Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

HERMAN HESSE: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη "Αν Θα Μπορούσα Τον Κόσμο Να Άλλαζα".

HERMAN HESSE:
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Ι. Μόνο σε βάρος του εαυτού του μπορεί να ζήσει κάποιος που ζει έντονα. Αλλά δεν υπάρχει για τον αστό τίποτα που να εκτιμάει περισσότερο από τον ίδιο του τον εαυτό, ένα στοιχειώ­δη και υποανάπτυκτο εαυτ...Δείτε περισσότερα

Φωτογραφία: HERMAN HESSE: 
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Ι.  Μόνο σε βάρος του εαυτού του μπορεί να ζήσει κάποιος που ζει έντονα. Αλλά δεν υπάρχει για τον αστό τίποτα που να εκτιμάει περισσότερο από τον ίδιο του τον εαυτό, ένα στοιχειώ­δη και υποανάπτυκτο εαυτό. 
Ο ΛΥΚΟΣ ΤΗΣ ΣΤΕΠΑΣ
Με αυτό τον τρόπο πετυχαίνει την ασφάλεια και τη σταθερότητα της βάρος της έντασης της ζωής: αντί για τη μέθη με τον Θεό κερδίζει την ησυχία του, αντί για την χαρά, την ευχαρίστηση, αντί για την ελευθερία, τις ανέσεις και την καλοπέραση, αντί για τον αγώνα, την ευχάριστη ατμόσφαιρα…. Γι΄ αυτό το λόγο ο αστός εί­ναι βασικά ένα πλάσμα χαμηλής ζωτικότητας, ανήσυχο, που φοβάται κάθε αυτοεγκατάλειψη, εύκολο για να το κυ­βερνήσεις. Κατά συνέπεια έχει αντικαταστήσει τη δύνα­μη με την πλειοψηφία και το πλήθος, τη βία με τον νόμο και την ευθύνη του με το ψηφοδέλτιο {Σημ: δηλ. σε μυστική ψηφοφορία, την αποθέωση της ανωνυμίας}…….[Ο Λύκος της Στέπας].
ΙΙ. Όταν συγκρούεται ο άνθρωπος με την πατρίδα, λέω ότι ο άνθρωπος έχει το δίκαιο με το μέρος του………[Γράμματα].
ΙΙΙ. Όποιος αποφεύγει τους κόπους, τις θυσίες, και τους κινδύνους που ο λαός του πρέπει να υποστεί είναι δειλός. Αλλά δεν είναι λιγότερο δειλός και προδότης αυτός που προδίδει τις αρχές της σκέψης προς χάρη των υλι­κών συμφερόντων, αυτός που, για να δώσω ένα παρά­δειγμα, έχει κάθε διάθεση ν' αφήσει τους κρατούντες ν' αποφασίσουν πόσο κάνει δύο φορές το δύο. Το να θυ­σιάσει κανείς την πνευματική ακεραιότητα, την αγάπη της αλήθειας, τους νόμους και τις μεθόδους της σκέψης σ' ένα οποιοδήποτε άλλο συμφέρον, ακόμα και σ΄ αυτό της πατρίδας του, είναι προδοσία. Όταν μέσα στη δια­μάχη των συμφερόντων και των συνθημάτων η αλήθεια, όπως και ο άνθρωπος, κινδυνεύει να υποτιμηθεί, να παραμορφωθεί και να καταπατηθεί και να ισοπεδωθεί, το μόνο μας καθήκον είναι ν' αντισταθούμε και να σώσουμε την αλήθεια - ή μάλλον, τον αγώνα για την αλήθεια - γιατί αυτό είναι το ιδεώδες του ανθρώπου!!!! [Το παιχνίδι με τις γυάλινες χάνδρες].
ΝΤΕΜΙΕΝ
