Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

Εμείς τα λέμε "πετιμεζένια":

Κρήτη:γαστρονομικός περίπλους.
Φωτογραφία: Καλημέρα!
Δοκιμάζουμε το φετινό πετιμέζι με υγιεινά κουλουράκια πετιμεζιού.
Εμείς τα λέμε "πετιμεζένια":
http://cretangastronomy.blogspot.gr/2013/10/blog-post_9.html
Καλημέρα!
Δοκιμάζουμε το φετινό πετιμέζι με υγιεινά κουλουράκια πετιμεζιού.
Εμείς τα λέμε "πετιμεζένια":
http://cretangastronomy.blogspot.gr/2013/10/blog-post_9.html

Μικρές Κυκλάδες

Για μεγέθυνση πατείστε ροδάκι να ανοίξει νέα καρτέλα με φακό +-
Από παλιό περιοδικό Voyager




 

Βότανα και μυρωδικά: πότε να τα φυτέψω;




Βότανα και μυρωδικά: πότε να τα φυτέψω;






Η κηπουρική είναι ψυχοθεραπεία. Ακόμα κι αν δεν διαθέτετε κήπο, μπορείτε να καλλιεργήσετε μόνοι σας σε γλάστρες στη βεράντα σας όσα χρειάζεστε για το μαγείρεμα.
Τι πρέπει να ξέρετε για κάθε ένα από αυτά πριν ξεκινήσετε:
Άνηθος: Προμηθευτείτε τους ειδικούς σπόρους και φυτέψτε τον άνηθο σε κηπόχωμα στα μέσα της άνοιξης. Να θυμάστε ότι έχει ανάγκη από ήλιο και προσέξτε να μη μετακινείτε τη γλάστρα, γιατί το φυτό θα ξεραθεί.

Βασιλικός: Προσθέτει εξαιρετικό άρωμα στις σάλτσες σας. Ο βασιλικός καλλιεργείται την άνοιξη και χρειάζεται ήλιο και υγρασία. Για να μη χάνει ποτέ το άρωμά του και για να μη σας ξεραθεί, κόβετε τα ξερά κλαδάκια από τη ρίζα τους.

Δάφνη: Καλλιεργείται την άνοιξη από σπόρους ή νεαρά φυτά και μπορεί να ευδοκιμήσει τόσο σε κήπο όσο και σε γλάστρες. Δεν αντέχει το ψυχρό κλίμα, οπότε το χειμώνα θα πρέπει να προστατεύεται από τη βροχή και τους ανέμους.

Δεντρολίβανο: Είναι το μυστικό της επιτυχίας για ευωδιαστά ψητά. Το δεντρολίβανο φυτεύεται από νεαρά φυτά την άνοιξη, σε γλάστρες ή στον κήπο σας, και δεν χρειάζεται συχνό πότισμα.

Δυόσμος: Φυτεύεται από σπόρους νωρίς την άνοιξη. Καλλιεργείται σε γλάστρες και έχει ανάγκη από ήλιο και συχνό πότισμα για να ανθίσει.

Θυμάρι: Καλλιεργείται από σπόρους την άνοιξη και έχει ανάγκη από ξηρό χώμα. Ευδοκιμεί σε γλάστρες και δεν χρειάζεται συχνό πότισμα.

Κόλιαντρο: Μπορείτε να το φυτέψετε σε γλάστρες την άνοιξη. Έχει ανάγκη από ήλιο και πλούσιο χώμα.

Κρεμμύδι: Να το σπείρετε την άνοιξη, από σπόρους ή νεαρά φυτά. Για καλύτερα αποτελέσματα, ανακατέψτε το χώμα με στάχτη ή ασβεστόλιθο.

Λεμονόχορτο: Απαραίτητο συστατικό της ασιατικής κουζίνας. Φυτεύεται από σπόρους ή νεαρά φυτά σε γλάστρες και έχει ανάγκη από ζεστό κλίμα και ήλιο. Καλλιεργείται την άνοιξη, χρειάζεται συχνό πότισμα και το χειμώνα φροντίστε να μεταφέρετε τη γλάστρα σε εσωτερικό χώρο για να μην ξεραθεί το φυτό.

Μαϊντανός: Καλλιεργείται από σπόρους την άνοιξη σε ηλιόλουστα σημεία και χρειάζεται μπόλικο χώμα. Στα μέσα του καλοκαιριού προσθέστε κομπόστ γύρω από το χώμα.

Μάραθος: Μπορείτε να τον φυτέψετε από σπόρους όλο το χρόνο και χρειάζεται ήλιο και συχνό πότισμα.Το φθινόπωρο κόψτε τους βλαστούς του φυτού γύρω στα 1 με 2 εκ., για να ανθίσουν ξανά την άνοιξη.

Μέντα: Η άνοιξη είναι δανική εποχή για να φυτέψετε ένα μικρό κλωνάρι. Χρειάζεται ήλιο και συχνό πότισμα για να ευδοκιμήσει. Καλύτερα να τη φυτέψετε σε γλάστρες, γιατί απλώνεται γρήγορα.

Πιπεριές: Καλλιεργούνται από σπόρους και φυτεύονται σε γλάστρες, αλλά και σε κήπο, όταν δεν κινδυνεύουν από χαμηλές θερμοκασίες. Για καλύτερα αποτελέσματα καλύψτε το χώμα γύρω από το φυτό με νεκρά φύλλα, για να το διατηρούν θερμό και υγρό.

Σέλινο: Απαραίτητο συστατικό στις σούπες σας. Προτιμήστε να το φυτέψετε την άνοιξη από σπόρους. Έχει ανάγκη από ήλιο και συχνό πότισμα. Για να μη σας ξεραθεί το χειμώνα, σκεπάστε το χώμα με ένα διαφανές κάλυμμα.

Σκόρδο: Καλλιεργείται από βολβίδια το φθινόπωρο και έχει ανάγκη από ήλιο και καλό χώμα. Μόλις δείτε τις κορυφές να ξεραίνονται, να ξέρετε ότι έχει φτάσει η στιγμή της συγκομιδής.

Ρίγανη: Έχει ανάγκη από ήλιο και καλλιεργείται σε γλάστρες ή στον κήπο σας την άνοιξη. Δεν χρειάζεται συχνό πότισμα ούτε πολύ χώμα και το ξηρό έδαφος τη βοηθά να ευδοκιμήσει καλύτερα.

Ρόκα: Η ρόκα φυτεύεται από σπόρους νωρίς την άνοιξη, σε γλάστρες ή σε κήπο και έχει ανάγκη από συχνό πότισμα. Προσοχή γιατί τα φύλλα της είναι αγαπημένη τροφή για τα σαλιγκάρια, οπότε φροντίστε να τα απομακρύνετε από τον κήπο σας.

