Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Γεύσεις απ το Αγιο Όρος

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

Νηστίσιμες συνταγές: Φτιάξτε εύκολα και γρήγορα απολαυστικές…
ορθοδοξια.gr
http://www.ορθοδοξια.gr/post/7498-nistisima-apo-to-agio-oros-5-syntages

Νηστίσιμα από το Αγιο Ορος-5 Συνταγές






Νηστίσιμες συνταγές: 
Φτιάξτε εύκολα και γρήγορα απολαυστικές νηστίσιμες συνταγές από
το Άγιο Όρος.




Κολοκυθάκια με πατάτες στον φούρνο (Μπριάμ)
Υλικά (για 6 μερίδες)
Μισό κιλό κολοκυθάκια
1 κιλό πατάτες
5 έως 6 σκελίδες σκόρδα
200 γραμμάρια λάδι
Αλάτι
4 έως 5 φρέσκιες ντομάτες
1 ματσάκι μαϊδανός
Μαυροπίπερο, κύμινο, κόκκινο γλυκοπίπερο
Καθαρίζουμε και πλένουμε τα κολοκυθάκια και τις πατάτες και κατόπιν τα κόβουμε σε φέτες. Καθαρίζουμε και κόβουμε σε φέτες τα σκόρδα μας. Επίσης πλένουμε και πολτοποιούμε τις ντομάτες (στο μπλέντερ). Ανάβουμε τον φούρνο μας στους 250ο βαθμούς.
Βάζουμε στο ταψί του φούρνου τα κολοκυθάκια καιτις πατάτες και στη συνέχεια ρίχνουμε τις φέτες του σκόρδου, τις αλεσμένες ντομάτες, το λάδι, το αλάτι και όλα τα μπαχαρικά. 
Τα ανακατεύουμε καλά και από πάνω ρίχνουμε τον ψιλοκομμένο μαϊδανό.
 Όπως είναι πολύχρωμο και στολισμένο το ταψί μας, το ρίχνουμε στον φούρνο.
Ύστερα από είκοσι λεπτά, χαμηλώνουμε τη φωτιά στους 200ο βαθμούς και έπειτα από είκοσι λεπτά στους 180ο βαθμούς.
Όταν περάσει περίπου μισή ώρα, το φαγητό μας είναι ήδη έτοιμο. 
Προσέξτε, όμως, διότι πρέπει να κρυώσει κάπως πριν από το σερβίρισμα, διότι ως γνωστόν οι πατάτες και τα κολοκυθάκια αργούν να κρυώσουν.

Σαλιγκάρια γιαχνί

 

Υλικά (για 8-10 μερίδες):
80-100 σαλιγκάρια
10 μεγάλα ξερά κρεμμύδια
5 σκελίδες σκόρδο
4 ή 5 φύλλα δάφνης
αλάτι, πιπέρι μαύρο σε σπυριά, πιπέρι κόκκινο,
λίγο κύμινο
5 με 6 τεμάχια γαρίφαλο,
κανέλα ξύλο 2 τεμάχια
λάδι 300 γραμμάρια,
κρασί μαύρο 250 γραμμάρια
2 κουταλιές πελτές
Α΄ ΜΕΡΟΣ
Τα σαλιγκάρια μπορούμε να τα μαζέψουμε μόνοι μας στο βουνό ή τα χωράφια, αλλά πρέπει να ξέρουμε τουλάχιστον ότι καλά είναι μόνο αυτά που έχουν ασπριδερό το κέλυφός τους και όχι πρασινωπό. Μπορούμε να τα βρούμε επίσης στην αγορά ή να μας τα στείλουν από την Κρήτη, όπου τα λένε χοχλιούς. Απ’ αυτά γίνεται ένα πολύ νόστιμο φαγητό. 
Δε σας κρύβω ότι είναι δύσκολο έδεσμα, αλλά αξίζει τον κόπο, γιατί, επαναλαμβάνω, είναι πεντανόστιμα. Οι φερέοικοι και κόχλοι των αρχαίων, λοιπόν, οι σαλιακοί του σήμερα ή σαλιγκάρια, όπως και να τα ονομάσουμε, πρέπει να προσέξουμε να είναι ζωντανά, επειδή ενδεχομένως κάποια απ’ αυτά να έχουν ψοφήσει. Τα βάζουμε σε μια λεκάνη, που έχει νερό ως τη μέση, και τη σκεπάζουμε με καπάκι, προσθέτοντας κάποιο βάρος από πάνω. Τα αφήνουμε εκεί για πέντε έως έξι ώρες. 
Όσα είναι ζωντανά, θα βγουν από το κέλυφός τους, θα βγάλουν τα κερατάκια τους και θα αρχίσουν να κόβουν βόλτες. 
Αν δεν βάλουμε βάρος πάνω στο καπάκι, μπορεί να βγουν από τη λεκάνη και να περπατήσουν ολόκληρη την κουζίνα μας, αφήνοντας τα γλοιώδη αποτυπώματά τους και να φτάσουν ακόμη και ως το ταβάνι. 
Στη συνέχεια τα πλένουμε και τα βάζουμε σε μια μεγάλη κατσαρόλα με κρύο νερό και τα τοποθετούμε επάνω στη φωτιά. Μόλις αρχίσουν να βράζουν, τα ξαφρίζουμε και, έπειτα από είκοσι λεπτά βρασμού περίπου, ρίχνουμε το ξίδι και το αλάτι. Τότε θα βγάλουν όλα τα σάλια τους και πολύ αφρό. Εμείς βέβαια θα συνεχίσουμε να ξαφρίζουμε χωρίς σταματημό, ώσπου να καθαρίσει το νερό. 
Κάποια στιγμή, ύστερα από μια ώρα περίπου, αν αμφιβάλλουμε, μπορούμε να δοκιμάσουμε ένα απ’ αυτά… 
Τα κατεβάζουμε από τη φωτιά κατόπιν, χύνουμε το ζεματιστό νερό τους, τα πλένουμε με κρύο νερό και τα αφήνουμε στο σουρωτήρι να κρυώσουν. 
Με ένα κοφτερό μαχαίρι κόβουμε το πίσω μέρος τους, έτσι ώστε να καθαρίσει εντελώς, ενώ από την τρύπα, που ανοίγουμε κόβοντάς τα, μπαίνει μέσα τους το αλάτι και το λάδι και γίνονται πιο νόστιμα. 
Τα πλένουμε τρεις τέσσερις φορές για να φύγουν όλα τα κομματάκια από τα τσόφλια.
 Και τα σαλιγκάρια μας είναι έτοιμα για μαγείρεμα.
Β΄ ΜΕΡΟΣ
Σαλιγκάρια γιαχνί
Καθαρίζουμε τα κρεμμύδια και τα σκόρδα, τα ψιλοκόβουμε και τα σοτάρουμε ελαφρώς με το λάδι μας μες σ’ έναν ταβά, σε σιγανή φωτιά. 
Βάζουμε κατόπιν στον ταβά τα σαλιγκάρια μας, προσθέτουμε λίγο νερό και τα αφήνουμε να βράσουν για μισή ώρα. 
Ρίχνουμε στη συνέχεια το κρασί και τα μυρωδικά, καθώς και τα μπαχαρικά στον ταβά, όπως και τον πελτέ, λιωμένο, αραιωμένο, τα αφήνουμε να βράσουν όλα μαζί σε σιγανή φωτιά, ανακατεύοντάς τα κάπου κάπου. 
Μετά σαράντα έως σαράντα πέντε λεπτά χαμηλώνουμε στο ελάχιστο τη φωτιά και κρατάμε τον ταβά μας σ’ αυτήν, επειδή όμως έχουνε σωθεί ήδη τα ζουμιά του φαγητού μας, το ανακατεύουμε συνεχώς. Αυτή η διαδικασία θα πρέπει να κρατήσει είκοσι έως τριάντα λεπτά, και τότε θα διαπιστώσουμε πως έχουν λιώσει σχεδόν τα κρεμμύδια και έχουν γίνει μια παχύρρευστη σάλτσα μόνο με το λάδι, άλλωστε η μοσχοβολιά τους θα μας τρυπήσει τη μύτη.
 Ε τώρα, τα σαλιγκάρια μας είναι έτοιμα.
Φασουλαταβάς ή βουρδουνάρικα

 


