Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Μαρκ Σαγκάλ ( 6 Ιουλίου 1887 – 28 Μαρτίου 1985 )

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Bigbook.gr.
O Μαρκ Σαγκάλ ( 6 Ιουλίου 1887 – 28 Μαρτίου 1985 ) ήταν Γάλλος ζωγράφος, Ρωσο-εβραϊκής καταγωγής. Θεωρείται ένας από τους μείζονες καλλιτέχνες της μοντέρνας τέχνης.

Φωτογραφία: O Μαρκ Σαγκάλ l, 6 Ιουλίου 1887 – 28 Μαρτίου 1985) ήταν Γάλλος ζωγράφος, Ρωσο-εβραϊκής καταγωγής. Θεωρείται ένας από τους μείζονες καλλιτέχνες της μοντέρνας τέχνης.

Ο Σαγκάλ γεννήθηκε στο Βιτέμπσκ της σημερινής Λευκορωσίας, πρωτότοκος γιος εβραϊκής οικογένειας με εννέα παιδιά. Φοίτησε στο εβραϊκό δημοτικό σχολείο και αργότερα συνέχισε τις σπουδές του σε δημόσιο γυμνάσιο, παρά το γεγονός πως οι Εβραίοι γίνονταν πολύ δύσκολα δεκτοί. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τη μουσική μαθαίνοντας βιολί, καθώς και με το σχέδιο. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και φοίτησε στη σχολή ζωγραφικής του Γεχούντα Πεν, στο Βιτέμπσκ, με στόχο να ολοκληρώσει αργότερα τις σπουδές του στην πρωτεύουσα της Ρωσίας. Το χειμώνα του 1906, εγκαταστάθηκε στην Αγία Πετρούπολη, έχοντας προηγουμένως εξασφαλίσει την ειδική άδεια που έπρεπε να κατέχει κάθε Εβραίος, την εποχή εκείνη, προκειμένου να κατοικήσει μόνιμα στην πρωτεύουσα.

Στην Αγία Πετρούπολη κατάφερε να κερδίσει υποτροφία για σπουδές στη γνωστή σχολή Svanseva, όπου δίδασκε ο Λέον Μπακστ, σχεδιαστής σκηνικών για το ρωσικό θέατρο και εκπρόσωπος του συμβολισμού. Τα πρώτα έργα του Σαγκάλ χαρακτηρίζονταν από θέματα που επανήλθαν και σε μεταγενέστερους πίνακές του, όπως αγροτικές σκηνές ή θέματα εμπνευσμένα από τη ζωή στην ύπαιθρο και την επαρχία. Το φθινόπωρο του 1909 γνώρισε την Μπέλα Ρόζενφελντ, κόρη Εβραίου κοσμηματοπώλη από την πόλη του Βίτεμπσκ, την οποία παντρεύτηκε τελικά το 1915 και στην οποία είναι αφιερωμένοι αρκετοί από τους πίνακές του.

Το 1910, με τη βοήθεια του προστάτη του, Max Winawer, ταξίδεψε στο Παρίσι όπου ήρθε σε επαφή με το έργο πρωτοπόρων καλλιτεχνών της εποχής, όπως των ιμπρεσιονιστών, του Πωλ Γκωγκέν, του Βίνσεντ βαν Γκογκ ή του Ανρί Ματίς. Εξίσου επιδραστική υπήρξε και η επίσκεψή του στο Λούβρο, η οποία όπως ο ίδιος σημειώνει στα απομνημονεύματά του, τον «σημάδεψε». Στο Παρίσι ο Σαγκάλ συνδέθηκε επίσης με τον Γάλλο ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ, ο οποίος προσπαθούσε να του εξασφαλίζει ευκαιρίες να εκθέτει τα έργα του. Εκείνος του αφιέρωσε με τη σειρά του τον πίνακα Φόρος τιμής στον Απολιναίρ (1911). Σε ορισμένους από τους πίνακες του Σαγκάλ εκείνης της περιόδου, όπως στο Αδάμ και Εύα (1912) διαφαίνεται η σχέση του με το κίνημα του κυβισμού, αν και θεωρείται πως επηρεάστηκε λιγότερο από τους θεμελιωτές του, δηλαδή τον Πάμπλο Πικάσσο και τον Ζωρζ Μπρακ, και περισσότερο από το έργο του Ρομπέρ Ντελωναί. Την Άνοιξη του 1914, μετά από πρόταση του Απολιναίρ, ο εκδότης του περιοδικού Der Sturm (Η Θύελλα) Χέρβαρτ Βάλντεν, ανέλαβε την οργάνωση της πρώτης ατομικής έκθεσης του Σαγκάλ στο Βερολίνο.

Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, επισκέφτηκε το Βιτέμπσκ. Η έναρξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου και το κλείσιμο των συνόρων παρέτειναν τελικά την παραμονή του στη Ρωσία. Παρά την επιθυμία του να αποφύγει τη στράτευση, τελικά τοποθετήθηκε σε μία νευραλγική οικονομική υπηρεσία στην Αγία Πετρούπολη, όπου η θητεία του αντιστοιχούσε σε υπηρεσία στο μέτωπο. Μετά τα γεγονότα της ρωσικής επανάστασης, ο Λένιν διόρισε ως υπεύθυνο για θέματα πολιτισμού τον Ανατόλι Λουνατσάρσκι, ο οποίος ήταν γνωστός του Σαγκάλ από την περίοδο που ζούσε στο Παρίσι. Χάρη στη γνωριμία τους, το Σεπτέμβριο του 1918, διορίστηκε επίτροπος Καλών Τεχνών στο Βιτέμπσκ. Στα πλαίσια των νέων καθηκόντων του, οργάνωσε εκθέσεις και επαναλειτούργησε τη Σχολή Καλών Τεχνών της πόλης, όπου κατόρθωσε να συγκεντρώσει σημαντικούς δασκάλους όπως ο Ελ Λισίτσκι και ο Καζιμίρ Μαλέβιτς. Έχοντας επιφυλάξεις για την επανάσταση και ειδικότερα σε ό,τι αφορούσε τις ιδέες της για την τέχνη, ο Σαγκάλ παραιτήθηκε το Μάιο του 1920 και μετακόμισε στη Μόσχα, όπου ανέλαβε τη διακόσμηση του Εβραϊκού Θεάτρου της πόλης. Την περίοδο εκείνη, η οικονομική βοήθεια των σοβιετικών καλλιτεχνών ήταν ανάλογη της «χρησιμότητας» του έργου τους ενώ και οι επιχορηγήσεις που αποσπούσε ο Σαγκάλ ήταν πενιχρές, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα, γεγονός που συνέβαλε στην απόφασή του να εγκατασταθεί στο Βερολίνο, όπου παλαιότερα ο Βάλντεν είχε πουλήσει πίνακές του. Τα χρήματα που είχε κερδίσει ο Σαγκάλ από τις πωλήσεις αυτές είχαν ωστόσο χάσει την αξία τους.

Το Σεπτέμβριο του 1923 εγκαταστάθηκε εκ νέου στο Παρίσι και τον επόμενο χρόνο παρουσιάστηκε η πρώτη αναδρομική έκθεση έργων του και ακολούθησε η πρώτη του ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη. Όπως σημειώνει ο ίδιος ο Σαγκάλ στα απομνημονεύματά του, η δεκαετία 1923-1933 υπήρξε η πιο ευτυχισμένη της ζωής του. Την περίοδο αυτή υπέγραψε συμβόλαιο με τον έμπορο τέχνης Bernheim, με αποτέλεσμα να απαλλαχθεί από οικονομικές έγνοιες αλλά και να γίνει ευρύτερα γνωστός σε διεθνές επίπεδο.
Ο Μωυσής και η φλεγόμενη βάτος (Moses and the burning bush), λιθογραφία του Μαρκ Σαγκάλ, μέρος ενός ευρύτερου κύκλου έργων με την επωνυμία «Η Ιστορία της Εξόδου» που δημοσιεύτηκε το 1966

Όταν η γαλλική κυβέρνηση υπέγραψε συμφωνία συνθηκολόγησης με τη ναζιστική Γερμανία, ο Σαγκάλ δεν μπορούσε να παραμείνει ασφαλής στη Γαλλία. Συνελήφθη στη Μασσαλία και επρόκειτο να παραδοθεί στους Γερμανούς, ωστόσο τελικά σώθηκε από αμερικανική παρέμβαση. Χάρη στη φήμη του, ο ίδιος κατόρθωσε να ξεφύγει από την προοπτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης και στις 7 Μαΐου 1941 επιβιβάστηκε με την οικογένειά του σε πλοίο που τους μετέφερε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να εγκατασταθούν τελικά στην πόλη της Νέας Υόρκης. Στις 2 Σεπτεμβρίου 1944 πέθανε η σύζυγός του Μπέλα Ρόζενφελντ και δύο χρόνια αργότερα ο Σαγκάλ επέστρεψε στην Ευρώπη.