Φασκόμηλο: Χρησιμοποιείται κυρίως ως ρόφημα, αλλά και στη μαγειρική, αν προτιμάτε τις ιδιαίτερες γεύσεις. Καλλιεργείται όλο το χρόνο από νεαρά φυτά και ευδοκιμεί κυρίως σε κήπο. Για καλύτερα αποτελέσματα προσθέστε άμμο γύρω από το χώμα, ώστε να αποστραγγίζεται πιο εύκολα το νερό.

Πώς να ποτίσετε και να λιπάνετε τα φυτά στις γλάστρες:
Χρειάζονται συχνό πότισμα, ενώ το καλοκαίρι ειδικά καθημερινά. Προσθέστε στη γλάστρα μια χούφτα από κόκκους που συγκρατούν την υγρασία. Με αυτό τον τρόπο το χώμα θα διατηρεί περισσότερο νερό. Προσπαθήστε να ρίχνετε λίπασμα στις γλάστρες σας κάθε 6 εβδομάδες, εκτός από τους καλοκαιρινούς μήνες. Την άνοιξη αφαιρέστε το πάνω μέρος του χώματος από τη γλάστρα και προσθέστε φρέσκο.

Πηγή:.elle.

ΤΑΣΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΣ - ΤΑΣΣΟΣ

ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).
 
Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.


ΤΑΣΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΣ - ΤΑΣΣΟΣ (1914 – Αθήνα, 13 Οκτωβρίου 1985) ΕΡΓΟ: Μεσημέρι (1958). Έγχρωμη ξυλογραφία

Διακεκριμένος έλληνας χαράκτης.
Μικρός παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής κοντά στον Γιώργο Κωτσάκη. Το 1930, σε ηλικία δεκαέξι ετών, έγινε δεκτός στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα γλυπτικής και ζωγραφικής στα εργαστήρια του Θ. Θωμόπουλου, του Ουμβ. Αργυρού και του Κ. Παρθένη.
Από το 1933 και μέχρι την αποφοίτησή του από την Σχολή το 1939, παρακολούθησε μαθήματα χαρακτικής στο εργαστήριο του Γ. Κεφαλληνού. Πιθανολογείται ότι καθοριστικό ρόλο στην αφοσίωσή του στην χαρακτική έπαιξε και η γνωριμία του με τον Δ. Γαλάνη, τον άλλο μεγάλο έλληνα χαράκτη της εποχής του Μεσοπολέμου, μέσω του οποίου γνώρισε και την γαλλική χαρακτική. Λέγεται επίσης ότι πραγματοποίησε σπουδές στο Παρίσι, την Ρώμη και την Φλωρεντία. Πάντως, το ταλέντο του στην χαρακτική αναγνωρίστηκε πολύ γρήγορα· στην Πανελλήνια Έκθεση του 1938 έλαβε το Βραβείο Χαρακτικής και δύο χρόνια αργότερα (1940) τιμήθηκε με το Κρατικό Μετάλλιο Χαρακτικής.
Από το 1930 είχε ενταχθεί στο ΚΚΕ, αρχικά στην νεολαία του κόμματος (ΟΚΝΕ) και αργότερα ως πλήρες μέλος. Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου το 1940, ο Τάσσος και πολλοί άλλοι μαθητές του Γ. Κεφαλληνού φιλοτέχνησαν προπαγανδιστικές αφίσες για την εμψύχωση του ελληνικού λαού. Στα χρόνια της Κατοχής, εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΕΑΜ Καλλιτεχνών, για να συνεχίσει την (παράνομη πλέον) δημιουργία προπαγανδιστικού υλικού κατά των κατακτητών.
Μετά την απελευθέρωση, ο Τάσσος άρχισε να ασχολείται και με άλλα θέματα πέρα από τα επικά του πολέμου, όπως γυμνά, νεκρές φύσεις και πορτρέτα, ενώ ταυτοχρόνως άρχισε να χρησιμοποιεί και χρώμα στις ξυλογραφίες του.
Ο Τάσσος είχε επίσης μια ιδιαίτερη αγάπη για το βιβλίο και τις γραφικές τέχνες. Ήδη από το 1939, με την αποφοίτησή του, έφτιαχνε εξώφυλλα και κοσμήματα για το λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Εστία. Αμέσως μετά την απελευθέρωση, ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση στον εκδοτικό οίκο «Τα Νέα Βιβλία» που ίδρυσε το Κομμουνιστικό Κόμμα το 1945 και που έκλεισε το 1948. Το 1948 άρχισε να συνεργάζεται με τον Οργανισμό Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων (ΟΕΣΒ, μετέπειτα Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων ή ΟΕΔΒ). Καρπός της συνεργασίας του με τον ΟΕΣΒ/ΟΕΔΒ, υπήρξε η εικονογράφηση πολλών βιβλίων για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο, με πρώτο το Αναγνωστικόν Έκτης Δημοτικού που κυκλοφόρησε το 1949.
Το 1948 έγινε καλλιτεχνικός σύμβουλος του λιθογραφείου «Ασπιώτη–Έλκα», και από το 1954 έως το 1967 φιλοτέχνησε γραμματόσημα για λογαριασμό των Ελληνικών Ταχυδρομείων, αρχικά με την τεχνική της έγχρωμης ξυλογραφίας και κατόπιν με τη μέθοδο offset. Επίσης, από το 1962 έως τον θάνατό του, σχεδίαζε και τα γραμματόσημα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το 1959 ανέλαβε την διεύθυνση του Τμήματος Γραφικών Τεχνών στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο, όπου δίδαξε μέχρι το 1967.
Ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της καλλιτεχνικής ομάδας «Στάθμη», η οποία τον τίμησε με αναδρομική έκθεση των έργων του στα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια. Την ίδια εποχή παρουσίασε έργα του στην Μπιενάλε της Βενετίας (1952) και του Λουγκάνο (1953).
Κατά την δεκαετία του 1960 η θεματογραφία του άρχισε να επικεντρώνεται στην απόδοση της ανθρώπινης μορφής. Εγκατέλειψε σταδιακά το χρώμα, χάραζε όλο και μεγαλύτερες πλάκες ξύλου και άρχισε να δημιουργεί θεματικές ενότητες σε τρίπτυχα ή τετράπτυχα. Ταυτοχρόνως ασχολήθηκε με την αγιογραφία, ενώ συνέχισε να φιλοτεχνεί βιβλία.
Κατά την περίοδο της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, έζησε αυτοεξόριστος εκτός Ελλάδας και φιλοτέχνησε έργα κοινωνικής διαμαρτυρίας καταγράφοντας γεγονότα που τον συγκλόνισαν. Μετά την κατάρρευση της Χούντας, εξέθεσε έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη (1975) και λίγο καιρό αργότερα έγινε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ίδιου ιδρύματος. Το 1977, ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης.
Συνέχισε να εργάζεται σκληρά μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Πέθανε το Οκτώβριο του 1985 αφήνοντας ημιτελή μία σειρά οκτώ συνθέσεων στο Δημαρχείο του Βόλου. Το 1987, η Εθνική Πινακοθήκη τον τίμησε με μία δεύτερη μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων του.
Έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, δημιουργήθηκε η Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών «Α. Τάσσος», με σκοπό την διάδοση του έργου του και την υποστήριξη της ελληνικής χαρακτικής. Από το 1991 και κάθε τρία χρόνια, η Εταιρεία αυτή πραγματοποιεί συλλογικές εκθέσεις νέων ελλήνων χαρακτών σε διαφορετικές πόλλεις της Ελλάδας. Η Εταιρεία επίσης διατηρεί ανοιχτό ως μουσείο το σπίτι όπου έζησε και δημιούργησε ο Τάσσος και η σύζυγός του, η ζωγράφος και χαράκτρια Λουκία Μαγγιώρου (γεν. 1914), επί της Αρδηττού 34, στην συνοικία Μετς της Αθήνας.
Τα έργα του χαρακτηρίζονται από την τεχνική αρτιότητά τους και την συγκινησιακή — τρυφερή αλλά και δωρική — απόδοση της μορφής των απλών ανθρώπων του μόχθου και του πόνου. Ωστόσο ένα σύγχρονο μάτι δεν μπορεί να μην διακρίνει μέσα στις ξυλογραφίες του Τάσσου και την επική μεγαλοπρέπεια της στρατευμένης τέχνης. Άλλωστε, ο ίδιος ο χαράκτης «παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του στρατευμένος στην υπόθεση της πάλης για μια νέα κοινωνία, δίκαιη, δημοκρατική και σοσιαλιστική» (Η. Μόρτογλου, Ριζοσπάστης, 23 Οκτωβρίου 1995).ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Πορτοκάλια με βανίλια και πράσινο τσάι