Βλίτα με κολοκυθάκια γιαχνί



Ρεβιθοκεφτέδες


Πατάτες γιαχνί



(το φαγητό μπορεί να γίνει και αλάδωτο)
Υλικά (για 6 μερίδες)
1 κιλό πατάτες
3 ξερά κρεμμύδια
4 σκελίδες σκόρδο
180 γραμμάρια λάδι
αλάτι και ρίγανη
4 δαφνόφυλλα
μαυροπίπερο σε σπυριά
κύμινο και κανέλα
κόκκινο γλυκό πιπέρι
2 κουταλιές τοματο πελτές
Καθαρίζουμε τις πατάτες, τις πλένουμε και τις κόβουμε σε μεγάλα κομμάτια της αρεσκείας μας. Καθαρίζουμε τα κρεμμύδια και τα σκόρδα και τα πλένουμε. 
Τα μεν κρεμμύδια τα ψιλοκόβουμε και τα δε σκόρδα τα κόβουμε σε φέτες. 
Βάζουμε στον ταβά το λάδι και τα κρεμμύδια και τα σοτάρουμε σε σιγανή φωτιά, ώσπου να ροδίσουν ελαφρώς.
Βάζουμε μες στον ταβά (τη ρηχή κατσαρόλα μας) τις πατάτες και ανακατεύουμε δυο με τρεις φορές όλα μαζί, πατάτες και κρεμμύδια. 
Προσθέτουμε τόσο νερό ώστε να σκεπαστούν οι πατάτες και ρίχνουμε τα δαφνόφυλλα, το μαυροπίπερο, το αλάτι και δυναμώνουμε τη φωτιά.
 Έπειτα από τριάντα λεπτά βρασμού προσθέτουμε τα υπόλοιπα μπαχαρικά και τον τοματοπολτέ αραιωμένο σε νερό. 
Ανακατεύουμε καλά και χαμηλώνουμε τη φωτιά στο μισό.
Ύστερα από ένα τέταρτο της ώρας, χαμηλώνουμε ακόμη περισσότερο τη φωτιά στο τέταρτο και κουνάμε τον ταβά. ΠΡΟΣΟΧΗ! 
Δεν ανακατεύουμε με κουτάλα το φαγητό μας, διότι ήδη έχουν αρχίσει να χυλώνουν οι πατάτες μας. 
Μετά δεκαπέντε λεπτά το φαγητό μας είναι έτοιμο και το κατεβάζουμε από τη φωτιά.
από το βιβλίο ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ του Μοναχού Επιφάνιου Μυλοποταμινού
http://petraxili.blogspot.gr/2017/04/blog-post_11.html


------------------------------------------------------------


 

απόλαυση του απεριτίφ

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε το βίντεο του χρήστη ChefClub.







Ο χρήστης ChefClub πρόσθεσε ένα νέο βίντεο: L'apéro trio.
L'apéro trio ! 3 idées pour tripler le plaisir de l'apéro :)
Δείτε τη μετάφραση
Τρίο απεριτίφ! 3 ιδέες για να τριπλό την απόλαυση του απεριτίφ                                             



------------------------------------------------------------







 

ΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΕΣ ΜΑΡΤΗ


Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε το βίντεο του χρήστη ๑ Ζωή Σαν Παραμύθι ๑.





Ο χρήστης ๑ Ζωή Σαν Παραμύθι ๑ πρόσθεσε ένα νέο βίντεο.
✽•*(¯`v´¯)¸.•* .·´¯`·.¸☆
*◦.(¯`:ஐ:´¯)░ΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΕΣ ΜΑΡΤΗ☆
*✽. (_.^._)¸.•✽☆.•*¨`*.••.*•✽♪★*.·´¯`·.¸☆
¸.•✽☆.•*¨`*.•░•¯`·.¸¸.☆¯`·.¸☆
•¯`·.¸¸.☆¯`·.¸☆ ๑ Ζωή Σαν Παραμύθι ๑


-----------------------------------------------------------






....Επανάσταση του Θέρισου



....Επανάσταση του Θέρισου
Στις 26 Φεβρουαρίου 1905 η «Ηνωμένη Αντιπολίτευση» διακήρυττε πως μόνη ορθή λύση ήταν η Ένωση, προσωρινό στάδιο η πλήρης αυτονομία. Στις 10 Μαρτίου 1905 συνήλθε συνέλευση στον Θέρισο υπό των Ελευθερίου Βενιζέλου, Κωνσταντίνου Φούμη και Κωνσταντίνου Μάνου, που κήρυξε "την πολιτικήν ένωσιν της Κρήτης μετά της Ελλάδος εις εν μόνον ελεύθερον συνταγματικόν κράτος", έδωσε δε και σχετικό ψήφισμα στις Μεγάλες Δυνάμεις, όπου υποστήριζε ότι το νόθο μεταβατικό καθεστώς εμπόδιζε την οικονομική ανάπτυξη του νησιού και η μόνη φυσική λύση του κρητικού ζητήματος ήταν η ένωση.

Στις 7 Απριλίου συνήλθε τακτική συνέλευση στα Χανιά, η οποία ομοίως κήρυξε την ένωση, ενώ ένας από τους συμβούλους του Ύπατου Αρμοστή παραιτήθηκε και πήγε στον Θέρισο να ενωθεί με τους επαναστάτες. Ο Ύπατος Αρμοστής απαίτησε από τους επαναστάτες να παραδώσουν τα όπλα μέσα σε 36 ώρες, μετά την παρέλευση των οποίων κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο σε όλο το νησί με την έγκριση των Δυνάμεων, διέταξε συλλήψεις και φυλακίσεις αντικαθεστωτικών κι επέβαλε λογοκρισία στον τύπο. Έπειτα κάλεσε σε σύσκεψη τους προξένους και ζήτησε να λάβουν επείγοντα μέτρα για την "καταστολήν του κινήματος". Για να αυξήσει τις ένοπλες δυνάμεις του συγκρότησε το σώμα των "Δημοφρουρών". Οι Μεγάλες Δυνάμεις έστειλαν μήνυμα στους επαναστάτες ότι θα χρησιμοποιούσαν στρατεύματα προκειμένου να επιβάλουν τις αποφάσεις τους. Σε απάντηση οι περισσότεροι βουλευτές της τακτικής συνέλευσης πήγαν στον Θέρισο να ενωθούν κι αυτοί με τον Βενιζέλο.

Ο πρίγκιπας δεν διέθετε άλλες δυνάμεις εκτός της Κρητικής Χωροφυλακής (που έμεινε πιστή σ' αυτόν) και η οποία δεν αυξήθηκε από τους Δημοφρουρούς, ενώ και οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν για κοινή δράση. Μεγαλύτερη στρατιωτική δράση ανέπτυξαν οι Ρώσοι, οι οποίοι κατέλαβαν ή βομβάρδισαν θέσεις επαναστατών. Οι πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεων συναντήθηκαν με την επαναστατική τριανδρία στις Μουρνιές, σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί συμφωνία, χωρίς αποτέλεσμα. Η επαναστατική κυβέρνηση ζήτησε να χορηγηθεί στην Κρήτη πολίτευμα ανάλογο μ' αυτό της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στις 18 Ιουλίου οι Δυνάμεις κήρυξαν τον στρατιωτικό νόμο, κάτι που δεν αποθάρρυνε τους επαναστάτες. Στις 15 Αυγούστου η τακτική συνέλευση των Χανίων ψήφισε τις περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις που ζητούσε ο Βενιζέλος.

Συναντήθηκαν και πάλι μαζί του οι πρόξενοι και έκαναν δεκτές τις μεταρρυθμίσεις που πρότεινε. Αυτό οδήγησε στον τερματισμό της επανάστασης του Θερίσου και στην παραίτηση του Ύπατου Αρμοστή πρίγκιπα Γεωργίου. Οι Μεγάλες Δυνάμεις τον Αύγουστο του 1906 είχαν παραχωρήσει στο βασιλιά των Ελλήνων Γεώργιο Α΄, το δικαίωμα να διορίζει εκείνος τον Ύπατο Αρμοστή, χωρίς να χρειάζεται η έγκριση της τουρκικής κυβέρνησης. Μετά την παραίτηση του πρίγκιπα Γεωργίου στις 12 Σεπτεμβρίου, τοποθετήθηκε στη θέση αυτή ο Αλέξανδρος Ζαΐμης ενώ επετράπη Έλληνες αξιωματικοί και υπαξιωματικοί να αναλάβουν την οργάνωση της Κρητικής Χωροφυλακής. Μόλις οργανώθηκε Χωροφυλακή άρχισαν να αποχωρούν τα ξένα στρατεύματα από το νησί....

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2018

Σήμερα...5/3



ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

Το παρελθόν χτυπάει την πόρτα

http://evriam.blogspot.gr/2011/04/blog-post_7485.html

Το παρελθόν χτυπάει την πόρτα



Μέσα Μαρτίου 1985, στο φάρο


Χοντρές σταγόνες ιδρώτα ταλάνιζαν την πλάτη του, μουσκεύοντας το τραχύ πουκάμισο. Η όψη του άντρα έμοιαζε με την αγριεμένη θάλασσα που κάθε άλλο παρά άνοιξη προμήνυε. Μήπως κι αυτός είχε τίποτα καλό να περιμένει; Πίσω του η φωνή πιο δυνατή από τον άνεμο τον πρόσταζε και τον νανούριζε συνάμα: «Κάνε το! Τι διστάζεις; Είσαι ή δεν είσαι άντρας;».

Όμως εκείνος δεν γνώριζε πια τι ήταν. Ένα πληγωμένο αγρίμι λυσσομανούσε να ελευθερωθεί από μέσα του με νύχια και με δόντια.

Δεν τον βοηθούσε η φωνή! Αντίθετα τον έσπρωχνε σε κάτι σκοτεινό κι απύθμενο, άπατο σαν τη θάλασσα, σαν την ψυχή του. Δεν υπήρχε επιστροφή. Τα χέρια τον αγκάλιαζαν όμοια με παγίδες.