Μετά την επιστροφή του στη Γαλλία η φήμη του άρχισε να αυξάνεται σταθερά. Το 1959 έγινε επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων και στα επόμενα χρόνια διοργανώθηκαν αναδρομικές ή ατομικές εκθέσεις του σε διάφορες πόλεις, ενώ το 1973 εγκαινιάστηκε το Εθνικό Μουσείο Σαγκάλ στη γαλλική Νίκαια. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε εκτεταμένα με τοιχογραφίες, ψηφιδωτά και υαλογραφήματα, με σημαντικότερες δημιουργίες το εσωτερικό της εκκλησίας στο Plateau d' Assy της Σαβοΐας (1957), τα βιτρώ του καθεδρικού ναού της πόλης Μετς και της συναγωγής της Πανεπιστημιακής Κλινικής της Ιερουσαλήμ (1962), τα παράθυρα του κτιρίου των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη και την οροφή της όπερας του Παρισιού (1964) καθώς και οι τοιχογραφίες για το κτίριο του κοινοβουλίου στην Ιερουσαλήμ (1966).

Πέθανε στις 28 Μαρτίου 1985 σε ηλικία 97 ετών, στην κοινότητα του Αγίου Παύλου, στη νοτιοανατολική Γαλλία. Το 1997 ιδρύθηκε το Μουσείο Σαγκάλ στη γενέτειρά του, το οποίο περιλαμβάνει αντίγραφα των έργων του.
Έργο

Τα έργα του Σαγκάλ χαρακτηρίζονται έντονα από προσωπικά στοιχεία καθώς και από την «απλοϊκή» ιδιομορφία τους. Η θεματολογία του, κατά βάση ποιητική και φανταστική, είναι βασισμένη κυρίως σε προσωπικά βιώματα, άρρηκτα συνδεδεμένη επίσης με την εβραϊκή του καταγωγή, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως σπανίζουν οι προσωπογραφίες. Κινήθηκε συστηματικά γύρω από τον άξονα της εβραϊκής παράδοσης και του ρωσικού φολκλόρ, αν και στο ύστερο έργο του απομακρύνθηκε ελαφρά, χρησιμοποιώντας θέματα από την αρχαία Ελλάδα, όπως στους πίνακες Πτώση του Ίκαρου (1975) ή Ο μύθος του Ορφέα (1977), καθώς και απλές καθημερινές σκηνές.

Αν και έζησε παράλληλα με την εξέλιξη πολλών κινημάτων της μοντέρνας τέχνης, το έργο του δύσκολα μπορεί να ενταχθεί σε κάποιο από αυτά.Ο Σαγκάλ γεννήθηκε στο Βιτέμπσκ της σημερινής Λευκορωσίας, πρωτότοκος γιος... εβραϊκής οικογένειας με εννέα παιδιά. Φοίτησε στο εβραϊκό δημοτικό σχολείο και αργότερα συνέχισε τις σπουδές του σε δημόσιο γυμνάσιο, παρά το γεγονός πως οι Εβραίοι γίνονταν πολύ δύσκολα δεκτοί. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τη μουσική μαθαίνοντας βιολί, καθώς και με το σχέδιο. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και φοίτησε στη σχολή ζωγραφικής του Γεχούντα Πεν, στο Βιτέμπσκ, με στόχο να ολοκληρώσει αργότερα τις σπουδές του στην πρωτεύουσα της Ρωσίας. Το χειμώνα του 1906, εγκαταστάθηκε στην Αγία Πετρούπολη, έχοντας προηγουμένως εξασφαλίσει την ειδική άδεια που έπρεπε να κατέχει κάθε Εβραίος, την εποχή εκείνη, προκειμένου να κατοικήσει μόνιμα στην πρωτεύουσα.

Στην Αγία Πετρούπολη κατάφερε να κερδίσει υποτροφία για σπουδές στη γνωστή σχολή Svanseva, όπου δίδασκε ο Λέον Μπακστ, σχεδιαστής σκηνικών για το ρωσικό θέατρο και εκπρόσωπος του συμβολισμού. Τα πρώτα έργα του Σαγκάλ χαρακτηρίζονταν από θέματα που επανήλθαν και σε μεταγενέστερους πίνακές του, όπως αγροτικές σκηνές ή θέματα εμπνευσμένα από τη ζωή στην ύπαιθρο και την επαρχία. Το φθινόπωρο του 1909 γνώρισε την Μπέλα Ρόζενφελντ, κόρη Εβραίου κοσμηματοπώλη από την πόλη του Βίτεμπσκ, την οποία παντρεύτηκε τελικά το 1915 και στην οποία είναι αφιερωμένοι αρκετοί από τους πίνακές του.

Το 1910, με τη βοήθεια του προστάτη του, Max Winawer, ταξίδεψε στο Παρίσι όπου ήρθε σε επαφή με το έργο πρωτοπόρων καλλιτεχνών της εποχής, όπως των ιμπρεσιονιστών, του Πωλ Γκωγκέν, του Βίνσεντ βαν Γκογκ ή του Ανρί Ματίς. Εξίσου επιδραστική υπήρξε και η επίσκεψή του στο Λούβρο, η οποία όπως ο ίδιος σημειώνει στα απομνημονεύματά του, τον «σημάδεψε». Στο Παρίσι ο Σαγκάλ συνδέθηκε επίσης με τον Γάλλο ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ, ο οποίος προσπαθούσε να του εξασφαλίζει ευκαιρίες να εκθέτει τα έργα του. Εκείνος του αφιέρωσε με τη σειρά του τον πίνακα Φόρος τιμής στον Απολιναίρ (1911). Σε ορισμένους από τους πίνακες του Σαγκάλ εκείνης της περιόδου, όπως στο Αδάμ και Εύα (1912) διαφαίνεται η σχέση του με το κίνημα του κυβισμού, αν και θεωρείται πως επηρεάστηκε λιγότερο από τους θεμελιωτές του, δηλαδή τον Πάμπλο Πικάσσο και τον Ζωρζ Μπρακ, και περισσότερο από το έργο του Ρομπέρ Ντελωναί. Την Άνοιξη του 1914, μετά από πρόταση του Απολιναίρ, ο εκδότης του περιοδικού Der Sturm (Η Θύελλα) Χέρβαρτ Βάλντεν, ανέλαβε την οργάνωση της πρώτης ατομικής έκθεσης του Σαγκάλ στο Βερολίνο.

Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, επισκέφτηκε το Βιτέμπσκ. Η έναρξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου και το κλείσιμο των συνόρων παρέτειναν τελικά την παραμονή του στη Ρωσία. Παρά την επιθυμία του να αποφύγει τη στράτευση, τελικά τοποθετήθηκε σε μία νευραλγική οικονομική υπηρεσία στην Αγία Πετρούπολη, όπου η θητεία του αντιστοιχούσε σε υπηρεσία στο μέτωπο. Μετά τα γεγονότα της ρωσικής επανάστασης, ο Λένιν διόρισε ως υπεύθυνο για θέματα πολιτισμού τον Ανατόλι Λουνατσάρσκι, ο οποίος ήταν γνωστός του Σαγκάλ από την περίοδο που ζούσε στο Παρίσι. Χάρη στη γνωριμία τους, το Σεπτέμβριο του 1918, διορίστηκε επίτροπος Καλών Τεχνών στο Βιτέμπσκ. Στα πλαίσια των νέων καθηκόντων του, οργάνωσε εκθέσεις και επαναλειτούργησε τη Σχολή Καλών Τεχνών της πόλης, όπου κατόρθωσε να συγκεντρώσει σημαντικούς δασκάλους όπως ο Ελ Λισίτσκι και ο Καζιμίρ Μαλέβιτς. Έχοντας επιφυλάξεις για την επανάσταση και ειδικότερα σε ό,τι αφορούσε τις ιδέες της για την τέχνη, ο Σαγκάλ παραιτήθηκε το Μάιο του 1920 και μετακόμισε στη Μόσχα, όπου ανέλαβε τη διακόσμηση του Εβραϊκού Θεάτρου της πόλης. Την περίοδο εκείνη, η οικονομική βοήθεια των σοβιετικών καλλιτεχνών ήταν ανάλογη της «χρησιμότητας» του έργου τους ενώ και οι επιχορηγήσεις που αποσπούσε ο Σαγκάλ ήταν πενιχρές, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα, γεγονός που συνέβαλε στην απόφασή του να εγκατασταθεί στο Βερολίνο, όπου παλαιότερα ο Βάλντεν είχε πουλήσει πίνακές του. Τα χρήματα που είχε κερδίσει ο Σαγκάλ από τις πωλήσεις αυτές είχαν ωστόσο χάσει την αξία τους.

Το Σεπτέμβριο του 1923 εγκαταστάθηκε εκ νέου στο Παρίσι και τον επόμενο χρόνο παρουσιάστηκε η πρώτη αναδρομική έκθεση έργων του και ακολούθησε η πρώτη του ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη. Όπως σημειώνει ο ίδιος ο Σαγκάλ στα απομνημονεύματά του, η δεκαετία 1923-1933 υπήρξε η πιο ευτυχισμένη της ζωής του. Την περίοδο αυτή υπέγραψε συμβόλαιο με τον έμπορο τέχνης Bernheim, με αποτέλεσμα να απαλλαχθεί από οικονομικές έγνοιες αλλά και να γίνει ευρύτερα γνωστός σε διεθνές επίπεδο.
Ο Μωυσής και η φλεγόμενη βάτος (Moses and the burning bush), λιθογραφία του Μαρκ Σαγκάλ, μέρος ενός ευρύτερου κύκλου έργων με την επωνυμία «Η Ιστορία της Εξόδου» που δημοσιεύτηκε το 1966

Όταν η γαλλική κυβέρνηση υπέγραψε συμφωνία συνθηκολόγησης με τη ναζιστική Γερμανία, ο Σαγκάλ δεν μπορούσε να παραμείνει ασφαλής στη Γαλλία. Συνελήφθη στη Μασσαλία και επρόκειτο να παραδοθεί στους Γερμανούς, ωστόσο τελικά σώθηκε από αμερικανική παρέμβαση. Χάρη στη φήμη του, ο ίδιος κατόρθωσε να ξεφύγει από την προοπτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης και στις 7 Μαΐου 1941 επιβιβάστηκε με την οικογένειά του σε πλοίο που τους μετέφερε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να εγκατασταθούν τελικά στην πόλη της Νέας Υόρκης. Στις 2 Σεπτεμβρίου 1944 πέθανε η σύζυγός του Μπέλα Ρόζενφελντ και δύο χρόνια αργότερα ο Σαγκάλ επέστρεψε στην Ευρώπη.

Μετά την επιστροφή του στη Γαλλία η φήμη του άρχισε να αυξάνεται σταθερά. Το 1959 έγινε επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων και στα επόμενα χρόνια διοργανώθηκαν αναδρομικές ή ατομικές εκθέσεις του σε διάφορες πόλεις, ενώ το 1973 εγκαινιάστηκε το Εθνικό Μουσείο Σαγκάλ στη γαλλική Νίκαια. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε εκτεταμένα με τοιχογραφίες, ψηφιδωτά και υαλογραφήματα, με σημαντικότερες δημιουργίες το εσωτερικό της εκκλησίας στο Plateau d' Assy της Σαβοΐας (1957), τα βιτρώ του καθεδρικού ναού της πόλης Μετς και της συναγωγής της Πανεπιστημιακής Κλινικής της Ιερουσαλήμ (1962), τα παράθυρα του κτιρίου των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη και την οροφή της όπερας του Παρισιού (1964) καθώς και οι τοιχογραφίες για το κτίριο του κοινοβουλίου στην Ιερουσαλήμ (1966).

Πέθανε στις 28 Μαρτίου 1985 σε ηλικία 97 ετών, στην κοινότητα του Αγίου Παύλου, στη νοτιοανατολική Γαλλία. Το 1997 ιδρύθηκε το Μουσείο Σαγκάλ στη γενέτειρά του, το οποίο περιλαμβάνει αντίγραφα των έργων του.
Έργο

Τα έργα του Σαγκάλ χαρακτηρίζονται έντονα από προσωπικά στοιχεία καθώς και από την «απλοϊκή» ιδιομορφία τους. Η θεματολογία του, κατά βάση ποιητική και φανταστική, είναι βασισμένη κυρίως σε προσωπικά βιώματα, άρρηκτα συνδεδεμένη επίσης με την εβραϊκή του καταγωγή, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως σπανίζουν οι προσωπογραφίες. Κινήθηκε συστηματικά γύρω από τον άξονα της εβραϊκής παράδοσης και του ρωσικού φολκλόρ, αν και στο ύστερο έργο του απομακρύνθηκε ελαφρά, χρησιμοποιώντας θέματα από την αρχαία Ελλάδα, όπως στους πίνακες Πτώση του Ίκαρου (1975) ή Ο μύθος του Ορφέα (1977), καθώς και απλές καθημερινές σκηνές.

Αν και έζησε παράλληλα με την εξέλιξη πολλών κινημάτων της μοντέρνας τέχνης, το έργο του δύσκολα μπορεί να ενταχθεί σε κάποιο από αυτά.
Δείτε περισσότερα

ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΝΗ ΓΡΑΜΜΗ

Μπισκοτάκια γεμιστά

Τα ροδάκινα αναστέλλουν τη μετάσταση του καρκίνου

Βιτσέντζος Κορνάρος

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Bigbook.gr.
Φωτογραφία: O Βιτσέντζος Κορνάρος (26 Μαρτίου 1553 – 1613 ή 1614) ήταν Κρητικός ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποίηματος Ερωτόκριτος και πιθανώς του θρησκευτικού δράματος Η Θυσία του Αβραάμ.

Πίνακας περιεχομένων

Οι πιο ασφαλείς πληροφορίες για την καταγωγή του Κορνάρου είναι αυτές που δίνει ο ποιητής στο τέλος του έργου του: αναφέρει το όνομα Βιτσέντζος, το οικογενειακό όνομα Κορνάρος, τόπο γέννησης τη Σητεία και το Κάστρο (Ηράκλειο), όπου παντρεύτηκε:

    Κ' εγώ δε θε να κουρφευτώ κι αγνώριστο να μ' έχου
    μα θέλω να φανερωθώ, κι όλοι να με κατέχου
    Βιτσέντζος είν' ο ποιητής και στη γενιά Κορνάρος
    που να βρεθή ακριμάτιστος, σα θα τον πάρη ο Χάρος.
    Στη Στείαν εγεννήθηκε, στη Στείαν ενεθράφη,
    εκεί 'καμε κι εκόπιασεν ετούτα που σας γράφει.
    Στο Κάστρον επαντρέυτηκε σαν αρμηνεύγει η φύση,
    το τέλος του έχει να γενή όπου ο Θεός ορίσει[1]

Παλαιότερα οι φιλόλογοι τοποθετούσαν την ζωή και την δράση του Κορνάρου γύρω στα μέσα του 17ου αι., πίστευαν δηλαδή ότι η Θυσία του Αβραάμ γράφτηκε το 1635, χρονιά που αναφέρεται στο χειρόγραφο, και ο Ερωτόκριτος αργότερα, μέχρι το 1645 ή το 1648, όταν άρχισε η πολιορκία του Ηρακλείου από τους Οθωμανούς. Μάλιστα ένα επεισόδιο του Ερωτόκριτου που αφηγείται την μονομαχία του Κρητικού με τον Καραμανίτη εθεωρείτο προσθήκη εκ των υστέρων, η οποία έγινε μάλλον κατά τα χρόνια του Βενετοτουρικού πολέμου και απηχούσε τους αγώνες των Κρητικών εναντίον των Οθωμανών. Αυτή η άποψη διατυπώνεται και σε παλαιότερες Ιστορίες της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως αυτή του Λίνου Πολίτη[2]και του Κ.Θ. Δημαρά[3].

Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, ο ποιητής του Ερωτόκριτου ταυτίζεται με έναν βενετοκρητικό Βιτσέντζο Κορνάρο, που γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1553 στην Τραπεζόντα της Σητείας, γιος του Ιάκωβου Κορνάρου καί της Ζαμπέτας Ντεμέτζο. Ήταν γόνος εξελληνισμένης και αρχοντικής βενετσιάνικης οικογένειας, πιθανότατα με μεγάλη περιουσία. Ο αδερφός του, Ανδρέας Κορνάρος, είχε γράψει μια Ιστορία της Κρήτης που δεν εκδόθηκε ποτέ. Έζησε στη Σητεία περίπου μέχρι το 1580 ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο). Εκεί έλαβε χώρα ο γάμος του με την Μαριέτα Ζένο, με την οποία απέκτησε και δύο κόρες, την Ελένη και την Κατερίνα. Από το 1591 ανέλαβε διοικητικά αξιώματα, ενώ κατά την διάρκεια της πανούκλας (1591-1593) ανέλαβε καθήκοντα υγειονομικού επόπτη. Υπήρξε επίσης μέλος ενός λογοτεχνικού συλλόγου, της Ακαδημίας των Παράξενων, που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Ανδρέας, επίσης συγγραφέας. Πέθανε στον Χάνδακα το 1613 ή το 1614 από άγνωστη αιτία και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου. Αυτή η άποψη έχει γίνει αποδεκτή από τους περισσότερους μελετητές[4].

Την ταύτιση του ποιητή του Ερωτόκριτου με αυτόν τον Κορνάρο δεν αποδέχεται μέχρι σήμερα ο Σπ. Ευαγγελάτος, ο οποίος υποστηρίζει ότι το έργο είναι μεταγενέστερο
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%AD%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%BF%CF%81%CE%BD%CE%AC%CF%81%CE%BF%CF%82O Βιτσέντζος Κορνάρος (26 Μαρτίου 1553 – 1613 ή 1614) ήταν Κρητικός ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποίηματος Ερωτόκριτος και πιθανώς του θρησκευτικού δράματος Η... Θυσία του Αβραάμ.

Πίνακας περιεχομένων

Οι πιο ασφαλείς πληροφορίες για την καταγωγή του Κορνάρου είναι αυτές που δίνει ο ποιητής στο τέλος του έργου του: αναφέρει το όνομα Βιτσέντζος, το οικογενειακό όνομα Κορνάρος, τόπο γέννησης τη Σητεία και το Κάστρο (Ηράκλειο), όπου παντρεύτηκε:

Κ' εγώ δε θε να κουρφευτώ κι αγνώριστο να μ' έχου
μα θέλω να φανερωθώ, κι όλοι να με κατέχου
Βιτσέντζος είν' ο ποιητής και στη γενιά Κορνάρος
που να βρεθή ακριμάτιστος, σα θα τον πάρη ο Χάρος.
Στη Στείαν εγεννήθηκε, στη Στείαν ενεθράφη,
εκεί 'καμε κι εκόπιασεν ετούτα που σας γράφει.
Στο Κάστρον επαντρέυτηκε σαν αρμηνεύγει η φύση,
το τέλος του έχει να γενή όπου ο Θεός ορίσει[1]

Παλαιότερα οι φιλόλογοι τοποθετούσαν την ζωή και την δράση του Κορνάρου γύρω στα μέσα του 17ου αι., πίστευαν δηλαδή ότι η Θυσία του Αβραάμ γράφτηκε το 1635, χρονιά που αναφέρεται στο χειρόγραφο, και ο Ερωτόκριτος αργότερα, μέχρι το 1645 ή το 1648, όταν άρχισε η πολιορκία του Ηρακλείου από τους Οθωμανούς. Μάλιστα ένα επεισόδιο του Ερωτόκριτου που αφηγείται την μονομαχία του Κρητικού με τον Καραμανίτη εθεωρείτο προσθήκη εκ των υστέρων, η οποία έγινε μάλλον κατά τα χρόνια του Βενετοτουρικού πολέμου και απηχούσε τους αγώνες των Κρητικών εναντίον των Οθωμανών. Αυτή η άποψη διατυπώνεται και σε παλαιότερες Ιστορίες της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως αυτή του Λίνου Πολίτη[2]και του Κ.Θ. Δημαρά[3].

Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, ο ποιητής του Ερωτόκριτου ταυτίζεται με έναν βενετοκρητικό Βιτσέντζο Κορνάρο, που γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1553 στην Τραπεζόντα της Σητείας, γιος του Ιάκωβου Κορνάρου καί της Ζαμπέτας Ντεμέτζο. Ήταν γόνος εξελληνισμένης και αρχοντικής βενετσιάνικης οικογένειας, πιθανότατα με μεγάλη περιουσία. Ο αδερφός του, Ανδρέας Κορνάρος, είχε γράψει μια Ιστορία της Κρήτης που δεν εκδόθηκε ποτέ. Έζησε στη Σητεία περίπου μέχρι το 1580 ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο). Εκεί έλαβε χώρα ο γάμος του με την Μαριέτα Ζένο, με την οποία απέκτησε και δύο κόρες, την Ελένη και την Κατερίνα. Από το 1591 ανέλαβε διοικητικά αξιώματα, ενώ κατά την διάρκεια της πανούκλας (1591-1593) ανέλαβε καθήκοντα υγειονομικού επόπτη. Υπήρξε επίσης μέλος ενός λογοτεχνικού συλλόγου, της Ακαδημίας των Παράξενων, που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Ανδρέας, επίσης συγγραφέας. Πέθανε στον Χάνδακα το 1613 ή το 1614 από άγνωστη αιτία και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου. Αυτή η άποψη έχει γίνει αποδεκτή από τους περισσότερους μελετητές[4].

Την ταύτιση του ποιητή του Ερωτόκριτου με αυτόν τον Κορνάρο δεν αποδέχεται μέχρι σήμερα ο Σπ. Ευαγγελάτος, ο οποίος υποστηρίζει ότι το έργο είναι μεταγενέστερο
http://el.wikipedia.org/wiki/Βιτσέντζος_Κορνάρος
Δείτε περισσότερα

Πλεκτό γιλεκάκι με βελονάκι

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Fran Kerr.
Φωτογραφία: Thank you so much for allowing me to make this gorgeous cardigan with short sleeves, it was a beautiful, clear pattern to follow.xxx
Thank you so much for allowing me to make this gorgeous cardigan with short sleeves, it was a beautiful, clear pattern to follow.xxx

Η αναχώρηση

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Ekdoseis Metaixmio.
Φωτογραφία: 1823-1825. Στις δύσκολες στιγμές της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Λάζαρος Χατζημιχαήλ, στο τσιφλίκι του που δέσποζε στον κάμπο του Ναυπλίου, και ο Μισέλ Ντε Κριγιόν, φιλέλληνας, γιατρός, ταλαντεύονται ανάμεσα στα διλήμματα και στις αλλαγές της εποχής τους.

