Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
Η
κρητική διάλεκτος είναι μία διάλεκτος της νέας ελληνικής που ομιλείται
στην Κρήτη. Κατά τον ύστερο μεσαίωνα η διάλεκτος του νησιού εξελίχθηκε
σε λόγια…
share-news.gr
Κρητική διάλεκτος και κρητικό γλωσσάρι
Η κρητική διάλεκτος είναι μία διάλεκτος της νέας ελληνικής που ομιλείται στην Κρήτη.
Κατά τον ύστερο μεσαίωνα η διάλεκτος του νησιού εξελίχθηκε σε λόγια γλώσσα, και εκφράστηκε μέσα από την ποίηση του Κορνάρου του Χορτάτση και άλλων, το κρητικό θέατρο και τα λαϊκά τετράστιχα -μαντινάδες- των οποίων η θεματολογία μπορεί να είναι από σκωπτική έως φιλοσοφική. Σήμερα η κρητική διάλεκτος δεν κινδυνεύει με εξαφάνιση, όπως συχνά συμβαίνει σε μειονοτικές διαλέκτους που δεν διδάσκονται, καθώς κυρίως στο νότο, αποτελεί την μόνη προφορική γλώσσα και συνεχίζει και να εξελίσσεται. Η κρητική διάλεκτος ομιλείται εκτός από την Κρήτη, στο χωριό Χαμιντιέ της Συρίας και στα παράλια της Μικράς Ασίας όπου εγκαταστάθηκαν μουσουλμάνοι Κρητικοί το 1923.
Κατά τον ύστερο μεσαίωνα η διάλεκτος του νησιού εξελίχθηκε σε λόγια γλώσσα, και εκφράστηκε μέσα από την ποίηση του Κορνάρου του Χορτάτση και άλλων, το κρητικό θέατρο και τα λαϊκά τετράστιχα -μαντινάδες- των οποίων η θεματολογία μπορεί να είναι από σκωπτική έως φιλοσοφική. Σήμερα η κρητική διάλεκτος δεν κινδυνεύει με εξαφάνιση, όπως συχνά συμβαίνει σε μειονοτικές διαλέκτους που δεν διδάσκονται, καθώς κυρίως στο νότο, αποτελεί την μόνη προφορική γλώσσα και συνεχίζει και να εξελίσσεται. Η κρητική διάλεκτος ομιλείται εκτός από την Κρήτη, στο χωριό Χαμιντιέ της Συρίας και στα παράλια της Μικράς Ασίας όπου εγκαταστάθηκαν μουσουλμάνοι Κρητικοί το 1923.
- Στην κρητική διαλέκτο οι αδύνατοι τύποι των προσωπικών αντωνυμιών μπορούν να μπαίνουν πριν και μετά το ρήμα σχεδόν σε οποιαδήποτε περίπτωση, σε αντίθεση με την νέα ελληνική και την καθαρεύουσα, παραδείγματα: κατέχω το, ξανοίγω σε, μανίζω ντως, γρικώ ντου, ετα το χτύπα, επαε τα θέσε.
- Ο αόριστος των ρημάτων καταλήγει με τον δωριζμό –ξα αντί του -σα της νέας ελληνικής και της καθαρεύουσας, για παράδειγμα: εζίγωξα, εστέγνωξα, εστέργιωξα.
- H κρητική διάλεκτος όντας φυσικά διαμορφωμένη, δεν επιτρέπει χασμωδίες, για παράδειγμα: τρώγω αντί του τρώω, κλαίγω αντί του κλαίω κτλ.
- Πολλοί τύποι της γενικής πτώσης της δωρικής εγκαταλείφθηκαν στην κρητική διάλεκτο κατά το μεσαίωνα, ενώ άλλοι τύποι της ελληνιστικής περιόδου αναβίωσαν στις μέρες μας μέσα από το ενιαίο εκπαιδευτικό σύστημα στην καθαρεύουσα και στα νέα ελληνικά. Για παράδειγμα στην κρητική διάλεκτο θα λέγαμε περιφραστικά ‘’η γεύση από το αίμα’’ και ποτέ ‘’η γεύση του αίματος’’ Η χρήση τέτοιων τύπων που έχουν αναβιώσει τεχνητά σε συνδυασμό με την κρητική διάλεκτο έχει αντιαισθητικό αποτέλεσμα.