Για μεγάθυνση πατείστε ροδάκι να ανοίξει νέα καρτέλα με φακό +-
 
Από παλιό περιοδικό Bravacasa


«Και για σένα πεθαίνω, ηλίθιε!»

Σταυρούλα Κουγιουμτσιάδη.
Φωτογραφία: «Και για σένα πεθαίνω, ηλίθιε!»

Του Νίκου Μπογιόπουλου.

Προχτές συμπληρώθηκαν 46 χρόνια από την αιχμαλωσία και την δολοφονία του Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία. Εκείνος στον οποίο ανατέθηκε να τον εκτελέσει ήταν ο υπαξιωματικός Μάριο Τεράν.

Ο Μάριο Τεράν, ο δολοφόνος του Τσε, το 2006 υποβλήθηκε σε εγχείρηση από Κουβανούς γιατρούς που συμμετέχουν στο πρόγραμμα της «Επιχείρησης Θαύμα» και προσφέρουν – δωρεάν – τις υπηρεσίες τους σε ασθενείς σε όλη τη Λατινική Αμερική. Ο Τεράν έπασχε από καταρράκτη. Οι επεμβάσεις καταρράκτη δεν είναι και τόσο απλό πράγμα για τους φτωχούς ανθρώπους στη Λατινική Αμερική.

Ο γιος του Τεράν, το 2007, στην συμπλήρωση 40 χρόνων από την δολοφονία του Τσε, έστειλε  σε εφημερίδα της Βολιβίας ευχαριστήριο μήνυμα προς τους Κουβανούς γιατρούς που αποκατέστησαν την όραση του πατέρα του. Του δολοφόνου, δηλαδή, του (και) γιατρού Τσε Γκεβάρα…

«Θυμηθείτε αυτό το όνομα – Μάριο Τεράν – ένας άνδρας που εκπαιδεύτηκε για να σκοτώσει μπορεί και πάλι να βλέπει χάρη στους γιατρούς που ακολουθούν τις ιδέες του θύματός του», ήταν το ρεπορτάζ με το οποίο κατέγραψε την είδηση η εφημερίδα «Γκράνμα» της Κούβας.

Θυμηθείτε, λοιπόν, τον Μάριο Τεράν. Και δίπλα σε αυτόν, θυμηθείτε κι εκείνον τον ναζί εκτελεστή. Η ιστορία έρχεται από τα παλιά και μας την διηγήθηκε πριν από χρόνια ένας αγαπημένος συνάδελφος και φίλος, ο Γιώργος Μουσγάς που την είχε ξετρυπώσει  από αναγνώσματα των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων:

Ήταν μέρες Κατοχής. Στη Γαλλία. Στον τόπο της εκτέλεσης, λίγο πριν δοθεί το παράγγελμα στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο ναζί εκτελεστής γυρίζει υπεροπτικά στον μελλοθάνατο Γάλλο αντιφασίστα και τον ρωτά: «Τι έχεις να πεις που δε θα δεις ποτέ τις ιδέες σου να πραγματώνονται;». Ο αντιφασίστας, με απόλυτο έλεγχο του εαυτού του, με απόλυτη συνείδηση της αξίας της θυσίας του, απαντά: «Και για σένα  πεθαίνω, ηλίθιε»!

Είναι αληθινή η ιστορία; Δεν ξέρω. Αλλά τί σημασία έχει;…

Όχι λίγες φορές, επανέρχεται το ερώτημα: Τι ήταν εκείνο που οδήγησε έναν από τους ηγέτες μιας από τις σημαντικότερες επαναστάσεις του 20ού αιώνα να προσφέρει τόσο αφειδώλευτα –  και κατά άλλους τόσο «απερίσκεπτα» και τόσο «τυχοδιωκτικά» – την ίδια του τη ζωή στο πεδίο των μαχών για την κοινωνική απελευθέρωση;

 Στη στάση του Τσε απέναντι στη ζωή (όπως περιέγραψε ο Φιντέλ Κάστρο στον επικήδειο στη μνήμη του Τσε που εκφωνήθηκε στην Πλατεία της Επανάστασης στην Αβάνα, στις 18 Οκτώβρη 1967) επέδρασε σημαντικά

«η αντίληψη ότι οι άνθρωποι έχουν μια σχετική αξία στην Ιστορία, η ιδέα ότι δεν ηττάται η υπόθεση όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, και ότι η ακατάσχετη πορεία της Ιστορίας δε σταματά ούτε θα σταματήσει με το χαμό των αρχηγών (…). Άνθρωποι σαν κι αυτόν - συνέχισε ο Κάστρο - είναι ικανοί, με το παράδειγμά τους, να συμβάλουν στην εμφάνιση άλλων που να τους μοιάζουν (…)»

Την αντίληψη του Τσε για τον άνθρωπο δε θα μπορούσαν ποτέ να την καταλάβουν οι δολοφόνοι του. Πόσο μάλλον να την εξοντώσουν.

Ό,τι  δεν κατάφεραν με τον Τσε  εκείνοι που τον δολοφόνησαν νόμισαν ότι θα το κατόρθωναν όσοι πίστεψαν ότι μπορούν να τον μετατρέψουν σε μια ακίνδυνη στάμπα πάνω σε μπλουζάκια και «μοδάτα» αξεσουάρ.