Έκλεισε τα μάτια κι άκουσε το όπλο που εκπυρσοκρότησε μια, δυο, τρεις φορές. Το σώμα του τρανταζόταν από βίαιους σπασμούς, λες και οι σφαίρες χτύπαγαν τον ίδιο. Άνοιξε τα μάτια φοβισμένος, ανίκανος να εστιάσει κάπου, ώσπου μια ανώτερη δύναμη λες και τράβηξε το βλέμμα του μέχρι το άψυχο κορμί πάνω στο βραχότοπο. Κι όμως, έμοιαζε σαν να είχε μόλις ξαπλώσει δίπλα στα ανοιξιάτικα λουλούδια που στόλιζαν το μονοπάτι… Ο Πέτρος δεν υπήρχε πια. Ο φίλος του ο Πέτρος! Όχι! Πώς να έχει για φίλο κάποιον που τον είχε προδώσει έτσι;

Το οινόπνευμα που έρεε στο σώμα του του έφερνε νάρκη. Ας έβρισκε ένα λαγούμι να τρυπώσει, να μην τον ακούει, να μην τον βλέπει κανείς! Τα λόγια στα αυτιά του είχαν πάψει. Έστρεψε αργά το κεφάλι προς το φάρο. Ψυχή! Πέταξε το όπλο μακριά σαν να ήταν ένα σιχαμερό ερπετό.

Ο φάρος… ο φάρος του! Δεν υπήρχε άλλη ζωή ούτε γι’ αυτόν ούτε για το φάρο. Δεν υπήρχε ζωή ούτε χωρίς εκείνη. Τον είχαν προδώσει όλοι τους! Έπεσε στα γόνατα κι έσκυψε μέχρι που ακούμπησε το χώμα σαν να ήθελε να κάνει ένα τελευταίο προσκύνημα σε τούτη τη γη.

Σφάλισε τα μάτια και μια μόνο εικόνα πέρασε πίσω από τα κλειστά του βλέφαρα. Μια τρυφερή παιδική παλάμη που έψαχνε να χωθεί στη δική του. Του ήρθε λιγοθυμιά.

Έγειρε στο πλάι κι άδειασε από μέσα του ξύδι και χολή. Κι ήταν σαν να έβγαινε μαζί και η τελευταία του πνοή.


Απόσπασμα από το μυθιστόρημά μου «ο φύλακας στο φάρο», εκδόσεις Μίνωας.

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ ~ Ο ΜΑΡΤΗΣ ΜΑΡΤΗ ΜΙΛΗΣΕ


http://youtu.b/KbMZ0mkVqk8

Στίχοι: Ηλίας Κατσούλης
Μουσική: Παντελής Θαλασσινός
Πρώτη εκτέλεση: Παντελής Θαλασσινός

Ο Μάρτης, Μάρτη μίλησε και είπε πως θα αργήσει
έχει ακόμα δυο βροχές και μία να χιονίσει.
Ένα δεντράκι τ' άκουσε και πήγε να λυγίσει
του είπα να' χει υπομονή, το φόβο να νικήσει.

Ό,τι αργεί κι ό,τι στη Γη είναι βαθιά κρυμμένο.
πάλι στο φως θα βαφτιστεί και θα' ρθει ευλογημένο...

Ο Μάρτης χείλη έσκασε, στον ήλιο να γελάσει
είπε θ' αργήσει, μα θα' ρθεί ο κόσμος να χαλάσει.
Θα βάλει τ' Ανοιξιάτικα να ομορφύνει η πλάση,
στα μπλε και στα κατάλευκα θα βγει να παρελάσει.

Ό,τι αργεί κι ό,τι στη Γη είναι βαθιά κρυμμένο,
πάλι στο φως θα βαφτιστεί και θα' ρθει ευλογημένο...
 

.Η δολοφονία του βασιλιά Γεώργιου του Α’

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια παλιότερη δημοσίευση.