- Σε αντίθεση με την νέα ελληνική, στα κρητικά παίρνουν τελικό »νι» άρθρα αντωνυμίες και επιρρήματα μόνο όταν η λέξη που ακολουθεί αρχίζει από φωνήεν, ανεξάρτητα από το γένος και το είδους της. Για παράδειγμα Πληθυντικός: των ανθρώπω, όλω τω χωργιώ, τω μπολλώ λογιώ. Όταν ακολουθεί αρσενικό: το δάσκαλο, τον αδερφό. Άκλιτα: δε θέλω, δεν αλλάζω, μη μιλείς, μη γρικάς, μην έργας. Το επίρρημα-σύνδεσμος σαν: σα κουτέντα, σαν οψάργας,
Κρητικές λέξεις από Α
αγγέλαμος,ο = αγρια ταγή(βρώμη)
άζουδος =άτυχος,δυστυχισμένος,κακότυχος
αθιβολή,η =κουβέντα,συζήτηση
αθιούν =ανθίζουν,αθιώ=ανθίζω
αθός =ανθός
ακλούθιε =ακολούθισε
ακλουθώ =ακολουθώ
αλάργο =μακριά
αλέτι,το =άδικο
αλλαξ’ οπίσω =γύρισε πίσω
αλωνάρης =ο Μήνας Ιούλιος.ο Μήνας που ανωνεύγουν=αλωνίζουν
αμάλαγο =δίχως πονηριά,αγνό
αμάλαγος =άθικτος,ανέπαφος,αγνός
αματέ,η =ματιά,αμαθιά,η=βλέμα,νεύμα,ματιά
άμε =πήγαινε
αμέτε =πηγαίνετε
αναβουλώ =βουλιάζω
αναδώσει =βραχεί,πάρει υγρασία
αναδίδω =υγραίνομαι
ανάλεμα =παραποίηση του ανάθεμα που μπαίνει να ακυρώση τη κατάρα
αναντρανίσει =αναθρέψει
αναντρανίζω =ανορθώνομαι,ανυψώνομαι,ανασηκώνομαι
αναπνιά =ανάσα ,αναπνοή
αναστορούμαι =επαναφέρω στη μνήμη μου,θυμούμαι
ανάφτει =ανάβει
ανάφτω =ανάβω
αναχουρχουδεύω =ανακατεύω,ανακινώ
ανέ =εάν,αν,αν τυχόν,εφόσον,περίπου
ανεζητώ =ψάχνω,αναζητώ,νοσταλγώ
ανημένω =αναμένω,περιμένω
αντάρες =μπόρες
αντάρα =ομίχλη,μπόρα
αντέτι ,το =έθιμο,συνήθεια,ιδιοτροπία
αντιδείρω =περνώ απέναντι
αντιντέρνω =περνώ απέναντι
αξεδιάλυτος =αυτός που δέν έχει εξηγηθεί η φανερωθεί
αόρια =όρη
απογιαγέρνει =επιστρέφει
αποδέλοιποι =υπόλοιποι,λοιποί,απομένοντες
απόι,το =το αγιάζι,η δροσούλα τής αυγής
αποκαμαρώνει =θαυμάζει,καμαρώνει
αποκλαμένα =όσα είχα αποκλάψει,τελειώνω το κλάμα
απολιχνίσαμε =τελειώσαμε το λίχνισμα
αποσκιάζω =κάθομαι στην σκιά,προστατεύω,καλύπτω
αποσπέρας =αποβραδίς,απο το βράδυ,το περασμένο βράδυ
αποστειρώξω =στραγγίξω,αποστειρώνω,στερεύω,στειρώνω,ξεραίνομαι
αποστροφές =αναμνήσεις
αποτσακίζει =αλλάζει κατεύθυνση
αποφανίζομαι =επιδεικνύομαι,προβάλομαι,παρουσιάζομαι με ευπρέπεια
αργαδινή,η =βραδυά
αρμί,το =άκρη,κορφή,κορυφογραμμή.ψηλό σημείο,ύψωμα
αροδαμός,ο =το νέο φύλλωμα τών δέντρων τήν Ανοιξη,νέο κλωνάρι
ασημοκουκλωμένος=σκεπασμένος με ασήμι
ασκιανάδα =ίσκιος,ασκιανός
