Πέθανε
ο σέρβος συγγραφέας και πολιτικός Ντόμπριτσα Τσόσιτς. Στην ελληνική
γλώσσα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη ένα από τα σημαντικότερα
βιβλία του «Η εποχή της εξουσίας», που βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα. http://ow.ly/x2R5C
Εδώ θα βρείτε ένα μωσαϊκό θεμάτων . Κλείσαμε 10ετία και γι αυτό κάποιες αναρτήσεις έχουν αλλοιωθεί. Οι σελίδες που αναφέρω είναι τα νέα μου ιστολόγια που αλληλοστηρίζονται με αυτό εδώ το παλιό ... Σας ευχαριστώ!
Τρίτη 20 Μαΐου 2014
ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ ( 1788 - 20 Μαΐου 1825 ) ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ «Το φίλημα»
ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ ( 1788 - 20 Μαΐου 1825 )
ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ «Το φίλημα»
Εις το Μανιάκι, επί της κορυφής του λόφου, εκ των τριακοσίων μαχητών δεν απέμεινεν ούτε ένας ζωντανός. Ο ήλιος προβάλλων από τας χιόνας των βουνών τους εχαιρέτησεν, ορθίους όλους, εφώτισε τας λευκάς φουστανέλλας, εχάιδευσε τας μαύρας κόμας των, απήστραψεν εις τους φλογερούς των οφθαλμούς, κατωπτρίσθη εις τον χάλυβα των σπαθιών των, εχρύσωσε των αρμάτων των τας λαβάς. Και τώρα δύων εκεί κάτω, μέσα εις το πέλαγος, τους αποχαιρετίζει λυπημένος νεκρούς, σκορπισμένους επάνω εις το χώμα, και χάνεται, αργά-αργά, ως μέγα κλειόμενον ερυθρόν όμμα, όπερ σβύνον θέλει ακόμη να ρίψη τελευταίον βλέμμα προς τους γενναίους. Όλην την ημέραν άσιτοι και άποτοι επάλαισαν προς την θύελλαν των σφαιρών, αντέστησαν εις την χάλαζαν των βομβών, κατήσχυναν την βροχήν των μύδρων, εχλεύασαν την ορμήν της ρομφαίας και της λόγχης την βίαν. Και αφού έφαγαν την μπαρούτην με την φούχταν, αφού και το έσχατον σπειρί της εσώθη μέσα εις τις παλάσκες των, αφού ερραγίσθη και του τελευταίου όπλου των η κάννα, αφού και το ύστατον γιαταγάνι έσπασε μέσα εις το χέρι των, έπεσαν χαμαί, άψυχοι ναι, ηττημένοι όχι. Κι εν τω μέσω των ο Παπαφλέσσας, ο πρώτος αρχίσας την σφαγήν και τελευταίος σταματήσας, πελιδνός, ξαπλωμένος, με πλατείαν πληγήν επί του στήθους, κρατεί ακόμη το θραυσμένον τμήμα, αιμοστάζον, με σφιχτά δάχτυλα, εν σπασμώ έρωτος και λύσσης. Και ο Αιγύπτιος ανέρχεται, εν καλπασμώ ίππων και κλαγγή ξιφών, εν ήχω τυμπάνων και σαλπίγγων βοή, ενώ τα μπαϊράκια του αναπεπταμένα φρίσσουν εις τον άνεμον της εσπέρας, και τα μισοφέγγαρα αστράπτουν επί του καθαρού ορίζοντος της δύσεως. Μυρμηκιά ανά την πεδιάδα και τα πρανή ο συρφετός, και βαρύ ακούεται το βήμα του. Επί της υγράς εκ του λύθρου γης οι Άραβες βαδίζουν επιμόχθως, των αλόγων τα πέταλα γλυστρούν. Αλλ΄ η χαρά επί τη ανελπίστω νίκη είναι τόση, τόση είναι η μετά τον φόβον ηδονή, ώστε φέρει αυτούς ταχείς προς τον ανήφορον, ταχείς φέρει αυτούς επί την ράχιν. Ήδη ο αρχηγός των έφθασεν εις την οφρύν του λόφου, ανέβη, κι επ΄ αυτής εστάθη, περιέφερε το βλέμμα, εκοίταξε το κοκκινίσαν έδαφος, όπερ πίνει λαιμάργως το αίμα των ανδρείων, επεσκόπησε τον ανερχόμενον στρατόν, είδε κύκλω τους πεσόντας. Και μ΄ ανοικτόν το όμμα, έκπληκτον, αναμετρά τους υψηλούς κορμούς των, τα ευρέα στέρνα των, και τους βραχίονάς των τους νευρώδεις, τας ωραίας των μορφάς, τα μέτωπά των τα αγέρωχα. Και επί την βραχείαν όψιν του ως νέφος τι διέρχεται, το βλέμμα του θολούται ελαφρώς, αδιόρατος παλμός συσπά τα χείλη του.