ΙV. Ο πρωτόγονος άνθρωπος μισεί αυτό που κατά βάθος  σε ορισμένα στρώματα της ψυχής του φοβάται, ο πολιτισμένος, μορφωμένος άνθρωπος είναι ένας πρωτόγονος. Έτσι το μίσος των λαών και των φυλών για τους άλλους λαούς και τις άλλες φυλές στηρίζεται όχι στην ανωτερότητα και τη δύναμη, αλλά στην ανασφάλεια και την αδυναμία. Ο πραγματικά ανώτερος άνθρωπος, ο αληθινός άρχοντας, θα αισθανθεί οίκτο γι αυτόν για τον τον οποίο αισθάνε­ται ότι υπερέχει και ίσως και μερικές φορές θα αισθαν­θεί και περιφρόνηση, ποτέ όμως μίσος.  [Πολιτικές σκέψεις].
V. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν προσωπικές πεποι­θήσεις, έχουν μόνο αυτές της κοινωνικής τους τοποθέτη­σης, οι ενενήντα στους εκατό καπιταλιστές και σοσιαλι­στές υποστηρίζουν γνώμες που το μυαλό τους είναι εντελώς ανίκανο να τις ελέγξει. [Πολιτικές σκέψεις].
VI. Θεωρώ εξωφρενικό και αξιοθρήνητο το γεγονός ότι ολόκληροι λαοί ακόμα σκύβουν σπα­σμωδικά το κεφάλι, συμπεριφέρονται με δουλοπρέπεια και εκτελούν διαταγές όταν οι ίδιες τους οι κυβερνήσεις δεν ξέρουν τι θέλουν ή τι πρέπει να κάνουν [Αδημοσίευτα Γράμματα].
VII. Εκεί όπου τα πιο ευγενή ζώα αφανίζονται, το "κουνέλι" υπερισχύει…δεν έχει απαιτήσεις, αισθάνεται ευτυχισμέ­νο και αναπαράγεται εκπληκτικά [Αδημοσίευτα Γράμματα].
ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ ΚΑΙ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
VIII. Αν και δεν αναγνωρίζαμε "καλές" ή "κακές", "δεξιές" ή "αριστερές" πεποιθήσεις, αναγνωρίζουμε ωστόσο δύο ειδών ανθρώπους: αυτούς που προσπαθούν να ζήσουν σύμφω­να με τις πεποιθήσεις τους και αυτούς που τις  βάζουν στην τσέπη τους…. [Γράμματα].
IX. Οι άνθρωποι συνεχώς αναζητούν την "ελευ-θερία" και την"ευτυχία" κάπου στο παρελθόν, γιατί φοβούνται ότι κάτι  μπορεί να τους θυμίσει ότι αυτοί οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι για τον τρόπο που ζούνε και έχει διαμορφωθεί η ζωή τους. Για μερικά χρόνια πίνουν και γλεντάνε και μετά κατασταλάζουν και μεταβάλλονται σε σοβαρούς κυρίους σε κάποια κρατική υπηρεσία [Ντέμιαν].
X. Είτε οι εργάτες σκοτώνουν τους εργοστασιάρχες, είτε οι Ρώσοι και οι Γερμανοί σκοτώνουν οι μεν τους δε, τίποτα άλλο δεν επιτυγχάνεται από μία αλλαγή ιδιοκτησίας [Ντέμιαν]
XI. Σύμφωνα με τη κοινή εμπειρία, ο χειρότερος εχθρός και διαφθορέας του ανθρώπου είναι η τάση - που είναι το αποτέλεσμα της διανοητικής αδράνειας, της παθητικότητας και της επιθυ­μίας να διατηρήσει κανείς την ησυχία του - της προσχώ­ρησης σε ομάδες και οργανώσεις με καθορισμένα δόγμα­τα, είτε πρόκειται για θρησκευτικές, είτε για πολιτικές [Γράμματα].
XII. Αυτός που είναι «απροσάρμοστος στον κόσμο» βρίσκε­ται πάντα στο σημείο που είναι δυνατόν ν' ανακαλύψει τον εαυτό του. Αυτός που έχει προσαρμοστεί  δεν βρίσκει ποτέ τον εαυτό του, απλώς καταλήγει στο να γίνει υπουργός [Γράμματα].