άσπρουγας =ασπρόχωμα
ασφεντηλιά =ο ασφόδελος,μικρό άγριο φυτό
ατζοπηδάς =χοροπηδάς,εκτινάσεις τα πόδια,αναπηδάς
άφτω =ανάβω
άχτι,το =απωθημένο,εκδίκηση,ανταπόδοση κακού
αβαρεσά τεμπελιά, οκνηρία
αβατζέρνω πλεονάζω, περισσεύω
αβιζέρνω εφιστώ τη προσοχή καποιου, ειδοποιώ
αβοθρακός ή αφορδακός Βάτραχος
αγαπητερά με αγάπη, με στοργή, συμπαθητικά
αγαπητερός αυτός που με την συμπεριφορά του γίνεται αγαπητός
αγαστεροπιάνω αναπτύσσομαι ομαλά
αγγελοσκιάζομαι σκιάζομαι από τον άγγελό μου, βλέπω προμηνήματα του θανάτου μου
άγγουρος νεαρός, νέος
αγγουροφαίνεται μου κακοφαίνεται
αγγριγιεύω γίνομαι άγριος, αγριεύω, ερεθίζω κάποιον, τον εξάπτω
αγιάερτος αγύριστος, δεν έχει γυρίσει ακόμα
αγίδα συμπαράσταση, ενίσχυση
αγκαλιδέ ότι χωράει μια αγκαλιά
αγκανάδος αγανακτισμένος, οργισμένος, άκεφος
αγκανάρηση αγανάκτηση, εξόργιση
αγκανίζω γκαρίζω, φωνάζω δυνατά
αγκίνιαστος άθικτος, αχρησιμοποίητος
αγοϊζω παρεκτρέπομαι, οργιάζω
αγριμοπόδαρος αυτός μου έχει πόδια γρήγορα και δυνατά όπως το αγρίμι
αγρουλιά η άγρια ελιά που δεν έχει εμβολιασθεί
αδέλοιπος αποδέλοιπος, υπόλοιπος
αδιαρίζομαι σπεύδω , επείγομαι
αδιάρμιστος ακατάστατος , αταχτοποίητος
αδιαφόρετος ο μάταιος , ο ανωφελής
αδικοθανατίζω βρίσκω κακό και άδικο θάνατο
αδυναμίζω χάνω τις δυνάμεις μου, εξαντλούμαι σωματικά
αερινίζει αρχίζει να πνέει δροσερός αέρας
άζουδος άτυχος, κακότυχος
αθάλη θερμή στάχτη
αθιβολή κουβέντα, συζήτηση
αθρακοβόλη στάχτη με αναμμένα κάρβουνα
αίγα η γίδα
αϊπλίκι ελλάτωμα , κουσούρι
ακάνιαστο αμέστωτο πουλί πυ δε μπορεί να πετάξει ακόμα καλά
ακούω μτφ. μυρίζω
αλάργο μακρυά (από κάτι – κάποιον)
αλαργοξορίζω στέλνω πολύ μακρυά, στην ξενιτιά
αλαργοξορισμένο ξορισμένο μακριά, ξενιτεμένο μακριά
αμάλαγος παρθενικός, αμόλευτος, απάτητος
αμάχη το μίσος, η έχθρα
αμοναχός μοναχός, μόνος
αναμαζώνομαι ησυχάζω, ηρεμώ, γυρίζω στα παλιά
ανάπλαγο ακαλλιέργητος αγρός, η πλαγιά
ανάρια ισχνά, πάνω-πάνω
άνε αν, εαν
ανεκουλουρίδα στριφογύρισμα, σβουριξιά
ανεργιάζω καταλαβαίνω, το παίρνω χαμπάρι
απανοβαρτάς ρουφιάνος, ανέντιμος
απηλογούμαι απαντώ, αποκρίνομαι
απής αφού, αφότου
απόκειας έπειτα, μετά
απόκειας και μετά
απού που, όπου
αράσω ορμώ από αγάπη
αρμηνεύω λέω, στέλνω μήνυμα
αρωδαμοί τρυφεροί βλαστοί
ασάλευτος ακίνητος , ακούνητος