— Κρίμα να χαθούν τέτοιοι λεβέντες.
Και βλέπει, βλέπει γύρω, βλέπει θαυμάζων, βλέπει απορών, ωσάν να μην πιστεύει πως εχάθησαν τοιούτοι άνδρες, ότι κείτονται αναίσθητοι, και δεν κοιμώνται μόνον, δια να ξυπνήσουν πάλιν φοβερώτεροι, πως και ο ίδιος ο θάνατος υπήρξεν ισχυρότερος αυτών.
— Ποιος είναι ο Παπαφλέσσας;
Οι οδηγοί του έσπευσαν, προσέδραμον, έδειξαν το πτώμα, διάβροχον, περιρρεόμενον εκ του ιδρώτος του αγώνος, κατερρακωμένον τα φορέματα, μαύρον από του καπνού.
— Σηκώστε τον, μωρέ, πάρτε τον... Πάρτε τον, πλύντε τον... Πλύντε το το παλληκάρι...
Δυο άνδρες έλαβαν αυτόν από των μασχαλών, τον ήγειραν, τον έστησαν επάνω εις τους πόδας του, κι εβάδισαν, διευθυνόμενοι προς παραρρέουσαν πηγήν. Εκεί τού έπλυναν τας χείρας και το πρόσωπον, εξέτριψαν τον πηλόν και τον ιδρώτα, τον εκαθάρισαν εκ του κονιορτού και της ασβόλης, του καπνού και του ιχώρος, τον εσπόγγισαν, διευθέτησαν τα ξεσχισμένα του ενδύματα, κι εγύρισαν οπίσω, φέροντές τον.
— Στήστε τον εκεί από κάτω...
Οι άνδρες κρατούντες εκατέρωθεν αυτόν, ώδευσαν προς το δειχθέν δένδρον, τον απέθηκαν παρά την ρίζαν του, τον ύψωσαν και τον ακούμβησαν, τον εστερέωσαν επί το στέλεχος αυτού, τον ισορρόπησαν, ωσανεί ζώντα. Έπειτα ετραβήχθησαν, απεμακρύνθησαν, και τον αφήκαν μόνον, βασταζόμενον δια της ιδίας του δυνάμεως. Το πτώμα εναπέμεινεν ακίνητον, ευθύ στηρίζον επί του κορμού την ράχιν, τον θώρακα προτεταμένον, και κρεμάμενα τα χέρια, με αναπόσπαστον το τμήμα του σπασμένου χατζαριού, τα σκέλη διεστώτα, υψηλά την κεφαλήν. Τότε ο Ιμπραΐμης πλησιάζει βραδέως προς το δένδρον, ίσταται και προσβλέπει σιγηλός επί μακρόν το άπνουν πτώμα του αντιπάλου και υπό το φως της σελήνης ήτις ανέτελλε την ώραν εκείνην αιματόχρους, ωσεί βαφείσα και αυτή εκ του λύθρου του χυθέντος κατά την μάχην, υπό τους σειομένους κλάδους, οίτινες ανέφρισσον πενθίμως, φιλεί, παρατεταμένον φίλημα, τον όρθιον νεκρόν.-
Παρνασσός, Μάιος 1892
ΠΗΓΗ http://www.sarantakos.com/kibwtos/mazi/mhtsakhs_filhma.html
ΠΙΝΑΚΑΣ Ανδρέας Γεωργιάδης, Το φίλημα του
ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ «Το φίλημα»