Ούτε αυτοί αντιλήφθηκαν ότι η ζωή του Τσε ξεπερνά κατά πολύ την αγοραία λογική τους. Δεν είχαν τα εργαλεία να αντιληφθούν εκείνο που κατάλαβε ο Σαρτρ: «Η ζωή του Τσε» - έλεγε ο Σαρτρ - είναι η ιστορία του πληρέστερου ανθρώπου της εποχής μας».

Αυτή η «πλήρης Ιστορία», που ο Τσε την έγραψε και την διηγήθηκε με τη ζωή και το θάνατό του, είναι ταυτόχρονα και η απάντηση στο ερώτημα «γιατί ο Τσε  συνεχίζει να ζει».

Όσοι προσπαθούν να εξαντλήσουν την εξήγηση αυτής της «αθανασίας», εστιάζοντας στην εικόνα του Τσε σαν «γητευτή των φοιτητικών ονείρων», ξεχνούν ότι ο Τσε των εργατών και των αγροτών, ο Τσε των ταπεινών και καταφρονεμένων, ο Τσε της νεολαίας, δε μας άφησε κληρονομιά μόνο το απίστευτο βλέμμα του. Ενα βλέμμα που κοιτάζει μακριά αλλά στέρεα προς το φαινομενικά αδύνατο. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο Τσε και οι σύντροφοί του στην Κούβα έγιναν η απόδειξη της νίκης απέναντι στην καταπίεση, στη διαφθορά, στο φασισμό, στον ιμπεριαλισμό. Δεν ήταν μόνο ότι ο Τσε αρνήθηκε μια «στρωμένη» και άνετη ζωή, πριν την κουβανέζικη επανάσταση, ότι δεν θαμπώθηκε από τις τιμές, τα πόστα, την αναγνώριση, μετά την επικράτηση της επανάστασης.

Ολα αυτά μαζί μπορεί να συνθέτουν τον «μύθο» του Τσε, αλλά δεν είναι αρκετά να εξηγήσουν το γιατί ο Τσε Γκεβάρα «ζει».

Στην πραγματικότητα, τίποτα δε θα μπορούσε να κρατήσει «ζωντανό» τον Τσε, αν δεν παρέμεναν τραγικά ζωντανά και δραματικά επίκαιρα όλα όσα τον «γέννησαν». Ο πραγματικός λόγος που ο Τσε  παραμένει «ζωντανός» είναι ότι παραμένουν ζωντανά όλα όσα τον «γέννησαν».

Ο Τσε «ζει» γιατί, ως πολεμιστής και ως πολιτικός, ήταν ο κομαντάντε μιας υπόθεσης που και ως θεωρία και ως πράξη θα βρει την ολοκλήρωσή της, μόνο όταν καταργηθεί κάθε μορφής εκμετάλλευση. Ο μαρξισμός και το κομμουνιστικό ιδεώδες είναι πλήρως εξαγνισμένο μέσα μου, έλεγε ο Τσε, προσθέτοντας με απόλυτη σαφήνεια: «Δεν υπάρχει για μας κανείς άλλος ορισμός του σοσιαλισμού, πλην της κατάργησης της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο».

Ο Τσε θα παραμένει «ζωντανός» για όσο το βλέμμα του θα δείχνει ότι είναι ρεαλιστικό το όραμά του για έναν κόσμο ελεύθερο, δημοκρατικό, χωρίς πείνα, χωρίς φτώχεια, χωρίς καταπίεση.

«Αν τρέμεις από αγανάκτηση για κάθε αδικία, είσαι σύντροφός μου», έλεγε ο Τσε. Για όσο στον κόσμο η αδικία θα εξακολουθεί το έργο της, όσο οι έννοιες «τιμή» και «αξιοπρέπεια» θα υπάρχουν στο λεξιλόγιο των ανθρώπων,  ο Τσε θα είναι «ζωντανός». Γιατί «ο άνθρωπος - έλεγε ο Τσε- πρέπει να περπατάει με το κεφάλι απέναντι στον ήλιο. Και ο ήλιος πρέπει να κάψει το μέτωπο και καίγοντάς το να το σφραγίσει με τη σφραγίδα της τιμής. Όποιος περπατάει σκυφτός, χάνει αυτήν την τιμή».

Λίγο πριν τη δολοφονία του, ο Τσε είχε στείλει στα παιδιά του ένα γράμμα:

 «Αγαπημένα μου Ιλδίτα, Αλεϊδίτα, Καμίλο, Σέλια και Ερνέστο,

Αν μια μέρα χρειαστεί να διαβάσετε τούτο το γράμμα, θα πει πως πια δεν είμαι ανάμεσά σας. Σχεδόν δε θα με θυμάστε πια και τα πιο μικρά θα μ’ έχουν ξεχάσει. Ο πατέρας σας ήταν ένας άνθρωπος που έπραττε όπως σκεφτόταν, και που σίγουρα ήταν πιστός στις πεποιθήσεις του (….). Να μελετάτε πολύ, για να μπορέσετε να κυριαρχήσετε στην τεχνική, που θα σας επιτρέψει να κυριαρχήσετε στη φύση (…). Να ‘στε κυρίως ικανά να αισθάνεστε, όσο πιο βαθιά μπορείτε, κάθε αδικία που γίνεται απέναντι σ’ οποιονδήποτε, σ’ οποιαδήποτε χώρα του κόσμου(…). Πάντα, παιδιά μου, θα ελπίζω να σας ξαναδώ.

Ένα μεγάλο και δυνατό φιλί απ’ τον Μπαμπά».

Δεν είδε ποτέ ξανά τα παιδιά του. Στις 8 προς 9 Οκτώβρη του 1967, ο κομαντάντε Τσε Γκεβάρα, περνούσε στο πάνθεον των «αθανάτων» της Ιστορίας με διαβατήριο την πίστη του στις πεποιθήσεις του. Χτυπήθηκε από δυο σφαίρες στο σβέρκο. Πισώπλατα. Οι δολοφόνοι του, αν και αιχμάλωτος, δεν είχαν το κουράγιο να τον κοιτούν στα μάτια ούτε καν τη στιγμή που τον εκτελούσαν. Οι δολοφόνοι του μοίρασαν ανά την υφήλιο τη φωτογραφία του νεκρού Τσε πιστεύοντας ότι έτσι θα σφράγιζαν και θα έκλειναν τους λογαριασμούς τους μαζί του.

Εκαναν λάθος. Μια άλλη φωτογραφία ήταν εκείνη που έμελλε να μείνει στην Ιστορία.

Πηγή: enikos.gr, 11/10/2013.
«Και για σένα πεθαίνω, ηλίθιε!»
Του Νίκου Μπογιόπουλου.

Προχτές συμπληρώθηκαν 46 χρόνια από την αιχμαλωσία και την δολοφονία του Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία. Εκείνος στον οποίο ανατέθηκε να τον εκτελέσει ήταν ο υπαξιωματικός Μάριο Τεράν.