ασπάλαθος αγκαθωτό φυτό που υπάρχει στην Κρήτη
αφεδιά σου εσύ
άφτω ανάβω, φλογίζομαι
αβατζέρνω πλεονάζω, περισσεύω
αβιζέρνω εφιστώ τη προσοχή καποιου, ειδοποιώ
αβοθρακός ή αφορδακός Βάτραχος
αγαπητερά με αγάπη, με στοργή, συμπαθητικά
αγαπητερός αυτός που με την συμπεριφορά του γίνεται αγαπητός
αγαστεροπιάνω αναπτύσσομαι ομαλά
αγγελοσκιάζομαι σκιάζομαι από τον άγγελό μου, βλέπω προμηνήματα του θανάτου μου
άγγουρος νεαρός, νέος
αγγουροφαίνεται μου κακοφαίνεται
αγγριγιεύω γίνομαι άγριος, αγριεύω, ερεθίζω κάποιον, τον εξάπτω
αγιάερτος αγύριστος, δεν έχει γυρίσει ακόμα
αγίδα συμπαράσταση, ενίσχυση
αγκαλιδέ ότι χωράει μια αγκαλιά
αγκανάδος αγανακτισμένος, οργισμένος, άκεφος
αγκανάρηση αγανάκτηση, εξόργιση
αγκανίζω γκαρίζω, φωνάζω δυνατά
αγκίνιαστος άθικτος, αχρησιμοποίητος
αγοϊζω παρεκτρέπομαι, οργιάζω
αγριμοπόδαρος αυτός μου έχει πόδια γρήγορα και δυνατά όπως το αγρίμι
αγρουλιά η άγρια ελιά που δεν έχει εμβολιασθεί
αδέλοιπος αποδέλοιπος, υπόλοιπος
αδιαρίζομαι σπεύδω , επείγομαι
αδιάρμιστος ακατάστατος , αταχτοποίητος
αδιαφόρετος ο μάταιος , ο ανωφελής
αδικοθανατίζω βρίσκω κακό και άδικο θάνατο
αδυναμίζω χάνω τις δυνάμεις μου, εξαντλούμαι σωματικά
αερινίζει αρχίζει να πνέει δροσερός αέρας
άζουδος άτυχος, κακότυχος
αθάλη θερμή στάχτη
αθιβολή κουβέντα, συζήτηση
αθρακοβόλη στάχτη με αναμμένα κάρβουνα
αίγα η γίδα
αϊπλίκι ελλάτωμα , κουσούρι
ακάνιαστο αμέστωτο πουλί πυ δε μπορεί να πετάξει ακόμα καλά
ακούω μτφ. μυρίζω
αλάργο μακρυά (από κάτι – κάποιον)
αλαργοξορίζω στέλνω πολύ μακρυά, στην ξενιτιά
αλαργοξορισμένο ξορισμένο μακριά, ξενιτεμένο μακριά
αμάλαγος παρθενικός, αμόλευτος, απάτητος
αμάχη το μίσος, η έχθρα
αμοναχός μοναχός, μόνος
αναμαζώνομαι ησυχάζω, ηρεμώ, γυρίζω στα παλιά
ανάπλαγο ακαλλιέργητος αγρός, η πλαγιά
ανάρια ισχνά, πάνω-πάνω
άνε αν, εαν
ανεκουλουρίδα στριφογύρισμα, σβουριξιά
ανεργιάζω καταλαβαίνω, το παίρνω χαμπάρι
απανοβαρτάς ρουφιάνος, ανέντιμος
απηλογούμαι απαντώ, αποκρίνομαι
απής αφού, αφότου
απόκειας έπειτα, μετά
απόκειας και μετά
απού που, όπου
αράσω ορμώ από αγάπη
αρμηνεύω λέω, στέλνω μήνυμα
αρωδαμοί τρυφεροί βλαστοί
ασάλευτος ακίνητος , ακούνητος
ασπάλαθος αγκαθωτό φυτό που υπάρχει στην Κρήτη
αφεδιά σου εσύ
άφτω ανάβω, φλογίζομαι
Κρητικές λέξεις από Β
|