Το βιβλίο «Πατρική Κληρονομιά» του Φίλιπ
Ροθ (Philip Roth) περιγράφει την αληθινή ιστορία της πορείας της
ασθένειας του πατέρα του συγγραφέα. Σε όλα τα βιβλία του ο Ροθ εκφράζει
τα ανθρώπινα συναισθήματα με πολύ ένταση και ευαισθησία, στο
συγκεκριμένο όμως βιβλίο συγκινεί βαθιά καθώς ξετυλίγει βήμα-βήμα τη
διαδικασία της εναλλαγής θέσεων. Πώς δηλαδή ο πατέρας γίνεται ο γιος και
ο γιος ο πατέρας. Ένας από τους πιο πολυβραβευμένους Αμερικανούς
συγγραφείς καταθέτει την προσωπική του ιστορία και το αποτέλεσμα
ενδεχομένως να είναι το προσωπικό του ξόρκισμα αλλά σίγουρα αποτελεί μια
απρόβλεπτη αφηγηματική απόλαυση για τον αναγνώστη παρόλη την αγωνία για
την επιβίωση που διατρέχει όλες τις σελίδες του βιβλίου, το οποίο
ανακηρύχθηκε από το περιοδικό «Τime» ως το καλύτερο βιβλίο του 1993 στην
κατηγορία της μη μυθοπλαστικής πεζογραφίας.
Τον
Φίλιπ Ροθ τον γνωρίζουμε κυρίως για τα βιβλία του τα οποία μιλούν για
την ιστορία, την ταυτότητα και τις ιδεολογίες, τη σύγκρουση των φύλων,
τον εβραϊσμό, το φασισμό, τη μετανάστευση, τον πόλεμο, τις μειονότητες
και τη φούσκα του αμερικάνικου ονείρου. Στην «Πατρική Κληρονομιά»
συνδυάζει όλο το συγγραφικό του ταλέντο και συγκινεί γιατί σκοπός δεν
είναι η παρηγοριά αλλά η εύρεση της αλήθειας του εαυτού του, του πατέρα
του, του φόβου του θανάτου και του ίδιου του θανάτου. Υπενθυμίζει ότι ο
άνθρωπος είναι ευάλωτος, η ζωή απρόβλεπτη και οι οικογενειακοί δεσμοί
εύθραυστοι αλλά και στέρεοι ταυτόχρονα. Οι περιγραφές είναι ζωντανές και
παράλληλα γεμάτες χιούμορ, γεγονός που αλαφραίνει κάθε τόσο την
ανάγνωση.
Ο πατέρας περιγράφεται ως
ένας αυτοδημιούργητος άνθρωπος, που στήριξε την οικογένειά του
δουλεύοντας ως ασφαλιστής. Η αρρώστια που χτυπά παραλύει το μισό του
πρόσωπο και από κει κι έπειτα ξεκινά η ρεαλιστική περιγραφή της πάλης με
τον όγκο στον εγκέφαλο. Ο συγγραφέας γιος, στέκεται δίπλα του,
παλεύοντας και με τις δικές του σκέψεις, ερμηνεύοντας τον χαρακτήρα του
πατέρα μέσα στα χρόνια και αναλύοντας τις παρελθοντικές τους διαφορές
όπως για παράδειγμα τη σχέση του πατέρα του με τη μητέρα του πριν και
μετά το θάνατό της, υπό το πρίσμα πάντα του επικείμενου τέλους.
Η
τελευταία δοκιμασία του πατέρα αποτελεί δοκιμασία και για το γιο. Με
πόση υποστήριξη μπορεί να σταθεί δίπλα του, φροντίζοντάς τον ουσιαστικά
και όχι επιφανειακά; Στην «Πατρική Κληρονομιά» ο ογδονταεξάχρονος
πατέρας που υπήρξε ένας ρωμαλέος νέος, γοητευτικός και με αναρίθμητες
ιστορίες να διηγηθεί, μάχεται, με το τέλος και το θάνατο να είναι γνωστά
από την αρχή. Ο γιος καλείται να βγάλει εις πέρας όλη αυτήν την επίπονη
και πεισματική διαδικασία.