XIII. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποιος παγκόσμιος νόμος που είναι δυνατόν να ωφελήσει τον άνθρωπο. Οι νόμοι και οι συνταγές δεν είναι για τον άτομο-άνθρωπο, αλλά για τους πολλούς, για τις αγέλες, τα κράτη, και τις συλλογικές μορφές της ζωής. Οι αληθινές προσωπικότητες βρίσκονται σε χειρότερη αλλά επίσης και σε καλλίτερη θέση από τους άλλους: δεν έχουν την προστασία της αγέλης, δοκι­μάζουν όμως τις χαρές της δικής τους φαντασίας. Στην περίπτωση που θα επιζήσουν των νεανικών τους χρόνων έχουν να φέρουν μια βαρειά ευθύνη [Γράμματα]
Ο Herman Hesse γεννήθηκε στη Γερμανία τό 1877
και πέθανε το 1962. Το 1946 πήρε το Βραβείο Νόμπελ της λογοτεχνίας.
XIIII. Η «ανθρωπότητα» - δηλαδή η πλειοψηφία των ανθρώ­πων - ήταν πάντα εναντίον εκείνων που επιθυμού-σαν το καλό, γιατί οι μάζες δεν είναι ούτε καλές ούτε κακές· εί­ναι πάνω από όλα αδρανείς και δεν υπάρχει τίποτα που να μισούν περισσότερο από τις όποιες εκκλήσεις γίνον­ται στη συνείδησή τους. Η εξέλιξη πρός ανώτερα επίπε­δα, η υπερνίκηση του εγωϊσμού και της αδράνειας θα εί­ναι πάντα η δουλειά των ξεχωριστών ατόμων, ποτέ η δουλειά των πολλών [Γράμματα]. 
Ο Έρμαν Έσσε ήταν Γερμανός λογοτέχνης. Ο Έσσε γεννήθηκε στο Calw Καλβ  της Βυτεβέργης στην Γερμανία το 1877. Ξεκίνησε να εργάζεται ως βιβλιοπώλης και, παράλληλα, συνέγραφε. Έγινε γρήγορα γνωστός με τα ποιήματα και τα μυθιστορήματά του. Το 1904 δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα, Πήτερ Κάμεντσιντ. Το 1946 τιμήθηκε με το βραβείο Γκαίτε, το 1947 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και το 1955 με το βραβείο Ειρήνης του Γερμανικού Συνδέσμου Εμπορίας Βιβλίων. Απεβίωσε στις 9 Αυγούστου του 1962. Καταδιώχθηκε από τον Ναζισμό.
ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ:
Eine Stunde hinter Mitternacht (Μια ώρα μετά τα μεσάνυχτα 1899)
Peter Camenzind (Πέτερ Καμεντσιντ, 1904)
Unterm Rad (Κάτω από τον τροχό, 1906)
Εντεύθεν, 1907
Nachbarn (Γείτονες, 1908)
Gertrud (Γερτρούδη, 1910)
Umwege (Πλάγιοι Δρόμοι, 1912)
Roßhalde (Ροσάλντε, 1912)
Knulp. Drei Geschichten aus dem Leben Knulps [Κνούλπ-Τρεις ιστορίες από την ζωή του Κνουλπ, 1915)
Στο δρόμο, 1915
Demian [Ντέμιεν, 1919]
Κλάιν και Βάγκνερ, 1919
Klingsors letzter Sommer (Το τελευταίο καλοκαίρι του Κλίνγκσορ, 1920)
Siddhartha [Σιντάρτα 1922]
 Die Nürnberger Reise. (Το ταξίδι στη Νυρεμβέργη, 1927)
Der Steppenwolf (Ο λύκος της Στέπας, 1927]
Narziß und Goldmund (Νάρκισσος και Χρυσόστομος, 1930)
Die Morgenlandfahrt (Ταξίδι στο Μοργκενλαντ, 1932)
Stunden im Garten (Ώρες στον κήπο, 1936)
Das Glasperlenspiel (Το παιχνίδι με τις χάντρες 1943)
Έγραψε επίσης ποιήματα και αρκετά έργα του έχουν εκδοθεί στην Ελλάδα.
©Στάθης Χρον.