2009. Αθήνα, σε άλλες δύσκολες εποχές. Ο Λάζαρος Χατζημιχαήλ, απόγονος του πρώτου, ανώτερος δικαστικός, τη μέρα που συνταξιοδοτείται αναλογίζεται τη ζωή του. Θα τολμήσει και την αναχώρησή του;

Η προετοιμασία μιας αναχώρησης που κρύβει μιαν άλλη αναχώρηση: αυτήν του ίδιου του συγγραφέα. Η αναχώρηση. Το ύστατο βιβλίο του σπουδαίου Νίκου Θέμελη. Ένα βιβλίο για το οποίο είμαστε πολύ πολύ περήφανοι, και πολύ πολύ συγκινημένοι.

http://www.metaixmio.gr/products/2651--.aspx
1823-1825. Στις δύσκολες στιγμές της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Λάζαρος Χατζημιχαήλ, στο τσιφλίκι του που δέσποζε στον κάμπο του Ναυπλίου, και ο Μισέλ Ντε Κριγιόν, φιλέλληνας, γιατρός, ταλαντεύονται ανάμεσα στα διλήμματα και στις αλλαγές της ...εποχής τους.

2009. Αθήνα, σε άλλες δύσκολες εποχές. Ο Λάζαρος Χατζημιχαήλ, απόγονος του πρώτου, ανώτερος δικαστικός, τη μέρα που συνταξιοδοτείται αναλογίζεται τη ζωή του. Θα τολμήσει και την αναχώρησή του;

Η προετοιμασία μιας αναχώρησης που κρύβει μιαν άλλη αναχώρηση: αυτήν του ίδιου του συγγραφέα. Η αναχώρηση. Το ύστατο βιβλίο του σπουδαίου Νίκου Θέμελη. Ένα βιβλίο για το οποίο είμαστε πολύ πολύ περήφανοι, και πολύ πολύ συγκινημένοι.

http://www.metaixmio.gr/products/2651--.aspx
Δείτε περισσότερα

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

-)(- Κλεοπάτρα Ζ’ Φιλοπάτωρ – Η Ελληνίδα Φαραώ της Αιγύπτου (69 π.Χ.- 30 π.Χ.)

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Ιερά Ελλάς.
-)(- Κλεοπάτρα Ζ’ Φιλοπάτωρ – Η Ελληνίδα Φαραώ της Αιγύπτου (69 π.Χ.- 30 π.Χ.)

Φωτογραφία: -)(- Κλεοπάτρα Ζ’ Φιλοπάτωρ – Η Ελληνίδα Φαραώ της Αιγύπτου (69 π.Χ.- 30 π.Χ.)

Η Κλεοπάτρα (Ιανουάριος 69 π.Χ. – 12 Αυγούστου, 30 π.Χ.) ήταν η τελευταία βασίλισσα της ελληνιστικής Αρχαίας Αιγύπτου, προτού αυτή αποτελέσει πλέον κομμάτι της πανίσχυρης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η βασιλεία της σηματοδοτεί το τέλος της ελληνιστικής και την αρχή της ρωμαϊκής περιόδου στην ανατολική Μεσόγειο. 

Ο μύθος της επιβίωσε ως τις μέρες μας μέσα από πάρα πολλές δραματοποιήσεις της ιστορίας της, συμπεριλαμβανομένου του έργου «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» από τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και πολλών σύγχρονων κινηματογραφικών ταινιών. 
Αν και ικανή και δαιμόνια μονάρχης, έμεινε διάσημη κυρίως γιατί κατάφερε να γοητεύσει δυο από τους ισχυρότερους άνδρες της εποχής της, τον Γάιο Ιούλιο Καίσαρα και τον Μάρκο Αντώνιο, αλλά και για το τραγικό της τέλος. Χάρη στη φιλοδοξία και την προσωπική της γοητεία επηρέασε καθοριστικά τη ρωμαϊκή πολιτική σε μια αποφασιστική περίοδο και κατέληξε να αντιπροσωπεύει, όσο καμιά άλλη γυναίκα στην αρχαιότητα, το πρότυπο της ρομαντικής μοιραίας γυναίκας.

Η Κλεοπάτρα ήταν άμεσος απόγονος του στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Πτολεμαίου Α’ του Σωτήρος. Ήταν κόρη του βασιλιά της Αιγύπτου, Πτολεμαίου ΙΒ’ Αυλητή, με μητέρα την Κλεοπάτρα Ε’ Τρύφαινα. 
Μετά το θάνατο του Πτολεμαίου ΙΒ’ το 51 π.Χ., ξεκίνησε η βασιλεία της μεγαλύτερης εν ζωή θυγατέρας του, της Κλεοπάτρας Ζ’, με την οποία έμελλε να λάβει τέλος η Δυναστεία που ίδρυσε ο δαιμόνιος Μακεδόνας στρατηγός περίπου τριακόσια χρόνια πριν.
 Οι πηγές αναφέρουν πως την χαρακτήριζε επίσης μια ασυνήθιστη για τους Έλληνες της εποχής ικανότητα να μαθαίνει ξένες γλώσσες, όχι μόνο τα αιγυπτιακά, τη μητρική γλώσσα των υπηκόων της, αλλά και τα Αραμαϊκά, τα Εβραϊκά, τα Αραβικά, τα περσικά και τα αιθιοπικά. 
Ο Πλούταρχος αναφέρει πως δεν ήταν εξαιρετικά όμορφη, όπως συχνά τείνουμε να πιστεύουμε στις μέρες μας, ωστόσο ήταν ικανότατη στην τέχνη της συζήτησης, στο να γίνεται ευχάριστη και να ψυχαγωγεί, στο να δείχνει ζωντάνια και ευφυΐα, κάτι που αιχμαλώτιζε τους συνομιλητές της. Φιλήδονη, εκκεντρική, ύπουλη, μια άστατη μοιραία γυναίκα, μισητή στο ρωμαϊκό λαό.
Όταν πέθανε, το 30 π.Χ. ο ποιητής Οράτιος, αναφώνησε: Ώρα να τσουγκρίσουμε . 
Ύστερα από σχεδόν χίλια χρόνια, ο Δάντης την περιέλαβε στον κύκλο των ακόλαστων. Χίλια χρόνια μετά απ´ αυτόν, ο χολιγουντιανός κινηματογράφος εξακολουθεί να την εμφανίζει ως ξελογιάστρα των αντρών, η οποία χρησιμοποιούσε φίλτρα, ακόμα και δηλητήρια. Στην πραγματικότητα, η Ελληνίδα Κλεοπάτρα Ζ´, τελευταία βασίλισσα της Αιγύπτου, ήταν πολύ διαφορετική απ´ ό,τι την περιγράφουν, τόσο στην εμφάνιση όσο και στο χαρακτήρα. 

Όμως, την ιστορία τη γράφουν οι νικητές – στην προκειμένη περίπτωση, ο Οκταβιανός, φανατικός εχθρός της, ο οποίος εξαπέλυσε μια εκστρατεία δυσφήμησης που αμαύρωσε για αιώνες τη μνήμη της. Σήμερα, χάρη στην εργασία δεκάδων μελετητών, μεταξύ των οποίων αρχαιολόγοι όπως ο Φρανκ Γκοντιό και ιστορικοί τέχνης όπως ο Πάολο Μορένο, είμαστε σε θέση να ανασυνθέσουμε με ακρίβεια τη ζωή και το χαρακτήρα, την ένδυση και τις συνήθειες, ακόμα και τη φυσική της εμφάνιση. Ας ξαναζωντανέψουμε λοιπόν την Κλεοπάτρα για μια μέρα.

Η ανάπλαση

Πώς ήταν λοιπόν η αυθεντική Κλεοπάτρα; Ήταν μια μικρόσωμη Ελληνίδα με λεπτό σώμα, όχι αδύνατη, με δέρμα και μάτια ανοιχτού χρώματος. Υπάρχουν αποδείξεις. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι στη Ρώμη η βασίλισσα πόζαρε για το γλύπτη Στέφανο, ο οποίος κατασκεύασε ένα άγαλμα γνωστό ως Αφροδίτη του Εσκουιλίνο, που θεωρείται σήμερα ως η πιο πιστή απεικόνιση της Κλεοπάτρας , αποκαλύπτει ο Π. Μορένο, καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Ρώμης. Τα αιγυπτιακά στοιχεία αυτού του αγάλματος είναι πολλά, από το χτένισμα μέχρι το δοχείο του νερού, όπου είναι τυλιγμένος ο ιερός όφις, δηλαδή η κόμπρα, σύμβολο των βασιλέων της Αιγύπτου. Ενδεικτικά είναι επίσης τα σανδάλια με κορδόνι και λεπτή σόλα, καθώς και το βάζο το στολισμένο με τα λεγόμενα φύλλα του νερού. Εξάλλου, το πρόσωπο μοιάζει πολύ με τα πορτρέτα της βασίλισσας που βρίσκονται στη Ρώμη και στο Βερολίνο .

