετόν αναφέρεται στην δράση του κινήματος και τις μελλοντικές επιδιώξεις του. Με αφορμή το δεύτερο αυτό μανιφέστο, δώδεκα πρώην μέλη του υπερρεαλισμού εξέδωσαν τον Ιανουάριο του 1930 ένα κείμενο κατά του Μπρετόν, με τον τίτλο Ένα πτώμα (Un cadavre).

Τον Ιούλιο του 1930, ίδρυσε το νέο περιοδικό του υπερρεαλισμού Ο Υπερρεαλισμός στην υπηρεσία της Επανάστασης, με κύριο στόχο την σύνδεση του ποιητικού έργου με την πολιτική. Την ίδια περίπου περίοδο, δημοσιεύτηκε η Άμωμος Σύλληψη, σε συνεργασία με τον ποιητή Πωλ Ελυάρ. Το βιβλίο αυτό, είναι το μοναδικό, ως σήμερα, που περιέχει ένα δοκίμιο αποτίμησης του λεκτικού παραληρήματος διαφόρων κατηγοριών φρενοβλαβών. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η υστερία αποτελεί την "πιο μεγάλη ποιητική ανακάλυψη του τέλους του [19ου] αιώνα".

Το 1932 επήλθε η ρήξη των σχέσεων του Μπρετόν με τον Λουί Αραγκόν, με αιτία την δημοσίευση ενός ποιήματος του τελευταίου, και ορισμένων στίχων του που στρέφονταν επιθετικά εναντίον πολιτικών προσώπων. Ο Μπρετόν υπερασπίστηκε το δικαίωμα του Αραγκόν να εκφράζεται ελεύθερα, ωστόσο αντιτάχθηκε στις προθέσεις του Αραγκόν, ο οποίος δυσαρεστημένος από το γεγονός διαχώρισε τον εαυτό του από τις θέσεις των υπερρεαλιστών. Στις 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, ακολούθησε η έκδοση του βιβλίου Τα συγκοινωνούντα δοχεία ενώ λίγους μήνες αργότερα ξεκίνησε η έκδοση της επιθεώρησης Μινώταυρος, επίσημο όργανο του υπερρεαλισμού, της οποίας ο Μπρετόν αποτελεί βασικό στέλεχος.

Τον Φεβρουάριο του 1934, υπέγραψε μαζί με άλλες προσωπικότητες, την διακήρυξη με τίτλο Κάλεσμα σε Αγώνα (Appel a la lutte), μέσα από την οποία καλούνταν όλοι οι διανοούμενοι σε ένα κοινό σχέδιο δράσης ενάντια στον ανερχόμενο φασισμό στην Ευρώπη. Τον επόμενο χρόνο, επισκέφτηκε τις Καναρίους Νήσους με αφορμή τη Διεθνή Υπερρεαλιστική Έκθεση που οργανώθηκε εκεί ενώ επισημοποιήθηκε και η ρήξη του με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας, μέσα από την διακήρυξη Για τον καιρό που οι υπερρεαλιστές είχαν δίκιο (Du temps que les surrealistes avaient raison), στην οποία ο Μπρετόν κατήγγειλε μεταξύ άλλων τον κομφορμισμό που επέβαλε το κόμμα στα μέλη του, καθώς και τις βιαιοπραγίες του σταλινικού καθεστώτος. Οι συνθήκες που οδήγησαν στη ρήξη του με το Κομμουνιστικό Κόμμα περιήλθαν και στο βιβλίο Πολιτική θέση του Υπερρεαλισμού, που εκδόθηκε το Νοέμβριο του 1935.

Το Μάιο του 1938 ο Μπρετόν επισκέφτηκε το Μεξικό, όπου συνάντησε τον Λέον Τρότσκι, με τον οποίο συνέταξε στις 25 Ιουλίου, ένα κείμενο με τον τίτλο Για μία ανεξάρτητη επαναστατική τέχνη. Το κείμενο υπογράφτηκε τελικά από τον Μπρετόν και τον Μεξικανό ζωγράφο Ντιέγκο Ριβέρα. Παράλληλα, κατά την διαμονή του στο Μεξικό, ο Μπρετόν έδωσε μία διάλεξη στο πανεπιστήμιο της πόλης του Μεξικό, η οποία συνοδεύτηκε και από την προβολή της ταινίας Ανδαλουσιανός σκύλος του Λουίς Μπουνιουέλ. Το 1938 επέστρεψε στο Παρίσι και ίδρυσε την γαλλική επιτροπή της F.I.A.R.I (Διεθνή Ομοσπονδία της Ανεξάρτητης Επαναστατικής Τέχνης).

Το 1940 ο Μπρετόν ολοκλήρωσε την Ανθολογία του Μαύρου Χιούμορ, η οποία όμως δεν δημοσιεύτηκε άμεσα λόγω λογοκρισίας. Την επόμενη χρονιά, ο Μπρετόν επισκέφτηκε την Αμερική. Κατά την παρουσία του εκεί, ίδρυσε μαζί με τους Μαρσέλ Ντυσάν, Νταίηβιντ Χαιρ και Μαξ Ερνστ, το περιοδικό VVV. Στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του υπερρεαλισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, συμμετείχε μεταξύ άλλων στην Διεθνή Έκθεση του υπερρεαλισμού στη Νέα Υόρκη (1942) ενώ σημαντική ήταν και η ομιλία του στους φοιτητές του Πανεπιστημίου Yale με θέμα "Η Θέση του υπερρεαλισμού ανάμεσα στους δύο πολέμους".