Εις το Μανιάκι, επί της κορυφής του λόφου, εκ των τριακοσίων μαχητών δεν απέμεινεν ούτε ένας ζωντανός. Ο ήλιος προβάλλων από τας χιόνας των βουνών τους εχαιρέτησεν, ορθίους όλους, εφώτισε τας λευκάς φουστανέλλας, εχάιδευσε τας μαύρας κόμας των, απήστραψεν εις τους φλογερούς των οφθαλμούς, κατωπτρίσθη εις τον χάλυβα των σπαθιών των, εχρύσωσε των αρμάτων των τας λαβάς. Και τώρα δύων εκεί κάτω, μέσα εις το πέλαγος, τους αποχαιρετίζει λυπημένος νεκρούς, σκορπισμένους επάνω εις το χώμα, και χάνεται, αργά-αργά, ως μέγα κλειόμενον ερυθρόν όμμα, όπερ σβύνον θέλει ακόμη να ρίψη τελευταίον βλέμμα προς τους γενναίους. Όλην την ημέραν άσιτοι και άποτοι επάλαισαν προς την θύελλαν των σφαιρών, αντέστησαν εις την χάλαζαν των βομβών, κατήσχυναν την βροχήν των μύδρων, εχλεύασαν την ορμήν της ρομφαίας και της λόγχης την βίαν. Και αφού έφαγαν την μπαρούτην με την φούχταν, αφού και το έσχατον σπειρί της εσώθη μέσα εις τις παλάσκες των, αφού ερραγίσθη και του τελευταίου όπλου των η κάννα, αφού και το ύστατον γιαταγάνι έσπασε μέσα εις το χέρι των, έπεσαν χαμαί, άψυχοι ναι, ηττημένοι όχι. Κι εν τω μέσω των ο Παπαφλέσσας, ο πρώτος αρχίσας την σφαγήν και τελευταίος σταματήσας, πελιδνός, ξαπλωμένος, με πλατείαν πληγήν επί του στήθους, κρατεί ακόμη το θραυσμένον τμήμα, αιμοστάζον, με σφιχτά δάχτυλα, εν σπασμώ έρωτος και λύσσης. Και ο Αιγύπτιος ανέρχεται, εν καλπασμώ ίππων και κλαγγή ξιφών, εν ήχω τυμπάνων και σαλπίγγων βοή, ενώ τα μπαϊράκια του αναπεπταμένα φρίσσουν εις τον άνεμον της εσπέρας, και τα μισοφέγγαρα αστράπτουν επί του καθαρού ορίζοντος της δύσεως. Μυρμηκιά ανά την πεδιάδα και τα πρανή ο συρφετός, και βαρύ ακούεται το βήμα του. Επί της υγράς εκ του λύθρου γης οι Άραβες βαδίζουν επιμόχθως, των αλόγων τα πέταλα γλυστρούν. Αλλ΄ η χαρά επί τη ανελπίστω νίκη είναι τόση, τόση είναι η μετά τον φόβον ηδονή, ώστε φέρει αυτούς ταχείς προς τον ανήφορον, ταχείς φέρει αυτούς επί την ράχιν. Ήδη ο αρχηγός των έφθασεν εις την οφρύν του λόφου, ανέβη, κι επ΄ αυτής εστάθη, περιέφερε το βλέμμα, εκοίταξε το κοκκινίσαν έδαφος, όπερ πίνει λαιμάργως το αίμα των ανδρείων, επεσκόπησε τον ανερχόμενον στρατόν, είδε κύκλω τους πεσόντας. Και μ΄ ανοικτόν το όμμα, έκπληκτον, αναμετρά τους υψηλούς κορμούς των, τα ευρέα στέρνα των, και τους βραχίονάς των τους νευρώδεις, τας ωραίας των μορφάς, τα μέτωπά των τα αγέρωχα. Και επί την βραχείαν όψιν του ως νέφος τι διέρχεται, το βλέμμα του θολούται ελαφρώς, αδιόρατος παλμός συσπά τα χείλη του.