Το ότι ήταν μικρόσωμη φανερώνεται κι από ένα ιστορικό επεισόδιο του 48 π.Χ.: Για να συναντηθεί στην Αλεξάνδρεια με τον Καίσαρα, η είκοσι ενός χρονών Κλεοπάτρα μεταφέρθηκε με διαταγή της τυλιγμένη σ´ ένα χαλί. Τέλος, το πρόσωπο είναι ίδιο – ως προς τα τριγωνικά μάγουλα, τη στενή και μακριά μύτη, το χαμηλό μέτωπο- μ´ εκείνο των νομισμάτων που απεικονίζουν τη βασίλισσα. Χαρακτηριστική είναι η όψη του κάτω χείλους , προσθέτει ο Μορένο, που εμφανίζει τον τυπικό προγναθισμό της δυναστείας των Πτολεμαίων, στους οποίους ανήκε η Κλεοπάτρα .

Ίντριγκες και διαφθορά

Σχετικά με το χαρακτήρα της, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η βασίλισσα ήταν ικανή για αυλικές ίντριγκες, αλλά πρέπει να σκεφτούμε ότι ήταν μόλις δεκαοχτώ χρονών όταν έπεσε στους ώμους της το τεράστιο βάρος της διοίκησης ενός βασιλείου υπό διάλυση, με τους ισχυρούς Ρωμαίους να είναι κύριοι της περιοχής. Η Κλεοπάτρα υιοθέτησε μια πολιτική τολμηρή αλλά ρεαλιστική, βασισμένη στην ελληνιστική παράδοση. Οι συνωμοσίες και οι δηλητηριάσεις, οι συμβιβασμοί και οι προδοσίες δεν ήταν προνόμιό της, καθώς συνηθίζονταν στην αρχαία πολιτική ζωή, συμπεριλαμβανομένης της ρωμαϊκής. Η Κλεοπάτρα νοιαζόταν για τις συνθήκες ζωής των κατοίκων της Αιγύπτου, γι´ αυτό και επέκτεινε τα έργα άρδευσης.

H μυθική μεγάλη ερωμένη είχε μόνο δύο έρωτες: τον Καίσαρα και τον Αντώνιο. Στους γάμους της επέδειξε πολιτικό ταλέντο, συνδέοντας τη βασιλεία της με τους Ρωμαίους κυρίαρχους, μέσω μιας οικογενειακής σχέσης που ήταν και μια συμμαχία δυναστειών. Έδωσε παιδιά τόσο στον Καίσαρα όσο και στον Αντώνιο, διάδοχο του Ιουλίου Καίσαρα στην τριανδρία. Ο Καισαρίωνας, γιος του Καίσαρα, υπήρξε μια προσεκτική επένδυση . Παρ´ όλα αυτά, δεν απέδωσε, γιατί ο αγώνας για την εξουσία κερδήθηκε από τον Οκταβιανό, ο οποίος φρόντισε να βάλει να δολοφονήσουν τον αθώο Καισαρίωνα.

Η πλήρης λοιπόν εικόνα είναι αυτή μιας λεπτής και έξυπνης νέας γυναίκας, η οποία ανατράφηκε για να κυβερνά και ήταν ικανή να γοητεύει περισσότερο με τη μόρφωση παρά με την εμφάνισή της. Ο Έλληνας ιστορικός Πλούταρχος την περιγράφει ως προκλητική παρά ωραία . Φαίνεται ότι αυτή η προκλητικότητα γοήτευσε τον τότε 54άχρονο Ιούλιο Καίσαρα. Η Κλεοπάτρα είχε ασυνήθιστη προσωπικότητα. Μιλούσε δώδεκα γλώσσες και ήταν η πρώτη από τους Πτολεμαίους, που ήδη κυβερνούσαν την Αίγυπτο επί 300 χρόνια, η οποία έμαθε την αιγυπτιακή, γλώσσα του λαού της – οι πρόγονοί της μιλούσαν μόνο ελληνικά

Το όνειρο μιας αυτοκρατορίας

Εκμεταλλευόμενη όσο καλύτερα μπορούσε αυτά της τα προτερήματα, η Κλεοπάτρα πιθανόν να ενέπνευσε στον Καίσαρα την ιδέα μιας μεγάλης εκστρατείας στην Ανατολή, στα χνάρια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με την ελπίδα να ξαναδώσει στην Αίγυπτο το χαμένο της γόητρο και κύρος. Το όνειρό της διακόπηκε στις ειδούς του Μαρτίου με τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα. Όμως, η Κλεοπάτρα δεν το έβαλε κάτω και συνέχισε να υποβάλει την ιδέα της αυτοκρατορίας στον Αντώνιο, πραγματικό διάδοχο της πολιτικής του Καίσαρα. Ο Αντώνιος ήταν καλός μαχητής, αλλά αποδείχθηκε κάκιστος πολιτικός. Και η βασίλισσα της Αιγύπτου χρειάστηκε ν´ αντιμετωπίσει τον Οκταβιανό, έναν ύπουλο αλλά εξαιρετικά συνετό αντίπαλο. Έτσι η κληρονομιά του Καίσαρα μοιράστηκε ανάμεσα στον Αντώνιο, μελλοντικό σύζυγο της Κλεοπάτρας, τον Λέπινδο και τον Οκταβιανό. Σύντομα ο τελευταίος αντιλήφθηκε ότι υπό την αρχηγία της Κλεοπάτρας η Αίγυπτος θα μπορούσε να γίνει πράγματι σημαντικό κέντρο δύναμης επικίνδυνο για το ρωμαϊκό κράτος. Ο Οκταβιανός ξεκίνησε μια συστηματική δυσφημιστική εκστρατεία, την πρώτη του αρχαίου κόσμου, εναντίον της βασίλισσας.

Για τα σποτ χρησιμοποίησε τη φήμη και το ρητορικό ύφος λογίων και ποιητών, όπως ο Βιργίλιος και ο Οράτιος, ή ρητόρων όπως ο Κικέρωνας. Στο πρόσωπο της Κλεοπάτρας άρχισαν να ενσαρκώνονται όλα αυτά που ο ρωμαϊκός πολιτισμός θεωρούσε αρνητικά. 
Ήταν ξένη, δηλαδή δεν ήταν Ρωμαία υπήκοος, και, το σημαντικότερο, αποτελούμε μέρος ενός κόσμου διεφθαρμένου και αναξιόπιστου: του ανατολικού. 
Για να ξεχαστεί η αριστοκρατική ελληνική καταγωγή της άρχισε να διαδίδεται ότι το δέρμα της ήταν μελαψό. Τέλος, κατακρίθηκε ως γυναίκα που λάμβανε μέρος στην πολιτική ζωή, χρησιμοποιώντας τη διεστραμμένη γοητεία της, ικανή να διαφθείρει έναν άξιο Ρωμαίο πολίτη όπως ο Αντώνιος. Στην πραγματικότητα, στόχος ήταν ο ίδιος ο Αντώνιος, τον οποίο ο Οκταβιανός κατόρθωσε να παραμερίσει, αποφεύγοντας τον κίνδυνο ενός νέου εμφυλίου πολέμου. Παράλληλα, διέβαλε για αιώνες την εικόνα εκείνου του ικανού, χαριτωμένου και πολύ μορφωμένου αλλά λίγο τολμηρού κοριτσιού, το οποίο υπήρξε στην πραγματικότητα η Κλεοπάτρα Ζ´, η τελευταία Ελληνίδα βασίλισσα της Αιγύπτου.