5 Μαρτίου 1913....Η δολοφονία του βασιλιά Γεώργιου του Α’, τον Μάρτιο του 1913 στη Θεσσαλονίκη, αποτελεί κατά μία έννοια το ελληνικό αντίστοιχο της δολοφονίας του Αμερικανού προέδρου Τζ. Κέννεντυ, που συνέβη 50 χρόνια αργότερα στο Ντάλλας των Η.Π.Α. Και στις δυο περιπτώσεις: το θύμα ήταν ο ανώτερος πολιτειακός παράγοντας της χώρας, οι αρχές υιοθέτησαν σχεδόν από την αρχή τη θεωρία του «μοναχικού δράστη» με προσωπικά κίνητρα, ο βασικός ύποπτος βγήκε από τη μέση προτού ολοκληρωθεί η ανάκριση, ενώ στο πέρασμα του χρόνου αναπτύχθηκαν ποικίλες θεωρίες για την πραγματική ταυτότητα των δραστών και τη συνωμοσία που κρυβόταν πίσω τους…
Όταν στις 5 Οκτωβρίου του 1912, η Ελλάδα κήρυσσε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, μπαίνοντας στο πλευρό των -τότε- συμμάχων της Σέρβων και Βούλγαρων, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι τρεις εβδομάδες αργότερα οι πολεμικές εξελίξεις θα υποχρέωναν την τουρκική φρουρά της Θεσσαλονίκης να παραδώσει την πόλη -η οποία αποτελούσε τον κύριο στόχο της εκστρατείας κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο- στον ελληνικό στρατό. Η πρωτεύουσα της Μακεδονίας ήταν πεδίο σύγκρουσης των ενδοβαλκανικών επιδιώξεων, που εκφράζονταν κυρίως από την πλευρά της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, αλλά και των συμφερόντων των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής.
Στις 28 Οκτωβρίου, τα ελληνικά στρατεύματα εισήλθαν θριαμβευτικά στην πόλη και την επομένη ακολούθησε ο 68χρονος, τότε, βασιλιάς Γεώργιος Α’, τον οποίο συνόδευε ο διάδοχος Κωνσταντίνος, αρχιστράτηγος του ελληνικού στρατού.
georgios01.jpg
Ο Γεώργιος Α’ εισέρχεται στην Θεσσαλονίκη στις 29 Οκτωβρίου 1912. Δίπλα του, ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος.
Λόγω της εύθραυστης κατάστασης που επικρατούσε, ο Γεώργιος αποφάσισε να εγκατασταθεί στην πόλη, ώστε να επισημοποιήσει, αλλά κυρίως να εδραιώσει την εκεί ελληνική παρουσία. Στο διάστημα της παραμονής του, συνήθιζε, όπως και στην Αθήνα, να πραγματοποιεί καθημερινούς περιπάτους, χωρίς συνοδεία ή με ελάχιστη προστασία.
georgios02.jpg
Ο Γεώργιος Α’ και η βασίλισσα Όλγα σε έναν περίπατό τους στη Θεσσαλονίκη, λίγο πριν τη δολοφονία του πρώτου. Πίσω τους, ο Κωνσταντίνος.
Το μεσημέρι της 5ης Μαρτίου 1913, ο Γεώργιος, συνοδευόμενος από τον υπασπιστή του ταγματάρχη Φραγκούδη, κατέβηκε από το μέγαρο Χατζηλαζάρου, που χρησιμοποιούσε ως βασιλική κατοικία, στην αποβάθρα του Λευκού Πύργου προκειμένου να πραγματοποιήσει επίσκεψη εθιμοτυπίας στον Γερμανό ναύαρχο Γκόπφεν επί του πολεμικού πλοίου «Γκέμπεν», που βρισκόταν στο λιμάνι της πόλης.
«[…] Η Α. Μεγαλειότης, ομιλών εις τον υπασπιστήν του, εξέφραζε την μεγάλην του χαράν δια την πτώσιν των Ιωαννίνων (σ.σ.: στις 22 Φεβρουαρίου 1913), πλειστάκις τονίσας των νέον θρίαμβον των Ελληνικών όπλων» σημείωνε σε σχετικό ρεπορτάζ η εφημερίδα «Εμπρός» στις 7 Μαρτίου και συμπλήρωνε: «Η αυτή ευδιαθεσία του Βασιλέως εξηκολούθησε και μετά μίαν ώραν όταν η Α. Μ. ήρχισε να επιστρέφη εις το Ανάκτορον. Όταν διήρχετο προ του Λευκού Πύργου, εγγύτατα του πλήθους το οποίον περιεστοίχιζε την κατ’ εκείνην την ώραν παιανίζουσαν μουσικήν, επλησίασεν, ανεμίχθη μετά των πολιτών, ήκουσε μουσικήν και κατά την δημοκρατικήν του συνήθειαν, συνωμίλησε μετά των ανθρώπων του λαού οι οποίοι ευρίσκοντο εκεί. Μετά τούτο, εισήλθεν εις την λεωφόρον της Αγίας Τριάδας […]».
Στη συμβολή με την οδό Βασιλίσσης Όλγας, τον περίμενε από ώρα ο Σερραίος Αλέξανδρος Σχινάς. Γύρω στις 3, είδε τον Γεώργιο και τον υπασπιστή του να περνούν, τους πλησίασε και από μικρή απόσταση πυροβόλησε τον βασιλιά μία φορά, προκαλώντας, ωστόσο, καίριο τραύμα. Αμέσως μετά, επιχείρησε να πυροβολήσει και τον Φραγκούδη, αλλά αυτός πρόλαβε να τον αφοπλίσει και να τον παραδώσει σε δύο Κρητικούς χωροφύλακες, που είχαν προστρέξει στο σημείο της δολοφονίας.
georgios03.jpg
georgios04.jpg
Η σκηνή της δολοφονίας του Γεωργίου Α’,σε λαϊκές εικόνες της εποχής.
Ο Γεώργιος μεταφέρθηκε στο ιατρείο του «Παπάφειου Ιδρύματος», αλλά οι γιατροί δεν μπόρεσαν να προσφέρουν καμιά βοήθεια, καθώς ο βασιλιάς ήταν ήδη νεκρός. Από το νοσοκομείο, η σορός του μεταφέρθηκε με ανοικτό αυτοκίνητο στο μέγαρο Χατζηλαζάρου, όπου το συνόδευσαν οι υπασπιστές του Πάλλης, Σκουμπουρδής και Φραγκούδης. Παράλληλα, ο Αλ. Σχινάς μετήχθη στο Αστυνομικό Τμήμα Φαλήρου Θεσσαλονίκης, όπου αμέσως άρχισαν οι ανακρίσεις από τον πρωτοδίκη Β. Κανταρέ και τον γραμματέα Γιαννιώτη.
Η πόλη τέθηκε σε κατάσταση επιφυλακής, τα εμπορικά καταστήματα έκλεισαν, ενώ μόλις νύχτωσε τα φώτα των δρόμων και των κατοικιών παρέμειναν σβηστά και άρχισαν οι πένθιμες κωδωνοκρουσίες από τις εκκλησίες. Στις 8 Μαρτίου, σε έκτακτη συνεδρίαση της Βουλής, ο Κωνσταντίνος ορκίστηκε ως νέος βασιλιάς, ενώ στις 12 Μαρτίου αναχώρησε με τη βασιλική θαλαμηγό «Αμφιτρίτη» για την Θεσσαλονίκη, με τη συνοδεία πλοίων του ελληνικού πολεμικού ναυτικού αλλά και των Μεγάλων Δυνάμεων!
Αφού εκτέθηκε για πολλές ημέρες σε λαϊκό προσκύνημα, η ταριχευμένη σωρός του Γεωργίου μεταφέρθηκε στον Πειραιά με την «Αμφιτρίτη», στην οποία επέβαιναν τα μέλη της οικογένειάς του και άλλοι αξιωματούχοι. Ακολούθως, και μέσα σε κλίμα μελαγχολικής μεγαλοπρέπειας, έφτασε στην Αθήνα, όπου στις 20 Μαρτίου τελέστηκε η κηδεία και κατόπιν ετάφη στο λόφο «Παλιόκαστρο» στα ανάκτορα του Τατοΐου.
Στις 22 Απριλίου, ο Αλ. Σχινάς, μεταφερόμενος στον πάνω όροφο του κτηρίου όπου εκρατείτο, «διέφυγε της προσοχής των χωροφυλάκων και ηυτοκτόνησε πεσών εκ του παραθύρου» (από τη σχετική ανακοίνωση της αστυνομίας).
georgios05.jpg
Φωτογραφία του Αλ. Σχινά, την επομένη της σύλληψής του.
Η εντύπωση για Βούλγαρο δράστη
Η είδηση της δολοφονίας είχε σημαντική απήχηση την Ευρώπη και ιδιαίτερα στους βασιλικούς οίκους, ενώ προκάλεσε και ζωηρή ανησυχία στους Έλληνες πολίτες, αλλά και την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας. Αρχικώς, σχηματίστηκε η εντύπωση πως ο δράστης ήταν Βούλγαρος, πιθανώς στρατιώτης του βουλγαρικού συντάγματος, το οποίο από τον προηγούμενο Οκτώβριο στρατοπέδευε στην πόλη. Άλλωστε, το μακεδονικό ζήτημα ήταν, επί πολλές δεκαετίες, το κεντρικό εθνικό και πολιτικό αίτημα της Βουλγαρίας και επομένως η προσάρτηση της Θεσσαλονίκης, η οποία αποτελούσε κομβικό σημείο για ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων, ήταν πάγια επιδίωξη της βουλγαρικής πολιτικής.
georgios06.jpg
Η είδηση της δολοφονίας, στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «Νέα Αλήθεια» (7 Μαρτίου 1913).
Ο τότε στρατιωτικός διοικητής της πόλης πρίγκιπας Νικόλαος θα γράψει σχετικά στο ημερολόγιό του: «[…] Ο φόβος μήπως αυτό το φρικτόν έγκλημα χρησιμεύση ως σύνθημα για μια εθνική εξέγερσι εναντίον των Βουλγάρων, των οποίων η αυθάδεια, η κακοπιστία και ο ακράτητος εγωισμός είχον φθάσει τότε εις το κατακόρυφον με έκαμε και μπόρεσα να συγκρατήσω κάπως τον εαυτόν μου! Εκείνο που συνετέλεσεν επίσης εις τούτο ήτο, ότι όλοι σχεδόν όσοι ευρίσκοντο εκεί, και πρώτος ο Ρακτιβάν, ο οποίος ήτο αντιπρόσωπος της κυβερνήσεως (σ.σ.: ο Κ. Ρακτιβάν ήταν τότε υπουργός Δικαιοσύνης και γενικός διοικητής Μακεδονίας) τα είχαν χάσει κυριολεκτικώς! Όλοι ανεξαιρέτως, και εγώ πρώτος, είχαμε όχι μόνον την υποψίαν, αλλά σχεδόν την πεποίθησιν ότι το έγκλημα είχε εκτελεσθή από Βούλγαρον. Όταν επήγα εις το νοσοκομείον, όπου είχον μεταφέρει τον καϋμένον τον Βασιλέα, ήλθε ο Α. Μομφεράτος, ο τότε διευθυντής της αστυνομίας, να μου αναφέρη ότι εις την πόλιν επεκράτει τρομερός ερεθισμός και ότι οι πολίται και οι στρατιώται συνήρχοντο παντού με την πρόθεσιν να προβούν εις αντίποινα. Αυτή η είδησις με έκαμε να συνέλθω κομμάτι. Συλλογίσθηκα πως εάν δεν ελαμβάνετο αμέσως ένα μέτρον, μπορούσαν αν επέλθουν ανυπολόγιστοι καταστροφαί. Διέταξα, λοιπόν, αμέσως τον διευθυντήν της αστυνομίας και τον φρούραρχον συνταγματάρχην Δράκον να σπεύσουν εις την πόλιν και να διαδώσουν παντού ότι ο δολοφόνος ήτο Έλλην […] Την μεγαλυτέραν συγκίνησιν και ανησυχίαν από εμέ είχεν ο Ρακτιβάν. Όταν ήλθε κοντά μου και είδε τα χάλια μου, μου είπε: ‘Προσπαθήστε να κρατήσετε την ψυχραιμίαν σας, διότι εσείς έχετε αυτήν την στιγμήν την μεγαλυτέραν εξουσίαν και από σας εξαρτάται το παν!’».
georgios07.jpg
Ο πρίγκιπας Νικόλαος (1872-1936) στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης την εποχή της δολοφονίας.
Πράγματι, τις αμέσως επόμενες ώρες, η αστυνομία ανακοίνωσε το όνομα του δράστη και άρχισε να διαδίδει τη θεωρία του μοναδικού δολοφόνου. Ακόμα, άφησε να διαρρεύσει η πληροφορία πως ο δράστης ήταν αναρχικός και σχεδόν παράφρων, ο οποίος δολοφόνησε τον Γεώργιο Α’ από εκδίκηση, επειδή στο παρελθόν ο βασιλιάς είχε αρνηθεί να του χορηγήσει οικονομική βοήθεια, κάτι που είχε υποστηρίξει, αρχικώς, και ο ίδιος ο Αλ. Σχινάς. Ενδεικτική του κλίματος αυτού, είναι μια ανταπόκριση από την Θεσσαλονίκη (δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εμπρός» στις 7 Μαρτίου), όπου, εκτός των άλλων, σκιαγραφείται και το «πορτραίτο» του δράστη:
«[…] Εκ της ανακρίσεως δεν προέκυψαν στοιχεία επιβαρύνοντα άλλα πρόσωπα. Ο δολοφόνος είνε έκφυλος, αλήτης, ουχί βεβαίως παράφρων, πάντως όμως ανισόρροπος ζων δι επαιτείας. Προ επταετίας εις ουδεμίαν σχέσιν ευρίσκετο μετά της ενταύθα αδελφής του. Αφίκετο ενταύθα προ 20 ημερών εξ’ Αθηνών, μετά ολιγοήμερον διαμονήν εν Βόλω οπόθεν διήλθε. Εις τινας πλησιάζοντας αυτόν τελευταίως ανέπτυσσε περιέργους ιδέας περί σοσιαλισμού, ότι όλοι οι άνθρωποι, εκτός ολίγων, θα είνε ίσοι, ότι δεν θα υπάρχουσι πλέον πλούσιοι και πτωχοί και ότι οι εργάτες θα εργάζωνται μόνο δύο ώρας την ημέραν. […] Έζη εις εν άθλιον χάνι, δίδων δύο γρόσια την ημέραν δια τον ύπνον του. Δεν έτρωγε παρά μόνο γάλα. Είχεν εγγραφή προ ετών εις την Ιταλικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν εφοίτησε σοβαρώς. Ήτο αποδιοπομπαίος τράγος εις την οικογένειάν του […]. Εις υποβληθείσας εις αυτόν ερωτήσεις απαντά μετά ειρωνίας. ‘Τι είχες με τον Βασιλέα’ ερωτά ο ανακριτής. ‘Προ δύο ετών’ απήντησε ‘υπέβαλα μίαν αναφοράν εις το Παλάτι ζητών βοήθεια και ο υπασπιστής με εξεδίωξε με τρόπον βάναυσον’».
georgios08.jpg
Η είδηση της δολοφονίας, στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Εμπρός» (6 Μαρτίου 1913).
Ο Αλ. Σχινάς ήταν δάσκαλος στο επάγγελμα και παλιότερα είχε υπηρετήσει στην Αγουλινίτσα και την Κατερίνη. Κατόπιν, τον κάλεσαν στην Κλεισούρα μαζί με την αδελφή του, η οποία ήταν επίσης δασκάλα. Εκείνη, όμως, αρνήθηκε να υπηρετήσει μαζί του, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί ο διορισμός. Ο Αλ. Σχινάς επέστρεψε στην Αθήνα οικονομικά εξαθλιωμένος και το επόμενο διάστημα αναζητούσε εργασία, χωρίς αποτέλεσμα. Οι κακές συνθήκες διαβίωσης και ο υποσιτισμός τον είχαν κάνει φυματικό. Σε κατάσταση απόγνωσης, απευθύνθηκε για βοήθεια στο Παλάτι, αλλά ο υπασπιστής Φραγκούδης του απάντησε αρνητικά. Σχετικά με τις φήμες που τον συνέδεαν με σοσιαλιστικούς ή αναρχικούς κύκλους του Βόλου, τα στοιχεία είναι αντικρουόμενα: κάποιες πληροφορίες τον ήθελαν εκδότη περιοδικού με σοσιαλιστικές τάσεις, ενώ αντιθέτως ο Γ. Κορδάτος υποστηρίζει πως «ο Σχινάς ήταν άγνωστος στο Βόλο» («Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», 5ος τόμος, σελ. 311).