Το 1945 πραγματοποίησε ταξίδι στην Αριζόνα και το Νέο Μεξικό, ειδικότερα στις ιδιαίτερες περιοχές των Ινδιάνων. Επέστρεψε στο Παρίσι το 1946 όπου οργάνωσε μία νέα υπερρεαλιστική ομάδα καθώς και μεγάλες διεθνείς ομαδικές εκθέσεις του υπερρεαλισμού. Το διάστημα 1948-1949 υποστήριξε το διεθνιστικό και ειρηνιστικό κίνημα Πολίτες του Κόσμου (Citizens of the World) του Γκάρυ Νταίηβις, ενώ παράλληλα αντιτάχθηκε δημόσια με πλήθος κειμένων του, τόσο στον κομμουνισμό όσο και στον υπαρξισμό.
Τελευταία χρόνια

Στα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια της ζωής του, ο Μπρετόν έγραψε πολλά κείμενα ως προλόγους σε βιβλία άλλων συγγραφέων ή για καταλόγους εκθέσεων ζωγράφων. Το 1957 εξέδωσε την μελέτη Η Μαγική Τέχνη, προϊόν συνεργασίας με τον ποιητή και ιστορικό τέχνης Ζεράρ Λεγκράντ. Τον ίδιο χρόνο, εκδόθηκε και η τελευταία του ποιητική συλλογή με τον τίτλο Αστερισμοί (Constellations), αποτελούμενη από είκοσι δύο πεζά ποιήματα που συνοδεύονταν από ισάριθμα έργα του Χουάν Μιρό. Ο Μπρετόν έπασχε από χρόνιο άσθμα και η υγεία του επιδεινώθηκε το καλοκαίρι του 1966. Στις 27 Σεπτεμβρίου εισήχθη σε νοσοκομείο λόγω μίας έντονης κρίσης δύσπνοιας, και την επόμενη μέρα εξέπνευσε. Στον τάφο του, υπάρχει χαραγμένη η επιγραφή "Αναζητώ το χρυσάφι του χρόνου". Το ατελιέ του στην οδό Φονταίν διατηρείται ως σήμερα χάρη στις προσπάθειες της τρίτης συζύγου του Μπρετόν. Το 2003 το αρχείο του πωλήθηκε σε ιδιώτες, μετά από άρνηση της Γαλλικής κυβέρνησης να αποκτήσει την προσωπική συλλογή του.

Δοκίμια

Το Μανιφέστο του Σουρρεαλισμού (1924)
Σουρρεαλισμός και ζωγραφική (1928)
Δεύτερο Μανιφέστο (1929)
Ανθολογία του Μαύρου Χιούμορ (1940)
Προλεγόμενα για ένα τρίτο Μανιφέστο (1942)
Ωδή στον Σαρλ Φουριέ (1946)

Πεζά, ποίηση

Τα Μαγνητικά Πεδία (1919)
Nadja (1928-1963)
Άμωμος Σύλληψη (1930)
Αρκάνα 17 1944
Τα Συγκοινωνούντα δοχεία (1932)
Point du jour (1934)
L’Amour fou (1937)
Poèmes (1948)http://el.wikipedia.org/wiki/Αντρέ_Μπρετόν

Τάισε με μπανανόφλουδα τις τριανταφυλλιές σου

http://www.agrotikabook.gr/%CF%84%CE%AC%CE%B9%CF%83%CE%B5-%CE%BC%CE%B5-%CE%BC%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%86%CE%BB%CE%BF%CF%85%CE%B4%CE%B1-%CF%84%CE%B9%CF%82-%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%86%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CE%AD%CF%82-%CF%83%CE%BF%CF%85

Τάισε με μπανανόφλουδα τις τριανταφυλλιές σου

Αν έφαγες την μπανάνα σου, μη βιαστείς να πετάξεις τη φλούδα της. Η τριανταφυλλιές σου περιμένουν και εκείνες το μερίδιό τους από το γευστικό φρούτο. Ο λόγος είναι ότι μπορεί να τις προστατεύσει από την ολέθρια επιδρομή της μελίγκρας.
Άγνωστο για ποιον λόγο, η φλούδα της μπανάνας καθόλου δεν αρέσει στις μελίγκρες (αλλιώς αφίδες ή ψείρες), τα μικροσκοπικά έντομα που κατατρώγουν και ξεραίνουν τα πανέμορφα καλλωπιστικά φυτά ρουφώντας τον χυμό τους. Έτσι μπορείς να εκμεταλλευτείς την απέχθειά τους φυτεύοντας ψιλοκομένες μπανανόφλουδες γύρω από τη βάση των φυτών σου (σε βάθος 2-3 εκατοστών). Οι τριανταφυλλιές θα αρχίσουν να απορροφούν τα θρεπτικά συστατικά του φρούτου και σύντομα οι μελίγκρες θα τα μαζέψουν και θα φύγουν για άλλον προορισμό. Το λιγότερο, τα φυτά σου θα τραφούν με επιπλέον ιχνοστοιχεία που θα βοηθήσουν την ανάπτυξή τους.
* Άλλη λύση: Πασπάλισε με αλεύρι τα σημεία που κάνουν τη βόλτα τους οι μελίγκρες – θα τις καλύψει και θα τις κάνει να πέσουν κάτω. Κατόπιν μπορείς να ξεπλύνεις το φυτό.