Ο Μάριο Τεράν, ο δολοφόνος του Τσε, το 2006 υποβλήθηκε σε εγχείρηση από Κουβανούς γιατρούς που συμμετέχουν στο πρόγραμμα της «Επιχείρησης Θαύμα» και προσφέρουν – δωρεάν – τις υπηρεσίες τους σε ασθενείς σε όλη τη Λατινική Αμερική. Ο Τεράν έπασχε από καταρράκτη. Οι επεμβάσεις καταρράκτη δεν είναι και τόσο απλό πράγμα για τους φτωχούς ανθρώπους στη Λατινική Αμερική.

Ο γιος του Τεράν, το 2007, στην συμπλήρωση 40 χρόνων από την δολοφονία του Τσε, έστειλε σε εφημερίδα της Βολιβίας ευχαριστήριο μήνυμα προς τους Κουβανούς γιατρούς που αποκατέστησαν την όραση του πατέρα του. Του δολοφόνου, δηλαδή, του (και) γιατρού Τσε Γκεβάρα…

«Θυμηθείτε αυτό το όνομα – Μάριο Τεράν – ένας άνδρας που εκπαιδεύτηκε για να σκοτώσει μπορεί και πάλι να βλέπει χάρη στους γιατρούς που ακολουθούν τις ιδέες του θύματός του», ήταν το ρεπορτάζ με το οποίο κατέγραψε την είδηση η εφημερίδα «Γκράνμα» της Κούβας.

Θυμηθείτε, λοιπόν, τον Μάριο Τεράν. Και δίπλα σε αυτόν, θυμηθείτε κι εκείνον τον ναζί εκτελεστή. Η ιστορία έρχεται από τα παλιά και μας την διηγήθηκε πριν από χρόνια ένας αγαπημένος συνάδελφος και φίλος, ο Γιώργος Μουσγάς που την είχε ξετρυπώσει από αναγνώσματα των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων:

Ήταν μέρες Κατοχής. Στη Γαλλία. Στον τόπο της εκτέλεσης, λίγο πριν δοθεί το παράγγελμα στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο ναζί εκτελεστής γυρίζει υπεροπτικά στον μελλοθάνατο Γάλλο αντιφασίστα και τον ρωτά: «Τι έχεις να πεις που δε θα δεις ποτέ τις ιδέες σου να πραγματώνονται;». Ο αντιφασίστας, με απόλυτο έλεγχο του εαυτού του, με απόλυτη συνείδηση της αξίας της θυσίας του, απαντά: «Και για σένα πεθαίνω, ηλίθιε»!

Είναι αληθινή η ιστορία; Δεν ξέρω. Αλλά τί σημασία έχει;…

Όχι λίγες φορές, επανέρχεται το ερώτημα: Τι ήταν εκείνο που οδήγησε έναν από τους ηγέτες μιας από τις σημαντικότερες επαναστάσεις του 20ού αιώνα να προσφέρει τόσο αφειδώλευτα – και κατά άλλους τόσο «απερίσκεπτα» και τόσο «τυχοδιωκτικά» – την ίδια του τη ζωή στο πεδίο των μαχών για την κοινωνική απελευθέρωση;

Στη στάση του Τσε απέναντι στη ζωή (όπως περιέγραψε ο Φιντέλ Κάστρο στον επικήδειο στη μνήμη του Τσε που εκφωνήθηκε στην Πλατεία της Επανάστασης στην Αβάνα, στις 18 Οκτώβρη 1967) επέδρασε σημαντικά

«η αντίληψη ότι οι άνθρωποι έχουν μια σχετική αξία στην Ιστορία, η ιδέα ότι δεν ηττάται η υπόθεση όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, και ότι η ακατάσχετη πορεία της Ιστορίας δε σταματά ούτε θα σταματήσει με το χαμό των αρχηγών (…). Άνθρωποι σαν κι αυτόν - συνέχισε ο Κάστρο - είναι ικανοί, με το παράδειγμά τους, να συμβάλουν στην εμφάνιση άλλων που να τους μοιάζουν (…)»

Την αντίληψη του Τσε για τον άνθρωπο δε θα μπορούσαν ποτέ να την καταλάβουν οι δολοφόνοι του. Πόσο μάλλον να την εξοντώσουν.

Ό,τι δεν κατάφεραν με τον Τσε εκείνοι που τον δολοφόνησαν νόμισαν ότι θα το κατόρθωναν όσοι πίστεψαν ότι μπορούν να τον μετατρέψουν σε μια ακίνδυνη στάμπα πάνω σε μπλουζάκια και «μοδάτα» αξεσουάρ.

Ούτε αυτοί αντιλήφθηκαν ότι η ζωή του Τσε ξεπερνά κατά πολύ την αγοραία λογική τους. Δεν είχαν τα εργαλεία να αντιληφθούν εκείνο που κατάλαβε ο Σαρτρ: «Η ζωή του Τσε» - έλεγε ο Σαρτρ - είναι η ιστορία του πληρέστερου ανθρώπου της εποχής μας».

Αυτή η «πλήρης Ιστορία», που ο Τσε την έγραψε και την διηγήθηκε με τη ζωή και το θάνατό του, είναι ταυτόχρονα και η απάντηση στο ερώτημα «γιατί ο Τσε συνεχίζει να ζει».

Όσοι προσπαθούν να εξαντλήσουν την εξήγηση αυτής της «αθανασίας», εστιάζοντας στην εικόνα του Τσε σαν «γητευτή των φοιτητικών ονείρων», ξεχνούν ότι ο Τσε των εργατών και των αγροτών, ο Τσε των ταπεινών και καταφρονεμένων, ο Τσε της νεολαίας, δε μας άφησε κληρονομιά μόνο το απίστευτο βλέμμα του. Ενα βλέμμα που κοιτάζει μακριά αλλά στέρεα προς το φαινομενικά αδύνατο. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο Τσε και οι σύντροφοί του στην Κούβα έγιναν η απόδειξη της νίκης απέναντι στην καταπίεση, στη διαφθορά, στο φασισμό, στον ιμπεριαλισμό. Δεν ήταν μόνο ότι ο Τσε αρνήθηκε μια «στρωμένη» και άνετη ζωή, πριν την κουβανέζικη επανάσταση, ότι δεν θαμπώθηκε από τις τιμές, τα πόστα, την αναγνώριση, μετά την επικράτηση της επανάστασης.

Ολα αυτά μαζί μπορεί να συνθέτουν τον «μύθο» του Τσε, αλλά δεν είναι αρκετά να εξηγήσουν το γιατί ο Τσε Γκεβάρα «ζει».

Στην πραγματικότητα, τίποτα δε θα μπορούσε να κρατήσει «ζωντανό» τον Τσε, αν δεν παρέμεναν τραγικά ζωντανά και δραματικά επίκαιρα όλα όσα τον «γέννησαν». Ο πραγματικός λόγος που ο Τσε παραμένει «ζωντανός» είναι ότι παραμένουν ζωντανά όλα όσα τον «γέννησαν».