georgios03.jpg  

http://eglima.wordpress.com/2007/12/01/george_1/

Η ΣΤΗΛΗ ΤΗΣ ΡΟΖΕΤΑΣ


Ζ.Φ. ΣΑΜΠΟΛΙΟΝ ( (23 Δεκεμβρίου 1790 – 4 Μαρτίου 1832)
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η ΣΤΗΛΗ ΤΗΣ ΡΟΖΕΤΑΣ

O Ζαν-Φρανσουά Σαμπολλιόν
ήταν Γάλλος κλασικιστής λόγιος, φιλόλογος, ανατολιστής και αιγυπτιολόγος.
Ο Σαμπολλιόν γενικώς θεωρείται πατέρας της Αιγυπτιολογίας. Χρησιμοποιώντας ως θεμέλιο τμήμα του έργου του Τόμας Γιανγκ (Thomas Young) και του Γουίλιαμ Μπανκς, ο Σαμπολλιόν μετέφρασε τμήματα της στήλης της Ροζέττας το 1822, υποδεικνύοντας ότι η Αρχαία αιγυπτιακή γλώσσα ήταν παρόμοια με την Κοπτική γλώσσα, και ότι το σύστημα γραφής ήταν ένας συνδυασμός φωνητικών και ιδεογραφικών συμβόλων.

Η Στήλη της Ροζέττας είναι μια πέτρινη πλάκα από γρανοδιορίτη, που συχνά αναφέρεται λανθασμένα από βασάλτη ή γρανίτη, που προέρχεται από τον ναό του Πτολεμαίου Ε’ του Επιφανούς.

Χρονολογείται στο 2ο αιώνα π.Χ. και φέρει εγχάρακτη μια επιγραφή σε δύο γλώσσες (αιγυπτιακή και ελληνική)και τρία συστήματα γραφής (ιερογλυφικά, δημώδη αιγυπτιακή, ελληνική) Το ελληνικό μέρος της στήλης αρχίζει ως εξής: « Βασιλεύοντος του νέου και παραλαβόντος την βασιλείαν παρά του πατρός... ».

Το όνομά της προέρχεται από την πόλη Rachid (που εκγαλλίσθηκε ως Rosette) της Κάτω Αιγύπτου, στο βορειοδυτικό τμήμα του Δέλτα του Νείλου. 

Βορειότερα της πόλης, γύρω από το οχυρό Φορ Ζυλιέν  (Fort Jullien) ,  ο Γάλλος αξιωματικός που υπηρετούσε στο στράτευμα του Ναπολέοντα, Πιέρ Φρανσουά Ξαβιέ Μπουσάρ (Pierre-François-Xavier Bouchard), ανακάλυψε τη στήλη τελείως τυχαία το 1799.  Έμεινε όμως έκθαμβος όταν κατάλαβε την αξία της , καθώς έως τότε κανείς δεν είχε καταφέρει να αποκρυπτογραφήσει τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά. 
Η ανακάλυψη της τρίγλωσσης στήλης αποδείχθηκε θεμελιώδους σημασίας. 
Ο σπουδαίος Γάλλος μελετητής Ζαν-Φρανσουά Σαμπολιόν (1790-1832) (Jean-François Champollion), από τους πιο διακεκριμένους γλωσσολόγους της εποχής, κατάφερε, με βάση τα ονόματα των βασιλέων Πτολεμαίου και Αρσινόης που αναφέρονται στην στήλη, να βρει το κλειδί για να αποκρυπτογραφήσει τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά. Αυτή η ανεκτίμητης αξίας ανακάλυψη ήταν καθοριστική για την εξέλιξη της επιστήμης της Αιγυπτιολογίας. 
Το σύστημα που χρησιμοποίησε ο Σαμπολιόν για να αποκρυπτογραφήσει το κείμενο της στήλης, η οποία φυλάσσεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, αποτελεί σημαντικό οδηγό για όσους ενδιαφέρονται για τη μελέτη των αρχαίων συστημάτων γραφής.ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι


Ο Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι (ιταλικά: Antonio Lucio Vivaldi, 4 Μαρτίου 1678 - 28 - 7-1741), γνωστός και με το προσωνύμιο il Prete Rosso (= ο κοκκινομάλλης παπάς) λόγω του χρώματος των μαλλιών του, ήταν Ιταλός συνθέτης, (μουσουργός), δεξιοτέχνης βιολιστής και ιερέας της εποχής του Μπαρόκ. Θεωρείται από τους σημαντικότερους συνθέτες της εποχής του και ο δημοφιλέστερος του κλασσικού μπαρόκ, καθώς με τη μουσική του επηρέασε πλήθος συνθετών τόσο της γενιάς του, μεταξύ των οποίων, τους Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, Γκέοργκ Φίλιπ Τέλεμαν, όσο και τους μετέπειτα.
Στα πιο γνωστά έργα του περιλαμβάνονται δεκάδες κοντσέρτα για βιολί - μια ενότητα των οποίων αποτελούν τις περίφημες "Τέσσερις Εποχές"- και άλλα όργανα, πάνω από 40 όπερες και πλήθος άλλων έργων θρησκευτικής μουσικής.

Αρκετά έργα του συνέθεσε για το γυναικείο μουσικό σχήμα του Ospedalle della Pietà, το οποίο ουσιαστικά ήταν ένα ορφανοτροφείο για εγκαταλειμμένα παιδιά και στο οποίο ο Βιβάλντι εργάστηκε στις περιόδους 1703 – 1705 και 1723 – 1740. Οι όπερές του επιπλέον είχαν κάποια επιτυχία σε πόλεις όπως η Βενετία, η Μάντουα και η Βιέννη. Μετά τη συνάντησή του με τον αυτοκράτορα Κάρολο τον Έκτο, ο Βιβάλντι μετοίκησε στη Βιέννη όπου και έλπιζε στην τοποθέτησή του ως μουσικού εκεί. Ο αυτοκράτορας ωστόσο σύντομα σχετικά μετά την άφιξή του πέθανε και ο συνθέτης απεβίωσε πάμφτωχος άνευ κάποιας σταθερής πηγής εισοδήματος.

Παρόλο που η μουσική του έτυχε ευρείας αποδοχής και αρεσκείας από το κοινό ενώ ο ίδιος ήταν εν ζωή, μετά το θάνατό του η δημοτικότητά της μειώθηκε αρκετά ως την ταχεία αναγέννησή της στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Στις μέρες μας, ο Βιβάλντι συγκαταλέγεται μεταξύ των δημοφιλέστερων και περισσότερο ηχογραφημένων μπαρόκ συνθετών.