Golden Magazine

Η ΠΟΛΗ ΟΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ

Bigbook.gr.

Φωτογραφία: Το πρώτο μέρος αυτών των σελίδων έχει γραφτεί με μεγάλο κέφι, σχεδιάζοντας μια εκδρομή με όλη μου την οικογένεια στα λιμέρια όπου πέρασα τα παιδικά μου χρόνια στην Πόλη: κάτι σαν οδηγός για τα παιδιά και τα εγγόνια μου, χωρίς καμία φιλοδοξία να κάνω λογοτεχνία. Το δεύτερο μέρος έχει γραφτεί μετά το ταξίδι, που έγινε άνοιξη του 2008, και αφορά πρόσωπα, τόπους και λέξεις που μου ήρθαν στο νου με το ταξίδι.

Οι σελίδες αυτές επομένως δεν προορίζονταν αρχικά στο σύνηθες κοινό· έτσι, οι αναγνώστες, που είναι γεμάτοι απορίες ήδη όταν ανακαλύπτουν ποια ήταν η όψη των μεγάλων πόλεων της Ιταλίας (να προσθέσουμε και πόλεις της Ελλάδας, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη), πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δύσκολα θα προσανατολιστούν σε μια Κωνσταντινούπολη με κατοίκους, εκτός βέβαια από τους Τούρκους, και με Λεβαντίνους, Αρμενίους, Εβραίους Σεφαρδίτες, Ρωμηούς, κι ακόμα σε μια πόλη που, αν και δεν γνώρισε τα τραύματα του πολέμου, άλλαξε εντελώς όψη και κοινωνική σύνθεση μετά την προοδευτική απομάκρυνση των μειονοτήτων και τη μαζική εισβολή τουρκικών πληθυσμών από τη Μικρά Ασία.

Ωστόσο, ελπίζω ότι οι σημερινοί αναγνώστες θα νιώσουν περιέργεια για αυτές τις σημειώσεις, οι οποίες, πρέπει να το προσθέσω, δεν θα έβγαιναν από τον στενό κύκλο της οικογένειας, αν η Πάολα Μαρία Μινούτσι δεν είχε θελήσει να τις συμπεριλάβει σε μια σειρά της Έδρας Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Sapienza της Ρώμης, ακριβώς εκεί όπου άρχισα τις σπουδές μου, το 1946.

Κι ακόμα, το κείμενο αυτό δεν θα πήγαινε παραπέρα, φτάνοντας έως τον ΄Ελληνα αναγνώστη, αν ο Πέτρος Μάρκαρης, εν ονόματι της κοινής γενέτειράς μας, δεν το είχε συστήσει στον Σάμη Γαβριηλίδη και δεν είχε δώσει στο βιβλίο το καλό κατευόδιο με μια φιλική παρουσίαση. Σε αυτούς μάλλον περισσότερο παρά σε εμένα οφείλεται τώρα το ανά χείρας βιβλίο. Ας είναι καλά όλοι τους!

M. V.
Ρώμη 2010, 2013

Περιέχονται οι ενότητες:
- Πέτρος Μάρκαρης, "Βίοι παράλληλοι και άγνωστοι"
- Mario Vitti, "Σημείωμα"
- Μέρος Α', "Ιστανμπούλ 1926-1946"
- Μέρος Β', "Πρόσωπα, τόποι, λέξεις"
Το πρώτο μέρος αυτών των σελίδων έχει γραφτεί με μεγάλο κέφι, σχεδιάζοντας μια εκδρομή με όλη μου την οικογένεια στα λιμέρια όπου πέρασα τα παιδικά μου χρόνια στην Πόλη: κάτι σαν οδηγός για τα παιδιά και τα εγγόνια μου, χωρίς καμία φιλοδοξία να κάνω λογοτεχνία. Το δεύτερο μέρος έχει γραφτεί μετά το ταξίδι, που έγινε άνοιξη του 2008, και αφορά πρόσωπα, τόπους και λέξεις που μου ήρθαν στο νου με το ταξίδι.

Οι σελίδες αυτές επομένως δεν προορίζονταν αρχικά στο σύνηθες κοινό· έτσι, οι αναγνώστες, που είναι γεμάτοι απορίες ήδη όταν ανακαλύπτουν ποια ήταν η όψη των μεγάλων πόλεων της Ιταλίας (να προσθέσουμε και πόλεις της Ελλάδας, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη), πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δύσκολα θα προσανατολιστούν σε μια Κωνσταντινούπολη με κατοίκους, εκτός βέβαια από τους Τούρκους, και με Λεβαντίνους, Αρμενίους, Εβραίους Σεφαρδίτες, Ρωμηούς, κι ακόμα σε μια πόλη που, αν και δεν γνώρισε τα τραύματα του πολέμου, άλλαξε εντελώς όψη και κοινωνική σύνθεση μετά την προοδευτική απομάκρυνση των μειονοτήτων και τη μαζική εισβολή τουρκικών πληθυσμών από τη Μικρά Ασία.