ΠΗΓΗ, http://ellinonpolytheasiszo-fos.blogspot.gr/2013/08/herman-hesse.html
για περισσότερες λεπτομέρεις επισκεφθείτε τη σελίδα....

Το γήρασμα...

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Ekdoseis Metaixmio.

«Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά.
Εις σε προστρέχω, Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω....Δείτε περισσότερα

Φωτογραφία: «Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά.
Εις σε προστρέχω, Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.

Είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.—
Τα φάρμακά σου φέρε, Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάμνουνε —για λίγο— να μη νοιώθεται η πληγή».

Μαραθώνια ανάγνωση ποιημάτων του Κ. Π. Καβάφη
Βράδυ Δευτέρας, 27 Ιανουαρίου, στον Πολυχώρο Μεταίχμιο.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.metaixmio.gr/news/13026-marathonios_kavafi.aspx

κομψό κέντημα

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη ‎إنسج كلماتكُ بِالحرير‎.
— μαζί με Şule Bozkurt.

Φωτογραφία: <3

"Ο δωρητής"

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ.
Πάρτε μια γεύση από τις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος "Ο δωρητής" από τον σύνδεσμο που ακολουθεί! ->http://goo.gl/Mbcndm <- #διαβάζω #diavazo
---
Λίγο μετά τα δέκατα έκτα γενέθλιά της, η Τζόρτζι, η κόρη του Γουίλ, ανακαλύπτει ότι πάσχει...Δείτε περισσότερα

Φωτογραφία: Πάρτε μια γεύση από τις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος "Ο δωρητής" από τον σύνδεσμο που ακολουθεί! ->http://goo.gl/Mbcndm <- #διαβάζω #diavazo
---
Λίγο μετά τα δέκατα έκτα γενέθλιά της, η Τζόρτζι, η κόρη του Γουίλ, ανακαλύπτει ότι πάσχει από νεφρική ανεπάρκεια. Χρειάζεται μεταμόσχευση, αλλά το μόσχευμα είναι σπάνιο. Ο πατέρας τους, ο Γουίλ, προσφέρεται να γίνει δωρητής. Όταν, όμως, και η άλλη κόρη του Γουίλ κινδυνεύει από την ίδια πάθηση και τα χρονικά όρια στενεύουν, εκείνος πρέπει να πάρει μια τρομερή, αδιέξοδη απόφαση. Μπορεί να διαλέξει μία από τις δύο κόρες του ή θα πρέπει να θυσια­στεί ο ίδιος για να αποφύγει το δίλημμα;

Με αφορμή αυτό το συγκλονιστικό μυθιστόρημα, αναρωτιόμαστε αν σε μια δύσκολη στιγμή υπάρχουν κριτήρια για να επιλέξει ο γονιός ένα από τα παιδιά του. Μήπως, όμως, και σε απλά καθημερινά ζητήματα, οι γονείς κάνουν ασυναίσθητα επιλογές και τα ξεχωρίζουν;

http://minoas.gr/book-3666.minoas

Κάποτε ὑπῆρξε νέα κι αὐτή

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).
Κάποτε ὑπῆρξε νέα κι αὐτή – ὄχι ἡ φωτογραφία ποὺ κοιτᾶς μὲ τόση δυσπιστία
λέω γιὰ τὴν πολυθρόνα, πολὺ ἀναπαυτική,
μποροῦσες ὦρες ὁλόκληρες νὰ κάθεσαι
καὶ μὲ κλεισμένα μάτια νὰ ὀνειρεύεσαι ὅ,τι τύχει......Γ. ΡΙΤΣΟΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ Harold Gilman

Φωτογραφία: Κάποτε ὑπῆρξε νέα κι αὐτή – ὄχι ἡ φωτογραφία ποὺ κοιτᾶς μὲ τόση δυσπιστία
λέω γιὰ τὴν πολυθρόνα, πολὺ ἀναπαυτική,
μποροῦσες ὦρες ὁλόκληρες νὰ κάθεσαι
καὶ μὲ κλεισμένα μάτια νὰ ὀνειρεύεσαι ὅ,τι τύχει......Γ. ΡΙΤΣΟΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ Harold Gilman

Μουσώνιος Ρούφος

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε σημείωση μέσω Mahagas Utopia.

Ο ετρουσκικής καταγωγής στωϊκός φιλόσοφος Μουσώνιος Ρούφος (1ος μ.α.χ.χ. αιών) έθεσε την "Ευσέβεια" ως  πρώτη φιλοσοφική αρχή και, όπως διασώζει σε έναν από τους "Λόγους" του ο Δίων Χρυσόστομος, χρησιμοποίησε την δύναμη της πειθούς για να α...

ΤΟ #ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΑΝ

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ.