Ο ίδιος ο
πατέρας βρίσκεται ανάμεσα στην κατάθλιψη αλλά και στην αποδοχή της
ασθένειας. Μέσα από τις σελίδες ανακαλύπτουμε ή θυμόμαστε ότι οι
ανθρώπινες σχέσεις είναι οριακές, ιδίως οι οικογενειακές όπου μπλέκονται
τα αισθήματα της ενοχής με εκείνα της αγάπης δίνοντας την εντύπωση μιας
τελευταίας αναμέτρησης, όπου πατέρας και γιος καλούνται να
‘’υπερπηδήσουν το χάσμα της σωματικής αποξένωσης’’.
Το
βιβλίο γραφόταν όσο ζούσε ο πατέρας του Ροθ. Η αμεσότητα και η ένταση
της συναισθηματικής φόρτισης συγκλονίζουν. Το χιούμορ που ισοσταθμίζει
αμυντικά τον πόνο, ξαφνιάζει ευχάριστα. Η λέξη αγάπη καρφώνεται στο
μυαλό του αναγνώστη χωρίς να αποτελεί σκοπό του συγγραφέα η διδαχή του
τι σημαίνει τελικά αγάπη και πώς θα πρέπει να την εκφράσουμε σε εκείνους
που θα τη χρειαστούν στις πιο δύσκολες στιγμές τους. Σκοπός του είναι η
θύμηση, αυτό που ο ίδιος τονίζει στο τέλος του βιβλίου, δηλαδή να μην
ξεχνάμε. Δεν υπάρχουν υπερβολές στο λόγο και την έκφραση και η αφήγηση
ρέει αβίαστα. Δεν αποτελεί μελόδραμα και δεν παρασύρεται από εύκολες
συγκινήσεις συμπαρασύροντας ωστόσο τον αναγνώστη στην ταύτιση.
Είναι
βιωματικό και σε κάθε πρόταση διαφαίνεται η ψυχική πάλη του συγγραφέα.
Το αφηγηματικό του μεγαλείο εντοπίζεται στο ότι η ιστορία του πατέρα του
είναι μια ανθρώπινη ιστορία της δικής μας ή διπλανής πόρτας που αποκτά
μια λογοτεχνικά οικουμενική αξία. Κι όσο δύσκολες ή σκληρές φαντάζουν οι
περιγραφές, αντέχεις να το διαβάσεις ξανά και ξανά γιατί πολύ απλά
είναι η ίδια η ζωή, η ίδια η αλήθεια καθώς οι αφηγήσεις και οι εικόνες
της φροντίδας του αρρώστου θυμίζουν τη μάνα που πλένει και καθαρίζει ένα
μωρό σε ένα όμως αυστηρά ιδιωτικό πλαίσιο. Θυμίζει την ολοκληρωτική
αφοσίωση που με κάποιο τρόπο όλοι καλούνται να εκπληρώσουν κάποια στιγμή
της ζωής τους και να επιλέξουν τον τρόπο που θα το κάνουν.
Ο
Φίλιπ Ροθ θέλει να κρατήσει ζωντανές τις εικόνες της οικογένειάς του
και θέλησε να κάνει το θάνατο του πατέρα του όσο το δυνατόν πιο ανώδυνο
και να του προσδώσει όση περισσότερη αξιοπρέπεια. Τι περιμένει τελικά
κάποιος από τον πατέρα του; Από τους γονείς του; Τι του κληρονομούν;
Υλικά αγαθά, συναισθήματα, φιλοδοξίες; Ενοχές; Αγάπη; Τίποτα από αυτά
και όλα αυτά μαζί; Ο συγγραφέας πάντως, μόνη του υλική κληρονομιά θεωρεί
το κύπελλο ξυρίσματος που του άφησε ο πατέρας του χωρίς περαιτέρω
απαιτήσεις από τη διαθήκη.
Ένας
ευαίσθητος ύμνος στον πατέρα που δίνει έναυσμα για την έρευνα απαντήσεων
στα προσωπικά ερωτήματα του συγγραφέα και στις υπαρξιακές αγωνίες του
αναγνώστη. Όλη η ιστορία περιγράφεται με μια ηρεμία που σε τρομάζει στην
αρχή αλλά σε συνεπαίρνει μέχρι τέλους.