Ωστόσο, ελπίζω ότι οι σημερινοί αναγνώστες θα νιώσουν περιέργεια για αυτές τις σημειώσεις, οι οποίες, πρέπει να το προσθέσω, δεν θα έβγαιναν από τον στενό κύκλο της οικογένειας, αν η Πάολα Μαρία Μινούτσι δεν είχε θελήσει να τις συμπεριλάβει σε μια σειρά της Έδρας Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Sapienza της Ρώμης, ακριβώς εκεί όπου άρχισα τις σπουδές μου, το 1946.

Κι ακόμα, το κείμενο αυτό δεν θα πήγαινε παραπέρα, φτάνοντας έως τον ΄Ελληνα αναγνώστη, αν ο Πέτρος Μάρκαρης, εν ονόματι της κοινής γενέτειράς μας, δεν το είχε συστήσει στον Σάμη Γαβριηλίδη και δεν είχε δώσει στο βιβλίο το καλό κατευόδιο με μια φιλική παρουσίαση. Σε αυτούς μάλλον περισσότερο παρά σε εμένα οφείλεται τώρα το ανά χείρας βιβλίο. Ας είναι καλά όλοι τους!

M. V.
Ρώμη 2010, 2013

Περιέχονται οι ενότητες:
- Πέτρος Μάρκαρης, "Βίοι παράλληλοι και άγνωστοι"
- Mario Vitti, "Σημείωμα"
- Μέρος Α', "Ιστανμπούλ 1926-1946"
- Μέρος Β', "Πρόσωπα, τόποι, λέξεις"

Η Ναυμαχία της Πρέβεζας 28 Σεπτεμβρίου 1538

Bigbook.gr.

Η Ναυμαχία της Πρέβεζας έλαβε χώρα στις 28 Σεπτεμβρίου 1538 στην Πρέβεζα (βορειοδυτική Ελλάδα) μεταξύ του Οθωμανικού στόλου, υπό τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, κατόπιν εντολής του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, και του ενωμένου στόλου της Χριστιανικής Συμμαχίας (Holy League), η οποία συστήθηκε από τον Πάπα Παύλο Γ΄, υπό τον Γενοβέζο ναύαρχο Αντρέα Ντόρια. Λόγω της νίκης των Οθωμανών στη ναυμαχία αυτή, παρά το ότι οι Δυτικοί είχαν ναυτική υπεροπλία, η σημερινή Τουρκία θεωρεί εθνική γιορτή την ημέρα της Ναυμαχίας της Πρέβεζας και η πόλη Πρέβεζα είναι διάσημη στον τουρκικό λαό, επειδή το γεγονός προβάλλεται ευρέως στα σχολικά εγχειρίδια ιστορίας. Είναι τέτοια η ιστορική σημασία της Ναυμαχίας της Πρέβεζας για τον Τουρκικό λαό, ώστε τα πλέον σύγχρονα τουρκικά υποβρύχια σήμερα αποτελούν σειρά με το όνομα Turkish Navy Submarines "Preveze". Ο ναύαρχος Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα θεωρείται εθνικός ήρωας και το Μαυσωλείο του βρίσκεται στο Ναυτικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης. Εκεί επίσης βρίσκεται ο διάσημος πίνακας ζωγραφικής «H Ναυμαχία της Πρέβεζας» του ζωγράφου Οχάνες Ουμέντ Μπεχζάντ (1866).[1] Δεν θα πρέπει να γίνεται ιστορική σύγχυση της Ναυμαχίας της Πρέβεζας (1538 μ.Χ.) με τη διάσημη επίσης Ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.), η οποία απέχει χρονικώς και αφορά μια εμφύλια διαμάχη Ρωμαίων, του Αντωνίου και του Οκταβιανού. [2], [3]

Το έτος 1537, ο Διοικητής του μεγάλου Οθωμανικού στόλου, Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα Πασάς, κατέλαβε μία σειρά νησιών του Αιγαίου και του Ιονίου, νησιά που ανήκαν στη Δημοκρατία της Βενετίας, δηλαδή τη Σύρο, την Αίγινα, την Ίο, την Πάρο, την Τήνο, την Κάρπαθο, την Κάσο και τη Νάξο, προσάρτησε δε το Δουκάτο της Νάξου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στη συνέχεια πολιόρκησε το Ενετικό φρούριο της Κέρκυρας και επίσης λεηλάτησε τις ισπανικές κατακτήσεις της Καλαβρίας στη νότια Ιταλία. [4]

Εν όψει αυτής της απειλής, ο Πάπας Παύλος Γ' πέτυχε το Φεβρουάριο του 1538 να συστήσει τη λεγόμενη «Ιερά Συμμαχία», η οποία περιλάμβανε τις Παπικές Πολιτείες, την Ισπανία, τη Δημοκρατία της Γένοβας, τη Δημοκρατία της Βενετίας και τους Ιππότες της Μάλτας, και δυνάμεις της Πορτογαλίας για να αντιμετωπίσουν τη ναυτική δύναμη του Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα Πασά. Επικεφαλής αυτής της μεγάλης αρμάδας ετέθη ο Γενοβέζος ναύαρχος Αντρέα Ντόρια.[5], [6]
Ο ναύαρχος Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα

Ο ναύαρχος Μπαρμπαρόσα γεννήθηκε το 1478 στη Μυτιλήνη και πέθανε στην Κωνσταντινούπολη στις 4 Ιουλίου 1546 από φυσικά αίτια. Το πραγματικό του όνομα είναι Γιακούπογλου Χιζίρ (Yakupoğlu Hızır). Στους Τούρκους είναι γνωστός ως Barbaros Ηayreddin Paşa ή Hızır Hayreddin Paşa, ή Hızır Reis Barbarossa Hayreddin Pasha. Θεωρείται ο μεγαλύτερος Οθωμανός ναυτικός πολεμιστής. Το όνομα Hayreddin είναι Αραβικό, Khair ad-Din (αραβικά خير الدين) σημαίνει “Η καλοσύνη της Θρησκείας, δηλαδή το Ισλάμ). Το παρατσούκλι Barbarossa το έδωσαν οι δυτικοί και σημαίνει κοκκινογένης, επειδή είχε κόκκινα γένια. Ο ίδιος και ο αδελφός του Oruc είχαν δραστηριοποιηθεί ως επιτυχημένοι εμποροπλοίαρχοι του εμπορικού ναυτικού αλλά και ως πειρατές κατά χριστιανικών στόχων μέχρι το 1512, όταν ο Σουλτάνος Σελίμ Α΄ ήρθε στην εξουσία. Ο γνωστός Πίρι Ρέις είναι ανιψιός του. Αρχικά, ο ίδιος και ο αδελφός του ένωσαν τις δυνάμεις τους με επιτυχία με το Σουλτάνο Σελίμ Α΄ τον Αμείλικτο το 1515, αλλά πραγματικά γνώρισε δόξα από τον Σουλτάνο το Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή, γιο του Σελίμ Α΄. [7] Η παρουσία του Μπαρμπαρόσα ήταν σχεδόν αδιάκοπη στη Μεσόγειο κατά την διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αρχικά σε εμπορικό και πειρατικό επίπεδο, και στη συνέχεια ως Διοικητής του Στόλου (καπουδάν πασάς) μεταξύ περίπου των ετών 1515 έως 1544. [8],
Ναυτικές Δυνάμεις

Ο Χαϋρεντίν Μπαρμπαρόσα Πασάς το καλοκαίρι του 1538 είχε στόλο που αριθμούσε 122 γαλέρες και γαλιότες. Από την άλλη πλευρά, η «Ιερά Συμμαχία» περιλάμβανε ναυτική δύναμη από 302 πλοία (162 γαλέρες και γαλεόνια, 140 μπάρκα). Από αυτά, τα 55 ήταν γαλέρες από τη Βενετία, 49 από την Ισπανία, και 27 από τις Παπικές Πολιτείες και τους Μαλτέζους Ιππότες. Ο Γενοβέζος ναύαρχος Αντρέα Ντόρια ορίσθηκε Διοικητής όλων στην υπηρεσία του αυτοκράτορα Καρόλου του 5ου.[9], [10]
Η Ανάπτυξη των στόλων

Οι ναυτικές δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας συναρμολογήθηκαν σε στόλο κοντά στο νησί της Κέρκυρας. Ο στόλος του Πάπα έπλευσε υπό τις διαταγές του Ναυάρχου Μάρκο Γκριμάνι και ο Ενετικός στόλος υπό το Βιντσέντζο Καπέλλο κατέπλευσαν πρώτοι. Ο Ντορία συναντήθηκε με την Ισπανική και Γενοβέζικη αρμάδα στις 22 Σεπτεμβρίου 1538. Πριν από την άφιξη του Ντορία, o Γκριμάνι επιχείρησε να αποβιβάσει στρατεύματα κοντά στο ενετικό Φρούριο της “Μπούκας” και στο Φρούριο του Αγίου Ανδρέα της Πρέβεζας, αλλά υποχώρησε στην Κέρκυρα μετά από απώλειες πού είχε σε συμπλοκές με τον Οθωμανικό Στόλο που συνάντησε στη ρότα του. Ο Χαϋρεντίν Μπαρμπαρόσα βρισκόταν ακόμη στο νησί της Κω στο Αιγαίο την εποχή εκείνη, αλλά σύντομα έφτασε στην Πρέβεζα με το υπόλοιπο του τουρκικού στόλου μετά την κατάκτηση της βενετσιάνικης Κεφαλονιάς στο δρόμο του. Ο Σινάν Ρέις, ένας από τους Οθωμανούς πλωτάρχες, πρότεινε στον Μπαρμπαρόσα να αποβιβάσουν στρατεύματα στο Άκτιο, απέναντι από την Πρέβεζα, μια ιδέα στην οποία αρχικά ήταν αντίθετος ο Μπαρμπαρόσα, αλλά που αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν σημαντική για τη διασφάλιση της τουρκικής νίκης. Με την εκμετάλλευση του φρουρίου του Ακτίου, το οποίο διασώζεται και σήμερα, οι Οθωμανοί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τη ναυτική δύναμη του Μπαρμπαρόσα, με βολές πυροβολικού από εκεί, ενώ ο Ντορία θα έπρεπε να κρατήσει τα πλοία του μακριά από την ακτή. Οι προσπάθειες αυτές του Ντορία απέτυχαν και οι Δυτικοί στρατιώτες απωθήθηκαν από τις Οθωμανικές δυνάμεις του Μουράτ Ρέις στις 25 και 26 Σεπτεμβρίου 1538. Καθώς τα πλοία του Ντορία κρατούσαν απόσταση από την ακτή, ένα μεγάλο μέρος της ανησυχίας του αφορούσε τους αντίθετους βορειοδυτικούς ανέμους που οδηγούσε τα πλοία του σε εχθρική ακτή, δηλαδή προς το Άκτιο. Ο Μπαρμπαρόσα είχε ήδη καταλάβει την εσωτερική αυτή πλεονεκτική θέση. Έτσι, τη νύχτα της 27ης/28ης Σεπτεμβρίου 1538, ο Ντορία έπλευσε 30 μίλια νότια και, όταν ηρέμησε ο άνεμος, αγκυροβόλησε στη θέση Σέσσολα κοντά στο νησί της Λευκάδας. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο ίδιος και το επιτελείο του αποφάσισαν ότι η καλύτερη λύση ήταν να πραγματοποιήσουν επίθεση στη Ναύπακτο και να αναγκάσουν έτσι το Μπαρμπαρόσα σε μια αναμέτρηση εκεί.[11] , [12]
Τα Φρούρια της Πρέβεζας