ΤΟ #ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΑΝ

Έχεις αναρωτηθεί ποτέ τι θα γινόταν αν μπορούσες να περάσεις μέσα από τους τοίχους ή να ταξιδέψεις στον χρόνο; Και αν η τηλεόραση δεν υπήρχε πια;

Τόσα ερωτήματα, πιθανά και απίθανα, και πώς να απαντήσεις;
...Δείτε περισσότερα







Φωτογραφία: ΤΟ #ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΑΝ 

Έχεις αναρωτηθεί ποτέ τι θα γινόταν αν μπορούσες να περάσεις μέσα από τους τοίχους ή να ταξιδέψεις στον χρόνο; Και αν η τηλεόραση δεν υπήρχε πια; 

Τόσα ερωτήματα, πιθανά και απίθανα, και πώς να απαντήσεις;

Ένα βιβλίο που δίνει εξηγήσεις και είναι γεμάτο εκπλήξεις που θα ενθουσιάσουν τους μικρούς και τους μεγάλους αναγνώστες!  

http://www.minoas.gr/book-3365.minoas #διαβάζω #diavazo

  • ΣΤΑΝΤΑΛ (23 Ιανουαρίου 1783 – 23 Mαρτίου 1842) ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΥΡΟ Απόσπασμα

    Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).


    ΣΤΑΝΤΑΛ (23 Ιανουαρίου 1783 – 23 Mαρτίου 1842)
    ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΥΡΟ Απόσπασμα

    Πατέρας και γιος


    (Μπορούμε να παρατηρήσουμε εδώ την τέχνη με την οποία ο Σταντάλ, την κατάλληλη στιγμή, βάζει σε δράση τον ήρωά του. Η σκηνή στο πριονιστή...Δείτε περισσότερα

    Φωτογραφία: ΣΤΑΝΤΑΛ (23 Ιανουαρίου  1783 – 23 Mαρτίου 1842)
ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΥΡΟ Απόσπασμα 

 Πατέρας και γιος

(Μπορούμε να παρατηρήσουμε εδώ την τέχνη με την οποία ο Σταντάλ, την κατάλληλη στιγμή, βάζει σε δράση τον ήρωά του. Η σκηνή στο πριονιστήριο, η παρουσίαση του Ζυλιέν, ο διάλογος ανάμεσα στον πατέρα και στο γιο, όλα συντελούν στο να δώσουν μια κυρίαρχη εντύπωση: ο Ζυλιέν Σορέλ είναι διαφορετικός από το περιβάλλον του. Και θα είναι έτσι σε όλα τα περιβάλλοντα όπου θα βρεθεί).
 