— Κρίμα να χαθούν τέτοιοι λεβέντες.
Και βλέπει, βλέπει γύρω, βλέπει θαυμάζων, βλέπει απορών, ωσάν να μην πιστεύει πως εχάθησαν τοιούτοι άνδρες, ότι κείτονται αναίσθητοι, και δεν κοιμώνται μόνον, δια να ξυπνήσουν πάλιν φοβερώτεροι, πως και ο ίδιος ο θάνατος υπήρξεν ισχυρότερος αυτών.
— Ποιος είναι ο Παπαφλέσσας;
Οι οδηγοί του έσπευσαν, προσέδραμον, έδειξαν το πτώμα, διάβροχον, περιρρεόμενον εκ του ιδρώτος του αγώνος, κατερρακωμένον τα φορέματα, μαύρον από του καπνού.
— Σηκώστε τον, μωρέ, πάρτε τον... Πάρτε τον, πλύντε τον... Πλύντε το το παλληκάρι...
Δυο άνδρες έλαβαν αυτόν από των μασχαλών, τον ήγειραν, τον έστησαν επάνω εις τους πόδας του, κι εβάδισαν, διευθυνόμενοι προς παραρρέουσαν πηγήν. Εκεί τού έπλυναν τας χείρας και το πρόσωπον, εξέτριψαν τον πηλόν και τον ιδρώτα, τον εκαθάρισαν εκ του κονιορτού και της ασβόλης, του καπνού και του ιχώρος, τον εσπόγγισαν, διευθέτησαν τα ξεσχισμένα του ενδύματα, κι εγύρισαν οπίσω, φέροντές τον.
— Στήστε τον εκεί από κάτω...
Οι άνδρες κρατούντες εκατέρωθεν αυτόν, ώδευσαν προς το δειχθέν δένδρον, τον απέθηκαν παρά την ρίζαν του, τον ύψωσαν και τον ακούμβησαν, τον εστερέωσαν επί το στέλεχος αυτού, τον ισορρόπησαν, ωσανεί ζώντα. Έπειτα ετραβήχθησαν, απεμακρύνθησαν, και τον αφήκαν μόνον, βασταζόμενον δια της ιδίας του δυνάμεως. Το πτώμα εναπέμεινεν ακίνητον, ευθύ στηρίζον επί του κορμού την ράχιν, τον θώρακα προτεταμένον, και κρεμάμενα τα χέρια, με αναπόσπαστον το τμήμα του σπασμένου χατζαριού, τα σκέλη διεστώτα, υψηλά την κεφαλήν. Τότε ο Ιμπραΐμης πλησιάζει βραδέως προς το δένδρον, ίσταται και προσβλέπει σιγηλός επί μακρόν το άπνουν πτώμα του αντιπάλου και υπό το φως της σελήνης ήτις ανέτελλε την ώραν εκείνην αιματόχρους, ωσεί βαφείσα και αυτή εκ του λύθρου του χυθέντος κατά την μάχην, υπό τους σειομένους κλάδους, οίτινες ανέφρισσον πενθίμως, φιλεί, παρατεταμένον φίλημα, τον όρθιον νεκρόν.-
Παρνασσός, Μάιος 1892
ΠΗΓΗ http://www.sarantakos.com/kibwtos/mazi/mhtsakhs_filhma.html
ΠΙΝΑΚΑΣ Ανδρέας Γεωργιάδης, Το φίλημα του
Δευτέρα 19 Μαΐου 2014
Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
Η
Γενοκτονία των Ποντίων θεωρείται μια από τις πρώτες σύγχρονες
γενοκτονίες. Η γενοκτονία ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, το οποίο η
κυβέρνηση των...
defencenet.gr
Κυριακή 18 Μαΐου 2014
Mια κιθάρα
Bigbook.gr
Μόλις κυκλοφόρησε !