(Η Κλεοπάτρα στην πρώτη της συνάντηση με τον Καίσαρα, πίνακας του Ζαν Λεόν Ζερόμ (1866)

ΠΗΓΗ:ellinikoarxeio.com
Η Κλεοπάτρα (Ιανουάριος 69 π.Χ. – 12 Αυγούστου, 30 π.Χ.) ήταν η τελευταία βασίλισσα της ελληνιστικής Αρχαίας Αιγύπτου, προτού αυτή αποτελέσει πλέον κομμάτι της ...πανίσχυρης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η βασιλεία της σηματοδοτεί το τέλος της ελληνιστικής και την αρχή της ρωμαϊκής περιόδου στην ανατολική Μεσόγειο.

Ο μύθος της επιβίωσε ως τις μέρες μας μέσα από πάρα πολλές δραματοποιήσεις της ιστορίας της, συμπεριλαμβανομένου του έργου «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» από τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και πολλών σύγχρονων κινηματογραφικών ταινιών.
Αν και ικανή και δαιμόνια μονάρχης, έμεινε διάσημη κυρίως γιατί κατάφερε να γοητεύσει δυο από τους ισχυρότερους άνδρες της εποχής της, τον Γάιο Ιούλιο Καίσαρα και τον Μάρκο Αντώνιο, αλλά και για το τραγικό της τέλος. Χάρη στη φιλοδοξία και την προσωπική της γοητεία επηρέασε καθοριστικά τη ρωμαϊκή πολιτική σε μια αποφασιστική περίοδο και κατέληξε να αντιπροσωπεύει, όσο καμιά άλλη γυναίκα στην αρχαιότητα, το πρότυπο της ρομαντικής μοιραίας γυναίκας.

Η Κλεοπάτρα ήταν άμεσος απόγονος του στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Πτολεμαίου Α’ του Σωτήρος. Ήταν κόρη του βασιλιά της Αιγύπτου, Πτολεμαίου ΙΒ’ Αυλητή, με μητέρα την Κλεοπάτρα Ε’ Τρύφαινα.
Μετά το θάνατο του Πτολεμαίου ΙΒ’ το 51 π.Χ., ξεκίνησε η βασιλεία της μεγαλύτερης εν ζωή θυγατέρας του, της Κλεοπάτρας Ζ’, με την οποία έμελλε να λάβει τέλος η Δυναστεία που ίδρυσε ο δαιμόνιος Μακεδόνας στρατηγός περίπου τριακόσια χρόνια πριν.
Οι πηγές αναφέρουν πως την χαρακτήριζε επίσης μια ασυνήθιστη για τους Έλληνες της εποχής ικανότητα να μαθαίνει ξένες γλώσσες, όχι μόνο τα αιγυπτιακά, τη μητρική γλώσσα των υπηκόων της, αλλά και τα Αραμαϊκά, τα Εβραϊκά, τα Αραβικά, τα περσικά και τα αιθιοπικά.
Ο Πλούταρχος αναφέρει πως δεν ήταν εξαιρετικά όμορφη, όπως συχνά τείνουμε να πιστεύουμε στις μέρες μας, ωστόσο ήταν ικανότατη στην τέχνη της συζήτησης, στο να γίνεται ευχάριστη και να ψυχαγωγεί, στο να δείχνει ζωντάνια και ευφυΐα, κάτι που αιχμαλώτιζε τους συνομιλητές της. Φιλήδονη, εκκεντρική, ύπουλη, μια άστατη μοιραία γυναίκα, μισητή στο ρωμαϊκό λαό.
Όταν πέθανε, το 30 π.Χ. ο ποιητής Οράτιος, αναφώνησε: Ώρα να τσουγκρίσουμε .
Ύστερα από σχεδόν χίλια χρόνια, ο Δάντης την περιέλαβε στον κύκλο των ακόλαστων. Χίλια χρόνια μετά απ´ αυτόν, ο χολιγουντιανός κινηματογράφος εξακολουθεί να την εμφανίζει ως ξελογιάστρα των αντρών, η οποία χρησιμοποιούσε φίλτρα, ακόμα και δηλητήρια. Στην πραγματικότητα, η Ελληνίδα Κλεοπάτρα Ζ´, τελευταία βασίλισσα της Αιγύπτου, ήταν πολύ διαφορετική απ´ ό,τι την περιγράφουν, τόσο στην εμφάνιση όσο και στο χαρακτήρα.

Όμως, την ιστορία τη γράφουν οι νικητές – στην προκειμένη περίπτωση, ο Οκταβιανός, φανατικός εχθρός της, ο οποίος εξαπέλυσε μια εκστρατεία δυσφήμησης που αμαύρωσε για αιώνες τη μνήμη της. Σήμερα, χάρη στην εργασία δεκάδων μελετητών, μεταξύ των οποίων αρχαιολόγοι όπως ο Φρανκ Γκοντιό και ιστορικοί τέχνης όπως ο Πάολο Μορένο, είμαστε σε θέση να ανασυνθέσουμε με ακρίβεια τη ζωή και το χαρακτήρα, την ένδυση και τις συνήθειες, ακόμα και τη φυσική της εμφάνιση. Ας ξαναζωντανέψουμε λοιπόν την Κλεοπάτρα για μια μέρα.

Η ανάπλαση

Πώς ήταν λοιπόν η αυθεντική Κλεοπάτρα; Ήταν μια μικρόσωμη Ελληνίδα με λεπτό σώμα, όχι αδύνατη, με δέρμα και μάτια ανοιχτού χρώματος. Υπάρχουν αποδείξεις. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι στη Ρώμη η βασίλισσα πόζαρε για το γλύπτη Στέφανο, ο οποίος κατασκεύασε ένα άγαλμα γνωστό ως Αφροδίτη του Εσκουιλίνο, που θεωρείται σήμερα ως η πιο πιστή απεικόνιση της Κλεοπάτρας , αποκαλύπτει ο Π. Μορένο, καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Ρώμης. Τα αιγυπτιακά στοιχεία αυτού του αγάλματος είναι πολλά, από το χτένισμα μέχρι το δοχείο του νερού, όπου είναι τυλιγμένος ο ιερός όφις, δηλαδή η κόμπρα, σύμβολο των βασιλέων της Αιγύπτου. Ενδεικτικά είναι επίσης τα σανδάλια με κορδόνι και λεπτή σόλα, καθώς και το βάζο το στολισμένο με τα λεγόμενα φύλλα του νερού. Εξάλλου, το πρόσωπο μοιάζει πολύ με τα πορτρέτα της βασίλισσας που βρίσκονται στη Ρώμη και στο Βερολίνο .

Το ότι ήταν μικρόσωμη φανερώνεται κι από ένα ιστορικό επεισόδιο του 48 π.Χ.: Για να συναντηθεί στην Αλεξάνδρεια με τον Καίσαρα, η είκοσι ενός χρονών Κλεοπάτρα μεταφέρθηκε με διαταγή της τυλιγμένη σ´ ένα χαλί. Τέλος, το πρόσωπο είναι ίδιο – ως προς τα τριγωνικά μάγουλα, τη στενή και μακριά μύτη, το χαμηλό μέτωπο- μ´ εκείνο των νομισμάτων που απεικονίζουν τη βασίλισσα. Χαρακτηριστική είναι η όψη του κάτω χείλους , προσθέτει ο Μορένο, που εμφανίζει τον τυπικό προγναθισμό της δυναστείας των Πτολεμαίων, στους οποίους ανήκε η Κλεοπάτρα .