Μάταια φώναξε δυο τρεις φορές το Ζυλιέν. Η προσοχή που έδινε ο νεαρός στο βιβλίο του τον εμπόδιζε, περισσότερο κι από το θόρυβο του πριονιού, ν' ακούσει την τρομερή φωνή του πατέρα του.
Τελικά, παρ' όλη την ηλικία του, εκείνος πήδηξε με μεγάλη ευκινησία πάνω στον κορμό που έκοβε το πριόνι του κι από κει στο μεγάλο δοκάρι που στήριζε τη στέγη. Ένα δυνατό χτύπημα έκαμε το βιβλίο που κρατούσε ο Ζυλιέν να βρεθεί στο ποτάμι, ένα δεύτερο χτύπημα, το ίδιο δυνατά, στο κεφάλι τον έκανε να χάσει την ισορροπία του. Θα έπεφτε από ύψος δώδεκα ποδιών, ανάμεσα στους μοχλούς της μηχανής που δούλευε, και θα γινόταν κομμάτια, αν ο πατέρας του δεν τον έπιανε με το αριστερό του χέρι την ώρα που έπεφτε.
— Έτσι λοιπόν, ακαμάτη! θα διαβάζεις τα καταραμένα βιβλία σου την ώρα που σε βάζω να φυλάς το πριόνι; Διάβασ' τα τουλάχιστον το βράδυ, όταν χάνεις τον καιρό σου στο σπίτι του εφημέριου.
Ο Ζυλιέν ζαλισμένος από το χτύπημα και γεμάτος αίματα, πλησίασε στη θέση που του είχαν ορίσει, δίπλα στο πριόνι. Τα μάτια του είχαν γεμίσει δάκρυα, όχι τόσο από το σωματικό πόνο όσο για το χάσιμο του βιβλίου του που το λάτρευε.
«Κατέβα ζώον, να σου μιλήσω». Ο θόρυβος της μηχανής εμπόδισε το Ζυλιέν ν' ακούσει κι αυτή την εντολή. Ο πατέρας του που είχε κατέβει από τη στέγη, μη θέλοντας να ξανακάνει τον κόπο ν' ανεβεί στο μηχάνημα, πήγε και βρήκε ένα μακρύ κοντάρι που το είχε για να κατεβάζει τα καρύδια από το δέντρο και τον χτύπησε μ' αυτό στον ώμο. Μόλις κατέβηκε ο Ζυλιέν, ο γέρο Σορέλ, — κυνηγώντας τον, τον έσπρωξε προς το σπίτι.
«Ο Θεός ξέρει τι έχει να μου κάνει!» σκεφτόταν ο νεαρός. Περνώντας, κοίταξε θλιμμένα το ποτάμι όπου είχε πέσει το βιβλίο του· ήταν αυτό που αγαπούσε περισσότερο: Το «Ημερολόγιο της εξορίας του Ναπολέοντος στην Αγία Ελένη». Τα μάγουλά του ήταν κόκκινα και είχε κατεβασμένα τα μάτια. Ήταν ένα παλικάρι δεκαεφτά δεκαοχτώ χρονών, αδύνατο με χαρακτηριστικά ακανόνιστα, αλλά λεπτά και μύτη γαμψή. Τα μεγάλα μαύρα μάτια του που, σε στιγμές γαλήνης πρόδιναν στοχαστικότητα και φλόγα, έλαμπαν τη στιγμή αυτή από την έκφραση άγριου μίσους. Σκούρα καστανά μαλλιά που φύτρωναν πολύ χαμηλά τού μίκραιναν το μέτωπο και σε στιγμές θυμού τού έδιναν ύφος γεμάτο κακία. Ανάμεσα στις αμέτρητες ποικιλίες της ανθρώπινης φυσιογνωμίας δεν υπάρχει ίσως άλλη που να ξεχώριζε με πιο έντονη ιδιομορφία. Το σβέλτο και καλοσχηματισμένο κορμί του πρόδινε περισσότερη ευκινησία παρά ευρωστία. Από τα πρώτα νεανικά του χρόνια το εξαιρετικά στοχαστικό του ύφος και η μεγάλη χλομάδα του έκαναν τον πατέρα του να νομίζει πως δεν θα ζούσε ή πως θα ζούσε για να είναι βάρος στην οικογένειά του. Αντικείμενο περιφρονήσεως για όλους μέσα στο σπίτι, μισούσε τ' αδέλφια του και τον πατέρα του· στα κυριακάτικα παιχνίδια στην πλατεία, πάντα έτρωγε ξύλο.
Δεν ήταν ούτε χρόνος που το ωραίο του πρόσωπο άρχιζε να κερδίζει συμπάθειες στα κορίτσια. Περιφρονημένος απ' όλο τον κόσμο, σαν πλάσμα ασθενικό, ο Ζυλιέν είχε νιώσει λατρεία για το γέρο στρατιωτικό χειρουργό που μια μέρα τόλμησε να μιλήσει στο δήμαρχο για τα πλατάνια.
Ο χειρουργός αυτός πλήρωνε πότε πότε στο γέρο Σορέλ το μεροκάματο του γιου του και του μάθαινε λατινικά και ιστορία, δηλαδή ό,τι ήξερε από ιστορία: την εκστρατεία του 1796 στην Ιταλία. Πεθαίνοντας του άφησε το παράσημο της Λεγεώνος της Τιμής, τα καθυστερούμενα της συντάξεώς του και καμιά σαρανταριά βιβλία που το πολυτιμότερο είχε πηδήξει στο ποταμάκι που με τις γνωριμίες του ο κ. Δήμαρχος του είχε αλλάξει κοίτη.