Οι δυτικές Χριστιανικές δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας έκαναν προσπάθεια να καταλάβουν το Φρούριο του Ακτίου, το οποίο πιθανότατα θα ήταν αναγκαίο για να εξασφαλιστεί η επιτυχία, αλλά απέτυχαν. Ο Αντρέα Ντόρια (Andrea Doria) φοβόταν ότι θα είχε μια ήττα σε χερσαίο έδαφος, δεδομένου ότι μία αρχική προσπάθεια εξόδου του πολιορκημένου Γκριμάνι είχε απωθηθεί από τους Οθωμανούς. Η Ιερά Συμμαχία έκανε επίσης δύο αποτυχημένες προσπάθειες με τις χερσαίες δυνάμεις της να καταλάβει τα Ενετικά Φρούρια της Πρέβεζας, δηλαδή το Κάστρο της Μπούκας, το Κάστρο του Αγίου Ανδρέα και το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου. Από αυτά τα τρία Φρούρια της Πρέβεζας, μόνο τα δύο σώζονται σήμερα σε πολύ καλή κατάσταση. Δεν υφίσταται πλέον το Φρούριο της Μπούκας. Το Κάστρο της Μπούκας βρισκόταν στη σημερινή θέση “Παλιοσάραγα” (= Παλιό σαράι) της Πρέβεζας. [13]Η κατασκευή του πιθανόν άρχισε στα τέλη του 15ου αιώνα από τους Τούρκους και ολοκληρώθηκε στις πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα από τους Βενετούς. Κατεδαφίσθηκε το 1701. Επρόκειτο για σημαντικό όσο και ισχυρό κάστρο. Έλεγχε το λιμάνι της Πρέβεζας και το στόμιο του Αμβρακικού κόλπου. Αποτελούσε τετράγωνο οχυρό με 4 ή 2 πολυγωνικούς πύργους στις γωνίες του. Λειτουργούσε ως βάση της στρατιωτικής διοίκησης και φρουράς της πόλης. Κατεδαφίστηκε από τους Βενετούς το 1699, ενώ αργότερα ο Αλή-Πασάς έχτισε ανάκτορο στα ερείπιά του που ονομάζεται "Παλιοσάραγα", το οποίο επίσης αργότερα γκρεμίστηκε και δεν υφίσταται. Το Φρούριο του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται δυτικά προς το Ιόνιο Πέλαγος, δυτικά της παραλίας Κυανή Ακτή, ενώ το Φρούριο του Αγίου Ανδρέα βρίσκεται ανατολικά στο στόμιο της Πρέβεζας με τον Αμβρακικό Κόλπο, δίπλα από το σημερινό κτίριο της Νομαρχίας. Την εποχή εκείνη το Φρούριο του Αγίου Ανδρέα ήταν σχεδόν παραθαλάσσιο, διότι δεν υπήρχε η σημερινή οδός Σπηλιάδου ούτε το Νέο Λιμάνι. Τόσο το κτίριο του Φρουρίου Αγίου Γεωργίου όσο και του Αγίου Ανδρέα, έλαβαν τη σημερινή τους μορφή μετά από επισκευές και επεκτάσεις που έκανε το 1810-1820 ο Αλή Πασάς Τεπελενλής.Την εποχή της ναυμαχίας της Πρέβεζας είχαν υποτυπώδη κτιριακή υποδομή.[14]
Η Ναυμαχία