Ίντριγκες και διαφθορά

Σχετικά με το χαρακτήρα της, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η βασίλισσα ήταν ικανή για αυλικές ίντριγκες, αλλά πρέπει να σκεφτούμε ότι ήταν μόλις δεκαοχτώ χρονών όταν έπεσε στους ώμους της το τεράστιο βάρος της διοίκησης ενός βασιλείου υπό διάλυση, με τους ισχυρούς Ρωμαίους να είναι κύριοι της περιοχής. Η Κλεοπάτρα υιοθέτησε μια πολιτική τολμηρή αλλά ρεαλιστική, βασισμένη στην ελληνιστική παράδοση. Οι συνωμοσίες και οι δηλητηριάσεις, οι συμβιβασμοί και οι προδοσίες δεν ήταν προνόμιό της, καθώς συνηθίζονταν στην αρχαία πολιτική ζωή, συμπεριλαμβανομένης της ρωμαϊκής. Η Κλεοπάτρα νοιαζόταν για τις συνθήκες ζωής των κατοίκων της Αιγύπτου, γι´ αυτό και επέκτεινε τα έργα άρδευσης.

H μυθική μεγάλη ερωμένη είχε μόνο δύο έρωτες: τον Καίσαρα και τον Αντώνιο. Στους γάμους της επέδειξε πολιτικό ταλέντο, συνδέοντας τη βασιλεία της με τους Ρωμαίους κυρίαρχους, μέσω μιας οικογενειακής σχέσης που ήταν και μια συμμαχία δυναστειών. Έδωσε παιδιά τόσο στον Καίσαρα όσο και στον Αντώνιο, διάδοχο του Ιουλίου Καίσαρα στην τριανδρία. Ο Καισαρίωνας, γιος του Καίσαρα, υπήρξε μια προσεκτική επένδυση . Παρ´ όλα αυτά, δεν απέδωσε, γιατί ο αγώνας για την εξουσία κερδήθηκε από τον Οκταβιανό, ο οποίος φρόντισε να βάλει να δολοφονήσουν τον αθώο Καισαρίωνα.

Η πλήρης λοιπόν εικόνα είναι αυτή μιας λεπτής και έξυπνης νέας γυναίκας, η οποία ανατράφηκε για να κυβερνά και ήταν ικανή να γοητεύει περισσότερο με τη μόρφωση παρά με την εμφάνισή της. Ο Έλληνας ιστορικός Πλούταρχος την περιγράφει ως προκλητική παρά ωραία . Φαίνεται ότι αυτή η προκλητικότητα γοήτευσε τον τότε 54άχρονο Ιούλιο Καίσαρα. Η Κλεοπάτρα είχε ασυνήθιστη προσωπικότητα. Μιλούσε δώδεκα γλώσσες και ήταν η πρώτη από τους Πτολεμαίους, που ήδη κυβερνούσαν την Αίγυπτο επί 300 χρόνια, η οποία έμαθε την αιγυπτιακή, γλώσσα του λαού της – οι πρόγονοί της μιλούσαν μόνο ελληνικά

Το όνειρο μιας αυτοκρατορίας

Εκμεταλλευόμενη όσο καλύτερα μπορούσε αυτά της τα προτερήματα, η Κλεοπάτρα πιθανόν να ενέπνευσε στον Καίσαρα την ιδέα μιας μεγάλης εκστρατείας στην Ανατολή, στα χνάρια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με την ελπίδα να ξαναδώσει στην Αίγυπτο το χαμένο της γόητρο και κύρος. Το όνειρό της διακόπηκε στις ειδούς του Μαρτίου με τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα. Όμως, η Κλεοπάτρα δεν το έβαλε κάτω και συνέχισε να υποβάλει την ιδέα της αυτοκρατορίας στον Αντώνιο, πραγματικό διάδοχο της πολιτικής του Καίσαρα. Ο Αντώνιος ήταν καλός μαχητής, αλλά αποδείχθηκε κάκιστος πολιτικός. Και η βασίλισσα της Αιγύπτου χρειάστηκε ν´ αντιμετωπίσει τον Οκταβιανό, έναν ύπουλο αλλά εξαιρετικά συνετό αντίπαλο. Έτσι η κληρονομιά του Καίσαρα μοιράστηκε ανάμεσα στον Αντώνιο, μελλοντικό σύζυγο της Κλεοπάτρας, τον Λέπινδο και τον Οκταβιανό. Σύντομα ο τελευταίος αντιλήφθηκε ότι υπό την αρχηγία της Κλεοπάτρας η Αίγυπτος θα μπορούσε να γίνει πράγματι σημαντικό κέντρο δύναμης επικίνδυνο για το ρωμαϊκό κράτος. Ο Οκταβιανός ξεκίνησε μια συστηματική δυσφημιστική εκστρατεία, την πρώτη του αρχαίου κόσμου, εναντίον της βασίλισσας.

Για τα σποτ χρησιμοποίησε τη φήμη και το ρητορικό ύφος λογίων και ποιητών, όπως ο Βιργίλιος και ο Οράτιος, ή ρητόρων όπως ο Κικέρωνας. Στο πρόσωπο της Κλεοπάτρας άρχισαν να ενσαρκώνονται όλα αυτά που ο ρωμαϊκός πολιτισμός θεωρούσε αρνητικά.
Ήταν ξένη, δηλαδή δεν ήταν Ρωμαία υπήκοος, και, το σημαντικότερο, αποτελούμε μέρος ενός κόσμου διεφθαρμένου και αναξιόπιστου: του ανατολικού.
Για να ξεχαστεί η αριστοκρατική ελληνική καταγωγή της άρχισε να διαδίδεται ότι το δέρμα της ήταν μελαψό. Τέλος, κατακρίθηκε ως γυναίκα που λάμβανε μέρος στην πολιτική ζωή, χρησιμοποιώντας τη διεστραμμένη γοητεία της, ικανή να διαφθείρει έναν άξιο Ρωμαίο πολίτη όπως ο Αντώνιος. Στην πραγματικότητα, στόχος ήταν ο ίδιος ο Αντώνιος, τον οποίο ο Οκταβιανός κατόρθωσε να παραμερίσει, αποφεύγοντας τον κίνδυνο ενός νέου εμφυλίου πολέμου. Παράλληλα, διέβαλε για αιώνες την εικόνα εκείνου του ικανού, χαριτωμένου και πολύ μορφωμένου αλλά λίγο τολμηρού κοριτσιού, το οποίο υπήρξε στην πραγματικότητα η Κλεοπάτρα Ζ´, η τελευταία Ελληνίδα βασίλισσα της Αιγύπτου.

(Η Κλεοπάτρα στην πρώτη της συνάντηση με τον Καίσαρα, πίνακας του Ζαν Λεόν Ζερόμ (1866)

ΠΗΓΗ:ellinikoarxeio.com
Δείτε περισσότερα

ΦΑΡΟΣ ΠΑΠΑΣ (ΙΚΑΡΙΑ)

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Demetrios Georgalas. 
ΦΑΡΟΣ ΠΑΠΑΣ (ΙΚΑΡΙΑ)
  1. Ο φάρος αυτός λειτούργησε το 1890 από την Γαλλική εταιρεία φάρων. Το ύψος του κυλινδρικού του πύργου είναι 11 μέτρα και το εστιακό του ύψος είναι 65 μέτρα.
    Η παράδοση λέει ότι οφείλει το όνομά του στον πάπα που κάποτε κινδύνεψε να ναυαγήσει στην θαλάσσια περιοχή της Ικαρίας απέναντι από τον φάρο. Εντάχθηκε στο Ελληνικό φαρικό δίκτυο μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13. — 
    πήγαινε Ικαρια από lighthouse papas Ikaria με τον Travelling Greece και 18 ακόμη.
     
  2. Φωτογραφία: ΦΑΡΟΣ ΠΑΠΑΣ (ΙΚΑΡΙΑ)

Ο φάρος αυτός λειτούργησε το 1890 από την Γαλλική εταιρεία φάρων. Το ύψος του κυλινδρικού του πύργου είναι 11 μέτρα και το εστιακό του ύψος είναι 65 μέτρα.
Η παράδοση λέει ότι οφείλει το όνομά του στον πάπα που κάποτε κινδύνεψε να ναυαγήσει στην θαλάσσια περιοχή της Ικαρίας απέναντι από τον φάρο. Εντάχθηκε στο Ελληνικό φαρικό δίκτυο μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13.

Τότε που τραγουδούσαν οι θεοί, Άννα Γαλανού

Δημοφιλείς αναρτήσεις