Ο Αντόνιο Βιβάλντι γεννήθηκε στη Βενετία στις 4 Μαρτίου του 1678. Μάλιστα λέγεται ότι βαπτίσθηκε ανεπίσημα την ημέρα της γέννησής του εκ φόβου θανάτου του, μετά από ελαφρύ τραυματισμό που υπέστη σε σημειούμενο την ίδια μέρα σεισμό[1], ενώ η επίσημη (σε ναό) τελετή βάπτισης του Βιβάλντι έλαβε χώρα 2 μήνες αργότερα.[2]

Τα ονόματα των γονέων του συνθέτη, σύμφωνα με τα αρχεία του San Giovanni στη Bragora, ήταν Giovanni Battista Vivaldi ο πατέρας και Camilla Calicchio η μητέρα. Είχε 5 αδέρφια με τα εξής ονόματα: Margarita Gabriela, Cecilia Maria, Bonaventura Tomaso, Zanetta Anna, and Francesco Gaetano. Ο πατέρας του ήταν αρχικά κουρέας ενώ αργότερα ασχολήθηκε επαγγελματικά με το βιολί και ήταν αυτός που δίδαξε στον Antonio το όργανο και κατόπιν περιόδευσαν στη Βενετία πατέρας και γιος δίνοντας παραστάσεις. Κρίνοντας από το γεγονός ότι στην ηλικία των 24 ετών είχε πολλές γνώσεις στη μουσική και προσλήφθηκε στο ορφανοτροφείο του Ospedalle della Pietà. Ο Ιωάννης Βαπτιστής (Giovanni Batista, ο πατέρας του) ήταν ένας από τους ιδρυτές του Sovvegno dei musicisti di Santa Cecilia του οποίου πρόεδρος ήταν ο Giovanni Legrenzi, ένας διάσημος συνθέτης του μπαρόκ και maestro di cappella (διευθυντής της χορωδίας) στην εκκλησία San Marco Bassilica. Εικάζεται λοιπόν (και είναι πολύ πιθανό) ο Legrenzi να δίδαξε τα πρώτα μαθήματα σύνθεσης στον νεαρό Antonio. Ο Walter Kolneder, ειδικός από το Λουξεμβούργο, διέκρινε στοιχεία – επιρροές από το ύφος του Legrenzi στην πρώιμη δουλειά του συνθέτη Laetatus sum (RV Anh 31, σύνθεση το 1961 σε ηλικία 13 ετών του συνθέτη). Και ο πατέρας του Βιβάλντι πρέπει επίσης να συνέθετε: το 1689 μια όπερα ονόματι La Fedeltà sfortunata αναφέρεται να έχει συντεθεί από τον Giovanni Battista Rosso (Ιωάννης Βαπτιστής Κόκκινος), όνομα με το οποίο ο πατέρας του συνθέτη φαίνεται πως συμμετείχε στην ίδρυση του Sovvegno dei musicisti di Santa Cecilia: το «Rosso» (κόκκινος) λογικά αναφέρεται στο χρώμα των μαλλιών του, ένα οικογενειακό χαρακτηριστικό.

Η κατάσταση υγείας του Βιβάλντι ήταν από τη γέννησή του κακή. Τα συμπτώματα (strettezza di petto – σφίξιμο στο στήθος) που εμφάνιζε κατευθύνουν προς μια μορφή άσθματος.[2] Αυτό του δημιούργησε προβλήματα στην εκτέλεση σε πνευστά όργανα, αλλά δεν τον εμπόδισε σίγουρα να μάθει να παίζει βιολί όπως και να συνθέτει. Στην ηλικία των 15 ετών –το 1693– ξεκίνησε να μελετά προκειμένου να γίνει ιερέας.[2] Χειροτονήθηκε ιερέας το 1703 σε ηλικία 25 ετών και σύντομα του απέδωσαν το υποκοριστικό «Il Prete Rosso» (ο κόκκινος παπάς) εξαιτίας του χρώματος των μαλλιών του.[3] Σύντομα μετά τη χειροτόνησή του, στο 1704, απαλλάχθηκε από την τέλεση της Θείας Λειτουργίας εξαιτίας της επιδείνωσης της υγείας του. Τέλεσε τη Θεία Λειτουργία σαν ιερέας λίγες μόνο φορές, ενώ παρόλο που ανακλήθηκε από τα λειτουργικά του καθήκοντα, παρέμεινε ιερέας.

Τον Σεπτέμβριο του 1703, ο Βιβάλντι διορίστηκε ως δάσκαλος βιολιού (maestro di violino) στο ορφανοτροφείο Pio Ospedalle della Pietà στη Βενετία.[4] Εκτός από φημισμένος συνθέτης, ο Βιβάλντι επιπλέον ήταν και βιρτουόζος του βιολιού: Ο Γερμανός αρχιτέκτονας Johann Friedrich Armand von Uffenbach αναφέρθηκε σε αυτόν ως «[...]ο φημισμένος συνθέτης και βιολιστής[...]» και φέρεται να είπε ότι «Ο Βιβάλντι εκτέλεσε ένα σόλο κομμάτι εξαιρετικά και στο τέλος προσθέτοντας έναν ελεύθερο αυτοσχεδιασμό [μια καντέντσα] με εξέπληξε πλήρως, για αυτό και θεωρώ πολύ απίθανο ότι κάποιος έχει ποτέ παίξει ή πρόκειται ποτέ να παίξει με τέτοιον τρόπο».[5] Ο συνθέτης ξεκίνησε να εργάζεται για το ορφανοτροφείο στην ηλικία των 25 ετών και για τα επόμενα 30 χρόνια συνέθεσε τις κυριότερες δουλειές του εργαζόμενος εκεί.[6] Εκείνη την εποχή στη Βενετία υπήρχαν 4 παρόμοια ιδρύματα, τα οποία χρηματοδοτούσε η πολιτεία, με αποστολή την παροχή ασύλου και εκπαίδευσης σε παιδιά ορφανά, εγκαταλειμμένα ή παιδιά των οποίων οι οικογένειες δεν μπορούσαν να τα υποστηρίξουν.[7] Τα αγόρια μάθαιναν μια τέχνη και στην ηλικία των 15 έπρεπε να φύγουν από το ίδρυμα, ενώ τα κορίτσια διδάσκονταν μουσική με τα πιο προικισμένα να παραμένουν και να αποτελούν μέλη της αναβιωμένης ορχήστρας και χορωδίας του Ospedale.

Μετά την πρόσληψη του Βιβάλντι, τα ορφανά άρχιζαν να κερδίζουν φήμη και εκτίμηση τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, με τον συνθέτη να γράφει κονσέρτα, καντάτες και θρησκευτική μουσική για φωνητικά σύνολα.[8] Αυτές οι τελευταίες δουλειές (που αφορούν τη θρησκευτική μουσική) ξεπερνούν τις 60 και ποικίλουν ως προς το είδος τους από σόλο κομμάτια μέχρι μεγάλης κλίμακας χορωδιακά έργα για σολίστ, διπλή χορωδία και ορχήστρα.[9] Το 1704 εκτός από τη θέση του ως δάσκαλος ου βιολιού, ανατέθηκαν στο συνθέτη και τα καθήκοντα ως δασκάλου της viola all’inglese.[10] Ο συνθέτης επίσης κατείχε και τη θέση του δασκάλου της χορωδίας που απαιτούσε πολλές ώρες δουλειάς εκ μέρους του. Συνέθετε ένα ορατόριο σε κάθε γιορτή, ενώ παράλληλα έπρεπε να διδάσκει τους μαθητές τόσο θεωρία της μουσικής όπως επίσης και το πως να παίζουν κάποια όργανα.[11]

Οι σχέσεις του με τις εκάστοτε διοικήσεις του ορφανοτροφείου ήταν συχνά τεταμένες. Προκειμένου να διατηρηθεί κάποιος δάσκαλος στη θέση του, τα μέλη του συμβουλίου κάθε χρόνο έπαιρναν τη σχετικά απόφαση με μυστική ψηφοφορία. Έτσι το 1709 με μία ψήφο επιπλέον εναντίον του (7 κατά και 6 υπέρ)[12] ο Βιβάλντι εκδιώχθηκε και για τον επόμενο χρόνο δούλεψε ως ελεύθερος μουσικός. Το 1711 ωστόσο το συμβούλιο αντιλαμβανόμενο την αξία του ως δασκάλου της μουσικής τον επαναπροσέλαβε.[12] Το 1711 δε, ανελίχθηκε στη θέση του mestro di’ concerti γεγονός που τον καθιστούσε υπεύθυνο για κάθε είδους μουσική δραστηριότητα του ιδρύματος.[13][14]

Το 1705 η πρώτη συλλογή (Connor Cassara) των έργων του εκδόθηκε από τον Giuseppe Sala [15]: Το Opus 1 του είναι μια συλλογή –σε συμβατικό ύφος– από 12 σονάτες για 2 βιολιά και συνοδεύον μπάσο (basso continuo – συνήθως συνοδεία κοντραμπάσου και τσέμπαλου).[10] Το 1709 εκδώθηκε η δεύετρη συλλογή του (Opus 2) που αποτελούνταν επίσης από 12 σονάτες για τον ίδιο μουσικό σχηματισμό.[16] Η πραγματική καινοτομία σε ό,τι αφορά το έργο του ως συνθέτη, ήρθε με μια συλλογή 12 κονσέρτων για 1, 2 ή 4 βιολιά με συνοδεία ορχήστρας εγχόρδων ονόματι L’estro armonico (Opus 3). Το έργο αυτό εκδόθηκε το 1711 στο Amsterdam από Estienne Roger [17], και είναι αφιερωμένο στον Μεγάλο Πρίγκηπα Φερδινάνδο της Τοσκάνης. Ο πρίγκηπας όντας ο ίδιος μουσικός, επιχορήγησε αρκετούς μουσικούς, συμπεριλαμβανομένου του Αλεσσάντρο Σκαρλάτι και του Χαίντελ, ενώ είναι πολύ πιθανό να γνώρισε τον Βιβάλντι στη Βενετία. [18] Η επιτυχία του L’estro armonico ήταν πανευρωπαϊκή. Το 1714 ακολούθησε η La stravaganza (Opus 4) που αποτελέι μια συλλογή κονσερτών για σόλο βιολί και ορχήστρα εγχόρδων [19], αφιερωμένη σε έναν παλιό μαθητή του στο βιολί: τον βενετσιάνο ευγενή Vettor Dolfin.[20]

Τον Φεβρουάριο του 1711, ο συνθέτης με τον πατέρα του ταξίδεψαν στην πόλη Brescia όπου το έργο του Stabat Mater (RV 621) παίχτηκε στο πλαίσιο θρησκευτικών εκδηλώσεων. Το έργο αυτό φαίνεται να έχει συντεθεί βιαστικά: τα μέρη των εγχόρδων είναι απλά, τα μουσικά θέματα των 3 πρώτων κινήσεων επαναλαμβάνονται και στα υπόλοιπα 3 ενώ το λιμπρέτο δεν είναι ολοκληρωμένο. Ωστόσο, το εν λόγω έργο θεωρείται από τα πρώτα αριστουργήματά του.