Ο Τσε «ζει» γιατί, ως πολεμιστής και ως πολιτικός, ήταν ο κομαντάντε μιας υπόθεσης που και ως θεωρία και ως πράξη θα βρει την ολοκλήρωσή της, μόνο όταν καταργηθεί κάθε μορφής εκμετάλλευση. Ο μαρξισμός και το κομμουνιστικό ιδεώδες είναι πλήρως εξαγνισμένο μέσα μου, έλεγε ο Τσε, προσθέτοντας με απόλυτη σαφήνεια: «Δεν υπάρχει για μας κανείς άλλος ορισμός του σοσιαλισμού, πλην της κατάργησης της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο».

Ο Τσε θα παραμένει «ζωντανός» για όσο το βλέμμα του θα δείχνει ότι είναι ρεαλιστικό το όραμά του για έναν κόσμο ελεύθερο, δημοκρατικό, χωρίς πείνα, χωρίς φτώχεια, χωρίς καταπίεση.

«Αν τρέμεις από αγανάκτηση για κάθε αδικία, είσαι σύντροφός μου», έλεγε ο Τσε. Για όσο στον κόσμο η αδικία θα εξακολουθεί το έργο της, όσο οι έννοιες «τιμή» και «αξιοπρέπεια» θα υπάρχουν στο λεξιλόγιο των ανθρώπων, ο Τσε θα είναι «ζωντανός». Γιατί «ο άνθρωπος - έλεγε ο Τσε- πρέπει να περπατάει με το κεφάλι απέναντι στον ήλιο. Και ο ήλιος πρέπει να κάψει το μέτωπο και καίγοντάς το να το σφραγίσει με τη σφραγίδα της τιμής. Όποιος περπατάει σκυφτός, χάνει αυτήν την τιμή».

Λίγο πριν τη δολοφονία του, ο Τσε είχε στείλει στα παιδιά του ένα γράμμα:

«Αγαπημένα μου Ιλδίτα, Αλεϊδίτα, Καμίλο, Σέλια και Ερνέστο,

Αν μια μέρα χρειαστεί να διαβάσετε τούτο το γράμμα, θα πει πως πια δεν είμαι ανάμεσά σας. Σχεδόν δε θα με θυμάστε πια και τα πιο μικρά θα μ’ έχουν ξεχάσει. Ο πατέρας σας ήταν ένας άνθρωπος που έπραττε όπως σκεφτόταν, και που σίγουρα ήταν πιστός στις πεποιθήσεις του (….). Να μελετάτε πολύ, για να μπορέσετε να κυριαρχήσετε στην τεχνική, που θα σας επιτρέψει να κυριαρχήσετε στη φύση (…). Να ‘στε κυρίως ικανά να αισθάνεστε, όσο πιο βαθιά μπορείτε, κάθε αδικία που γίνεται απέναντι σ’ οποιονδήποτε, σ’ οποιαδήποτε χώρα του κόσμου(…). Πάντα, παιδιά μου, θα ελπίζω να σας ξαναδώ.

Ένα μεγάλο και δυνατό φιλί απ’ τον Μπαμπά».

Δεν είδε ποτέ ξανά τα παιδιά του. Στις 8 προς 9 Οκτώβρη του 1967, ο κομαντάντε Τσε Γκεβάρα, περνούσε στο πάνθεον των «αθανάτων» της Ιστορίας με διαβατήριο την πίστη του στις πεποιθήσεις του. Χτυπήθηκε από δυο σφαίρες στο σβέρκο. Πισώπλατα. Οι δολοφόνοι του, αν και αιχμάλωτος, δεν είχαν το κουράγιο να τον κοιτούν στα μάτια ούτε καν τη στιγμή που τον εκτελούσαν. Οι δολοφόνοι του μοίρασαν ανά την υφήλιο τη φωτογραφία του νεκρού Τσε πιστεύοντας ότι έτσι θα σφράγιζαν και θα έκλειναν τους λογαριασμούς τους μαζί του.

Εκαναν λάθος. Μια άλλη φωτογραφία ήταν εκείνη που έμελλε να μείνει στην Ιστορία.

Πηγή: enikos.gr, 11/10/2013.
— μαζί με Varvara Kordopati.

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Ζακ-Φρανσουά Τιμπώ (Thibault)


Bigbook.gr.

Ο Ζακ-Φρανσουά Τιμπώ (Thibault), όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Ανατόλ Φρανς (Παρίσι 16 Απριλίου 1844 - 12 Οκτωβρίου 1924) ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος και κριτικός (Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 1921). Ο πατέρας του, Φρανσουά-Νοέλ Τιμπώ, ο οποίος είχε ελλειπή παιδεία, είχε φιλοδοξίες για τον γιο του και γι' αυτό τον έστειλε να σπουδάσει στο Κολλέγιο Στανισλάς, που προοριζόταν για αριστοκράτες και μεγαλοαστούς, το 1855. Στη διάρκεια των σπουδών του, ο νεαρός Ανατόλ έγινε δέκτης πολλών αρνητικών σχολίων κοινωνικού περιεχομένου και η πίκρα που του προκάλεσαν αυτά αντικατοπτρίστηκε αργότερα στα έργα του. Το αρνητικό αυτό κλίμα, σε συνδυασμό με την πίεση από την πλευρά του πατέρα του, ο οποίος φιλοδοξούσε ο γιος του να ανέβει κοινωνικά, φαίνεται πως οδήγησαν τον Ανατόλ Φρανς από τα δεκαπέντε του χρόνια (εμπνευσμένος ήδη από τη Γαλλική επανάσταση και τους κοινωνικούς αγώνες της εποχής του) στην άσκηση έντονης κριτικής και στη θρησκεία με αποτέλεσμα να περιληφθεί το 1922 στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων (Index Librorum Prohibitorum) του Βατικανού. Στη διαμόρφωση των πολιτικών του πεποιθήσεων επέδρασε έντονα και το βιβλιοπωλείο του πατέρα του, στο οποίο ο πατέρας Τιμπώ συγκέντρωνε φυλλάδια, εφημερίδες και γενικά ντοκουμέντα για τη Γαλλική Επανάσταση. Τελικά ο Ανατόλ Φρανς εγκατέλειψε το Κολλέγιο Στανισλάς το 1862.

Από το 1867 άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα σε φιλολογικά περιοδικά, εργάστηκε για τον βιβλιοπώλη Λεμέρ και έγινε δεκτός στον κύκλο των Παρνασσιστών ποιητών. Συγχρόνως, για να κερδίσει κάποια χρήματα, εργάστηκε ως «νέγρος».[2] Το 1877, παντρεύτηκε τη Βαλερί Γκερέν ντε Σωβίλ και απέκτησε μια κόρη. Το 1887 αρχίζει η σχέση του με την Μαντάμ Καιγιαβέ, η οποία αποτέλεσε τον μεγάλο έρωτα της ζωής του.