Τα ξημερώματα της 28ης Σεπτεμβρίου 1538, ο Αντρέα Ντόρια με έκπληξη διαπίστωσε ότι οι Οθωμανοί έρχονταν κατευθείαν προς τα πλοία του. Ο Μπαρμπαρόσα είχε μετακινήσει το στόλο έξω από το αγκυροβόλιο και επιπλέον κινήθηκε νότια. Ο Τουργκούτ Ρέις ήταν ναυτική εμπροσθοφυλακή με έξι μεγάλα πλοία τύπου "φούστα" και η αριστερή πτέρυγα είχε περίπτυξη κοντά στην ακτή. Ο Ντορία δεν περίμενε μια τέτοια τολμηρή επιθετική κίνηση από την κατώτερη αριθμητικά δύναμη του τουρκικού στόλου και έτσι χρειάσθηκε τρεις ώρες, προκειμένου να δώσει εντολή να σηκώσουν άγκυρες για απόπλου και να προετοιμασθεί για ναυμαχία και μάλιστα πιέσθηκε από τους συνεργάτες του Γκριμάνι και Καπέλο. Τελικά, οι δύο στόλοι συνεπλάκησαν στις 28 Σεπτεμβρίου 1538 στον Αμβρακικό Κόλπο, ο οποίος στην ξένη βιβλιογραφία αναφέρεται ως "Κόλπος της Άρτας", δίπλα στην Πρέβεζα. Η έλλειψη ανέμου δεν ήταν προς όφελος του Ντορία. Η τεράστια ενετική ναυαρχίδα "Galeone di Venezia" με τα μεγάλα κανόνια της ακινητοποιήθηκε λόγω άπνοιας τέσσερα μίλια από την ξηρά και δέκα μίλια από τη θέση Σέσσολα. Τα χριστιανικά πλοία πάλευαν για να έρθουν σε βοήθεια, αλλά συντομότατα περιβάλλονταν από εχθρικές οθωμανικές γαλέρες. [15], [16]

Ακάθεκτες οι δυτικές δυνάμεις ενεπλάκησαν σε μια μάχη που διήρκεσε ώρες και έκανε αρκετή ζημιά στο οθωμανικό ναυτικό. Όταν ο άνεμος δυνάμωσε, ο χριστιανικός στόλος τελικά άρχισε δράση, αφού πρώτα ο Ντορία εκτέλεσε μια σειρά χειρισμών πλεύσης, με σκοπό να προσελκύσει τους Οθωμανούς προς την ανοικτή θάλασσα-στόχο. Ο Φεράντε Γκονζάγκα, αντιβασιλέας Διοικητής της Σικελίας, ήταν στην αριστερή πτέρυγα του συνδυασμένου στόλου, ενώ οι Ιππότες της Μάλτας ήταν στη δεξιά πτέρυγα. Ο Ντορία έθεσε τέσσερις από τις ταχύτερες γαλέρες του υπό τις διαταγές του ανιψιού του, Τζιοβάνι Αντρέα Ντορία, ο οποίος έλαβε θέση μπροστά στο κέντρο της ναυμαχίας, μεταξύ του Γκονζάγκα και των Μαλτέζων Ιπποτών. Οι γαλέρες του Ντορία σχημάτισαν μια μακριά γραμμή πίσω τους, μπροστά από τις παπικές και τις βενετσιάνικες γαλέρες των Γκριμάνι και Καπέλο. Ακριβώς από πίσω παρατάχθηκαν οι βενετσιάνικες γαλέρες του Αλεσάντρο Κονταλμιέρο και οι ανάμικτες ισπανικές, πορτογαλικές και γενοβέζικες γαλέρες υπό τις διαταγές του Φραντσέσκο Ντορία, μαζί με τις μπάρκες και τα πλοία ναυτικής υποστήριξης. [17] , [18]

Ο Οθωμανικός στόλος είχε διαμορφωθεί σε διάταξη σχήματος Ύψιλον . Ο Μπαρμπαρόσα μαζί με το γιο του, Χασάν Ρέις, αργότερα Χασάν Πασά, τον Σινάν Ρέις, τον Καφέρ Ρέις και τον Σαμπάν Ρέις, παρατάχθηκαν στο κέντρο. Ο Σεΐντι Αλί Ρέις διοικούσε την αριστερή πτέρυγα. Ο Σαλίχ Ρέις διοικούσε τη δεξιά πτέρυγα. Ο Τουργκούτ Ρέις, με τη συνεργασία του Μουράτ Ρέις, του Γκιουζελτσέ Μεχμέτ Ρέις και του Σαντίκ Ρέις, διοικούσε την οπίσθια πτέρυγα. Οι Οθωμανοί γρήγορα ενεπλάκησαν με τα ενετικά, τα παπικά και τα μαλτέζικα πλοία, αλλά ο Αντρέα Ντορία δίστασε να μεταφέρει το κέντρο των δυνάμεών του κατά μέτωπο προς τον Μπαρμπαρόσα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να γίνονται πολλές κινήσεις (χειρισμοί πλεύσης) και πολύ λιγότερες πολεμικές αψιμαχίες. Ο Μπαρμπαρόσα ήθελε να επωφεληθεί από την έλλειψη ανέμου, η οποία ακινητοποίησε τα μεγαλύτερα σε μέγεθος χριστιανικά πλοία (barques), τα οποία αντιπροσώπευαν στο μεγαλύτερο μέρος την αριθμητική διαφορά μεταξύ των δύο πλευρών. Αυτές οι barques έπεσαν ως εύκολη λεία στα χέρια των Οθωμανών, οι οποίοι επιβιβάστηκαν σε αυτές και τις κατέλαβαν από τις δικές τους πιο ευέλικτες γαλέρες και γαλιότες. [19] , [20]