Παρόλα τα συνεχή του ταξίδια από το 1718 -ένα από τα οποία έκανε μάλιστα για να διευθύνει τη χορωδία του πρίγκηπα του Έσσε-Ντάρμσταντ στη Μάντουα- το ορφανοτροφείο του πλήρωνε 2 sequin (ιστορικό χρυσό νόμισμα της Βενετίας) για να γράφει 2 κονσέρτα το μήνα για την ορχήστρα και να κάνει πρόβες σε αυτή τουλάχιστον 5 φορές ενώ αυτός ήταν στη Βενετία.
Ιμπρεσσάριος της όπερας
Εξώφυλλο της πρώτης έδκοσης του έργου Juditha triumphans[21]

Στη Βενετία στις αρχές του 18ου αιώνα, η όπερα ήταν από τους πλέον δημοφιλείς τρόπους διασκέδασης σε ό,τι αφορά τη μουσική (στην πόλη υπήρχαν πολλά θέατρα που συναγωνίζονταν για την προτίμηση του κοινού) γεγονός που αποδείχθηκε αρκετά προσοδοφόρα για το συνθέτη. Ξεκίνησε με την όπερα σαν δευτερεύουσα ασχολία: η πρώτη του δουλειά Ottone in Villa (RV 729) δεν πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βενετία αλλά στο θέατρο Garzerie στην πόλη Vicenza το 1723.[22] Το επόμενο έτος έγινε ιμπρεσάριος στο Teatro Sant’Angelo στη Βενετία όπου και παρουσιάστηκε η όπερά του Orlando finto pazzo (RV 727). Καθώς δεν άγγιζε τόσο τις προτιμήσεις του κοινού, μετά παό λίγες εβδομάδες τερματίστηκε η παρουσίασή της και αντικαταστάθηκε από μια διαφορετικά δουλειά που είχε παρουσιαστεί το προηγούμενο έτος. [18]

Το 1715 παρουσίασε την –πλέον χαμένη– όπερά του Nerone fatto Cesare (RV 724) με μουσική από 7 διαφορετικούς συνθέτες εκ των οποίων εξείχε ο Βιβάλντι. Η όπερα περιείχε 11 άριες και σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Αργότερα θέλοντας να συνθέσει μια όπερα μόνος του, έγραψε την Arsilda regina di Ponto (RV 700, Arsilda η βασίλισσα του Πόντου) ή οποία ωστόσο λογοκρίθηκε από τις τοπικές αρχές και απαγορεύτηκε καθώς αναφερόταν στον έρωτα της πρωταγωνίστριας Arsilda με μια άλλη γυναίκα, τη Lisea, η οποία ωστόσο προσποιούνταν ότι είναι άντρας. Το επόμενο έτος ο Βιβάλντι ωστόσο, κατάφερε να άρει την απαγόρευση και η λογοκριμένη όπερα σημείωσε αξιόλογη επιτυχία.

Την ίδια περίοδο το ορφανοτροφείο παρήγγειλε στο συνθέτη αρκετά έργα θρησκευτικού χαρακτήρα. Τα πιο σημαντικά είναι 2 ορατόρια: το (πλέον χαμένο) Moyses Deus Pharaonis (RV 643) και το Juditha triumphans (RV 644) στο οποίο εορτάζεται η νίκη της Επικράτειας της Βενετίας εναντίον των Τούρκων και η ανακατάληψη της Κέρκυρας. Το τελευταίο αυτό έργο συγκαταλέγεται μεταξύ των θρησκευτικών αριστουργημάτων του ενώ και τα 11 φωνητικά μέρη εκτελούνταν από κορίτσια του ορφανοτροφείου τα οποία υποδύονταν και τους αντρικούς ρόλους. Αρκετές άριες περιλαμβάνουν σόλο μέρη για όργανα (όπως φλογέρες, όμποε, κλαρινέτα, βιόλες d’amore και μαντολίνα) τα οποία καταδείκνυαν το εύρος του ταλέντου των κοριτσιών.[23]

Επίσης το 1716, ο Βιβάλντι συνέθεσε και παρήγαγε άλλες 2 όπερες: την L’incoronazione di Dario (RV 719, η στέψη του Dario) και την La coνstanza trionfante degli amori e degli odi (RV 706). Η τελευταία σημείωσε τέτοια επιτυχία ώστε 2 χρόνια να ξαναπαρουσιαστεί διασκευασμένη και με τον τίτλο Artabano re dei Parti (RV 701 – πλέον χαμένη), ενώ 1732 παρουσιάστηκε και στην Πράγα. Τα επόμενα χρόνια, ο Βιβάλντι συνέθεσε αρκετές όπερες που παρουσιάστηκαν σε όλη την Ιταλία.

Το προοδευτικό ύφος του στην όπερα δημιούργησε στον συνθέτη κάποια προβλήματα με κάποιους συντηρητικούς μουσικούς όπως ο Benedetto Marcello (ειρηνοδίκης και ερασιτέχνης μουσικός) που έγραψε ένα φυλλάδιο κατηγορώντας δημόσια το συνθέτη και το έργο του. Το εν λόγω φυλλάδιο (με τίτλο Il teatro alla moda) παρόλο που δεν κατονομάζει ρητά τον Βιβάλντι περιέχει έμμεσες αναφορές σε αυτόν: στο εξώφυλο βρίσκεται ζωγραφιά εικονίζοντας μια βάρκα (ονόματι Sant’ Angelo) που στα αριστερά της υπάρχει ένα αγγελάκι φορώντας ιερατικό καπέλο και παίζοντας το βιολί. Η οικογένεια Marcello διεκδικούσε την κυριότητα του θεάτρου Sant’ Angelo (του οποίου ιμπρεσάριος διετέλεσε και ο συνθέτης) και είχε μακροχρόνιες δικαστικές διαμάχες με τη διοίκηση του θεάτρου για την ιδιοκτησία του δίχως επιτυχία όμως. Η λεζάντα που συνοδεύει τη ζωγραφιά από κάτω επισημαίνει ανύπαρκτα ονόματα προσώπων και τοποθεσιών όπως το ALDIVIVA, που αποτελεί ωστόσο αναγραμματισμό του ονόματος Α. Vivaldi.

Σε μια επιστολή προς τον χορηγό του Marchese Bentivoglio, ο Βιβάλντι αναφέρεται στις 94 όπερές του. Σήμερα ωστόσο, έχουν αποκαλυφθεί περίπου 50 ενώ απουσιάζουν αναφορές σχετικές με την ύπαρξη των υπόλοιπων. Ο συνθέτης ίσως υπερέβαλλε αλλά παρόλα αυτά είναι αρκετά πιθανό να είχε όντως γράψει 94 όπερες.[24] Παρόλο που συνέθεσε αρκετές όπερες, δεν έφτασε ποτέ στο επίπεδο άλλων μεγάλων συνθετών όπως ο Alessandro Scarlatti, o Leonardo Leo ή ο Baldassare Galuppi, γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι δεν ήταν ικανός να «κρατήσει» μια παραγωγή σε κάποιο μεγάλο θέατρο επί μακρόν. [25]

Οι δημοφιλέστερες όπερές του La constanza trionfante και Farnace γνώρισαν 6 αναβιώσεις έκαστη.[25]
Στη Μάντουα, οι 4 εποχές
Γελοιογραφία από τον P.L.Ghezzi, Rome (1723)

"La primavera" (Άνοιξη) – Κίνηση 1: Allegro από τις Τέσσερις Εποχές
Μενου
0:00
Από ζωντανή εκτέλεση του 2000 των Wichita State University Chamber Players.
Έχετε προβλήματα με ; Δείτε βοήθεια πολυμέσων.

Το 1717 ή το 1718 προσφέρθηκε στο Βιβάλντι η θέση του Maestro di Capella στην αυλή του κυβερνήτη της Μάντουα πρίγκηπα Philip of Hesse–Darmstadt.[26] Έζησε εκεί για για 3 έτη και παρήγαγε αρκετές όπερες μεταξύ των οποίων και η Tito Manlio (RV 738). Το 1721 ήταν στο Μιλάνο όπου και πασουσίασε το ποιμενικό του δράμα La Silvia (RV 734) από το οποίο σήμερα σώζονται 9 άριες. Επισκέφθηκε το Μιλάνο ξανά τον επόμενο χρόνο με το πλέον χαμένο ορατόριο L’adorazione delli tre re magi al bambino Gesù (RV 645). Το 1722 μετοίκησε στη Ρώμη όπου και εισήγαγε το νέο του ύφος στις όπερες, ενώ ο νέος πάπας Βενέδικτος XIII τον προσκάλεσε να δώσει παράσταση ενώπιόν του. Το 1725 επέστρεψε στη Βενετία όπου και συνέθεσε 4 όπερες το ίδιο έτος.