Mια κιθάρα ήταν η αφορμή για να γνωριστεί ο Κωνσταντίνος με τον Πέτρο. Δυο παιδιά εντελώς διαφορετικά, με κοινή αγάπη όμως τη μουσική. Ο Πέτρος, πάντα λιγομίλητος. Ο Κωνσταντίνος, ένα συνηθισμένο εντεκάχρονο αγόρι. Πότε μάγκας, πότε αστείος, πότε κακός αλλά πάντα μπερδεμένος. Όταν γνωρίζει τη Μαρίνα, όμως, η κατάσταση περιπλέκεται.
Μια ιστορία γεμάτη μουσική, παρεξηγήσεις, όνειρα, απογοητεύσεις, καρδιοχτύπια και συγγνώμες.
Μόλις κυκλοφόρησε !
Mια κιθάρα ήταν η αφορμή για να γνωριστεί ο Κωνσταντίνος με τον Πέτρο. Δυο παιδιά εντελώς διαφορετικά, με κοινή αγάπη όμως τη μουσική. Ο Πέτρος, πάντα λιγομίλητος. Ο Κωνσταντίνος, ένα συνηθισμένο εντεκάχρονο αγόρι. Πότε μάγκας, πότε αστείος, πότε κακός αλλά πάντα μπερδεμένος. Όταν γνωρίζει τη Μαρίνα, όμως, η κατάσταση περιπλέκεται.
Μια ιστορία γεμάτη μουσική, παρεξηγήσεις, όνειρα, απογοητεύσεις, καρδιοχτύπια και συγγνώμες.
Διεθνής ημέρα Μουσείων στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης
Στο
πλαίσιο εορτασμού της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων 2014 με τίτλο Οι
συλλογές των μουσείων μας ενώνουν, το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης μοιράζεται
μαζί σας
creteplus.gr
Φίλιππος Μανδηλαράς
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε σύνδεσμο από ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ - PATAKIS PUBLICATIONS.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Δημοφιλείς αναρτήσεις
-
Maria Dimitriou 1 Απριλίου στις 3:51 μ.μ. · exypnes-idees.gr 7 Μοναδικά φυτά εσωτερικού χώρου που δεν χρε...
-
Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση . 17 Ιουλίου 2017 · Η Anna Nikolaidou κοινοποίησε ένα βίντεο σ...
-
Ο Σταφυλίνακας Kλικ στη φωτογραφία για περισσότερα http://toperivoli.com/content/%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%86%CF%85%CE%BB%CE%...
-
http://share24.gr/9-tropi-gia-na-antidrasis-otan-kapios-se-pligosi/ 9 Τρόποι για να Αντιδράσεις Όταν Κάποιος σε Πληγώσει - share24.gr...
-
Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση του George Styl Όταν ήμουν μικρός η γιαγιά μου τα έβαζε στο καντήλι για φυτίλι !!! Ξε...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο . 4 σημάδια-καμπανάκια ότι ο μεταβολισμός σας είναι στα κόκκινα και κιν...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστη Bossnews.gr . · Πως να απαλλαγείτε από το νύχι που μπαίνει μέσα στο δέρμ...
-
Maria Dimitriou 22 Αυγούστου στις 12:22 π.μ. · olympospress.blogspot.com Γιατί οι Δελφοί έστειλαν τους Σ...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση της Dimitra Nikolaou . Η αρμπαρόριζα η θαυματουργή για τα νεύρα ...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστη Διατροφη Υγεια . Αγιόκλημα: Ένα θαυματουργό φαρμακευτικό φυτό που πρέπει να...