Το 1881, έρχεται η πρώτη του μεγάλη επιτυχία, όταν εκδόθηκε το μυθιστόρημά του "Το έγκλημα του Σιλβέστρ Μπονάρ". Ακολούθησαν: «To οινομαγειρείο της βασίλισσας Πεντώκ», «Η εξέγερση των αγγέλων», «Θαΐς», «Οι θεοί διψούν», «Το νησί των πιγκουίνων» κ.ά. Μετά το 1900, τα περισσότερα έργα του Ανατόλ Φρανς εκφράζουν τους κοινωνικούς προβληματισμούς του. Μετά την υπόθεση Ντρέιφους, το 1894, που συγκλόνισε τη Γαλλία, άρχισε να απασχολείται με τα κοινωνικά προβλήματα προσεγγίζοντας τις σοσιαλιστικές ιδέες και τους αριστερούς κύκλους.[3] Ο ρόλος του Ανατόλ Φρανς στη λογοτεχνική ζωή ιδιαίτερα έγινε ακόμη πιο ουσιαστικός, όταν ανέλαβε τη βιβλιοκρισία στην εφημερίδα «Ο Χρόνος» (Le Temps), όπου από το 1887 έως το 1896 τα εβδομαδιαία χρονογραφήματά του τον ανέδειξαν σ΄έναν από τους πιο σημαντικούς κριτικούς της εποχής του.[4] Το 1896 ο Ανατόλ Φράνς έγινε μέλος έγινε μέλος της Γαλλική Ακαδημία Επιστημών. Στη τελευταία περίοδο της ζωής του είχε γίνει «πρέσβης» των γαλλικών γραμμάτων και είχε έρθει στην Ελλάδα (1898, 1901, 1907,1908) και το 1919 αναγορεύτηκε διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής.[5]
λλα έργα

Το λατινικό πνεύμα (Le Génie Latin, 1913),Πρόλογοι σε εκδόσεις κλασικών κειμένων που εκδόθηκαν πολύ αργότερα.
Χρυσά ποιήματα (Poémes dores, 1873).
Κορινθιακοί γάμοι (Les Noces corinthiens, 1876)
Ιοκάστη και αδύνατη γάτα (Iocaste et le Chat maigre, 1879)
Οι επιθυμίες του Ζαν Σερβιέν (Les Désirs de Jean Servien, 1882)
Το βιβλίο του φίλου μου (Le Livre de mon ami, 1885)
Οι απόψεις του Ζερόμ Κουανιάρ (Les Opinions de Jerome Coignard 1893).
Tο κόκκινο κρίνο (Le Lys rouge, 1894)
H Εκκλησία και η Δημοκρατία ( L΄Eglise et la Republique, 1905
Για καλύτερες μέρες (Vers les temps meilleurs,1909)
Μικρός Πέτρος (Petiti Pierre, 1918

http://el.wikipedia.org/wiki/Ανατόλ_Φρανς

Κορνήλιος Καστοριάδης

Σταυρούλα Κουγιουμτσιάδη.


Φωτογραφία: Ο Κορνήλιος Καστοριάδης
 (Κωνσταντινούπολη, 11 Μαρτίου 1922 – Παρίσι, 26 Δεκεμβρίου 1997) Έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής. 
Συγγραφέας του έργου Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας, 
διευθυντής σπουδών στην Σχολή Ανωτέρων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών του Παρισιού από το 1979, και φιλόσοφος της αυτονομίας, ένας από τους μεγαλύτερους στοχαστές του 20ου αιώνα.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης
(Κωνσταντινούπολη, 11 Μαρτίου 1922 – Παρίσι, 26 Δεκεμβρίου 1997) Έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής.
Συγγραφέας του έργου Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας, διευθυντής σπουδών στην Σχολή Ανωτέρων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών του Παρισιού από το 1979, και φιλόσοφος της αυτονομίας, ένας από τους μεγαλύτερους στοχαστές του 20ου αιώνα.

Σήμερα...




Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

ΠΩΛ ΜΕΝΕΣΤΡΕΛ: Η άγνωστη ζωή του Κωνσταντινουπολίτη στιχουργού


http://mikros-romios.gr/4129/menestrel/

ΠΩΛ ΜΕΝΕΣΤΡΕΛ: Η άγνωστη ζωή του Κωνσταντινουπολίτη στιχουργού

του Ελευθερίου Γ. Σκιαδά.
ΠΩΛ_ΜΕΝΕΣΤΡΕΛ_1
Σχεδόν για μισό αιώνα το όνομά του υπήρξε συνώνυμο της χαράς και του κεφιού, οι στίχοι του στον «Μπάρμπα Γιάννη Κανατά» και 850 ακόμη τραγούδια απλώθηκαν στον απανταχού της γης Ελληνισμό, αλλά ούτε μια λέξη δεν γράφτηκε ακόμη για την περιπετειώδη ζωή του. Πρόκειται για τον Ιωάννη Χιδίρογλου, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Πωλ Μενεστρέλ και φέτος συμπληρώνονται 110 χρόνια από τη γέννησή του (1903). Ο ευαίσθητος στιχουργός που ξεκίνησε –όπως και τόσοι άλλοι Έλληνες– από την Κωνσταντινούπολη για να ζήσει, να δημιουργήσει και να αγαπήσει την ελληνική πρωτεύουσα και τις γειτονιές της.
ΠΩΛ_ΜΕΝΕΣΤΡΕΛ_2
Γεννημένος στην Αντιγόνη των Πριγκιποννήσων ήταν το πέμπτο παιδί του Γρηγόρη και της Θάλειας Χιδίρογλου. Εσωτερικός στην Εμπορική Σχολή της Χάλκης, όταν ξεσπά πυρκαγιά (1913) μετεγγράφεται στο Αυτοκρατορικό Λύκειο της Πόλης (Γαλατά Σεράϊ). Αλλά ένα χρόνο αργότερα, οι πολεμικές εξελίξεις οδηγούν την Θάλεια Χιδίρογλου με τα τέσσερα μικρότερα παιδιά της στην Αθήνα. Φθάνουν στον Πειραιά, μέσω Αλεξανδρούπολης, και εγκαθίστανται στην οδό Σόλωνος. «Το δεκατέσσερα άφησα το φέσι, τη βελάδα, / κι ήρθα γεμάτος όνειρα, να ζήσω στην Ελλάδα», έγραφε σε έμμετρη αυτογραφία του ο Γ. Χιδίρογλου, ο οποίος φοίτησε στην αρχή στο Λύκειο Κωνσταντινίδη και μετά στο Λεόντειο της οδού Σίνα. Η μύησή του στη λογοτεχνία γίνεται από την Σοφία Σπανούδη (1878-1952), η οποία δημοσίευε διηγήματα και ποιήματά του στην εφημερίδα «Πρόοδο» της Πόλης.
Η γνωριμία του με τον Αττίκ, του ανοίγει διάπλατα τους δρόμους για να ψάλει το κέφι, την αισιοδοξία και το χαμόγελο. Δηλαδή τις ψυχικές αρετές που δαμάζουν τις καταστρεπτικές δυσκολίες της ζωής, όπως εύστοχα έγραψε ο Οκτάβιος Πιερ Μερλιέ (1897-1976) σε ανέκδοτο βιογραφικό του σημείωμα για τον Μενεστρέλ. Στη μεγάλη αντιπαράθεση βενιζελικών – βασιλικών η οικογένεια Χιδίρογλου τάσσεται με τους πρώτους, αντιμετωπίζοντας σημαντικά προβλήματα. Όταν ηττήθηκε ο Βενιζέλος (1920) ο 17χρονος Γιάννης φεύγει για την Κωνσταντινούπολη όπου εργάζεται ως τραπεζικός υπάλληλος με προϊστάμενο τον Φωκίωνα Δημητριάδη. Επιστρέφει στην Αθήνα με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Διδάσκει Γαλλικά και γνωρίζεται με τους Γρηγόρη Ξενόπουλο, Παντελή Χορν, Τίμο Μωραϊτίνη και Κώστα Ουράνη. Κάνει τις μεταφράσεις των έργων που ανεβάζει η Κυβέλη και ξεχειλίζει τις στήλες του περιοδικού «Φαντάζιο» του Αλέκου Μυράτ. Ο Ξενόπουλος προλογίζει το βιβλίο του «Διηγήματα» (1928).
ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ_1Με το ψευδώνυμο «Γιαννάκης» έγραφε το 1923, με το Φοίβος Ατρείδης έγραψε ελληνικούς στίχους για τη διασημη Paloma του Yradier και για την Poema του Mario Melfi και με το Πωλ Μενεστρέλ έγραψε ελληνικούς στίχους για τις περισσότερες διεθνείς επιτυχίες της περιόδου 1930-1950, καθώς και στίχους για τραγούδια Ελλήνων συνθετών, όπως οι Γ. Βέλλας, Γρ. Κωνσταντινίδης, Α. Μαρτίνος, Ζ. Κορίνθιος, Χρ. Χαιρόπουλος, Μ. Σογιούλ, Θ. Σπάθης, Τ. Φαρουγγιάς, Μ. Πορτοκάλλης κ.ά. Στις οθόνες των κινηματογράφων και στις ετικέτες των δίσκων καθιερώθηκε το περίφημο «Στίχοι Πωλ Μενεστρέλ». «Μπάρμπα-Γιάννη με τις στάμνες / και με τα σταμνάκια σου / να χαρής τα μάτια σου» τραγουδούσαν και ξεφάντωναν οι κυράδες. «Ξετρέλανε τον κόσμο το ντουνιά / ωραία μπα, μοιραία μμμ, / γιατί έχει νιάτα, χάρη γλύκα τσαχπινιά / και σαν φανεί από καμιά γωνιά / της τραγουδάει όλ’ η γειτονιά» τραγουδούσαν οι ερωτοχτυπημένοι. Είναι το τραγούδι που γνωρίσαμε αργότερα σε εκτέλεση του Λουκιανού Κηλαϊδόνη. «Θέλω μαμά έν’ αντρούλη / λίγο νοστιμούλη / με ξανθά μαλλιά / να μην έχει ερωμένη / και να μη φορεί γιαλιά / γιά να είμαι ευτυχισμένη / και να μη μου αντιμιλά» τραγουδούσε η Ελένη Παπαδάκη στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και ψιθύριζαν με τσαχπινιά τα κορίτσια.
ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ_2Και ενώ όλος ο κόσμος απολαμβάνει από τη φωνή του Πέτρου Επιτροπάκη το περίφημο «Τιριτόμπα» (1934) και τραγουδά «Τιριτόμπα, Τιριτόμπα / το φιλί σου είναι ζάχαρι γλυκό / Τιριτόμπα, Τιριτόμπα / είσαι μούρλια θηλυκό», ο Χιδίρογλου μεταφράζει θεατρικές κωμωδίες και οπερέτες για τον θίασο Παρασκευά Οικονόμου. Επίσης, μεταφράζει ορατόρια, όπως την Μαρία Μαγδαληνή (Μασενέ), «Εποχαί του Έτους» (Χάϋντεν), «Ιησούς στο όρος των Ελαιών» (Μπετόβεν) και «Στάμπατ Μάτερ» του Ροσίνι.
Διατηρώντας προσωπική φιλία με τον Κώστα Κοτζιά, παραμένει σχεδόν άγνωστο το γεγονός, ότι υπήρξε από τους πρωτεργάτες της εκλογής του ως Δημάρχου Αθηναίων (1934). Έγραψε το τραγούδι «Ψηφίστε τον Κοτζιά» που εξελίχθηκε σε σουξέ της εποχής: «Ψηφίστε τον Κοτζιά στις εκλογές / Να κλείσουν της Αθήνας οι πληγές»! Εξάλλου, ο Κ. Κοτζιάς ήταν κουμπάρος του, το 1951, όταν παντρεύτηκε την Κλαίρη Ι. Δαπόλλα, την γυναίκα που ύμνησε με δεκάδες στίχους. Ήταν ο δεύτερος γάμος του, αφού για πρώτη φορά παντρεύτηκε, το 1939, την Ειρήνη Διαμαντή Φιλιππίδου με κουμπάρο τον Μιλτιάδη Σινιόσογλου.
ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ_3Θύμα της λογοκρισίας το 1939, την επόμενη χρονιά όταν ξέσπασε ο πόλεμος θα γράψει το «Πω πω τι έπαθε ο Μουσολίνι» και το «Αγγλοελληνική Συμμαχία» που τραγούδησε η Σοφία Βέμπο. Μεταπολεμικά συνεχίζει να σπέρνει το μεράκι του. Με τους «Τρεις Καμπαλέρος» με τον Τώνη Μαρούδα (1947) ή το «Ω Μαμά», τη σάμπα με τον Σώτο Παναγόπουλο (1950), κάνοντας όλους να τραγουδούν «Για μια γλυκειά κοπέλλα / θα κάνω κάθε τρέλλα / ναι μαμά / γιατί την αγαπώ». Ο τεράστιος όγκος των στίχων του που έχουν μελοποιηθεί, αλλά και εκείνων που παραμένουν ανέκδοτοι ή δημοσιευμένοι σε περιοδικά και εφημερίδες συγκεντρώνονται από τον Σύλλογο των Αθηναίων, του οποίου υπήρξε εκλεκτό μέλος για να παραδοθούν στους μελετητές.
Ο Πωλ Μενεστρέλ έφυγε από τη ζωή στις 10 Ιανουαρίου 1992, σε ηλικία 89 ετών, αφήνοντας πίσω την αγαπημένη του Κλαίρη. Κηδεύτηκε στο Νεκροταφείο του Κόκκινου Μύλου, όπου τον ακολούθησε περίπου ένα μήνα αργότερα η καλή του σύζυγος σε ηλικία 74 ετών.

Δημοφιλείς αναρτήσεις