Δεν πρόλαβε να μπει στο σπίτι, κι ο Ζυλιέν αισθάνθηκε να τον πιάνει απ' τον ώμο το στιβαρό χέρι του πατέρα του· έτρεμε περιμένοντας κάμποσο ξύλο.
- Απάντησέ μου χωρίς ψευτιές, του φώναξε στ' αυτί η τραχιά φωνή του γερο-χωρικού, ενώ το χέρι του τον γύριζε απότομα προς το μέρος του όπως το χέρι ενός παιδιού γυρίζει ένα μολυβένιο στρατιωτάκι.
Τα μεγάλα μαύρα μάτια του Ζυλιέν, γεμάτα δάκρυα βρέθηκαν αντικριστά με τα μικρά γκρίζα και κακά μάτια του γερο-ξυλουργού, που φαινόταν να ήθελε να διαβάσει ως τα κατάβαθα της ψυχής του.
*
— Απάντησέ μου χωρίς ψευτιές, αν είσαι άξιος, βρωμοποντικέ των βιβλίων· από πού γνωρίζεις την κ. ντε Ρενάλ, πότε της μίλησες;
— Δεν της μίλησα ποτέ, απάντησε ο Ζυλιέν, δεν είδα αυτή την κυρία παρά μόνο στην εκκλησία.
— Και δεν την κοίταξες αδιάντροπα ποτέ;
— Ποτέ! Ξέρετε πως στην εκκλησία δε βλέπω παρά μόνο το Θεό, πρόσθεσε ο Ζυλιέν, μ' ένα ύφος ελαφρά υποκριτικό, κατάλληλο, κατά τη γνώμη του, ν' απομακρύνει τις κατακεφαλιές.
— Ωστόσο κάτι συμβαίνει εδώ, είπε ο πονηρός χωρικός και σώπασε για μια στιγμή· μα δε θα μάθω τίποτε από σένα καταραμένε υποκριτή. Η ουσία είναι πως θα απαλλαγώ από σένα και το πριόνι μου θα δουλεύει έτσι καλύτερα. Κατάφερες τον αιδεσιμότατο ή κάποιον άλλο και σου βρήκε μια καλή θέση. Ετοίμασε τα μπογαλάκια σου και θα σε πάω στον κ. ντε Ρενάλ, όπου θα γίνεις δάσκαλος των παιδιών του.
— Και τι θα παίρνω γι' αυτή τη δουλειά;
— Τροφή, ρούχα και τριακόσια φράγκα μισθό.
— Δε θέλω να είμαι υπηρέτης.
— Και ποιος σου είπε, βρε ζώον, πως θα είσαι υπηρέτης; Νομίζεις πως θα 'θελα εγώ να γίνει ο γιος μου υπηρέτης;
— Ναι, αλλά με ποιον θα τρώω στο τραπέζι;
Η ερώτηση αυτή έφερε σε αμηχανία το γερο-Σορέλ, κατάλαβε πως αν μιλούσε μπορεί να έκανε καμιά απερισκεψία· εξοργίστηκε με το Ζυλιέν, τον φόρτωσε βρισιές, κατηγορώντας τον για λαίμαργο και τον παράτησε για να πάει να συμβουλευθεί τους άλλους γιους του.
Ο Ζυλιέν τους είδε σε λίγο, ακουμπισμένους στο τσεκούρι τους να κάνουν συμβούλιο. Αφού τους κοίταξε για πολύ, ο Ζυλιέν, βλέποντας πως δεν μπορούσε να μαντέψει τίποτα, πήγε και κάθισε στην άλλη πλευρά της πριονομηχανής για να μην τον προσέξουν. Ήθελε να σκεφτεί την απρόοπτη αυτή είδηση που άλλαζε την τύχη του, όμως ένιωσε πως ήταν ανίκανος για σκέψεις συνετές. Η φαντασία του ήταν ολοκληρωτικά προσηλωμένη σ' όσα πράματα λογάριαζε πως θα έβλεπε στο ωραίο σπίτι του κ. ντε Ρενάλ.
— Πρέπει να τ' απαρνηθώ όλα αυτά, σκέφτηκε, προκειμένου ν' αφήσω να με υποχρεώσουν να τρώω με τους υπηρέτες. Ο πατέρας μου θα θελήσει να μ' αναγκάσει να δεχτώ· καλύτερα να πεθάνω. Έχω βάλει κατά μέρος δέκα πέντε φράγκα κι ογδόντα λεπτά, θα το σκάσω τη νύχτα· σε δυο μέρες, κόβοντας δρόμο από μονοπάτια όπου δεν έχω φόβο να συναντήσω χωροφύλακα, θα είμαι στην Μπεζανσόν· εκεί κατατάσσομαι στο στρατό κι αν χρειαστεί περνάω στην Ελβετία. Τότε όμως πάει η εξέλιξή μου, πάνε οι φιλοδοξίες μου, ούτε σκέψη πια για το ωραίο εκκλησιαστικό στάδιο που οδηγεί στα πάντα.
 http://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/show.php/DSB106/544/3566,14956/index_f_03_01.html

    Μ. Χατζιδάκις, Ν. Γκάτσος - Χειμωνιάτικος ήλιος (Α' έκδοση)

    Δημοφιλείς αναρτήσεις