Αυτή την περίοδο ήταν που συνέθεσε και τις 4 εποχές, 4 κονσέρτα δηλαδή όπου «σκιαγράφονται» σκηνές για κάθε μια εποχή. Τρία από τα 4 κονσέρτα αποτελούν πρότυπης σύλληψης ενώ το πρώτο η «Άνοιξη» δανείστηκε πρότυπα από την εισαγωγή της πρώτης πράξης της σύγχρονης όπερας Il Giustino. Έμπνευση για τη σύνθεση των κονσέρτων αποτέλεσε πιθανώς η εξοχή που περιέβαλε τη Μάντουα. Τα εν λόγω κονσέρτα αποτέλεσαν επανάσταση στο τρόπο της μουσικής σύλληψης: σε αυτά ο Βιβάλντι παρουσιάζει ρυάκια, πουλιά που κελαηδούν (διαφορετικών ειδών, καθένα από τα οποία χαρακτηρίζεται ειδικά), σκύλους που γαβγίζουν, κουνούπια που βομβίζουν, ποιμενικούς σκύλους που αλυχτούν, καταιγίδες, πιωμένους χορευτές, ήσυχες νύχτες, γιορτές κυνηγιού (παρουσιαζόμενες τόσο από την πλευρά των κυνηγών όσο και από τη μεριά των θυμάτων), παγωμένα τοπία, παιδιά που κάνουν πατινάζ και ζεστές χειμερινές φωτιές. Κάθε κονσέρτο σχετίζεται με ένα σονέτο, πιθανώς από τον Βιβάλντι, το οποίο περιγράφει τις σκηνές που σκιαγραφεί η μουσική. Εκδόθηκαν το 1725 στο Amsterdam από τον Le Cène, ως τα πρώτα 4 σε μια συλλογή με 12 κονσέρτα και με όνομα Il cimento dell’armonia e dell’inventione (Opus 8).

Κατά τη διάρκεια της περιόδου στη Μάντουα, ο συνθέτης συνδέθηκε με μια νέα και πολλά υποσχόμενη τραγουδίστρια ονόματι Anna Tessieri Giro που επρόκειτο να γίνει μαθήτρια, προστατευόμενη και αγαπημένη του πριμαντόνα.[27] Η Άννα μαζί με την μεγαλύτερη ετεροθαλή αδερφή της Paolina εντάχθηκαν στην ακολουθία του Βιβάλντι και συστηματικά των συνόδευαν στα ταξίδια του. Υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με τη φύση της σχέσης μεταξύ του συνθέτη και της Άννας, δίχως ωστόσο να υπάρχουν αποδείξεις για τίποτε περισσότερο από καθαρά φιλική και επαγγελματική σχέση. Ο ίδιος επιπλέον, διαψεύδει κατηγορηματικά την ύπαρξη οποιουδήποτε «ρομαντισμού» στη σχέση του με την Άννα σε επιστολή του που χρονολογείται 16 Νοεμβρίου 1737 προς τον χορηγό του Bentivoglio.[28]
Ύστερη ζωή και θάνατος

Στην ακμή της καριέρας του, ο Βιβάλντι έλαβε τιμές από Ευρωπαίους ευγενείς και βασιλικούς. Η γαμήλια καντάτα Gloria e Imeneo (RV 687) γράφτηκε για το γάμο του Louis XV. Το Opus 9 του La Cetra, ήταν αφιερωμένο στον αυτοκράτορα Charles VI. Το 1728, ο συνθέτης συνάντησε τον αυτοκράτορα σε μια επίσκεψή του στην Τεργέστη όπου πήγε για να δει την κατασκευή ενός νέου λιμανιού. Ο Charles θαύμαζε τόσο τη μουσική του Βιβάλντι ώστε λέγεται ότι κατά τη συνάντησή τους μίλησε μαζί του περισσότερο απ’ όσο είχε μιλήσει με τους υπουργούς του τα τελευταία 2 χρόνια! Ο αυτοκράτορας έδωσε στο συνθέτη τον τίτλο του ιππότη, ένα χρυσό μετάλλιο και μια πρόσκληση να τον επισκεφθεί στη Βιέννη. Ο Βιβάλντι από την άλλη έδωσε στον αυτοκράτορα ένα χειρόγραφο αντίγραφο της La Cetra, ένα σύνολο κονσέρτων εντελώς διαφορετικών από εκείνο που είχε εκδοθεί ως Opus 9. Πιθανώς η έκδοση είχε ακυρωθεί και ο Βιβάλντι αναγκάστηκε να συλλέξει μια «βελτιωμένη» έκδοση για τον αυτοκράτορα.

Ο Βιβάλντι συνοδευόμενος από τον πατέρα του, ταξίδεψε στη Βιέννη και την Πράγα το 1730 όπου και παρουσιάστηκε η όπερά του Farnace (RV 711).[29] Κάποιες από τις ύστερες όπερές του δημιουργήθηκαν σε συνεργασία με 2 από τους κυριότερους ιταλούς λιμπρετίστες της εποχής. Οι όπερες L’Olimpiade και Catone in Utica γράφτηκαν (λιμπρέτο) από τον Pietro Metastasio τον κυριότερο εκπρόσωπο του Αρκαδικού κινήματος και ποιητή της βιενέζικης αυλής. Η La Griselda ξαναγράφτηκε από τον νεαρό Carlo Goldoni με βάση ένα παλιότερο λιμπρέτο του Apostolo Zeno.

Όπως αρκετοί συνθέτες της εποχής, έτσι και ο Βιβάλντι πέρασε τα τελευταία του χρόνια με πολλές οικονομικές δυσκολίες. Οι συνθέσεις του δεν τύγχαναν της ίδιας εκτίμησης όπως κάποτε στη Βενετία˙ τα μεταβαλλόμενα μουσικά γούστα του κοινού γρήγορα κατέστησαν τις συνθέσεις του εκτός εποχής. Ο συνθέτης έτσι αναγκάστηκε να πουλήσει μεγάλο αριθμό των χειρογράφων του σε εξευτελιστικές τιμές προκειμένου να χρηματοδοτήσει το ταξίδι του στη Βιέννη το 1740.[30] Οι λόγοι για την αναχώρησή του είναι ασαφείς αλλά διαφαίνεται ότι μετά τη συνάντησή του με τον αυτοκράτορα Charles VI, ήλπιζε στην ανάληψη της θέσης του συνθέτη στην αυτοκρατορική αυλή. ταξιδεύοντας προς τη Βιέννη φέρεται να έκανε μια στάση στο Graz προκειμένου να επισκεφθεί την Anna Giro.[31]

Φαίνεται επίσης ότι ο Βιβάλντι πήγε στη Βιέννη για να παρουσιάσει όπερες αν κρίνουμε από το γεγονός ότι η κατοικία του βρισκόταν δίπλα στο Kärntnertortheater. Σύντομα μετά την άφιξή του στη Βιέννη, ο αυτοκράτορας πέθανε και για κακή του τύχη, ο συνθέτης έμεινε δίχως βασιλική προστασία και σταθερή πηγή εισοδήματος. Ο Βιβάλντι πέθανε πένητας [32][33] λίγο μετά τον αυτοκράτορα, τη νύχτα μεταξύ 27 και 28 Ιουλίου το 1741 σε ηλικία 63 ετών, [34] εξαιτίας «εσωτερικής λοίμωξης» σε ένα σπίτι ιδιοκτησία μιας χήρας ενός βιεννέζου κατασκευαστή σελών για άλογα. Την 28 του Ιούλη τάφηκε σε έναν απλό τάφο στο νεκροταφείο του νοσοκομείου της Βιέννης. Η κηδεία του συνθέτη έλαβε χώρα στον καθεδρικό ναό του Αγίου Στέφανου όπου ο νεαρός Joseph Haydn συμμετείχε στην παιδική χορωδία του ναού.

Τάφηκε δίπλα από την Karlskirche, σε μια περιοχή που πλέον εδράζεται το Πολυτεχνείο (Technical Institute). Το σπίτι όπου ζούσε ο συνθέτης στη Βιέννη κατεδαφίστηκε ενώ τώρα η περιοχή εν μέρει καταλαμβάνεται από το ξενοδοχείο Sacher. Αναμνηστικές πλάκες έχουν τοποθετηθεί και στις δύο τοποθεσίες όπως επίσης και ένα «αστέρι» Βιβάλντι στο βιεννέζικο Musikmeile και ένα μνημείο στην Rooseveltplatz.

Μόνο 3 πορτρέτα του Βιβάλντι είναι γνωστά στις μέρες μας: ένα χαρακτικό, μια ελαιογραφία και ένα σχέδιο με μελάνι. Το χαρακτικό φιλοτεχνησε ο Francois Morellon Le Cave το 1725 και απεικονίζει τον Βιβάλντι κρατώντας ένα φύλλο μουσικής. Το σχέδιο με μελάνι απεικονίζει μόνο το κεφάλι και τους ώμους του συνθέτη σε προφίλ και φλοτεχνήθηκε το 1723 από τον Ghezzi. Τέλος, η ελαιογραφία που ανευρίσκεται στο Liceo Musicale της Μπολόνια μας παρέχει πιθανότατα την πιο ακριβή απεικόνιση του συνθέτη καθώς επισημαίνει τα κόκκινα μαλλιά του κάτω από την ξανθιά του περούκα.

Δημοφιλείς αναρτήσεις