Ο Αντρέα Ντορία προσπάθησε να παγιδεύσει τα οθωμανικά πλοία ανάμεσα σε βολές των κανονιών του από τις μπάρκες και τις γαλέρες του, αλλά απέτυχε. Στο τέλος της ημέρας, οι Οθωμανοί είχαν βυθίσει 10 χριστιανικά πλοία, έκαψαν 3 άλλα, αιχμαλώτισαν 36 και συνέλαβαν αιχμαλώτους 3000 ναύτες. Οι Οθωμανοί δεν αναφέρουν καθόλου απώλειες σε πλοία. Αναφέρουν όμως 400 νεκρούς και 800 τραυματίες. Είναι βέβαιο ότι ένας μεγάλος αριθμός οθωμανικών πλοίων υπέστη μεγάλες ζημιές από τις βολές κανονιών της ναυαρχίδας "Galeone Di Venezia" που διοικούνταν από τον Αλεσάντρο Κονταλμιέρο. Το επόμενο πρωί, παρά τον ευνοϊκό άνεμο, μη θέλοντας να διακινδυνεύσει την ισπανική και γενοβέζικη αρμάδα, ο Ντορία εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης και διέταξε πλεύση προς Κέρκυρα, κωφεύοντας στις εκκλήσεις των Ενετών, των Μαλτέζων και των Παπικών Διοικητών συνεχίσουν τον αγώνα. Πάντως στη σημερινή Ιταλία ο Ντορία εκτιμάται ιδιαίτερα ως ιστορικό πρόσωπο, κεντρική δε λεωφόρος της Ρώμης φέρει το όνομά του.[21]
Επακόλουθα της Ναυμαχίας της Πρέβεζας

Είναι ευρέως αποδεκτή η υπεκφυγή του Αντρέα Ντορία στη Ναυμαχία της Πρέβεζας, όπως και η έλλειψη ζήλου του. Αυτά οφειλόταν πιθανότατα στην απροθυμία του να ριψοκινδυνεύσει την ασφάλεια των δικών του πλοίων. Ο ίδιος ο Ντορία, Γενοβέζος, ήταν ιδιοκτήτης ενός υποτυπώδους αριθμού πλοίων της ισπανικής και γενοβέζικης αρμάδας. Πέραν αυτού είχε και μια μακροχρόνια εχθρότητα προς τη Βενετία. Η ίδια η πόλη του, η Γένοβα, ήταν σκληρός αντίπαλος της Βενετίας, την ανταγωνιζόταν λυσσαλέα, και στο κάτω - κάτω, θεωρούσε ότι ο οθωμανικός στόλος τη Βενετία είχε ως στόχο της επιθετικότητάς του. Το επόμενο έτος 1539, ο Μπαρμπαρόσα επέστρεψε και κατέλαβε σχεδόν όλες τις εναπομείνασες βενετσιάνικες κτήσεις στο Ιόνιο και το Αιγαίο Πέλαγος.[22] Τελικά, τον Οκτώβριο του 1540, υπογράφηκε Συνθήκη Ειρήνης μεταξύ της Δημοκρατίας της Βενετίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με βάση την οποία οι Οθωμανοί ανέλαβαν τον έλεγχο των ενετικών κτήσεων του Μωρέως (Πελοπόννησος) και της Δαλματίας και των πρώην Βενετικών νησιών του Αιγαίου, του Ιονίου και τις ανατολικές Αδριατικές ακτές. [23]Επίσης βάσει της Συνθήκης, η Βενετία υποχρεώθηκε να πληρώσει πολεμική αποζημίωση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ίση με 300.000 χρυσά δουκάτα. Μετά τη νίκη της στη Ναυμαχία της Πρέβεζας και την επακόλουθη νίκη στη μάχη της Τζέρμπα στην Τυνησία το 1560, η Οθωμανική Αυτοκρατορία απέκρουσε με επιτυχία τις προσπάθειες της Βενετίας και της Ισπανίας, τις δύο δηλαδή επικρατούσες ναυτικές δυνάμεις της Μεσογείου, να σταματήσουν την αντίστοιχη Οθωμανική προσπάθεια εξόδου στην τεράστια θάλασσα. Αυτό άλλαξε μόνο με τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571.
Φωτ.:«H Ναυμαχία της Πρέβεζας» του ζωγράφου Ohannes Umed Behzad (1866), Ναυτικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης

http://el.wikipedia.org/wiki/Ναυμαχία_της_Πρέβεζας

Τι έχουν να προσφέρουν οι χριστιανοί

http://www.antifono.gr/portal/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B5%CF%82/%CE%98%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1-%CE%98%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1/videos/4544-p-eyaggelos-gkana3a-ti-exoyn-na-prosferoyn-oi-xristianoi-sti-syzitisi-gia-ti-dikaiosyni3b.html

Τι έχουν να προσφέρουν οι χριστιανοί στη συζήτηση για τη δικαιοσύνη;

E-mailΕκτύπωσηPDF
Το γραφείο νεότητας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών στα πλαίσια ομιλιών: Το Ευαγγέλιο στον σύγχρονο κόσμο: συναντήσεις με χριστιανούς και θύραθεν στοχαστές, διοργάνωσε εκδήλωση με θέμα:
Οι χριστιανοί απέναντι στο πρόβλημα της κοινωνικής ανισότητας και το αίτημα της δικαιοσύνης.
Tην Τετάρτη 22 Μαΐου 2013,ο π. Ευάγγελος Γκανάς, (εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Μελετίου Σεπολίων) μίλησε με θέμα :
Τι έχουν να προσφέρουν οι χριστιανοί στη συζήτηση για τη δικαιοσύνη;

Δημοφιλείς αναρτήσεις